Σάββατο, 05 Αυγούστου 2023 13:22

Οπενχάιμερ: μια αμερικανική σταλινική τραγωδία

Οπενχάιμερ και Τρούμαν. Φωτομοντάζ του Tom Messina

 

 

Daniel Taylor

 

Οπενχάιμερ: μια αμερικανική σταλινική τραγωδία

 

 

«Οι φυσικοί γνωρίζουν την αμαρτία», είπε ο Τζ. Ρόμπερτ Οπενχάιμερ σε ένα ακροατήριο στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης το 1947. Ήταν το σημείο καμπής μεταξύ του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του Ψυχρού Πολέμου: ο αγώνας ζωής ή θανάτου κατά του φασισμού φαινόταν να έχει τελειώσει, ενώ η εποχή του πυρηνικού τρόμου μόλις είχε ανατείλει. Το «αμάρτημα» του Οπενχάιμερ, και των συναδέλφων του, ήταν η εφεύρεση της πυρηνικής βόμβας και η παράδοσή της στα χέρια του αμερικανικού στρατού. Ο συνάδελφός του, φυσικός Κένεθ Μπέινμπριτζ, το έθεσε πιο πεζά, ενώ έσφιγγε το χέρι του Οπενχάιμερ λίγα λεπτά μετά την πρώτη επιτυχή πυρηνική δοκιμή: «Τώρα είμαστε όλοι πουτάνας γιοι».

Το ιδιότυπο μείγμα επιστημονικής ιδιοφυΐας και πνευματικής αγωνίας του Οπενχάιμερ τον κατέστησε ένα ισχυρό σύμβολο για τα μέσα του εικοστού αιώνα, όταν η βιομηχανική και τεχνολογική ανάπτυξη του καπιταλισμού αναμείχθηκε με την πολεμική του ορμή, δημιουργώντας δύο αποτρόπαια –το στρατόπεδο θανάτου και την πυρηνική βόμβα– που υποδηλώνουν ότι η πλήρης κατάρρευση του πολιτισμού ήταν κοντά. Η μάταιη μεταπολεμική εκστρατεία του για τον περιορισμό ή την απαγόρευση του όπλου που ο ίδιος εφηύρε έχει μια κομψή μυθιστορηματική δομή, ιδανική για μια ιστορία ηθικής: «Η αναζήτηση της γνώσης έχει συνέπειες» είναι ένα προσφερόμενο μάθημα, αλλά και «ο ηρωισμός σε καιρό πολέμου απαιτεί ηθική θυσία», οπότε τόσο οι μυστικιστές όσο και τα γεράκια του πολέμου μπορούν να αντλήσουν κάποια απόλαυση από το παραμύθι.

Η τελική του μοίρα –εκδιώχθηκε από την εργασία του στο δημόσιο μετά από μια μυστική ακρόαση τριών εβδομάδων στο αποκορύφωμα του Μακαρθισμού, ως ύποπτος για κομμουνιστικές συμπάθειες– αντιπροσωπεύει, για τους Αμερικανούς φιλελεύθερους, την υστερική αδυναμία της πολιτικής δεξιάς να κατανοήσει τις ιδιοφυΐες με συνείδηση και την παθολογική ανάγκη της να στιγματίσει την πατριωτική διαφωνία ως προδοσία. Το 2022, οι βιογράφοι του Οπενχάιμερ κατάφεραν με επιτυχία την επίσημη αποκατάστασή του: 56 χρόνια μετά το θάνατό του, το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ αποκατέστησε την έγκριση ασφαλείας του, επιβεβαιώνοντας την «αφοσίωση και την αγάπη του για την πατρίδα». Τώρα, όπου κι αν κατοικεί το πνεύμα του, μπορεί και πάλι να παρακολουθεί τις τελευταίες εξελίξεις στη μυστική τεχνολογία των όπλων.

