Πέμπτη, 29 Αυγούστου 2024 16:58

Η πολιτική των ΗΠΑ σήμερα

 

 

Ashley Smith

 

Η πολιτική των ΗΠΑ σήμερα

Χάος, συγκρούσεις και μια υφέρπουσα συνταγματική κρίση

 

 

Το μεγαλύτερο κακό είναι προφανώς ο Τραμπ και το ακροδεξιό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Αυτός, όχι η Χάρις, απειλεί με την απέλαση 13 εκατομμυρίων ανθρώπων και την ποινικοποίηση των ομοφυλόφιλων. Η Χάρις και το Δημοκρατικό Κόμμα είναι μικρότερα κακά σε σύγκριση με αυτό. Αλλά αυτό δεν τους απαλλάσσει από το να είναι κακοί.

 

 

Η αστική εκλογική πολιτική στις ΗΠΑ έχει εισέλθει σε μια εποχή πρωτοφανούς αστάθειας, η οποία καταδεικνύεται από τρία χαρακτηριστικά γεγονότα. Πρώτον, το καταστροφικό ντιμπέιτ του προέδρου Τζο Μπάιντεν και η επακόλουθη κατάρρευση στις δημοσκοπήσεις φάνηκε να καταδικάζει τους Δημοκρατικούς σε βέβαιη ήττα. Στη συνέχεια, η παρ’ ολίγον δολοφονία του Ντόναλντ Τραμπ και η, σύμφωνα με τον ίδιο, θεία σωτηρία του, ακολουθούμενη από το θριαμβευτικό Εθνικό Συνέδριο των Ρεπουμπλικανών, φάνηκε να εδραιώνει την κατοχύρωσή του στην προεδρία και ίσως την κατάκτηση και των δύο σωμάτων του Κογκρέσου από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα.

Τελικά, σε μια απελπισμένη κίνηση για να σώσουν την εκλογική τους μοίρα, οι καπιταλιστές δωρητές των Δημοκρατικών και οι γραφειοκράτες του κόμματος παρενέβησαν για να εκθρονίσουν τον Μπάιντεν και να στέψουν ως νέα υποψήφια την αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις. Τώρα οι εκλογές μοιάζουν να είναι αμφίρροπες, με την έκβαση των οποίων να είναι, αυτή τη στιγμή, απρόβλεπτη. Θα επηρεαστεί από κάθε είδους εκπλήξεις, εγχώριες και διεθνείς, μέχρι τον Νοέμβριο. Όποιο κόμμα και αν κερδίσει, οι ΗΠΑ θα έχουν μια διαιρεμένη κυβέρνηση, παραλυμένη και ανίκανη να εφαρμόσει το πλήρες πρόγραμμα του νικητή, και αντιμέτωπη με μια αδιάλλακτη πολιτική αντιπολίτευση που θα επιταχύνει την ήδη υφέρπουσα συνταγματική κρίση.

 

Παγκόσμια πολιτική αστάθεια

Η εκλογική αστάθεια στις ΗΠΑ είναι, στην πραγματικότητα, ο κανόνας σε ολόκληρο τον κόσμο. Υπάρχουν λίγα σταθερά δημοκρατικά ή αυταρχικά καθεστώτα οπουδήποτε. Γιατί; Επειδή οι πολλαπλές κρίσεις του παγκόσμιου καπιταλισμού[1] υπονομεύουν τη λαϊκή υποστήριξη των κρατών σχεδόν ανεξαιρέτως.

Αρκεί να δούμε τους αρχηγούς κυβερνήσεων που συναντήθηκαν στην πιο πρόσφατη σύνοδο κορυφής της G7. Όλοι τους, από τον Μπάιντεν μέχρι τον Εμανουέλ Μακρόν και τον πρόσφατα ανατραπέντα Ρίσι Σούνακ, είχαν ρεκόρ χαμηλών ποσοστών αποδοχής[2]. Το ίδιο ισχύει και για τις καπιταλιστικές απολυταρχίες, από τη Ρωσία, όπου ο Βλαντιμίρ Πούτιν αντιμετώπισε ένα πραξικόπημα πέρυσι, μέχρι την Κίνα, ο πληθυσμός της οποίας μόλις πριν από δύο χρόνια διοργάνωσε μαζικές διαδηλώσεις και απεργίες ενάντια στη δρακόντεια πολιτική μηδενικού Covid του Σι Τζινπίνγκ, με λοκιντάουν στα σπίτια και στους χώρους εργασίας.

Οι κρίσεις του καπιταλισμού υπονομεύουν έτσι το καπιταλιστικό κατεστημένο, οδηγούν την πολιτική πόλωση προς τα δεξιά και τα αριστερά και εντείνουν τις εξωτερικές συγκρούσεις μεταξύ κρατών σε κάθε επίπεδο της ιμπεριαλιστικής ιεραρχίας[3]. Οι αντιπαλότητες μεταξύ καθιερωμένων και ανερχόμενων δυνάμεων, με πιο προφανείς τις ΗΠΑ και την Κίνα, αυξάνονται, το ίδιο και οι συγκρούσεις μεταξύ αυτών και περιφερειακών δυνάμεων, και οι συγκρούσεις αυτές συχνά αφορούν τον έλεγχο καταπιεσμένων εθνών όπως η Παλαιστίνη, η Ουκρανία και η Ταϊβάν.

Στο εσωτερικό των εθνικών κρατών, τα κόμματα και τα καθεστώτα του κατεστημένου δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τη δυσφορία των τάξεων που βρίσκονται από κάτω τους. Αυτό έχει ανοίξει την πόρτα στους αντιπάλους τους, συνηθέστερα την ακροδεξιά και τα κόμματά της. Αλλά αν και όταν αυτές οι δυνάμεις έρθουν στην εξουσία, δεν έχουν καταφέρει να επιβάλουν σταθερά καθεστώτα, επειδή δεν μπορούν να λύσουν ούτε τις κρίσεις του καπιταλισμού ούτε την αυξανόμενη ανισότητα. Οι πολιτικές τους, στην πραγματικότητα, τις επιδεινώνουν.

