Μέλη της Μπουντ συμμετέχουν σε πορεία για την Πρωτομαγιά στην Πολωνία, 1930.
Serhii Ishchenko
Σοσιαλισμός, Γίντισκαϊτ, Ντόικεϊτ: Μια σύντομη ιστορία της Εβραϊκής Μπουντ
Ο τελευταίος γύρος της φρικτής αιματοχυσίας στο Ισραήλ/Παλαιστίνη μας αναγκάζει να θυμηθούμε όχι μόνο τη θλιβερή μοίρα αυτής της ταραγμένης περιοχής, αλλά και την εβραϊκή ιστορία. Σήμερα, ό,τι σχετίζεται με τον εβραϊσμό και το παρελθόν του «μονοπωλείται» από το κράτος του Ισραήλ. Αλλά αυτό δεν συνέβαινε πάντοτε. Στην Ανατολική Ευρώπη, υπήρχαν εναλλακτικές λύσεις στο σιωνιστικό σχέδιο της «συγκέντρωσης όλων των Εβραίων στην Παλαιστίνη» που ήταν αρκετά ισχυρές για να το ανταγωνιστούν. Αυτή με τη μεγαλύτερη επιρροή ήταν η Μπουντ, ένα εβραϊκό εθνικό κίνημα που, όπως και πολλά άλλα εθνικά κινήματα στην Ανατολική Ευρώπη (ουκρανικά, πολωνικά, γεωργιανά και άλλα), είχε σοσιαλιστικό προσανατολισμό και δεν έβλεπε την εθνική απελευθέρωση ως ξεχωριστή από την κοινωνική απελευθέρωση.
Brider un shvester fun arbet un noyt
Αδελφοί και αδελφές στον μόχθο και τον αγώνα,
διασκορπισμένοι σε όλο τον κόσμο,
(…)
Ορκιζόμαστε να διεξάγουμε τον ιερό αγώνα,
μέχρι ο κόσμος να ανανεωθεί:
χωρίς ζητιάνους, χωρίς πλούσιους, χωρίς αφέντες και χωρίς σκλάβους…
ας είναι ίσοι οι δυνατοί και οι αδύναμοι!
Πρόκειται για στίχους από το τραγούδι «Di Shvue» («Ο όρκος» / די שבֿועה), που γράφτηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα από τον διάσημο συγγραφέα και εθνογράφο Σλόιμε Ζανβλ Ράποπορτ, γνωστό με το ψευδώνυμο Σ. Άνσκι (ήταν επίσης ο συγγραφέας του μυστικιστικού θεατρικού έργου Το Ντιμπούκ, το οποίο εξήρε ο ίδιος ο «βασιλιάς του τρόμου» Χ.Π. Λάβκραφτ). Το τραγούδι αυτό ήταν κάποτε γνωστό σχεδόν σε κάθε Εβραίο από τη Ρίγα μέχρι την Οδησσό. Εξάλλου, ήταν ο ύμνος της Μπουντ, και η Μπουντ δεν ήταν απλώς ένα άλλο πολιτικό κίνημα, αλλά μια ολόκληρη φιλοσοφία και πολιτιστική παράδοση του εβραϊσμού της Ανατολικής Ευρώπης. Μια παράδοση που προσέφερε μια εναλλακτική λύση στον σιωνισμό, την μπαγιάτικη θρησκευτική ορθοδοξία και την αφομοίωση των Εβραίων.
Η ιστορία της Μπουντ ξεκίνησε το φθινόπωρο του 1897. Την επομένη της γιορτής του Γιομ Κιπούρ, δεκατρία άτομα συγκεντρώθηκαν σε ένα σπίτι στα περίχωρα του Βίλνιους και ορκίστηκαν να αγωνιστούν από κοινού για τη βελτίωση της τύχης των Εβραίων εργατών στην τότε Ρωσική Αυτοκρατορία. Ήταν μια εποχή που ο ανελέητος εκσυγχρονισμός και η εκβιομηχάνιση κατέστρεφαν τον καθιερωμένο τρόπο ζωής των Εβραίων της Ανατολικής Ευρώπης, όπως κατέστρεφαν και τον παραδοσιακό τρόπο ζωής του ουκρανικού χωριού. Για αιώνες, οι Εβραίοι ζούσαν σε στετλ (πόλεις), ασχολούμενοι με βιοτεχνίες ή εμπόριο μικρής κλίμακας. Αλλά έφτασαν νέοι καιροί. Ένας υποδηματοποιός με το μικρό του εργαστήριο δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί ένα εργοστάσιο υποδημάτων, και ένας μικρός καταστηματάρχης δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί ένα μεγάλο κατάστημα. Πολλοί Εβραίοι αναγκάστηκαν να κλείσουν τις μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις τους και να πάνε να εργαστούν στο εργοστάσιο.
