Σημείωση elaliberta.gr: Μεταφράσαμε και δημοσιεύουμε τέσσερα κείμενα για το θέμα της τσεχοσλοβάκικης κρίσης και της συνθήκης του Μονάχου (με την οποία η Τσεχοσλοβακία μετατράπηκε σε γερμανικό προτεκτοράτο το 1938) καθώς και για την εφαρμογή της πολιτικής του επαναστατικού ντεφετισμού στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στα δύο πρώτα κείμενα με τίτλους «Επισημάνσεις για την Τσεχοσλοβακία» και «Σοσιαλπατριωτική σοφιστεία» ο Τρότσκυ αναπτύσσει τις βασικές αρχές με τις οποίες οι επαναστάτες μαρξιστές και το κίνημα της 4ης Διεθνούς θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν το εθνικό ζήτημα στα πλαίσια του επικείμενου ιμπεριαλιστικού πολέμου.
Στο κείμενο με τίτλο «Το εθνικό ζήτημα στην Κεντρική Ευρώπη» ο Γιαν Μπουχάρ (Γιόζεφ Γκούτμαν) παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο υλοποίησαν τα μέλη της 4ης Διεθνούς στην Τσεχοσλοβακία το γενικό πλαίσιο αρχών του επαναστατικού ντεφετισμού στην συγκεκριμένη πολιτική συγκυρία.
Στο τελευταίο κείμενο με τίτλο «Το εθνικό ζήτημα στην Ευρώπη» –που γράφτηκε το 1942– ο Ζαν Βαν Αϊζενούρ –γραμματέας τότε της Διεθνούς Γραμματείας της Τέταρτης Διεθνούς– επικαιροποιεί τις θέσεις του Τρότσκι στο φως της μετατροπής της Τσεχοσλοβακίας σε γερμανικό προτεκτοράτο το 1939 και της εμπειρίας της ναζιστικής κατοχής στην Ευρώπη και δίνει την τελική μορφή στην πολιτική πρακτική του επαναστατικού ντεφετισμού κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Λέον Τρότσκι
Επισημάνσεις για την Τσεχοσλοβακία
Ερώτηση: Ποια θα ήταν η τακτική των Μπολσεβίκων-Λενινιστών στην Τσεχοσλοβακία απέναντι στην επίθεση της φασιστικής Γερμανίας; Πού διαφέρουν αυτές οι τακτικές από αυτές που ακολουθούνται, για παράδειγμα, στην Ισπανία και την Κίνα;
Τρότσκι: Γιατί το ερώτημα τίθεται ειδικά για την Τσεχοσλοβακία; Μπορούμε να ρωτήσουμε το ίδιο για τη Γαλλία ή οποιαδήποτε άλλη χώρα. Εκτιμώ ότι η Τσεχοσλοβακία είναι μια μικρή χώρα και σε περίπτωση πολέμου θα απειληθεί άμεσα η ύπαρξή της. Αλλά η διαφορά μεταξύ της Τσεχοσλοβακίας και της Γαλλίας έγκειται στο γεγονός ότι η Γαλλία έχει αποικίες. Είναι μια ιμπεριαλιστική χώρα. Η Τσεχοσλοβακία δεν έχει αποικίες. Αλλά αυτή η διαφορά είναι μόνο φαινομενική. Η Τσεχοσλοβακία είναι μια ιμπεριαλιστική χώρα από κάθε άποψη. Είναι μια εξαιρετικά ανεπτυγμένη χώρα με το χρηματιστικό κεφάλαιο σε ηγετική θέση σε μια πολύ συγκεντρωμένη βιομηχανία, την πολύ σημαντική πολεμική βιομηχανία. Γι’ αυτό η Τσεχοσλοβακία είναι μια ανεπτυγμένη καπιταλιστική χώρα, αλλά όχι μόνο αυτό.
