Λέον Τρότσκι
Εργατικός Έλεγχος της Παραγωγής
Απαντώντας στο ερώτημά σας, θα προσπαθήσω να καταγράψω εδώ, ως προκαταρκτική διαδικασία για την ανταλλαγή απόψεων, μερικές γενικές εκτιμήσεις σχετικά με το σύνθημα του εργατικού ελέγχου της παραγωγής.
Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει σε αυτό το πλαίσιο είναι: Μπορούμε να φανταστούμε τον εργατικό έλεγχο της παραγωγής ως ένα σταθερό καθεστώς, όχι βέβαια αιώνιο, αλλά αρκετά μακράς διάρκειας; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό είναι απαραίτητο να προσδιορίσουμε με μεγαλύτερη σαφήνεια την ταξική φύση αυτού του καθεστώτος. Ο έλεγχος βρίσκεται στα χέρια των εργατών. Αυτό σημαίνει: η ιδιοκτησία και το δικαίωμα διάθεσης παραμένουν στα χέρια των καπιταλιστών. Έτσι, το καθεστώς έχει αντιφατικό χαρακτήρα, παρουσιάζοντας ένα είδος οικονομικού μεσοδιαστήματος.
Οι εργάτες χρειάζονται τον έλεγχο όχι για πλατωνικούς σκοπούς, αλλά για να ασκήσουν πρακτική επιρροή στην παραγωγή και τις εμπορικές δραστηριότητες των εργοδοτών. Αυτό δεν μπορεί, ωστόσο, να επιτευχθεί αν ο έλεγχος, με τη μία ή την άλλη μορφή, μέσα σε τέτοιου ή άλλου είδους όρια, δεν μετατραπεί σε άμεση διαχείριση. Σε μια ανεπτυγμένη μορφή, ο εργατικός έλεγχος συνεπάγεται έτσι ένα είδος οικονομικής δυαδικής εξουσίας στο εργοστάσιο, την τράπεζα, την εμπορική επιχείρηση κ.ο.κ.
Ποιο κρατικό καθεστώς αντιστοιχεί στον εργατικό έλεγχο της παραγωγής; Είναι προφανές ότι η εξουσία δεν βρίσκεται ακόμη στα χέρια του προλεταριάτου, διαφορετικά δεν θα είχαμε εργατικό έλεγχο της παραγωγής αλλά τον έλεγχο της παραγωγής από το εργατικό κράτος ως εισαγωγή σε ένα καθεστώς κρατικής παραγωγής πάνω στα θεμέλια της εθνικοποίησης. Αυτό για το οποίο μιλάμε είναι ο εργατικός έλεγχος υπό το καπιταλιστικό καθεστώς, υπό την εξουσία της αστικής τάξης. Ωστόσο, μια αστική τάξη που αισθάνεται ότι βρίσκεται σταθερά στη σέλα δεν θα ανεχθεί ποτέ δυαδική εξουσία στις επιχειρήσεις της. ο εργατικός έλεγχος κατά συνέπεια, μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο υπό την προϋπόθεση μιας απότομης αλλαγής του συσχετισμού δυνάμεων δυσμενούς για την αστική τάξη και το κράτος της. Ο έλεγχος μπορεί να επιβληθεί μόνο με τη βία στην αστική τάξη, από ένα προλεταριάτο που βρίσκεται στο δρόμο προς τη στιγμή της απόσπασης της εξουσίας από αυτήν, και τότε επίσης της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Έτσι, το καθεστώς του εργατικού ελέγχου, ένα προσωρινό μεταβατικό καθεστώς από την ίδια του την ουσία, μπορεί να αντιστοιχεί μόνο στην περίοδο του κλονισμού του αστικού κράτους, της προλεταριακής επίθεσης και της υποχώρησης της αστικής τάξης, δηλαδή στην περίοδο της προλεταριακής επανάστασης με την πληρέστερη έννοια της λέξης.
