Fabio Bosco
Οι αντάρτες αιφνιδιάζουν τη συριακή δικτατορία και καταλαμβάνουν το Χαλέπι
Στις 27 Νοεμβρίου, ένας συνασπισμός συριακών αντάρτικων ομάδων με επικεφαλής τη Χαγιάτ Ταχρίρ ασ-Σαμ (HTS) και με τη συμμετοχή τμημάτων του Τζάις αλ-Ουαττανί (Εθνικός Στρατός, που υποστηρίζεται από το τουρκικό καθεστώς) ξεκίνησε μια μεγάλη επίθεση στην επαρχία του Χαλεπιού, καταλαμβάνοντας μεγάλες αγροτικές περιοχές, καθώς και μεγάλο μέρος της πόλης του Χαλεπιού, της δεύτερης σημαντικότερης πόλης της Συρίας. Προχώρησαν επίσης προς τη Χάμα, αφού κατέλαβαν τον αυτοκινητόδρομο που συνδέει το Χαλέπι με τη Χάμα και τη Δαμασκό και απέκοψαν ζωτικές γραμμές ανεφοδιασμού για τις δυνάμεις του συριακού καθεστώτος και τους συμμάχους του.
Οι δυνάμεις του συριακού καθεστώτος και οι ξένες πολιτοφυλακές που υποστηρίζονται από το ιρανικό καθεστώς αιφνιδιάστηκαν και υπέστησαν αρκετές αποτυχίες. Το συριακό καθεστώς χρησιμοποίησε τη συριακή και τη ρωσική αεροπορία για να βομβαρδίσει θρασύδειλα την επαρχία του Ίντλιμπ και την πόλη του Χαλεπιού, αλλά δεν μπόρεσε να αναχαιτίσει την επίθεση των ανταρτών.
Ο συριακός πληθυσμός στο Ίντλιμπ και τη Ντέρα’α (στα νότια της χώρας απ’ όπου ξεκίνησε η επανάσταση του 2011) πανηγύρισε την πρόοδο της επίθεσης. Επιπλέον, σημειώθηκαν συγκρούσεις μεταξύ της κοινότητας των Δρούζων και των δυνάμεων του συριακού καθεστώτος στη Σουουέιντα, στα νότια της χώρας. Σε μια διαμάχη ξεχωριστή από τη μάχη κατά του συριακού καθεστώτος, οι υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ κουρδικές δυνάμεις SDF και οι ιρανικές και ρωσικές πολιτοφυλακές που υποστηρίζουν το συριακό καθεστώς συγκρούστηκαν στο Ντέιρ Ζορ, στα ανατολικά της χώρας, για τον έλεγχο της αριστερής όχθης του ποταμού Ευφράτη.[1]
Η επίθεση των ανταρτών τροφοδοτείται κυρίως από το μίσος που νιώθει ο συριακός πληθυσμός για τη δικτατορία Άσαντ και τους Ιρανούς και Ρώσους υποστηρικτές της. Το μίσος αυτό δεν βασίζεται μόνο στις σφαγές που διαπράχθηκαν εναντίον του πληθυσμού για να πνιγεί στο αίμα η συριακή επανάσταση του 2011. Βασίζεται επίσης στις συνθήκες φτώχειας και βομβαρδισμών στις οποίες υπόκεινται περίπου 4 εκατομμύρια Σύριοι πρόσφυγες που ζουν στην επαρχία Ίντλιμπ που ελέγχεται από τους αντάρτες. Αυτό εξηγεί την υποστήριξη εκατοντάδων νέων ανθρώπων που είναι πρόθυμοι να πολεμήσουν τις δυνάμεις του συριακού καθεστώτος και να εκδιώξουν τις υποστηριζόμενες από το Ιράν ξένες πολιτοφυλακές.
Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που εξηγούν επίσης την επιτυχία της επίθεσης
Το συριακό καθεστώς υποβάλλει τον συριακό πληθυσμό στη φτώχεια, στην έλλειψη δημόσιων υπηρεσιών και στην ταπεινωτική καθημερινή παρενόχληση και εκμετάλλευση που επιβάλλουν οι μυστικές υπηρεσίες (μουχαμπαράτ στα αραβικά) και οι πολιτοφυλακές που συνδέονται με το καθεστώς, ευρέως γνωστές ως σαμπίχα («φάντασμα» ως αναφορά στα οχήματα που χρησιμοποιούσαν αυτοί οι πολιτοφύλακες στις δεκαετίες του 1970 και του 1980).
