Δευτέρα, 06 Νοεμβρίου 2023 23:30

Πώς η Χαμάς έγινε το βίαιο πρόσωπο της παλαιστινιακής αντίστασης

Γάζα, διαδήλωση αλληλεγγύης στους Παλαιστίνιους της Ιερουσαλήμ/Αλ-Κουντς, 23 Απριλίου 2021 (AP Photo/Khalil Hamra)

 

 

Tareq Baconi

 

Πώς η Χαμάς έγινε το βίαιο πρόσωπο της παλαιστινιακής αντίστασης

 

Συνέντευξη στον Daniel Denvir

 

 

Μετά την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου που σκότωσε 1.400 Ισραηλινούς, η πολιτική τάξη στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε ολόκληρο τον κόσμο έσπευσε να συσπειρωθεί πίσω από το Ισραήλ, καθώς αυτό ξεκίνησε τη δική του βίαιη εκστρατεία αντιποίνων. Μέχρι στιγμής, πάνω από 8.000 Παλαιστίνιοι, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων ήταν άμαχοι, έχουν σκοτωθεί από ισραηλινές βόμβες που έπεσαν σε σχολεία, νοσοκομεία, τζαμιά, εκκλησίες και προσφυγικούς καταυλισμούς.

Παρά τη δημόσια υποστήριξη για την κατάπαυση του πυρός, οι πολιτικοί επιμένουν ότι ακόμη και η προσπάθεια ερμηνείας των ενεργειών της Χαμάς σημαίνει ότι προσφέρεται υπεράσπιση της τρομοκρατίας. Ο Tareq Baconi, συγγραφέας του βιβλίου Hamas Contained: The Rise and Pacification of Palestinian Resistance, μίλησε στον Daniel Denvir στο podcast του Jacobin the Dig για την προέλευση της Χαμάς από τις αποτυχημένες δεκαετίες των ειρηνευτικών συνομιλιών μεταξύ Ισραήλ και Φατάχ. Αυτές οι προσπάθειες, των οποίων το αποκορύφωμα ήταν οι Συμφωνίες του Όσλο του 1993, το μόνο που κατάφεραν ήταν να κανονικοποιήσουν το ισραηλινό απαρτχάιντ, δημιουργώντας ένα καθεστώς στο οποίο το Ισραήλ αστυνομεύει τη Δυτική Όχθη και διατηρεί τη Γάζα ως υπαίθρια φυλακή, υποστηρίζει ο Baconi.

Ο Baconi, προσφέρει το απαραίτητο πλαίσιο κατανόησης για τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου, τα οποία θεωρεί ως την προσπάθεια της Χαμάς να αποτρέψει κάθε προσπάθεια κανονικοποίησης του καθεστώτος απαρτχάιντ και να διασφαλίσει ότι η σταθερότητα στη Μέση Ανατολή δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την απελευθέρωση της Παλαιστίνης.

 

 

Daniel Denvir: Ας ξεκινήσουμε με την πρώιμη ιστορία της. Η Χαμάς ιδρύθηκε τον Δεκέμβριο του 1987, στον προσφυγικό καταυλισμό Σάτι της Γάζας, στη διάρκεια των μαζικών εξεγέρσεων της πρώτης Παλαιστινιακής Ιντιφάντα. Αυτό συνέβη είκοσι χρόνια αφότου το Ισραήλ κατέλαβε για πρώτη φορά τη Γάζα, την Ανατολική Ιερουσαλήμ και τη Δυτική Όχθη. Και σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά την ίδρυση του Ισραήλ από Εβραίους εποίκους, η Νάκμπα είχε εκδιώξει εκατοντάδες χιλιάδες Παλαιστίνιους πέρα από τα σύνορα της περιοχής που έγινε το εβραϊκό κράτος. Τι παρακίνησε τους ιδρυτές της Χαμάς να ιδρύσουν αυτή τη νέα οργάνωση εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή; Γιατί πίστεψαν ότι μια ισλαμιστική οργάνωση αντίστασης ήταν απαραίτητη για τη συνέχιση του αγώνα με αυτόν τον τρόπο σε εκείνη τη συγκεκριμένη συγκυρία;

Tareq Baconi: Ήταν μια χρονική στιγμή, της οποίας είχε προηγηθεί περίπου μια δεκαετία εσωτερικού προβληματισμού και σκέψης μεταξύ των ηγετών της Χαμάς. Για να αναφερθούμε λοιπόν λίγο στην ιστορία για να πλαισιώσουμε εκείνη τη στιγμή του 1987, η Μουσουλμανική Αδελφότητα, η οποία ιδρύθηκε στην Αίγυπτο το 1928, είχε παραρτήματα στην Παλαιστίνη. Αυτά τα παραρτήματα λειτουργούσαν στην Παλαιστίνη από πριν από τη Νάκμπα, δηλαδή καθ’ όλη τη δεκαετία του ’40 και στη συνέχεια τις δεκαετίες του ’50 και του ’60.

Η Μουσουλμανική Αδελφότητα έχει μια πολύ συγκεκριμένη ιδεολογία που επικεντρώνεται στην ισλαμοποίηση. Ουσιαστικά, επικεντρώνεται στη δημιουργία μιας κοινωνίας ενάρετης και θεμελιωμένης στο Ισλάμ, η οποία θα τηρεί τις ηθικές αξίες που προβάλλει το Ισλάμ. Και πίστευε στην ιδέα ότι αν μια παλαιστινιακή κοινωνία που είναι ενάρετη και ηθική είναι υπαρκτή και δημιουργηθεί, τότε αυτός είναι ο δρόμος για την απελευθέρωση – ότι αντί να αντιστέκεται ανοιχτά στην κατοχική δύναμη, στην πραγματικότητα όλη η προσοχή θα πρέπει να επικεντρωθεί στην ισλαμοποίηση.

Και έτσι η Μουσουλμανική Αδελφότητα επένδυσε πολύ χρόνο και πόρους στην ανάπτυξη μιας υποδομής εκπαίδευσης και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων και υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης και όλων των μορφών κοινωνικής πρόνοιας που βασίζονται στις ισλαμικές αξίες. Και στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, κάτι άρχισε να αλλάζει. Οι Παλαιστίνιοι υπό κατοχή –δηλαδή στη Δυτική Όχθη, την Ανατολική Ιερουσαλήμ και τη Λωρίδα της Γάζας– άρχισαν να ξεσηκώνονται εναντίον των ισραηλινών δυνάμεων κατοχής. Και ειδικά στη Λωρίδα της Γάζας, υπήρξε μια αποσχισθείσα ομάδα που ονομαζόταν Ισλαμική Τζιχάντ, η οποία κατά κάποιο τρόπο ανέτρεψε αυτή την ιδεολογία εντελώς.

Αντί να πιστεύουν στην ισλαμοποίηση ως δρόμο προς την απελευθέρωση, βγήκαν και είπαν ότι, στην πραγματικότητα, ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί η απελευθέρωση είναι μέσω της αντίστασης, μέσω του ένοπλου αγώνα. Και μόνο όταν έχουμε την απελευθέρωση μπορούμε να επικεντρωθούμε στην ισλαμική κοινωνία και στην ανάπτυξη αυτής της ενάρετης κοινωνίας που όλοι επιδιώκουμε. Και έτσι αυτό δημιούργησε κάποια πίεση μέσα στο τμήμα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στα παλαιστινιακά εδάφη να αρχίσουν να διερευνούν τρόπους πιο ενεργής εμπλοκής και αντίστασης στην κατοχή.

Έτσι, ενώ στο παρελθόν ήταν αρκετά υποχωρητικοί και κατά κάποιο τρόπο ακόμη και ανοιχτά εξαρτώμενοι από τις κατοχικές δυνάμεις για τις άδειες λειτουργίας τους, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80 άρχισαν να μετατοπίζονται και να εξετάζουν το ενδεχόμενο μιας πιο τυπικής αντίστασης απέναντι στην κατοχή. Και νομίζω ότι αυτό κορυφώθηκε το 1987, που, όπως λέτε, ήταν η αρχή της πρώτης Παλαιστινιακής Ιντιφάντα.

Αυτή ήταν μια περίοδος μαζικής λαϊκής αντίστασης και πολιτικής ανυπακοής. Και εκείνη τη στιγμή, έγινε πολύ σαφές ότι η ιδέα της ισλαμοποίησης, αυτή η αργή τάση, θα έπρεπε να δώσει τη θέση της σε κάτι πιο συγκρουσιακό. Και το κίνημα σκέφτηκε αρχικά ότι θα αποσχιζόταν από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα για να δημιουργήσει τη Χαμάς, το Ισλαμικό Κίνημα Εθνικής Αντίστασης. Αλλά αυτό που τελικά συνέβη ήταν ότι η Χαμάς αναδύθηκε ως ένα κίνημα που απορρόφησε τη μητρική της οργάνωση. Έτσι, κατά κάποιο τρόπο, ολόκληρη η κοινωνική της υποδομή έγινε αναπόσπαστο μέρος της ανάπτυξης του κινήματος ως πολιτικό και στρατιωτικό κίνημα που προσηλώθηκε στην αντίσταση κατά της κατοχής.

 

Daniel Denvir: Καθ’ όλη τη διάρκεια των δεκαετιών του ’50, του ’60 και του ’70, η Μουσουλμανική Αδελφότητα έπρεπε να κινηθεί σε μια αραβική πολιτική σκηνή που κυριαρχούνταν από βαθιά κοσμικά ριζοσπαστικά ρεύματα, ρεύματα όπως ο παναραβικός νασερισμός, αλλά και μεταξύ των Παλαιστινίων, ιδίως, φυσικά, από τη Φατάχ, η οποία ιδρύθηκε το 1959.

Θέλω να επιστρέψω σε εκείνη τη στιγμή, επειδή δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τη Χαμάς και την ίδρυσή της χωρίς να κατανοήσουμε τη Φατάχ και την ευρύτερη Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, ή ΟΑΠ, της οποίας η Φατάχ θα γινόταν ηγέτης. Και αυτό γιατί, όπως υποστηρίζετε, η Χαμάς ιδρύθηκε βασικά ως κριτική σε αυτό που είχε γίνει η ΟΑΠ και η Φατάχ στα τέλη της δεκαετίας του ’80, αλλά ιδρύθηκε επίσης με ένα είδος σεβασμού για τη Φατάχ και την ΟΑΠ, όπως ήταν στις πρώτες μέρες τους.

Η Χαμάς ιδρύθηκε ως σχέδιο για την αναβίωση αυτής της ασυμβίβαστης προσήλωσης στην εθνική απελευθέρωση μέσω του ένοπλου αγώνα. Αλλά πριν επιστρέψουμε στο 1987, ας ξετυλίξουμε αυτή την ιστορία. Μιλήστε μας για την ιστορική περίοδο κατά την οποία ιδρύθηκε η Φατάχ και πώς διαμορφώθηκε από αυτό το παγκόσμιο πλαίσιο της αντιαποικιακής επανάστασης του Τρίτου Κόσμου – ένα πλαίσιο που νομίζω ότι μπορεί να φαίνεται αρκετά μακρινό για πολλούς ανθρώπους, τουλάχιστον στις Ηνωμένες Πολιτείες σήμερα. Ποια ήταν η θεωρία και η πρακτική της αντίστασης και από ποιες πηγές αντλούσε;

Tareq Baconi: Αυτό είναι πραγματικά σημαντικό, για να κατανοήσουμε αυτό το πλαίσιο και να καταλάβουμε πώς η Χαμάς σε αυτή τη μεταβατική στιγμή του 1987 διαφοροποιήθηκε από τον παναραβισμό και την ισλαμοποίηση, και προσπάθησε να απομακρυνθεί από την ιδέα ότι κάποιο από αυτά τα πράγματα θα μπορούσε να αφεθεί να ξεδιπλωθεί και να ξετυλιχτεί πριν οι Παλαιστίνιοι αρχίσουν να ασχολούνται με την άμεση κρίση που αντιμετώπιζαν, η οποία ήταν η κατοχή και ο εποικισμός της γης τους.

Και έτσι αυτό που έκανε η Χαμάς το 1987 ήταν να αποδεσμευτεί από αυτά τα ρεύματα. Αλλά, όπως λέτε, αυτή η ρήξη είχε συμβεί στο πλαίσιο του κοσμικού εθνικισμού προηγουμένως, υπό τη Φατάχ συγκεκριμένα, η οποία στη συνέχεια αναδείχθηκε για να αναλάβει την ΟΑΠ. Και η Φατάχ ξεκίνησε πραγματικά ως μια οργάνωση βασισμένη στις κοινότητες των προσφύγων. Αυτοί οι άνθρωποι, οι Παλαιστίνιοι που εκκαθαρίστηκαν εθνοτικά από την Παλαιστίνη το 1948, κατέληξαν σε προσφυγικούς καταυλισμούς γύρω από την πατρίδα τους: στην Ιορδανία, στο Λίβανο, στη Συρία και στην Αίγυπτο, καθώς και, φυσικά, στη Λωρίδα της Γάζας και στη Δυτική Όχθη.

Το κίνημα αυτό καθοδηγήθηκε σε μεγάλο βαθμό από αυτή την ιδέα άλλων αντιαποικιακών κινημάτων που επιζητούσαν την απελευθέρωση της γης τους. Η διαφορά είναι, και αυτή είναι μια κρίσιμη διαφορά, ότι βρίσκονταν εκτός της πατρίδας τους. Έτσι, σε αντίθεση με άλλα αντιαποικιακά κινήματα που πολεμούσαν τους αποικιοκράτες τους στην πατρίδα τους, ο παλαιστινιακός λαός ήταν διασκορπισμένος και πραγματοποιούσε αυτές τις επιθέσεις εναντίον του Ισραήλ από στρατόπεδα προσφύγων. Και τότε το Ισραήλ οχύρωσε αποτελεσματικά τα σύνορά του και άρχισε να καταστέλλει τους πρόσφυγες που προσπαθούσαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους απειλώντας να τους σκοτώσει ή να τους εκδιώξει ξανά.

Αυτό δημιούργησε μια κατάσταση στην οποία η Φατάχ αναδείχθηκε σε ένα κίνημα που μπορούσε να επιτεθεί από διάσπαρτες κοινότητες προσφύγων – επιτιθέμενη σε αυτό που είχε γίνει ένα εδραιωμένο κράτος. Και αυτό την έφερε ήδη σε πολύ δύσκολη θέση, επειδή άρχισε να εξαπολύει τις επιθέσεις της από χώρες υποδοχής, όπως η Ιορδανία και ο Λίβανος, γεγονός που στη συνέχεια απείλησε αυτές τις χώρες υποδοχής με ισραηλινά αντίποινα.

