Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Πέμπτη, 23 Νοεμβρίου 2017 14:06

Η Ρωσική Επανάσταση στην Ανατολική Ευρώπη: «Αποφάσεις της κομμουνιστικής Διάσκεψης των Βαλκανίων» στη Σόφια το Γενάρη του 1920 Κύριο

Εκπρόσωποι του πρώτου Συνεδρίου του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος της Γιουγκοσλαβίας σε συνάντηση στο Βελιγράδι, το 1919.

Η Ρωσική Επανάσταση στην Ανατολική Ευρώπη: «Αποφάσεις της κομμουνιστικής Διάσκεψης των Βαλκανίων» στη Σόφια το Γενάρη του 1920

James Robertson

Εισαγωγή: Η Ρωσική Επανάσταση και η Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία

Τα σύγχρονα σχέδια για την ενοποίηση των Βαλκανίων φτάνουν πίσω μέχρι τα τέλη του δέκατου όγδοου αιώνα με τον σύγχρονο Ελληνικό Διαφωτισμό και πολλαπλασιάστηκαν καθώς άρχισε η παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τη διάρκεια ολόκληρου του δέκατου ένατου αιώνα. Ο βαλκανικός φεντεραλισμός εξυπηρετούσε πολλαπλά και αντίπαλα πολιτικά σχέδια: ως ένα εργαλείο των αυτοκρατορικών δυνάμεων για την αναμόρφωση της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, ως ένα σύστημα συμμαχιών μεταξύ των βαλκανικών δυναστειών, ως ένα όραμα για την απελευθέρωση και τον επαναστατικό μετασχηματισμό της περιοχής από εθνικά και σοσιαλιστικά κινήματα. Η Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία που διαμορφώθηκε το Γενάρη του 1920 κληρονόμησε μια παράδοση της ριζοσπαστικής φεντεραλιστικής σκέψης που πηγαίνει πίσω στην δεκαετία του 1870 με στις ιδέες του Σέρβου Σοσιαλιστή Σβέτοζαρ Μάρκοβιτς και του Βούλγαρου επαναστάτη Χρίστο Μπότεφ. Στην αλλαγή περίπου του αιώνα αυτά τα πρώιμα σχέδια του επαναστατικού φεντεραλισμού υιοθετήθηκαν από μια νέα γενιά σοσιαλδημοκρατών που, σε στενή συνεργασία με τους Γερμανούς μαρξιστές, όπως ο Καρλ Κάουτσκι, ενσωμάτωσε την ιδέα μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας στο μαρξιστικό τους σχέδιο. Ενώ το ξέσπασμα των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913) και του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918) αποτέλεσε μια υπαρξιακή απειλή για τους επαναστάτες σοσιαλιστές και τις οργανώσεις τους στα Βαλκάνια, από το τέλος του πολέμου ο αντίκτυπος της ρωσικής επανάστασης είχε αναβιώσει και ριζοσπαστικοποιήσει το κίνημαi.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 και ο σχηματισμός της Τρίτης Διεθνούς (Κομιντέρν) το Μάρτη του 1919 πυροδότησε πολιτικές διασπάσεις μέσα σε όλα τα επαναστατικά σοσιαλιστικά κόμματα των Βαλκανίων, όπως συνέβη και με το μεγαλύτερο μέρος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Την παραμονή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι Σέρβοι Σοσιαλδημοκράτες και οι «Στενοί» σοσιαλιστές της Βουλγαρίας είχαν ήδη αναπτύξει μια ασυμβίβαστη αντιπολεμική θέση ως απάντηση στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913 και αυτή διατηρήθηκε λίγο ως πολύ καθ’ όλη τη διάρκεια της σύγκρουσης του 1914-1918. Η βασισμένη σε αρχές αντιπολεμική στάση τους βοήθησε και τα δύο κόμματα καθώς η αντίθεση στον πόλεμο μεγάλωνε και τα έθεσε σε μια σαφή πορεία προς την ένταξη στην Τρίτη Διεθνή. Όταν η οργάνωση πραγματοποίησε το πρώτο συνέδριό της στη Μόσχα το Μάρτη του 1919, ήταν παρόντες εκπρόσωποι από τις σοσιαλιστικές ομάδες της Γιουγκοσλαβίας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίαςii.