Ο Οπενχάιμερ εργάστηκε με ενθουσιασμό και ευφυΐα στο τεράστιο έργο για τη δημιουργία και την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων. Δεν αμφισβητούνται οι ηθικοί του ενδοιασμοί, ούτε μειώνεται η μεταπολεμική του εχθρότητα απέναντι στη διάδοση των πυρηνικών όπλων, αν σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια του πολέμου ήταν μάλλον λιγότερο εμφανώς αμφιταλαντευμένος απ’ ό,τι ισχυρίστηκε αργότερα. Στη δεκαετία του 1960, αφηγήθηκε ότι βλέποντας το πρώτο πυρηνικό σύννεφο μανιταριού θυμήθηκε τα λόγια του Μπαγκαβάντ-γκίτα: «τώρα έγινα ο θάνατος, ο καταστροφέας των κόσμων». Όμως ο αδελφός του, ο Φρανκ, που στεκόταν δίπλα του εκείνη τη στιγμή, τον θυμήθηκε να λέει: «Υποθέτω ότι δούλεψε».

Οι αλλόκοσμες αντιδράσεις στην πρώτη έκρηξη ήταν αναμενόμενα συχνές, και όχι μόνο μεταξύ των εκκεντρικών φυσικών που διάβαζαν σανσκριτικά. Ο υποστράτηγος Τόμας Φ. Φάρελ, ένας από τους στρατιωτικούς αυτόπτες μάρτυρες, έγραψε μια έκθεση για τον πρόεδρο Χάρι Τρούμαν: «Ήταν χρυσή, μοβ, βιολετί, γκρίζα και μπλε. Φώτισε κάθε κορυφή, σχισμή και κορυφογραμμή της κοντινής οροσειράς με μια διαύγεια και ομορφιά που δεν μπορεί να περιγραφεί, αλλά πρέπει να τη δει κανείς για να τη φανταστεί. Ήταν αυτή η ομορφιά που οι μεγάλοι ποιητές ονειρεύονται αλλά περιγράφουν πολύ φτωχά και ανεπαρκώς».

Ο ίδιος ο Τρούμαν, ο οποίος είχε τεμαχίσει την Ευρώπη μαζί με τον Στάλιν και τον Τσόρτσιλ στη Διάσκεψη του Πότσνταμ, έγραψε στο ημερολόγιό του: «Ανακαλύψαμε την πιο τρομερή βόμβα στην ιστορία του κόσμου ... Μπορεί να είναι η καταστροφή από τη φωτιά που προφητεύτηκε κατά την εποχή της Κοιλάδας του Ευφράτη, μετά τον Νώε και τη μυθική κιβωτό του». Αλλά έγραψε επίσης: «Fini Jap»[1].

Αντίστοιχα, μετά την προφανώς υπερβατική προσωπική του εμπειρία που έζησε βλέποντας το πρώτο σύννεφο μανιταριού, ο Οπενχάιμερ έπιασε δουλειά για να βεβαιωθεί ότι θα χρησιμοποιηθεί με τον προβλεπόμενο τρόπο: μαζική εξόντωση. Ως ένας από τους επιστημονικούς εκπροσώπους στην προσωρινή επιτροπή που συμβούλευε για την εφαρμογή του όπλου, ο Οπενχάιμερ συμφώνησε ότι μια ακίνδυνη δημόσια επίδειξη της ισχύος του όπλου μακριά από ανθρώπινες κατοικίες δεν θα ήταν «αρκετά θεαματική». Υπέγραψε τη σύσταση της επιτροπής να πυροδοτηθεί η βόμβα πάνω από ένα εργοστάσιο «που απασχολεί μεγάλο αριθμό εργαζομένων και περιβάλλεται στενά από σπίτια εργαζομένων».

Επί εβδομάδες, ο Οπενχάιμερ συμβούλευε τον Φάρελ σχετικά με το πώς να ρίξει τις βόμβες στις ιαπωνικές πόλεις – όχι βομβαρδισμοί μέσα από σύννεφα, όχι πυροδοτήσεις σε υπερβολικά μεγάλο υψόμετρο («αλλιώς ο στόχος δεν θα υποστεί τόσο μεγάλη ζημιά»). Τη νύχτα του βομβαρδισμού της Χιροσίμα, μίλησε στους υπαλλήλους του στο αμφιθέατρό τους, εισερχόμενος θεατρικά από τον κεντρικό διάδρομο, περνώντας δίπλα από τα πλήθη που ζητωκραύγαζαν. Σφίγγοντας τα χέρια του πάνω από το κεφάλι του «σαν βραβευμένος πυγμάχος», τους είπε ότι ήταν πολύ νωρίς για να πει κανείς για τα αποτελέσματα -αλλά «δεν άρεσε στους Ιάπωνες», και ότι το μόνο που λυπόταν ήταν που δεν είχαν καταφέρει να βομβαρδίσουν και τους Γερμανούς.