Ήταν μια χρονική στιγμή που η Φατάχ –και όχι μόνο η Φατάχ, αλλά και άλλες παρατάξεις, όπως το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PFLP) και το Δημοκρατικό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (DFLP)– πραγματοποιούσε επαναστατική ένοπλη αντίσταση κατά του Ισραήλ από την άλλη πλευρά των συνόρων του κράτους. Και νομίζω ότι όλοι θυμόμαστε τις στιγμές των αεροπειρατειών, τη στιγμή των μαχών που έγιναν στην Ιορδανία και αλλού ανάμεσα σε Παλαιστίνιους που θυσίαζαν τη ζωή τους για τον αγώνα και τις ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις.

Αυτή λοιπόν ήταν μια περίοδος κατά την οποία ο αντιαποικιοκρατισμός βρισκόταν σε έξαρση και πολλά αντιαποικιοκρατικά κινήματα αναδεικνύονταν νικηφόρα. Αλλά μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’70 και τις αρχές της δεκαετίας του ’80, δύο πράγματα άρχισαν να συμβαίνουν. Το πρώτο είναι ότι τα όρια της προσήλωσης στην ένοπλη αντίσταση γίνονταν όλο και πιο φανερά – δηλαδή, στην ένοπλη αντίσταση της μορφής που μπόρεσε να ασκήσει η ΟΑΠ.

Το δεύτερο ζήτημα ήταν ότι η διπλωματική και η διεθνής κοινότητα είχαν θέσει όρους στην ΟΑΠ. Αυτοί όριζαν ότι θα της επιτρεπόταν να εισέλθει στους κόλπους της διπλωματικής κοινότητας υπό τον όρο ότι θα αναγνώριζε το κράτος του Ισραήλ και θα παραιτούνταν από την ένοπλη αντίσταση. Και έτσι αυτή η πίεση αυξανόταν στην ΟΑΠ και στην παλαιστινιακή ηγεσία. Και καθ’ όλη τη δεκαετία του ’80, βλέπουμε εσωτερικές συζητήσεις στις οποίες η ΟΑΠ διερευνά το ενδεχόμενο να υποχωρήσει σε αυτές τις απαιτήσεις.

Το 1988, η ΟΑΠ βγάζει μια διακήρυξη με την οποία επαναδιατυπώνει την ανεξαρτησία του κράτους της Παλαιστίνης, η οποία ουσιαστικά ισοδυναμούσε με μια ιστορική παραχώρηση εκ μέρους των Παλαιστινίων. Ουσιαστικά, η ΟΑΠ αποδέχθηκε την απώλεια του 78% της ιστορικής πατρίδας των Παλαιστινίων από το Ισραήλ και αποδέχθηκε τη δημιουργία ενός παλαιστινιακού κράτους στο 22% της γης. Αυτή η παραχώρηση είναι μια παραχώρηση που η Χαμάς στη συνέχεια αμφισβήτησε.

Η Χαμάς –ενώ η ΟΑΠ βγαίνει από αυτή τη στιγμή της επαναστατικής έξαρσης και κατά κάποιο τρόπο καταθέτει τα όπλα της και παραδέχεται ότι τώρα η διπλωματία είναι ένας δρόμος προς τα εμπρός– εμφανίζεται ως ένα κίνημα που αμφισβητεί αυτόν τον συμβιβασμό. Αντί της διπλωματίας, υποστηρίζουν, πρέπει να παραμείνουμε προσηλωμένοι στην ένοπλη αντίσταση για την πλήρη απελευθέρωση, μόνο που το κάνουμε με μια ιδεολογία που είναι ισλαμική και όχι κοσμική.

 

Daniel Denvir: Πώς η φιλειρηνική στάση της ΟΑΠ διαμόρφωσε τη Χαμάς κατά την ίδρυσή της και τα πρώτα χρόνια της; Ποιο εναλλακτικό όραμα πρότεινε η Χαμάς παίρνοντας αυτό το λάβαρο της αντίστασης; Ποια ήταν η θεωρία της Χαμάς για το πώς η στρατηγική της θα οδηγούσε στην απελευθέρωση και ποια ήταν η εκτίμησή της για τους λόγους για τους οποίους η ΟΑΠ είχε αποτύχει;

Tareq Baconi: Θέλω να πω, νομίζω ότι η ιστορική υποχώρηση της ΟΑΠ το 1988, η οποία αργότερα έγινε η Συμφωνία του Όσλο, ήταν κάτι από το οποίο η Χαμάς έμαθε πολλά με διάφορους τρόπους κατά τη διάρκεια των χρόνων της. Στα πρώτα της χρόνια, η Χαμάς ήταν αρκετά αφελής πιστεύοντας ότι η παραχώρηση που έκανε η ΟΑΠ ήταν κάτι που θα ήταν αδύνατο να κάνει το κίνημα, επειδή ιδεολογικά το κίνημα ήταν αντίθετο στην ίδια την έννοια της διχοτόμησης. Πίστευε αφελώς ότι δεν θα έμπαινε ποτέ σε μια κατάσταση όπου θα έπρεπε επίσης να υποστηρίξει την έννοια της διχοτόμησης. Το Ισλάμ και η ισλαμική του ιδεολογία θα του παρείχαν επαρκή ιδεολογική υποστήριξη, ώστε να είναι σε θέση να απωθήσει ή να επιβιώσει απέναντι σε κάθε μορφή πίεσης που θα το ανάγκαζε να αποδεχτεί τη διχοτόμηση.

Λέω αφελώς, επειδή νομίζω ότι με την πάροδο των ετών, η Χαμάς κατάλαβε ότι η διατήρηση αυτής της θέσης που αντιτίθεται στη διχοτόμηση είναι μια πολύ πιο δύσκολη δέσμευση από ό,τι θα μπορούσε να είχε προβλέψει τα πρώτα χρόνια. Και έτσι, για να επιστρέψω στην ερώτησή σας, νομίζω ότι αυτό που έμαθε η Χαμάς από την ιστορική υποχώρηση της ΟΑΠ είναι ότι η πραγματική παραίτηση από την ένοπλη αντίσταση και η αποδοχή της διχοτόμησης δεν θα οδηγήσει στην απελευθέρωση. Ακριβώς το αντίθετο, θα οδηγούσε σε περαιτέρω ήττα και περαιτέρω συμβιβασμό, και αυτό είναι ένα μάθημα που η Χαμάς έμαθε πολύ καθαρά κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90 και οι Παλαιστίνιοι γενικά, ακόμη και πέρα από τη Χαμάς, αναγνωρίζουν ότι ακόμη και αφού αποδέχθηκαν αυτή τη μεγάλη, μεγάλη υποχώρηση της εγκατάλειψης του 78% των εδαφών τους, η διεθνής κοινότητα δεν πίεσε το Ισραήλ να αποδεχτεί οποιεσδήποτε παραχωρήσεις.

Για παράδειγμα, το ισραηλινό σχέδιο εποικισμού συνεχίστηκε και οι Παλαιστίνιοι δεν ανταμείφθηκαν για τις υποχωρήσεις τους με οποιαδήποτε μορφή αυτοδιάθεσης. Αντίθετα, η υποχώρησή τους χρησιμοποιήθηκε για να υπονομεύσει κάθε είδους αποτελεσματική παλαιστινιακή φωνή που θα μπορούσε να αποσπάσει παραχωρήσεις από το Ισραήλ. Το μόνιμο μάθημα που πήρε η Χαμάς από την ΟΑΠ είναι ότι δεν μπορείς να υποχωρήσεις και σίγουρα δεν μπορείς να μπεις σε οποιαδήποτε μορφή διαπραγματεύσεων από θέση αδυναμίας.

Και βλέπουμε αυτό το μάθημα να αναδεικνύεται με τη Χαμάς τα επόμενα χρόνια, όπου εξετάζει το ενδεχόμενο πραγματικών διαπραγματεύσεων με το Ισραήλ, αλλά συνεχίζει να λέει ότι δεν θα καταθέσει τα όπλα μέχρι να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις. Έτσι, σε αντίθεση με αυτό που έκανε η ΟΑΠ, δηλαδή να υποχωρήσει και στη συνέχεια να περιμένει κάποια μορφή ανταμοιβής. Η Χαμάς κατάλαβε πραγματικά ότι αυτά τα μέρη δεν διαπραγματεύονταν με καλή πίστη και ότι δεν μπορεί να υπάρξει παραχώρηση από θέση αδυναμίας. Πρέπει να γίνουν παραχωρήσεις ή διαπραγματεύσεις από τη θέση της ένοπλης αντίστασης.

 

Daniel Denvir: Ποια ήταν συγκεκριμένα η σημασία για την παλαιστινιακή πολιτική και για το εθνικό κίνημα της ΟΑΠ αυτής της παραχώρησης και τελικά της συμφωνίας σε αυτό που κατ’ ευφημισμόν ονομάζεται συντονισμός ασφαλείας με το Ισραήλ;

Tareq Baconi: Όταν η ΟΑΠ παραδέχθηκε τη διχοτόμηση της Παλαιστίνης, αυτό την έβαλε στο μαντρί των διπλωματικών διαπραγματεύσεων. Και υπήρξε μια χρονική στιγμή, και αναφέρομαι συγκεκριμένα στις διαπραγματεύσεις της Μαδρίτης, όπου οι Παλαιστίνιοι διαπραγματευτές πίεζαν πολύ αποτελεσματικά για τη δημιουργία ενός παλαιστινιακού κράτους στο 22% της γης της Παλαιστίνης.

Τώρα, ιδεολογικά, μπορεί να είμαστε αντίθετοι με τη διχοτόμηση της Παλαιστίνης, αλλά υπήρχε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η παραχώρηση της ΟΑΠ θα μπορούσε να έχει δημιουργήσει παλαιστινιακή κρατική οντότητα, η οποία ανατράπηκε εντελώς από τις συμφωνίες του Όσλο, διότι, όπως είπατε προηγουμένως, οι συμφωνίες του Όσλο έγιναν όταν η ισραηλινή κυβέρνηση εξασφάλισε την αναγνώριση της ΟΑΠ για το κράτος του Ισραήλ. Αλλά σε αντάλλαγμα έδωσε αναγνώριση μόνο στην ΟΑΠ ως τον μοναδικό νόμιμο εκπρόσωπο του παλαιστινιακού λαού.

Στις συμφωνίες του Όσλο δεν υπήρχε καμία διατύπωση για ένα παλαιστινιακό κράτος, για την αυτοδιάθεση των Παλαιστινίων, για το δικαίωμα των προσφύγων να επιστρέψουν ή για τον τερματισμό του σχεδίου του Ισραήλ για την οικοδόμηση εποικισμών. Και αυτό ήταν μια μεγάλη ήττα. Για πολλούς Παλαιστίνιους, οι Συμφωνίες του Όσλο ήταν η πλήρης συνθηκολόγηση της ΟΑΠ με τις απαιτήσεις του Ισραήλ. Αυτή ήταν η στιγμή που ο Έντουαρντ Σαΐντ τη χαρακτήρισε ως τις Παλαιστινιακές Βερσαλλίες.

Αυτό που θεσμοθετήθηκε, είναι ότι μέσω των Συμφωνιών του Όσλο, δημιουργήθηκε αυτή η κυβερνητική οντότητα, η οποία αναφέρεται ως Παλαιστινιακή Αρχή. Η Παλαιστινιακή Αρχή θεωρητικά προοριζόταν να είναι το έμβρυο ενός μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους, αλλά στην πραγματικότητα ήταν ουσιαστικά ένα Μπαντουστάν. Ήταν λοιπόν μια αρχή που είχε δεσμευτεί να διοικεί τον άμαχο πληθυσμό υπό τον έλεγχό της, ενώ λειτουργούσε κάτω από το γενικότερο πλαίσιο του ισραηλινού απαρτχάιντ και της ισραηλινής κατοχής.

Έτσι έγινε μια αρχή που ουσιαστικά παγίωσε τους Παλαιστίνιους υπό κατοχή. Και αυτό σήμαινε μερικά πράγματα. Πρώτον, απάλλαξε το Ισραήλ από την υποχρέωση να φροντίζει τον άμαχο πληθυσμό που βρισκόταν υπό τον έλεγχό του. Και αυτό αποτελεί παραβίαση του διεθνούς δικαίου, το οποίο ορίζει ότι η κατοχική δύναμη πρέπει πάντα να φροντίζει για τους αμάχους που βρίσκονται υπό τον έλεγχό της. Και έτσι, αναλαμβάνοντας αυτή την ευθύνη, απάλλαξε το Ισραήλ από την ευθύνη να ενεργεί ως κατοχική δύναμη. Ξεγέλασε τη διεθνή κοινότητα ώστε να πιστέψει ότι αυτό ήταν το πλαίσιο για ένα μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος, αντί για αυτό που είναι στην πραγματικότητα: μια κυβερνητική αρχή υπό κατοχή, ένα είδος μοντέλου Μπαντουστάν. Και τρίτον και σημαντικότερο, εμπόδισε τον παλαιστινιακό απελευθερωτικό αγώνα να μπορέσει να απευθυνθεί στους Παλαιστίνιους στο σύνολό τους.

Έτσι, οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες, οι Παλαιστίνιοι της διασποράς, οι Παλαιστίνιοι πολίτες του Ισραήλ, αποκλείστηκαν. Αντί το παλαιστινιακό απελευθερωτικό σχέδιο να είναι ένα σχέδιο που λειτουργεί εκ μέρους των Παλαιστινίων ως λαού, η Παλαιστινιακή Αρχή έγινε μια αρχή που μιλούσε εκ μέρους της παλαιστινιακής εκλογικής ομάδας που βρίσκεται υπό κατοχή. Και έτσι, κατά τη διάρκεια των χρόνων λειτουργίας της, βλέπουμε την ΟΑΠ, η οποία είναι ο μοναδικός νόμιμος εκπρόσωπος του παλαιστινιακού λαού –αυτό το αντιαποικιακό απελευθερωτικό κίνημα που στο απόγειό του ζητούσε την πλήρη απελευθέρωση της Παλαιστίνης– να υποβιβάζεται σε μια αρχή που κυβερνά ένα μικρό τμήμα των Παλαιστινίων υπό ισραηλινό έλεγχο, και μάλιστα δεσμεύεται για την ισραηλινή ασφάλεια μέσω του συντονισμού ασφαλείας. Ο σχηματισμός της Παλαιστινιακής Αρχής καταλήγει να υπονομεύει το παλαιστινιακό απελευθερωτικό σχέδιο μετατρέποντάς το στην πραγματικότητα σε ένα απλό σχέδιο διακυβέρνησης υπό καθεστώς απαρτχάιντ.

