Τετάρτη, 22 Μαρτίου 2017 17:23

Πυρκαγιά στο Τέμενος Βαγιαζήτ στο Διδυμότειχο

Η πυρκαγιά στο Τέμενος Βαγιαζήτ: «Χρήσιμα» και «άχρηστα» ιστορικά μνημεία.

Ο Έλληνας πρωθυπουργός μαζί με την υπουργό πολιτισμού, αλλά και στελέχη της μείζονος αντιπολίτευσης καθώς και την πρόεδρο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Φώφη Γεννηματά, βρίσκονται αυτές τις ώρες στην Ιερουσαλήμ για να πανηγυρίσουν για την αποκατάσταση του Ιερού Κουβουκλίου του Παναγίου Τάφου. Στο πανηγύρι συμμετέχουν καθηγητές πανεπιστημίου, πρόξενοι και υποπρόξενοι και φυσικά πλήθος ηγετών της ελληνορθόδοξης εκκλησίας (μεταξύ των οποίων ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και φυσικά ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Θεόφιλο).

Μ’ αυτό τον τρόπο η ελληνική κυβέρνηση επιχειρεί να δώσει το μήνυμα, ότι το ελληνικό κράτος και η εκκλησία του, είναι οι βασικοί διαχειριστές αυτού του θρησκευτικού μνημείου, το οποίο διεκδικούν και όλα άλλα χριστιανικά δόγματα. Και φυσικά να τονώσει τις εξουσίες της ελλαδικής εκκλησίας επάνω στην ορθόδοξη εκκλησία της Παλαιστίνης, από τις ανώτερες θέσεις της οποίας αποκλείονται συστηματικά οι ιερείς που προέρχονται από την κοινότητα των Παλαιστινίων ορθοδόξων.

Τις ίδιες όμως ώρες που η ελληνική πολιτικο-θρυκευτική ηγεσία γιόρταζε την αποκατάσταση ενός μνημείου στην Ιερουσαλήμ, στο Διδυμότειχο ένα εξαιρετικά σημαντικό ιστορικό/πολιτιστικό μνημείο υπέστη μια ανυπολόγιστη για την ώρα καταστροφή:

Μια πυρκαγιά που εκδηλώθηκε στις 3 περίπου τα ξημερώματα κατέστρεψε ολοσχερώς την ξύλινη οροφή του Τεμένους Βαγιαζήτ στο Διδυμότειχο και μέρος του υπόλοιπου κτιρίου (δεν έχει γίνει ακόμα καταγραφή της πραγματικής έκτασης της καταστροφής).

Σύμφωνα με τις πρώτες αναφορές η πυρκαγιά οφείλεται σε ατύχημα από οξυγονοκόλληση που πραγματοποιούνταν στα πλαίσια των εργασιών συντήρησης του μνημείου.

Αν και δεν έχουν υπάρξει ακόμα επίσημα πορίσματα από την πυροσβεστική, η αναφορά σε ατύχημα λόγω εργασιών αναστήλωσης εγείρει κάποια σοβαρά ζήτημα. Πότε ακριβώς γινόταν οι εργασίες οξυγονοκόλλησης που οδήγησαν σε πυρκαγιά στις 3 τα ξημερώματα; σε τι συνθήκες πραγματοποιούνται οι εργασίες αναστήλωσης; με τι μέτρα ασφαλείας για τους εργαζόμενους και για το μνημείο;

Ταυτόχρονα όμως αυτή η καταστροφή αναδεικνύει και την αδιαφορία του ελληνικού κράτους για τα ιστορικά μνημεία και, κυρίως για τα ιστορικά μνημεία της οθωμανικής περιόδου. Η αναστήλωση μέρους μόνο των οθωμανικών μνημείων που βρίσκονται στην Ελλάδα έχει ξεκινήσει πολύ αργά, στα τέλη της δεκαετίας του ‘90, όταν τα περισσότερα από αυτά είχαν υποστεί ανεπανόρθωτες βλάβες ή είχαν καταστραφεί ολοσχερώς. Η απόφαση για την αποκατάσταση του Τεμένους Βαγιαζήτ του Διδυμοτείχου πάρθηκε μόλις το 2010, ενώ οι σχετικές εργασίες ξεκίνησαν πολύ αργότερα και προχώρησαν με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς, αν και πρόκειται για το μεγαλύτερο οθωμανικό θρησκευτικό μνημείο στην Ευρώπη.

Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων εξέδωσε ανακοίνωση η οποία αναφέρει:

«Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων εκφράζει τη βαθύτατη θλίψη του για την καταστροφή από πυρκαγιά του μοναδικού τεμένους Βαγιαζήτ στο Διδυμότειχο, του σημαντικότερου ισλαμικού μνημείου της Ευρώπης που αποπερατώθηκε επί του σουλτάνου Μεχμέτ Α’ (1413-1421) και εγκαινιάστηκε το 1420.

Ζητάμε την άμεση αποκατάσταση της ζημιάς που προκλήθηκε από την πυρκαγιά στο μνημείο και αναμένουμε τα αποτελέσματα της έρευνας των αρμόδιων αρχών για τα αίτια της πυρκαγιάς και την απόδοση των σχετικών ευθυνών.»

Προφανώς για το ελληνικό κράτος τα χριστιανικά μνημεία (ακόμα κι αυτά που βρίσκονται σε μια άλλη χώρα) «αξίζουν» μεγαλύτερης φροντίδας από τα μουσουλμανικά μνημεία που βρίσκονται στην Ελλάδα. Όμως αλήθεια, ποιες θα ήταν οι αντιδράσεις στην Ελλάδα, εάν υφίστατο καταστροφές από ατύχημα ένα οποιοδήποτε χριστιανικό μνημείο στην Ισταμπούλ (για παράδειγμα ο ναός της Αγίας Ειρήνης);

Η ιστορία του Τεμένους Βαγιαζήτ

Το τέμενος ξεκίνησε να χτίζεται το 1389 από τον σουλτάνο Βαγιαζίτ Α΄, τον επονομαζόμενο Γιλντιρίμ (1389 - 1402). Το Διδυμότειχο βρίκσεται λίγα μόλις χιλιόμετρα δίπλα από την Ανδιανούπολη (Εντιρνέ), πρωτεύουσα τότε της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ως εκ τούτου, το τέμενος σχεδιαζόταν να αποτελέσει ένα μεγαλοπρεπές θρησκευτικό οικοδόμημα μιας αυτοκρατορίας, η οποία εκτεινόταν στη μισή Ανατολία και στη μισή Βαλκανική. Όμως το 1400 περίπου, ο Βαγιαζήτ Α΄ ήρθε αντιμέτωπος με τον Ταμερλάνο (Τιμούρ Λενγκ), τον αυτοκράτορα τον Μογγόλων, ο οποίος επιτέθηκε στα μικρασιατικά εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και το 1402 ξεκίνησε την πολιορκία της Άγκυρας. Ο Βαγιαζήτ συγκέντρωσε στρατό και, με τον ίδιο επικεφαλής, συγκρούστηκε με τον στρατό του Ταμερλάνου στην μάχη της Άγκυρας, την ίδια χρονιά. Στη μάχη αυτή, ο στρατός του Βαγιαζήτ συνετρίβη και ο ίδιος ο σουλτάνος αιχμαλωτίστηκε από τους Μογγόλους και θανατώθηκε (ή αυτοκτόνησε) ένα χρόνο αργότερα.

Ο Βαγιαζήτ Α΄ είχε προσπαθήσει κατά τη διάρκεια της βασιλείας του να αναγκάσει με σκληρό τρόπο τους τοπικούς ηγεμόνες και άρχοντες (εμίρηδες και γαζήδες) να αναγνωρίσουν την απόλυτη εξουσία του και γι’ αυτό, στην κρίσιμη φάση, οι δυσαρεστημένοι Οθωμανοί αξιωματούχοι και τα στρατεύματά τους του τον εγκατέλειψαν. Του έμειναν πιστά μόνο τα χριστιανικά στρατεύματά του, πιθανόν επειδή ο Βαγιαζίτ είχε προσπαθήσει να ενσωματώσει στο αυτοκρατορικό σύστημα τις τοπικές χριστιανικές αριστοκρατίες προωθώντας ένα θρησκευτικό σύστημα στο οποίο θα μπορούσαν να συνυπάρξουν στοιχεία των τριών θρησκειών (του ισλάμ, του ιουδαϊσμού και του χριστιανισμού). Ο θρησκευτικός του συγκριτισμός αντανακλάται και στα ονόματα που έδωσε στους γιους του: Σουλεϊμάν και Μουσά (τα εβραϊκά Σολομών και Μωυσής), Ισά (δηλ. Ιησούς στα τουρκικά) και Μεχμέτ (το όνομα του Προφήτη Μοχάμεντ στα τουρκικά).