Στις σπάνιες περιπτώσεις όπου αριστερά και μεταρρυθμιστικά κόμματα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, κατάφεραν να κερδίσουν την κυβερνητική εξουσία, βρέθηκαν και αυτά περιορισμένα από το καπιταλιστικό κράτος και την οικονομία, ανίκανα να αποδώσουν και εξαναγκασμένα σε συμβιβασμούς. Η απογοήτευση από την κυβέρνησή τους, με τη σειρά της, έχει στη συνέχεια ανοίξει εκ νέου την πόρτα στο καπιταλιστικό κατεστημένο και την ακροδεξιά να ανακτήσουν την εξουσία.

Η αποτυχία των κυβερνήσεων να δώσουν οποιαδήποτε λύση προκάλεσε εξεγέρσεις από τα κάτω τόσο από την εργατική τάξη και τους καταπιεσμένους όσο και από τους τρελαμένους μικροαστούς. Αλλά η επαναστατική Αριστερά είναι σε αυτό το σημείο πολύ μικρή και δεν έχει εδραιωθεί αρκετά ώστε να μπορέσει να ενεργοποιήσει τους μαζικούς αγώνες για μεταρρυθμίσεις και αμφισβήτηση του συστήματος, επιτρέποντας στο κατεστημένο και τη Δεξιά να προσεταιρίζονται και να κατευθύνουν τα κινήματα στα εκλογικά τους σχέδια ή απλά να τα καταστέλλουν με τη μεγαλύτερη δυνατή βιαιότητα.

 

Μια σοσιαλιστική προσέγγιση της εκλογικής πολιτικής

Σε αυτή την εποχή της πολιτικής αστάθειας, οι σοσιαλιστές πρέπει να αναπτύξουν μια στρατηγική προσέγγιση για τις εκλογές. Δεν είμαστε αναρχικοί, δεν απορρίπτουμε τις εκλογές ως άσχετες με την ταξική πάλη. Η εκλογική πολιτική είναι ένα από τα πεδία μάχης της ταξικής πάλης.

Πρέπει να αμφισβητήσουμε τους κυβερνώντες σε όλα τα μέτωπα του συστήματος, από το οικονομικό μέχρι το κοινωνικό, το ιδεολογικό και το πολιτικό. Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ή να απέχουμε από τη μάχη σε κανένα από αυτά τα μέτωπα. Αν αφήσουμε την εκλογική πολιτική μόνο στις καπιταλιστικές και ακροδεξιές δυνάμεις, τότε το μόνο που καταφέρνουμε είναι να τους δοθεί η δυνατότητα να έχουν μεγαλύτερη επιρροή στην πολιτική, την ιδεολογία και τις οργανωτικές προτεραιότητες μεταξύ των εργαζομένων και των καταπιεσμένων ομάδων. Αγνοούμε τις εκλογές με δική μας ευθύνη.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Ένγκελς υποστήριξε ότι οι εργαζόμενοι παντού πρέπει να σχηματίσουν ένα δικό τους πολιτικό κόμμα για να ηγηθούν του αγώνα σε όλα τα μέτωπα του ταξικού πολέμου, συμπεριλαμβανομένης της αμφισβήτησης των κυβερνητικών κομμάτων, στις εκλογές. Οι εκλογές είναι ένα μέσο για να κερδίσουμε την πολιτική, ιδεολογική και οργανωτική ανεξαρτησία της τάξης μας από τους κυβερνώντες μας και ένας τρόπος, αν χρησιμοποιηθεί σωστά, να προωθήσουμε την κινητοποίηση από τα κάτω για τον αγώνα για ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις στο δρόμο για τον επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

Στις ΗΠΑ έχουμε ένα ιδιαίτερο πολιτικό σύστημα. Σε αντίθεση με τις περισσότερες χώρες, δεν έχουμε σοσιαλδημοκρατικό ή εργατικό κόμμα, αλλά δύο κόμματα της καπιταλιστικής τάξης, τους Δημοκρατικούς και τους Ρεπουμπλικάνους. Και τα δύο χρηματοδοτούνται και ελέγχονται από την καπιταλιστική τάξη και χρησιμοποιούνται για να προωθήσουν τα συμφέροντά της, όχι τα δικά μας.

Ωστόσο, τα κόμματα δεν είναι τα ίδια, και από τη δεκαετία του 1930 λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο. Οι Ρεπουμπλικάνοι ήταν το κύριο κόμμα του κεφαλαίου – η ομάδα Α. Οι Δημοκρατικοί ήταν η ομάδα Β, η οποία βγήκε από τον πάγκο όταν η ομάδα Α απέτυχε, για να υποσχεθεί φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις για να διατηρήσει το σύστημα και να αποτρέψει τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου κόμματος των εργαζομένων και των καταπιεσμένων. Υπάρχουν για να συνδιαλέγονται με την Αριστερά και να ουδετεροποιούν την ταξική και κοινωνική πάλη.

 

Ο μετασχηματισμός του δικομματικού συστήματος της Ουάσιγκτον

Μέχρι τη Μεγάλη Ύφεση, τα δύο κόμματα μοιράζονταν την ίδια προσήλωση στον νεοφιλελευθερισμό στο εσωτερικό και την αυτοκρατορική ηγεμονία στο εξωτερικό, και οι διαφορές μεταξύ τους ήταν βαθμού και όχι είδους. Αλλά στη σημερινή εποχή της κρίσης, αυτό το πολιτικό σκηνικό έχει αλλάξει ριζικά.

