Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Τετάρτη, 15 Αυγούστου 2018 19:12

Μπορεί η αντιπολίτευση της Ρωσίας να ενωθεί ενάντια στη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση του Κρεμλίνου Κύριο

Ilya Budraitskis

Μπορεί η αντιπολίτευση της Ρωσίας να ενωθεί ενάντια στη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση του Κρεμλίνου

Τώρα που η Κρατική Δούμα έχει εγκρίνει στην πρώτη ανάγνωσή του το νομοσχέδιο για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος της Ρωσίας1, μπορούμε να μιλήσουμε με σιγουριά για μια σοβαρή στροφή στις σχέσεις κράτους και κοινωνίας στη Ρωσία. Για πρώτη φορά σε 15 χρόνια, η ρωσική κυβέρνηση διακινδυνεύει μια μεγάλης κλίμακας, μη δημοφιλή μεταρρύθμιση.

Η κυβέρνηση προτείνει να αυξηθεί ριζικά η ηλικία συνταξιοδότησης χωρίς σχεδόν καμία μεταβατική περίοδο. Εάν το πετύχει, η ζωή εκατομμυρίων Ρώσων πολιτών θα επηρεαστεί ήδη από το επόμενο έτος. Παρά το γεγονός ότι η μεταρρύθμιση σίγουρα ευθυγραμμίζεται με τις πρόσφατες κοινωνικές πολιτικές της κυβέρνησης, οι οποίες έχουν επικεντρωθεί στη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και στη μείωση του κόστους εργασίας, φαίνεται να είναι μια καθαρή ρήξη με το καθιερωμένο μοντέλο του καθεστώτος του Πούτιν για τη διατήρηση της ιδεολογικής ηγεμονίας.

Μέχρι πρόσφατα, η παθητική στήριξη προς το καθεστώς βασιζόταν σε μια συντηρητική αντίληψη του ιστορικού πεπρωμένου της Ρωσίας, που ενώνει τους ανθρώπους και την εξουσία ενάντια στις εξωτερικές απειλές, ενώ η πτώση του βιοτικού επιπέδου εξηγείται ως αναπόφευκτη συνέπεια των ξένων πολιτικών και των οικονομικών πιέσεων στη Ρωσία. Έτσι, ακόμη και οι μη δημοφιλείς κινήσεις της κυβέρνησης αντιμετωπίζονται ως εκδηλώσεις της «τέχνης του εφικτού»2 μέσα σε ένα ανήσυχο διεθνές περιβάλλον. Η συντηρητική στάση της κυβέρνησης συνέβαλε στη διατήρηση της ψευδαίσθησης της σταθερότητας εν μέσω της πραγματικής οικονομικής παρακμής και της κοινωνικής υποβάθμισης.

Αυτή η επίσημη μυθολογία αντιπαραθέτει τη σταθερότητα και την προβλεψιμότητα του σήμερα με τη δεκαετία του 1990, τη θεραπεία σοκ, την εξαθλίωτη φτώχεια και τον εμμονικό φόβο για το μέλλον. Αλλά για τη λαϊκή αντίληψη, ακριβώς η σημερινή συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση φέρνει αυτή τη δυσοίωνη εικόνα του παρελθόντος στο παρόν3. Η υποστήριξη των ψηφοφόρων στον Βλαντιμίρ Πούτιν, και κατά τις προεδρικές εκλογές του Μαρτίου, τροφοδοτήθηκε κυρίως από την προσδοκία της σταθερότητας. Ωστόσο, αυτές οι προσδοκίες και η εμπιστοσύνη στις αρχές που υποστηρίζουν έχουν επενδυθεί σε μια μεταρρύθμιση που υπονομεύει το μύθο της σταθερότητας.

