Ο πρωθυπουργός του Λιβάνου Σαάντ Χάριρι απείλησε πρόσφατα να παραιτηθεί και να ρίξει την κυβέρνηση, ανοίγοντας μια νέα περίοδο αστάθειας σε μια χώρα που πρόσφατα είχε μια σταθερή αλλά εύθραυστη ειρήνη. Τις εβδομάδες μετά την αρχική ανακοίνωση, ο Χάριρι έχει μεταστραφεί και τώρα υπόσχεται να διατηρήσει το αξίωμα του.
Η αιφνιδιαστική ανακοίνωση του Χάριρι σόκαρε τους σχολιαστές της Μέσης Ανατολής, αλλά ήταν μόνο το τελευταίο σύμπτωμα μιας σύγκρουσης που βράζει μεταξύ των ισχυρότερων χωρών της περιοχής – της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν. Αυτός ο ανταγωνισμός διαδραματίζεται μέσα από πολλούς πολέμους εντολοδόχων καθώς και μέσα από τη δυναμική του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού που διαπερνά τη Μέση Ανατολή, καθώς εξωτερικές δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα επιδιώκουν να εξασφαλίσουν τα δικά τους εθνικά συμφέροντα.
Ο Joseph Daher είναι Ελβετο-Σύριος σοσιαλιστής αγωνιστής, ιδρυτής του blog Syria Freedom Forever και συγγραφέας του βιβλίου Hezbollah: Political Economy of Lebanon’s Party of God. Μίλησε στην Ashley Smith για τις ρίζες αυτής της κρίσης και τις συνέπειες για την αριστερά σε όλο τον κόσμο.
Joseph Daher
Ο Λίβανος χωνευτήρι των περιφερειακών συγκρούσεων – Σαουδικής Αραβίας και Ιράν
Ashley Smith: Η σειρά των γεγονότων που περιβάλλουν την παραίτηση του πρωθυπουργού του Λιβάνου Σαάντ Χάριρι έχει μπερδευτεί. Τι συνέβη;
Joseph Daher: Ο Χάριρι επιτάχυνε μια πολιτική κρίση στο Λίβανο στις 4 Νοεμβρίου όταν ανακοίνωσε την παραίτησή του από το Ριάντ, την πρωτεύουσα της Σαουδικής Αραβίας. Ο Χάριρι εξέπληξε όλους, ακόμα και το δικό του κόμμα, το Κίνημα για το Μέλλον και τους συμμάχους του. Η παραίτησή του θα ανέτρεπε την κυβέρνηση και θα δημιουργούσε έναν νέο γύρο συγκρούσεων με τον Λίβανο για την κατανομή της πολιτικής εξουσίας μεταξύ των διαφόρων σεχταριστικών κομμάτων της χώρας.
Δεν ήταν τυχαίο ότι ο Χαρίρι έκανε την ανακοίνωση στη Σαουδική Αραβία. Οι Σαουδάραβες είναι ο περιφερειακός προστάτης του Χάριρι και τον είχαν καλέσει στην πρωτεύουσα. Πολλοί πίστευαν ότι κρατήθηκε εκεί παρά τη θέλησή του.
Ο Χάριρι διατηρεί βαθιές σχέσεις με το βασίλειο του Κόλπου. Κατέχει τη σαουδαραβική υπηκοότητα και τα συμφέροντα της οικογένειάς του στη χώρα χρονολογούνται από το 1978, όταν ο πατέρας του ο πρώην πρωθυπουργός του Λιβάνου Ραφίκ Χαρίρι ίδρυσε τη σαουδαραβική κατασκευαστική εταιρεία Oger. Αφού ο Ραφίκ δολοφονήθηκε το 2005, ο Σαάντ τον διαδέχτηκε στην πολιτική του καριέρα και επωφελήθηκε από την γενναιοδωρία του Ριάντ - και, ακόμα χειρότερα, χειραγωγήθηκε.
Στην ομιλία για την παραίτησή του, ο Χάριρι διατύπωσε εντυπωσιακούς νέους ισχυρισμούς. Ισχυρίστηκε ότι είχε αποκαλύψει μια εκστρατεία δολοφονίας εναντίον του. Επίσης, κατηγόρησε το Ιράν και τη Χεζμπολά για την καλλιέργεια συγκρούσεων στη χώρα του και στην περιοχή.