Επιπλέον, η Συρία είναι μια χώρα υπό την κατοχή έξι ξένων στρατιωτικών δυνάμεων:
1) Οι υποστηριζόμενες από το Ιράν πολιτοφυλακές (Ιρανική Φρουρά της Επανάστασης, λιβανέζικη Χεζμπολλάχ, Κούουατ αλ-Χασντ ασ-Σααμπί/Λαϊκές Δυνάμεις Κινητοποίησης του Ιράκ κ.λπ.) και η Ρωσία –η οποία διαθέτει δύο σημαντικές στρατιωτικές βάσεις στην ακτή και άλλες διάσπαρτες σε όλη τη χώρα– ελέγχουν το 60% της επικράτειας μαζί με τις δυνάμεις του μισητού συριακού καθεστώτος.
2) Οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν 900 στρατιωτικούς συμβούλους που συντονίζουν χιλιάδες εξωτερικούς συνεργάτες, σε συμμαχία με τις SDF (Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις - υπό την ηγεσία του κουρδικού PYD), οι οποίες ελέγχουν περίπου το 27% του εδάφους στα βορειοδυτικά, όπου υπάρχουν τα μεγάλα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, καθώς και παραγωγικές εκτάσεις.
3) Η Τουρκία ελέγχει την επαρχία Αφρίν και μια συνοριακή λωρίδα και διατηρεί μια σειρά από συμμαχικές πολιτοφυλακές που συντονίζονται από την πολιτοφυλακή του Εθνικού Στρατού (Τζάις αλ-Ουαττανί στα αραβικά).
4) Το Ισραήλ ελέγχει ένα σημαντικό τμήμα των Υψιπέδων του Γκολάν από το 1967 και πρόσφατα κατέλαβε αγροτικές περιοχές της πόλης Κουνέιτρα (χωρίς καμία αντίδραση από το δειλό συριακό καθεστώς).
5) Η ιρακινή ομάδα Ντά’ες έχει κάποια παρουσία στα σύνορα με το Ιράκ.
Για τους λόγους αυτούς (καταστολή, φτώχεια και απώλεια της εθνικής κυριαρχίας), το συριακό καθεστώς είναι μισητό από τον πληθυσμό και οι συριακές στρατιωτικές δυνάμεις εξαρτώνται πλήρως από τις πολιτοφυλακές που συνδέονται με το Ιράν και τη ρωσική αεροπορία για να διατηρήσουν τον Άσαντ στην εξουσία. Ωστόσο, η Ρωσία έχει στείλει αεροσκάφη και στρατιωτικές δυνάμεις για να πραγματοποιήσει τη γενοκτονία στην Ουκρανία, εκτός από τη μεταφορά μεγάλου μέρους της ιρανικής παραγωγής πυραύλων Φάτι και μη επανδρωμένων αεροσκαφών Σαχίντ για τον σκοπό αυτό, γεγονός που αποδυναμώνει τη στρατιωτική υποστήριξη προς το καθεστώς. Οι ιρανικές πολιτοφυλακές αποδυναμώνονται επίσης. Αρκετές πολιτοφυλακές της Χεζμπολλάχ μεταφέρθηκαν πίσω στον Λίβανο, αντικαθιστώντας τις με λιγότερο έμπειρες φιλοϊρανικές πολιτοφυλακές.
Ένα άλλο ζήτημα είναι οι αεροπορικές επιδρομές του κράτους του Ισραήλ κατά ιρανικών και συριακών στόχων στο συριακό έδαφος. Αυτές οι επιθέσεις των σιωνιστικών δυνάμεων έχουν τη συνενοχή του ρωσικού καθεστώτος, το οποίο δεν κάνει τίποτα για να προστατεύσει τον εναέριο χώρο της Συρίας.