Στη Γιουγκοσλαβία, το μήνυμα του Οκτώβρη του 1917 μεταφέρθηκε από χιλιάδες Νότιους Σλάβους στρατιώτες του Αυστροουγγρικού στρατού που είχαν συλληφθεί στο ανατολικό μέτωπο και κρατήθηκαν στα ρωσικά στρατόπεδα κράτησης. Μετά το Φεβρουάριο του 1917, καθώς οι επιπτώσεις της επανάστασης στην Πετρούπολη και της παραίτησης του Τσάρου είχαν απήχηση σε ολόκληρη την αυτοκρατορία, οι περισσότεροι από αυτούς τους κρατουμένους απελευθερώθηκαν, και πολλοί παρασύρθηκαν απ’ το επαναστατικό κίνημα. Ένας νεαρός Αυστριακός πολίτης με το όνομα του Γιόσιπ Μπροζ, για παράδειγμα, βρέθηκε ο ίδιος στην επαναστημένη Πετρούπολη κατά τη διάρκεια των συναρπαστικών ημερών του Ιούλη, καθώς στρατιώτες και εργάτες συμμετείχαν στις ένοπλες διαδηλώσεις ενάντια στην Προσωρινή Κυβέρνησηiii. Μετά την ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων, χιλιάδες από αυτούς τους πρώην αιχμαλώτους πολέμου πλημμυρίσαν το νεοσύστατο Βασίλειο των Σέρβων, των Κροατών και των Σλοβένων, φέρνοντας μαζί τους τις ιδέες και τις οργανωτικές πρακτικές των Ρώσων επαναστατών. Τον Απρίλιο του 1919 οι ετερόκλιτοι πυρήνες και οργανώσεις σε όλη τη χώρα, που (με υπερβολή) εκτιμάται ότι αντιπροσώπευαν περίπου 130.000 ακτιβιστές και υποστηρικτές, σχημάτισαν το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα της Γιουγκοσλαβίας που εντάχθηκε αμέσως στην Κομιντέρνiv.

Παρά την φρενήρη δράση των Γιουγκοσλάβων, ήταν στη Βουλγαρία που το βαλκανικό κομμουνιστικό κίνημα θα έβρισκε την πιο σταθερή βάση του. Μέχρι το καλοκαίρι του 1919 οι Βούλγαροι «Στενοί» Σοσιαλιστές είχαν γίνει το «Βουλγαρικό Κομμουνιστικό Κόμμα» και συνδέθηκαν με την Τρίτη Διεθνή. Σ’ αυτή τη φάση το κόμμα ισχυριριζόταν ότι είχε 21.000 μέλη (ως επί το πλείστον ήταν αποστρατευμένοι κληρωτοί αγρότες) και η εφημερίδα του, Rabotnicheski Vestnik, είχε φτάσει σε κυκλοφορία τα 30.000 φύλλα. Η μαζική βάση του κόμματος αντικατοπτρίστηκε στις εκλογές του Αυγούστου του 1919, όταν έγινε το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα της χώρας, κερδίζοντας 47 βουλευτικές έδρες στο βουλγαρικό κοινοβούλιο. Παρ’ όλα αυτά, η συγκέντρωση των βαλκανικών κομμουνιστικών κομμάτων τον Ιανουάριο του 1920 βρήκε τη βουλγαρική ομάδα σε μειονεκτική θέση, υποχρεωμένη να αποσύρει την υποστήριξή της σε μια γενική απεργία σιδηροδρομικών εργατών, την οποία είχε ελπίσει να χρησιμοποιήσει για να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση του Αλεξάνταρ Σταμπολίσκιv.