Ο Τραμπ, ένας λούμπεν καπιταλιστής[4] παρείσακτος προς τα δύο κόμματα, έχει μετατρέψει το Κόμμα των Ρεπουμπλικανών σε ένα ακροδεξιό κόμμα παρόμοιο με εκείνο του Εθνικού Συναγερμού της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία. Έχει βρει μια εκλογική βάση μεταξύ των ιδιοκτητών μικρών επιχειρήσεων και των ανοργάνωτων, εξαθλιωμένων, αλλοτριωμένων τμημάτων της εργατικής τάξης, ιδίως αλλά όχι αποκλειστικά των λευκών εργαζομένων που έχουν χτυπηθεί από την αποβιομηχάνιση και τον νεοφιλελευθερισμό.

Το σημερινό Τραμπικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα υποστηρίζει αυταρχικές εθνικιστικές λύσεις για τις πραγματικές κρίσεις του καπιταλισμού. Το πρόγραμμά τους ενσωματώνεται στο Σχέδιο 2025. Αν και το αποκηρύσσει ο Τραμπ, το έχει σχεδιάσει μια ομάδα δικών του διανοουμένων[5] και ο υποψήφιος αντιπρόεδρός του, ο αποκρουστικός «shillbilly» Τζ. Ντ. Βανς, έγραψε τον πρόλογο του νέου βιβλίου του Κέβιν Ρόμπερτς[6] από το Heritage Foundation, το οποίο του το ανέθεσε. Και οι περισσότερες από τις ιδέες του Προγράμματος κατέληξαν ως επιγραμματικές θέσεις στην πλατφόρμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος[7], τονισμένες σε κλασικό στυλ Τραμπ με έντονες επικεφαλίδες και κεφαλαία γράμματα.

Το Σχέδιο 2025 υποστηρίζει μια εθνικιστική εξωτερική πολιτική με προτεραιότητα την Αμερική, η οποία αντιτίθεται στις πολυμερείς συμμαχίες της Ουάσινγκτον, όπως το ΝΑΤΟ, μαζικές αυξήσεις των προστατευτικών δασμών, ριζική απορρύθμιση και φοροελαφρύνσεις για τους πλούσιους, τη διάλυση του λεγόμενου διοικητικού κράτους και την κήρυξη ενός πολιτισμικού πολέμου κατά των καταπιεσμένων ομάδων, ιδίως των έγχρωμων, των γυναικών, των ομοφυλόφιλων και των μεταναστών. Αντικατοπτρίζει τα συμφέροντα ενός στενού κύκλου μεσαίων επιχειρηματιών στον τομέα της τεχνολογίας, ιδίως στον τομέα του Crypto και της Τεχνητής Νοημοσύνης, των εταιρειών με εθνικό προσανατολισμό, και τον αγανακτισμένο φανατισμό των ιδιοκτητών μικρών επιχειρήσεων και των επαγγελματιών με καθοδική κινητικότητα.

Υπό τον Μπάιντεν, το Δημοκρατικό Κόμμα αντικατέστησε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα ως το κύριο κόμμα του κεφαλαίου. Διαθέτει το μεγαλύτερο μέρος της καπιταλιστικής υποστήριξης και έχει διαμορφώσει μια εκλογική βάση στα ανώτερα τμήματα της επαγγελματικής μεσαίας τάξης και σε μεγάλο μέρος της συνδικαλισμένης εργατικής τάξης.

Ο Μπάιντεν ανέπτυξε μια στρατηγική ιμπεριαλιστικού κεϋνσιανισμού[8] για να επιτύχει διάφορους αλληλένδετους στόχους. Επιδίωξε να ανασυγκροτήσει τις συμμαχίες των ΗΠΑ ενάντια στην Κίνα και τη Ρωσία, να εφαρμόσει μια βιομηχανική πολιτική για την ανοικοδόμηση της αμερικανικής παραγωγής (ειδικά στην υψηλή τεχνολογία για να ανταγωνιστεί την Κίνα) και να προσφέρει ένα πρόγραμμα φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων για να αποκαταστήσει την καπιταλιστική ηγεμονία πάνω στις λαϊκές τάξεις, να αποκρούσει την πρόκληση από το ακροδεξιό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και να προσεταιριστεί και να ουδετεροποιήσει σοσιαλδημοκράτες όπως ο Μπέρνι Σάντερς και η Αλεξάντρια Οκάσιο Κορτέζ μέσα στο Δημοκρατικό Κόμμα.

Ωστόσο, το πρόγραμμα του Μπάιντεν αποδείχθηκε εντελώς ανεπαρκές για να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη δυσαρέσκεια των εργαζόμενων τάξεων και των καταπιεσμένων, οι οποίοι έχουν πληγεί από τον πληθωρισμό[9]. Δεν κατάφερε επίσης να ξεπεράσει τις μεταδιδόμενες κρίσεις του συστήματος, ιδίως την κλιματική αλλαγή, η οποία προκαλεί τη μία καταστροφή μετά την άλλη με ανυπόφορα κύματα καύσωνα, πλημμύρες, πυρκαγιές και καταιγίδες να προκαλούν καταστροφές από την Καλιφόρνια μέχρι το Βερμόντ.

Ακόμα χειρότερα, το σχέδιό του για την επαναβεβαίωση της αυτοκρατορικής ηγεμονίας των ΗΠΑ, ιδίως με την υποστήριξη του Ισραήλ στον γενοκτονικό πόλεμό του κατά της Παλαιστίνης, έχει οδηγήσει τους Παλαιστίνιους, τους Άραβες, τους μουσουλμάνους, τους μαύρους και την πολυφυλετική νεολαία να αντιταχθούν στην κυβέρνησή του. Όλοι αυτοί τον βλέπουν όχι ως κάποιον φιλελεύθερο, ή όπως επιμένει ο Σάντερς να τον αποκαλεί «τον πιο προοδευτικό πρόεδρο μετά τον Ρούσβελτ», αλλά ως έναν εγκληματία πολέμου που δικαίως αξίζει το προσωνύμιο «Γενοκτόνος Τζο».