Στην Τσεχοσλοβακία έχουμε σήμερα πληθυσμό περίπου 15 εκατομμυρίων. Δεν είναι μια μεγάλη χώρα. Για τις ευρωπαϊκές συνθήκες είναι μια χώρα μεσαίου μεγέθους. Από αυτά τα 15 εκατομμύρια πληθυσμό υπάρχουν μόνο 6 εκατομμύρια Τσέχοι. Οι επίσημες κρατικές στατιστικές καταγράφουν τους Τσέχους και τους Σλοβάκους μαζί (είναι διαφορετικά έθνη). Αυτή η καταγραφή τους μαζί γίνεται μόνο για να δοθεί μια λανθασμένη εντύπωση. Οι Σλοβάκοι, που αριθμούν περίπου 3,5 εκατομμύρια, αισθάνονται καταπιεσμένοι και αγωνίζονται για αυτονομία. Στη συνέχεια, οι Γερμανοί, οι Σουδήτες Γερμανοί, αριθμούν 3,5 εκατομμύρια και οι Ούγγροι σχεδόν ένα εκατομμύριο. Επτακόσιες ή οκτακόσιες χιλιάδες είναι οι Ρουθηνοί (στην πραγματικότητα μέρος της Ρωσίας). Στη συνέχεια, υπάρχουν Πολωνοί και Εβραίοι, αλλά σε μικρούς αριθμούς. Βλέπετε ότι υπάρχουν 6 εκατομμύρια Τσέχοι και 9 εκατομμύρια από διάφορες μειονότητες που καταπιέζονται από τους Τσέχους – καταπιέζονται σκληρά. Σε εθνικό και οικονομικό επίπεδο οι Τσέχοι έχουν διαφορετικά προνόμια και κατά τη διάρκεια της τελευταίας κρίσης η πίεση στις μειονότητες έγινε τρομερή.
Βλέπετε ότι αν δεν έχουν αποικίες στο εξωτερικό, έχουν εσωτερικές αποικίες, και η σχέση αριθμητικά μεταξύ των Τσέχων και των εσωτερικών αποικιών είναι περίπου η ίδια όπως με τη Γαλλία και τις αποικίες της, η ίδια σχέση έξι προς εννέα. Τώρα οι σταλινικοί επιθυμούν να αναγκάσουν αυτά τα 15 εκατομμύρια ανθρώπους να υπερασπιστούν τη δημοκρατία, αλλά δεν μιλούν για το γεγονός ότι η τσεχική δημοκρατία είναι μια από τις πιο άθλιες σε αυτή την εποχή, όταν όλες οι δημοκρατίες έχουν αμφιλεγόμενο καθεστώς. Αυτές οι εθνικές μειονότητες κάτω από την εθνική καταπίεση της τσεχικής δημοκρατίας δεν οφείλουν να υπερασπιστούν τη δημοκρατία περισσότερο από ό,τι οι Αλγερινοί ή οι Μαροκινοί ή οι Ινδοί στη σχέση τους με την Αγγλία. Τώρα αν αμφισβητούμε την Τσεχοσλοβακία ως «δημοκρατία» για 6 εκατομμύρια – τότε για τα 9 εκατομμύρια είναι μια μηχανή καταπίεσης.
Αυτές οι γενικές στατιστικές είναι απαραίτητες ως εισαγωγή στα πολιτικά ζητήματα. Κατά την πρώτη περίοδο, με τη δημιουργία της Τσεχοσλοβακίας μετά τον πόλεμο, οι αστικές τάξεις των μειονοτικών εθνών προσέβλεπαν με ελπίδα στο νέο τσεχοσλοβακικό κράτος. Έγιναν πατριώτες. Οι Ούγγροι, οι Γερμανοί, οι Ρουθηνοί, οι Σλοβάκοι έγιναν πατριώτες για τους εξής λόγους: Πρώτον, ήταν πιο συμφέρον να βρίσκεται κανείς στο στρατόπεδο των νικητών (και επιπλέον η κατάσταση στη Γερμανία ήταν πολύ άσχημη από την άποψη της αστικής τάξης). Από αυτό το σημείο έχουμε το παράδοξο ότι η γερμανική μειονότητα αναζήτησε βοήθεια όχι από τη Γερμανία αλλά από την Πράγα. Δεύτερον, η κατάσταση στη Γερμανία ήταν πολύ ανησυχητική. Στην Ουγγαρία είχαμε ακόμη και σοβιετική δημοκρατία το 1919 και δεν ήταν σαφές αν η αντεπανάσταση ήταν σταθερή.
Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο οι γερμανική αστική τάξη στράφηκε στον τσέχικο πατριωτισμό. Η αστική τάξη από αυτή την άποψη είναι πιο ευέλικτη, καθώς υποτάσσει τις εθνικές συμπάθειες και αντιπάθειες στα οικονομικά της συμφέροντα. Αυτό δεν συνέβαινε με τους εργάτες. Ήταν δυνατό να ενωθούν οι εργάτες διαφορετικών εθνών στην Τσεχοσλοβακία μόνο με το διαχωρισμό των εργατών ως τάξη στη βάση των ταξικών τους συμφερόντων, δηλαδή στη βάση της επαναστατικής πολιτικής, που σήμαινε ασυμβίβαστη αντίθεση με το κράτος. Αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να υπάρξει ένα ενωμένο προλεταριάτο στην Τσεχοσλοβακία. Αλλά εξαιτίας των εθνικών μικροαστικών προκαταλήψεων και των λανθασμένων πολιτικών που καθορίστηκαν από αυτές τις προκαταλήψεις και τα συμφέροντα των ανώτερων στρωμάτων των εργατών, το προλεταριακό κόμμα χωρίστηκε σε εθνικά στρατόπεδα. Είχαμε μια τσεχική σοσιαλδημοκρατία, μια γερμανική σοσιαλδημοκρατία, γερμανικά συνδικάτα και τσεχικά συνδικάτα. Στη συνέχεια, αυτά τα συνδικάτα τεμαχίστηκαν από τους Τσέχους για να αντιστοιχούν σε διαφορετικά πολιτικά κόμματα, αλλά αυτό είναι ένα άλλο στοιχείο της όλης εικόνας.
Τώρα η κατάσταση έχει αλλάξει μετά την κατάκτηση της εξουσίας από τον Χίτλερ. Η Γερμανία έγινε ένα συμπαγές, ισχυρό κράτος με πληθυσμό 68 εκατομμυρίων περίπου και η γερμανική αστική τάξη της Τσεχοσλοβακίας, καταπιεσμένη ως ένα βαθμό, άρχισε να επενδύει τις ελπίδες και τον πατριωτισμό της όχι στην Πράγα αλλά στο Βερολίνο. Οι λόγοι γι’ αυτό είναι απολύτως σαφείς. Είναι ένας μεγάλος χώρος καπιταλιστικής ανάπτυξης, είναι γερμανικός - η ίδια γλώσσα, καμία εθνική καταπίεση, μια πιο σίγουρη ύπαρξη. Είναι ένα ισχυρότερο κράτος. Αλλά αυτό που είναι πολύ σημαντικό είναι ότι αυτή η στροφή του γερμανικού κεφαλαίου προς τη Γερμανία προσέλκυσε τους Γερμανούς μικροαστούς και όχι μόνο τους μικροαστούς αλλά και τους Γερμανούς εργάτες και τους Γερμανούς σοσιαλδημοκράτες. Γιατί; Γιατί οι Γερμανοί εργάτες δεν μπορούν να ελπίζουν σε τίποτα στην Τσεχοσλοβακία. Βλέπουν ότι η κυρίαρχη αστική τάξη υποστηρίζεται από τα τσεχικά συνδικάτα. Αυτά είναι δημοκρατικά (πατριωτικά) και οι Γερμανοί εργάτες, οι οποίοι καταπιέζονται διπλά ως τάξη και ως εθνικότητα, δεν μπορούν να γίνουν Τσέχοι πατριώτες.