Κατά τη διάρκεια αυτών των πρώτων ημερών του κομμουνιστικού κινήματος, τα ρουμανικά και ελληνικά κόμματα ήταν πολύ ασθενέστερα και μικρότερα από το γιουγκοσλαβικό και το βουλγαρικό ομολόγό τους. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Ρουμανίας ιδρύθηκε το Νοέμβριο του 1918 (αλλά δεν συνδέθηκε επίσημα με την Κομιντέρν μέχρι το 1921) και παρά το γεγονός ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο σε μια σειρά απεργιών που σάρωσαν τη χώρα το 1919-1920, φαίνεται ότι δεν ήταν σε θέση να αναπτυχθεί σε ένα μαζικό κόμμα. Ομοίως, τη στιγμή της συνεδρίασης της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας στη Σόφια, το ελληνικό Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα, που σχηματίστηκε επίσης το Νοέμβριο του 1918, υποστήριζε ότι είχε περίπου 1.500 μέληvi.

Η Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία επινοήθηκε ως συνέχεια της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδίας των Βαλκανίων, η οποία συνέδεσε τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα των Βαλκανίων στα χρόνια πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήδη στο πρώτο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς το Μάρτιο του 1919 οι εκπρόσωποι των κομμάτων της Γιουγκοσλαβίας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας ομαδοποιήθηκαν ως Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία. Όμως, η πρώτη συνεδρίαση της οργάνωσης, η οποία ήταν επιφορτισμένη με το καθήκον να συντονίζει τις κοινές δραστηριότητες των κομμουνιστικών κομμάτων της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, πραγματοποιήθηκε στα μέσα Ιανουαρίου του 1920 στην πρωτεύουσα της Βουλγαρίας, την Σόφια.

Η Βουλγαρία ήταν ο φυσιολογικός χώρος υποδοχής για το γεγονός. Τον Οκτώβριο του 1919 ο Αλεξάνταρ Σταμπολίσκι, ο ηγέτης της Αγροτικής Ένωσης, ενός ριζοσπαστικού αγροτικού κόμματος, έγινε Πρωθυπουργός της χώρας. Αν και εχθρικός προς τις ιδέες του μπολσεβικισμού, ο Σταμπολίσκι προσπάθησε να αντλήσει από τις δεξαμενές της λαϊκής κινητοποίησης που εξαπολύθηκαν από την Οκτωβριανή Επανάσταση και η πολιτική εξουσία του στηριζόταν σε έναν ριζοσπαστικό λαϊκισμό ριζωμένο στην αγροτιά. Όπως και οι κομμουνιστές, ο Σταμπολίσκι αποδέχτηκε το σχέδιο του βαλκανικού φεντεραλισμού και, παρά τις ιδεολογικές διαφορές του, πρόσφερε καταφύγιο στη Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδίαvii. Η ομοσπονδία θα συνεχίσει να έχει ως βάση της τη Σόφια μέχρι την ανατροπή του Σταμπολίσκι με το πραξικόπημα του 1923, κι απ’ το σημείο αυτό μεταφέρθηκαν οι δραστηριότητές της στη Βιέννη, το κέντρο για τους εξόριστους επαναστάτες της Ανατολικής Ευρώπης. Από την Κόκκινη Βιέννη η ομοσπονδία συνέχισε να προωθεί τη συνεργασία μεταξύ των βαλκανικών κομμουνιστικών κομμάτων, αν και η κύρια δραστηριότητα της φαίνεται πως ήταν η δημοσίευση της εφημερίδας της οργάνωσης, της πολύγλωσσης La federation balkanique, η οποία έβγαινε σποραδικά από το 1924 έως ως το 1931.

Οι αποφάσεις της πρώτης συνεδρίασης της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τη σημασία που είχαν στην εποχή τους, αλλά και για τους εναλλακτικούς ορίζοντες που πρόβαλλαν. Από τη μία πλευρά, το κείμενο αποκαλύπτει ότι τους εκπροσώπους απασχολούσε ο ρόλος του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού στην Νοτιοανατολική Ευρώπη και, ειδικότερα, ο ρόλο του χρέους στη διατήρηση της εξάρτησης της περιοχής από τις νικήτριες συμμαχικές δυνάμεις. Η σημασία που είχαν για τους Βαλκάνιους κομμουνιστές του 1920 τα δίκτυα του χρέους στην εδραίωση των συνθηκών της άνισης οικονομικής ανάπτυξης μεταξύ του ευρωπαϊκού πυρήνα και της νοτιοανατολικής περιφέρειάς του έχει προφανές ενδιαφέρον και σήμερα, στον απόηχο της ελληνικής κρίσης χρέους.