Η ζωή των εργατών εκείνης της εποχής ήταν ούτως ή άλλως μέσα στη φτώχεια, την καταπίεση, την κακοποίηση και την αδικία. Όμως, πέρα από όλα αυτά, οι Εβραίοι βίωναν και εθνικές διακρίσεις. Μια νέα οργάνωση που ονομαζόταν Αλγκεμέινερ Γίντισερ Αρμπέτερ-Μπουντ [אַלגעמײנער ייִדישער אַרבעטער־בונד / Algemeyner Yidisher Arbeter-bund], η Γενική Ένωση Εβραίων Εργατών, ή απλώς η Μπουντ [דער בונד], αναλάμβανε να αντιμετωπίσει όλη αυτή την αθλιότητα. Μέσα σε δέκα χρόνια, είχε γίνει μια από τις μεγαλύτερες εβραϊκές οργανώσεις στην Ανατολική Ευρώπη. Το 1906, η Μπουντ αριθμούσε 43.000 μέλη, ενώ, για παράδειγμα, το Ουκρανικό Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα[1] είχε τότε μόλις 6.000 αγωνιστές.[2]
Μέλη της Μπουντ δίπλα στα σώματα των τριών συντρόφων τους που σκοτώθηκαν στην Οδησσό κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1905
Ντόικεϊτ εναντίον Σιωνισμού
Το πρόγραμμα της Μπουντ βασιζόταν σε τρεις βασικές αρχές: τον σοσιαλισμό, το γίντισκαϊτ [ייִדישקייט / yiddishkeit] και το ντόικεϊτ [דאָיִקייט / doykeyt]. Ως εργατικό σοσιαλιστικό κόμμα, η Μπουντ αγωνιζόταν για μια κοινοβουλευτική δημοκρατία, την ισότητα των γυναικών, τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και το 8ωρο. Ταυτόχρονα, όμως, ήταν και ένα εθνικό κόμμα που υπερασπιζόταν την εβραϊκή ταυτότητα, τη γλώσσα γίντις και τον πολιτισμό του εβραϊσμού της Ανατολικής Ευρώπης και καταπολεμούσε τις διακρίσεις και τον αντισημιτισμό. Αυτή, κατά τη γνώμη των Μπουντιστών, ήταν η αρχή του γίντισκαϊτ, ή αλλιώς της «εβραϊκότητας». Συνήθως, η λέξη αυτή χρησιμοποιούνταν όταν αναφερόταν στην τήρηση της εβραϊκής θρησκείας στην καθημερινή ζωή. Οι Μπουντιστές ήταν ίσως οι πρώτοι που της έδωσαν ένα νέο νόημα: γι’ αυτούς αφορούσε την εβραϊκή ζωή στο σύνολό της, τον αυτοπροσδιορισμό των κοινοτήτων και των ανθρώπων ως Εβραίων.
Ήδη στο τέταρτο συνέδριό της, τον Μάιο του 1901, η Μπουντ διακήρυξε: «Κάθε εθνότητα, εκτός από την επιθυμία για οικονομική, αστική και πολιτική ελευθερία και ισότητα, έχει επίσης εθνικές φιλοδοξίες βασισμένες στη γλώσσα, τα έθιμα, τον τρόπο ζωής και τον πολιτισμό γενικά, στις οποίες πρέπει να δοθεί πλήρης ελευθερία να αναπτυχθούν».[3] Έτσι, για να αντικαταστήσουν την αποκλειστικά θρησκευτική ταυτότητα του εβραϊσμού, οι Μπουντιστές πρότειναν μια κοσμική, εθνική ταυτότητα. Παρεμπιπτόντως, αντιτιθέμενοι στην κυριαρχία των συντηρητικών θρησκευτικών ηγετών στις παραδοσιακές εβραϊκές κοινότητες, οι Μπουντιστές, σε αντίθεση με τους αφομοιωτές, υπερασπίστηκαν τη διατήρηση των ίδιων αυτών των κοινοτήτων, υποστηρίζοντας ότι περιείχαν «όχι μόνο το αποτέλεσμα του παλιού, αλλά, με ορισμένες επιφυλάξεις, το έμβρυο του νέου».[4]
Ως εθνικό κόμμα, η Μπουντ διακήρυξε μετά το αιματηρό πογκρόμ του Κισίνεφ το 1903[5] ότι έπρεπε να υπάρξει η μέγιστη δυνατή αντίσταση στη βία κατά των Εβραίων.[6] Τα μέλη του κόμματος δημιούργησαν μονάδες αυτοάμυνας. Το 1904, μία από αυτές τις μονάδες της Μπουντ διέλυσε συμμορίες Μαύρων Εκατονταρχιών που επρόκειτο να καταστρέψουν εβραϊκές γειτονιές στο Ντάουγκαβπιλς.