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο Πούτιν όχι μόνο δεν ανέφερε σχέδια για αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης αλλά δεν παρουσίασε καν κανένα συνεκτικό πρόγραμμα στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής. Η κύρια προεκλογική του ομιλία4 έμεινε αξέχαστη χάρη στην μιλιταριστική της οπτική και τις απειλές προς τη Δύση. Η επανεκλογή του Πούτιν ήταν διακοσμημένη με ένα αιώνιο παρόν, το αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα του status quo έναντι όλων των προσκλήσεων για αλλαγή, που τελικά μπορεί να επιδεινώσουν τα πράγματα.

Λίγο μετά τον θρίαμβο του νυν προέδρου στις δημοσκοπήσεις, ο πρώην υπουργός Οικονομικών (και ο έμπιστος του Πούτιν), Αλεξέι Κούντριν, δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Τρία καθήκοντα για δύο χρόνια»5, στο οποίο υποστήριξε ότι τα επόμενα δύο χρόνια θα είναι αποφασιστικής σημασίας για την οικονομική ανάπτυξη στη Ρωσία. Σύμφωνα με τον Κούντριν, η αποφασιστική εκλογική νίκη του Πούτιν άνοιξε ένα παράθυρο ευκαιρίας για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων των συνταξιοδοτικών μεταρρυθμίσεων, που είναι απαραίτητες για την οικονομική ανάπτυξη. Αυτή τη πεποίθησή του συμμεριζόταν πλήρως τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Έτσι, στην έκθεσή του6 κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στη Ρωσία, το ΔΝΤ συνέστησε την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης. Καθώς η τέταρτη προεδρική περίοδος του Πούτιν ξεκίνησε, η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση ήταν, προφανώς, σημείο συναίνεσης στο πλαίσιο της ρωσικής πολιτικής και οικονομικής ελίτ. Τα ψηλά ποσοστά των ψήφων υπερ του Πούτιν δημιουργούσαν την πεποίθηση ότι θα ήταν απίθανο να γίνουν λαϊκές διαδηλώσεις μεγάλης κλίμακας.

Έτσι, ο πρωθυπουργός Ντμίτρι Μεντβέντεφ πρότεινε την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης στις 14 Ιουνίου, την ίδια ημέρα που ξεκίνησε το Παγκόσμιο Κύπελλο της FIFA του 2018 στη Μόσχα. Αυτή η συγκλονιστική σύμπτωση αποκαλύπτει την αρχική στρατηγική της κυβέρνησης: να αξιοποιήσει τον ποδοσφαιρικό πυρετό για να κρατήσει τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση μακριά από τα πρωτοσέλιδα7. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι το σχέδιο αφορούσε την κατάθεση και την έγκριση νομοσχεδίου αύξησης της ηλικίας συνταξιοδότησης πριν οι Ρώσοι βουλευτές διακόψουν για τις καλοκαιρινές τους διακοπές τον Ιούλιο. Ωστόσο, την επόμενη εβδομάδα, περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι υπέγραψαν μια ηλεκτρονική αναφορά8 που αντιτίθεται στη μεταρρύθμιση. Η αναφορά ξεκίνησε από τη Συνομοσπονδία Εργασίας της Ρωσίας (KTR), μια ανεξάρτητη ένωση συνδικάτων. Από τις 25 Ιουλίου, περίπου 2,9 εκατομμύρια άνθρωποι υπέγραψαν την αναφορά.

Η 1η Ιουλίου σηματοδοτήθηκε από ένα κύμα διαδηλώσεων διαμαρτυρίας, στις οποίες συμμετείχαν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι. Στις 18 Ιουλίου, έγιναν σημαντικές διαμαρτυρίες κατά της προτεινόμενης μεταρρύθμισης στη Μόσχα και την Πετρούπολη. Συγκεντρώσεις εναντίον των συνταξιοδοτικών μεταρρυθμίσεων πραγματοποιήθηκαν σε 154 ρωσικές πόλεις μέχρι σήμερα.