 

Daniel Denvir: Το 1994, επτά χρόνια πριν η Χαμάς εκτοξεύσει την πρώτη της ρουκέτα στο Ισραήλ, εξαπέλυσε την πρώτη βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας, σκοτώνοντας επτά Ισραηλινούς. Πώς και γιατί εμφανίστηκε αυτή η τακτική όταν εμφανίστηκε, αμέσως μετά την υπογραφή των συμφωνιών του Όσλο από την ΟΑΠ; Έχετε γράψει ότι το παλαιστινιακό κοινό αντιτάχθηκε στις βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας και στο Ισραήλ τις εκμεταλλεύτηκε ο [Μπέντζαμιν] Νετανιάχου, ο οποίος έγινε με επιτυχία πρωθυπουργός για πρώτη φορά το 1996.

Η Χαμάς θα μπορούσε πάντα να αντιτείνει, φυσικά, ότι οι εναλλακτικές στρατηγικές έχουν επίσης αποτύχει, και θα αποδεικνυόταν ότι είχαν δίκιο ότι το Όσλο, για παράδειγμα, θα κατέληγε απλώς να είναι ένα αναδιαμορφωμένο σύστημα ισραηλινού ελέγχου. Ποιος είναι ο λόγος για τις βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας; Και ποιο ήταν το όραμα της Χαμάς για τον ένοπλο αγώνα, συμπεριλαμβάνοντας τη στόχευση Ισραηλινών πολιτών; Και πώς αυτό το όραμα σχετιζόταν και συγκρινόταν ή και απέκλινε από αυτή τη μακρά ιστορία του ένοπλου αγώνα σε αυτό που μέχρι τότε ήταν ένα εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα υπό κοσμική ηγεσία;

Tareq Baconi: Νομίζω ότι στο πλαίσιο της εκκίνησης του ένοπλου αγώνα της Χαμάς, υπάρχει μια θεμελιώδης διαφορά από την ΟΑΠ που εξαπολύει τις επιθέσεις της γύρω από το Ισραήλ. Στην περίπτωση της ΟΑΠ, οι περισσότεροι από τους μαχητές με τους οποίους κατέληξε να εμπλακεί στην ένοπλη αντίστασή της ήταν στρατιωτικά στελέχη λόγω του γεγονότος ότι δεν είχε αναγκαστικά τη δυνατότητα να πλησιάσει Ισραηλινούς Εβραίους πολίτες επειδή βρισκόταν εκτός των συνόρων του κράτους.

Αλλά ακόμη και στην ιστορία της ΟΑΠ, υπήρχαν επιθέσεις εναντίον Εβραίων πολιτών, όχι απαραίτητα Ισραηλινών, σε αεροπειρατείες και σε άλλα πλαίσια, αλλά ο λόγος ήταν πάντα ότι αυτή είναι μια διαδικασία ή μια πολιτική που υιοθετείται προκειμένου να ασκηθεί πίεση στο Ισραήλ και στα μέλη της διεθνούς κοινότητας να μην αγνοήσουν το ζήτημα της Παλαιστίνης. Μπορεί να έχουμε τις δικές μας απόψεις σχετικά με την ηθική των αγώνων της ΟΑΠ και τον τρόπο με τον οποίο διεξάγονταν ας πούμε, αεροπειρατείες αεροσκαφών ή σφαγές αλλού – αλλά στρατηγικά, κατέληξαν να τοποθετούν το παλαιστινιακό ζήτημα στο επίκεντρο της διεθνούς ατζέντας.

Η τακτική λοιπόν των βομβιστικών επιθέσεων αυτοκτονίας ήταν κάτι που διδάχτηκε από τη Χεζμπολάχ. Το 1994, η ισραηλινή κυβέρνηση συγκέντρωσε εκατοντάδες αξιωματούχους της Χαμάς και μέλη του κινήματος και τους απέλασε στο Λίβανο. Ουσιαστικά, επρόκειτο για μια βίαιη μεταφορά Παλαιστινίων υπό ισραηλινή κυριαρχία εκτός των συνόρων του κράτους. Αυτό ήταν μια μαζική αποτυχία, διότι αντί να απελαθεί η Χαμάς και να εξαφανιστεί από τα μάτια και από το μυαλό μας, έθεσε στο επίκεντρο της προσοχής το πρόβλημα των Παλαιστινίων και επέτρεψε στη Χαμάς να αρχίσει να οργανώνεται και να συνεργάζεται με τη Χεζμπολάχ στο Λίβανο.

Και έτσι εκεί το κίνημα ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με την τακτική των βομβιστικών επιθέσεων αυτοκτονίας. Όταν λοιπόν το κίνημα υιοθέτησε αυτή την τακτική τη δεκαετία του ’90, επικεντρώθηκε σε ένα πράγμα. Επικεντρωνόταν στην υπονόμευση των συζητήσεων του Όσλο, επειδή πίστευε, δικαίως, ότι αυτές οι διαπραγματεύσεις δεν θα προωθούσαν τα παλαιστινιακά δικαιώματα, ότι θα παγίωναν τις παλαιστινιακές ήττες. Και έτσι η χρήση βομβιστικών επιθέσεων αυτοκτονίας χρησιμοποιήθηκε πολύ συγκεκριμένα ως δύναμη για να υπονομεύσει τις διαπραγματεύσεις και να φέρει σε δύσκολη θέση την ΟΑΠ που διαπραγματευόταν από τη θέση ότι είχε εξασφαλίσει τα παλαιστινιακά εδάφη και είχε επιτρέψει την ασφάλεια των Ισραηλινών Εβραίων, και να ασκήσει πίεση στην ισραηλινή κυβέρνηση να απομακρυνθεί κατά κάποιο τρόπο από τις διαπραγματεύσεις.

Έτσι, ήταν μια τακτική αντιπερισπασμού [spoiler tactic], και δεν ήταν μια τακτική που ήταν απλή. Προκάλεσε τεράστια ηθικά και στρατηγικά ερωτήματα στο εσωτερικό του κινήματος σχετικά με το αν θα έπρεπε να υιοθετήσουν ή όχι αυτή την πολιτική. Αλλά εκ των υστέρων, ήταν μια πολιτική –και πάλι, πέρα από την ηθική– που στην πραγματικότητα κατάφερε να υπονομεύσει τις διαπραγματεύσεις.

Είναι πολύ δύσκολο να πούμε αν οι διαπραγματεύσεις θα είχαν οδηγήσει σε ένα παλαιστινιακό κράτος χωρίς τις βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας. Προσωπικά δεν το πιστεύω. Νομίζω ότι η ισραηλινή κυβέρνηση ήταν αποφασισμένη να επεκτείνει το εποικιστικό της σχέδιο ανεξάρτητα από αυτό. Και τώρα καταλαβαίνουμε ότι το Όσλο ήταν ένα σχέδιο που αποσκοπούσε στην εξασφάλιση της παλαιστινιακής αυτονομίας, όχι της κρατικής υπόστασης. Αλλά παρ’ όλα αυτά, εκείνη την εποχή, οι βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας έπαιξαν τεράστιο ρόλο στην υπονόμευση των διαπραγματεύσεων.

 

Daniel Denvir: Πώς αντέδρασε η Χαμάς στη νέα εξέγερση και πώς διαμόρφωσε η δεύτερη Ιντιφάντα το ευρύτερο παλαιστινιακό εθνικό κίνημα και τη θέση της Χαμάς σε αυτό;

Tareq Baconi: Η δεύτερη Ιντιφάντα προέκυψε μέσα από μια περίοδο απελπισίας για τους Παλαιστίνιους. Έχουμε λοιπόν εδώ περίπου δέκα χρόνια κατά τα οποία οι Παλαιστίνιοι και η παλαιστινιακή ηγεσία είχαν προσπαθήσει να κάνουν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να αποδεχτούν και να αναγνωρίσουν το κράτος του Ισραήλ και να προσπαθήσουν να διασφαλίσουν τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη. Εν τω μεταξύ, το κράτος του Ισραήλ επεκτείνει το εποικιστικό του σχέδιο και παγιώνει ακόμη περισσότερο την κατοχή του. Και η προθεσμία για την ίδρυση ενός παλαιστινιακού κράτους έρχεται και παρέρχεται. Και έχουμε στις διαπραγματεύσεις του Καμπ Ντέιβιντ – αυτή την τελική προσπάθεια υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών να προσπαθήσουν να υπάρξει μια συμφωνία όπου όλα τα θέματα, αυτό που αποκαλούν «θέματα του τελικού καθεστώτος», θα είναι στο τραπέζι.

Αλλά ακόμη και την τελευταία στιγμή, βλέπουμε ότι η μέγιστη προσφορά που είναι σε θέση να καταθέσουν οι Ισραηλινοί στο τραπέζι υπολείπεται κατά πολύ των ελάχιστων διεκδικήσεων του παλαιστινιακού λαού. Επομένως, γίνεται σαφές ότι όλες οι διαπραγματεύσεις ήταν στην πραγματικότητα εντελώς μάταιες και ότι στην πραγματικότητα για το Ισραήλ και για τον προστάτη του, τις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι απλώς ένας τρόπος διαχείρισης της κατοχής και μη απόδοσης οποιασδήποτε μορφής ευθύνης στο Ισραήλ για τις παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου.

Όταν αυτό γίνεται φανερό, οδηγεί σε μια τεράστια ρήξη μεταξύ του παλαιστινιακού πληθυσμού. Και αυτή, που προκλήθηκε από την προκλητική επίσκεψη του [τότε Ισραηλινού πρωθυπουργού Αριέλ] Σαρόν στο τέμενος Αλ-Άκσα στην Ιερουσαλήμ, γίνεται αυτή η στιγμή όπου οι Παλαιστίνιοι ξεσηκώνονται ξανά, με τακτικές πολιτικής ανυπακοής και λαϊκής εξέγερσης σε όλα τα κατεχόμενα εδάφη με τρόπους που στην πραγματικότητα έμοιαζαν πολύ με την πρώτη Ιντιφάντα. Η μεγάλη διαφορά εδώ είναι ότι στην πρώτη Ιντιφάντα, σε μια εποχή που ήταν ένα είδος λαϊκής πολιτικής ανυπακοής, ο [Γιτζάκ] Ράμπιν [πρωθυπουργός του Ισραήλ από το 1974-77] κάλεσε ως γνωστόν τον στρατό να σπάσει τα κόκαλα όλων των διαδηλωτών.

Αυτός ήταν λοιπόν ο τρόπος με τον οποίο προσπαθούσαν να ελέγξουν τις διαδηλώσεις στη δεύτερη Ιντιφάντα. Δεν ήταν μόνο το σπάσιμο των κοκάλων, αλλά και η χρήση πραγματικών πυρών. Έτσι πολύ γρήγορα, από την πρώτη μέρα που οι Παλαιστίνιοι άρχισαν να εξεγείρονται, το Ισραήλ χρησιμοποίησε σημαντική δύναμη πυρός, εκατοντάδες χιλιάδες σφαίρες, εναντίον άοπλων πολιτών που εξεγέρθηκαν σε όλη την επικράτεια. Έτσι, σε αντίθεση με την πρώτη Ιντιφάντα, η δεύτερη στρατιωτικοποιήθηκε πολύ γρήγορα και οδήγησε στην κατάρρευση κάθε ιδέας, τουλάχιστον όσον αφορά τη Χαμάς, ότι οι διαπραγματεύσεις ήταν ο δρόμος προς τα εμπρός.

Επομένως, η Χαμάς δεν ήταν το μόνο κόμμα που ήταν προσηλωμένο στην ένοπλη αντίσταση. Αλλά η Χαμάς καθοδηγούσε κατά κάποιο τρόπο τις δραστηριότητες αντίστασης. Τώρα, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, είχε υποφέρει σημαντικά ως κίνημα, επειδή μέσω του συντονισμού ασφάλειας, πολλές από τις υποδομές της είχαν διαλυθεί. Αλλά τους πρώτους μήνες της δεύτερης Ιντιφάντα, κατάφερε πολύ γρήγορα να κινητοποιηθεί και δεσμεύτηκε σε αυτό που ονόμασε «ισορροπία του τρόμου». Αυτή λοιπόν η εκστρατεία είχε έναν πολύ ξεκάθαρο στόχο. Πίστευε ότι μέσω ενός πολέμου φθοράς θα μπορούσε να αναγκάσει το Ισραήλ να υποχωρήσει και να τερματίσει την κατοχή του. Το κίνημα πίστευε ότι αν τρομοκρατούσε επαρκώς τους Ισραηλινούς πολίτες, αυτοί οι πολίτες θα καλούσαν την κυβέρνησή τους να εγκαταλείψει την κατοχή.

Έτσι, το μήνυμά της ήταν: «Τώρα αντιμετωπίζετε εκστρατείες βομβιστικών επιθέσεων αυτοκτονίας στους δρόμους και θέλετε ασφάλεια; Τερματίστε την κατοχή». Αυτό ήταν το μήνυμα που προωθούσε. Και κατά κάποιο τρόπο, ήταν ουσιαστικά ένας πόλεμος φθοράς. Έτσι, κάθε φορά που το Ισραήλ εισέβαλε στα κατεχόμενα εδάφη ή αντιμετώπιζε την παλαιστινιακή αντίσταση με σκληρότητα, η Χαμάς έστελνε βομβιστές αυτοκτονίας στους ισραηλινούς δρόμους.

Αυτό συνέβη στις πρώτες ημέρες της δεύτερης Ιντιφάντα και γρήγορα απέτυχε για διάφορους λόγους, ο σημαντικότερος εκ των οποίων είναι ότι αυτό συνέβη μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών, πράγμα που σήμαινε ότι το δόγμα του πολέμου κατά της τρομοκρατίας βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη. Οι ισραηλινές αρχές μπόρεσαν να πείσουν την αμερικανική κυβέρνηση ότι η δεύτερη Ιντιφάντα ισοδυναμούσε με την 11η Σεπτεμβρίου του Ισραήλ.

 

Daniel Denvir: Και ότι οποιαδήποτε παλαιστινιακή αντίσταση, ιδιαίτερα αλλά όχι αποκλειστικά της Χαμάς, ήταν αναπόσπαστο μέρος της ίδιας ισλαμικής τρομοκρατίας με την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονταν σε έναν αυτοαποκαλούμενο υπαρξιακό πόλεμο.