Επιπλέον, στην Τσεχοσλοβακία δεν υπάρχει πλέον επαναστατικό κόμμα, επειδή οι σταλινικοί είναι επίσης πατριώτες. Λένε στα 9 εκατομμύρια: «Πρέπει να υποστηρίξετε την τσεχική κυβέρνηση». Μπορούν να εξαπατήσουν τους Τσέχους εργάτες, αλλά δεν είναι τόσο εύκολο με τους Γερμανούς εργάτες. Με αυτή τη δημοκρατική-πατριωτική πολιτική, όπως και οι Σοσιαλδημοκράτες της Δεύτερης Διεθνούς, μετέτρεψαν τον γερμανικό πληθυσμό σε κρέας για κανόνια του φασισμού και βλέπουμε στα τελευταία τηλεγραφήματα ότι ο Χένλαϊν είχε τη μεγαλύτερη επιτυχία στις εκλογές. Κυριαρχεί πλήρως στους Γερμανούς. Είναι ένα κλασικό παράδειγμα του γεγονότος ότι η πολιτική του Λαϊκού Μετώπου φέρνει το φασισμό. Όχι μόνο οι Σουδήτες εργάτες αλλά και οι κατώτερες τάξεις των πόλεων θα μπορούσαν να κερδηθούν ενάντια στο κράτος, αλλά ο δημοκρατικός πατριωτισμός του Λαϊκού Μετώπου διαιρεί τους εργάτες σύμφωνα με τις εθνικές γραμμές και τους μετατρέπει σε κρέας για τα κανόνια. Αυτή είναι η κατάσταση στην Τσεχοσλοβακία.
Τώρα, τόσο σε καιρό ειρήνης όσο και σε καιρό πολέμου, ποια πρέπει να είναι η πολιτική του προλεταριακού κόμματος; Φυσικά, ασυμβίβαστη αντιπαράθεση με το κράτος, την αστική τάξη, και να προωθήσει το σύνθημα ότι ο κύριος εχθρός είναι στην ίδια μας τη χώρα - η άρχουσα τάξη. Μπορεί κανείς να πει ότι αυτή η πολιτική θα βοηθούσε τον Χίτλερ. Το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για τη Γαλλία ή οποιαδήποτε άλλη χώρα. Αλλά η Τσεχοσλοβακία είναι ακόμα και τώρα αιχμάλωτη του Χίτλερ. Στο χάρτη, μετά το Anschluss, η Γερμανία σχηματίζει μια τανάλια γύρω από την Τσεχοσλοβακία. Δεν έχει πρόσβαση στους συμμάχους της στα δυτικά και είναι μια χώρα που πρέπει να εισάγει τρόφιμα, σιτάρι κ.λπ. Είναι μια χώρα η οποία, από στρατιωτική άποψη, είναι καταδικασμένη σε καταστροφή. Η Τσεχοσλοβακία μπορεί να σωθεί μόνο μέσω μιας επανάστασης στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Τσεχοσλοβακίας και της Γερμανίας. Αν μπορούμε θεωρητικά να δεχτούμε την ντεφετιστική θέση της εργατικής τάξης, η εργατική τάξη μπορεί να εξυπηρετήσει τους στρατιωτικούς σκοπούς του Χίτλερ. Μπορεί να ενισχύσει την υπεροχή του στην αρχή. Αλλά αυτό είναι ένα ζήτημα μόνο του στρατιωτικού χάρτη. Είναι ένα ζήτημα όχι μόνο για το πού θα διαμορφωθούν οι στρατιωτικές γραμμές κατά τη διάρκεια του πολέμου, αλλά και για τη μοίρα των εθνών και των λαών.
Η Τσεχοσλοβακία μπορεί να σωθεί από το φασισμό μόνο με την επανάσταση και η επανάσταση μπορεί να προκληθεί στη Γερμανία μόνο από την επαναστατική στάση των εργατών σε άλλες χώρες, γιατί η δύναμη του Χίτλερ συνίσταται στο ότι «είμαστε ηττημένοι», «δεν έχουμε αποικίες», «είμαστε η καταπιεσμένη χώρα», «σε όλες τις άλλες χώρες οι εργάτες υποστηρίζουν την αστική τάξη». Στην Τσεχοσλοβακία η πολιτική του Λαϊκού Μετώπου προσέφερε στον Χένλαϊν τον στρατό του. Η πολιτική του Λαϊκού Μετώπου στη Γαλλία και στην Τσεχοσλοβακία είναι η καλύτερη υπηρεσία που μπορεί να προσφερθεί στον Χίτλερ. Αν είχαμε ένα επαναστατικό κόμμα, θα διέλυε την ιδεολογία των φασιστών στο βαθμό που θα μπορούσε να επηρεάσει τους εργάτες. Από την άλλη πλευρά, μια επαναστατική πολιτική έχει μεταδοτικό χαρακτήρα. Φανταστείτε ότι στην Τσεχοσλοβακία έχουμε μια επαναστατική πολιτική και ότι οδηγεί στην κατάκτηση της εξουσίας. Αυτό θα ήταν εκατό φορές πιο επικίνδυνο για τον Χίτλερ από την υποστήριξη του πατριωτισμού στην Τσεχοσλοβακία. Γι’ αυτό είναι απολύτως υποχρεωτικό οι σύντροφοί μας να ακολουθήσουν μια ντεφετιστική πολιτική.