Η ανυποχώρητη υποστήριξη του Μπάιντεν προς το Ισραήλ σε συνδυασμό με το μαζικό κίνημα αλληλεγγύης προς την Παλαιστίνη υπονόμευσε την ιδιοτελή προπαγάνδα του ότι η Ουάσινγκτον είναι προστάτης της λεγόμενης διεθνούς τάξης που βασίζεται σε κανόνες. Καταδίκασε επίσης τις πιθανότητες επανεκλογής του, καθώς εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι στις πολιτείες που έδιναν μάχη προσχώρησαν στο «Κίνημα των Αδέσμευτων» στις προκριματικές εκλογές του Δημοκρατικού Κόμματος, συμπεριλαμβανομένης της κρίσιμης πολιτείας του Μίσιγκαν.

Οι πολιτικές του, η διανοητική του ανικανότητα που αποδείχθηκε στο καταστροφικό ντιμπέιτ με τον Τραμπ, και τα εγκλήματα πολέμου που διέπραξε έριξαν τα ποσοστά αποδοχής του και κατέθλιψαν, αποξένωσαν και εξόργισαν την ίδια την εκλογική βάση που χρειαζόταν για την επανεκλογή του. Αυτό επέτρεψε στον Τραμπ, τον άλλο υποψήφιο που περιφρονήθηκε ευρύτατα[10], να διευρύνει το προβάδισμά του έναντι του Μπάιντεν και φαινόταν ότι θα κέρδιζε τις προεδρικές εκλογές και μάλιστα θα οδηγούσε τους Ρεπουμπλικανούς ξανά στον έλεγχο και των δύο σωμάτων του Κογκρέσου.

 

Η Χάρις και η ανάσταση του κατεστημένου του Δημοκρατικού Κόμματος

Η στέψη της Χάρις από τους Δημοκρατικούς μεταμόρφωσε τις εκλογές σχεδόν εν μία νυκτί. Αντικατέστησαν έναν παραπαίοντα υποψήφιο με μία ικανή υποψήφια και την προωθούν ως Μαύρη, Γυναίκα της Νότιας Ασίας για να επαναδραστηριοποιήσουν τους καπιταλιστές χορηγούς, τους ακτιβιστές του κόμματος και την μέχρι πρότινος αποθαρρυμένη εκλογική βάση.

Υπάρχει πραγματικός ενθουσιασμός γι’ αυτήν και η αίσθηση ότι μπορεί τώρα να κερδίσει. Η δημοτικότητά της είναι ένας απόηχος της απήχησης που αξιοποίησε ο Ομπάμα για να γίνει ο πρώτος μαύρος πρόεδρος της χώρας. Οι καπιταλιστές και οι μικροί δωρητές άνοιξαν ξανά τις στρόφιγγες των εισφορών τους, διοχετεύοντας 310 εκατομμύρια δολάρια στην εκστρατεία της Χάρις τον Ιούλιο[11]. Έχει δεχθεί μαζικά τηλεφωνήματα από ακτιβιστές του κόμματος και έχει διοργανώσει συγκεντρώσεις με μεγάλα θορυβώδη πλήθη.

Η Χάρις επωφελήθηκε επίσης από την αδέξια παρουσίαση του ψηφοδελτίου Τραμπ/Βανς μετά το Συνέδριο του Ρεπουμλικανικού Κόμματος. Ο Τραμπ νοσταλγεί σαφώς τον Μπάιντεν ως πρώην ευάλωτο αντίπαλό του και δεν μπόρεσε να σκεφτεί τίποτα άλλο παρά ρατσιστικές και μισογυνικές επιθέσεις εναντίον της Χάρις, γεγονός που μπορεί να σταθεροποιήσει τη δεξιά βάση του, αλλά πιθανότατα θα χάσει την υποστήριξή του μεταξύ των προαστιακών ταλαντευόμενων ψηφοφόρων.

Από την πλευρά του, ο Βανς έχει αποδειχθεί ελάχιστα καλύτερος στις προεκλογικές ομιλίες από το αποκρουστικό χαρισματικό κενό του Ρον ΝτεΣάντις. Έχει παγιδευτεί προσπαθώντας να δικαιολογήσει τις μισογυνικές επιθέσεις εναντίον των γυναικών του Δημοκρατικού Κόμματος ως «άτεκνες κυρίες με γάτες» και να εξηγήσει τον κατάλογο των παλαιών καταγγελιών του για το αφεντικό του, τον Ντόναλντ Τραμπ. Χωρίς αμφιβολία, ο Τραμπ μετανιώνει που επέλεξε αυτόν τον μαθητευόμενο και θα μπορούσε ενδεχομένως να τον απολύσει σε μια κρίση θυμού.

Θα πρέπει να είμαστε σαφείς, ωστόσο, ότι η Χάρις άλλαξε μόνο την ατμόσφαιρα της προεκλογικής εκστρατείας και όχι την ταξική φύση του Δημοκρατικού Κόμματος ή το ιμπεριαλιστικό κεϋνσιανό πρόγραμμά του. Όπως σημειώνουν οι New York Times, έχει απορρίψει την Αριστερά, έχει αγκαλιάσει το κατεστημένο και έχει εμφανιστεί ως μια ικανή υπερασπίστρια των πεπραγμένων του Μπάιντεν[12].