Η προπαγανδιστική αντεπίθεση9 που ξεκίνησαν οι αρχές μέσω κρατικών ελεγχόμενων μέσων είχε σαφώς κακή προετοιμασία. Πολλοί δημοσιογράφοι και υποτιθέμενοι εμπειρογνώμονες, οι οποίοι είχαν προηγουμένως ειδικευτεί σε αντι-δυτικές θεωρίες συνωμοσίας και συντηρητικούς «πολιτιστικούς πολέμους», έθεσαν ως στόχο να αποδείξουν ότι η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης ήταν κάτι που έχει ολοκληρωθεί στον ανεπτυγμένο κόσμο. Τα προγράμματα τηλεοπτικών ειδήσεων ήταν γεμάτα με ιστορίες για ευτυχισμένους ηλικιωμένους πολίτες, έτοιμους να ζήσουν μια δραστήρια ζωή και ανοιχτούς στην αλλαγή. Αντιπαραβάλλονταν ο μεμψίμοιρος πατερναλισμός των επικριτών της προτεινόμενης μεταρρύθμισης στην ατομική ευθύνη και την ικανότητα ανταγωνισμού και επιτυχίας. Ένας βουλευτής από το κυβερνών κόμμα της Ενωμένης Ρωσίας κάλεσε τους Ρώσους να εγκαταλείψουν10 τη ζώνη των ανέσεών τους. Η νέα ρητορική του καθεστώτος, δανεισμένη από το ιδίωμα των επιχειρηματικών σεμιναρίων για την προσωπική ανάπτυξη και την ψυχολογία της νίκης, προφανώς δεν δίνει πειστικές απαντήσεις σε μια χώρα στην οποία το ένα τρίτο του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας11 και αισθάνεται σαν χαμένο.

Σε αντίθεση με την κοινή γνώμη, όλος ο μηχανισμός της «διαχειριζόμενης δημοκρατίας» της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένων των ομοσπονδιακών υπουργών, των περιφερειακών διοικητών και του τεράστιου σώματος των βουλευτών της Ενωμένης Ρωσίας, επιστρατεύτηκε για να στηρίξει δημόσια την προτεινόμενη μεταρρύθμιση. Αυτό έχει προκαλέσει σοβαρή πτώση στην εκτίμηση του κυβερνώντος κόμματος και έχει προκαλέσει μια γενική κρίση εμπιστοσύνης12 απέναντι στο καθεστώς.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Πούτιν έκανε την πρώτη δημόσια δήλωσή του13 σχετικά με τη μεταρρύθμιση μόνο στις 20 Ιουλίου, την επομένη που η Κρατική Δούμα ενέκρινε το νομοσχέδιο στην πρώτη του ανάγνωση. Με τον χαρακτηριστικό διφορούμενο τρόπο του, ο Πούτιν παραδέχθηκε ότι δεν του αρέσει να αυξάνει την ηλικία συνταξιοδότησης, αλλά η απόφαση για την αύξηση τού υπαγορεύθηκε από την αυστηρή αναγκαιότητα και από τίποτε άλλο.

Την ίδια στιγμή, ο Πούτιν σημείωσε ότι θα ακούσει την εποικοδομητική κριτική και ισχυρίστηκε ότι δεν έχει ληφθεί τελική απόφαση σχετικά με το σχέδιο μεταρρύθμισης. Τα σχόλιά του ισοδυναμούσαν με την έναρξη ενός εφεδρικού σχεδίου του Κρεμλίνου. Δεν κατάφεραν να προωθήσουν τη μεταρρύθμιση γρήγορα και διακριτικά. Ο πρόεδρος θα λειτουργήσει τώρα ως το επίκεντρο γύρω από το οποίο θα μπορούσαν να συσπειρωθούν οι υπέρμαχοι μιας χρυσής τομής – μια χρυσή τομή που βρίσκεται ανάμεσα στους υπερβολικά βιαστικούς υποστηρικτές της κυβέρνησης για την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης και των ριζοσπαστών φωνακλάδων στους δρόμους, που είναι ανίκανοι για διάλογο. Το εφεδρικό σχέδιο περιλαμβάνει μια δεύτερη ψηφοφορία για τη μεταρρύθμιση στη Δούμα, η οποία έχει προγραμματιστεί για τα τέλη Σεπτεμβρίου.