Tareq Baconi: Ακριβώς. Αυτό σήμαινε ότι το ισραηλινό καθεστώς είχε ουσιαστικά το ελεύθερο να ενεργεί με δυσανάλογη βία εναντίον των Παλαιστινίων. Και έτσι, αντί οι βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας να δημιουργήσουν μια δυναμική όπου το Ισραήλ θα υποχωρούσε από τα εδάφη, στην πραγματικότητα δημιούργησαν μια δυναμική οχύρωσης κατά κάποιο τρόπο. Έτσι βλέπουμε τις μεγαλύτερες εισβολές στους προσφυγικούς καταυλισμούς, όπως ο προσφυγικός καταυλισμός της Τζενίν και άλλοι προσφυγικοί καταυλισμοί σε όλη τη Δυτική Όχθη.

Το Ισραήλ χρησιμοποίησε την πλήρη στρατιωτική του δύναμη για να επιστρέψει στα κατεχόμενα εδάφη που φαινομενικά είχε παραχωρήσει στην Παλαιστινιακή Αρχή. Επανακαταλαμβάνει όλα αυτά τα εδάφη και συντρίβει κάθε μορφή παλαιστινιακής αντίστασης. Και έτσι βλέπουμε, κατά τη διάρκεια αυτής της μετάβασης, τα αιτήματα της Χαμάς να αλλάζουν. Αντί να χρησιμοποιεί τη στρατηγική της ισορροπίας του τρόμου, βασιζόμενη σε βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας για να αναγκάσει το Ισραήλ να παραιτηθεί από την κατοχή του, η Χαμάς αλλάζει στην πραγματικότητα την τακτική της και αρχίζει να ζητά εναλλακτικά μέσα εμπλοκής με την ισραηλινή δύναμη με τις ισραηλινές αρχές. Έτσι, αρχίζει να εστιάζει συγκεκριμένα στα κατεχόμενα εδάφη. Επιτίθεται σε εποίκους αντί να στέλνει βομβιστές αυτοκτονίας μέσα στο Ισραήλ. Και αρχίζει να αλλάζει την τακτική της για να διερευνήσει άλλες μορφές αντίστασης, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής και διπλωματικής αντίστασης.

Οι επιθέσεις της Χαμάς δεν πέτυχαν την αποτροπή, που ήταν αυτό που ήθελαν, αλλά το αντίθετο: όλο και πιο βίαια ισραηλινά αντίποινα που έφτασαν σε αυτό το νέο αποκορύφωμα με την εισβολή στους προσφυγικούς καταυλισμούς και όλες τις άλλες επιθέσεις που αποτέλεσαν την Επιχείρηση Αμυντική Ασπίδα το 2002. Αλλά βέβαια, θα ήταν ευκολότερο να υποστηρίξει κανείς ότι το κίνημα θα έπρεπε να δοκιμάσει άλλες μεθόδους, αν το Ισραήλ επέτρεπε να λειτουργήσει κάποια από αυτές τις μεθόδους. Αλλά στην πραγματικότητα, και αυτό θα είναι ένα σταθερό θέμα σε όλη την ιστορία που αφηγούμαστε, και σε όλη αυτή τη συνέντευξη, το Ισραήλ, με την υποστήριξη των ΗΠΑ, έχει αποφασίσει να αποδείξει ότι καμία μέθοδος δεν θα λειτουργήσει, και ότι η μόνη επιλογή είναι η συνθηκολόγηση.

Αυτό που έκανε η Χαμάς είναι να αναγκάσει το Ισραήλ να αμφισβητήσει τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να αντιμετωπίσει το παλαιστινιακό ζήτημα. Βλέπουμε λοιπόν να συμβαίνουν διάφορα πράγματα στο τέλος της δεύτερης Ιντιφάντα, ένα από τα οποία είναι η απόφαση του Σαρόν να απεμπλακεί από τη Λωρίδα της Γάζας.

Αλλά ειδικά για τη Χαμάς, η προσήλωση στην ένοπλη αντίσταση, όπως λέτε, αρχίζει να υποχωρεί και αρχίζει να καταλαβαίνει ότι ίσως υπάρχουν άλλες μορφές δράσης, πολιτική ή διπλωματική δράση, προκειμένου να διασφαλιστούν τα δικαιώματα των Παλαιστινίων. Ωστόσο, καταλαβαίνουν επίσης ότι αυτές οι μορφές δράσης, αυτοί οι δρόμοι δράσης, δεν είχαν επιτύχει στο παρελθόν, ότι το Ισραήλ είχε καταστείλει όλες τις μορφές συμμετοχής των Παλαιστινίων που δεν ήταν ένοπλη αντίσταση. Και το παράδειγμα που είχε μέχρι σήμερα η Χαμάς ήταν η ΟΑΠ και το γεγονός ότι η ΟΑΠ είχε υποχωρήσει και είχε κατεβάσει το όπλο και είχε μπει σε δέκα χρόνια διαπραγματεύσεων, το μόνο στο οποίο κατέληξε ήταν μια κατάσταση όπου ο ισραηλινός στρατός ήταν πιο ισχυροποιημένος στα κατεχόμενα εδάφη από ποτέ άλλοτε. Και έτσι η Χαμάς αρχίζει στη συνέχεια να διερευνά τις προοπτικές πολιτικής δραστηριοποίησης χωρίς να καταθέσει τα όπλα.

 

Daniel Denvir: Ωστόσο, είναι οι Παλαιστίνιοι και η Χαμάς που έχουν παρουσιαστεί ως το αδιάλλακτο μέρος που δεν διαπραγματεύεται.

Tareq Baconi: Ναι, αλλά η ισχύς της ισραηλινής επίθεσης κατά των Παλαιστινίων στη δεύτερη Ιντιφάντα αποκάλυψε στη Χαμάς τα όρια της ένοπλης αντίστασής της. Και έγινε πολύ σαφές στο κίνημα ότι η πλήρης απελευθέρωση, τουλάχιστον στην τρέχουσα εκδοχή της, δεν ήταν δυνατή. Αυτό ήταν εκτός των δυνατοτήτων της. Και έτσι κατά τη διάρκεια των πέντε ετών της δεύτερης Ιντιφάντα, βλέπουμε τη Χαμάς να προωθεί πολύ, πολύ ενεργά και ανοιχτά πολιτικές παρεμβάσεις για να προσπαθήσει να περιορίσει τους θανάτους αμάχων και να προσπαθήσει να τηρήσει τις προσδοκίες της διεθνούς κοινότητας ότι η Παλαιστίνη θα περιοριζόταν στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.

Πρόσφεραν χούντνα ή κατάπαυση του πυρός στις ισραηλινές αρχές. Είπαν, θα αποσύρουμε όλους τους μαχητές μας αν διαλύσετε την κατοχή. Και στη συνέχεια, ακόμη και στην ένοπλη αντίστασή τους, θα περιόριζαν αυτή την αντίσταση στους εποίκους στα κατεχόμενα εδάφη – όχι στους Ισραηλινούς Εβραίους πολίτες εντός των ορίων της ιστορικής Παλαιστίνης, αλλά στους εποίκους που κατέχουν παράνομα οικισμούς στη Δυτική Όχθη ή στη λορίδα της Γάζας.

Και κάνοντάς το αυτό, το κίνημα εμμέσως και όχι τόσο εμμέσως –σε ορισμένες περιπτώσεις ρητά– μιλάει για τη δημιουργία ενός παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967, το οποίο είναι φαινομενικά το αίτημα των ισραηλινών αρχών και της διεθνούς κοινότητας: ότι θα υπάρξει λύση δύο κρατών. Και όμως, αντί να συνεργαστεί με τη Χαμάς, αντί να προσπαθήσει να περιορίσει τους θανάτους αμάχων που συνέβαιναν στην περιοχή και να συνεργαστεί πολιτικά με τη Χαμάς, γίνεται κάθε προσπάθεια να συνεχιστεί η δαιμονοποίηση της Χαμάς ως ένα παράλογο κόμμα που δεν προτείνει εφαρμόσιμες λύσεις.

Αυτό ενισχύει την αφήγηση ότι ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης της Χαμάς ή των Παλαιστινίων ευρύτερα είναι ο στρατιωτικός. Και ο απόηχος αυτού του γεγονότος πηγαίνει τόσο πίσω ιστορικά όσο και προς το μέλλον. Έτσι, ιστορικά, οι Ισραηλινοί πάντα προσπαθούσαν να αποπολιτικοποιήσουν τα παλαιστινιακά κινήματα, ακόμη και την ΟΑΠ στο Λίβανο, παρουσιάζοντάς τα ως τίποτα άλλο παρά τρομοκράτες, και κατά κάποιο τρόπο υπονομεύοντας πλήρως το πολιτικό σχέδιο της ΟΑΠ στο Λίβανο, το οποίο χρησιμοποίησαν για να δικαιολογήσουν την εισβολή τους στη Βηρυτό το 1982. Πιο πρόσφατα, το Ισραήλ αρνήθηκε να ασχοληθεί πολιτικά με τη Χαμάς ή να εμπλακεί με τα πολιτικά της σχέδια, παρουσιάζοντας αντιθέτως τη Χαμάς ειδικά, αλλά και τους Παλαιστίνιους ευρύτερα, ως τρομοκράτες, ακόμη και όταν διεκδικούν τα δικαιώματά τους μέσω μη βίαιων τρόπων.

 

Daniel Denvir: Το 2005 με την κατάπαυση του πυρός το Ισραήλ απέσυρε οκτώ χιλιάδες εποίκους που έλεγχαν το 30% της γης στη λωρίδα της Γάζας. Η Χαμάς το είδε αυτό ως νίκη της αντίστασης, αλλά εσείς υποστηρίζετε ότι το Ισραήλ το είδε ως μέρος μιας στρατηγικής που αποσκοπούσε στην προσάρτηση της Δυτικής Όχθης. Ποιο από τα δύο ήταν;

Tareq Baconi: Ήταν και τα δύο. Έτσι, για τη Χαμάς, το κίνημα βασίστηκε στην πραγματικότητα σε αυτό που αποκαλούσε μοντέλο της Χεζμπολάχ, δηλαδή το μοντέλο αντίστασης που η Χεζμπολάχ πραγματοποίησε κατά των Ισραηλινών, το οποίο τελικά είχε ως αποτέλεσμα το Ισραήλ να παραιτηθεί από τον έλεγχο και την κατοχή του Νότιου Λιβάνου. Η Χαμάς είδε την αποχώρηση οκτώ χιλιάδων εποίκων από τη Λωρίδα της Γάζας από το Ισραήλ ως μια νίκη με την έννοια ότι ήταν σαφές ότι το κράτος ήταν ανίκανο να αντέξει το κόστος της διατήρησης αυτού του οικισμού.

Πρέπει να είμαστε σαφείς: πρόκειται για οκτώ χιλιάδες εποίκους που έλεγχαν το 30% της γης και δύο εκατομμύρια Παλαιστίνιους στο υπόλοιπο 70%. Έτσι, η κλίμακα του περιορισμού των Παλαιστινίων για να δημιουργηθεί χώρος για τους Εβραίους εποίκους ήταν ακραία στη Λωρίδα της Γάζας. Αυτοί οι οκτώ χιλιάδες έποικοι βρίσκονταν στα πιο εύφορα εδάφη, απολάμβαναν εκτεταμένες υποδομές που συνδέονταν απευθείας με το Ισραήλ και απολάμβαναν μια ευρωπαϊκή προαστιακή ζωή με πισίνες και γκαζόν, ενώ δύο εκατομμύρια Παλαιστίνιοι ζούσαν γύρω τους σε προσφυγικούς καταυλισμούς χωρίς υποδομές και χωρίς δυνατότητα μετακίνησης. Οι πιο σκληρές μορφές απαρτχάιντ.

Και έτσι, όταν οι έποικοι αποσύρθηκαν και η κατοχική δομή του Ισραήλ άλλαξε –έτσι ώστε αντί να διατηρεί την κατοχή εκ των έσω προστατεύοντας τους εποίκους, να αναδιαμορφώνεται στη διατήρηση ενός αποκλεισμού της Λωρίδας της Γάζας από το εξωτερικό– η Χαμάς δεν έχει καμία ψευδαίσθηση ότι η κατοχή έχει τελειώσει. Θεωρούν νίκη το γεγονός ότι ανάγκασαν το Ισραήλ να απομακρύνει τους εποίκους του, αλλά δεν έχουν καμία ψευδαίσθηση ότι η κατοχή έχει τελειώσει.

Αλλά κατά κάποιο τρόπο –και στην πραγματικότητα δεν θα ήμουν σε θέση να το πω αυτό με τόση βεβαιότητα πριν από τρεις εβδομάδες– αυτό που είδαμε στις 7 Οκτωβρίου 2023 είναι το αποτέλεσμα του ότι η Χαμάς ήταν σε θέση να χειριστεί αυτή τη λωρίδα γης ως «απελευθερωμένο έδαφος». Παρόλο που ο αποκλεισμός σήμαινε προφανώς ότι οι Παλαιστίνιοι εκεί εξακολουθούσαν να βρίσκονται υπό κατοχή, εντός της Λωρίδας της Γάζας η Χαμάς είχε σχετική αυτονομία με έναν τρόπο που οι Παλαιστίνιοι στη Δυτική Όχθη δεν έχουν, επειδή ο ισραηλινός στρατός εισβάλλει στη Δυτική Όχθη καθημερινά: πραγματοποιεί επιδρομές, τρομοκρατεί τους πολίτες, διαλύει κάθε μορφή οργάνωσης. Έτσι, αυτό που εξακολουθεί να συμβαίνει στη Δυτική Όχθη, δεν συμβαίνει στη Λωρίδα της Γάζας. Και έτσι η Λωρίδα της Γάζας ήταν ένας χώρος όπου η Χαμάς μπορούσε να επικεντρωθεί στην ανάπτυξη των υποδομών της και των πολιτικών, κοινωνικών και στρατιωτικών σχεδίων που της επέτρεψαν να πραγματοποιήσει την επίθεση που έκανε τον Οκτώβριο του 2023.

 

Daniel Denvir: Το 2005, η Χαμάς εισήλθε για πρώτη φορά στην εκλογική αρένα, διεκδικώντας την εξουσία στην Παλαιστινιακή Αρχή – πρώτα στις δημοτικές εκλογές και στη συνέχεια το 2006 κερδίζοντας την πλειοψηφία στις βουλευτικές εκλογές. Γράφετε όμως ότι η Χαμάς ήθελε πραγματικά να μεταρρυθμίσει την ΟΑΠ και όχι να διοικήσει μια Παλαιστινιακή Αρχή, την οποία δικαίως έβλεπε ως εργαλείο διαχείρισης της κατοχής. Τι επεδίωκε η Χαμάς από τη μεταρρύθμιση της ΟΑΠ και γιατί; Αν αυτός ήταν ο ευρύτερος στόχος τους και έβλεπαν την Παλαιστινιακή Αρχή ως θεμελιωδώς συμβιβασμένη, γιατί αποφάσισαν να συμμετάσχουν παρ’ όλα αυτά σε εκλογές;

Tareq Baconi: Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό ερώτημα, και νομίζω ότι είναι ένα ερώτημα με το οποίο η Χαμάς έχει ασχοληθεί εσωτερικά, και δεν είμαι σίγουρος ότι έχει βρει μια αρκετά καλή απάντηση. Επιτρέψτε μου λοιπόν να αναφέρω μερικά πράγματα. Πρώτα απ’ όλα, η ΟΑΠ είναι ο μοναδικός εκπρόσωπος του παλαιστινιακού λαού∙ αυτό πήραν οι Παλαιστίνιοι από τις συμφωνίες του Όσλο. Η Χαμάς και η Ισλαμική Τζιχάντ ήταν πάντα στο περιθώριο της ΟΑΠ.