Ο Οπενχάιμερ ήταν ηγετική φυσιογνωμία σε μερικές από τις χειρότερες θηριωδίες του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Πώς θα μπορούσε να είναι κρυφός ανατρεπτικός; Καθώς το FBI και ο Μακάρθι άρχισαν να τον στριμώχνουν στα τέλη της δεκαετίας του 1940, ο Οπενχάιμερ παραδέχτηκε ότι ίσως, όπως πολλοί άλλοι, είχε μπει και βγει από κομμουνιστικής επιρροής περιβάλλοντα τη δεκαετία του 1930, αλλά υπέδειξε ότι αυτό ήταν ένα κατανοητό λάθος για έναν νεαρό οραματιστή του οποίου τα ενδιαφέροντα ξεπερνούσαν τα καθημερινά ζητήματα των ανθρώπων. Είπε στο καλόπιστο περιοδικό Time ότι ήταν «σίγουρα ένας από τους πιο απολίτικους ανθρώπους στον κόσμο», και στις ακροάσεις του 1954 κατέθεσε ότι μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930 «δεν διάβασα ποτέ εφημερίδα ή ένα επίκαιρο περιοδικό όπως το Time ή το Harper’s· δεν είχα ραδιόφωνο, ούτε τηλέφωνο ... Με ενδιέφερε ο άνθρωπος και η εμπειρία του· με ενδιέφερε βαθιά η επιστήμη μου· αλλά δεν κατανοούσα τις σχέσεις του ανθρώπου με την κοινωνία του».

Ο Οπενχάιμερ δήλωσε ότι στα τέλη της δεκαετίας του 1930, μια «υποβόσκουσα οργή για τη μεταχείριση των Εβραίων στη Γερμανία» τον οδήγησε για λίγο να ασχοληθεί με αριστερές υποθέσεις και να κάνει μερικούς κομμουνιστές φίλους. Του άρεσε η «νέα αίσθηση συντροφικότητας», αλλά απομακρύνθηκε από τους νέους του φίλους καθώς συνειδητοποιούσε όλο και περισσότερο την πνευματική καταπίεση που επικρατούσε στη Ρωσία του Στάλιν. Εκδοχές αυτής της άμυνας δεν ήταν ασυνήθιστες στην ατμόσφαιρα τρομοκρατίας του Κόκκινου Τρόμου[2]: «Παρασύρθηκα από τους κομμουνιστές» ήταν ο εύστοχος τίτλος που δόθηκε στην έκδοση φυλλαδίου της κατάθεσης του τραγουδιστή των μπλουζ Τζος Γουάιτ ενώπιον της επιτροπής Μακάρθι.

Οι φιλελεύθεροι υποστηρικτές του Οπενχάιμερ ήταν πρόθυμοι να υιοθετήσουν την αφήγηση ότι η αντικρουόμενη στάση του σχετικά με τα πυρηνικά όπλα δεν αντιπροσώπευε τίποτα περισσότερο από μια ατομική πνευματική αφύπνιση. Όμως ο φίλος και στενός του συνεργάτης Ρόμπερτ Σέρμπερ υπενθύμισε ότι η αυτομυθοποίηση του Οπενχάιμερ ως «μη κοσμικό, απομονωμένο, ακαλαίσθητο άτομο που δεν ήξερε τι συνέβαινε» ήταν «ακριβώς το αντίθετο από αυτό που πραγματικά ήταν». Είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε αν ο Οπενχάιμερ ήταν ποτέ μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος, αλλά ήταν βαθιά ενταγμένος στο πνευματικό του περιβάλλον – η σύζυγός του, Κίτι, και ο αδελφός του, Φρανκ, ήταν μέλη, όπως και πολλοί από τους μέντορες και τους προστατευόμενούς του. Συμμετείχε με ενθουσιασμό σε τόσες πολλές ομάδες καμπανιών υπό την ηγεσία των κομμουνιστών, ώστε αστειευόμενος συμφώνησε κατά τη διάρκεια μιας ακρόασης για θέματα ασφαλείας το 1943 ότι είχε «πιθανώς συμμετάσχει σε κάθε μετωπική οργάνωση στην ακτή». Επιπλέον, η αιμοχαρής συμπεριφορά του κατά τη διάρκεια του πολέμου ήταν η πολιτική γραμμή του αμερικανικού σταλινισμού.