Στην Κίνα δεν έχουμε μια ιμπεριαλιστική χώρα, αλλά μια καθυστερημένη χώρα που μετατρέπεται σε αποικιοκρατούμενη χώρα από την Ιαπωνία. (Ξέχασα να προσθέσω ότι η Τσεχοσλοβακία είναι συνέταιρος μιας παγκόσμιας εταιρείας ιμπεριαλιστικών χωρών. Αν δεν έχει αποικίες, έχει δάνεια από τη Βρετανία. Αυτά τα δάνεια είναι εφικτά λόγω των αποικιών της Βρετανίας∙ το ίδιο και με τη στρατιωτική υποστήριξη της Γαλλίας. Είναι ένας κρίκος στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα). Η Κίνα είναι μια απομονωμένη χώρα και για τους ιμπεριαλιστές τίθεται μόνο θέμα διαίρεσης της Κίνας.
Δεν υπάρχει καμία αναλογία μεταξύ της Κίνας και της Ισπανίας. Στην Ισπανία έχουμε έναν εμφύλιο πόλεμο μεταξύ δύο ομάδων της αστικής τάξης. Επειδή οι εργάτες δεν έχουν ανεξάρτητη πολιτική βλέπουμε τη νίκη του φασισμού. Πρόκειται για έναν εμφύλιο πόλεμο σε μια καπιταλιστική χώρα. Πρόκειται για μια διαφορετική κατάσταση. Είναι σημαντικό από αυτή την άποψη ότι στην εσωτερική κλίμακα ενός κράτους μπορεί να υπάρξει μια μάχη μεταξύ δύο τμημάτων της άρχουσας τάξης για το ποια μορφή διακυβέρνησης είναι η καλύτερη. Αλλά είτε με τη φασιστική είτε με τη δημοκρατική μορφή εκμεταλλεύονται το λαό. Με αυτή την έννοια πρόκειται για μια μάχη μεταξύ φασισμού και δημοκρατίας. Αλλά όταν δύο χώρες μπαίνουν σε πόλεμο, με τις διεθνείς επιπλοκές του, δεν μπορεί ποτέ να είναι πόλεμος μεταξύ δημοκρατίας και φασισμού. Ο πόλεμος γίνεται πάντα για τις αποικίες κ.λπ. Γι’ αυτό είναι απολύτως ανόητο να λέμε ότι η Τσεχοσλοβακία θα έμπαινε σε πόλεμο για να σώσει τη δημοκρατία. Αν η Τσεχοσλοβακία νικήσει, είναι πιθανό ότι η στρατιωτική κλίκα θα κυριαρχήσει στις καταπιεσμένες μειονότητες, οι οποίες θα γίνουν πολύ επαναστατικές κατά τη διάρκεια του πολέμου. Μπορεί να νικήσει μόνο ως απολυταρχική στρατιωτική μηχανή.
Για την Τσεχοσλοβακία αυτό που είναι σημαντικό δεν είναι η οικονομική-πολιτική-στρατιωτική της σωτηρία. Ποιο θα είναι το σύνθημα; Οι Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης. Για την Τσεχοσλοβακία αυτό είναι ένα φλέγον ζήτημα. Οι Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης μπορούν να οργανωθούν μόνο με μια ανεξάρτητη πολιτική της εργατικής τάξης, και αυτή η ανεξάρτητη πολιτική της εργατικής τάξης δεν μπορεί να υποστηρίξει την αστική τάξη.
Ερώτηση: Ποια θα έπρεπε να είναι η πολιτική των μπολσεβίκων-λενινιστών όταν η κυβέρνηση έστειλε στρατεύματα στη γερμανική περιοχή; Ένα επαναστατικό κόμμα θα πολεμούσε εναντίον της;
Τρότσκι: Είναι ένα ζήτημα πρακτικών δυνατοτήτων. Αν μπορούμε να το κάνουμε, αν έχουμε τη δύναμη, φυσικά και αγωνιζόμαστε ενάντια στην αποστολή στρατευμάτων στη γερμανική περιοχή.