Αν ο αστός δεν είναι πια κύριος, δηλαδή δεν είναι εξ ολοκλήρου κύριος, στο εργοστάσιό του, τότε προκύπτει ότι δεν είναι επίσης εξ ολοκλήρου κύριος στο κράτος του. Αυτό σημαίνει ότι στο καθεστώς της δυαδικής εξουσίας στα εργοστάσια αντιστοιχεί το καθεστώς της δυαδικής εξουσίας στο κράτος.
Αυτή η αντιστοιχία, ωστόσο, δεν θα πρέπει να κατανοηθεί μηχανικά, δηλαδή, σαν να σημαίνει ότι η δυαδική εξουσία στις επιχειρήσεις και η δυαδική εξουσία στο κράτος γεννιούνται την ίδια μέρα. Ένα προηγμένο καθεστώς δυαδικής εξουσίας, ως ένα από τα πολύ πιθανά στάδια της προλεταριακής επανάστασης σε κάθε χώρα, μπορεί να αναπτυχθεί σε διαφορετικές χώρες με διαφορετικούς τρόπους, από διαφορετικά στοιχεία. Έτσι, για παράδειγμα, σε ορισμένες συνθήκες (βαθιά και επίμονη οικονομική κρίση, ισχυρό επίπεδο οργάνωσης των εργαζομένων στις επιχειρήσεις, σχετικά αδύναμο επαναστατικό κόμμα, σχετικά ισχυρό κράτος που διατηρεί σε εφεδρεία έναν ισχυρό φασισμό κ.λπ.) ο εργατικός έλεγχος της παραγωγής μπορεί να προηγηθεί σημαντικά της αναπτυγμένης πολιτικής δυαδικής εξουσίας σε μια χώρα.
Κάτω από τις συνθήκες που αναφέρθηκαν παραπάνω σε γενικές γραμμές, οι οποίες είναι πλέον ιδιαίτερα χαρακτηριστικές για τη Γερμανία, η δυαδική εξουσία στη χώρα μπορεί να αναπτυχθεί ακριβώς από τον εργατικό έλεγχο ως κύρια πηγή της. Πρέπει να επιμείνουμε σε αυτό το γεγονός, έστω και μόνο για να απορρίψουμε εκείνον τον φετιχισμό της σοβιετικής μορφής που έχουν θέσει σε κυκλοφορία οι επιγόνοι της Κομιντέρν.
Σύμφωνα με την επίσημη άποψη που επικρατεί αυτή τη στιγμή, η προλεταριακή επανάσταση μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μέσω των σοβιέτ∙ αυτά, με τη σειρά τους, πρέπει να δημιουργηθούν ειδικά για το σκοπό της ένοπλης εξέγερσης. Αυτό το κλισέ δεν είναι κατάλληλο για τίποτα. Τα σοβιέτ είναι μόνο μια οργανωτική μορφή∙ το ζήτημα κρίνεται από το ταξικό περιεχόμενο της πολιτικής και επ’ ουδενί από τη μορφή της. Στη Γερμανία υπήρχαν τα σοβιέτ των Έμπερτ-Σάιντεμαν. Στη Ρωσία, τα συμφιλιωτικά σοβιέτ επιτέθηκαν στους εργάτες και τους στρατιώτες τον Ιούλιο του 1917. Μετά από αυτό ο Λένιν σκέφτηκε για ένα διάστημα ότι θα έπρεπε να πετύχουμε την ένοπλη εξέγερση στηριζόμενοι όχι στα σοβιέτ, αλλά στις εργοστασιακές επιτροπές. Αυτός ο υπολογισμός διαψεύστηκε από την πορεία των γεγονότων, γιατί καταφέραμε, στις έξι με οκτώ εβδομάδες πριν από την εξέγερση, να κερδίσουμε τα πιο σημαντικά σοβιέτ. Αλλά αυτό ακριβώς το παράδειγμα δείχνει πόσο λίγο ήμασταν διατεθειμένοι να θεωρήσουμε τα σοβιέτ ως πανάκεια. Κατά την αποτυχία του 1923, υπερασπιζόμενος απέναντι στον Στάλιν και άλλους την ανάγκη να περάσουμε στην επαναστατική επίθεση, πάλεψα ταυτόχρονα ενάντια στη δημιουργία, κατ’ εντολή, σοβιέτ στη Γερμανία δίπλα στα εργοστασιακά συμβούλια, τα οποία είχαν ήδη αρχίσει στην πραγματικότητα να εκπληρώνουν το ρόλο των σοβιέτ.