Από την άλλη πλευρά, το κείμενο φέρνει στο φως ένα όραμα για ένα μέλλον των Βαλκανίων πέρα από ευρωπαϊκούς ορίζοντες. Θέτοντας όχι μόνο μια διάκριση, αλλά μερικές φορές ακόμη και έναν σαφή, αποικιακό ανταγωνισμό μεταξύ των ευρωπαϊκών καπιταλιστικών κρατών και των λαών των Βαλκανίων, οι εκπρόσωποι είδαν καθαρά τη Ρωσική Επανάσταση ως μια εναλλακτική πορεία προς την ανάπτυξη που οδηγούσε πέρα από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι σημαντικό το γεγονός ότι εννέα μήνες μετά τη συνάντησή τους στη Σόφια, οι εκπρόσωποι της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας θα ταξιδέψουν στην πόλη Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, για να παρακολουθήσουν το συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς των Λαών της Ανατολήςviii.

Κομμουνιστική Διάσκεψη των Βαλκανίων

Τα προβλήματα των Κομμουνιστικών και Σοσιαλιστικών Κομμάτων στα Βαλκάνιαix

Ο παγκόσμιος πόλεμος, όχι μόνο δεν είχε ως αποτέλεσμα μια εθνική ένωση των βαλκανικών εθνών και την απελευθέρωσή τους, όχι μόνο δεν είχε λύσει το εθνικό τους προβλήματα και δεν απομάκρυνε τα αίτια του αμοιβαίου μίσους τους, αλλά τα έχει αφήσει οικονομικά εξαντλημένα, τελείως χρεοκοπημένα και πολιτικά εξαρτημένα από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Αντάντ, κάτω από συνθήκες που εμπεριέχουν νέες πηγές μίσους και νέους πολέμους. Γίνεται αντιληπτό σε όλους τους βαλκανικούς λαούς ότι αντί να έχει επιτευχθεί, ως αποτέλεσμα των πολέμων, η εθνική ενότητα που είχε υποσχεθεί η κυρίαρχη αστική τάξη, έχουν καταλήξει στην απώλεια της ανεξαρτησίας τους, σε μια κατάσταση πολιτικής υποδούλωσης και πείνας και ακραίας ανέχειας ανάμεσα στις εργαζόμενες μάζες.

Καταστραμμένα ολοσχερώς, επιβαρυμμένα με τεράστια χρέη και φόρους, οικονομικά και πολιτικά εξαρτημένα από τον ιμπεριαλισμό της Αντάντ και έχοντας γίνει ένα είδος αποικιών της Αντάντ, τα βαλκανικά κράτη δεν είναι σε θέση να αποκαταστήσουν με δικά τους μέσα την οικονομική ζωή εντός των εδαφικών ορίων τους, και επιπλέον δεν είναι σε θέση να βελτιώσουν τις άθλιες συνθήκες των εργατικών και των φτωχών μαζών. Τα τεράστια χρέη του πολέμου συνθλίβουν τα βαλκανικά έθνη απομιζούν τη ζωτικότητά τους προς όφελος των ευρωπαϊκών τραπεζών και εμποδίζουν την οικονομική τους ανάπτυξη. Τα έθνη που υποβάλλουν αίτηση για βοήθεια από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις θα στερηθούν την ελεύθερη οικονομική ανάπτυξη, θα πρέπει να εξάγουν τις πρώτες ύλες τους σε αυτές τις αυτοκρατορίες και να εισάγουν μεταποιημένα προϊόντα.