2 Ιουνίου 1938
Μετάφραση: elaliberta.gr
Leon Trotsky, “Remarks on Czechoslovakia”, [2 Ιουνίου 1938], Writings of Leon Trotsky 1937-1938, Νέα Υόρκη, 1976, σσ. 353-357.
Λέον Τρότσκι
Σοσιαλπατριωτική σοφιστεία
Το ζήτημα της υπεράσπισης της «εθνικής ανεξαρτησίας» της Τσεχοσλοβακίας
(Οκτώβριος 1938)
Κατά την κρίσιμη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου, όπως μας είπαν, ακούστηκαν φωνές ακόμη και στην αριστερή πτέρυγα του σοσιαλισμού που υποστήριζαν ότι σε περίπτωση «μεμονωμένης μάχης» μεταξύ Τσεχοσλοβακίας και Γερμανίας, το προλεταριάτο θα έπρεπε να βοηθήσει την Τσεχοσλοβακία και να σώσει την «εθνική ανεξαρτησία» της ακόμη και σε συμμαχία με τον Μπένες. Αυτή η υποθετική περίπτωση δεν συνέβη – οι ήρωες της ανεξαρτησίας της Τσεχοσλοβακίας, όπως ήταν αναμενόμενο, συνθηκολόγησαν χωρίς αγώνα. Ωστόσο, προς όφελος του μέλλοντος πρέπει εδώ να επισημάνουμε το σοβαρό και πιο επικίνδυνο λάθος τριών άστοχων θεωρητικών της «εθνικής ανεξαρτησίας».
Ακόμα και ανεξάρτητα από τους διεθνείς δεσμούς της η Τσεχοσλοβακία αποτελεί ένα εξ ολοκλήρου ιμπεριαλιστικό κράτος. Οικονομικά, εκεί βασιλεύει ο μονοπωλιακός καπιταλισμός. Πολιτικά, η τσεχική αστική τάξη κυριαρχεί (ίσως σύντομα θα πρέπει να πούμε, κυριαρχούσε!) σε αρκετές καταπιεσμένες εθνότητες. Ένας τέτοιος πόλεμος, ακόμα και από την πλευρά της απομονωμένης Τσεχοσλοβακίας θα διεξαγόταν έτσι όχι για την εθνική ανεξαρτησία αλλά για τη διατήρηση και αν είναι δυνατόν την επέκταση των συνόρων της ιμπεριαλιστικής εκμετάλλευσης.
Είναι ανεπίτρεπτο να εξεταστεί ένας πόλεμος μεταξύ της Τσεχοσλοβακίας και της Γερμανίας, ακόμη και αν δεν εμπλέκονται άμεσα άλλα ιμπεριαλιστικά κράτη, ανεξάρτητα από τη διαπλοκή των ευρωπαϊκών και παγκόσμιων ιμπεριαλιστικών σχέσεων, από την οποία ο πόλεμος θα μπορούσε να ξεσπάσει ως επεισόδιο. Ένα ή δύο μήνες αργότερα ο τσεχο-γερμανικός πόλεμος –αν η τσεχική αστική τάξη μπορούσε να πολεμήσει και ήθελε να πολεμήσει– θα είχε σχεδόν αναπόφευκτα εμπλέξει και άλλα κράτη. Θα ήταν επομένως το μεγαλύτερο λάθος για έναν μαρξιστή να καθορίσει τη θέση του με βάση τις προσωρινές συγκυριακές διπλωματικές και στρατιωτικές ομαδοποιήσεις, παρά με βάση το γενικό χαρακτήρα των κοινωνικών δυνάμεων που στέκονται πίσω από τον πόλεμο.
Έχουμε επαναλάβει εκατοντάδες φορές την ανεκτίμητη θέση του Κλαούζεβιτς ότι ο πόλεμος δεν είναι παρά η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα. Για να προσδιορίσουμε σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση τον ιστορικό και κοινωνικό χαρακτήρα του πολέμου πρέπει να καθοδηγούμαστε όχι από εντυπώσεις και εικασίες αλλά από μια επιστημονική ανάλυση της πολιτικής που προηγήθηκε του πολέμου και τον καθόρισε. Αυτές οι πολιτικές από την πρώτη κιόλας μέρα της δημιουργίας της Τσεχοσλοβακίας είχαν ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα.