Υπάρχουν πολλά που μπορούν να ειπωθούν υπέρ της ιδέας ότι στην παρούσα επαναστατική εξέγερση, τα εργοστασιακά συμβούλια στη Γερμανία, σε ένα ορισμένο στάδιο της ανάπτυξής τους, θα είναι σε θέση να παίξουν το ρόλο των σοβιέτ και να τα αντικαταστήσουν. Σε τι βασίζω αυτή την υπόθεση; Στην ανάλυση των συνθηκών κάτω από τις οποίες προέκυψαν τα σοβιέτ στη Ρωσία το Φεβρουάριο-Μάρτιο του 1917 και στη Γερμανία και την Αυστρία το Νοέμβριο του 1918. Και στα τρία μέρη, οι κύριοι οργανωτές των σοβιέτ ήταν Μενσεβίκοι και Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι αναγκάστηκαν να το κάνουν λόγω των συνθηκών της «δημοκρατικής επανάστασης σε καιρό πολέμου». Στη Ρωσία, οι Μπολσεβίκοι κατάφεραν να κερδίσουν τα σοβιέτ από τους συμφιλιωτές. Στη Γερμανία, δεν τα κατάφεραν, και γι’ αυτό τα σοβιέτ εξαφανίστηκαν.
Σήμερα, το 1931, η λέξη «σοβιέτ» ακούγεται τελείως διαφορετικά από ό,τι το 1917-1918. Σήμερα αποτελεί συνώνυμο της δικτατορίας των Μπολσεβίκων και, ως εκ τούτου, είναι ένας βραχνάς στα χείλη της Σοσιαλδημοκρατίας. Οι Σοσιαλδημοκράτες στη Γερμανία όχι μόνο δεν θα αδράξουν την πρωτοβουλία για τη δημιουργία σοβιέτ για δεύτερη φορά και δεν θα συμμετάσχουν εθελοντικά σε αυτή την πρωτοβουλία – θα την πολεμήσουν μέχρι τέλους. Στα μάτια του αστικού κράτους, ιδιαίτερα της φασιστικής φρουράς του, η έναρξη της εργασίας των κομμουνιστών για τη δημιουργία σοβιέτ θα ισοδυναμεί με άμεση κήρυξη εμφυλίου πολέμου από το προλεταριάτο και κατά συνέπεια θα μπορούσε να προκαλέσει μια αποφασιστική σύγκρουση πριν το ίδιο το Κομμουνιστικό Κόμμα το κρίνει σκόπιμο.
Όλες αυτές οι εκτιμήσεις μάς ωθούν να αμφιβάλλουμε έντονα για το αν θα μπορούσε κανείς να πετύχει, πριν από την εξέγερση και την κατάληψη της εξουσίας στη Γερμανία, τη δημιουργία σοβιέτ που θα αγκάλιαζαν πραγματικά την πλειοψηφία των εργατών. Κατά τη γνώμη μου, είναι πιο πιθανό ότι στη Γερμανία τα σοβιέτ θα γεννηθούν το επόμενο πρωί μετά τη νίκη, από τότε ως άμεσα όργανα εξουσίας.