Εν τω μεταξύ, τα τέσσερα κοινοβουλευτικά κόμματα και η πιστή στο καθεστώς Ομοσπονδία Ανεξάρτητων Συνδικάτων της Ρωσίας (FNPR) είναι πιθανό να υποβάλουν τροπολογίες στο νομοσχέδιο. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις θα περιλαμβάνουν πιθανώς παραχωρήσεις, όπως η επιμήκυνση της μεταβατικής περιόδου, αν και οι βασικές παράμετροι του νομοσχεδίου θα παραμείνουν σταθερές. Η αναβολή της συζήτησης για τη μεταρρύθμιση μέχρι το φθινόπωρο θα επιτρέψει επίσης την ανάπτυξη μιας πιο πειστικής προπαγανδιστικής εκστρατείας στην οποία η μεταρρύθμιση θα μπορούσε να παρουσιαστεί ως μια αναπόφευκτη απάντηση στις προκλήσεις της εποχής μας και απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση της χώρας –που σημαίνει ότι το δοκιμασμένο μοτίβο του κοινού πεπρωμένου της χώρας θα μπορούσε να εμφανιστεί ξανά. Παρ’ όλα αυτά, η έναρξη του εφεδρικού σχεδίου και η αναβολή της ψήφου του νέου νόμου μέχρι το φθινόπωρο είναι σαφείς ενδείξεις ότι το καθεστώς είναι ευάλωτο στο θέμα της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης.

Από την άλλη πλευρά, το κύριο πρόβλημα του κινήματος ενάντια στην μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος είναι η έλλειψη οργανωτικής συνοχής και κοινών αιτημάτων. Υπάρχουν πολλές εκστρατείες κατά της μεταρρύθμισης που πραγματοποιούνται σχεδόν ταυτόχρονα. Η διεκδίκηση της πρωτοκαθεδρίας συχνά φαίνεται να σημαίνει περισσότερα γι’ αυτές από το να επιτύχουν τον κύριο στόχο του κινήματος να αναγκάσει την κυβέρνηση να υποχωρήσει από το σχέδιό της να αυξήσει την ηλικία συνταξιοδότησης. Η έλλειψη ενότητας του κινήματος παρέχει στις αρχές προπαγανδιστικά ατού: μπορούν να ισχυριστούν ότι οι αντίπαλοι της μεταρρύθμισης ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την ευκαιρία να βγουν στο φως της δημοσιότητας των μέσων ενημέρωσης χωρίς να προτείνουν εποικοδομητικές εναλλακτικές λύσεις. Μια πιο σημαντική συνέπεια είναι ότι οι πιθανοί υποστηρικτές του αντι-μεταρρυθμιστικού κινήματος βρίσκονται σε σύγχυση και πολλοί από αυτούς θα μπορούσαν γρήγορα να απογοητευθούν από το κίνημα αν αισθάνονται σαν όμηροι των φιλοδοξιών διαφόρων πολιτικών ηγετών. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ένα από τα κύρια στοιχεία του σημερινού πολιτικού συστήματος της Ρωσίας είναι η καλλιέργεια της μαζικής απαισιοδοξίας σε σχέση με όλες τις μορφές δημόσιου ακτιβισμού. Είναι αδύνατο να αλλάξουμε οτιδήποτε με διαμαρτυρίες: αυτή είναι η μοιρολατρική νοοτροπία της πλειοψηφίας των Ρώσων πολιτών, των οποίων η δυσαρέσκεια για τη σχεδιαζόμενη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση έχει πλέον εκφρασθεί με έναν προφανώς παθητικό τρόπο.