Ο ρόλος του τουρκικού καθεστώτος
Το τουρκικό καθεστώς έχει πολλά συμφέροντα στη Συρία. Το κυριότερο είναι να δημιουργήσει ένα κλοιό ασφαλείας που θα διαχωρίζει τις κουρδικές περιοχές της Τουρκίας και της Συρίας (που ονομάζονται Μπακούρ και Ροζάβα, αντίστοιχα). Στο παρελθόν, το κουρδικό PKK στηρίχθηκε σε βάσεις στη Συρία για τις επιχειρήσεις του στο υπό τουρκική κατοχή Κουρδιστάν.
Ο Ερντογάν ενδιαφέρεται επίσης για μια λύση για τα περίπου 4 εκατομμύρια Σύριους πρόσφυγες που βρίσκονται στη χώρα και οι οποίοι αποτελούν στόχο ξενοφοβικών εκστρατειών από ακροδεξιές ομάδες, πολώνοντας την εθνική πολιτική.
Τέλος, το τουρκικό καθεστώς ενδιαφερόταν πάντα να επεκτείνει τη σφαίρα της πολιτικής και οικονομικής επιρροής του και για τον λόγο αυτό επεδίωξε να ελέγξει τις δυνάμεις της συριακής αντιπολίτευσης κατά την επανάσταση του 2011 και τώρα υποστηρίζει τον συνασπισμό γύρω από την πολιτοφυλακή του Εθνικού Στρατού (Τζάις αλ-Ουαττανί). Πρόσφατα, ο Ερντογάν άλλαξε γεωπολιτικό προσανατολισμό και επιδίωξε συνεννόηση με το συριακό καθεστώς, χωρίς επιτυχία.
Το τουρκικό καθεστώς σίγουρα διευκόλυνε την επίθεση των ανταρτών μέσω τμημάτων του Τζάις αλ-Ουαττανί. Αλλά οι στόχοι του είναι διαφορετικοί από εκείνους του συριακού πληθυσμού, ο οποίος αγωνίζεται για την κατάργηση της δικτατορίας και την κατοχή της χώρας από ξένες δυνάμεις.
Για το λόγο αυτό, το τουρκικό καθεστώς μπορεί να καταλήξει σε συμφωνία με τον Πούτιν και το ιρανικό καθεστώς για να περιορίσει την επίθεση κατά του συριακού καθεστώτος. Οι συνομιλίες βρίσκονται σε εξέλιξη.[2]
Η ορκωμοσία του Τραμπ
Η ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου είναι ένας παράγοντας που επιτάχυνε την απόφαση των δυνάμεων των ανταρτών να ξεκινήσουν την επίθεσή τους.
Από τη μία πλευρά, ο Τραμπ υπόσχεται να επιβάλει κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία, παραδίδοντας ουκρανικά εδάφη στον Πούτιν και ανακουφίζοντας τον ρωσικό στρατό και την οικονομία, οι οποίες έχουν επιβαρυνθεί από την πολεμική προσπάθεια. Αυτό θα επιτρέψει στον Πούτιν να μεταφέρει δυνάμεις στη Συρία για να υποστηρίξει το δολοφονικό καθεστώς Άσαντ.
Από την άλλη πλευρά, ο Τραμπ θα μπορούσε να αποφασίσει να αποσύρει την αμερικανική υποστήριξη από τις κουρδικές SDF/PYD, οι οποίες ελέγχουν το 27% του συριακού εδάφους, προκειμένου να παραδώσει συνοριακές λωρίδες στην τουρκική κυβέρνηση για τη δημιουργία μιας ζώνης ασφαλείας και, τελικά, την απέλαση ενός μέρους των Σύριων προσφύγων. Μια τέτοια απόφαση θα μπορούσε να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του Ερντογάν, προκειμένου να απομακρύνει τον Τζάις αλ-Ουαττανί από οποιαδήποτε στρατιωτική επίθεση κατά του συριακού καθεστώτος και να παγώσει τον συνασπισμό υπό την ηγεσία της HTS.
Καμία εμπιστοσύνη στην HTS!