Ταυτόχρονα, η Μπουντ δεν είχε καλές σχέσεις με ένα άλλο εβραϊκό εθνικό κίνημα, τον Σιωνισμό. «Οι σιωνιστές μιλούν για την οικοδόμηση ενός εθνικού κράτους στην Παλαιστίνη. Αλλά το κόμμα μας βασίζεται σε μια εντελώς αντίθετη θέση: η πατρίδα μας είναι εδώ: στην Πολωνία, στη Ρωσία, στη Λιθουανία, στην Ουκρανία, στην Αμερική», δήλωσε ένας από τους ηγέτες της Μπουντ, ο Βλαντιμίρ Μέντεμ (πρώην φοιτητής του Πανεπιστημίου του Κιέβου, που αποβλήθηκε επειδή συμμετείχε σε μια φοιτητική αποχή). «Αυτή είναι η πατρίδα μας και δεν είμαστε ξένοι σε αυτήν. Σε αυτό βασίζουμε τις δραστηριότητές μας».[7] Αυτή ήταν η τρίτη αρχή, η ντόικεϊτ, ή «η χώρα μας είναι εκεί όπου ζούμε». Σύμφωνα με τους Μπουντιστές, οι Εβραίοι είχαν πολύ ισχυρότερους δεσμούς με τη χώρα στην οποία ζούσαν επί γενεές παρά με μια μακρινή «ιστορική πατρίδα». Θεωρούσαν την ιδέα της επανεγκατάστασης στην Παλαιστίνη ουτοπία, και μάλιστα επικίνδυνη. Η Μπουντ υποστήριζε ότι, πρώτον, η Παλαιστίνη είναι πολύ μικρή για να φιλοξενήσει εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες από όλο τον κόσμο και, δεύτερον, μια τέτοια επανεγκατάσταση θα προκαλούσε αναπόφευκτα αντιπαράθεση με τον τοπικό αραβικό πληθυσμό.[8]
Αντίθετα, η Μπουντ πίστευε ότι οι εθνοτικά ανομοιογενείς χώρες της Ανατολικής Ευρώπης θα έπρεπε να οργανωθούν με τέτοιο τρόπο ώστε κάθε εθνικότητα, συμπεριλαμβανομένων των Εβραίων, να μπορούν να ζουν ελεύθερα και να αναπτύσσουν τους δικούς τους εθνικούς πολιτισμούς. Ούτε διαλυόμενοι στον περιβάλλοντα πληθυσμό, όπως ζητούσαν οι αφομοιωτές, ούτε περιφραγμένοι από αυτόν, όπως θα ήθελαν οι θρησκευόμενοι ορθόδοξοι. Η Μπουντ υποστήριζε τη δημιουργία μιας εβραϊκής αυτοδιακυβέρνησης που θα ασχολείτο με θέματα εκπαίδευσης και πολιτισμού. Μια τέτοια αυτοδιακυβέρνηση θα εκλεγόταν στη βάση της καθολικής, ελεύθερης και ίσης ψηφοφορίας από άνδρες και γυναίκες που θεωρούσαν τους εαυτούς τους Εβραίους. Τα εβραϊκά σχολεία και πανεπιστήμια θα χρηματοδοτούνταν από το κράτος και τις τοπικές κυβερνήσεις και θα αποτελούσαν μέρος του εθνικού σχολικού δικτύου. Σύμφωνα με το σχέδιο της Μπουντ, η εβραϊκή κοινότητα δεν έπρεπε να αναμειχθεί σε θρησκευτικές υποθέσεις, καθώς η θρησκεία είναι «θέμα προσωπικής συνείδησης, ένα ιδιωτικό θέμα στο οποίο δεν θα έπρεπε να παρεμβαίνει ούτε το κράτος ούτε το προλεταριάτο ως τάξη, παρέχοντας μόνο ελευθερία συνείδησης σε όλους».[9]
Είναι σημαντικό ότι οι Μπουντιστές δεν έβλεπαν αντιφάσεις μεταξύ των σοσιαλιστικών και των εθνικών τους στόχων. Πίστευαν ότι ο αγώνας για την εκπαίδευση στη μητρική γλώσσα και την ελεύθερη πολιτιστική ανάπτυξη ήταν μέρος του κοινού αγώνα των εργαζομένων. Ταυτόχρονα, η Μπουντ τόνιζε ότι η προσέγγισή της στο εθνικό ζήτημα δεν ήταν «πανάκεια για όλα τα έθνη»: εφαρμοζόταν μόνο στη συγκεκριμένη κατάσταση των Εβραίων.[10]
Βλαντιμίρ Μέντεμ
Η Μπουντ και «η φυλακή των λαών»
Ως εθνικό εργατικό κόμμα στη Ρωσική Αυτοκρατορία, η Μπουντ βοήθησε τους Εβραίους εργάτες να σχηματίσουν συνδικάτα και να οργανώσουν απεργίες (μεταξύ άλλων και εναντίον Εβραίων εργοδοτών). Στην Ουκρανία, για παράδειγμα, η επιρροή της Μπουντ επικράτησε στα συνδικάτα των τυπογράφων και των ραφτών.[11] Μεταξύ των Εβραίων εργατών και των νέων, τα μέλη της Μπουντ απολάμβαναν τέτοιο κύρος που μερικές φορές καλούνταν να βοηθήσουν όταν επρόκειτο για πολύπλοκα νομικά ή ακόμη και ηθικά ζητήματα. Ο Βλαντιμίρ Μέντεμ θυμάται ένα αστείο περιστατικό, όταν μια έγκυος γυναίκα απευθύνθηκε στο τοπικό παράρτημα της Μπουντ για να πείσει τον πατέρα του παιδιού να την παντρευτεί.
