Στο κείμενο αυτό η οργάνωση IZAR (Izquierda Anticapitalista Revolucionaria) από το Ισπανικό Κράτος αναλύει τα μαθήματα των πρόσφατων κινητοποιήσεων στη Καταλονία, χαράσσει τις προοπτικές για να εξασφαλισθεί το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, και ακόμη αυτά που απαιτούνται για να δοθεί ένα ταξικό περιεχόμενο στις κινητοποιήσεις, με την αυτο-οργάνωση και τον μετασχηματισμό των απεργιών που έχουν αναγγελθεί σε γενική απεργία.
Izquierda Anticapitalista Revolucionaria
Μαθήματα και προοπτικές από τη πάλη για το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση στη Καταλονία
Το Κράτος καταστέλλει όταν απειλείται.
Μερικές εβδομάδες πριν από το δημοψήφισμα το Ισπανικό Κράτος με επικεφαλής τον Ραχόι, είχε ήδη θέσει σε κίνηση τη κρατική μηχανή για να καταστείλει και να εκφοβίσει τους Καταλανούς που επιθυμούσαν να πάνε να ψηφίσουν. Πρώτα με τη δίωξη εκατοντάδων δημάρχων και στη συνέχεια με την σύλληψη των 12 υψηλόβαθμων κυβερνητικών αξιωματούχων. Το Ισπανικό Κράτος είχε στείλει ένα ξεκάθαρο μήνυμα: να αποτραπεί η ολοκλήρωση ή τουλάχιστον η ομαλή διεξαγωγή του δημοψηφίσματος. Ωστόσο, παρά την κρατική καταστολή με τη μετακίνηση 10.000 αστυνομικών και πολιτοφυλάκων, το δημοψήφισμα πραγματοποιήθηκε. Οι εικόνες της καταστολής έκαναν το γύρο του κόσμου και εξασθένισαν τη θέση της κυβέρνησης του Ραχόι: σφραγισμένα σχολεία, κάλπες κλεμμένες, ψηφοφόροι χτυπημένοι. Όμως παρά την αστυνόμευση, περισσότεροι από 2.286.217 άνθρωποι πήγαν να ψηφίσουν (συμμετοχή 43%). Η νίκη του «ναι» στην ανεξαρτησία ήταν ηχηρή με 2.044.038 ψήφους (90,2%), ενάντια σε 177.547 ψήφους του «όχι» (7,8%).
Την επόμενη ημέρα του δημοψηφίσματος, η κυβέρνηση Ραχόι βρίσκονταν στην άμυνα. Το ίδιο το PSOE, που μέχρι τότε ήταν ευθυγραμμισμένο στο σύνθημα υπέρ της «Ενότητας της Ισπανίας», έτεινε να απαγκιστρωθεί καταγγέλλοντας τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Ραχόι για την ευθύνη του για την αστυνομική επιχείρηση. Δύο μέρες μετά το δημοψήφισμα, ο βασιλιάς Φίλιππος ο 6ος έκανε παρέμβαση με σκοπό να ενισχύσει το προσανατολισμό του Ραχόι και να συσπειρώσει. Ο τόνος της ομιλίας του ήταν ξεκάθαρα σε σύγκρουση με το κίνημα για το δικαίωμα αυτοδιάθεσης και δεν άφηνε κανένα περιθώριο για το ζήτημα του διαλόγου. Από τη στιγμή εκείνη το PSOE ευθυγραμμίστηκε εκ νέου με το PP και με τους Cuidadanos που επίσης επαίνεσαν την ομιλία του βασιλιά. Τα κόμματα του καθεστώτος του ’78 γνώριζαν ότι το καταλανικό ζήτημα αμφισβητούσε όχι μόνο «την ενότητα της Ισπανίας» αλλά επίσης μεσοπρόθεσμα και την ίδια την Μοναρχία.