Η Χαγιάτ Ταχρίρ ασ-Σαμ (HTS) είναι μία από τις ομάδες που διαδραμάτισαν αρνητικό ρόλο κατά τη διάρκεια της συριακής επανάστασης, επιδιώκοντας να μετατρέψουν τον δημοκρατικό χαρακτήρα της επανάστασης σε θρησκευτικό εμφύλιο πόλεμο. Η οργάνωση αυτή κατηγορείται για την καταστολή του πληθυσμού και τη δολοφονία στελεχών της αντιπολίτευσης, όπως ο διάσημος ραδιοφωνικός παρουσιαστής Ραέντ Φάρες. Μία από τις κύριες πηγές υποστήριξής της προερχόταν από το Κατάρ.
Τον τελευταίο καιρό, ο αλ-Τζουλάνι, ο κύριος ηγέτης της HTS, προσπάθησε να αλλάξει την εικόνα της οργάνωσης. Όχι μόνο ήρθε σε ρήξη με την Αλ Κάιντα το 2016, αλλά προσπάθησε επίσης να παρουσιαστεί ως μια κανονική αστική δύναμη που κυβερνά το Ίντλιμπ, επιβάλλοντας φόρους σε όλο το εμπόριο και κρατώντας αποστάσεις από το αντιδημοφιλές συριακό καθεστώς. Η αλλαγή της εικόνας δεν συνεπάγεται ρήξη με τους σαλαφιστικούς τομείς, οι οποίοι υποστηρίζουν μια σεχταριστική θεοκρατική δικτατορία, αλλά μάλλον μια άμβλυνση αυτής της εικόνας.
Βέβαια, η επίθεση στο Χαλέπι μπορεί επίσης να εξηγηθεί από την ανάγκη της HTS να βρει διέξοδο για τη λαϊκή δυσαρέσκεια στο Ίντλιμπ.
Μια επαναστατική εναλλακτική λύση στον αγώνα κατά της δικτατορίας
Σε κάθε περίπτωση, αυτή η επίθεση στο Χαλέπι είναι σύμφωνη με τις επιθυμίες της συντριπτικής πλειοψηφίας του συριακού πληθυσμού για τον τερματισμό της δικτατορίας, της ξένης κατοχής και της φτώχειας στην οποία υπόκεινται. Αλλά αυτό που λείπει είναι μια ηγετική οργάνωση που είναι εντελώς διαφορετική από την HTS: μια εργατική, δημοκρατική και επαναστατική οργάνωση.
Οι αγωνιστές που είναι προσηλωμένοι στα ιδανικά των αραβικών επαναστάσεων (ελευθερία, ψωμί και κοινωνική δικαιοσύνη) θα πρέπει να οικοδομήσουν μια νέα πολιτική οργάνωση που θα προωθήσει τα δημοκρατικά λαϊκά συμβούλια στις απελευθερωμένες ζώνες, όπου οι εργαζόμενοι θα μπορούν να αποφασίζουν για το μέλλον του αγώνα ενάντια στη δικτατορία. Κατά τη διάρκεια της συριακής επανάστασης, υπήρξαν αρκετές δημοκρατικές εμπειρίες αυτοοργάνωσης - οι οποίες θα πρέπει να αναβιώσουν. Δεν μπορούμε να δεχτούμε να αντικατασταθεί η δικτατορία του Άσαντ από μια άλλη δικτατορία αυταρχικών ομάδων, είτε πρόκειται για την HTS είτε για οποιαδήποτε άλλη. Ο αγώνας για δημοκρατικές ελευθερίες για τους εργαζόμενους της Συρίας συμβαδίζει με τον αγώνα ενάντια στη δικτατορία του Άσαντ.
Επιπλέον, συνεχίζεται η γενοκτονία στην Παλαιστίνη. Σήμερα, οι Παλαιστίνιοι μπορούν να υπολογίζουν μόνο στην υποστήριξη της εργατικής τάξης και της νεολαίας των αραβικών χωρών και ολόκληρου του κόσμου. Μια νέα επαναστατική οργάνωση θα πρέπει να σταθεί υπέρ της άνευ όρων υποστήριξης του παλαιστινιακού λαού, υπέρ της ανοικοδόμησης του αλ-Γιαρμούκ [του παλαιστινιακού καταυλισμού προσφύγων στη Δαμασκό], ο οποίος καταστράφηκε σε μεγάλη έκταση από το συριακό καθεστώς, και υπέρ της ανακατάληψης όλων των συριακών εδαφών που έχουν καταληφθεί από τη σιωνιστική οντότητα στα Υψίπεδα του Γκολάν, σε αντίθεση με τη συμφιλιωτική στάση απέναντι στο σιωνισμό που ακολουθεί η δυναστεία Άσαντ.