Τίποτα άλλο εκτός από την Κοινωνική Επανάσταση δεν θα εξασφαλίσει στα μικρά έθνη μια ελεύθερη ύπαρξη και μια ανεξάρτητη ανάπτυξη. [Η Κοινωνική Επανάσταση] Θα τα απαλλάξει από τα τεράστια κρατικά χρέη, θα απελευθερώσει τις παραγωγικές δυνάμεις όλων των χωρών, θα τις σώσει από την στενότητα των κρατικών συνόρων και θα ανοίξει μια ελεύθερη διέξοδο σε ένα μεγάλο χώρο, ενώνοντας τα μικρά έθνη σε μια οικονομική ένωση.

Η απελευθέρωση των βαλκανικών λαών από την πολιτική, χρηματοπιστωτική και οικονομική κυριαρχία της ιμπεριαλιστικής Αντάντ, η εθνική τους ελευθερία και ένωση, η δημιουργία των συνθηκών που είναι απαραίτητες για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων τους, όλα αυτά μπορούν να επιτευχθούν μόνο εάν ενωθούν και σχηματίσουν μια Βαλκανική Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία.

Η Διάσκεψη της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας δηλώνει συνεπώς ότι μόνο η προλεταριακή επανάσταση και η δικτατορία του προλεταριάτου με την οργάνωση των συμβουλίων των αντιπροσώπων των Εργατών, των Στρατιωτών και του Κόκκινου Στρατού θα απελευθερώσει τα βαλκανικά έθνη από κάθε καταπίεση και θα τους προσφέρει μια δυνατότητα αυτοδιάθεσης, ενώνοντάς τα σε μια Βαλκανική Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία.

Ως εκ τούτου, η Συνδιάσκεψη καλεί το προλεταριάτο και τους φτωχούς των Βαλκανικών πόλεων και χωριών, προτρέποντάς τους να ενωθούν κάτω από την κόκκινη σημαία του κομμουνισμού, και να σχηματίσουν ισχυρές επαναστατικές οργανώσεις. Τους καλεί να προετοιμάσουν, οπλιμένοι με δύναμη, με επαναστατικό πνεύμα και πειθαρχία, το στόχο της ανάπτυξης των συνθηκών ζωής έχοντας τους παραχωρηθεί μια μεγάλη ιστορική αποστολή. Η πλήρης απελευθέρωσή τους από κάθε καταπίεση, η ειρήνη και η ευημερία για τα κατεστραμμένα και υποδουλωμένα βαλκανικά έθνη που έχουν χύσει τόσο αίμα, εξαρτάται από το πώς θα εκπληρώνουν αυτή τη μεγάλη αποστολή.

Η Διάσκεψη καθιστά καθήκον των Βαλκανικών Κομμουνιστικών και Σοσιαλιστικών Κομμάτων την εκπαίδευση των προλεταριακών και χωρίς ιδιοκτησία μαζών σε ένα επαναστατικό σοσιαλιστικό (μαρξιστικό) πνεύμα, προκειμένου να τις κάνει να συνειδητοποιήσουν τα ιστορικά τους προβλήματα και τον μεγάλο σκοπό του απελευθερωτικού προλεταριακού κινήματος και να τις ενώσει σε μαζικές οργανώσεις για να αγωνιστούν για τη νίκη της μεγάλης διεθνούς Κομμουνιστικής Επανάστασης.

Η Διάσκεψη της Βαλκανικής Σοσιαλιστικής Ομοσπονδίας, αποτελούμενη από το Βουλγαρικό Κομμουνιστικό Κόμμα («Στενοί Σοσιαλιστές»), το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (κομμουνιστές) της Γιουγκοσλαβίας, το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα της Ελλάδα και το Ρουμανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, με τη συμμετοχή εκπροσώπων όλων των αναγνωρισμένων κομμάτων, συζήτησε στη συνεδρίασή της τής 15ης Γενάρη 1920 στη Σόφια το ζήτημα της υπαγωγής της Βαλκανικής Σοσιαλιστικής Ομοσπονδίας στην Τρίτη Κομμουνιστική Διεθνή και κατέληξε στις ακόλουθες αποφάσεις:

1. Η διεθνής επαναστατική κατάσταση σε ολόκληρο τον κόσμο, και ειδικότερα στην Ευρώπη, που προκλήθηκε από τα πέντε χρόνια του παγκόσμιου πολέμου και την ασυμβίβαστη ταξική αντιπαράθεση που ξεσηκώθηκε από αυτόν τον πόλεμο στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, δημιούργησε μια νέα επαναστατική εποχή, προτρέποντας με μια ακαταμάχητη δύναμη το προλεταριάτο όλων των καπιταλιστικών χωρών να αδράξει την πολιτική εξουσία. Οι αναπόφευκτες προλεταριακές σοσιαλιστικές επαναστάσεις πρέπει επομένως να αναμένονται στις προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν ήδη εισέλθει στα πρωταρχικά στάδια αυτής της επανάστασης.

2. Σε μια τέτοια επαναστατική εποχή και με δεδομένη μια τέτοια διεθνή επαναστατική κατάσταση, τα Βαλκανικά Κομμουνιστικά και Σοσιαλιστικά Κόμματα θεωρούν ότι ένα από τα βασικά τους ζητήματα είναι να συντονίσουν τις ενέργειές τους και να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους στις λαϊκές μάζες των Βαλκανίων, για την υποστήριξη της Ρωσικής Σοσιαλιστικής Σοβιετικής Δημοκρατίας στην επερχόμενη προλεταριακή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ευρώπη και να παραλύσουν τις αντεπαναστατικές δυνάμεις που κινούνται εναντίον της από τα Βαλκάνια ή μέσω των Βαλκανίων.

3. Η κατάσταση των Βαλκανικών εθνών που δημιουργήθηκε από τον πόλεμο και έχει ως αποτέλεσμα βαθύτερες αλλαγές στην οικονομική ζωή, χαρακτηρίζεται αφενός από μια κολοσσιαία συγκέντρωση του κεφαλαίου, μια κολοσσιαία μονοπώληση των μέσων παραγωγής και ανταλλαγής, και μια ασυμβίβαστη αντίδραση της εργατικής τάξης, και αφετέρου από την οικονομική καταστροφή, την πείνα, την τρομερή ανέχεια και την ολέθρια εξάντληση των εργατικών τάξεων. Τα βαλκανικά αστικά κόμματα δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την παρούσα κατάσταση και να ικανοποιήσουν τις τεράστιες ανάγκες και τις επιθυμίες των εργαζόμενων μαζών.

Απέναντι σ’ αυτές τις συνθήκες, οι βαλκανικές χώρες βρίσκονται αντιμέτωπες με την οικονομική χρεοκοπία, ως αποτέλεσμα του πολέμου, του δυσβάσταχτου βάρους των τεράστιων κρατικών χρεών και των βαριών οικονομικών υποχρεώσεων που τους επιβάλλονται από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Αντάντ. Διασπασμένα, εχθρικά μεταξύ τους και εξαρτημένα από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Αντάντ τα βαλκανικά κράτη δεν είναι σε θέση να αποκαταστήσουν την οικονομική τους ζωή εντός των εδαφικών ορίων τους, και σε μια καπιταλιστική βάση, χωρίς τη βοήθεια του ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Αλλά ακόμα και αν αυτή η βοήθεια μπορούσε να τους χορηγηθεί, αυτό θα εμπόδιζε την οικονομική ανάπτυξη των Βαλκανίων, καθώς και το ίδιο το ευρωπαϊκό κεφάλαιο άλλωστε θα καταρρεύσει στο εγγύς μέλλον κάτω από τα χτυπήματα των επερχόμενων Κοινωνικών Επαναστάσεων στην Ευρώπη.

Υπάρχει, επίσης, εκτός από την έλλειψη χώρου, η περιπλοκή των άλυτων εθνικών προβλημάτων και οι αντιδραστικές, αυθαίρετες μορφές διακυβέρνησης που χρησιμοποιούνται από την αστική τάξη στα Βαλκάνια. Όλα αυτά οδηγούν σε πολύ δύσκολες συνθήκες, χωρίς να υπάρχει δυνατή διέξοδος για τα Βαλκανικά εθνη, λαμβάνοντας υπόψη την διάσπασή τους και τις σημερινές καπιταλιστικές σχέσεις. Δεν είναι σε θέση να ενώθουν και να σχηματίσουν μια ομοσπονδία των βαλκανικών κρατών υπό την κυριαρχία της εθνικής τους αστικής τάξης, λόγω της πεισματικότητας και της μεγαλομανίας της αστικής τάξης και λόγω των εμποδίων που σίγουρα θα δημιουργηθούν στην περίπτωση αυτή σε κάθε κράτος από τις δυναστείες, την απολυταρχία και τον μιλιταρισμό.