Σε μια ένδειξη του πόσο πολύ προς τα δεξιά έχει μετακινηθεί, η Χάρις τώρα καυχιέται για την καριέρα της ως «σκληρή εισαγγελέας κατά του εγκλήματος»[13] και, σε μια προσπάθεια να αποκρούσει τις επιθέσεις των Ρεπουμπλικανών, υπόσχεται να θεσπίσει ακραίους συνοριακούς περιορισμούς[14] αν εκλεγεί. Τα ψίχουλα που προσφέρει στους εργαζόμενους και τους καταπιεσμένους είναι ανακυκλωμένα από το Build Back Better του Μπάιντεν που το Κογκρέσο τορπίλισε και πιθανότατα θα το ξανακάνει στο μέλλον.

Ακόμη και αν θεσπιστούν, ωστόσο, αυτές οι ήπιες μεταρρυθμίσεις[15] δεν θα αντιμετωπίσουν τις βαθιές δυσαρέσκειες της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων. Σε αυτές περιλαμβάνεται και η υπόσχεσή της να αγωνιστεί για τα δικαιώματα στην άμβλωση. Στην καλύτερη περίπτωση, οι Δημοκρατικοί θα επαναφέρουν το status quo ante, όταν το Roe ήταν ο νόμος της χώρας.

Στη χειρότερη περίπτωση[16], όπως έχουν κάνει και στο παρελθόν, θα χρησιμοποιήσουν τη θέση τους υπέρ της άμβλωσης για να κινητοποιήσουν την εκλογική υποστήριξη, αλλά όταν αντιμετωπίσουν την αδιάλλακτη ρεπουμπλικανική αντίδραση, θα εγκαταλείψουν την υπόσχεσή τους για εθνική επανανομιμοποίηση. Και φυσικά, δεν θα δώσει μάχη για την αποκατάσταση της δημόσιας χρηματοδότησης των αμβλώσεων.

Η πραγματική αλλαγή σε αυτό και σε κάθε άλλο αίτημα πρέπει να διεκδικηθεί από τα κάτω. Αυτό δεν είναι πουθενά πιο ξεκάθαρο από ό,τι στο ζήτημα της Παλαιστίνης. Ενώ εξέφρασε τη συμπάθειά της για τους Παλαιστίνιους που σφαγιάζονται στη Γάζα και ζήτησε κατάπαυση του πυρός, ποτέ δεν εναντιώθηκε στην άνευ όρων υποστήριξη, χρηματοδότηση και εξοπλισμό του Ισραήλ από τον Μπάιντεν για να πραγματοποιήσει τη γενοκτονία.

Στην πραγματικότητα, την έχει υποστηρίξει με κάθε τρόπο. Ως αντιπρόεδρος, υπήρξε συνεργός στη γενοκτονία. Και, ως υποψήφια εν αναμονή, επανέλαβε την υποστήριξή της στο λεγόμενο δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα[17] (κάτι που ένας κατακτητής δεν έχει σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο) και καταδίκασε τις διαμαρτυρίες των αλληλέγγυων ακτιβιστών[18].

 

Το αδιέξοδο του μικρότερου κακού

Ωστόσο, πρέπει να είμαστε απολύτως σαφείς: Οι δύο υποψήφιοι και τα δύο κόμματα δεν είναι το ίδιο και είναι υπεραριστερό λάθος να τους χαρακτηρίζουμε έτσι. Το μεγαλύτερο κακό είναι προφανώς ο Τραμπ και το ακροδεξιό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Αυτός, και όχι η Χάρις, απειλεί με απέλαση 13 εκατομμύρια ανθρώπους και ποινικοποίηση των κουήρ ατόμων.

Η Χάρις και το Δημοκρατικό Κόμμα είναι συγκριτικά το μικρότερο κακό. Αλλά αυτό δεν τους απαλλάσσει από το να είναι κακό. Η υποστήριξή τους προς το Ισραήλ, η αύξηση ρεκόρ στην παραγωγή ορυκτών καυσίμων[19] και η μαζική καταστολή στα σύνορα το αποδεικνύουν πέραν πάσης αμφιβολίας.

Και οι δύο υποψήφιοι και τα κόμματά τους είναι κακοί, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Ο Τραμπ και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα είναι φανεροί εχθροί των συνδικάτων και των καταπιεσμένων ομάδων, παρά το γεγονός ότι φιλοξένησαν στο Συνέδριό τους τον αποστάτη Σον Ο’ Μπράιαν, πρόεδρο του Συνδικάτου Teamsters, και τον τάδε ή τον δείνα ομιλητή ή έγχρωμο influencer.

Η Χάρις και οι Δημοκρατικοί είναι ένα καπιταλιστικό κόμμα που προωθεί τα συμφέροντα αυτής της τάξης προσεταιριζόμενοι και ουδετεροποιώντας την Αριστερά και τους ταξικούς και κοινωνικούς αγώνες. Αυτούς τους διοχετεύουν πίσω στα όρια του καπιταλιστικού φιλελευθερισμού και των επιδιορθώσεων του συστήματος, επιδιορθώσεων που είναι εντελώς ανεπαρκείς για να καλύψουν τις ανάγκες της μεγάλης πλειοψηφίας.

Η λεγόμενη πραγματιστική Αριστερά ισχυρίζεται ότι η υποστήριξη του μικρότερου κακού είναι ο μόνος ρεαλιστικός τρόπος για να σταματήσουμε το μεγαλύτερο κακό, να κερδίσουμε χώρο για να αναπνεύσει η πλευρά μας για να αναπτύξει τις δυνάμεις της και με την πάροδο του χρόνου να οικοδομήσουμε μια πολιτική εναλλακτική λύση. Στην πραγματικότητα, τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουν διαψεύσει αποφασιστικά κάθε έναν από αυτούς τους ισχυρισμούς.