Αλλά ακόμη και οι Λιβανέζικες Δυνάμεις Εσωτερικής Ασφάλειας, που θεωρούνται πιστές στον Χαρίρι, αρνήθηκαν ότι γνώριζαν οτιδήποτε για δολοφονία. Και ο Χαρίρι δεν είχε διατυπώσει τέτοιες κατηγορίες εναντίον του Ιράν και της Χεζμπολάχ από τότε που ανέλαβε Πρωθυπουργός τον Δεκέμβριο του 2016.
Είναι σαφές ότι η Σαουδική Αραβία είχε αναγκάσει τον Χαρίρι να υπερβεί την πολιτική του γραμμή. Οι δηλώσεις του έμοιαζαν σχεδόν λέξη προς λέξη με τις κατηγορίες εναντίον του Ιράν, που διατυπώθηκαν από τον υπουργό Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας, τον Άντελ αλ-Τζουμπέιρ, και τον Σαουδάραβα διάδοχο του θρόνου πρίγκηπα Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν (γνωστό με τα αρχικά του MBS).
Μετά την παραίτηση του Χαρίρι, η Σαουδική Αραβία κλιμάκωσε τον πόλεμο των λέξεων εναντίον της κυβέρνησης του Λιβάνου, η οποία περιλαμβάνει τη Χεζμπολάχ. Το Ριάντ έφτασε μέχρι και να ισχυριστεί ότι η κυβέρνηση κήρυξε πόλεμο εναντίον του.
Το πολιτικό κατεστημένο του Λιβάνου αρνήθηκε να αποδεχθεί την παραίτηση του Χαρίρι χωρίς να ερευνήσει το ζήτημα. Ο πρόεδρος του Λιβάνου, ο Μισέλ Αούν, δήλωσε ότι συνέβη κάτω από «μυστηριώδεις συνθήκες» στο εξωτερικό και προχώρησε τόσο πολύ ώστε να ισχυριστεί ότι ο Χαρίρι κρατείται όμηρος στο Ριάντ.
Το ίδιο το κόμμα του Χάριρι, το Κίνημα για το Μέλλον, ζήτησε την επιστροφή του πριν λάβει οποιαδήποτε απόφαση σχετικά με την πρωθυπουργία, και κατηγόρησε εμμέσως τη Σαουδική Αραβία για άσκηση πίεσης στον Χαρίρι.
Ακόμα και ο αντίπαλος του Χάριρι η Χεζμπολάχ τον κάλεσε να επιστρέψει στον Λίβανο, να παραμείνει στην εξουσία και να διαφυλάξει την σημερινή κυβέρνηση, καταδικάζοντας τη σαουδαραβική παρέμβαση στις υποθέσεις του Λιβάνου και προειδοποιώντας για μια ισραηλινή επίθεση. Η οργάνωση δήλωσε επίσης ότι ήταν ανοικτή σε «οποιονδήποτε διάλογο και οποιαδήποτε συζήτηση» με τον Χαρίρι.
Σαφώς, η Σαουδική Αραβία πιέζει τον Χαρίρι να παραιτηθεί, στο πλαίσιο της κλιμακούμενης σύγκρουσης με τον κύριο περιφερειακό ανταγωνιστή της, το Ιράν και τη λιβανέζικη θυγατρική του τη Χεζμπολάχ.
Η Σαουδική Αραβία ήταν θυμωμένη με τον Χάριρι και το Κίνημα για το Μέλλον, τον πελάτη της στο Λίβανο, επειδή να μοιράστηκε την εξουσία με τη Χεζμπολάχ αντί να την αμφισβητήσει. Το Ριάντ φοβάται ότι ο Χαρίρι προσαρμόζεται στην αυξανόμενη επιρροή του Ιράν στον Λίβανο που ακολουθεί τις επιτυχίες της Τεχεράνης στην περιοχή, ιδίως στη Συρία και το Ιράκ.
Η Σαουδική Αραβία σκόπευε να διαταράξει τον πολιτικό συμβιβασμό ανάμεσα στο Κίνημα για το Μέλλον του Χαρίρι και τη Χεζμπολάχ. Η συμφωνία αυτή είχε δημιουργήσει ένα υπουργικό συμβούλιο με επικεφαλής τον Χάριρι ως πρωθυπουργό και την εκλογή του συμμάχου της Χεζμπολάχ, του Μισέλ Αούν, ως προέδρου.