Ταυτόχρονα, ως σοσιαλιστές, τα μέλη της Μπουντ θεωρούσαν τους εαυτούς τους μέρος του εργατικού κινήματος της αυτοκρατορίας. Συγκεκριμένα, η Μπουντ συνέβαλε στη δημιουργία του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος (ΡΣΔΕΚ). Ωστόσο, η ιστορία της σχέσης μεταξύ των Εβραίων σοσιαλιστών και του ΡΣΔΕΚ αποδείχθηκε αρκετά περίπλοκη. Οι Μπουντιστές υπερασπίστηκαν την αυτονομία της δικής τους οργάνωσης και ήλπιζαν να αναγνωριστούν ως εκπρόσωποι του εβραϊκού εργατικού κινήματος. Ορισμένοι ηγέτες των Ρώσων σοσιαλδημοκρατών, συμπεριλαμβανομένου του Λένιν, χαρακτήρισαν τα αιτήματα αυτά ως «εθνικιστικά», απαιτώντας την πλήρη συγχώνευση των δύο οργανώσεων. Εξαιτίας αυτού, η Μπουντ άλλοτε αποχωρούσε από το RSDLP και άλλοτε επανενωνόταν σε αυτό.[12]
Αντίθετα, η Μπουντ θεωρούσε τα σοσιαλιστικά κινήματα άλλων καταπιεσμένων εθνικοτήτων στη ρωσική «φυλακή των λαών» ως φυσικούς συμμάχους. Για παράδειγμα, στην Ουκρανία της Αριστερής Όχθης, ιδιαίτερα στην επαρχία Πολτάβα, τα μέλη της Μπουντ συνεργάστηκαν πρόθυμα με το Επαναστατικό Ουκρανικό Κόμμα (ΕΟυΚ).[13] Ο μελλοντικός διπλωμάτης της Ουκρανικής Λαϊκής Δημοκρατίας, Μαξίμ Χέχτερ[14], ήταν ταυτόχρονα αγωνιστής της Μπουντ και του ΕουΚ.
Διαδήλωση της Μπουντ, 1917
Η Μπουντ και η Ουκρανική Επανάσταση
Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1917-1921, οι Μπουντιστές εργάστηκαν ως μέρος της Κεντρικής Ράντα και των ουκρανικών κυβερνήσεων. Υποστήριξαν την Τρίτη Ουνιβερσάλ [Καθολικό Διάταγμα], η οποία ανακήρυξε την Ουκρανική Λαϊκή Δημοκρατία (ΟυΛΔ). «Όταν βλέπουμε ότι ο απελευθερωμένος ουκρανικός λαός δίνει την ελευθερία στο λαό μας, αναλαμβάνουμε μέρος της ευθύνης για αυτή την πράξη και υπογράφουμε ολόψυχα αυτή την Ουνιβερσάλ», δήλωσε τότε ένας εκπρόσωπος της Μπουντ στην Κεντρική Ράντα.[15]
Ωστόσο, το κόμμα είχε μια μάλλον επιφυλακτική άποψη για την πλήρη ανεξαρτησία της Ουκρανίας και δεν ψήφισε την Τέταρτη Ουνιβερσάλ. Οι Μπουντιστές φοβούνταν ότι η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε εθνικές συγκρούσεις, θύματα των οποίων θα μπορούσαν να είναι πρωτίστως οι εθνικές μειονότητες.[16] Ορισμένοι σύγχρονοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι οι Εβραίοι σοσιαλιστές μπορεί επίσης να φοβόντουσαν πιθανή μπολσεβίκικη εκδίκηση, δεδομένου ότι οι Κόκκινοι εκείνη την εποχή προέλαυναν προς το Κίεβο (για παράδειγμα, ο Σέρχιι Χίρικ[17] εξέφρασε αυτή την άποψη στο Hromadske Radio). Τουλάχιστον ήδη από τον Απρίλιο του 1918, τα μέλη της Μπουντ ψήφισαν υπέρ του Συντάγματος της Ουκρανικής Λαϊκής Δημοκρατίας, και στα τέλη Αυγούστου 1919, μια διάσκεψη των εβραϊκών κομμάτων στην Ουκρανία με τη συμμετοχή της Μπουντ εξέφρασε την υποστήριξή της στην ανεξάρτητη ΟυΛΔ.
Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, οι Μπουντιστές στην Κεντρική Ράντα συνέταξαν ένα ψήφισμα που περιελάμβανε μια «έντονη καταδίκη της εξέγερσης των Μπολσεβίκων». Και όταν οι Κόκκινοι κατέλαβαν το Κίεβο στις αρχές του 1918, ένας από τους ηγέτες του κόμματος ισχυρίστηκε ότι «κατέστρεψαν όλα τα εθνικά κεκτημένα της επανάστασης στην Ουκρανία»[18]. Ωστόσο, τον επόμενο χρόνο, δημιουργήθηκαν φιλομπολσεβίκικες ομάδες μέσα στη Μπουντ· για ένα διάστημα, υπήρξε ακόμη και μια ξεχωριστή «Κομμουνιστική Μπουντ». Η συντριπτική πλειοψηφία των υποστηρικτών της εντάχθηκε αργότερα στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Η «αυθεντική» Μπουντ στη Σοβιετική Ένωση υπέστη την ίδια μοίρα με τα υπόλοιπα κόμματα που ήταν εναλλακτικά προς τους Μπολσεβίκους: απαγορεύτηκε. Δεκάδες από τους αγωνιστές της, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προσχώρησαν στους κομμουνιστές, εκτελέστηκαν κατά τη διάρκεια της τρομοκρατίας του Στάλιν τη δεκαετία του 1930.
Αντίθετα, η Μπουντ συνέχισε να δραστηριοποιείται στα νέα ανεξάρτητα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, στη Λιθουανία και τη Λετονία, και ήταν ιδιαίτερα ενεργή στην Πολωνία. Τα μέλη της πολωνικής Μπουντ ίδρυσαν οργανώσεις νεολαίας και γυναικών, συνδικάτα και συμμετείχαν στη δημιουργία ενός δικτύου σχολείων στα γίντις. Είχαν επίσης κέντρα στη Γαλικία και τη Βολυνία, οι οποίες βρίσκονταν υπό πολωνική κυριαρχία. Στο Λβιβ, οι εβραϊκές σοσιαλιστικές συγκεντρώσεις πραγματοποιούνταν συνήθως στην πλατεία Ζμπόζοβα (σημερινή οδός Ζέρνοβα), από όπου οι φάλαγγες των αγωνιστών βάδιζαν με ορχήστρα μέσα στην πόλη.[19] Και όταν οι Ναζί ήρθαν στην εξουσία στη Γερμανία, οι Μπουντιστές του Λβιβ ξεκίνησαν εκστρατεία για το μποϊκοτάζ των γερμανικών προϊόντων. Η Μπουντ ήταν στενά συνδεδεμένη με τους Ουκρανούς ριζοσπάστες σοσιαλιστές («Κόμμα του Ιβάν Φράνκο»)[20], υπέγραφε κοινές δηλώσεις μαζί τους και προσκαλούσε εκπροσώπους τους στα συνέδριά της.[21]
Εκλογική αφίσα της Μπουντ, Κίεβο, 1917
Η καταστροφή
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και το Ολοκαύτωμα έβαλαν τέλος στη Μπουντ, καθώς και σε όλη την εβραϊκή ζωή στην Ανατολική Ευρώπη. Δεν ήταν μόνο οι Ναζί που συνέβαλαν στην καταστροφή της, οι σταλινικοί στη Σοβιετική Ένωση δολοφόνησαν τους ηγέτες της πολωνικής Μπουντ, τον Βίκτορ Άλτερ και τον Χένρικ Έρλιχ, καθώς και πολλούς κομματικούς συντρόφους τους. Βλέποντας το θάνατο του λαού του, ο εκπρόσωπος της Μπουντ στην εξόριστη πολωνική κυβέρνηση Σζμουλ Ζιγκίελμποϊμ αυτοκτόνησε σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την αδράνεια του αντιχιτλερικού συνασπισμού απέναντι στη γενοκτονία.
Όμως η Μπουντ δεν έπεφτε αμαχητί. Το 1942, ο 23χρονος Εβραίος της Βαρσοβίας Μάρεκ Έντελμαν, γιος μελών της Μπουντ και αγωνιστής της νεολαίας της Μπουντ ο ίδιος, έγινε ένας από τους ηγέτες της παράνομης Εβραϊκής Οργάνωσης Μάχης στο γκέτο της κατεχόμενης από τους Ναζί πολωνικής πρωτεύουσας. Την επόμενη χρονιά, το 1943, ήταν ήδη ένας από τους πρωταγωνιστές της καταδικασμένης εξέγερσης του γκέτο, και μετά τον θάνατο του διοικητή των εξεγερμένων, του σοσιαλιστή-σιωνιστή Μορντεχάι Ανιέλεβιτς, ο Έντελμαν ανέλαβε τη διοίκηση. «Πολεμήσαμε απλώς για να μην αποφασίσουν οι Γερμανοί πότε και πώς θα πεθάνουμε», θα θυμόταν αργότερα. Ωστόσο, ο Μάρεκ Έντελμαν επέζησε και ένα χρόνο αργότερα βρισκόταν ξανά στα οδοφράγματα παίρνοντας τα όπλα, αυτή τη φορά ως συμμετέχων στην εξέγερση της Βαρσοβίας. Ηττήθηκε και αυτή, αλλά ο ίδιος επέζησε και πάλι.