Το πιο προφανές είναι ότι η υποστήριξη του μικρότερου κακού δεν σταμάτησε την άνοδο της δεξιάς στις ΗΠΑ. Ακόμα και μετά από όλες τις καταδίκες για την 6η Ιανουαρίου, ο Τραμπ και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα όχι μόνο επιβίωσαν, αλλά ενίσχυσαν τις δυνάμεις τους και διεύρυναν τη βάση τους.

Επειδή η Αριστερά, τα κοινωνικά κινήματα και τα συνδικάτα εγκατέλειψαν την αντιπολίτευση στον Μπάιντεν και τους Δημοκρατικούς και σταμάτησαν, στο σύνολό τους, να αγωνίζονται για τα πιο ριζοσπαστικά αιτήματά μας, ο Τραμπ και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα εμφανίζονται τώρα ως η μόνη αντιπολίτευση. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο Τραμπ αυτή τη στιγμή προηγείται στις εθνικές δημοσκοπήσεις και στις επίμαχες πολιτείες του εκλογικού σώματος.

Το τίμημα των τελευταίων τεσσάρων ετών για την Αριστερά, τα κοινωνικά κινήματα και τα συνδικάτα ήταν εξαιρετικά μεγάλο. Από τη στιγμή που η πλευρά μας έδωσε τη στήριξή της στον Μπάιντεν και τους Δημοκρατικούς το 2020, αυτοί, στην καλύτερη περίπτωση, εφάρμοσαν το πρόγραμμά τους και όχι το δικό μας και, στη χειρότερη, προσαρμόστηκαν στα δεξιά.

Κατά συνέπεια, τέσσερα χρόνια αργότερα, η Αριστερά, τα κοινωνικά κινήματα και τα συνδικάτα είναι κατά κύριο λόγο πιο αδύναμα, πιο ανοργάνωτα και με λιγότερη αυτοπεποίθηση. Οι μόνες εξαιρέσεις σε αυτόν τον κανόνα είναι συνδικάτα όπως το UAW που οργανώθηκαν και απεργούσαν ενάντια στα αφεντικά τους και το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη, το οποίο κινητοποίησε τη λαϊκή γνώμη ενάντια στον γενοκτονικό πόλεμο του Ισραήλ, βοήθησε τον Μπάιντεν να παραιτηθεί από την προεκλογική του εκστρατεία και εξασφάλισε σημαντικές νίκες σε πανεπιστήμια σε όλη τη χώρα.

Η Αριστερά, τα κοινωνικά κινήματα και τα συνδικάτα πρέπει να αντλήσουν τα διδάγματα από τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Η αποφασιστική προσπάθεια κινητοποίησης και ο αγώνας για τις διεκδικήσεις μας είναι αυτό που κερδίζει, όχι το να καταθέτουμε τα όπλα μας, να βάζουμε στην άκρη τα πλακάτ μας, να εγκαταλείψουμε το πεδίο της μάχης και να υποστηρίζουμε το μικρότερο κακό με τη μάταιη ελπίδα να σταματήσουμε το μεγαλύτερο. Αυτός είναι ο δρόμος προς τη σίγουρη ήττα βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.

 

Οι σοσιαλιστές και οι εκλογές του 2024

Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών, οδεύουμε προς την πολιτική παράλυση στην Ουάσιγκτον και προς μια διαφαινόμενη συνταγματική κρίση. Ακόμα και με την μεγάλη έξαψη μετά την ανακήρυξη της Χάρις ως υποψήφιας των Δημοκρατικών, οι εκλογές είναι στην καλύτερη περίπτωση αμφίρροπες τρεις μήνες πριν από τη διεξαγωγή τους. Το αποτέλεσμα θα καθοριστεί, όχι από τη λαϊκή ψήφο, αλλά από επτά επίμαχες πολιτείες που θα στρέψουν το αντιδημοκρατικό Σώμα Εκλεκτόρων προς έναν από τους δύο υποψηφίους.

Η προεδρική αναμέτρηση μπορεί να εξελιχθεί με οποιονδήποτε τρόπο, ανάλογα με τις ανατροπές στις εκστρατείες και τα απρόβλεπτα γεγονότα στη χώρα και τον κόσμο. Στις εκλογές για το Κογκρέσο, τα δύο κόμματα θα μοιραστούν οριακά τις ψήφους, οδηγώντας σε μια αδύναμη μονοκομματική κυβέρνηση ή σε μια διαιρεμένη κυβέρνηση. Σε κάθε περίπτωση, οι ισχνές πλειοψηφίες και η αδύναμη εντολή θα προκαλέσουν πιθανότατα πολιτική παράλυση.

Αν ο Τραμπ κερδίσει, θα προσπαθήσει να εφαρμόσει το πρόγραμμα αυταρχικού εθνικισμού του με την έγκριση της ακροδεξιάς πλειοψηφίας στο Ανώτατο Δικαστήριο. Οι Δημοκρατικοί στο Κογκρέσο και στις πολιτείες που ελέγχουν θα αντιταχθούν στα πιο ακραία μέτρα του Τραμπ, όπως οι μαζικές απελάσεις ή η ποινικοποίηση των ομοφυλόφιλων, συμπεριλαμβανομένης της άρνησης να υπακούσουν στις διαταγές του. Αυτό θα προκαλούσε συνταγματική κρίση.

Αν κερδίσει η Χάρις, ο Τραμπ δεν θα αποδεχτεί το αποτέλεσμα, όχι μόνο επειδή δεν πιστεύει στη δημοκρατία αλλά και επειδή αντιμετωπίζει βέβαιη δίωξη και πιθανότατα καταδίκη για διάφορες κατηγορίες κακουργηματικού χαρακτήρα. Υπό την απειλή της φυλάκισης, θα ενθαρρύνει την διανοητικά διαταραγμένη, αφοσιωμένη βάση των ακροδεξιών μαχητών του να οργανώσει διαμαρτυρίες, συμπεριλαμβανομένων και βίαιων, όπως αυτές που είδαμε στις 6 Ιανουαρίου. Ήδη οι νεοναζί διαδηλώνουν σε πολλές πόλεις όπως το Νάσβιλ[20].

Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα θα τον ακολουθήσει στην αντιπαράθεση με οτιδήποτε προτείνει η Χάρις τόσο σε ομοσπονδιακό όσο και σε πολιτειακό επίπεδο, και το Ανώτατο Δικαστήριο θα στηρίξει τις προσπάθειές τους. Έτσι, ακόμη και σε περίπτωση νίκης της Χάρις, θα οδηγηθούμε σε πολιτική παράλυση και συνταγματική κρίση.

Μπροστά σε αυτό το ζοφερό σενάριο, τι πρέπει να κάνει η Αριστερά; Πρώτα απ’ όλα, δεν πρέπει να διαφωνούμε με τα άτομα για το τι κάνουν στην κάλπη. Αυτό δεν είναι το βασικό ερώτημα και η συζήτηση που πρέπει να γίνει. Αντί γι’ αυτό, πρέπει να υποστηρίξουμε ότι οι ακτιβιστές, τα κοινωνικά κινήματα και τα συνδικάτα δεν πρέπει να ξοδεύουν το χρόνο, τα χρήματα και την ενέργειά τους για να κάνουν εκστρατεία υπέρ της Χάρις ως το μικρότερο κακό.

Αυτές οι δυνάμεις θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την οικοδόμηση ανεξάρτητων κοινωνικών και ταξικών αγώνων για τα αιτήματά μας. Φανταστείτε τι θα μπορούσαμε να κάνουμε με τα 310 εκατομμύρια δολάρια που συγκέντρωσε η Χάρις τον Ιούλιο. Φανταστείτε τι θα μπορούσαμε να κάνουμε με τις χιλιάδες εθελοντικές ώρες που δαπανήθηκαν για να εκλεγεί. Φανταστείτε πόσες οργανώσεις και συνδικάτα θα μπορούσαν να δημιουργηθούν, να ενισχυθούν τα απεργιακά ταμεία και να διοργανωθούν απεργίες και μαζικές διαδηλώσεις.

Κατά την ανάπτυξη αυτού του στρατηγικού επιχειρήματος, δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε τα αδέλφια μας στην Αριστερά και στα συνδικάτα και τα κινήματα που διαφωνούν μαζί μας ως αντιπάλους που πρέπει να καταγγέλλουμε και να αποκηρύσσουμε. Αντίθετα, θα πρέπει να συζητάμε μαζί τους ως συντρόφους μας σε έναν κοινό αγώνα. Αυτό είναι ζωτικής σημασίας γιατί θα χρειαστεί να ενωθούμε και να αγωνιστούμε μαζί από την άλλη πλευρά αυτών των εκλογών ενάντια στη Δεξιά και το καπιταλιστικό κατεστημένο.

Και θα πρέπει να βρούμε σημεία συμφωνίας τους επόμενους τρεις μήνες, κυρίως τα αιτήματα που υποστηρίζουμε από κοινού. Θα πρέπει να τους ενθαρρύνουμε να αγωνιστούν μαζί μας για μεταρρυθμίσεις όπως το «Medicare for All», το «Green New Deal», η νομιμοποίηση για όλους, η μόνιμη κατάπαυση του πυρός στον γενοκτονικό πόλεμο του Ισραήλ και ο άμεσος τερματισμός κάθε αμερικανικής βοήθειας προς το Ισραήλ, μεταξύ πολλών άλλων.

Στα συνδικάτα και τα κινήματα, θα πρέπει να τονίσουμε ότι δεν πρέπει να υποστηρίξουμε τη Χάρις και τους Δημοκρατικούς αν αυτοί δεν υποστηρίζουν τα αιτήματά μας. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη και το αίτημά μας για τερματισμό του πολέμου και κάθε αμερικανικής βοήθειας προς το Ισραήλ. Όπως έγραψε πρόσφατα η Noura Erakat, σχετικά με τη Χάρις, «Το να την υποστηρίξουμε χωρίς να απαιτήσουμε αυτή την πολύ βασική παραχώρηση είναι στρατηγικά κοντόφθαλμο και αυτοκαταστροφικό»[21].

Κυρίως, πρέπει να υποστηρίξουμε την πολιτική και οργανωτική ανεξαρτησία των κινημάτων και των συνδικάτων μας από το Δημοκρατικό Κόμμα. Οι ανεξάρτητοι ταξικοί και κοινωνικοί μας αγώνες είναι το κλειδί για να κερδίσουμε οποιεσδήποτε άμεσες νίκες ενάντια στην αντιπολίτευση και των δύο κομμάτων, να χαράξουμε ένα δρόμο μέσα από τη διαφαινόμενη συνταγματική κρίση τους και να οικοδομήσουμε ένα νέο σοσιαλιστικό κόμμα που θα ηγηθεί του επαναστατικού μετασχηματισμού του καταρρέοντος καπιταλιστικού συστήματος.

 

 

Μετάφραση: elaliberta.gr

Ashley Smith, “U.S. politics today. Chaos, conflict, and a creeping constitutional crisis”, Tempest, 13 Αυγούστου 2024, https://tempestmag.org/2024/08/u-s-politics-today/.

 

Σημειώσεις

[1] Ashley Smith, “Five crises of capitalism. The challenges facing the left today”, Tempest, 20 Νοεμβρίου 2021, https://tempestmag.org/2021/11/five-crises-of-capitalism/.

[2] Dave Lawler, “World losers gather at G7 summit”, AXIOS, 13 Ιουνίου 2024, https://www.axios.com/2024/06/13/g7-summit-2024-unpopular-leaders-biden-trudeau.