Το ζήτημα των εργοστασιακών συμβουλίων είναι εντελώς διαφορετικό. Υπάρχουν ήδη σήμερα. Τόσο οι κομμουνιστές όσο και οι σοσιαλδημοκράτες τα οικοδομούν. Υπό μια ορισμένη έννοια, τα εργοστασιακά συμβούλια είναι η υλοποίηση του ενιαίου μετώπου της εργατικής τάξης. Θα διευρύνουν και θα εμβαθύνουν αυτή τη συγκεκριμένη λειτουργία με την άνοδο της επαναστατικής παλίρροιας. Ο ρόλος τους θα μεγαλώσει, όπως και οι παρεμβάσεις τους στη ζωή του εργοστασίου, της πόλης, των βιομηχανικών κλάδων, των περιφερειών και τελικά ολόκληρου του κράτους. Τα επαρχιακά, περιφερειακά και εθνικά συνέδρια των εργοστασιακών συμβουλίων μπορούν να χρησιμεύσουν ως βάση για τα όργανα που θα εκπληρώσουν στην πραγματικότητα το ρόλο των σοβιέτ, δηλαδή τα όργανα της δυαδικής εξουσίας. Το να προσελκύσουμε τους σοσιαλδημοκράτες εργάτες σε αυτό το καθεστώς μέσω των εργοστασιακών συμβουλίων θα είναι πολύ πιο εύκολο από το να καλέσουμε τους εργάτες απευθείας να οικοδομήσουν σοβιέτ σε μια συγκεκριμένη μέρα και σε μια συγκεκριμένη ώρα.
Το κεντρικό όργανο των εργοστασιακών συμβουλίων μιας πόλης μπορεί να εκπληρώσει πλήρως το ρόλο του σοβιέτ της πόλης. Αυτό παρατηρήθηκε στη Γερμανία το 1923. Επεκτείνοντας τη λειτουργία τους, θέτοντας για τον εαυτό τους όλο και πιο τολμηρά καθήκοντα και δημιουργώντας τα δικά τους ομοσπονδιακά όργανα, τα εργοστασιακά συμβούλια μπορούν να εξελιχθούν σε σοβιέτ, έχοντας ενώσει στενά τους σοσιαλδημοκράτες και τους κομμουνιστές εργάτες∙ και μπορούν να χρησιμεύσουν ως οργανωτική βάση για την εξέγερση. Μετά τη νίκη του προλεταριάτου, αυτά τα εργοστασιακά συμβούλια/σοβιέτ θα πρέπει φυσικά να διαχωριστούν σε εργοστασιακά συμβούλια με τη σωστή έννοια του όρου και σε σοβιέτ ως όργανα της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Με όλα αυτά, δεν εννοούμε καθόλου ότι η δημιουργία σοβιέτ πριν από την προλεταριακή ανατροπή στη Γερμανία αποκλείεται εντελώς εκ των προτέρων. Δεν υπάρχει καμία δυνατότητα πρόβλεψης όλων των πιθανών παραλλαγών της εξέλιξης. Αν η διάλυση του αστικού κράτους ερχόταν πολύ πριν από την προλεταριακή επανάσταση, αν ο φασισμός συντριβόταν σε κομματάκια ή έσβηνε πριν από την εξέγερση του προλεταριάτου, τότε θα μπορούσαν να δημιουργηθούν οι συνθήκες για την οικοδόμηση των σοβιέτ ως όργανα της πάλης για την εξουσία. Φυσικά, σε αυτή την περίπτωση οι κομμουνιστές θα έπρεπε να αντιληφθούν εγκαίρως την κατάσταση και να προβάλουν το σύνθημα των σοβιέτ. Αυτή θα ήταν η πιο ευνοϊκή κατάσταση που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς για την προλεταριακή εξέγερση. Αν πάρει μορφή, πρέπει να αξιοποιηθεί μέχρι τέλους. Αλλά είναι εντελώς αδύνατο να υπολογίζουμε σε αυτό εκ των προτέρων. Όσο οι κομμουνιστές πρέπει να αντιμετωπίζουν ένα ακόμα αρκετά ισχυρό αστικό κράτος, με τον εφεδρικό στρατό του φασισμού πίσω του, ο δρόμος μέσω των εργοστασιακών συμβουλίων και όχι μέσω των σοβιέτ φαίνεται να είναι ο πολύ πιο πιθανός.