Ο Χαρίρι, όπως και οι υπόλοιποι πολέμαρχοι του Λιβάνου, επέλεξε την επισφαλή συνύπαρξη παρά την αντιπαράθεση με τη Χεζμπολάχ. Όλοι απλά φοβήθηκαν τα ανώτερα όπλα της οργάνωσης και την προθυμία της να τα χρησιμοποιήσει. Ομοίως, ο Χάριρι και το κόμμα του φοβήθηκαν να αμφισβητήσουν την κρίσιμη παρέμβαση της Χεζμπολάχ στη Συρία για τη διατήρηση του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Ασάντ εναντίον της Συριακής Επανάστασης.
Η Σαουδική Αραβία απάντησε περικόπτοντας τη χρηματοδότησή της προς τον Χαρίρι, χρεοκοπώντας την εταιρεία της οικογένειάς του την Oger και τερματίζοντας την οικονομική της στήριξη προς τον στρατό του Λιβάνου. Όλα αυτά επιτάχυναν μια κρίση σε πλήρη κλίμακα στον Λίβανο και εντείνουν τις συγκρούσεις σε ολόκληρη την περιοχή.
Ashley Smith: Πώς απάντησαν οι αυτοκρατορικές δυνάμεις σε αυτή την κρίση;
Joseph Daher: Οι ΗΠΑ και άλλες δυτικές δυνάμεις εξέφρασαν την αποδοκιμασία τους για αυτές τις εξελίξεις. Επιβεβαίωσαν την υποστήριξή τους στον Χαρίρι, τον ενθάρρυναν να ανακαλέσει την παραίτησή του και τον προέτρεψαν να διατηρήσει τον σημερινό πολιτικό συμβιβασμό του Λιβάνου. Δεν υποστήριξαν τη Σαουδική Αραβία και εξέφρασαν την ανησυχία τους για οποιαδήποτε κλιμάκωση της σύγκρουσής της με το Ιράν.
Ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες προειδοποίησε για «καταστροφικές συνέπειες» εάν υπάρξει νέα σύγκρουση στην περιοχή. Ο Γάλλος Πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν, ο οποίος ταξίδεψε στο Ριάντ για να συναντηθεί με τον Χαρίρι και τον Πρίγκιπα Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, δήλωσε ότι δεν μοιράζεται με το βασίλειο τις «πολύ σκληρές απόψεις για το Ιράν.»
Ενώ ο υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών Ρέξ Τίλερσεσον έριξε την ευθύνη στο Ιράν για μεγάλο μέρος της αναταραχής στην περιοχή, δήλωσε: «Όλα τα μέρη πρέπει να είναι προσεκτικά στο να την χαρακτηρίσουν σαν έναρξη ενός ακόμα νέου πολέμου, η συμβολή μου θα είναι: Ας είμαστε λίγο πιο προσεκτικοί για αυτά που λέμε.»
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ προειδοποίησε για τη χρησιμοποίηση του Λιβάνου ως βάσης για «συγκρούσεις εντολοδόχων» που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην αστάθεια. Παρά τις επικρίσεις για τη σαουδαραβική χειραγώγηση του Χαρίρι, οι ΗΠΑ συμμερίζονται μια κοινή θέση με το Ριάντ που θεωρεί την αυξανόμενη δύναμη του Ιράν ως απειλή για την κυριαρχία του στην περιοχή.
Η αντίθεση των δυτικών ιμπεριαλιστών στην πρόκληση της κρίσης από τη Σαουδική Αραβία εξηγεί την παρέμβαση της Γαλλίας στην κατάσταση. Με τη σιωπηρή έγκριση των ΗΠΑ, ο Μακρόν έπεισε τη Σαουδική Αραβία να απελευθερώσει τον Χαρίρι και στη συνέχεια τον καλωσόρισε στο Παρίσι.
Ο Μακρόν άνοιξε έτσι το δρόμο για να επιστρέψει ο Χαρίρι στον Λίβανο, όπου ανακάλεσε την παραίτησή του, περιορίζοντας έτσι την κρίση για τώρα. Ο Χαρίρι δήλωσε επίσης ότι όλες οι δυνάμεις του Λιβάνου θα πρέπει να δεσμευτούν να κρατήσουν τη χώρα εκτός περιφερειακών συγκρούσεων, να δημιουργήσουν σχέσεις συνεργασίας με όλες τις εξωτικές δυνάμεις και να θέσουν τα συμφέροντα του Λιβάνου πάνω από οποιαδήποτε άλλα συμφέροντα.
Σε ένδειξη συνεχιζόμενων εντάσεων, ωστόσο, ο Χάριρι δήλωσε επίσης ότι δεν θα δεχτεί τις θέσεις της Χεζμπολάχ που «επηρεάζουν τους Άραβες αδελφούς μας ή στοχεύουν στην ασφάλεια και τη σταθερότητα των χωρών τους».