[3] Ashley Smith, “Imperialism and anti-imperialism today”, Tempest, 24 Μαΐου 2024, https://tempestmag.org/2024/05/imperialism-and-anti-imperialism-today/.

[4] Samuel Farber, “Donald Trump, Lumpen Capitalist”, Jacobin, 19 Οκτωβρίου 2018, https://jacobin.com/2018/10/donald-trump-lumpen-capitalist-class-elections.

[5] Flynn Nicholls, “Ex-Trump Administration Officials Involved in Project 2025: Full List”, Newsweek, 10 Ιουλίου 2024, https://www.newsweek.com/project-2025-ex-trump-contributors-republicans-election-1922933.

[6] Rachel Dobkin, “JD Vance Foreword in Project 2025 Leader’s Book Raises Eyebrows”, https://www.msn.com/en-us/news/politics/jd-vance-foreword-in-project-2025-leaders-book-raises-eyebrows/ar-BB1qySnz.

[7] “2024 GOP PLATFORM MAKE AMERICA GREAT AGAIN!”, The American Presidency Project, https://www.presidency.ucsb.edu/documents/2024-republican-party-platform.

[8] Ashley Smith, “Imperialist Keynesianism. Biden’s program for rehabilitating U.S. capitalism”, Tempest, 18 Μαΐου 2021, https://tempestmag.org/2021/05/imperialist-keynesianism/.

[9] David Uberti, “The Haves and Have-Nots at the Center of America’s Inflation Fight”, The Wall Street Journal, 30 Ιουλίου 2024, https://www.wsj.com/economy/consumers/inflation-interest-rates-wealth-loans-51d4276e?mod=hp_lead_pos7.

[10] “Latest Polls. Do Americans have a favorable or unfavorable opinion of Donald Trump? Jan. 1, 2022”, ABC News, https://projects.fivethirtyeight.com/polls/favorability/donald-trump/.

[11] Theodore Schleifer, “Harris Campaign Says It Raised $310 Million in July, More Than Double Trump’s Haul”, The New York Times, 2 Αυγούστου 2024, https://www.nytimes.com/2024/08/02/us/politics/harris-campaign-fundraising-july.html?smid=fb-share&fbclid=IwY2xjawEZ65VleHRuA2FlbQIxMQABHST-dwJ11ynDlijoIu8qNSIliaxX701U8PHt-aeqGad5PjIYrYMTsQszVw_aem_Mc0qpUUW_gj7ZBFgHj67sg.

[12] Astead W. Herndon, “What Kamala Harris Learned From a Bruising 2020 Primary”, The New York Times, 2 Αυγούστου 2024, https://www.nytimes.com/2024/08/02/us/kamala-harris-2020-primary.html.

[13] Lara Bazelon, “Kamala Harris Was Not a ‘Progressive Prosecutor’”, The New York Times, 17 Ιανουαρίου 2019, https://www.nytimes.com/2019/01/17/opinion/kamala-harris-criminal-justice.html?smid=fb-share&fbclid=IwY2xjawEZ-HVleHRuA2FlbQIxMQABHTwkgvMVGPiFWypS1Gb13_pTTl8jmFcIHXiJEvTXPmYZ8PTgFnYFAnU8wQ_aem_RdVLNKqny3ccGvZCq3GijQ.

[14] Asma Khalid, “Harris tries to flip the script on Trump on the border during raucous Georgia speech”, npr, 30 Ιουλίου 2024, https://www.npr.org/2024/07/30/nx-s1-5055670/harris-trump-border-immigration-georgia?utm_campaign=storyshare&utm_source=facebook.com&utm_medium=social&fbclid=IwY2xjawEZ-J9leHRuA2FlbQIxMQABHQhcai2P9TWVtC6_bzIawQ8lEOmaNp7n1VHjYvE6z2AfdB9s1PI3W07rKg_aem_IY-vDAIfCO3z9i8jwEtNdw.

[15] Susan Watkins, “Paradigm Shifts”, New Left Review, ταύχος 128, Μάρτιος/Απριλίου 2021, https://newleftreview.org/issues/ii128/articles/susan-watkins-paradigm-shifts.

[16] Stephanie Attar, “Voting for Democrats has been a dead-end for abortion justice. It’s time for socialist feminism”, Tempest, 21 Ιουνίου 2022, https://tempestmag.org/2022/06/voting-for-democrats-has-been-a-dead-end-for-abortion-justice/.

[17] Michael Collins, “‘I will not be silent’: VP Kamala Harris defends Israel but laments ‘suffering’ in Gaza”, USA TODAY, 25 Ιουλίου 2024, https://eu.usatoday.com/story/news/politics/2024/07/25/kamala-harris-israel-gaza-hamas/74551459007/.

[18] Myah Ward, “‘Despicable acts’: Harris condemns Netanyahu protesters who defaced area around Union Station”, Politico, 25 Ιουλίου 2024, https://www.politico.com/news/2024/07/25/harris-condemns-netanyahu-protesters-00171147.

[19] Nicole Narea, “Biden isn’t advertising America’s record oil boom”, Vox, 13 Μαρτίου 2024, https://www.vox.com/climate/24098983/biden-oil-production-climate-fossil-fuel-renewables.

[20] Emily Cochrane, “What Can a City Do When Neo-Nazis Start Marching Down Its Streets?”, The New York Times, 1 Αυγούστου 2024, https://www.nytimes.com/2024/08/01/us/neo-nazis-nashville-free-speech.html.

[21] Noura Erakat, “…for that purpose, not to rally against Harris.”, X, 27 Ιουλίου 2024, https://x.com/4noura/status/1817191212790464755.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Τελευταία τροποποίηση στις Παρασκευή, 30 Αυγούστου 2024 09:58

Προσθήκη σχολίου

Το e la libertà.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια με υβριστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό φασιστικό περιεχόμενο ή σχόλια μη σχετικά με το κείμενο.