Έτσι, υπήρξε κάθε προσπάθεια να διασφαλιστεί ότι αυτά τα κόμματα δεν θα εισέλθουν στην ΟΑΠ. Έτσι, το κίνημα ιστορικά πάντα επαναστατούσε εναντίον αυτού και πίστευε ότι απολαμβάνει αρκετή νομιμοποίηση μεταξύ του παλαιστινιακού λαού για να είναι μέρος αυτής της οργάνωσης-ομπρέλας που συγκεντρώνει όλες τις παλαιστινιακές παρατάξεις που αγωνίζονται για την απελευθέρωση. Και μέρος του λόγου που περιθωριοποιήθηκε από την ΟΑΠ είναι ότι η ΟΑΠ το 1988, μέχρι και τις συμφωνίες του Όσλο, αναγνώρισε το κράτος του Ισραήλ και αποδέχθηκε το πλαίσιο του Όσλο.

Και η Χαμάς είναι εναντίον αυτών των συμφωνιών. Η είσοδος της Χαμάς στην ΟΑΠ θα σήμαινε ότι η ΟΑΠ θα έπρεπε να αναμετρηθεί με αυτή την ιστορική υποχώρηση που είχε κάνει, και δεν ήταν πρόθυμη να το κάνει αυτό. Και έτσι το 2005 και το 2006, όταν επιβλήθηκαν οι εκλογές στον παλαιστινιακό λαό, πρέπει να το κατανοήσουμε αυτό στο πλαίσιο του πολέμου κατά της τρομοκρατίας∙ υπήρχε αυτή η προσπάθεια να δημιουργηθεί μια δημοκρατική παλαιστινιακή ηγεσία από την κυβέρνηση Μπους. Έτσι, προωθούν τις εκλογές αφού πολλοί από τους κορυφαίους Παλαιστίνιους ηγέτες δολοφονηθούν ή πεθάνουν.

Αυτό οδηγεί σε μια χρονική στιγμή όπου οι Αμερικανοί πιέζουν για εκλογές εντός της Παλαιστινιακής Αρχής. Τώρα, η Χαμάς βγαίνει και λέει ότι η Παλαιστινιακή Αρχή είναι παράνομη. Οι συμφωνίες του Όσλο απέτυχαν. Δεν μπορούμε να σκεφτούμε τις Παλαιστινιακές Αρχές μέσα από το πλαίσιο των Συμφωνιών του Όσλο. Έτσι, αν κατεβούμε σε αυτές τις εκλογές, κατεβαίνουμε σε αυτές τις εκλογές σε μια στιγμή μετά τη δεύτερη Ιντιφάντα, όπου οι Παλαιστίνιοι αναζητούν να ξαναχτίσουν το πολιτικό τους σχέδιο μετά από αυτή τη συντριπτική βία που χρησιμοποιήθηκε εναντίον των Παλαιστινίων – μετά την αναδιάρθρωση της κατοχής, μετά το θάνατο πολλών Παλαιστινίων ηγετών, συμπεριλαμβανομένου του Αραφάτ και άλλων. Αυτή η στιγμή μετά τη δεύτερη Ιντιφάντα, είναι μια στιγμή αναγέννησης για το παλαιστινιακό απελευθερωτικό σχέδιο.

Και έτσι η Χαμάς, δικαίως ή αδίκως, πίστεψε ότι θα μπορούσε να συμμετέχει στην Παλαιστινιακή Αρχή και χρησιμοποιώντας αυτό το έρεισμα να επαναστατικοποιήσει το παλαιστινιακό πολιτικό κατεστημένο. Ήλπιζαν να χρησιμοποιήσουν το έρεισμα της Παλαιστινιακής Αρχής για να εισέλθουν πραγματικά στην ΟΑΠ, ή να ανοίξουν συζήτηση για όλες τις θεμελιώδεις αρχές που η ΟΑΠ είχε αποδεχτεί μέχρι τότε, οι οποίες περιλάμβαναν την αναγνώριση του κράτους του Ισραήλ. Το κίνημα ήταν πεπεισμένο ότι δεν υπήρχε δυνατότητα διαπραγματεύσεων μετά τη δεύτερη Ιντιφάντα, δεδομένου του πού είχε φτάσει το παλαιστινιακό πολιτικό σχέδιο. Ωστόσο, η άλλη πλευρά αυτού του γεγονότος είναι ότι το Ισραήλ, η ΟΑΠ ή η διεθνής κοινότητα δεν βρίσκονταν σε αυτό το σημείο. Πίστευαν ότι το παλαιστινιακό πολιτικό σχέδιο είχε αποδεκατιστεί αρκετά, ότι ήταν ακριβώς η στιγμή που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την ιδέα της Παλαιστινιακής Αρχής και να ξαναρχίσουν τις διαπραγματεύσεις με τους Παλαιστίνιους σε πιο αδύναμη βάση.

Προκύπτει ένα ασυμβίβαστο προσδοκιών. Η Χαμάς κατεβαίνει στις εκλογές και αυτό ξεκινά αμέσως μια αλυσιδωτή αντίδραση διαφόρων γεγονότων. Το πρώτο είναι ότι η Χαμάς εκλέγεται δημοκρατικά σε εκλογές που ενθαρρύνονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και τις Ηνωμένες Πολιτείες και θεωρούνται δίκαιες από τους διεθνείς παρατηρητές.

 

Daniel Denvir: Συμπεριλαμβανομένου και του Τζίμι Κάρτερ, ο οποίος ήταν εκεί.

Tareq Baconi: Ναι, συμπεριλαμβανομένου του Τζίμι Κάρτερ και άλλων αξιωματούχων της ΕΕ που λένε ότι πρόκειται για δίκαιες εκλογές. Η Χαμάς κερδίζει δημοκρατικά. Αυτό λοιπόν παράγει η παλαιστινιακή δημοκρατία. Και πάλι, θα πρέπει να είμαι σαφής, πρόκειται για Παλαιστίνιους υπό κατοχή. Έτσι, οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες, η διασπορά και οι Παλαιστίνιοι πολίτες του Ισραήλ δεν ψηφίζουν, αλλά αυτή είναι η επιλογή των Παλαιστινίων το 2006 για διάφορους λόγους. Και η αντίδραση της διεθνούς κοινότητας είναι να ξεκινήσει προσπάθειες για να πιέσει για αλλαγή καθεστώτος – να ξεκινήσει προετοιμασίες για ένα πραξικόπημα που θα υπονομεύσει το εκλεγμένο κόμμα και θα επαναφέρει τη Φατάχ, η οποία είναι το κόμμα που έχει δεσμευτεί για διαπραγματεύσεις υπό το ισραηλινό απαρτχάιντ.

Αυτές οι προετοιμασίες παίρνουν τη μορφή οικονομικής, στρατιωτικής και διπλωματικής υποστήριξης κατά της Χαμάς και υπέρ της Φατάχ. Και έτσι έχουμε περίπου ένα χρόνο όπου η Χαμάς προσπαθεί να ξεπεράσει αυτή την απόπειρα πραξικοπήματος και να προσπαθήσει να δημιουργήσει μια Παλαιστινιακή Αρχή που θα είναι ενωμένη, που θα φέρει ακόμη και τη Φατάχ στο κυβερνητικό σώμα – να προσπαθήσει να δημιουργήσει μια Παλαιστινιακή Αρχή που θα αποδέχεται τις διεθνείς αξιώσεις, θα αναγνωρίζει ένα Παλαιστινιακό κράτος στα σύνορα του 1967, θα αποδέχεται τη διχοτόμηση κατά κάποιο τρόπο και θα προτείνει σημαντικές παραχωρήσεις.

Και αντί να εξεταστεί οποιοδήποτε από αυτά, η διεθνής κοινότητα, μέσω αυτού που αποκαλεί όρους του κουαρτέτου, θέτει τους ίδιους όρους που είχε θέσει στην ΟΑΠ πιο πριν –πρέπει να παραιτηθείς από την ένοπλη αντίσταση, να αναγνωρίσεις το κράτος του Ισραήλ και να αποδεχτείς τις συμφωνίες του Όσλο– όταν αυτοί οι όροι δεν χρησιμοποιούνται ή δεν γίνονται αποδεκτοί από το Ισραήλ, το οποίο εξακολουθεί να χρησιμοποιεί ένοπλη βία εναντίον αμάχων, το οποίο έχει υπονομεύσει το Όσλο και συνεχίζει να επεκτείνει τους εποικισμούς του.

Έτσι, πρόκειται πραγματικά για μια προσπάθεια να τεθεί στο περιθώριο η Χαμάς, και λειτουργεί. Διευκολύνει έναν εμφύλιο πόλεμο μεταξύ της Χαμάς και της Φατάχ και οδηγεί σε μια κατάσταση όπου η Χαμάς αναλαμβάνει στη συνέχεια τη λωρίδα της Γάζας και η Φατάχ γίνεται η κυβερνητική αρχή στη Δυτική Όχθη. Και εδώ είναι που βλέπουμε τη θεσμική και πολιτική διαίρεση εντός των παλαιστινιακών εδαφών να αρχίζει να εδραιώνεται.

 

Daniel Denvir: Πώς κέρδισε η Χαμάς αυτές τις εκλογές; Κέρδισαν τους ψηφοφόρους λόγω της αντίστασής τους στο Ισραήλ, ή ήταν περισσότερο για λόγους καλής διακυβέρνησης και της αμείλικτης κριτικής τους στη διαφθορά της Φατάχ, ή ήταν και τα δύο με έναν τρόπο που ίσως είναι αλληλένδετος; Και έπειτα, πώς οραματιζόταν η Χαμάς να κάνει πολιτική με τρόπο που να περιλαμβάνει τη διακυβέρνηση και την αντίσταση;

Tareq Baconi: Νομίζω λοιπόν ότι υπήρξαν πολλές εικασίες σχετικά με το πώς η Χαμάς κέρδισε αυτές τις εκλογές, και νομίζω ότι μια από τις απαντήσεις που ακούμε συχνά είναι ότι κέρδισε ως ψήφος διαμαρτυρίας κατά της Φατάχ. Για να δώσουμε το πλαίσιο, η Φατάχ εκείνη τη στιγμή είχε χάσει μεγάλη νομιμοποίηση, όχι μόνο επειδή έχει δεσμευτεί σε διαπραγματεύσεις που ήταν ξεκάθαρο ότι δεν οδηγούν πουθενά, αλλά και επειδή η ηγεσία της ήταν όλο και πιο διεφθαρμένη και δεν μιλούσε για λογαριασμό των Παλαιστινίων.

Μέχρι τη στιγμή των εκλογών, ήταν σε μεγάλο βαθμό ένα κόμμα που είχε αφήσει πίσω του την ακμή του και ζούσε από την παλιά του δόξα, ένα κόμμα που πλέον δεν ήταν ευθυγραμμισμένο με τους Παλαιστίνιους. Πολλοί άνθρωποι είπαν ή εξήγησαν τη νίκη της Χαμάς στις εκλογές ως ψήφο διαμαρτυρίας κατά της Φατάχ. Νομίζω ότι αυτό υποβαθμίζει αυτό που πραγματικά συνέβη. Η Χαμάς παρουσίασε ένα πολύ συνεκτικό και έξυπνο πολιτικό πρόγραμμα, το οποίο επικεντρώθηκε στην εξυγίανση της Παλαιστινιακής Αρχής. Έτσι, υποστήριξε τη μεταρρύθμιση, αντιτάχθηκε στη διαφθορά και επικεντρώθηκε στις ανάγκες των Παλαιστινίων υπό κατοχή.

Υπό αυτή την έννοια, συνδέθηκε πραγματικά με τους Παλαιστίνιους που ζουν στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας. Αλλά και η αντίσταση της Χαμάς είναι κάτι που υποστηρίζουν οι Παλαιστίνιοι. Μπορεί να έχουν ιδεολογικές διαφορές δεδομένου ότι δεν είναι όλοι οι Παλαιστίνιοι ισλαμιστές, προφανώς, και μπορεί να έχουν διαφορές τακτικής δεδομένου ότι δεν υποστηρίζουν όλοι οι Παλαιστίνιοι τη στόχευση αμάχων – αλλά η ιδέα μιας αντίστασης που αντιμετωπίζει το Ισραήλ με τη βία είναι κάτι που οι Παλαιστίνιοι εκτιμούν, επειδή θεωρείται ως μια μορφή άμυνας απέναντι στην επιθετική αποικιοκρατική βία.

Η ιδέα του συντονισμού ασφαλείας και του συμβιβασμού για τους Παλαιστίνιους σημαίνει την αποδοχή μιας κατάστασης όπου Παλαιστίνιοι άμαχοι σκοτώνονται καθημερινά, χωρίς καμία αντίδραση και χωρίς καμία μορφή προστασίας. Έτσι, η αντιστασιακή δράση της Χαμάς τότε και τώρα εξακολουθεί να είναι κάτι που οι Παλαιστίνιοι θαυμάζουν και εκτιμούν, επειδή θεωρούν ότι τους προστατεύει από την ισραηλινή βία. Όλοι αυτοί οι παράγοντες μαζί σήμαιναν ότι η Χαμάς είχε μια πολύ σταθερή θέση στις εκλογές, και θα πρέπει να πω ότι ήταν πολύ πιο αποτελεσματική στην κινητοποίηση και την οργάνωση από ό,τι ήταν η Φατάχ κατά την προετοιμασία των εκλογών.

Όσον αφορά όμως το δεύτερο μέρος της ερώτησής σας σχετικά με τη διακυβέρνηση, νομίζω ότι η Χαμάς ήταν βαθιά αμφιλεγόμενη ως προς τη διακυβέρνηση. Δεν νομίζω ότι η Χαμάς ήθελε να αναδειχθεί ως κυβερνητική αρχή. Κατά κάποιο τρόπο, η εκλογική νίκη ήταν μια έκπληξη, ακόμη και για τη Χαμάς. Νομίζω ότι αυτό που ήθελε να κάνει το κίνημα ήταν να ανασυγκροτήσει την όλη ιδέα της διακυβέρνησης και να τη μετακινήσει μακριά από τη διοίκηση υπό κατοχή, στην αντίσταση – στο πώς κινητοποιείς τους ανθρώπους υπό κατοχή ώστε να εγκαταλείψουν τη φαντασίωση ότι έχουν μια καλή ζωή και να αρχίσουν να επικεντρώνονται στην αντίσταση στην κατοχή. Αυτή ήταν η ιδέα τους για τη διακυβέρνηση.