Μπορούμε να πούμε ότι εκτός από τη διχοτόμηση των Σουδητών Γερμανών, Ούγγρων, Πολωνών και πιθανόν και των Σλοβάκων, ο Χίτλερ δεν θα σταματήσει πριν από την υποδούλωση των ίδιων των Τσέχων και ότι σε αυτή την περίπτωση ο αγώνας τους για ανεξαρτησία θα απαιτήσει την υποστήριξη από το προλεταριάτο. Το να τίθεται το ερώτημα με αυτόν τον τρόπο δεν είναι τίποτα άλλο παρά σοσιαλπατριωτική σοφιστεία. Τι συγκεκριμένους δρόμους θα πάρει η περαιτέρω ανάπτυξη των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών δεν ξέρουμε. Η πλήρης καταστροφή της Τσεχοσλοβακίας είναι φυσικά δυνατή. Αλλά είναι επίσης πιθανό, πριν ολοκληρωθεί αυτή η καταστροφή, να ξεσπάσει ένας ευρωπαϊκός πόλεμος και η Τσεχοσλοβακία να βρεθεί στο πλευρό των νικητών και να συμμετάσχει σε ένα νέο διαμελισμό της Γερμανίας. Είναι τότε ο ρόλος ενός επαναστατικού κόμματος αυτός της νοσοκόμας των «θυματοποιημένων» γκάνγκστερ του ιμπεριαλισμού;
Είναι απολύτως σαφές ότι το προλεταριάτο πρέπει να οικοδομήσει την πολιτική του με βάση τον δεδομένο πόλεμο όπως είναι, δηλαδή όπως έχει καθοριστεί από όλη την προηγούμενη πορεία της εξέλιξης και όχι με βάση υποθετικές εικασίες για ένα πιθανό στρατηγικό αποτέλεσμα του πολέμου. Σε τέτοιες εικασίες ο καθένας θα επιλέξει αναπόφευκτα εκείνη την παραλλαγή που ανταποκρίνεται καλύτερα στις δικές του επιθυμίες, στις εθνικές συμπάθειες και αντιπάθειες. Είναι σαφές ότι μια τέτοια πολιτική δεν έχει μαρξιστικό αλλά υποκειμενικό, δεν έχει διεθνιστικό αλλά σοβινιστικό χαρακτήρα.
Ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος, από όποια γωνιά και αν ξεκινήσει, δεν θα διεξαχθεί για την «εθνική ανεξαρτησία» αλλά για τη διαίρεση του κόσμου προς το συμφέρον ξεχωριστών κλικών του χρηματιστικού κεφαλαίου. Αυτό δεν αποκλείει ότι παρεμπιπτόντως ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος μπορεί να βελτιώσει ή να επιδεινώσει την κατάσταση αυτού ή εκείνου του «έθνους» ή, ακριβέστερα, ενός έθνους σε βάρος ενός άλλου. Με αυτόν τον τρόπο, η συνθήκη ειρήνης των Βερσαλλιών διαμέλισε τη Γερμανία. Μια νέα συνθήκη ειρήνης μπορεί να διαμελίσει τη Γαλλία. Οι σοσιαλπατριώτες χρησιμοποιούν ακριβώς αυτόν τον πιθανό «εθνικό» κίνδυνο του μέλλοντος για να στηρίξουν τους «δικούς τους» ιμπεριαλιστές ληστές του παρόντος. Η Τσεχοσλοβακία δεν αποτελεί εξαίρεση από αυτό το μοντέλο.