Οι επίγονοι υιοθέτησαν καθαρά μηχανικά την αντίληψη ότι ο εργατικός έλεγχος της παραγωγής, όπως και τα σοβιέτ, μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο υπό επαναστατικές συνθήκες. Αν οι σταλινικοί προσπαθούσαν να οργανώσουν τις προκαταλήψεις τους σε ένα συγκεκριμένο σύστημα, θα υποστήριζαν πιθανώς τα εξής: ο εργατικός έλεγχος ως ένα είδος οικονομικής δυαδικής εξουσίας είναι αδιανόητος χωρίς πολιτική δυαδική εξουσία στη χώρα, η οποία με τη σειρά της είναι αδιανόητη χωρίς την αντιπαράθεση των σοβιέτ στην αστική εξουσία∙ κατά συνέπεια –οι σταλινικοί θα έτειναν να συμπεράνουν– η προώθηση του συνθήματος του εργατικού ελέγχου της παραγωγής είναι επιτρεπτή μόνο ταυτόχρονα με το σύνθημα των σοβιέτ.
Από όλα όσα ειπώθηκαν παραπάνω, είναι αρκετά σαφές πόσο ψεύτικη, σχηματική και άψυχη είναι μια τέτοια κατασκευή. Στην πράξη, αυτή μετατρέπεται στο μοναδικό τελεσίγραφο που θέτει το κόμμα στους εργάτες: Εγώ, το κόμμα, θα σας επιτρέψω να αγωνιστείτε για τον εργατικό έλεγχο μόνο στην περίπτωση που συμφωνήσετε ταυτόχρονα να οικοδομήσετε σοβιέτ. Αλλά αυτό ακριβώς είναι το ζητούμενο – ότι αυτές οι δύο διαδικασίες δεν χρειάζεται απαραίτητα να διεξάγονται παράλληλα και ταυτόχρονα. Κάτω από την επίδραση της κρίσης, της ανεργίας και των ληστρικών χειρισμών των καπιταλιστών, η εργατική τάξη στην πλειοψηφία της μπορεί να αποδειχθεί έτοιμη να αγωνιστεί για την κατάργηση του επιχειρηματικού απορρήτου και για τον έλεγχο των τραπεζών, του εμπορίου και της παραγωγής, πριν κατανοήσει την αναγκαιότητα της επαναστατικής κατάκτησης της εξουσίας.
Αφού πάρει το δρόμο του ελέγχου της παραγωγής, το προλεταριάτο θα προχωρήσει αναπόφευκτα προς την κατεύθυνση της κατάληψης της εξουσίας και των μέσων παραγωγής. Τα ζητήματα των πιστώσεων, των πρώτων υλών, των αγορών, θα επεκτείνουν αμέσως τον έλεγχο πέρα από τα όρια των μεμονωμένων επιχειρήσεων. Σε μια τόσο υψηλά βιομηχανοποιημένη χώρα όπως η Γερμανία, τα ζητήματα των εξαγωγών και των εισαγωγών θα έπρεπε αμέσως να αναγάγουν τον εργατικό έλεγχο στο επίπεδο των εθνικών καθηκόντων και να αντιπαραθέσουν τα κεντρικά όργανα του εργατικού ελέγχου στα επίσημα όργανα του αστικού κράτους. Οι αντιφάσεις, ασυμβίβαστες στην ουσία τους, του καθεστώτος του εργατικού ελέγχου θα οξυνθούν αναπόφευκτα στο βαθμό που η σφαίρα και τα καθήκοντά του θα επεκταθούν και σύντομα θα γίνουν αφόρητες. Μια διέξοδος από αυτές τις αντιφάσεις μπορεί να βρεθεί είτε στην κατάληψη της εξουσίας από το προλεταριάτο (Ρωσία) είτε στη φασιστική αντεπανάσταση, η οποία εγκαθιδρύει τη γυμνή δικτατορία του κεφαλαίου (Ιταλία). Ακριβώς στη Γερμανία, με την ισχυρή σοσιαλδημοκρατία της, ο αγώνας για τον εργατικό έλεγχο της παραγωγής θα είναι κατά πάσα πιθανότητα το πρώτο στάδιο του επαναστατικού ενιαίου μετώπου των εργατών, το οποίο προηγείται του ανοιχτού αγώνα τους για την εξουσία.