Η αναίρεση της παραίτησης του Χαρίρι αντιπροσωπεύει μια σαφή αποτυχία για τη Σαουδική Αραβία και την προσπάθειά της να σκληρύνει το μέτωπό της ενάντια στη Χεζμπολάχ και το Ιράν στον Λίβανο. Ωστόσο, ο περιφερειακός ανταγωνισμός μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν θα συνεχιστεί και πιθανώς θα έχει νέες και καταστροφικές συνέπειες για τον Λίβανο.
Ashley Smith: Ποιες είναι -αν υπάρχουν- οι εσωτερικές αιτίες αυτής της κρίσης του Λιβάνου;
Joseph Daher: Οι κύριες αιτίες βρίσκονται εκτός του Λιβάνου στον αυξανόμενο περιφερειακό ανταγωνισμό μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν και στις πολιτικές εξελίξεις των τελευταίων μηνών στην περιοχή, ιδιαίτερα στη Συρία. Η κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό την ηγεσία του Χαρίρι από το 2016 επέτρεψε πράγματι στις διάφορες παρατάξεις της άρχουσας τάξης να σταθεροποιήσουν τη χώρα.
Η κυβέρνηση ενέκρινε προϋπολογισμό για πρώτη φορά από το 2005. Συνέχισε να εφαρμόζει νεοφιλελεύθερες πολιτικές, συμπεριλαμβανομένης της κλιμακούμενης ιδιωτικοποίησης βασικών τομέων, όπως η ηλεκτρική ενέργεια. Η κυρίαρχη τάξη χρησιμοποίησε αυτήν την πολιτική σταθερότητα για να αποτρέψει τυχόν αμφισβητήσεις για το θρησκευτικό και αστικό λιβανέζικο πολιτικό σύστημα που διαφυλάσσει τα συμφέροντά της.
Οι δυτικές δυνάμεις, μεταξύ των οποίων και οι ΗΠΑ, ήταν ικανοποιημένες με αυτή την διευθέτηση στο Λίβανο. Δεν ήθελαν άλλη κρίση στην περιοχή.
Αλλά η σταθερότητα διακυβεύτηκε από τις περιφερειακές εντάσεις. Σε συνδυασμό με το Ιράν, η Χεζμπολάχ κλιμάκωσε την στρατιωτική της παρέμβαση στη Συρία για την υπεράσπιση της δικτατορίας του Ασαντ. Αναπόφευκτα, προκαλούσε εχθρότητα στη Σαουδική Αραβία, η οποία φοβόταν ότι το Ιράν θα εμφανιζόταν με μια μεγαλύτερη σφαίρα επιρροής.
Ως εκ τούτου, η Σαουδική Αραβία προκάλεσε τη ρήξη της με τον Χαρίρι, απειλώντας την πολιτική διευθέτηση στο Λίβανο. Ενώ ο Χαρίρι παρέμεινε στην εξουσία, η θέση του και η θέση του Κινήματος για το Μέλλον έχουν αποδυναμωθεί δραματικά στην σουνιτική πολιτική σκηνή του Λιβάνου.
Μπορεί να επωφεληθούν μια σειρά ανταγωνιστών, μεταξύ των οποίων ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Αχμέτ Ρίφι και οι ομάδες των Σαλαφιστών. Είναι σεχταριστικές και έχουν μια ανταγωνιστική στάση απέναντι στη Χεζμπολάχ και το Ιράν.
Ashley Smith: Ποια είναι η βάση της σύγκρουσης μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν;
Joseph Daher: Η Σαουδική Αραβία και το Ιράν συγκρούονται μεταξύ τους για περιφερειακή ηγεμονία εδώ και χρόνια. Η Σαουδική Αραβία φοβόταν ότι υπέστη τεράστια αποτυχία μετά την καταστροφική κατάληψη του Ιράκ από τις ΗΠΑ. Αντί να εδραιώσει έναν άξονα των ΗΠΑ-Σαουδίας-Ιράκ ενάντια στο Ιράν, η ιρακινή κυβέρνηση πέφτει όλο και περισσότερο στην τροχιά του Ιράν.
Οι εχθροπραξίες αυξήθηκαν μετά την εκ μέρους της κυβέρνησης Ομπάμα συμφωνία με το Ιράν σχετικά με το πυρηνικό του πρόγραμμα, που απαιτούσε να εγκαταλείψει την αναζήτηση πυρηνικών όπλων με αντάλλαγμα την άρση της επιβολής κυρώσεων. Αυτό θύμωσε τη Σαουδική Αραβία, η οποία φοβόταν ότι οι ΗΠΑ υποχωρούσαν στην αντιμετώπιση του Ιράν.