Και κατά κάποιο τρόπο, αυτό είναι που βλέπουμε στη Λωρίδα της Γάζας, στο χώρο που πραγματικά κυβερνούσαν τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Νομίζω λοιπόν ότι η ιδέα της διακυβέρνησης, όπως θα μπορούσαμε να την αντιληφθούμε –η φροντίδα ενός πληθυσμού υπό κατοχή– δεν ήταν απαραίτητα κάτι που επιδίωκε η Χαμάς. Φυσικά, επεδίωκε να παράσχει αυτή τη δομή πρόνοιας για τους πολίτες, αλλά ήταν πραγματικά πιο σημαντικό να χρησιμοποιήσει αυτόν τον χώρο για να προωθήσει ένα πολιτικό σχέδιο που αποσκοπούσε στην κατάργηση της κατοχής.

 

Daniel Denvir: Θα πρέπει να σταματήσουμε στο σημείο αυτό της ιστορίας για να μιλήσουμε για το πού εντάσσεται η Χαμάς στην περιφερειακή γεωπολιτική τάξη, τώρα που ξεπεράσαμε το σημείο της ιστορίας όπου έγινε κυβερνητική δύναμη στη Γάζα. Παραδοσιακά, η Χαμάς εξαρτάται από το Ιράν και τη Συρία για υποστήριξη και από τη Χεζμπολάχ ως ισχυρό στρατιωτικό σύμμαχο στα βόρεια σύνορα του Ισραήλ. Τουλάχιστον αυτή ήταν η δυναμική μέχρι που η λεγόμενη Αραβική Άνοιξη περιέπλεξε τα πράγματα.

Πώς εντασσόταν η υποστήριξη και η αντίθεση προς τη Χαμάς στην περιφερειακή γεωπολιτική από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 έως ότου οι διαδηλώσεις γέμισαν την πλατεία Ταχρίρ του Καΐρου; Και στη συνέχεια, πώς αυτές οι μαζικές αντικυβερνητικές διαδηλώσεις σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο –οι οποίες, μεταξύ άλλων, έφεραν για λίγο τους συμμάχους της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην εξουσία στο Κάιρο– άλλαξαν τη γεωπολιτική δυναμική για τη Χαμάς;

Tareq Baconi: Η Χαμάς και η ΟΑΠ πριν από αυτήν είχαν πάντα αντιληφθεί ότι, ως οργάνωση και λαός με φτωχά μέσα, οι Παλαιστίνιοι έπρεπε να βασίζονται σε προστάτες στην περιοχή για να τους παρέχουν οικονομική, στρατιωτική και διπλωματική υποστήριξη. Και η Χαμάς ήταν πραγματικά πολύ καλή στο να εξασφαλίζει αυτή την υποστήριξη από διάφορους φορείς. Έτσι, είχε εμπλακεί σε συζητήσεις με την Αίγυπτο και τη Σαουδική Αραβία και τον Λίβανο και την Ιορδανία και τη Συρία και το Ιράν και το Κατάρ και την Τουρκία κατά τη διάρκεια της ύπαρξής της. Και πάντα είχε διακυμάνσεις και συχνά έφερνε κάποιους από αυτούς τους προστάτες αντιμέτωπους μεταξύ τους. Αλλά αυτό στο οποίο ήταν πάντα πολύ καλή ήταν να διασφαλίζει ότι το σχέδιό της δεν επεκτείνεται ποτέ πέρα από τον άμεσο στόχο της, που είναι η απελευθέρωση της γης της Παλαιστίνης. Με άλλα λόγια, δεν είχε ποτέ, απ’ όσο γνωρίζω, συνεργαστεί για να λειτουργήσει ως πληρεξούσιος περιφερειακών προστατών σε άλλους πολέμους.

Η Χαμάς είχε καλές σχέσεις με τη Σαουδική Αραβία, την Τουρκία και άλλες χώρες. Τα πράγματα άρχισαν πραγματικά να αλλάζουν και έγιναν αρκετά ταραχώδη για το κίνημα μετά την έναρξη των επαναστάσεων στη Μέση Ανατολή. Δύο πράγματα ήταν πραγματικά πολύ σημαντικά. Το πρώτο είναι ότι κατά τις πρώτες ημέρες των επαναστάσεων, η Χαμάς –η οποία πάντα θεωρεί τον εαυτό της ως ένα κίνημα που είναι πολύ συνδεδεμένο με το λαό λόγω της κοινωνικής της υποδομής– ευθυγραμμίστηκε με το συριακό λαό ενάντια στο καθεστώς [του Μπασάρ αλ-] Άσαντ, γεγονός που δημιούργησε ένα μεγάλο ρήγμα. Η πολιτική της πτέρυγα, η οποία είχε την έδρα της στη Δαμασκό, εκδιώχθηκε από τη Συρία. Και η χρηματοδότηση που λάμβανε από το Ιράν, το οποίο φυσικά είναι σύμμαχος του καθεστώτος Άσαντ, τερματίστηκε απότομα τη στιγμή που η Χαμάς ήταν κυβερνητική αρχή.

Αφού την έδιωξαν από τη Συρία, μετέφερε αυτό το πολιτικό γραφείο στο Κατάρ και άρχισε να διαπραγματεύεται άλλες μορφές χρηματοδότησης. Έτσι, αυτή ήταν μία από τις μεγάλες αλλαγές που συνέβησαν μετά την έναρξη των επαναστάσεων. Και η άλλη ήταν ότι τις πρώτες ημέρες και τα πρώτα χρόνια της επανάστασης, είδαμε τη Μουσουλμανική Αδελφότητα να έρχεται στην εξουσία στην Αίγυπτο. Είδαμε τον [Μοχάμεντ] Μόρσι να εκλέγεται δημοκρατικά, και το κίνημα πολύ γρήγορα πήδηξε σε αυτό το άρμα. Πιστεύεται ότι αυτή ήταν η εποχή της ισλαμικής αναγέννησης. Αυτή ήταν η στιγμή που η Μουσουλμανική Αδελφότητα θα ερχόταν ξανά στην εξουσία και θα αγκάλιαζε πολύ ανοιχτά τον Μόρσι.

Και απλά εν συντομία, θα πρέπει να τονίσουμε εδώ ότι αυτό είναι πολύ πρακτικά σημαντικό για τη Γάζα και τη Χαμάς, διότι αυτό που δεν έχουμε αναφέρει ακόμα –αλλά που οι περισσότεροι ακροατές αναμφίβολα γνωρίζουν– είναι ότι η Αίγυπτος είναι ουσιαστικά συνυπεύθυνη για τον αποκλεισμό κρατώντας το πέρασμα της Ράφα κλειστό ή σχεδόν κλειστό.

Έτσι, όταν επιβλήθηκε ο αποκλεισμός, στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα ήταν να προσπαθήσει να στραγγαλίσει εντελώς τη Χαμάς. Και το κίνημα εκείνη την εποχή επένδυσε πολλούς πόρους για να σκάψει σήραγγες από τη Λωρίδα της Γάζας στη χερσόνησο του Σινά κάτω από τη Ράφα. Και αυτές οι σήραγγες έγιναν η σανίδα σωτηρίας για το κίνημα.

Ο [πρώην πρόεδρος της Αιγύπτου Χόσνι] Μουμπάρακ ήταν συνένοχος με το ισραηλινό καθεστώς όσον αφορά την επιβολή του αποκλεισμού της Λωρίδας της Γάζας. Αλλά έκανε τα στραβά μάτια για τις σήραγγες. Έτσι, κατά τη διάρκεια των χρόνων του Μουμπάρακ, η Χαμάς εξακολουθούσε να έχει κάποια εισροή αγαθών και ανθρώπων μέσω σηράγγων κάτω από τα σύνορα της Ράφα. Όταν ο Μοχάμεντ Μόρσι ήρθε στην εξουσία, αυτό προφανώς άλλαξε αρκετά δραστικά. Και οι σήραγγες –και όχι μόνο οι σήραγγες αλλά και τα ίδια τα σύνορα της Ράφα– έγιναν πολύ πιο διαπερατά. Ο αποκλεισμός κατά κάποιο τρόπο χαλάρωσε. Και η συνενοχή του αιγυπτιακού καθεστώτος με το Ισραήλ γύρω από τη Λωρίδα της Γάζας υπονομεύτηκε, γι’ αυτό και υπήρξε τέτοια αγαλλίαση μεταξύ των Παλαιστινίων στη Γάζα εκείνη την εποχή.

Έβλεπες την αφίσα του Μόρσι παντού στη Λωρίδα της Γάζας. Και υπήρχε αυτή η πεποίθηση ότι τώρα η ιδέα ότι οι Παλαιστίνιοι θα παρέμεναν υπό αποκλεισμό αμφισβητήθηκε ριζικά και ότι θα είχαν έναν διάδοχο περιφερειακό προστάτη που είναι κατά του ισραηλινού απαρτχάιντ και κατά του αποκλεισμού. Αλλά η γρήγορη εξέλιξη των γεγονότων στην Αίγυπτο έβαλε πραγματικά ένα τέλος σε αυτό. Και στην πραγματικότητα, όταν ο [Αμπντέλ Φατάχ ελ-] Σίσι ήρθε στην εξουσία, ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ήταν να καταστρέψει όλες τις σήραγγες, να ισοπεδώσει πολλές περιοχές γύρω από τη Ράφα και να ενισχύσει τον αποκλεισμό, και εκεί βρισκόμαστε σήμερα: το καθεστώς Σίσι είναι ενεργά συνένοχο στον αποκλεισμό.

 

Daniel Denvir: Και το να κατηγορεί ο Σίσι τη Χαμάς ότι ουσιαστικά υποθάλπει τους σαλαφιστές μαχητές που δρουν στο Σινά, είναι τόσο αβάσιμο σε πολλά επίπεδα. Θέλω να πω, δεν έχουμε μιλήσει πολύ γι’ αυτό, αλλά η Χαμάς είναι θεολογικά και ιδεολογικά αντίθετη με αυτό το είδος του αντι-εθνικού, πιο μηδενιστικού σαλαφισμού που εκφράζει η Αλ Κάιντα ή το Ισλαμικό Κράτος, και στην πραγματικότητα έχει επανειλημμένα πατάξει και καταστείλει το ISIS που δρούσε στη Γάζα και προπαγάνδιζε κατά της θεολογίας τους.

Tareq Baconi: Απολύτως. Και το κίνημα είναι πραγματικά πολύ αυστηρό σε αυτό. Δεν ανέχεται καμία μορφή ιδεολογιών που είναι προσηλωμένες στη βία για χάρη της βίας ή στη διεθνική βία που βλέπουμε σε οργανώσεις όπως το ISIS ή άλλες. Ασχολείται ενεργά με την καταπολέμηση και την καταστολή κάθε είδους σαλαφιστικών δικτύων στη Λωρίδα της Γάζας, και έχει μάλιστα στο παρελθόν συμμετάσχει σε εκπαιδευτικά προγράμματα για να προσπαθήσει να απομακρύνει τον νεότερο πληθυσμό που είναι ανοιχτός σε αυτού του είδους την προπαγάνδα στις ηλεκτρονικές συσκευές του.

Γενικότερα, η ταύτιση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας με αυτές τις οργανώσεις είναι κακόβουλη και γίνεται με μια πολύ συγκεκριμένη πολιτική ατζέντα, η οποία είναι να ενοχοποιηθούν όλα τα πολιτικά αιτήματα, βεβαίως από ισλαμικά κόμματα, ως μια μορφή διεθνικής τρομοκρατίας. Και μετά το πραξικόπημα που έριξε την κυβέρνηση Μόρσι, το καθεστώς Σίσι, δυστυχώς, πήδηξε σε αυτό το άρμα της αποπολιτικοποιημένης ισλαμικής τρομοκρατίας, κατηγόρησε τη Χαμάς ότι υποδαυλίζει αυτή την αναταραχή στη χερσόνησο του Σινά και το χρησιμοποίησε ως δικαιολογία για τον αποκλεισμό της Λωρίδας.

 

Daniel Denvir: Μέχρι το 2014, η Χαμάς προσπαθούσε ενεργά να απαλλαγεί από τις κυβερνητικές της ευθύνες. Γιατί η Χαμάς ήθελε να φύγει από τη διακυβέρνηση της Γάζας και γιατί το Ισραήλ ήταν τόσο αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι αυτό δεν θα συμβεί;

Tareq Baconi: Το Ισραήλ, λοιπόν, εκείνη την εποχή δεν ήθελε να συμβεί αυτό για τον απλούστατο λόγο ότι ήθελε μια κυβερνητική οντότητα που θα σταθεροποιούσε τη Λωρίδα της Γάζας και θα το απάλλασσε από την ευθύνη της φροντίδας δύο εκατομμυρίων Παλαιστινίων υπό την κατοχή του. Πίστευε πολύ έντονα ότι είχε καταφέρει επαρκώς να περιορίσει τη Χαμάς και την εμβέλεια της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας. Και έκανε τον υπολογισμό ότι μερικές ρουκέτες κάθε δύο μήνες άξιζαν το τίμημα της διατήρησης της Γάζας υπό αποκλεισμό και της σταθεροποίησης της στη Λωρίδα της Γάζας. Αυτό ήταν κάτι που μπορούσε να διαχειριστεί και να ανεχθεί σχετικά εύκολα. Και έτσι ήθελε να διασφαλίσει ότι η Χαμάς θα παρέμενε στην εξουσία ως κυβερνητική αρχή. Όπως λέτε, είναι αστείο να μεταφερόμαστε γρήγορα στο 2023, και τώρα η ισραηλινή επιχειρηματολογία είναι ότι η Χαμάς ήταν πάντα ISIS και πρέπει να καταστραφεί.

Και η διαφορά μεταξύ εκείνης της Χαμάς και αυτής της Χαμάς είναι, φυσικά, ότι δεν υπάρχει καμία διαφορά. Αλλά στην ισραηλινή πολιτική σκηνή, η διαφορά είναι ότι εκείνη η Χαμάς δεν ήταν τόσο ισχυρή στην αντίστασή της ή τόσο κατηγορηματική στην αντίστασή της όσο αυτή η Χαμάς, μετά την 7η Οκτωβρίου. Και το θέμα εδώ είναι η αντίσταση. Το θέμα εδώ είναι ότι οι Παλαιστίνιοι δεν έχουν δικαίωμα να αντισταθούν.