Στην πραγματικότητα όλα τα υποθετικά επιχειρήματα αυτού του είδους και η τρομοκράτηση των ανθρώπων για μελλοντικές εθνικές συμφορές για χάρη της υποστήριξης της τάδε ή της δείνα ιμπεριαλιστικής αστικής τάξης απορρέουν από τη σιωπηρή απόρριψη της επαναστατικής προοπτικής και της επαναστατικής πολιτικής. Φυσικά, αν ένας νέος πόλεμος καταλήξει στη στρατιωτική νίκη αυτού ή εκείνου του ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου∙ αν ένας πόλεμος δεν προκαλέσει ούτε επαναστατική εξέγερση ούτε νίκη του προλεταριάτου∙ αν μια νέα ιμπεριαλιστική ειρήνη, πιο τρομερή από τη συνθήκη των Βερσαλλιών, βάλει νέα δεσμά για δεκαετίες στους λαούς∙ αν η άτυχη ανθρωπότητα τα υπομένει όλα αυτά σιωπηλά και υποταγμένα - όχι μόνο η Τσεχοσλοβακία ή το Βέλγιο αλλά και η Γαλλία μπορεί να ξαναγυρίσει στη θέση ενός καταπιεσμένου έθνους (η ίδια υπόθεση μπορεί να γίνει και για τη Γερμανία). Σε αυτό το ενδεχόμενο η περαιτέρω τρομακτική αποσύνθεση του καπιταλισμού θα ρίξει όλη την ανθρωπότητα πολλές δεκαετίες πίσω. Φυσικά, για την υλοποίηση αυτής της προοπτικής, δηλαδή μιας προοπτικής παθητικότητας, συνθηκολόγησης, ήττας και παρακμής, οι καταπιεσμένες τάξεις και ολόκληροι λαοί θα πρέπει στη συνέχεια να σκαρφαλώσουν στα τέσσερα με ιδρώτα και αίμα πάνω στον ιστορικό δρόμο που είχαν ήδη διαβεί κάποτε. Αποκλείεται μια τέτοια προοπτική; αν το προλεταριάτο υποστεί χωρίς τέλος την ηγεσία των σοσιαλιμπεριαλιστών και των κομμουνιστών-σοβινιστών∙ αν η Τέταρτη Διεθνής δεν μπορέσει να βρει ένα δρόμο προς τις μάζες∙ αν οι φρίκες του πολέμου δεν σπρώξουν τους εργάτες και τους στρατιώτες στο δρόμο της εξέγερσης∙ αν οι αποικιακοί λαοί αιμορραγούν υπομονετικά για τα συμφέροντα των δουλοκτητών, υπό αυτές τις συνθήκες το επίπεδο του πολιτισμού θα υποχωρήσει αναπόφευκτα και η γενική οπισθοδρόμηση και αποσύνθεση μπορεί να θέσει και πάλι τους εθνικούς πολέμους στην ημερήσια διάταξη για την Ευρώπη. Ακόμη και τότε εμείς, ή μάλλον τα παιδιά μας, θα πρέπει να καθορίσουμε την πολιτική όσον αφορά τους μελλοντικούς πολέμους με βάση τη νέα κατάσταση. Αλλά σήμερα δεν προχωρούμε με βάση την προοπτική της παρακμής αλλά με βάση την προοπτική της επανάστασης∙ είμαστε ντεφετιστές σε βάρος των ιμπεριαλιστών και όχι σε βάρος του προλεταριάτου. Δεν συνδέουμε το ζήτημα της τύχης των Τσέχων, των Βέλγων, των Γάλλων και των Γερμανών ως έθνη με συγκυριακές μετατοπίσεις στα στρατιωτικά μέτωπα κατά τη διάρκεια ενός νέου καβγά των ιμπεριαλιστών, αλλά με την εξέγερση του προλεταριάτου και τη νίκη του επί όλων των ιμπεριαλιστών. Το πρόγραμμα της Τέταρτης Διεθνούς διακηρύσσει ότι η ελευθερία όλων των ευρωπαϊκών εθνών, μικρών και μεγάλων, μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο στο πλαίσιο των Ενωμένων Σοσιαλιστικών Πολιτειών της Ευρώπης. Κοιτάμε μπροστά και όχι πίσω!
Μετάφραση: elaliberta.gr
Leon Trotsky, “Social-Patriotic Sophistry. The Question of the Defense of Czechoslovakia’s ‘National Independence’”, The New International, τόμος IV, τεύχος 11, Νοέμβριος 1938, σελ. 328. Αναδημοσίευση: Marxists Internet Archive, Απρίλιος 2001, https://www.marxists.org/archive/trotsky/1938/10/czech01.htm.