Μπορεί, ωστόσο, το σύνθημα του εργατικού ελέγχου να αναδειχθεί αυτή τη στιγμή; Έχει ωριμάσει αρκετά η επαναστατική κατάσταση γι’ αυτό; Το ερώτημα είναι δύσκολο να απαντηθεί από το περιθώριο. Δεν υπάρχει κανένα θερμόμετρο που θα επέτρεπε τον άμεσο και ακριβή προσδιορισμό της θερμοκρασίας της επαναστατικής κατάστασης. Είναι κανείς αναγκασμένος να την προσδιορίσει στη δράση, στον αγώνα, με τη βοήθεια των πιο διαφορετικών οργάνων μέτρησης. Ένα από αυτά τα όργανα, ίσως ένα από τα πιο σημαντικά υπό τις δεδομένες συνθήκες, είναι ακριβώς το σύνθημα του εργατικού ελέγχου της παραγωγής.
Η σημασία αυτού του συνθήματος έγκειται κυρίως στο γεγονός ότι με βάση αυτό μπορεί να προετοιμαστεί το ενιαίο μέτωπο των κομμουνιστών εργαζομένων με τους σοσιαλδημοκράτες, τους ακομμάτιστους, τους χριστιανούς και άλλους εργάτες. Η στάση των σοσιαλδημοκρατών εργατών είναι καθοριστική. Το επαναστατικό ενιαίο μέτωπο των κομμουνιστών και των σοσιαλδημοκρατών - αυτή είναι η θεμελιώδης πολιτική προϋπόθεση που λείπει στη Γερμανία για μια άμεσα επαναστατική κατάσταση. Η παρουσία ενός ισχυρού φασισμού είναι σίγουρα ένα σοβαρό εμπόδιο στο δρόμο προς τη νίκη. Αλλά ο φασισμός μπορεί να διατηρεί την ελκτική του δύναμη μόνο επειδή το προλεταριάτο είναι διασπασμένο και αδύναμο και επειδή δεν έχει τη δυνατότητα να οδηγήσει τον γερμανικό λαό στο δρόμο της νικηφόρας επανάστασης. Το επαναστατικό ενιαίο μέτωπο της εργατικής τάξης σημαίνει ήδη, από μόνο του, ένα μοιραίο πολιτικό πλήγμα στο φασισμό.
Για το λόγο αυτό, ας πούμε παρεμπιπτόντως, η πολιτική της ηγεσίας του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος στο ζήτημα του δημοψηφίσματος έχει ιδιαίτερα εγκληματικό χαρακτήρα. Ο πιο φανατικός εχθρός δεν θα μπορούσε να σκεφτεί έναν πιο σίγουρο τρόπο για να υποκινήσει τους σοσιαλδημοκράτες εργάτες ενάντια στο Κομμουνιστικό Κόμμα και να καθυστερήσει την ανάπτυξη της πολιτικής του επαναστατικού ενιαίου μετώπου.
Τώρα αυτό το λάθος πρέπει να διορθωθεί. Το σύνθημα του εργατικού ελέγχου μπορεί να είναι εξαιρετικά χρήσιμο από αυτή την άποψη. Ωστόσο, πρέπει να προσεγγιστεί σωστά. Προχωρώντας χωρίς την απαραίτητη προετοιμασία, ως γραφειοκρατική εντολή, το σύνθημα του εργατικού ελέγχου μπορεί όχι μόνο να αποδειχθεί άσφαιρη βολή, αλλά ακόμη περισσότερο, μπορεί να εκθέσει το κόμμα στα μάτια των εργαζόμενων μαζών υπονομεύοντας την εμπιστοσύνη σε αυτό ακόμη και μεταξύ εκείνων των εργατών που σήμερα το ψηφίζουν. Πριν από την επίσημη προβολή αυτού του πολύ κρίσιμου συνθήματος, πρέπει να μελετηθεί καλά η κατάσταση και να προετοιμαστεί το έδαφος γι’ αυτό.