Όλες αυτές οι συνθήκες, δημιουργώντας μια τέτοια κατάσταση στα βαλκανικά κράτη, καθώς και η ανάπτυξη του κομμουνιστικού κινήματος, αλλά και το γεγονός των προλεταριακών επαναστάσεων στην Ευρώπη, θα αναγκάσουν τα Βαλκανικά Κομμουνιστικά και Σοσιαλιστικά κόμματα να αδράξουν την πολιτική εξουσία, να εγκαθιδρύσουν τη δικτατορία του προλεταριάτου και των χωρίς ιδιοκτησία μαζών που θα βασίζεται στα Συμβούλια των Εργατών, των Αγροτών και των Στρατιωτών και να ιδρύσουν την Βαλκανική Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία.

4. Η νίκη της Προλεταριακής Σοσιαλιστικής Επανάστασης και ο μετασχηματισμός της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας σε Κομμουνισμό, με βάση τις Σοσιαλιστικές αρχές, θα επιτευχθεί με μεγαλύτερη ταχύτητα και λιγότερα θύματα εκ μέρους του προλεταριάτου, ανάλογα με το θάρρος και την πλήρη κατανόηση της αναγκαιότητάς της που θα αποδεικνύεται κατά την άσκηση της δικτατορίας του προλεταριάτου βασισμένης στα Συμβούλια των Εργατών, των Αγροτών και των Στρατιωτών και ανάλογα με την αμοιβαία βοήθεια που θα παρέχουν οι προλετάριοι όλων των χωρών στην επαναστατική τους δράση και ανάλογα επίσης με την ενότητα των επαναστατικών αγώνων στο εσωτερικό των χωρών με τον παγκόσμιο επαναστατικό απελευθερωτικό αγώνα, εξαρτώντας τον δικό τους ιδιαίτερο σκοπό από τα συμφέροντα της νίκης της Διεθνούς Προλεταριακής Επανάστασης.

5. Για την εκπλήρωση αυτών των σημαντικών καθηκόντων, τα Βαλκανικά Κομμουνιστικά και Σοσιαλιστικά κόμματα θεωρούν αναγκαίο να καθιερωθούν στενές σχέσεις μεταξύ τους, προκειμένου να συντονίσουν τις ενέργειές τους και τον αγώνα τους με τη δραστηριότητα αυτών των προλεταριακών κομμάτων, που αγωνίζονται για την Προλεταριακή Επανάσταση ως άμεσο στόχο τους, και αναγνωρίζουν την ανάγκη αμείλικτου ταξικού πολέμου για τη νίκη της Επανάστασης, καθώς και για την προλεταριακή δικτατορία που εκφράζεται στα Συμβούλια των Εργατών, των Αγροτών, και των Στρατιωτών.

6. Η Τρίτη Κομμουνιστική Διεθνής, που ιδρύθηκε στη Μόσχα τον Μάρτιο του 1919, έχει θέσει ως στόχο της:

α) την απελευθέρωση του εργατικού κινήματος από τα βρώμικα συστατικά του οπορτουνισμού και του σοσιαλπατριωτισμού που προκάλεσε τη χρεοκοπία της Δεύτερης Διεθνούς το 1914, και βρίσκονται σε αντίθεση με την επαναστατική πάλη του προλεταριάτου

β) να ενώσει τις δυνάμεις όλων των πραγματικά επαναστατικών κομμάτων του παγκόσμιου προλεταριάτου, εφαρμόζοντας στην πράξη τις αρχές και τις μεθόδους της αμείλικτης επαναστατικής ταξικής πάλης και της δικτατορίας του προλεταριάτου, με τη μορφή των Συμβουλίων των Εργατών, των Αγροτών και των Στρατιωτών