Στο Λβιβ λειτουργούσε επίσης μια παράνομη ομάδα της Μπουντ. Τα μέλη της βοηθούσαν τους φυγάδες του γκέτο και τους έφτιαχναν πλαστά έγγραφα. Έχει διασωθεί ένα φυλλάδιο που εκδόθηκε από τα μέλη της Μπουντ του Λβιβ τον Μάρτιο του 1942, το οποίο καλούσε τους κρατούμενους του γκέτο να κατασκευάσουν κρυψώνες και να αποκτήσουν όπλα.[22]
Κατάλοιπα και μνήμη
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Μάρεκ Έντελμαν, ήρωας του γκέτο της Βαρσοβίας, προσκλήθηκε να μετακομίσει στο νεοσύστατο Ισραήλ. Αρνήθηκε, λέγοντας ότι οι άνθρωποί του ήταν θαμμένοι εδώ στην Πολωνία και ότι θα έμενε για να φυλάει τους τάφους τους. Αυτό δεν ήταν υπερβολή: από τα σχεδόν 3,5 εκατομμύρια Εβραίους που είχαν ζήσει στην προπολεμική Πολωνία, μόνο 100.000 ήταν ακόμα ζωντανοί το 1945. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους οι προσπάθειες να συνεχιστούν οι δραστηριότητες της πολωνικής Μπουντ μετά τον πόλεμο ήταν καταδικασμένες σε αποτυχία. Ένας άλλος, όχι λιγότερο σημαντικός λόγος ήταν ότι η νέα φιλοσοβιετική κυβέρνηση δεν επρόκειτο να ανεχθεί οποιαδήποτε ανεξάρτητη πολιτική δραστηριότητα. Το 1949, η Μπούντ στην Πολωνία διαλύθηκε από τις αρχές.
Πολλά μέλη της Μπουντ κατέληξαν στο εξωτερικό και η Παγκόσμια Συντονιστική Επιτροπή της οργάνωσης μετακόμισε στη Νέα Υόρκη. Και στην άλλη άκρη του κόσμου, στην Αυστραλία, εξακολουθεί να λειτουργεί η παιδική οργάνωση της Bund SKIF[23], η οποία διοργανώνει κάθε χρόνο θερινές κατασκηνώσεις. Μια αντιπροσωπεία της Μπουντ συμμετείχε στο ιδρυτικό συνέδριο της Σοσιαλιστικής Διεθνούς στη Φρανκφούρτη το 1951. Υπήρξαν επίσης προσπάθειες για την ίδρυση μιας οργάνωσης Μπουντ στο Ισραήλ. Ωστόσο, δεν ήταν ιδιαίτερα επιτυχείς: στις εκλογές της Κνεσέτ του 1959, η ισραηλινή Μπουντ υπέστη συντριπτική ήττα. Στο νέο εβραϊκό κράτος, το οποίο εγκατέλειψε τη γλώσσα γίντις και απέρριψε πολλά από όσα στην Ανατολική Ευρώπη θεωρούνταν γίντις, οι Μπουντιστές δεν κατάφεραν να αφήσουν το στίγμα τους. Επιπλέον, η στάση τους απέναντι στη σιωνιστική ουτοπία και τους ιεροκήρυκές της παρέμεινε επιφυλακτική. «Η τραγωδία του Ισραήλ είναι ότι, από τη μία πλευρά, περιβάλλεται από χώρες των οποίων οι εθνικιστές ηγέτες θέλουν να το καταστρέψουν, και, από την άλλη, κυβερνάται το ίδιο από ηγέτες που είναι μεθυσμένοι από σοβινιστική και μιλιταριστική τρέλα», έγραφε η εφημερίδα των ισραηλινών Μπουντιστών Unser Zeit.
Ο Μάρεκ Έντελμαν, ίσως ο τελευταίος εκπρόσωπος της παράδοσης της Μπουντ στην Ανατολική Ευρώπη, θα γινόταν αργότερα διάσημος Πολωνός καρδιολόγος και θα έσωζε ανθρώπους στο χειρουργικό τραπέζι. Στην «κομμουνιστική» Πολωνία, θα αντιταχθεί στο φιλοσοβιετικό καθεστώς, θα υποστηρίξει τις εργατικές απεργίες και το συνδικάτο Αλληλεγγύη. Το νέο εργατικό κίνημα, είπε, «ήταν το ίδιο με τη Μπουντ στα νιάτα μου. Για μένα ήταν μια συνέχεια, είχε τις ίδιες αξίες: αδελφοσύνη, κοινωνική δικαιοσύνη, μίσος για τη δικτατορία»[24].