Ο Ταμερλάνος, μετά τη νίκη του ξανάδωσε στους τοπικούς Οθωμανούς ηγεμόνες τις εξουσίες που τους είχε αφαιρέσει ο Βαγιαζήτ και δεν συνέχισε την εκστρατεία του εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία, τυπικά, περιήλθε υπό την εξουσία του. Ο Ταμερλάνος διόρισε μάλιστα τον ένα γιο του Βαγιαζήτ, τον Ισά, εμίρη της Προύσας και έναν άλλο, τον Μεχμέτ, εμίρη της Μαγνησίας (Μανίσα).

Όμως η πολιτική και κοινωνική τάξη της Αυτοκρατορίας είχε διασαλευτεί. Ακολούθησε μια ταραγμένη περίοδος, κατά την οποία, όπως ήταν φυσικό, οι εργασίες ανέγερσης του τεμένους στο Διδυμότειχο σταμάτησαν.

Από το 1402 μέχρι και το 1413 οι τέσσερις γιοι του Βαγιαζήτ επιδόθηκαν σε έναν εμφύλιο πόλεμο μεταξύ τους, προσπαθώντας ο καθένας τους να γίνει ο απόλυτος ηγεμόνας της αυτοκρατορίας. Από αυτή τη σύγκρουση νικητής βγήκε τελικά ο Μεχμέτ (Μεχμέτ Α΄) ενώ οι άλλοι τρεις αδερφοί του εξοντώθηκαν.

Ο ένας απ’ αυτούς, ο Μουσά, ο οποίος κατάφερε για ένα χρονικό διάστημα να γίνει κυρίαρχος του ευρωπαϊκού τμήματος της Αυτοκρατορίας (πριν νικηθεί από τον αδερφό του Μεχμέτ το 1413 και σκοτωθεί), συνδέθηκε με τον σεΐχη Μπεντρεντίν, έναν θρησκευτικό αξιωματούχο ο οποίος αναδείχθηκε σε ηγέτη ενός κινήματος, που απείλησε την κυριαρχία του Μεχμέτ Α΄.

Στα Βαλκάνια και στην Ανατολία υπήρχαν αυτή την περίοδο, εκτός από τις τρεις θρησκείες (ισλάμ, ιουδαϊσμό και χριστιανισμό), ένα πλήθος δογμάτων και αιρέσεων που συχνά συνδύαζαν στοιχεία και των τριών θρησκειών. Αυτές οι «αιρέσεις» είχαν ιδιαίτερη διάδοση μεταξύ των φτωχών λαϊκών μαζών που αποστρέφονταν τα αυστηρά δόγματα και οι οποίες ήταν αυτές που υπέφεραν κυρίως από τους εμφύλιους πολέμους μεταξύ των διαδόχων του Βαγιαζήτ. Μετά τη νίκη του Μεχμέτ Α΄ το 1413, το κίνημα του σεΐχη Μπεντρεντίν εξαπλώθηκε στα Βαλκάνια, την Ανατολία και τα νησιά του Αιγαίου πελάγους και συμμετείχαν σ’ αυτό μουσουλμανικοί, χριστιανικοί και εβραϊκοί πληθυσμοί. Ο σεΐχης Μπεντρεντίν (η μητέρα του οποίου καταγόταν απ’ το Διδυμότειχο) είχε προσελκύσει αυτούς τους ανθρώπους διδάσκοντας ένα θρησκευτικό-φιλοσοφικό σύστημα, το οποίο επέβαλε τον σεβασμό όλων των θρησκευτικών πίστεων, την σχετικοποίηση των θρησκευτικών διαφορών, καθώς και αρχές οι οποίες αναφέρονταν σε μια μορφή κοινοκτημοσύνης και ισότητας. Σύμφωνα με τους Βυζαντινούς και Οθωμανούς επικριτές του, ο σεΐχης Μπεντρεντίν δεν πίστευε στη «Μέλλουσα Κρίση», στην Κόλαση και τον Παράδεισο. Στις θρησκευτικές τελετές των πιστών του συμμετείχαν ιερείς όλων των θρησκειών.