Πρέπει να ξεκινήσουμε από τα κάτω, από το εργοστάσιο, από την επιχείρηση. Τα ζητήματα του εργατικού ελέγχου πρέπει να εξεταστούν και να προσαρμοστούν στη λειτουργία ορισμένων τυπικών βιομηχανικών, τραπεζικών και εμπορικών επιχειρήσεων. Πρέπει να πάρουμε ως αφετηρία ιδιαίτερα σαφείς περιπτώσεις κερδοσκοπίας, το κρυφό λοκ άουτ, την ύπουλη υποτίμηση των κερδών με στόχο τη μείωση των μισθών ή την ψευδή υπερβολή του κόστους παραγωγής για τον ίδιο σκοπό, κ.ο.κ. Σε μια επιχείρηση που έχει πέσει θύμα τέτοιων μηχανορραφιών, οι κομμουνιστές εργάτες πρέπει να είναι εκείνοι μέσω των οποίων γίνονται αισθητές οι διαθέσεις των υπόλοιπων εργαζόμενων μαζών, πάνω απ’ όλα των σοσιαλδημοκρατών εργατών: σε ποιο βαθμό θα ήταν έτοιμοι να ανταποκριθούν στο αίτημα για την κατάργηση του επιχειρηματικού απορρήτου και την καθιέρωση του εργατικού ελέγχου της παραγωγής. Χρησιμοποιώντας ως αφορμή ιδιαίτερα ξεκάθαρες μεμονωμένες περιπτώσεις, πρέπει να ξεκινήσουμε με την άμεση διατύπωση του ερωτήματος για να διεξάγουμε επίμονα προπαγάνδα και να μετρήσουμε με αυτόν τον τρόπο τη δύναμη αντίστασης του σοσιαλδημοκρατικού συντηρητισμού. Αυτός θα ήταν ένας από τους καλύτερους τρόπους για να διαπιστωθεί σε ποιο βαθμό έχει ωριμάσει η επαναστατική κατάσταση.
Η προκαταρκτική διερεύνηση του εδάφους προϋποθέτει την ταυτόχρονη θεωρητική και προπαγανδιστική ανάπτυξη του ζητήματος του κόμματος, τη σοβαρή και αντικειμενική καθοδήγηση των προχωρημένων εργατών, πρωτίστως των μελών των εργοστασιακών συμβουλίων, των διακεκριμένων συνδικαλιστών κ.λπ. Μόνο η πορεία αυτής της προπαρασκευαστικής εργασίας, δηλαδή ο βαθμός επιτυχίας της, μπορεί να υποδείξει ποια στιγμή το κόμμα μπορεί να περάσει από την προπαγάνδα στην αναπτυγμένη αγκιτάτσια και στην άμεση πρακτική δράση υπό το σύνθημα του εργατικού ελέγχου.
Η πολιτική της Αριστερής Αντιπολίτευσης σε αυτό το ζήτημα προκύπτει αρκετά ξεκάθαρα από όσα παρουσιάστηκαν, τουλάχιστον ως προς τα βασικά χαρακτηριστικά της. Είναι ένα ζήτημα στην πρώτη περίοδο της προπαγάνδας για το σωστό τρόπο τοποθέτησης του ζητήματος με βάση τις αρχές και ταυτόχρονα της μελέτης των συγκεκριμένων συνθηκών του αγώνα για τον εργατικό έλεγχο. Η Αντιπολίτευση, σε μικρή κλίμακα και σε περιορισμένο βαθμό που να ανταποκρίνεται στις δυνάμεις της, πρέπει να αναλάβει την προπαρασκευαστική εργασία που χαρακτηρίστηκε παραπάνω ως το επόμενο καθήκον του κόμματος. Στη βάση αυτού του καθήκοντος, η Αντιπολίτευση πρέπει να επιδιώξει την επαφή με τους κομμουνιστές που εργάζονται στα εργοστασιακά συμβούλια και στα συνδικάτα, να τους εξηγήσει την αντίληψή μας για την κατάσταση στο σύνολό της και να μάθει από αυτούς πώς οι σωστές απόψεις μας για την ανάπτυξη της επανάστασης πρέπει να προσαρμοστούν στις συγκεκριμένες συνθήκες του εργοστασίου και της επιχείρησης.