Μετά την κατάρρευση του σοβιετικού στρατοπέδου, ο Έντελμαν, ο οποίος ήταν ήδη 70 ετών, μετέφερε προσωπικά ανθρωπιστική βοήθεια και μετέφερε παιδιά από την κατεστραμμένη από τον πόλεμο Βοσνία∙ «η νίκη του Χίτλερ πέρα από τον τάφο», όπως αποκάλεσε ο παλιός επαναστάτης αυτό που συνέβαινε τότε στα Βαλκάνια. Μίλησε επίσης για την αδικία του Ισραήλ σε βάρος των Παλαιστινίων. Και το 2002, έγραψε μάλιστα μια επιστολή προς τους μαχητές του παλαιστινιακού κινήματος, ζητώντας ειρηνική λύση – ως «παλιός αντάρτης» προς τους «νέους αντάρτες»[25]. Γι’ αυτό τον μποϊκοτάρισε το επίσημο Τελ Αβίβ. Κανείς από τους ισραηλινούς διπλωμάτες δεν παρέστη στην κηδεία του «τελευταίου Ευρωπαίου Μπουντιστή», εκτός από τον πρώην πρέσβη Σεβάχ Βάις, ο οποίος ήρθε αυτοβούλως.
Η ιστορία της Μπουντ είναι μέρος της ξεχασμένης ιστορίας του εβραϊσμού και της Ανατολικής Ευρώπης στο σύνολό της, ανάμεσα σε ιμπεριαλισμούς και εθνικισμούς. Οι Μπουντιστές προσπάθησαν να προσφέρουν μια εναλλακτική λύση που θα πετύχαινε την ισότητα διατηρώντας παράλληλα την ποικιλομορφία. Προειδοποίησαν για τους κινδύνους του σιωνιστικού σχεδίου, τους κινδύνους, πρώτα και κύρια, για τους ίδιους τους Εβραίους, και από πολλές απόψεις, δυστυχώς, είχαν δίκιο. Επίσης, απέτυχαν με πολλούς τρόπους. Τελικά, η Μπουντ δεν υπάρχει πια, ούτε και ο κόσμος που τη γέννησε, ο κόσμος του Εβραϊσμού της Ανατολικής Ευρώπης, με τη γλώσσα, την κοσμοθεωρία και τις παραδόσεις του.
Ωστόσο, η μνήμη της Μπουντ είναι ακόμη ζωντανή. Millenial Bundist[26] είναι ο τίτλος του πρώτου άλμπουμ, που θα κυκλοφορήσει το 2020, μιας νεαρής αριστερής ακτιβίστριας και τραγουδίστριας από την Αυστρία, της Ιζαμπέλ Φρέι. Το άλμπουμ της αποτελείται από διασκευές τραγουδιών της Μπουντ, συμπεριλαμβανομένου του «Di Shvue». Μεγαλωμένη στο πνεύμα του σιωνισμού, άλλαξε γνώμη αφού έζησε στο Ισραήλ για ένα χρόνο και επισκέφθηκε τη Δυτική Όχθη. Η Ιζαμπέλ λέει: «Η Μπουντ επέτρεψε στους Εβραίους να βρουν μια μέση λύση: Είναι δυνατόν να είσαι επαναστάτης Εβραίος που μιλάει γίντις και πιστεύει ότι μπορούμε να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας από τον αντισημιτισμό και να προωθήσουμε τον γίντις πολιτισμό και ταυτόχρονα να είμαστε διεθνιστές σοσιαλιστές»[27].
Μετάφραση: elaliberta.gr
Serhii Ishchenko, “Socialism, Yiddishkeit, Doykeyt: A Brief History of the Jewish Bund”, Commons, 25 Οκτωβρίου 2023, https://commons.com.ua/en/korotka-istoriya-yevrejskogo-bundu/. Αναδημοσίευση: Europe Solidaire Sans Frontières, https://www.europe-solidaire.org/spip.php?article68616.
Serhii Ishchenko, « Socialisme, Yiddishkeit, Doykeit : une brève histoire du Bund juif ukrainien », Europe Solidaire Sans Frontières, https://www.europe-solidaire.org/spip.php?article68642.
Σημειώσεις
[1] [Σημ. της γαλλικής μετάφρασης] Το Ουκρανικό Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα (Украї́нська соціа́л-демократи́чна робітни́ча па́ртія / Ουκραΐνσκα Σοτσιαλ-Ντεμοκρατίτσνα Ρομπιτνίτσα Πάρτια γνωστό και ως Εσντέκι) ήταν ένα μαρξιστικό κόμμα που ιδρύθηκε τον Δεκέμβριο του 1905 μετά την κατάρρευση του Ουκρανικού Επαναστατικού Κόμματος (Революційна Партія України / Ρεβολουτσίνα Πάρτια Ουκραΐνι). Το κόμμα αυτό έπαιξε βασικό ρόλο στη δημιουργία του ουκρανικού κράτους το 1917 μαζί με το Ουκρανικό Κόμμα Επαναστατών Σοσιαλιστών (Украї́нська па́ртія соціалі́стів-революціоне́рів [УПСР] / Ουκραΐνσκα Πάρτια Σοτσιαλίστιβ-Ρεβολουτσιονέριβ).