Την ίδια μέρα έλαβε χώρα μια γενική απεργία στη Καταλονία από την εθνικιστική ένωση IAC και την CGT ενάντια στη καταστολή, για τα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού της Καταλονίας και κοινωνικά ζητήματα όπως η ανάκληση των εργασιακών μεταρρυθμίσεων. Μετά το δημοψήφισμα και την βαριά καταστολή, η γενική απεργία ανακοινώθηκε σαν μια επιτυχία. Σαν συνέπεια, οι κεντρικές CCOO και UGT που είχαν στην αρχή αποφασίσει να μην καλέσουν, άλλαξαν γνώμη την ίδια μέρα καλώντας ένα «σταμάτημα της χώρας» σε συνεργασία με τους εργαζόμενους των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (PIMEC). Αυτή η έκκληση της CCOO και της UGT σε συμφωνία με την PIMEC δεν είναι μια σύμπτωση. Ο στόχος ήταν να προλάβουν το κίνημα για το δικαίωμα αυτοδιάθεσης από το να εισχωρήσει ολοκληρωτικά στα κέντρα εργασίας και οι εργαζόμενοι να οργανωθούν για να υπερασπίσουν τα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα με τη κινητοποίηση μέσα από απεργιακές επιτροπές. Ο καλύτερος τρόπος για να μπλοκάρουν τη δυναμική ήταν να μετατρέψουν τη μέρα της απεργίας σε λοκ-άουτ.
Στη συνέχεια η κυβέρνηση της Καταλονίας με επικεφαλής τον Πουτζντεμόν αποφάσισε να μην προκηρύξει μονομερώς την ανεξαρτησία που είχε υποσχεθεί από το φόβο των συνεπειών και ειδικότερα το κίνδυνο το κίνημα να ξεφύγει, να ριζοσπαστικοποιηθεί και ξεπεράσει τα όρια. Η αναβολή αυτή ήταν αυτό που χρειάζονταν η κυβέρνηση Ραχόι για να συνέλθει. Πρώτα απ’ όλα, μέσα από μια έκκληση για διαδηλώσεις σε ολόκληρο το κράτος υπέρ της «ενότητας της Ισπανίας», περιλαμβανομένης της Βαρκελώνης με περίπου 350.000 άτομα. Κατά δεύτερο λόγο με τη μετακίνηση της έδρας των επιχειρήσεων και των τραπεζών εκτός της Καταλονίας για να δημιουργήσει ένα αίσθημα οικονομικού χάους. Όλα αυτά διευκολύνθηκαν από την έγκριση της κυβέρνησης του Ραχόι ενός νομοθετικού διατάγματος που επέτρεπε αυτές τις μεταφορές. Στις 10 Οκτωβρίου ο Πουτζντεμόντ εμφανίστηκε στο Κοινοβούλιο και διακήρυξε την ανεξαρτησία της Καταλονίας για να την ανακαλέσει δέκα δευτερόλεπτα αργότερα και να καλέσει σε διάλογο τη κυβέρνηση του Ραχόι…
Από τότε, ο προσανατολισμός του Ραχόι και του Ισπανικού Κράτους θα γίνει επιθετικός. Από τη μια μεριά συνέλαβε και φυλάκισε τους Jordi Cuixart και Jordi Sánchez (τους δύο ηγέτες των ανεξαρτησιακών οργανώσεων με τη μεγαλύτερη επιρροή στην Καταλονία) και κατήγγειλε τον αρχηγό των Mossos (καταλανική αστυνομία). Από την άλλη πλευρά απειλεί να ακυρώσει την κυβερνητική αυτονομία της Καταλονίας απολύοντας τη σημερινή κυβέρνηση και παίρνοντας τον έλεγχο των ΜΜΕ, των οικονομικών και των Mossos, ενεργοποιώντας με τη Γερουσία το άρθρο 155 του ισπανικού συντάγματος. Η απειλή αυτή υπήρξε η αιτία για βαθιές διαφωνίες μέσα στο PDeCAT (το κόμμα του Πουτζντεμόν) και μέσα στη κυβέρνηση (συνασπισμός PDeCAT και ERC) πολλοί βουλευτές δεν ήταν έτοιμοι να πάνε στα άκρα τη σύγκρουση με το Ισπανικό Κράτος. Τελικά, αφού προσπάθησε να διαπραγματευθεί για μια τελευταία φορά με τον Ραχόι, το Κοινοβούλιο τελικά ψήφισε στη σύνοδο της ολομέλειας στις 27 Οκτωβρίου, την ανεξαρτησία της Δημοκρατίας της Καταλονίας απέναντι στην άρνηση του Ραχόι να γίνουν οι προτεινόμενες πρόωρες εκλογές σε αντάλλαγμα της μη εφαρμογής του άρθρου 155. Αμέσως μετά η Γερουσία ψήφισε το άρθρο 155 και το υπουργικό συμβούλιο πήρε τα πρώτα μέτρα που απορρέουν: άμεση παύση του προέδρου της Generalitat Πουτζντεμόν και όλης της κυβέρνησης, διάλυση του κοινοβουλίου και προκήρυξη νέων εκλογών για τις 21 Δεκεμβρίου.