Υστερόγραφο
Ήθελα να κλείσω με αυτό, όμως μου ήρθε στο μυαλό ότι οι σταλινικοί μπορεί να προβάλουν την εξής ένσταση: είστε έτοιμοι να «απορρίψετε» το σύνθημα των σοβιέτ για τη Γερμανία∙ αλλά μας επικρίνατε με δριμύτητα και μας στιγματίζατε επειδή κάποτε αρνηθήκαμε να διακηρύξουμε το σύνθημα των σοβιέτ στην Κίνα. Στην πραγματικότητα, μια τέτοια «αντίρρηση» δεν είναι παρά η πιο ευτελής σοφιστεία, η οποία βασίζεται στον ίδιο οργανωτικό φετιχισμό, δηλαδή στην ταύτιση της ταξικής ουσίας με την οργανωτική μορφή. Αν οι σταλινικοί είχαν δηλώσει τότε ότι υπήρχαν λόγοι στην Κίνα που εμπόδιζαν την εφαρμογή της μορφής των σοβιέτ και αν είχαν προτείνει κάποια άλλη οργανωτική μορφή του επαναστατικού ενιαίου μετώπου των μαζών, πιο κατάλληλη για τις κινεζικές συνθήκες, θα είχαμε φυσικά δώσει σε μια τέτοια πρόταση τη μεγαλύτερη προσοχή. Αλλά μας συνέστησαν να αντικαταστήσουμε τα σοβιέτ με το Κουόμιντανγκ, δηλαδή με την υποδούλωση των εργατών στους καπιταλιστές. Η διαμάχη αφορούσε το ταξικό περιεχόμενο μιας οργάνωσης και καθόλου την οργανωτική της «τεχνολογία». Αλλά πρέπει να προσθέσουμε σε αυτό ότι ακριβώς στην Κίνα δεν υπήρχαν καθόλου υποκειμενικά εμπόδια για την οικοδόμηση των σοβιέτ, αν λάβουμε υπόψη τη συνείδηση των μαζών και όχι εκείνη των συμμάχων του Στάλιν εκείνη την εποχή, του Τσιανγκ Κάι-σεκ και του Γουάνγκ Τσιν-γουέι. Οι Κινέζοι εργάτες δεν έχουν σοσιαλδημοκρατικές, συντηρητικές παραδόσεις. Ο ενθουσιασμός για τη Σοβιετική Ένωση ήταν πραγματικά καθολικός. Ακόμα και το σημερινό κίνημα των αγροτών στην Κίνα προσπαθεί να υιοθετήσει σοβιετικές μορφές. Ακόμη πιο γενικευμένη ήταν η προσπάθεια των μαζών για σοβιέτ στα χρόνια 1925-1927.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Лев Давидович Троцкий, «О рабочем контроле над производством», Бюллетень оппозиции (большевиков-ленинцев), τεύχος 24. Διαθέσιμο στο Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/russkij/trotsky/works/trotm306.html.
Leon Trotsky, “Workers’ Control of Production”, Δελτίο της Αντιπολίτευσης, τεύχος 24, Σεπτέμβριος 1931. Στα αγγλικά: The Militant, 17 και 24 Οκτωβρίου 1931. Διαθέσιμο στο Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/trotsky/germany/1931/310820.htm.