Το Ριάντ είδε το Ιράν να συσσωρεύει νίκες, είτε άμεσα είτε μέσω των εντολοδόχων του στη Συρία και το Ιράκ. Σε απάντηση, η Σαουδική Αραβία άρχισε να ενεργεί όλο και περισσότερο για να εξουδετερώσει την ιρανική επιρροή σε ολόκληρη την περιοχή από το Ιράκ μέχρι τη Συρία, την Υεμένη και το Λίβανο.
Τα κέρδη του Ιράν δεν πρέπει να υποτιμηθούν. Έχει εξασφαλίσει έναν βασικό σύμμαχο στο Ιράκ μέσω της κυβέρνησης του Χαϊντάρ Αμπάντι και του σιιτικού φονταμενταλιστικού κόμματος Da’wa. Πολλές άλλες στρατιωτικές παρατάξεις σιιτών και κόμματα με επιρροή στο Ιράκ λογοδοτούν απευθείας στο Ιράν.
Στη Συρία, το Ιράν έχει επίσης κερδίσει πρωτοφανή επιρροή στη χώρα τα τελευταία χρόνια. Ενώ η Ρωσία έχει προμηθεύσει αεροπορική δύναμη για την υπεράσπιση του Άσαντ, το Ιράν και ο Λιβανέζος πληρεξούσιος η Χεζμπολάχ έχουν προσφέρει δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες που προστάτευσαν τη βασιλεία του Ασαντ. Θα προσπαθήσουν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη χώρα από τώρα και στο εξής.
Η Σαουδική Αραβία διστάζει να αντιμετωπίσει άμεσα το Ιράν ή τους πληρεξούσιούς του στις δύο αυτές χώρες. Αυτό όμως έγινε στην Υεμένη. Οι επαναστάτες Χούθι, μια θρησκευτική ομάδα που συνδέεται με την αίρεση Ζαΐντι του Σιιτικού Ισλάμ, μαζί με δυνάμεις πιστές στον πρώην δικτάτορα της Υεμένης Αλί Αμπντουλάχ Σαλέχ, πήραν τον έλεγχο μεγάλων τμημάτων της χώρας το 2014. Δέχτηκαν υποστήριξη από το Ιράν.
Το Ριάντ, με την υποστήριξη των ΗΠΑ, προχώρησε σε μια εναέρια εκστρατεία βομβιστικής επίθεσης και στον αποκλεισμό εναντίον των δυνάμεων των Χούθι. Ο πόλεμος σκότωσε περισσότερους από 10.000 ανθρώπους και άφησε πάνω από 20 εκατομμύρια ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και 11 εκατομμύρια παιδιά, που χρειάζονται επείγουσα ανθρωπιστική βοήθεια. Αλλά οι Χούθι διατήρησαν τον έλεγχο της πρωτεύουσας Σανάα και των λιμανιών της νότιας ακτής.
Οι Χούθι ανέλαβαν την ευθύνη για έναν βαλλιστικό πυραύλο που εκτόξευσαν στη Σαουδαραβική πρωτεύουσα το Ριάντ στις 5 Νοεμβρίου. Οι Σαουδάραβες ισχυρίστηκαν ότι το Ιράν προμήθευσε τον πυραύλος λέγοντας ότι αποτελούσε κήρυξη πολέμου. Το Ιράν αρνήθηκε έντονα ότι προμήθευσε οποιονδήποτε πύραυλο στους αντάρτες, λέγοντας ότι θα ήταν αδύνατο να το κάνει απέναντι στον αποκλεισμό από αέρα και θάλασσα που επέβαλε η Σαουδική Αραβία.
Το άλλο θέατρο όπου οι Σαουδάραβες αμφισβήτησαν τους πληρεξούσιους του Ιράν υπήρξε στο Λίβανο. Πράγματι, όπως έχω προσπαθήσει να δείξω, η τελευταία πολιτική κρίση στο Λίβανο πρέπει να κατανοηθεί ως μάχη για επιρροή μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν.
Ashley Smith: Ποιο ρόλο έχει παίξει το Ισραήλ σε αυτές τις συγκρούσεις μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας;
Joseph Daher: Οι σχέσεις μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ισραήλ δεν ήταν ποτέ πιο στενές και γίνονται σχεδόν επίσημες. Και οι δύο αντιτίθενται στην αυξανόμενη επιρροή του Ιράν στη Μέση Ανατολή.