Για να επιβληθεί το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση και την ανεξαρτησία, είναι απαραίτητο να υπερασπίσουμε την ταξική ανεξαρτησία απέναντι στην μικροαστική τάξη
Η αστική καταλανική τάξη είναι σήμερα διχασμένη. Από τη μια μεριά η μεγαλοαστική τάξη συνδεδεμένη με την ισπανική αστική τάξη και από την άλλη, η μικροαστική που ενεπλάκη στη καταλανική διαδικασία. Η συμμαχία του PDeCAT με το ERC ηγείται πάντοτε σε αυτή τη διαδικασία. Ας θυμηθούμε ότι πάντοτε υπερασπίσθηκε τα συμφέροντα του συνόλου της καταλανικής αστικής τάξης εφαρμόζοντας πολιτικές προσαρμογής παρόμοιες με του PP ενάντια στην εργατική τάξη. Η κυβέρνηση του Πουτζντεμόν δεν αντιπροσωπεύει τα συμφέροντα των εργαζομένων της Καταλονίας. Ανεξάρτητα από το πόσο υπερασπίσθηκε το δημοψήφισμα, δεν ήταν έτοιμη να αντιμετωπίσει το Ισπανικό Κράτος μέχρι τέλους, ούτε να καθοδηγήσει ένα προσανατολισμό και ένα κίνημα που να επιβάλλει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Γνωρίζει ότι ο μόνος τρόπος για να κερδίσει είναι μια σταθερή κινητοποίηση, γνωρίζει επίσης ότι αυτό εμπεριέχει σοβαρά ρίσκα: ότι μια τέτοια κινητοποίηση ξεφεύγει από τον έλεγχό της.
Κατά συνέπεια ο προσανατολισμός της έχει το τόνο της «θεσμικής ανυπακοής» ή πράγμα που είναι το ίδιο, μέσα στα πλαίσια των νόμων και των προθεσμιών για την κήρυξη της ανεξαρτησίας μέσα από το κοινοβούλιο. Ο προσανατολισμός αυτός αποδείχθηκε μια αποτυχία γιατί δεν προετοίμασε μια σύγκρουση με το Κράτος, αλλά προσπάθησε να την αναβάλλει ή να την αποφύγει. Δεν μπορείτε να αντιμετωπίσετε το Κράτος και να νικήσετε παρά μόνο δημιουργώντας έναν επαρκή συσχετισμό δύναμης στους δρόμους και στους τόπους της δουλειάς.
Ο κίνδυνος αυτών των προσανατολισμών για τον Πουτζντεμόν και για τα οικονομικά συμφέροντα που υπερασπίζεται η κυβέρνησή του είναι ότι η εργατική τάξη κινητοποιούμενη και παίρνοντας τα ηνία αυτής τη δημοκρατικής πάλης θα ενσωματώσει τα ζητήματα των μισθών, των συντάξεων, της απασχόλησης, των δημόσιων υπηρεσιών, του χρέους, κλπ. Ο φόβος αυτός είναι κοινός για το σύνολο της καταλανικής αστικής τάξης, μικρής και μεγάλης, σε σημείο ώστε να μην έχει καμιά δυσκολία να συμφωνήσει να ζητήσει από το ανώτατο δικαστήριο της Καταλονίας (TSJC) να κηρύξει παράνομη την πρόσκληση για απεργία (10 με 16 Οκτωβρίου) που προτάθηκε από το ανεξαρτησιακό συνδικάτο (Inter-CSC). Η μικροαστική τάξη αντιπροσωπευόμενη από το PDeCAT κσι το ERC, δεν πρόκειται να θέσει υπό αμφισβήτηση τα συμφέροντά της για το σκοπό του ζητήματος της Καταλονίας. Από δω προκύπτει η αδυναμία της απέναντι στη πίεση του Κράτους και η αντίθεσή της σε αυτό που η νεολαία των εργαζομένων κατευθύνει τη καταλανική υπόθεση.