γ) να εξασφαλίσει και να επιταχύνει μ’ αυτό τον τρόπο τη νίκη της παγκόσμιας Κομμουνιστικής Επανάστασης.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά το συνέδριο αποφασίζει:

1. Η Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία, που αποτελείται από τα Κομμουνιστικά και Σοσιαλιστικά κόμματα της Βουλγαρίας, της Σερβίας (sic.), της Ελλάδας και της Ρουμανίας, συνδέεται με την Τρίτη Κομμουνιστική Διεθνή και σχηματίζει το Βαλκανικό τμήμα της, αποδέχεται τις αρχές και τις μεθόδους της επαναστατικής ταξικής πάλης και τη δικτατορία του προλεταριάτου που βασίζεται στα Συμβούλια των Εργατών, των Αγροτών και των Στρατιωτών.

2. Η Σοσιαλιστική Ομοσπονδία των Βαλκανίων, όπως ονομαζόταν μέχρι σήμερα η ένωση των Βαλκανικών Κομμουνιστικών και Σοσιαλιστικών κομμάτων, θα ονομάζεται στο εξής «Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία».

Μετάφραση: e la libertà

Πηγή: «The Russian Revolution in Eastern Europe: ‘‘Resolutions of the Balkan Communist Conference’’ Sofia, January 1920», LeftEast, 30 Ιανουαρίου 2017.

Για τον σοσιαλισμό στα Βαλκάνια πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την Δημοκρατική Βαλκανική Ομοσπονδία, διαβάστε: «Ρακόφκσι, Λένιν, Τρότσκι: Για τους Βαλκανικούς Πολέμους». 

Σημειώσεις

i Για μια λεπτομερή ιστορία του σοσιαλιστικού φεντεραλισμού στα Βαλκάνια και μια συλλογή των βασικών εγγράφων από τη Βαλκανική σοσιαλιστική παράδοση, δείτε την εξαιρετικά επιμέλημένη συλλογή των Dragan Plavšić and Andreja Živković: ‘The Balkan Socialist Tradition, 1871-1915’ Revolutionary History, 8:3 (2003).

ii L.S. Stavrianos, Balkan Federation: a history of the movement towards Balkan unity in modern times (Northampton, MA: Smith College, 1942), 203.

iii Αυτή η περίοδος της ζωής του Τίτο καλύπτεται από τη βιογραφία του Γιουγκοσλάβου ηγέτη από τον Geoffrey Swain, Tito: a biography (London: I.B. Tauris, 2011)

iv Για την πρώιμη ιστορία του γιουγκοσλαβικού κομμουνιστικού κινήματος δείτε Ivan Avakumović, History of the Communist Party of Yugoslavia (Aberdeen: Aberdeen University Press, 1964).

v Για την πρώιμη ιστορία του βουλγαρικού κομμουνιστικού κόμματος, δείτε Joseph Rothschild, The Communist Party of Bulgaria: Origins and Development, 1883-1936 (New York: Columbia University Press, 1959).

vi Για τα μέλη του πρώιμου ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, δείτε Το ΚΚΕ από το 1918 έως το 1931, έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα 1947, τόμος Α`, σελ. 30.

vii Για την ιστορία της Αγροτικής Ένωσης Σταμπολίσκι και την κυβέρνησή του, δείτε John Bell, Peasants in Power: Alexander Stamboliski and the Bulgarian Agrarian National Union, 1899-1923 (Princeton: Princeton University Press, 1977).

viii Η έγκυρη πηγή για αυτό το συνέδριο παραμένει John Riddell’s To see the Dawn: Baku, 1920 – First Congress of the Peoples of the East (New York: Pathfinder, 1993).

ix Η αρχική μετάφραση του κειμένου αυτού προέρχεται από το Σταυριανός, Stavrianos, Balkan Federation, 303-306.

Τελευταία τροποποίηση στις Πέμπτη, 23 Νοεμβρίου 2017 14:37