Στις 16 Νοεμβρίου, ο στρατιωτικός αρχηγός του Ισραήλ αντιστράτηγος Γκάντι Άιζενκοτ έδωσε μια άνευ προηγουμένου συνέντευξη σε μια σαουδαραβική εφημερίδα υπογραμμίζοντας τους τρόπους με τους οποίους οι δύο χώρες θα μπορούσαν να ενωθούν για να αντιμετωπίσουν την επιρροή του Ιράν στην περιοχή.
Αυτή η συνέντευξη, η οποία ήταν η πρώτη του είδους της, μεταξύ ενός επικεφαλής του ισραηλινού επιτελείου και ενός ειδησεογραφικού ιστότοπου της Σαουδικής Αραβίας, μπορεί να υποδηλώνει ότι το ειδύλλιο μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας μπορεί τελικά να γίνει δημόσιο, αφού έλαβε χώρα παρασκηνιακά για πολύ καιρό.
Ο Ισραηλινός αξιωματούχος δήλωσε ότι το Τελ Αβίβ δεν είχε καμία πρόθεση να επιτεθεί στη Χεζμπολάχ στο Λίβανο, αλλά δεν θα ανεχόταν και μια στρατηγική απειλή στα σύνορά του. Ωστόσο, το Ισραήλ ενέτεινε τους βομβαρδισμούς του στη Συρία εναντίον της Χεζμπολάχ και των ιρανικών συνδέσμων και των θέσεων όπου βρίσκονται.
Το Ισραήλ έχει επανειλημμένα καταγγείλει την αυξανόμενη επιρροή του Ιράν στη Συρία και ο Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε ότι το Ισραήλ θα συνεχίσει να επιβάλλει τα συμφέροντα ασφαλείας του στη Συρία.
Η ολοκλήρωση του πολέμου στη Συρία και το κοντινό τέλος του πρωτο-κράτους της ISIS οδηγούν σε μια νέα φάση αστάθειας στην περιοχή. Η Ουάσιγκτον, το Τελ Αβίβ και τα κράτη του Κόλπου αντιτίθενται στην αύξηση της ιρανικής περιφερειακής δύναμης ως αποτέλεσμα των νικών της στη Συρία, το Ιράκ, την Υεμένη και το Λίβανο. Απέχοντας πολύ από την ειρήνη, περισσότερες συγκρούσεις μεταξύ των αυτοκρατορικών και των περιφερειακών δυνάμεων βρίσκονται στον ορίζοντα.
Ashley Smith: Πόσο έχει να κάνει η επιθετική επιβεβαίωση των συμφερόντων της Σαουδικής Αραβίας με την προσπάθεια του πρίγκιπα του Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν να εδραιώσει την άνοδό του στην εξουσία;
Joseph Daher: Οι Σαουδάραβες συνέχιζαν αυτή τη σύγκρουση με το Ιράν πριν από την κίνηση του Σαλμάν να απομακρύνει τους αντιπάλους του μέσα από μια εκστρατεία κατά της διαφθοράς. Αλλά ο Σαλμάν έχει χωρίς αμφιβολία κλιμακώσει για εσωτερικούς και περιφερειακούς λόγους.
Θέλει να εδραιώσει την εξουσία του καταστέλλοντας τους αντιπάλους του, να ξεκινήσει μια πιο επιθετική εξωτερική πολιτική, να δημιουργήσει μια λαϊκή βάση μέσω του μιλιταρισμού και του Σαουδαραβικού σοβινισμού και να επιχειρήσει μια δραματική μεταρρύθμιση της οικονομίας της Σαουδικής Αραβίας.
Σε βαθύτερο επίπεδο, οι πολιτικές του Σαλμάν σηματοδοτούν μια καμπή στο παραδοσιακό κληρονομικό σύστημα. Σε αυτό το σύστημα, η κυρίαρχη οικογένεια διένειμε τον έλεγχο του κράτους και τα εισοδήματα του πετρελαίου. Χρησιμοποιούσαν τα χρήματά τους για να πληρώσουν ένα τεράστιο δίκτυο επιχειρήσεων και υποστηρικτών. Αυτό παρήγαγε μια επισφαλή ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των φατριών των οικογενειών και των πελατειακών δικτύων τους.