Το Ισραήλ ήθελε να διατηρήσει τη Χαμάς ως κυβερνητική αρχή. Αυτό έγινε μετά τον Μόρσι, και έτσι όλες οι πηγές επιβίωσης που διαθέτει η Χαμάς όσον αφορά τις σήραγγες που θα επέτρεπαν την είσοδο αγαθών ή ανθρώπων είναι πλέον απρόσιτες, γεγονός που οδηγεί σε σοβαρή οικονομική κρίση. Το κίνημα αδυνατεί να παρέχει υπηρεσίες στους Παλαιστίνιους στη Γάζα και οι Παλαιστίνιοι αρχίζουν να στρέφονται εναντίον της Χαμάς. Έτσι, αρχίζουν να βλέπουν τη Χαμάς ως αιτία για τα δεινά τους. Φυσικά, καταλαβαίνουν ότι ο αποκλεισμός είναι ο βασικός λόγος, αλλά ο αποκλεισμός δεν είναι κάτι που μπορούν να αλλάξουν. Τη Χαμάς, ωστόσο, μπορούν.

Και έτσι η Χαμάς γίνεται αποδέκτης της οργής στη Λωρίδα της Γάζας. Και για να επιστρέψω στο σημείο που έλεγα προηγουμένως, η Χαμάς ήταν πάντα θεμελιωδώς αμφίθυμη ως προς τη διακυβέρνηση. Ήθελε να κυβερνήσει μόνο στο βαθμό που ήταν σε θέση να χρησιμοποιήσει τη διακυβέρνησή της για να προωθήσει και να διατηρήσει ένα παλαιστινιακό πολιτικό σχέδιο που είναι προσηλωμένο στην αντίσταση. Και έτσι, μέχρι το 2014, όλα αυτά τα πράγματα σήμαιναν ότι η διακυβέρνηση της Χαμάς στην πραγματικότητα δέσμευε τη Χαμάς: δεν ήταν σε θέση να συνεχίσει να λειτουργεί είτε ως μια αποτελεσματική αρχή διακυβέρνησης λόγω των οικονομικών περιορισμών, είτε πραγματικά να διεξάγει οποιοδήποτε είδος αποτελεσματικού σχεδίου αντίστασης κατά των Ισραηλινών.

 

Daniel Denvir: Εκείνη τη στιγμή, το 2014, η Χαμάς είχε τηρήσει την κατάπαυση του πυρός που ίσχυε από το 2012, από τον πόλεμο του Ισραήλ κατά της Γάζας με την επιχείρηση «Πυλώνας Άμυνας». Και αυτό που έδειξε ήταν ότι η Χαμάς μπορούσε να ελέγξει και να αποτρέψει τα πυρά ρουκετών από τη Γάζα, τόσο από στρατιώτες της Χαμάς όσο και από στρατιώτες άλλων παρατάξεων όπως η Ισλαμική Τζιχάντ. Αλλά γράφετε ότι οι ισραηλινές πολιτικές συνεχίστηκαν απρόσκοπτα. Στην πραγματικότητα, εντάθηκαν εκείνο το έτος. Το Ισραήλ ξεκίνησε την Επιχείρηση Προστατευτική Αιχμή, η οποία, όπως γράφετε, αντιπροσώπευε ένα νέο ακραίο όριο στην επίθεση του Ισραήλ κατά της ζωής των πολιτών. Εν τω μεταξύ, οι αεροπορικές επιδρομές των υποδομών απλώς ισοπέδωναν ολόκληρες πολυκατοικίες με διαμερίσματα, όπως ακριβώς βλέπουμε σήμερα: 2.200 Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν, 1.492 από αυτούς ήταν άμαχοι, 551 παιδιά.

Υποστηρίξατε ότι αυτό ήταν το υψηλότερο επίπεδο απωλειών μεταξύ των αμάχων που είχε προκαλέσει το Ισραήλ στους Παλαιστίνιους μέσα σε ένα έτος από το 1967∙ ο εξαιρετικά υψηλός αριθμός των νεκρών παιδιών κάτω των 16 ετών έδωσε αφορμή για κατηγορίες ότι το Ισραήλ στόχευε συστηματικά τον νεαρότερο πληθυσμό της Γάζας. Κάνοντας ένα βήμα πίσω για λίγο, περιγράψτε το φάσμα των στρατιωτικών συγκρούσεων μεταξύ του Ισραήλ και της Γάζας που διοικείται από τη Χαμάς: απίστευτα άνισες καταστάσεις που σκότωσαν μερικές χούφτες Ισραηλινών και εκατοντάδες ή χιλιάδες Παλαιστίνιους. Εξηγήστε μας αυτό το μεγαλύτερο φάσμα συγκρούσεων ή πολέμων ή επιθέσεων από το 2007 μέχρι την παραμονή της πρόσφατης επιχείρησης της Χαμάς. Έγιναν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ κατά της Γάζας πιο ακραίες και σαρωτικές με την πάροδο του χρόνου ή υπήρξε απλώς ένα πιο σταθερό μοτίβο, όπως θα μπορούσε να υποδηλώνει η φράση του ισραηλινού κατεστημένου ασφαλείας «κούρεμα του γκαζόν»;

Tareq Baconi: Εννοώ, αυτό που το Ισραήλ αποκάλεσε «κούρεμα του γκαζόν» ήταν βασικά ένα δόγμα που αποσκοπούσε στην υπονόμευση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της Χαμάς κατά διαστήματα. Έτσι, κάθε λίγους μήνες ή χρόνια, το Ισραήλ θα ξεκινούσε μια επιχείρηση που θεωρητικά θα επικεντρωνόταν στη στρατιωτική υποδομή της Χαμάς. Στα πρώτα χρόνια της κυριαρχίας της Χαμάς, η δύναμη πυρός του κινήματος δεν ήταν τόσο ανεπτυγμένη όσο θα γινόταν τα επόμενα χρόνια. Και έτσι, κατά κάποιο τρόπο, οι ισραηλινές στρατιωτικές επιθέσεις ήταν λιγότερο σοβαρές από ό,τι επρόκειτο να γίνουν. Αλλά νομίζω ότι είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι οι στρατιωτικές επιθέσεις του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας δεν επικεντρώθηκαν ποτέ μόνο στις στρατιωτικές υποδομές, λόγω του τι είναι η Λωρίδα της Γάζας, πόσο πυκνοκατοικημένη είναι, λόγω της πραγματικότητάς της ως ουσιαστικά μια σειρά από στρατόπεδα προσφύγων που συνδέονται μεταξύ τους.

Η Χαμάς δρούσε σε μη στρατιωτικές περιοχές και το Ισραήλ απαντούσε σε μη στρατιωτικές περιοχές με δυσανάλογη βία που αποσκοπούσε στην υπονόμευση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της Χαμάς, αλλά και της διάθεσής της, καθώς και της διάθεσης των Παλαιστινίων στη Γάζα γενικά, να συνεχίσουν να υποστηρίζουν την ένοπλη αντίσταση.

Έτσι, κατά κάποιο τρόπο, επικεντρώθηκε στην πρόκληση πολιτικού κόστους από τις στρατιωτικές επιθέσεις της. Αυτό που βλέπουμε να αρχίζει να αλλάζει το 2014 είναι ότι το Ισραήλ αρχίζει να εφαρμόζει ένα δόγμα που ονομάζεται δόγμα Νταχίγια. Πρόκειται για ένα δόγμα που το Ισραήλ είχε χρησιμοποιήσει κατά των Παλαιστινίων στο Λίβανο στο παρελθόν, και αναφέρεται συγκεκριμένα στην Νταχίγια, η οποία βρίσκεται στο νότιο Λίβανο. Είναι μια πυκνοκατοικημένη περιοχή και η Χεζμπολάχ έχει πολλούς από τους πολιτικούς της ηγέτες εγκατεστημένους εκεί.

Το δόγμα Νταχίγια ήταν ουσιαστικά μια στρατηγική του Ισραήλ να ισοπεδώνει κατοικημένα κτίρια και να επιτίθεται αδιακρίτως σε περιοχές με άμαχο πληθυσμό, προκειμένου να επιβάλει υψηλό φόρο αίματος στη Χεζμπολάχ. Αυτό είναι ένα δόγμα που το Ισραήλ χρησιμοποιεί στη συνέχεια το 2014. Εξακολουθεί να είναι μέσα στο «κούρεμα του γκαζόν» – εξακολουθεί να είναι μια επιχείρηση που θεωρείται ως μια σποραδική προσπάθεια υπονόμευσης των στρατιωτικών δυνατοτήτων της Χαμάς. Αλλά λόγω του τρόπου με τον οποίο ξεκίνησε η επίθεση του 2014 –όπου ήταν σαφές ότι η Χαμάς παρουσίαζε μια πιο προηγμένη μορφή πυραυλικών πυρών από ό,τι, ας πούμε, το 2008– ο αποκλεισμός θεσπίστηκε λίγο αργότερα.

Και λόγω των εσωτερικών προκλήσεων που αντιμετώπιζε ο Νετανιάχου εκείνη την εποχή, η κυβέρνηση έπρεπε να επιδιώξει ένα πολύ ανώτερο μέσο. Έτσι, ξεκίνησε πραγματικά μια εκστρατεία πενήντα ενός ημερών που ήταν βίαιη, και για τους Παλαιστίνιους πιο βίαιη από οτιδήποτε άλλο είχε παρατηρηθεί ποτέ πριν, απέναντι σε έναν αιχμάλωτο, ουσιαστικά προσφυγικό πληθυσμό. Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής, έστρεψαν τα πυρά τους σε πολυκατοικίες. Άρχισαν να ισοπεδώνουν μερικούς από τους υψηλότερους πύργους στη Γάζα στις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές, και αυτή ήταν μια πολύ σοκαριστική εξέλιξη για τους Παλαιστίνιους και τη Γάζα. Και κατά κάποιο τρόπο είναι εν μέρει ο λόγος για τον οποίο, για χρόνια μετά από αυτό, η Χαμάς ήταν στην πραγματικότητα πιο ενεργή στον περιορισμό της αντίστασης.

 

Daniel Denvir: Μπορείτε να εξηγήσετε το στυλ διακυβέρνησης της Χαμάς;

Tareq Baconi: Η Χαμάς λειτουργούσε εντός των πολιτικών ορίων, οπότε μετά τη νίκη της στις εκλογές του 2006, το κίνημα προσπάθησε πολύ ενεργά να προωθήσει μια πολιτική ατζέντα χωρίς αποκλεισμούς. Προσπάθησε να φέρει τη Φατάχ στην κυβερνητική δομή, για παράδειγμα∙ δεν νομίζω ότι η Χαμάς είναι εντελώς αντίθετη στην πλουραλιστική πολιτική. Το πρόβλημα είναι ότι στις περιπτώσεις όπου το κόμμα εμπλέκεται με τη Φατάχ σήμερα –ας πούμε σε πιθανές συμφωνίες συμφιλίωσης– πιστεύει θεμελιωδώς ότι το σχέδιο που έχει προωθήσει η Φατάχ είναι ένα σχέδιο που βασίζεται στη συνθηκολόγηση των Παλαιστινίων. Και έτσι έχει λάβει μια ισχυρή θέση ενάντια στην δέσμευση για πλουραλισμό ή για ένα είδος πλουραλισμού με τη Φατάχ. Νομίζω ότι οι συμφωνίες συμφιλίωσης μεταξύ των δύο κομμάτων έχουν κάπως βαλτώσει.

Αλλά για να επιστρέψω στη συγκεκριμένη ερώτησή σας σχετικά με τη διακυβέρνηση, νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε τη διακυβέρνηση της Χαμάς στο πλαίσιο του αποκλεισμού. Είναι περιορισμένη όσον αφορά το τι μπορεί να κάνει και τι δεν μπορεί να κάνει, και αυτό σημαίνει ότι η διακυβέρνησή της δεν είναι ιδανική. Θα περιέγραφα τη διακυβέρνηση της Χαμάς ως ήπιο αυταρχισμό, επειδή το κίνημα έχει σίγουρα υπονομεύσει την πολιτική πολυφωνία. Δεν επέτρεψε την κινητοποίηση ή την οργάνωση της Φατάχ, ας πούμε, στη Γάζα. Και αυτό έχει μια προϊστορία. Μέρος του λόγου –όχι για να το δικαιολογήσω– είναι επειδή υπάρχει ένας βαθμός παράνοιας. Η προηγούμενη κινητοποίηση της Φατάχ είχε ως στόχο μετά τις εκλογές του 2006 να ξεκινήσει ένα πραξικόπημα και να υπονομεύσει τη δημοκρατική άνοδο της Χαμάς.

Όμως το κίνημα έχει επιδείξει αυταρχισμό και με άλλους τρόπους. Έχει πατάξει τις κοινωνικές δραστηριότητες. Στη Λωρίδα της Γάζας δεν υπάρχει τόση ελευθερία του λόγου ή της οργάνωσης, και κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαέξι ετών υπήρξε καταστολή των διαδηλωτών σε διάφορες χρονικές στιγμές. Νομίζω λοιπόν ότι είναι σημαντικό να καταγγείλουμε τη Χαμάς για αυτές τις ελλείψεις στη διακυβέρνησή της, ενώ παράλληλα να τις εντάξουμε στις ιδιαίτερες προκλήσεις της ύπαρξης υπό κατοχή και συγκεκριμένα υπό αποκλεισμό.

 

Daniel Denvir: Ποιο ήταν το πλαίσιο για την επιχείρηση της Χαμάς και γιατί φάνηκε σαν ένα τέτοιο σημείο ρήξης για το status quo;

Tareq Baconi: Έτσι, υπάρχει το ζήτημα του ευρύτερου πλαισίου και το ζήτημα του άμεσου χρόνου. Το ευρύτερο πλαίσιο είναι ένα πλαίσιο όπου η Χαμάς είχε κατά κάποιο τρόπο περιοριστεί αποτελεσματικά και είχε αρχίσει να περιορίζει την αντίσταση από τη Λωρίδα της Γάζας, σίγουρα και άλλες παρατάξεις όπως η Ισλαμική Τζιχάντ και άλλες, προκειμένου να διατηρηθεί η ηρεμία. Και στο βαθμό που οι Ισραηλινοί και άλλοι το κατάλαβαν, αυτό έμοιαζε με μια μορφή συντονισμού ασφάλειας και μια μορφή περιορισμού της δύναμης της Χαμάς, περιορίζοντάς την στη Λωρίδα της Γάζας με τρόπο που δεν ήταν πολύ ενοχλητικός για τους Ισραηλινούς πολίτες.