Η ψήφος στο κοινοβούλιο της Καταλανικής Δημοκρατίας δεν αποδεικνύει την αποφασιστικότητα του Πουτζντεμόν αλλά την σκλήρυνση του Ισπανικού Κράτους και του Ραχόι που δεν έχουν πρόθεση να διαπραγματευτούν στο σημείο αυτό και θέλουν μόνο να επιτύχουν την άνευ όρων παράδοση από τη μεριά της κυβέρνησης, κάτι που όμως σήμερα δεν μπορεί αυτή να επωμιστεί. Ωστόσο το πρόβλημα παραμένει το ίδιο. Με καθαιρεμένη τη κυβέρνηση και διαλυμένο το κοινοβούλιο, το ζήτημα πρέπει να είναι η δημιουργία μιας νέας εναλλακτικής εξουσίας στη Καταλονία απέναντι σε αυτή του Ισπανικού Κράτους και η νέα αυτή εξουσία πρέπει να κατευθύνεται από αυτούς μπορούν να αντιμετωπίσουν πραγματικά το Κράτος: τους εργαζόμενους, τις εργαζόμενες και τη νεολαία της Καταλονίας.
Μέχρι τώρα όλα είναι κανονικά. Δεν θα έπρεπε να αποτελεί έκπληξη ότι η μικροαστική τάξη δεν είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει το Ισπανικό Κράτος μέχρι τέλους, γιατί αυτό θα σήμαινε να χάσει πολύ περισσότερα από αυτά που είναι έτοιμη να χάσει. Το λάθος είναι ότι οργανώσεις τέτοιες όπως το CUP με μια ορισμένη εμφύτευση στην εργατική τάξη και στην νεολαία και μια μαζική δημοσιότητα δεν έχουν προβάλλει αυτό το λόγο και την πληροφόρηση για αυτές τις αντιθέσεις. Αντιθέτως διατήρησαν από την αρχή έναν προσανατολισμό ευθυγραμμισμένο με αυτόν του Πουτζντεμόν και του Junqueras ο οποίος δεν υπερασπίζονταν ένα σχέδιο ώστε να επιβληθεί το δικαίωμα της απόφασης με την σταθερή κινητοποίηση και την απεργία. Το CUP δίστασε να προτείνει ένα προσανατολισμό διαφορετικό από τη κυβέρνηση όταν βρίσκονταν στο σημείο να συνθηκολογήσει μετά την ψήφιση του άρθρου 155. Το CUP θα πρέπει να κατανοήσει ότι μπορεί να συμπίπτει με την μικροαστική τάξη μέσα στη κινητοποίηση, αλλά ότι οι εργαζόμενοι/ες πρέπει να έχουν τη δική τους στρατηγική για τη πάλη γιατί δεν έχουν κοινά ταξικά συμφέροντα. Το CUP θα έπρεπε να ασκήσει πίεση για την μετάθεση της κήρυξης της απεργίας από τις 30 Οκτωβρίου στις 9 Νοεμβρίου από την Intersyndical-CSC επιμένοντας στην έκκληση για γενική απεργία για την υπεράσπιση της Καταλανικής Δημοκρατίας ενάντια στο Ισπανικό Κράτος και για να δηλώσει πια κοινωνία και δημοκρατία πρέπει να οικοδομηθεί για τους εργαζόμενους.
Γιατί είτε κηρύξει είτε όχι, ο Πουτζντεμόν την ανεξαρτησία, είτε συγκαλέσει είτε όχι τοπικές εκλογές, είναι φανερό ότι δεν πρόκειται να οδηγήσει τη πάλη για την αυτοδιάθεση μέχρι τα άκρα γιατί αυτό θα σήμαινε ότι θα χάσει πολύ περισσότερα.
Το εθνικό ζήτημα αποτελεί ένα κεντρικό στοιχείο για τους επαναστάτες του Ισπανικού Κράτους.
Ένας από τους πυλώνες του καθεστώτος του ’78 που μπορεί να έβγαινε πολύ εξασθενημένος από μια ενδεχόμενη ανεξαρτησία της Καταλονίας είναι η μοναρχία και αυτό για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι προφανής: μια ανεξάρτητη Καταλανική Δημοκρατία βάζει ντε φάκτο πάνω στο τραπέζι το ζήτημα της ισπανικής μοναρχίας και ανοίγει μια συζήτηση για τη μοναρχία και τη δημοκρατία. Ακόμη περισσότερο που δεν έχει περάσει πολύ καιρός από την εποχή που το Στέμμα βρίσκονταν πολύ χαμηλά στην εκτίμηση της κοινής γνώμης εξαιτίας των πολλαπλών σκανδάλων διαφθοράς. Για το λόγο αυτό ο Χουάν Κάρλος αποφάσισε να παραιτηθεί τον Ιούνιο του 1914. Ο δεύτερος γιατί επιτυγχάνοντας την ανεξαρτησία στην Καταλονία θα μπορούσε να συμβεί ένα φαινόμενο χιονοστιβάδας μέσα στις άλλες καταπιεσμένες εθνότητες του Ισπανικού Κράτους όπως η Χώρα των Βάσκων ή η Γαλικία, που θα εξασθένιζε ακόμη περισσότερο τη σημερινή μοναρχία.