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1930, η παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση ήταν εκτός ημερήσιας διάταξης για τους δυτικούς κομμουνιστές. Στην ημερήσια διάταξη ήταν ο πόλεμος. Η κυβέρνηση του Στάλιν κατεύθυνε τους δυτικούς κομμουνιστές να υποβαθμίσουν την ταξική πάλη και να ενωθούν με τους δικούς τους ντόπιους καπιταλιστές σε εθνικούς φιλοπόλεμους συνασπισμούς. Στο εργατικό κίνημα, τα κάποτε μαχητικά συνδικάτα με κομμουνιστικές ηγεσίες έγιναν απεργοσπαστικά πατριωτικά, πιέζοντας τα μέλη τους να παράγουν τις μέγιστες ποσότητες όπλων με ελάχιστους μισθούς. Διανοούμενοι όπως ο Οπενχάιμερ, που προσελκύστηκαν από τον κομμουνισμό για την αντίθεσή του στο φασισμό, το ρατσισμό και την ανισότητα, ενθαρρύνθηκαν να διατηρήσουν την αφοσίωσή τους στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και να θεωρούν την αυξανόμενη στρατιωτική δύναμη των Ηνωμένων Πολιτειών ως υποκατάστατο μιας εργατικής επανάστασης.

Ο συνάδελφος του Οπενχάιμερ στο πρόγραμμα ανάπτυξης της ατομικής βόμβας, Ρόμπερτ Ρ. Ουίλσον, θυμόταν: «Ο Όπι είχε ένα απόμακρο βλέμμα στα μάτια του και μου έλεγε ότι αυτός ο πόλεμος ήταν διαφορετικός από οποιονδήποτε πόλεμο είχε γίνει ποτέ πριν... Ήταν πεπεισμένος ότι η πολεμική προσπάθεια ήταν μια μαζική προσπάθεια για την ανατροπή των Ναζί και την ανατροπή του φασισμού και μιλούσε για έναν λαϊκό στρατό και έναν λαϊκό πόλεμο». Ο «λαϊκός πόλεμος» του Οπενχάιμερ θα τελείωνε με την «αρκετά θεαματική» στοχευμένη πυρηνική καταστροφή ενός «μεγάλου αριθμού εργατών» στην Ιαπωνία. Τα κομμουνιστικά κόμματα της δεκαετίας του 1940, που ισχυρίζονταν ότι ήταν οι κληρονόμοι του επαναστατικού αντιιμπεριαλισμού του Λένιν, πανηγύριζαν αυτή την τρομοκρατία με απεριόριστη χαρά: «Jappy Ending»[3] ήταν ο τρόπος με τον οποίο η έκδοση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Αυστραλίας περιέγραφε την καταστροφή της Χιροσίμα.

Η εφεύρεση των πυρηνικών βομβών έγινε με απόλυτη μυστικότητα. Καθώς οι σπουδαιότεροι επιστήμονες του κόσμου δοκίμαζαν τα όρια της φυσικής, η πρόσβαση της ανθρωπότητας στη γνώση περιορίστηκε και διαστρεβλώθηκε, ώστε οι άρχουσες τάξεις να είναι σε θέση να καταστρέψουν καλύτερα τον κόσμο. Οι επιστήμονες του Στάλιν συμπέραναν ότι αναπτυσσόταν μια πυρηνική βόμβα όταν παρατήρησαν ότι οι νέες έρευνες για τα ραδιενεργά υλικά είχαν ξαφνικά εξαφανιστεί από τα δυτικά επιστημονικά περιοδικά. Σε ένα εργαστήριο του Τενεσί, χιλιάδες γυναίκες εργάζονταν παρακολουθώντας και ρυθμίζοντας καντράν που έγραφαν μυστηριώδη μεμονωμένα γράμματα, για να ανακαλύψουν μετά τον πόλεμο ότι εμπλούτιζαν ουράνιο για τη βόμβα.