Ο Σαλμάν προσπαθεί να θέσει τέρμα σ’ αυτή την κατάσταση και να σταθεροποιήσει την εξουσία στα χέρια του. Έχει βάλει στο στόχαστρο κεντρικές βασιλικές προσωπικότητες, τέσσερις υπουργούς και δεκάδες άλλους αξιωματούχους και εξέχοντες επιχειρηματίες όπως τον Μπακρ μπιν Λάντεν, τον επικεφαλής της μεγαλύτερης κατασκευαστικής εταιρείας της Σαουδικής Αραβίας και τον διάσημο δισεκατομμυριούχο πρίγκιπα Αλουάλιντ μπιν Ταλάλ, πρόεδρο της Kingdom Holding 4280.SE.
Οι γιοι και των τεσσάρων ανθρώπων - κλειδιά στον Οίκο των Σάουντ που αποτελούσαν τον πυρήνα της οικογένειας τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες έχουν μπει στο στόχαστρο. Είναι οι γιοι του βασιλιά Φαχντ μπιν Αμπντουλαζίζ, του βασιλιά Αμπντουλάχ, του πρίγκιπα Σουλτάν και του πρίγκηπα Νάγεφ.
Αυτό αντιπροσωπεύει μια πρωτοφανή επίθεση στη θέση και τον πλούτο των πυλώνων των Σαούντ, συμπεριλαμβανομένων των τριών πιο σημαντικών προσωπικοτήτων της κυβερνώσας φατρίας Σουντάιρι. Ο τελευταίος πρίγκιπας, θεωρητικά μπορούσε να ορθώσει το ανάστημά του στον MBS, ο πρίγκιπας Μοχάμεντ μπιν Νάγεφ, απολύθηκε από όλες τις αρμοδιότητές του.
Η εκκαθάριση εναντίον άλλων μελών της βασιλικής οικογένειας είναι πρωτοφανής στη σύγχρονη ιστορία του βασιλείου. Η οικογενειακή ενότητα, η οποία εγγυάται τη σταθερότητα του κράτους από την ίδρυσή του, έχει καταστραφεί. Το τελευταίο γεγονός αυτού του μεγέθους ήταν η ανατροπή του βασιλιά Σαούντ από τον αδελφό του πρίγκιπα Φαϊσάλ το 1964.
Αντίθετα με τις φιλελεύθερες ψευδαισθήσεις ότι ο Σαλμάν πραγματοποιεί κάποια φιλελεύθερη πολιτική μεταρρύθμιση, έχει επίσης καταστείλει κάθε διαμαρτυρία ενάντια στο καθεστώς. Πριν από την εκστρατεία κατά της διαφθοράς, ο Σαλμάν είχε βάλει στο στόχαστρο διανοούμενους, ακαδημαϊκούς, συγγραφείς, φεμινίστριες, υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κεντρικές μορφές ισλαμιστών.
Για να δικαιολογήσει αυτά τα κατασταλτικά μέτρα, ο MBS παρουσίασε δύο βασικούς λόγους για να προετοιμάσει το βασίλειο για το μέλλον. Πρώτον, ισχυρίζεται ότι πρέπει να εδραιώσει τον κρατικό έλεγχο για να κάνει τη Σαουδική Αραβία ικανή να αναμετρηθεί με αυτό που ονομάζει ιρανικό επεκτατισμό.
Δεύτερον, υποστηρίζει ότι χρειάζεται εξορθολογισμό του κράτους για να εφαρμόσει το σχέδιο οικονομικής μεταρρύθμισης και λιτότητας που ονομάζεται «Όραμα 2030». Στόχος του είναι να προσελκύσει ξένες και ντόπιες επενδύσεις για να διαφοροποιήσει την οικονομία του από το πετρέλαιο και να βοηθήσει τον ιδιωτικό τομέα να αναπτυχθεί δημιουργώντας κανόνες και παρέχοντας ασφάλεια για ιδιωτικά κεφάλαια.
Το έργο αυτό στοχεύει στη δημιουργία 450.000 θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα μέχρι το 2020 και θα αυξήσει το μερίδιο του ιδιωτικού τομέα στο ΑΕΠ στο 60% από 40% το 2014.
Η Σαουδική Αραβία έχει δηλώσει ότι σκοπεύει να το αυξήσει περίπου κατά 200 δισεκατομμύρια δολάρια τα επόμενα χρόνια μέσω προγραμμάτων ιδιωτικοποίησης σε 16 τομείς, από το πετρέλαιο μέχρι την υγειονομική περίθαλψη, την εκπαίδευση, τα αεροδρόμια και την άλεση σιτηρών. Με άλλα λόγια, ο Σαλμάν εγκαινιάζει ένα νέο έργο νεοφιλελευθερισμού με τα χαρακτηριστικά της Σαουδικής Αραβίας.