Το κίνημα εναντίον της αύξησης της ηλικίας συνταξιοδότησης δεν περιορίζεται επομένως μόνο στη συγκεκριμένη μεταρρύθμιση που σχεδιάζει η κυβέρνηση. Αμφισβητεί επίσης δύο βασικά ιδεολογικά στοιχεία του καθεστώτος: την μαζική αποπολιτικοποίηση και την συναίνεση των ελίτ14 για την έλλειψη εναλλακτικών λύσεων στις νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές. Τον τελευταίο μήνα γίναμε μάρτυρες των δυνατοτήτων ενός τέτοιου κινήματος: στις συγκεντρώσεις του συμμετείχαν δεκάδες χιλιάδες Ρώσοι από όλα τα κοινωνικά στρώματα και τις ηλικιακές ομάδες. Υπάρχουν δεκάδες περισσότεροι άνθρωποι που υποστηρίζουν κάθε έναν από αυτούς τους διαδηλωτές, άνθρωποι που δεν βιάζονται να βγουν στους δρόμους, αλλά που γενικά συμμερίζονται τα αιτήματά τους. Υπό αυτές τις συνθήκες, ο αποφασιστικός παράγοντας είναι η κλίμακα του κινήματος, η ικανότητά του να κινητοποιεί ανθρώπους μέχρι και πρόσφατα απαισιόδοξους για πολιτική συμμετοχή.

Για να κερδίσει, το κίνημα εναντίον της αύξησης της ηλικίας συνταξιοδότησης πρέπει να μετατραπεί σε έναν αποτελεσματικό συνασπισμό, τον ευρύτερο δυνατό συνασπισμό, έναν συνασπισμό ικανό να σπάσει την πίστη στον κεντρικό ιδεολογικό άξονα του καθεστώτος: την υποτθιέμενη ενότητα του απλού λαού και της εξουσίας που υπάρχει, η οποία δεν λυγίζει στη λαϊκή πίεση. Το μόνο πρόσφατο παράδειγμα ενός τέτοιου συνασπισμού στη μετασοβιετική Ρωσία ήταν το λαϊκό κίνημα διαμαρτυρίας ενάντια στη νομισματοποίηση των κοινωνικών παροχών15 το χειμώνα του 2005. Στις περισσότερες μεγάλες πόλεις της Ρωσίας δημιουργήθηκαν κεντρικά γραφεία της καμπάνιας για να συντονίσουν τις διαμαρτυρίες. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ρωσικής Ομοσπονδίας (KPRF) διαδραμάτισε σημαντικό, αν και όχι αποφασιστικό ρόλο. Το κύμα των διαδηλώσεων, στο οποίο συμμετείχαν χιλιάδες άνθρωποι, ανάγκασε την κυβέρνηση να οπισθοχωρήσει σημαντικά στην εφαρμογή των σχεδίων της. Τα γεγονότα πριν από δεκατρία χρόνια δύσκολα θα μπορούσαν να ονομαστούν μια αναμφισβήτητη ιστορία επιτυχίας, αλλά είναι αξιοζήλευτος ο βαθμός στον οποίο η αντιπολίτευση ενοποιήθηκε εκείνη τη στιγμή.