Οπωσδήποτε η μοναρχία δεν είναι η μοναδική που θα μπορούσε να εξασθενίσει από τη πάλη για το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση. Η κυβέρνηση Ραχόι και οι αντικοινωνικές πολιτικές της όπως και τα ίδια τα συμφέροντα των καπιταλιστών μπορούν να επηρεαστούν. Όμως για να γίνει αυτό είναι απαραίτητο η πάλη για την εθνική χειραφέτηση να ηγεμονευθεί από την εργατική τάξη του καταπιεσμένου έθνους και επίσης να υποστηριχθεί από την εργατική τάξη του έθνους που καταπιέζει. Σήμερα, ούτε το ένα ούτε το άλλο δεν συμβαίνει. Οπωσδήποτε, μια σταθερή κινητοποίηση και μια γενική απεργία ενάντια στην εφαρμογή του άρθρου 155, για παράδειγμα, θα μπορούσε να οδηγήσει την εργατική τάξη στο να πάρει την πρωτοβουλία αυτού του κινήματος, να οργανωθεί και να επιβάλλει τους ρυθμούς. Είναι μοναδικός τρόπος για να ξεπεραστεί η σημερινή ηγεσία της διαδικασίας και να δημιουργηθεί μια κινητοποίηση που θα περιλαμβάνει τα δημοκρατικά ζητήματα αλλά επίσης την επιδείνωση των συνθηκών της ζωής αυτών που παράγουν το πλούτο και υφίστανται την καπιταλιστική κρίση.
Όμως αποτελεί τον πιο αποτελεσματικό τρόπο για να αντισταθούμε στην επιβολή του άρθρου 155. Το παράδειγμα της καταλανικής τηλεόρασης και του ραδιοφώνου δείχνουν ότι οι μόνοι που μπορούν να αποτρέψουν το Ραχόι από το να ελέγξει τα ΜΜΕ είναι οι εργαζόμενοι που δημιουργούν καθημερινά τη τηλεόραση και το ραδιόφωνο. Το ίδιο ισχύει επίσης και για τους υπόλοιπους τομείς του δημοσίου. Σε τελευταία ανάλυση είναι αδύνατο να ελέγξεις ένα τομέα εάν οι εργαζόμενοι δεν το επιτρέπουν. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει αυτοί οι εργαζόμενοι να βρίσκονται σε κινητοποίηση και αυτή η κινητοποίηση θα επιτρέψει να ενσωματωθούν μέσα στη πάλη για το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και άλλα στοιχεία τέτοια όπως οι συνθήκες εργασίας ή ο έλεγχος των ίδιων των κέντρων της εργασίας από τους μισθωτούς/ες. Το ζήτημα του ελέγχου των επιχειρήσεων είναι σήμερα πιο κατανοητό για τους εργαζόμενους μετά από τις απειλές των επιχειρήσεων και τις πτωχεύσεις. Ένα κίνημα για την ανεξαρτησία καθοδηγούμενο από την εργατική τάξη δεν θα έχει αντιθέτως κανένα πρόβλημα να υπερασπισθεί συνθήματα τέτοια όπως η εθνικοποίηση κάτω από εργατικό έλεγχο των επιχειρήσεων και των τραπεζών. Αφήστε τους επιχειρηματίες και τους τραπεζίτες να φύγουν αλλά αφήστε τις επιχειρήσεις να παραμείνουν.