Ο Μεχμέτ Α΄ εξαπέλυσε μια τεράστια εκστρατεία εναντίον του κινήματος του σεΐχη Μπεντρεντίν, το οποίο ηττήθηκε ύστερα από σκληρές μάχες. Οι οπαδοί του εξοντώθηκαν συστηματικά και βάναυσα. Ο ίδιος ο σεΐχης Μπεντρεντίν συνελήφθη στις Σέρρες και απαγχονίστηκε το 1420. (Όταν οι Μουσουλμάνοι των Σερρών αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον τόπο τους μετά το 1923 -κατά την εθνοκάθαρση που επιβλήθηκε στους μουσουλμανικούς και χριστιανικούς πληθυσμούς με τη Συμφωνία της Λοζάνης- ξέθαψαν τα οστά του σεΐχη Μπεντρεντίν και τα μετέφεραν στην Ισταμπούλ).

Το 1420, τη χρονιά της εκτέλεσης του σεΐχη Μπεντρεντίν, αποπερατώθηκε και η ανέγερση του τεμένους του Βαγιαζήτ, από τον διάδοχό του πια, τον Μεχμέτ Α΄. Στην ιστορία του Τεμένους συμπυκνώνονται λοιπόν η ιστορία των απαρχών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η ιστορία των πολέμων των διαδόχων του Βαγιαζήτ, αλλά και η ιστορία ενός κινήματος των καταπιεσμένων της εποχής και της συντριβής του.

Το μνημείο

Εξίσου σημαντικό είναι το Τέμενος Βαγιαζήτ και από αρχιτεκτονική άποψη. Στην ιστοσελίδα του Δήμου Διδυμοτείχου αναφέρεται:

«Σύμφωνα με την παράδοση το τέμενος αρχίζει να κτίζεται στα τέλη του 14ου αιώνα από το σουλτάνο Βαγιαζήτ Α΄ τον Γιλντιρίμ (Κεραυνό), για το λόγο αυτό ονομάζεται τόσο από τους ντόπιους όσο και τους Οθωμανούς περιηγητές Μπαγιαζήτ Τζαμισί. Το άλλο του όνομα είναι Μπουγιούκ (Μεγάλο) ή Ουλού Τζαμί.

Τα θεμέλια του Τεμένους προβάλλουν σε κάποια σημεία έξω από το κτίριο, προκαλώντας τη δημιουργία εικασιών περί προγενέστερου κτίσματος στους ντόπιους λογίους. Μία τέτοια εικασία είναι ευλογοφανής, καθώς οι καθαγιασμένοι χώροι είχαν συνεχή χρήση, που περνούσε από τη μία θρησκεία στην άλλη.

Η δενδροχρονολόγηση ξυλείας με δείγματα από το ανώτερο τμήμα της κατασκευής δίνει έτος 1418, ενώ η μεγάλη επιγραφή επάνω από την κύρια είσοδο αναφέρει ότι η κατασκευή του ευλογημένου βελτιωμένου τιμημένου τεμένους διατάχθηκε από τον υπέρτατο σουλτάνο... Μεχμέντ (το Μωάμεθ Α΄) και διακηρύχθηκε το Μάρτιο του 1420. Δεύτερη επιγραφή επάνω από την πλάγια είσοδο δίνει το έτος 1421 και τα ονόματα δύο χορηγών του κτιρίου, του αρχιτέκτονα ο οποίος ολοκλήρωσε το έργο, του Awwad Ibn Bayazid και του αρχιτέκτονα Haci Ivaz Pasa ο οποίος είναι γνωστός από την ανέγερση κτιρίων, όπως το Πράσινο Τέμενος στην Προύσα.

Το κτίσμα είναι σχεδόν τετράγωνο σε κάτοψη, με μέσες εξωτερικές διαστάσεις 32,40μ x 30,20μ. Το εξωτερικό εμβαδόν του είναι σχεδόν ένα στρέμμα. Έχει τρεις θύρες, από τις οποίες η κεντρική προβάλλεται με θαυμάσια αραβουργήματα και αρχαΐζοντα ζιγκ-ζαγκ μοτίβα ενώ οι δύο εκατέρωθεν θύρες έχουν φραχθεί, από ό,τι φαίνεται σε πρώιμη φάση.

Το εσωτερικό του τεμένους παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Τον κεντρικό χώρο καλύπτει θαυμάσιος διακοσμητικός θόλος, ο οποίος αποτελείται από μικρές σανίδες, κατάλληλα συναρμοσμένες μεταξύ τους και αναρτάται από τον ξύλινο σκελετό της στέγης, καταλήγοντας σε τέσσερις πεσσούς μέσω ισάριθμων διακοσμητικών, ξύλινων τριγώνων.