Το κουρδικό ζήτημα είναι ένα άλλο στρατηγικό ζήτημα για τη νέα συριακή επανάσταση. Ο κουρδικός πληθυσμός αντιπροσωπεύει περίπου το 10% του πληθυσμού της Συρίας. Οι Κούρδοι βρίσκονταν πάντα υπό την καταπίεση της δικτατορίας του Άσαντ. Στην αρχή της συριακής επανάστασης, σημαντικοί Κούρδοι ηγέτες, όπως ο Μεσάαλ Τέμο (ο οποίος δολοφονήθηκε στην ελεγχόμενη από το PYD περιοχή), υποστήριξαν την ενότητα στον αγώνα κατά του Άσαντ. Ωστόσο, οι ηγετικές δυνάμεις της συριακής επανάστασης δεν ανέλαβαν ποτέ μια δημοκρατική δέσμευση για την υπεράσπιση του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του κουρδικού πληθυσμού. Αυτό διευκόλυνε τις ενέργειες του κουρδικού κόμματος PYD, του οποίου η στρατηγική ήταν μια σιωπηρή συμμαχία με τον Άσαντ, αποσύροντας τις κουρδικές μάζες από τη συριακή επανάσταση με αντάλλαγμα κάποιες παραχωρήσεις από τη δικτατορία.
Αυτό το λάθος πρέπει να αποφευχθεί και ο κουρδικός πληθυσμός θα πρέπει να κληθεί να αγωνιστεί κατά της δικτατορίας και να υπερασπιστεί το δικαίωμά του στην αυτοδιάθεση, ένα δικαίωμα που πάντα του το αρνιόταν το συριακό καθεστώς. Ταυτόχρονα, είναι απαραίτητο να κληθεί το PYD να έρθει σε ρήξη με το συριακό καθεστώς και τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και να συμμετάσχει στον αγώνα κατά της συριακής δικτατορίας, καθώς και να συνάψει μια συμφωνία μη επίθεσης μεταξύ των δυνάμεων των ανταρτών και των SDF, που θα εγγυάται την αυτονομία της Ροζάβα, απορρίπτοντας κάθε πίεση από το τουρκικό καθεστώς. Είναι επίσης απαραίτητο να απαιτήσουμε από τις SDF πλήρεις δημοκρατικές ελευθερίες εντός της Ροζάβα, ώστε ο κουρδικός λαός να ασκήσει ελεύθερα το δικαίωμά του στην αυτοδιάθεση.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Fabio Bosco, “Rebel offensive surprises the Syrian dictatorship and takes Aleppo”, Workers’ Voice/La Voz de los Trabajadores, 3 Δεκεμβρίου 2024, https://workersvoiceus.org/2024/12/03/rebel-offensive-surprises-the-syrian-dictatorship-and-takes-aleppo/.
Fabio Bosco, “Ofensiva rebelde sorprende a la dictadura siria y toma Alepo”, Workers’ Voice/La Voz de los Trabajadores, 3 Δεκεμβρίου 2024, https://workersvoiceus.org/es/2024/12/03/rebel-offensive-surprises-the-syrian-dictatorship-and-takes-aleppo/.
Σημειώσεις
[1] “Military escalation / ‘International Coalition’ Forces shell the ‘seven villages’ in Deir Ezzor”, The Syrian Observatory For Human Rights, 30 Νοεμβρίου 2024, https://www.syriahr.com/en/350260/.
[2] “Syria: Deadly strikes hit Aleppo as rebels seize airport, push towards Hama”, Middle East Eye, 30 Νοεμβρίου 2024, https://www.middleeasteye.net/news/syria-deadly-strikes-aleppo-rebels-seize-airport-push-towards-hama.