Ο Οπενχάιμερ ήλπιζε ότι, μετά τον πόλεμο, οι ΗΠΑ θα είχαν διαφάνεια όσον αφορά την πυρηνική τους τεχνολογία, ότι η ανοιχτή συζήτηση θα οδηγούσε σε διεθνή συνεργασία, ότι η βόμβα θα μπορούσε να περιοριστεί ή να απαγορευτεί και ότι οι βομβαρδισμοί της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι δε θα επαναλαμβάνονταν. Οι γραφειοκρατικοί αντίπαλοί του, ιδίως τα γεράκια της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ, πίεζαν για την ανάπτυξη νέων βομβών σύντηξης που θα μπορούσαν να σκοτώσουν δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους και την ανάπτυξή τους σε βομβαρδιστικά μεγάλου βεληνεκούς. Αυτή η διαμάχη είναι πιθανώς αυτό που στοχοποίησε τον Οπενχάιμερ και οδήγησε στη δίωξή του.

Οι Αμερικανοί φιλελεύθεροι θυμούνται τον Μακαρθισμό ως εθνική ντροπή. Αλλά έκανε τη δουλειά του: η πολεμική μηχανή επικράτησε, η μυστικότητα και η διάδοση των πυρηνικών όπλων καθόρισαν τις επόμενες δεκαετίες, και τώρα κανείς μας δεν ξέρει πόσα πυρηνικά όπλα υπάρχουν στον κόσμο, ποιος τα ελέγχει, πόσο ισχυρά είναι ή πού στοχεύουν. Αυτή τη στιγμή, κάποια σύγχρονη ενδιάμεση επιτροπή μπορεί να αποφασίζει ότι τα σπίτια μας είναι «αρκετά ελκυστικοί» στόχοι για την τελευταία τους εφεύρεση.

Ο Οπενχάιμερ, όπως και πολλοί άλλοι σταλινικοί και συνοδοιπόροι, χρησιμοποίησε τη γλώσσα του σοσιαλισμού και του αντιφασισμού για να δικαιολογήσει μερικά από τα χειρότερα εγκλήματα της αμερικανικής αυτοκρατορίας. «Ήθελε να έχει καλές σχέσεις με τους στρατηγούς της Ουάσιγκτον», παρατήρησε ο συνάδελφός του Φρίμαν Ντάισον, «και ταυτόχρονα να είναι σωτήρας της ανθρωπότητας». Για λίγα χρόνια, ο αμερικανικός «κομμουνισμός» δίδαξε στους οπαδούς του ότι ήταν δυνατόν να συμβούν και τα δύο: ότι η ειρήνη, η ελευθερία και η ανθρώπινη ανάπτυξη θα μπορούσαν να υπηρετηθούν από τη συσσώρευση στρατιωτικής ισχύος στα χέρια των ηγετών μας. Ζούμε στη σκιά αυτού του ψέματος μέχρι σήμερα.

 

 

 

Μετάφραση: elaliberta.gr

Daniel Taylor, “Oppenheimer: an American Stalinist tragedy”, Red Flag, 19 Ιουλίου 2023, https://redflag.org.au/article/oppenheimer-american-stalinist-tragedy.

 

Σημειώσεις

[1] [Σ.τ.Μ.:] «Fini Jap»: «Ιαπωνία/Ιάπωνες τέλος». Το «Jap» είναι ρατσιστική – υποτιμητική σύντμηση του «Japanese».

[2] [Σ.τ.Μ.:] Ο «Κόκκινος Τρόμος» («Red Scare») είναι το κλίμα πανικού και τρομοκρατίας που καλλιεργήθηκε από το αμερικανικό κράτος αμέσως μετά; τον Β΄Π.Π., απέναντι στην υποτιθέμενη απειλή κυριαρχίας του κομμουνισμού στις ΗΠΑ. Η κορύφωσή του ήταν η περίοδος του Μακαρθισμού. Η πρώτη εμφάνιση του «Κόκκινου Τρόμου» σημειώθηκε κατά τη διάρκεια του Α΄Π.Π., μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση. “Red Scare”, Wikipedia, https://en.wikipedia.org/wiki/Red_Scare.

[3] [Σ.τ.Μ.:] «Jappy Ending» λογοπαίγνιο με τη φράση «happy ending», ευτυχής κατάληξη. Το «Jappy» υποτιμητικό για τις λέξεις Ιάπωνας/Ιαπωνία.

 

 

 

 

 

 

Τελευταία τροποποίηση στις Σάββατο, 05 Αυγούστου 2023 13:27

Προσθήκη σχολίου

Το e la libertà.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια με υβριστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό φασιστικό περιεχόμενο ή σχόλια μη σχετικά με το κείμενο.