Διαδήλωση στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του πρώτου Gay Pride στην Αυστραλία (Sydney Gay and Lesbian Mardi Gras)
Alex King
Αυστραλία 1973: Όταν οι εργάτες απεργούσαν για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων
Πριν από πενήντα χρόνια, ο κόσμος έγινε μάρτυρας της πρώτης απεργίας για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων σε ένα από τα πιο απίθανα μέρη: στα καταπράσινα προάστια του βόρειου Σίδνεϊ, στο Πανεπιστήμιο Μακουάρι.
Το Μακουάρι δεν είχε την ίδια φήμη ως εστία ριζοσπαστισμού όπως κάποια άλλα πανεπιστήμια. Όμως εκεί ήταν το 1973 που η Ομοσπονδία Εργατών Οικοδόμων [Builders Labourers Federation / BLF] θέσπισε την πρώτη «ροζ απαγόρευση»[1] για να υπερασπιστεί έναν φοιτητή, τον Τζέρεμι Φίσερ, τον οποίο έδιωξαν από την εστία του κολεγίου του επειδή ήταν ομοφυλόφιλος.
Το κίνημα για την απελευθέρωση των ομοφυλοφίλων μόλις απογειωνόταν στην Αυστραλία εκείνη την εποχή, μετά από χρόνια έντονα ηθικιστικών και μετριοπαθών εκστρατειών που απηύθυναν έκκληση για ανοχή και αποδοχή των ομοφυλόφιλων ανδρών και των λεσβιών. Η γκέι απελευθέρωση ήταν ένα νέο, ριζοσπαστικό κεφάλαιο στον αγώνα για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ, εμπνευσμένο από την εξέγερση του Στόουνγουολ στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1969.
Ο Φίσερ ήταν ταμίας του Gay Liberation Club του Μακουάρι και ζούσε στο Robert Menzies College. Τη νύχτα της 26ης Μαΐου 1973, αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει. Ενώ ανάρρωνε στο νοσοκομείο, ένας ψυχιατρικός υπάλληλος τον ανέκρινε, αφού το πανεπιστήμιο βρήκε στο δωμάτιό του κονκάρδες και φυλλάδια για την απελευθέρωση των ομοφυλόφιλων.
Αμέσως μετά την έξοδό του από το νοσοκομείο, ο επικεφαλής του κολεγίου, ο αγγλικανός ιερέας ντρ. Άλαν Κόουλ, ήρθε αντιμέτωπος με τον Φίσερ σχετικά με τη σεξουαλικότητά του και το ρόλο του στη Λέσχη Απελευθέρωσης των Ομοφυλόφιλων. Ο Φίσερ επιβεβαίωσε ότι ήταν ομοφυλόφιλος και σε αντάλλαγμα, ο Κόουλ είπε στον Φίσερ να καταπιέσει τα συναισθήματά του, να αναζητήσει βοήθεια και τον έδιωξαν και από το κολέγιο.
Αναστατωμένος και θυμωμένος, ο Φίσερ απευθύνθηκε στο Συμβούλιο Φοιτητών του Πανεπιστημίου Μακουάρι. Συγκεκριμένα, μίλησε στους Τζεφ Χέιλερ και Ροντ Γουέμπ, δύο μέλη της Συμμαχίας Σοσιαλιστικής Νεολαίας [Socialist Youth Alliance], της κυριότερης αριστερής ομάδας στο Μακουάρι. «Εξήγησα το πρόβλημά μου με το κολέγιο Robert Menzies και αμέσως έπιασαν δουλειά, τηλεφωνώντας στις επαφές τους σε όλο το Σίδνεϊ», αφηγείται ο Φίσερ, γράφοντας στο Overland το 2008.