Ashley Smith: Ποιες είναι οι θέσεις των αυτοκρατορικών δυνάμεων σε αυτή την κρίση - ειδικότερα, των ΗΠΑ; Και τι σημαίνει αυτό για την ισορροπία της αυτοκρατορικής εξουσίας στην περιοχή;
Joseph Daher: Όπως ανέφερα, οι ΗΠΑ και οι άλλες δυτικές αυτοκρατορικές δυνάμεις αντιτάχθηκαν στην προσπάθεια της Σαουδικής Αραβίας να διαλύσει την κυβέρνηση του Λιβάνου.
Αλλά η αμερικανική πολιτική έχει βαλτώσει σε πολλές αντιφάσεις που απορρέουν από την εξασθένηση της θέσης της μετά την αποτυχία της στο Ιράκ. Φυσικά, οι ΗΠΑ παραμένουν η πιο σημαντική δύναμη στον κόσμο, αλλά έχουν υποστεί μια σχετική παρακμή απέναντι στους διεθνείς και περιφερειακούς αντιπάλους τους, ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή.
Η αποτυχία της αμερικανικής εισβολής στο Ιράκ το 2003 και η παγκόσμια οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση του 2007 και του 2008 ήταν σοβαρά πλήγματα στην ηγεμονία των ΗΠΑ. Αυτό άφησε περισσότερο χώρο για άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις όπως η Κίνα και η Ρωσία, αλλά επίσης ωφέλησε περιφερειακές δυνάμεις σε όλο τον κόσμο. Η σχετική παρακμή των ΗΠΑ επέτρεψε σε όλα αυτά τα κράτη να ενεργήσουν πιο αυτόνομα και κατά περιόδους σε αντίθεση με τα συμφέροντα των ΗΠΑ.
Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στη Μέση Ανατολή. Η Ρωσία μπόρεσε να αυξήσει την επιρροή της και να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη Συρία για τη διάσωση του καθεστώτος Άσαντ, ενώ διάφορα περιφερειακά κράτη όπως το Ιράν, η Τουρκία, η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και το Ισραήλ διαδραμάτισαν όλο και μεγαλύτερο ρόλο στην περιοχή παρεμβαίνοντας στις επαναστατικές διαδικασίες για την υποστήριξη διαφόρων παραγόντων που έρχονται σε σύγκρουση με τα λαϊκά αιτήματα για δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα.
Οι έχθρες και οι διαγκωνισμοί μεταξύ όλων αυτών των παραγόντων έχουν εντείνει τις συγκρούσεις και τις εντάσεις ενώ παράλληλα επεκτείνουν την επιρροή της αντεπανάστασης σε όλη την περιοχή.
Ταυτόχρονα, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι διάφορες ιμπεριαλιστικές και περιφερειακές δυνάμεις, παρά τις αντιπαραθέσεις τους, μπορούν να συνεργαστούν όταν απειλείται το παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Για παράδειγμα, όλοι έχουν κοινά συμφέροντα από την ήττα των λαϊκών επαναστάσεων στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένης της Συρίας, και στη διατήρηση του status quo.
Όλα αυτά τα καθεστώτα είναι καπιταλιστικές δυνάμεις και εχθροί των λαϊκών εξεγέρσεων. Ενδιαφέρονται για ένα σταθερό πολιτικό περιβάλλον που θα τους επιτρέπει να οικοδομήσουν και να αναπτύξουν την πολιτική τους εξουσία και τη συσσώρευση κεφαλαίων εις βάρος των λαϊκών τάξεων.
Οι προοδευτικές δυνάμεις δεν πρέπει να επιλέγουν μεταξύ των διεθνών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων ή των περιφερειακών δυνάμεων που ανταγωνίζονται για πολιτικά οφέλη και για την εκμετάλλευση των πόρων και των λαών. Ο αγώνας των προοδευτικών δυνάμεων πρέπει πάντα να είναι υπέρ των συμφερόντων των εργατικών και λαϊκών τάξεων στον αγώνα τους για απελευθέρωση και χειραφέτηση ενάντια σε όλες τις μορφές ιμπεριαλισμού.
Μετάφραση: e la libertà
Joseph Daher, «Lebanon in the crucible of regional conflict», SocialistWorker.org, 27 Νοεμβρίου 2017 και αναδημοσίευση στο Europe Solidaire Sans Frontières, 27 Νοεμβρίου 2017.