[2] Бойцун М., Робітничий рух і національне питання в Україні: 1880–1918 / пер. з англ. Л. Бідочко та М. Казакова, Κίεβο: Rosa-Luxemburg-Stiftung в Україні; ФОП Маслаков, 2020, σελ. 107.
[3] Tobias H. J. The Jewish Bund in Russia from its Origins to 1905, σσ. 105–106.
[4] Медем Вл., Национальное движение и национальные социалистические партии в России // Формы национального движения в современных государствах: Австро-Венгрия. Россия. Германия / под ред. А. И. Кастелянского, Спб: изд. т-ва «Общественная польща», 1910, σσ. 748–798.
[5] “Kishinev pogrom”, Wikipedia, https://en.wikipedia.org/wiki/Kishinev_pogrom.
[6] Бунд в Беларуси, 1897–1921: Документы и материалы, επιμ. Э. М. Савицкий, Μινσκ: БелНИИДАД, 1997, έγγρ. αριθ. 36, 1903, Ιούνιος, σσ. 97-98.
[7] Bernard K. Johnpoll, The politics of futility. The General Jewish Workers Bund of Poland, 1917–1943, Ίτακα, Νέα Υόρκη, 1967, σελ. 182.
[8] Лакер В., История сионизма, Μόσχα: Крон-Пресс, 2000, σελ.593.
[9] Παρατίθεται στο Нам И. В., Национальная программа Бунда: Коррективы 1917 года, Вестн. Том. гос. Ун-та, Томск, 2003, νο 276, σσ. 83–89.
[10] Рафес М. Г., Очерки по истории Бунда, Μόσχα, 192, σελ. 277.
[11] Мовчан О. М., «Професійні спілки в Україні», Енциклопедія історії України, επιμ. В. А. Смолій та ін, Κίεβο: Наукова думка, 2012, τόμος 9, σελ. 45.
[12] Бойцун, σσ. 105-107.
[13] Бойцун, σελ. 126.
[14] «Гехтер Максим Григорович», Вікіпедія, https://uk.wikipedia.org/wiki/%D0%93%D0%B5%D1%85%D1%82%D0%B5%D1%80_%D0%9C%D0%B0%D0%BA%D1%81%D0%B8%D0%BC_%D0%93%D1%80%D0%B8%D0%B3%D0%BE%D1%80%D0%BE%D0%B2%D0%B8%D1%87.
[15] Українська Центральна Рада : Документи і матеріали, 2 τόμοι, επιμ. Упоряд. В. Ф. Верстюк та ін. Тόμος 1, Κίεβο: Наукова думка, 1996, σσ. 397–398.
[16] Рафес М. Г., Два года революции на Украине, Μόσχα: ГИЗ, 1920 σελ. 58.
[17] Андрій Кобалія, «Між сіонізмом і автономізмом: єврейські партії на українських землях», Громадське радіо, 24 Δεκεμβρίου 2016, https://hromadske.radio/podcasts/zustrichi/mizh-sionizmom-i-avtonomizmom-yevreyski-partiyi-na-ukrayinskyh-zemlyah.
[18] «Украина. Евреи Украины 1914–1920 гг.», Электронная еврейская энциклопедия, https://eleven.co.il/diaspora/regions-and-countries/15410/.
[19] Меламед В., Між двома Світовими війнами (1919-1939 р.), Ї, 2008, νο 51.
[20] “Ukrainian Radical Party”, Wikipedia, https://en.wikipedia.org/wiki/Ukrainian_Radical_Party.
[21] Макух І., На народній службі: Спогади, Κίεβο: Основні цінності, 2001, σελ. 355.
[22] Альтман И. А., Холокост и еврейское сопротивление на оккупированной территории СССР.
[23] SKIF/סקיפֿ, https://www.skif.org.au/.
[24] «ABC польської культури: Марек Едельман – найшляхетніший із найшляхетніших», Monitor Wolynski, 24 Ιουνίου 2019 , https://monitorwolynski.com/uk/news/2999-23612.
[25] “Anti-Zionist legacy of Warsaw Ghetto resistance fighter Marek Edelman”, Daily Kos, 16 Οκτωβρίου 2009, https://www.dailykos.com/stories/2009/10/15/793916/-
[26] «Millenial Bundist», Youtube, https://www.youtube.com/playlist?list=OLAK5uy_nGegMdSZKT9nne47jEAmeQw4QbCMhyN-A.
[27] «Millennial Bundism: An Interview with Isabel Frey», אין געוועב , Νοεμβρίου 12, 2020, https://ingeveb.org/blog/millennial-bundism-isabel-frey