Σε ότι αφορά το ζήτημα της παύσης της κυβέρνησης και της διάλυσης του κοινοβουλίου, είναι απαραίτητο να προτείνουμε στους εργαζόμενους και στη νεολαία που παλεύουν για την ανεξαρτησία της Καταλανικής Δημοκρατίας να σχηματίσουν τις δικές τους δομές αντιπροσώπευσης με το ξεκίνημα της δημιουργίας μιας εναλλακτικής εξουσίας απέναντι σε αυτή του Ισπανικού Κράτους. Όσο για την υποστήριξη της εργατικής τάξης του έθνους που καταστέλλει το δικαίωμα της απόφασης, το επίπεδο της συνείδησης απέχει πολύ από αυτή την αξίωση. Μόνο μια μικρή πρωτοπορία το υπερασπίζεται σήμερα μέσα στο Ισπανικό Κράτος, πράγμα που εξηγείται από τον προσανατολισμό των παραδοσιακών οργανώσεων του εργατικού κινήματος.
Αλλά ενώ αυτό είναι αληθινό, υπάρχουν περιπτώσεις αντίστασης σε ορισμένους τομείς. Είναι το παράδειγμα που αναφέρθηκε ήδη των εργαζομένων της καταλανικής τηλεόρασης (Tv3) που ήδη έχουν υπογράψει ότι δεν θα υπακούσουν στις εντολές από τη Μαδρίτη και έχουν υποστηριχθεί από τους εργαζόμενους της TVE (Ισπανική Τηλεόραση) αλλά επίσης η περίπτωση των πυροσβεστών και των εκπαιδευτικών.
Ο ρεφορμισμός θέλει απλώς να διαχειριστεί το σύστημα μέσα στα θεσμικά πλαίσια
Ο στόχος του PODEMOS και του IU και των δημοτικών τους κυβερνήσεων όπως της Ada Colau στη Βαρκελώνη είναι η αποκλιμάκωση της κινητοποίησης. Αντί να ενισχύσουν και να καθοδηγήσουν αυτή την κινητοποίηση για να εξασθενίσουν το καθεστώς του ’78 και να μετατοπίσουν τη πάλη για την εθνική χειραφέτηση σε μια πάλη για κοινωνική χειραφέτηση, προτιμούν να συμβάλλουν στο να αναπροσανατολίσουν μια τέτοια κινητοποίηση μέσα στα θεσμικά πλαίσια. Για το λόγο αυτό και από την αρχή, ο Πάμπλο Ιγγλεσίας (PODEMOS) και ο Alberto Garzón (IU) αποστασιοποιήθηκαν από το δημοψήφισμα της πρώτης του Οκτώβρη υποστηρίζοντας ένα δημοψήφισμα για μια συνταγματική μεταρρύθμιση. Αυτό σήμαινε στη πράξη ότι τα 2/3 του κοινοβουλίου του Ισπανικού Κράτους θα υποστήριζαν αυτήν την αλλαγή ή πράγμα που είναι το ίδιο ότι το PP, οι Cuidadanos και το PSOE δεν θα αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 1/3 της Βουλής. Αυτός ο προσανατολισμός, εκτός του ότι είναι αδύνατος για προφανείς λόγους, υποδεικνύει έμμεσα την αποκλιμάκωση της κινητοποίησης όπως ακριβώς και το σύνθημα της έκκλησης για διάλογο.
Το μοναδικό πράγμα που γεννά ένας τέτοιος προσανατολισμός είναι η σύγχυση και οι αυταπάτες για το γεγονός ότι είναι δυνατόν να υπερασπισθεί κανείς το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης με το διάλογο και τη σύναψη συμφωνιών με το Ραχόι και το καθεστώς του ’78 αντί να ενισχυθεί ένας συσχετισμός δύναμης επαρκής στο εσωτερικό και το εξωτερικό της Καταλονίας για να κάνει να θριαμβεύσει αυτό το δικαίωμα. Με την ίδια λογική υποστήριξαν ότι πρέπει ο Πουτζντεμόν να εξαγγείλει νέες εκλογές στη Καταλονία για αποφευχθεί ο 155 αντί να καλέσουν σε κινητοποίηση ενάντια στον 155 στο εσωτερικό και το εξωτερικό της Καταλονίας. Τελικά, αφού κηρύχθηκε η ανεξαρτησία και ψηφίστηκε το άρθρο 155, ο προσανατολισμός του ήταν «καμιά μονομερής δήλωση ανεξαρτησίας (DUI) ή του 155». Μια θέση ίσων αποστάσεων που δεν προετοιμάζει καθόλου για μια σύγκρουση με το Κράτος αλλά το εντελώς αντίθετο. Για μια ακόμη φορά οι Podemos Unidos δεν ενδιαφέρονται παρά μόνο για τα εκλογικά αποτελέσματα και πως να οδηγήσουν τη κινητοποίηση μέσα στα θεσμικά όρια αντί να οξύνουν τις αντιφάσεις της ταξικής πάλης.