Τώρα, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Χαμάς δεν άλλαξε ποτέ την ιδεολογία της, σε αντίθεση με τη Φατάχ, της οποίας ο συντονισμός για την ασφάλεια βασίζεται στην αναγνώριση του κράτους του Ισραήλ και στη διχοτόμηση της Παλαιστίνης. Η Χαμάς ποτέ δεν υποχώρησε ιδεολογικά, γι’ αυτό και στο βιβλίο μου υποστηρίζω ότι αν και ο περιορισμός ήταν αποτελεσματικός, ήταν πιθανό να είναι προσωρινός, επειδή υπήρχε πάντα η δυνατότητα για τη Χαμάς να επιστρέψει στην πραγματική της ιδεολογία, η οποία τονίζει τη σημασία του ένοπλου αγώνα για την απελευθέρωση.

Το ευρύτερο πλαίσιο είναι ότι ο περιορισμός της Χαμάς έκανε το καθεστώς του απαρτχάιντ πιο άγριο και πιο αποδεκτό διεθνώς και περιφερειακά. Γίνεται πιο άγριο με την έννοια των περισσότερων περιορισμών στη Λωρίδα της Γάζας, των περισσότερων επιθέσεων εποίκων εναντίον Παλαιστινίων στη Δυτική Όχθη, των περισσότερων διαταράξεων του status quo στην Ιερουσαλήμ, της μεγαλύτερης ενθάρρυνσης μέσα στο ίδιο το Ισραήλ για την αύξηση των εγκλημάτων και της βίας εναντίον των παλαιστινιακών κοινοτήτων. Το Ισραήλ, υπό την πιο ξεκάθαρα δεξιά φασιστική κυβέρνηση που είχε ποτέ, προωθεί τώρα ιδέες εποικισμού και εθνοκάθαρσης.

Εν τω μεταξύ, η κυβέρνηση [του Τζο] Μπάιντεν καλοπιάνει το Ισραήλ, με ένα αμερικανικό πρόγραμμα απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης βίζας και προωθώντας συμφωνίες εξομάλυνσης των σχέσεων με τη Σαουδική Αραβία. Έτσι, υπάρχει ένας πολύ ανησυχητικός αστερισμός γεγονότων, όπου οι Παλαιστίνιοι εκτίθενται όλο και περισσότερο στην ισραηλινή αποικιοκρατική βία, ενώ το Ισραήλ γίνεται πιο αποδεκτό πολιτικά και διπλωματικά. Και έτσι αυτό είναι το πλαίσιο στο οποίο η Χαμάς επιλέγει να ανατρέψει την ιδέα ότι έχει περιοριστεί και να επανεμφανιστεί ως ένοπλο κόμμα.

Όσον αφορά το συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι αυτή δεν ήταν μια επιχείρηση που σχεδιάστηκε μέσα σε εβδομάδες. Ήταν σαφώς μια επιχείρηση που είχε σχεδιαστεί από καιρό. Νομίζω ότι αρκετοί παράγοντες οδήγησαν στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Νομίζω ότι ο πιο σημαντικός για μένα, και άλλοι μπορεί να διαφωνούν, είναι η αισθητή αδυναμία του ισραηλινού στρατού. Το γεγονός ότι υπήρχαν τόσοι πολλοί έφεδροι που διαμαρτύρονταν για τις αλλαγές που προωθούσε η κυβέρνηση Νετανιάχου στο Ισραήλ σήμαινε ότι ο στρατός ήταν ο πιο αδύναμος που υπήρξε ποτέ. Και υπάρχει ένας ορισμένος βαθμός αυταρέσκειας εδώ, επειδή ο στρατός πραγματικά πίστευε ότι κατέπνιξε με επιτυχία την αντίσταση από τη Λωρίδα της Γάζας, οπότε κατά κάποιο τρόπο άφησε την πλήρη ετοιμότητά του στη Λωρίδα της Γάζας και επικεντρώθηκε ειδικά στην προστασία των εποίκων, ενώ επέκτεινε τη βία κατά των Παλαιστινίων στη Δυτική Όχθη. Από τη σκοπιά της Χαμάς, νομίζω ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή για να δράσει στρατιωτικά, από την άποψη ότι θα μπορούσε να προκαλέσει το μεγαλύτερο κόστος στον ισραηλινό στρατό.

 

Daniel Denvir: Στην Πορεία της Επιστροφής του 2018 και του 2019 στο φράχτη του απαρτχάιντ της Γάζας σημειώθηκε μαζική μη βίαιη διαμαρτυρία, στην οποία το Ισραήλ απάντησε με τη δολοφονία περισσότερων από διακόσια άτομα και τον τραυματισμό χιλιάδων· το κίνημα Μποϊκοτάζ, Αποεπένδυση και Κυρώσεις, μια κλασική στρατηγική μη βίαιης αντίστασης, έχει δαιμονοποιηθεί και κατασταλεί άγρια. Πώς είναι δυνατόν να διεξαχθεί μια ουσιαστική συζήτηση στρατηγικής σε ένα πλαίσιο όπου το Ισραήλ και οι Ηνωμένες Πολιτείες κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να διασφαλίσουν ότι κάθε στρατηγική θα αποτύχει;

Tareq Baconi: Εννοώ, νομίζω ότι αυτό είναι πραγματικά το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε με το ισραηλινό πολιτικό κατεστημένο και τις αμερικανικές διοικήσεις: ο μόνος καλός Παλαιστίνιος είναι ένας νεκρός Παλαιστίνιος ή ένας σιωπηλός Παλαιστίνιος. Όλες οι μορφές αντίστασης αντιμετωπίζονται με βία∙ τα μποϊκοτάζ, οι αποεπενδύσεις και η οικονομική αντίσταση χαρακτηρίζονται αντισημιτικές ή τρομοκρατικές. Η προσφυγή στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ή στο Διεθνές Δικαστήριο χαρακτηρίζεται ως νόμιμη τρομοκρατία από τους Ισραηλινούς πολιτικούς. Και ακόμη και το να γράφεις ή ο πολιτισμός ή η επιχειρηματολογία στην πανεπιστημιούπολη είναι μια μορφή πνευματικής τρομοκρατίας. Αυτό που βλέπουμε στην πραγματικότητα είναι μια προσπάθεια να εξαφανίσουν τους Παλαιστίνιους, επειδή αυτό είναι το μόνο πράγμα που μπορούν να αποδεχτούν οι Ισραηλινοί. Η πραγματικότητα είναι ότι το Ισραήλ είναι ένα αποικιοκρατικό κράτος εποίκων, και στα αποικιοκρατικά κράτη εποίκων, οι αυτόχθονες πρέπει να εξαφανιστούν, πρέπει να διαγραφούν – γιατί διαφορετικά συνεχίζουν να αποτελούν υπενθυμίσεις της αδικίας που βρίσκεται στην καρδιά της δημιουργίας αυτού του κράτους.

Δεν υπάρχει περίπτωση το Ισραήλ και οι Ισραηλινοί έποικοι να μην καταλαβαίνουν ότι το θεμέλιο του κράτους τους είναι η εθνοκάθαρση. Είναι στην ιστορία τους, το γνωρίζουν, και οι Παλαιστίνιοι με την απλή παρουσία τους είναι μια υπενθύμιση αυτής της αδικίας. Τώρα, ανεξάρτητα από το αν πιστεύουν ότι ήταν αδικία ή όχι, εξακολουθεί να έχει τις ρίζες της στην εκδίωξη των Παλαιστινίων από το έδαφός τους. Μπορεί να το δικαιολογήσουν ως κάτι που συνέβη στο πλαίσιο του πολέμου, αλλά και πάλι, κατά βάση, η παρουσία των Παλαιστινίων αποτελεί υπενθύμιση του τι είναι τα θεμέλια του κράτους τους. Και έτσι, αντί να ασχοληθούν με αυτή την ιστορία, αντί να ασχοληθούν με αυτή την πολιτική πραγματικότητα που οι Παλαιστίνιοι φέρνουν στο τραπέζι, το Ισραήλ και οι Ηνωμένες Πολιτείες σε διαδοχικές διοικήσεις έχουν επικεντρωθεί στο να διασφαλίσουν ότι οι Παλαιστίνιοι αποπολιτικοποιούνται – ότι γίνονται αποδεκτοί μόνο ως λαός που ζει με ορισμένα πολιτικά δικαιώματα, ήσυχα και με ευγνωμοσύνη, και ότι κάθε είδους πολιτικά αιτήματα καταργούνται ή αφαιρούνται.

Μέχρι τις 7 Οκτωβρίου, αυτή ήταν η πιο θανατηφόρα χρονιά για τους Παλαιστίνιους. Περισσότερα από πενήντα παιδιά είχαν δολοφονηθεί από τις ισραηλινές δυνάμεις πριν από την 7η Οκτωβρίου. Αλλά αυτό δεν υπήρχε πουθενά στην παγκόσμια ατζέντα. Τώρα ο κόσμος μπορεί να πει, ναι, η ένοπλη αντίσταση το έφερε στην παγκόσμια ατζέντα, αλλά μετά ξεκίνησε η εθνοκάθαρση και η γενοκτονία των Παλαιστινίων. Αυτό είναι σωστό. Αλλά η Χαμάς πιθανότατα είδε την εναλλακτική λύση ως έναν αργό θάνατο.

Θα συνέχιζαν να στραγγαλίζονται στη Λωρίδα της Γάζας και να σκοτώνονται άμαχοι μέρα παρά μέρα χωρίς κανείς να λέει τίποτα. Έτσι, η αδυναμία να αντιμετωπιστεί η πολιτική στην καρδιά του παλαιστινιακού ζητήματος, στην πραγματικότητα λέει ότι αποδεχόμαστε τον θάνατο των Παλαιστινίων, και αυτό είναι ένα δίκαιο τίμημα που πρέπει να πληρώσουμε για να διατηρήσουμε το Ισραήλ ως εβραϊκό κράτος. Δυστυχώς, αυτό δεν πρόκειται να είναι βιώσιμο, επειδή οι Παλαιστίνιοι θα αντιστέκονται πάντα όσο υπάρχουν ως λαός.

 

Daniel Denvir: Μετά την επιχείρηση της Χαμάς, είδαμε μια σαρκαστική αντίδραση εδώ και εκεί στην αμερικανική αριστερά: Πώς νομίζατε ότι μοιάζει η αποαποικιοποίηση; Είναι όμως πραγματικά τόσο προφανές το πώς μοιάζει η αποαποικιοποίηση της Παλαιστίνης; Πώς έμοιαζαν αυτές οι συζητήσεις για το πώς θα απελευθερώσουμε την Παλαιστίνη κατά τη διάρκεια αυτής της μακράς ιστορίας του παλαιστινιακού εθνικού κινήματος; Και πού, σε αυτή τη ζοφερή στιγμή, μπορεί να κατευθυνθούν στη συνέχεια;

Tareq Baconi: Κοιτάξτε, νομίζω ότι το διακύβευμα είναι υψηλότερο από ποτέ αυτή τη στιγμή, και πιστεύω ακράδαντα ότι η αποαποικιοποίηση στην Παλαιστίνη θα εξαρτηθεί από το εκάστοτε πλαίσιο. Νομίζω ότι θα μάθουμε από την Αλγερία και θα μάθουμε από τη Νότια Αφρική, αλλά κανένα από αυτά τα παραδείγματα δεν προσφέρει τη λύση για το πώς μοιάζει η παλαιστινιακή απελευθέρωση. Πρέπει να κάνουμε τη βαριά δουλειά ως Παλαιστίνιοι και σύμμαχοι για να καταλάβουμε και να κατανοήσουμε τι σημαίνει για εμάς η αποαποικιοποίηση. Και αυτό είναι κάτι που δεν αφορά μόνο την Παλαιστίνη∙ είναι κάτι το οποίο είναι οικουμενικό. Ζούμε στον εικοστό πρώτο αιώνα. Η Παλαιστίνη είναι το ένα από τα δύο εναπομείναντα κράτη απαρτχάιντ με αποικιοκρατία εποίκων.

Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι Παλαιστίνιοι είναι πολύ συγκεκριμένες για την Παλαιστίνη, αλλά έχουν επίσης οικουμενικές επιπτώσεις γύρω από τη φυλετική καταπίεση και γύρω από την εξουσία και την κυριαρχία. Το βλέπουμε αυτό ήδη – βλέπουμε ότι αυτό που συνέβη στις 7 Οκτωβρίου ξεκινά νέες συζητήσεις σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο. Έτσι, η Παλαιστίνη βρίσκεται κατά κάποιο τρόπο στο κέντρο του τι σημαίνει για εμάς να σκεφτόμαστε την αποαποικιοποίηση, τι σημαίνει για εμάς να πάμε πραγματικά σε έναν μετα-αποικιακό κόσμο.

Σε τελική ανάλυση, η αποαποικιοποίηση, αν πρόκειται να είναι αποτελεσματική, δεν πρόκειται να βασιστεί στην αιματοχυσία και τη δολοφονία αμάχων. Θα είναι μια διαδικασία που θα επικεντρώνεται στην αποδόμηση μιας δομής καταπίεσης. Και φυσικά, θα υπάρξει βία σε αυτό. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κανένας αντιαποικιακός αγώνας που να μην είναι βίαιος, αλλά υπάρχει διαφορά μεταξύ της ένοπλης αντίστασης και της αιματοχυσίας που θα μπορούσε να ξεφύγει από τον έλεγχο χωρίς ένα αποτελεσματικό ιδεολογικό και στρατηγικό πολιτικό σχέδιο. Και νομίζω ότι αυτή είναι η δουλειά που πρέπει να κάνουμε: να καταλάβουμε ποιο σχέδιο μπορεί να κρατήσει μια αποτελεσματική στρατηγική αποαποικιοποίησης και να την προωθήσουμε.

 

 

Μετάφραση: elaliberta.gr

Tareq Baconi, “How Hamas Became the Violent Face of Palestinian Resistance”, Jacobin, 5 Νοεμβρίου 2023, https://jacobin.com/2023/11/hamas-israel-palestine-gaza-history-decolonization-violence.

Ο Tareq Baconi είναι πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Al-Shabaka. Συγγραφέας του βιβλίου Hamas Contained: The Rise and Pacification of Palestinian Resistance.

Ο Daniel Denvir είναι συγγραφέας του All-American Nativism και παρουσιαστής του The Dig στο Jacobin Radio.

 

 

 

 

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 06 Νοεμβρίου 2023 23:48

Προσθήκη σχολίου

Το e la libertà.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια με υβριστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό φασιστικό περιεχόμενο ή σχόλια μη σχετικά με το κείμενο.