Ο αγώνας είχε ξεκινήσει. Το συμβούλιο κάλεσε σε μια αιφνιδιαστική διαδήλωση απαιτώντας την αποσύνδεση του κολεγίου από το πανεπιστήμιο, αν αυτό αρνιόταν να ξαναδεχτεί τον Φίσερ. Ωστόσο, ήταν σημαντικό ότι ο Χέιλερ και ο Γουέμπ γνώριζαν ότι για να πετύχει η εκστρατεία έπρεπε να πάρουν τους εργαζόμενους στο πλευρό τους. Και ποιοί ήταν οι καλύτεροι για να τους προσεγγίσουν από τα μέλη του μαχητικού BLF, που εκείνη την εποχή έχτιζαν προσθήκες στο Robert Menzies College και σε άλλα πανεπιστημιακά κτίρια.
Το BLF ήταν ένα από τα πιο ριζοσπαστικά συνδικάτα κατά τη δεκαετία του 1970, με επικεφαλής στη Νέα Νότια Ουαλία τον κομμουνιστή Τζακ Μάντεϊ. Υπό την ηγεσία του Μάντεϊ, το BLF είχε αλλάξει εντυπωσιακά τη φυσιογνωμία του αγώνα των εργατών, όχι μόνο αγωνιζόμενο για αυξήσεις μισθών και καλύτερες συνθήκες εργασίας, αλλά και εκλαϊκεύοντας την εφαρμογή των «πράσινων απαγορεύσεων» για τη διάσωση σημαντικών χώρων πρασίνου, χώρων της εργατικής κοινότητας και δημόσιων κατοικιών.
Όταν οι φοιτητές ήρθαν για πρώτη φορά σε επαφή με το σωματείο, τα στελέχη του BLF δίστασαν να θέσουν το θέμα των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων στα μέλη τους. Δεν ήταν σαφές αν οι εργάτες θα συμφωνούσαν με την ιδέα της απεργίας κατά της ομοφοβίας. Ωστόσο, μια συνέλευση στα τέλη Ιουνίου ψήφισε ομόφωνα να παρατήσουν τα εργαλεία και να αποχωρήσουν από τη δουλειά στο κολέγιο. «Προς έκπληξή μας, οι άντρες στη δουλειά δεν δίστασαν να αποφασίσουν να κατέβουν σε απεργία», δήλωσε αργότερα ο Μάντεϊ.
Για τουλάχιστον ένα μήνα, τα μέλη του BLF που εργάζονταν στο κολέγιο απεργούσαν. Το συνδικάτο επέκτεινε τελικά την ροζ απαγόρευση σε όλες τις κατασκευές στην πανεπιστημιούπολη, όταν κατέστη σαφές ότι η διοίκηση του πανεπιστημίου αρνούνταν να υποχωρήσει όσον αφορά την επιστροφή του Φίσερ.
Ο Φίσερ δεν ενδιαφέρθηκε να επιστρέψει για να ζήσει στο Robert Menzies College. Όταν ήρθε αντιμέτωπος με αυτό σε μια συνάντηση με τον Φίσερ, το στέλεχος του συνδικάτου Μπομπ Πρινγκλ αρχικά μπερδεύτηκε για τον λόγο που τα μέλη του απεργούσαν. Αλλά όπως θυμάται ο Φίσερ, ο Πρινγκλ, χωρίς ιδιαίτερο δισταγμό, στη συνέχεια είπε απλά: «Είναι ζήτημα αρχής. Δεν θα έπρεπε να τα βάζουν με έναν τύπο εξαιτίας της σεξουαλικότητάς του».
Τελικά, οι Εργάτες Οικοδόμοι και οι φοιτητές κατάφεραν να αναγκάσουν το κολέγιο να ξαναδεχτεί τον Φίσερ, μια μεγάλη επιτυχία για την καμπάνια. Αυτό που κάνει αυτή τη νίκη ακόμη πιο εντυπωσιακή είναι ότι συνέβη πέντε χρόνια πριν από το αποκορύφωμα του κινήματος απελευθέρωσης των ομοφυλοφίλων, το πρώτο Sydney Gay and Lesbian Mardi Gras το 1978[2].