Στο βόρειο τοίχο μέχρι πριν από λίγα χρόνια μπορούσε ο επισκέπτης να αντικρίσει μία μοναδική στην ισλαμική τέχνη παράσταση προσευχόμενης γυναίκας, η οποία δυστυχώς καταστράφηκε ολοσχερώς από την υγρασία. Μία άλλη, επίσης μοναδική τοιχογραφία, σώζεται ακόμη στον νότιο τοίχο, επάνω από το ιερό. Πρόκειται για παράσταση της ουράνιας πόλης, η οποία επαναλαμβάνει το θέμα του περίφημου ψηφιδωτού του Τεμένους Ομάρ στη Δαμασκό. Η παράσταση του Διδυμοτείχου εντυπωσιάζει με την κομψότητα, την ακρίβεια και τη λεπτομέρεια απόδοσης των οικοδομημάτων, όπως και το χρησιμοποιούμενο χρωματικό φάσμα, σε μία άμεση συνέχεια της υστεροβυζαντινής ζωγραφικής.

Εκτός αυτών, οι τοίχοι είναι διακοσμημένοι με ρητά και γνωμικά από το Κοράνι, σύντομες προσευχές και επικλήσεις ιερών προσώπων, δοσμένα με παχιά καλλιγραφικά γράμματα σε ασυνήθιστη διάταξη. Μία από τις προσευχές, γραμμένη σε σχήμα αστραπής, θεωρούνταν από τους μωαμεθανούς ως αποτρεπτική πτώσης κεραυνού.

Από τον εξοπλισμό του εσωτερικού σώζονται ακόμη ο θρόνος δίπλα στο ιερό, ενώ στο βόρειο τμήμα υπάρχει εξέδρα. Το δάπεδο απαρτίζεται από καλά συναρμοσμένες πλινθόπλακες, ενώ παλαιά καλυπτόταν από βαρύτιμους και πολύχρωμους τάπητες.

Ενσωματωμένος στο περίγραμμα του κτιρίου, αλλά με δική του εξωτερική είσοδο, ο κομψός και πανύψηλος μιναρές είχε αρχικά έναν εξώστη. Όταν οι Τούρκοι ανακατέλαβαν το Διδυμότειχο από τους Βούλγαρους στα 1913, ξανάκτισαν το ανώτερο τμήμα του μιναρέ και πρόσθεσαν δεύτερον εξώστη ψηλότερα. Ο αυλόγυρος πάλι οριοθετούνταν με μαρμάρινες πλάκες εκατέρωθεν της εισόδου με κομψοτεχνήματα αρίστης μαρμαρογλυπτικής τέχνης.

Στα 1912 οι Βούλγαροι μετέτρεψαν το Τέμενος σε ναό, αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο. Κατά το μεσοπόλεμο το κτίριο πωλήθηκε από τη μουσουλμανική κοινότητα σε ιδιώτη.

Σήμερα αποτελεί μνημείο Πολιτισμού, το οποίο προστατεύεται από το ελληνικό κράτος.»

Χθες το βράδυ φάνηκε ποια ήταν η «προστασία» του ελληνικού κράτους.

Φωτογραφίες του τεμένους Βαγιαζήτ

2 Το Τέμενος Βαγιαζήτ στο Διδυμότειχο

Το Τέμενος Βαγιαζήτ στο Διδυμότειχο

3 Ο εσωτερικός ξύλινος θόλος. Δυστυχώς καταστράφηκε

Ο εσωτερικός ξύλινος θόλος. Δυστυχώς καταστράφηκε

4 Η ΝΑ πλευρά του τεμένους και ο μιναρές ύψους 22 μέτρων

Η ΝΑ πλευρά του τεμένους και ο μιναρές ύψους 22 μέτρων

5 Η είσοδος του Τεμένους

Η είσοδος του Τεμένους

6 Διακόσμηση με αποσπάσματα του Κορανίου

Διακόσμηση με αποσπάσματα του Κορανίου

7 Παλιά φωτογραφία. Σώζεται ακόμα η οροφή του μιναρέ

Παλιά φωτογραφία. Σώζεται ακόμα η οροφή του μιναρέ

Τελευταία τροποποίηση στις Τρίτη, 18 Φεβρουαρίου 2020 18:01

Προσθήκη σχολίου

Το e la libertà.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια με υβριστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό φασιστικό περιεχόμενο ή σχόλια μη σχετικά με το κείμενο.