Σε ότι αφορά τις ηγεσίες των μεγάλων συνδικάτων, ο ρόλος τους ήταν παρόμοιος. Οι τελευταίες δηλώσεις της Γενικής Γραμματείας της CCOO στη Καταλονία σε σχέση με το 155 συνίστανται στο να καλέσουν τα μέλη τους να υπακούσουν σε αυτό το άρθρο και όχι να κινητοποιηθούν ενάντια.
Όσο για την επαναστατική αριστερά είναι πολύ αδύναμη τόσο μέσα στο Ισπανικό Κράτος όσο και στην Καταλονία. Έχει πολύ μικρή εμφύτευση μέσα στην εργατική τάξη και επομένως λίγες δυνατότητες να καθοδηγήσει έναν προσανατολισμό που θα μπορούσε να αντιπαρατεθεί με αυτούς των άλλων οργανώσεων. Αναγνωρίζοντας αυτή τη πραγματικότητα, είναι σημαντικό να περιοριστούμε σε μερικούς στόχους στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της Καταλονίας. Στη Καταλονία είναι απαραίτητο να υπερασπιστούμε την ανεξαρτησία της τάξης των εργαζομένων απέναντι στη κυβέρνηση. Αυτό σημαίνει να υπερασπιστούμε μια προοπτική ανεξάρτητης πάλης που να επιμένει στην ανάγκη οι εργαζόμενοι να στηριχθούν στις δικές τους μεθόδους πάλης: τη κινητοποίηση και τη δράση δημιουργώντας δομές αυτο-οργάνωσης ξεκινώντας από τις υφιστάμενες δομές (CDRs: επιτροπές υπεράσπισης του δημοψηφίσματος). Πρέπει επίσης να υπερασπίσουμε μια προοπτική που ξεπερνά τη δημοκρατική πάλη, βάζοντας στο τραπέζι, ξεκινώντας από σήμερα τη πάλη, το ζήτημα να γνωρίζουμε ποιο τύπο καταλανικής κοινωνίας θέλουν οι εργαζόμενοι και η νεολαία. Με αυτή την έννοια, πρέπει να υπερασπιστούμε το κάλεσμα για μια γενική απεργία στη Καταλονία.
Εκτός της Καταλονίας πρέπει να αναζητήσουμε την αλληλεγγύη της τάξης μας για τα δημοκρατικά δικαιώματα των Καταλανών. Να δοκιμάσουμε να συσπειρώσουμε γύρω από αυτή τη προοπτική τα πιο συνειδητά στοιχεία από τους αγώνες που έχουν διεξαχθεί από το ξέσπασμα της κρίσης του 2008. Πολυάριθμες συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις έχουν πραγματοποιηθεί σε περιοχές όπως η Μαδρίτη, η Χώρα των Βάσκων ή η Ανδαλουσία. Στις περιοχές αυτές, πρέπει επίσης να υπερασπισθούμε την ταξική ανεξαρτησία απέναντι Πουτζντεμόν σαν κεντρικό στοιχείο για να ενοποιήσουμε τη τάξη μας μέσα σε όλο το Κράτος. Πλατφόρμες όπως οι Πορείες Αξιοπρέπειας προσπάθησαν να εκπληρώσουν αυτό το καθήκον. Σήμερα το αποτέλεσμα αυτού του κινήματος είναι ξεκάθαρο. Ωστόσο, ανάλογα με τη τελική του κατάληξη, το καθεστώς του ’78 και τα θεσμικά του όργανα θα είναι περισσότερο ή λιγότερο εξασθενημένα ή ακόμη και – σήμερα είναι το πιο πιθανό – πολύ πιο ενισχυμένα με ένα Κράτος πιο συγκεντροποιημένο, πιο ισχυρό, πιο αντιδραστικό και πιο έτοιμο νομικά να χρησιμοποιήσει τη δύναμη ενάντια σε όλους τους τύπους των αντιστάσεων στους δρόμους.
Μετάφραση: Νίκος Ταμβακλής
Izquierda Anticapitalista Revolucionaria, «Leçons et perspectives de la lutte pour le droit à l'autodétermination en Catalogne», Anticapitalisme et Revolution, Οκτώβριος 2017