Η επιτυχία της πρώτης απεργίας στον κόσμο για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων δεν μπορεί να γίνει κατανοητή χωρίς να σημειωθεί η πολιτική των ομάδων που συμμετείχαν. Από την πλευρά των φοιτητών, η Συμμαχία Σοσιαλιστικής Νεολαίας ήταν μια επαναστατική τροτσκιστική οργάνωση που κατανοούσε ότι ενώ οι φοιτητές μπορούσαν να διαδηλώνουν και να καταλαμβάνουν κτίρια, η πραγματική δύναμη στην κοινωνία ήταν η εργατική τάξη. Ο Χέιλερ και ο Γουέμπ γνώριζαν ότι αν μπορούσαν να πείσουν τους εργάτες να απεργήσουν και να προκαλέσουν σοβαρή αναστάτωση στα αφεντικά, αυτό θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό από τον φοιτητικό ακτιβισμό και μόνο.
Από την πλευρά των εργατών, η πολιτική του BLF επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από το Κομμουνιστικό Κόμμα Αυστραλίας. Οι Μάντεϊ και Πρινγκλ, μεταξύ άλλων στελεχών και απλών εργατών, ήταν μέλη του ΚΚΑ, το οποίο ακολουθούσε μαχητική προσέγγιση στην οργάνωση των συνδικάτων. Και όχι μόνο αυτό∙ αντιλαμβάνονταν τη σημασία της ενασχόλησης των συνδικάτων με «μη βιομηχανικά» ζητήματα για την καταπολέμηση της καταπίεσης, η οποία υπονόμευε την ενότητα της εργατικής τάξης.
Αυτό το παράδειγμα ριζοσπαστισμού της εργατικής τάξης έρχεται σε αντίθεση με τον μύθο ότι οι άνδρες εργάτες είναι από τη φύση τους κοινωνικά συντηρητικοί. Είδαν έναν φοιτητή να δέχεται επίθεση για τη σεξουαλικότητά του και δεν μπορούσαν να το αφήσουν να περάσει έτσι, ακόμη και αν κανένας από αυτούς δεν ήταν ο ίδιος ομοφυλόφιλος ή δεν γνώριζε κανέναν ομοφυλόφιλο.
Τα μέλη του BLF γνώριζαν επίσης ότι οι ίδιοι άνθρωποι που έκαναν διακρίσεις εις βάρος του Φίσερ ήταν οι ίδιοι οι εχθροί των εργαζομένων: τα αφεντικά του πανεπιστημίου και του κολεγίου. Έτσι, ήταν κοινή λογική το γεγονός ότι προχώρησαν στην επιβολή της ροζ απαγόρευσης.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Alex King, “When workers went on strike for gay rights”, Red Flag, 28 Μαΐου 2023, https://redflag.org.au/article/when-workers-went-strike-gay-rights.
Σημειώσεις
[1] [Σ.τ.Μ.] Η «ροζ απαγόρευση» είναι μια εργατική κινητοποίηση για την προστασία των δικαιωμάτων των ομοφυλόφιλων. Ο όρος επινοήθηκε σε αναλογία με τον όρο «πράσινη απαγόρευση»: «Η πράσινη απαγόρευση είναι μια μορφή απεργίας, συνήθως από συνδικάτο ή άλλη οργανωμένη ομάδα εργαζομένων, η οποία διεξάγεται για περιβαλλοντικούς σκοπούς ή σκοπούς προστασίας της φύσης. Έγιναν κυρίως στην Αυστραλία τη δεκαετία του 1970, με επικεφαλής την Ομοσπονδία Εργατών Οικοδόμων (BLF) και χρησιμοποιήθηκαν για την προστασία πάρκων, κατοικιών χαμηλού εισοδήματος και κτιρίων με ιστορική σημασία.» (“Green ban”, Wikipedia, https://en.wikipedia.org/wiki/Green_ban).
[2] [Σ.τ.Μ.] Το Φεστιβάλ Gay Pride της Αυστραλίας: “Sydney Gay and Lesbian Mardi Gras”, Wikipedia, https://en.wikipedia.org/wiki/Sydney_Gay_and_Lesbian_Mardi_Gras.