Δύο ξεχωριστές διαμαρτυρίες εναντίον της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος θα πραγματοποιηθούν στη Μόσχα με διαφορά μιας μέρας, στις 28 Ιουλίου και στις 29 Ιουλίου. Η πρώτη είναι μια πορεία που διοργανώνεται από το KPRF [Κομμουνιστικό Κόμμα της Ρωσικής Ομοσπονδίας], ενώ η δεύτερη είναι μια συγκέντρωση που διοργανώνεται από το Ελευθεριακό Κόμμα και η οποία έχει λάβει την υποστήριξη του Αλεξέι Ναβάλνι. Αν και τα δύο γεγονότα είναι πιθανό να προσελκύσουν μεγάλο αριθμό συμμετεχόντων, το γεγονός ότι ανταγωνίζονται μεταξύ τους θα αποπροσανατολίσει πολλούς ανθρώπους που δεν είναι ικανοποιημένοι από τη μεταρρύθμιση και θα προσφέρει στα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης μια ζωντανή επιβεβαίωση της αντίληψης ότι οι πολιτικοί επιδιώκουν μόνο τα προσωπικά τους συμφέροντα αξιοποπιώντας το ζήτημα των συντάξεων. Εκτός αυτού, τα κινήματα του Ναβάλνι και το KPRF κινητοποιούν διαφορετικές ηλικιακές ομάδες και κοινωνικές ομάδες. Η επιτυχία του κινήματος εναντίον της μεταρρύθμισης των συνταξιοδοτικών συστημάτων εξαρτάται από την ικανότητά του να ενεργεί σε συνεννόηση.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το Κρεμλίνο θα επανέλθει από τις καλοκαιρινές διακοπές πολύ πιο προετοιμασμένο για να αντιμετωπίσει το ζήτημα της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος. Το κύριο ερώτημα είναι αν η ρωσική αντιπολίτευση θα έχει πάρει κάποια μαθήματα.

Μετάφραση: e la libertà

Στα ρωσικά: Илья Будрайтскис, «Пенсионная реформа и сопротивление: стратегия правительства и стратегия оппозиции», Open Democracy, 25 Ιουλίου 2018.

Στα αγγλικά (μετάφραση του Thomas H. Campbell): Ilya Budraitskis, «Can Russia’s opposition come together to fight the Kremlin’s pension reform?», Open Democracy, 27 Ιουλίου 2018.

Σημειώσεις

1 Ilya Matveev, «While everyone’s watching the football, the Russian government is raising the retirement age», Open Democracy, 16 Ιουνίου 2018.

2 Joshua Engel, «What does the phrase the art of the possible mean?», Quora, 9 Δεκεμβρίου 2014.

3 Денис Волков, «Надо плыть: общественное мнение о пенсионной реформе», Карнеги, 19 Ιουλίου 2018.

4 «Послание Президента Федеральному Собранию», Президент России, 1 Μαρτίου 2018.

5 Алексей Кудрин, «Три задачи на два года», Коммерсантъ, 21 Μαρτίου 2018.

6 «Russian Federation: Staff Concluding Statement of the 2018 Article IV Mission», International Monetary Fund, 23 Μαρτίου 2018.

7 Ilya Matveev, «While everyone’s watching the football, the Russian government is raising the retirement age», Open Democracy, 16 Ιουνίου 2018.

8 «Президенту РФ, Правительству, Федеральному Собранию: Не повышать пенсионный возраст!», change.org.

9 Ivan Davydov, «In Russia, a spoonful of propaganda helps the pension reform go down», Open Democracy, 12 Ιουλίου 2018.

10 «Это возможность выйти из зоны комфорта: подборка ярких цитат южноуральцев о пенсионной реформе», Рамблер, 20 Ιουλίου 2018.

11 Рустем Фаляхов, «Бедность в России: десятки миллионов за чертой», Газета.ru, 9 Μαςιου 2018.

12 «За повышение пенсионного возраста голосовала только Единая Россия. Мы спросили у региональных партийцев, как теперь к ним относятся избиратели», Meduza, 20 Ιουλίου 2018.

13 «Путин предложил не торопиться с повышением пенсионного возраста», Лента.RU, 20 Ιουλίου 2018. https://lenta.ru/news/2018/07/20/putin/

14 Ilya Matveev, «Russia, Inc.», Open Democracy, 16 Μαρτίου 2018.  - Илья Матвеев, «Неолиберализм с российскими характеристиками», Open Democracy, 24 Μαρτίου 2016.

15 Steven Lee Myers, «Putin Reforms Greeted by Street Protests», The New York Times, 16 Ιανουαρίου 2015.  - «Старикам тут не место: почему пенсионная реформа не учитывает интересы граждан», Open Democracy, 4 Ιουλίου 2018.

Τελευταία τροποποίηση στις Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου 2019 16:57