Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Πέμπτη, 19 Νοεμβρίου 2015 10:38

Το πείραμα του ΚΚΕ στη Μυτιλήνη

Κώστας Κούσιαντας

 

Το πείραμα του ΚΚΕ στη Μυτιλήνη

Για τα γεγονότα στο παλιό Εργατικό Κέντρο

 

«Εάν η αστυνομία είναι ανίκανη... να αναλάβουν οι πολίτες ή το ΚΚΕ την αποκατάσταση της τάξης και την προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Το κόμμα της Αλέκας Παπαρήγα είναι η μοναδική οργανωμένη πολιτική δύναμη στη χώρα, που τόλμησε να καταγγείλει δημόσια τους κουκουλοφόρους και να αποκαλύψει τον βρώμικο ρόλο τους.»

Αυριανή, φ. 5126, 19 Δεκεμβρίου 2008, πρωτοσέλιδο.

«Δεν θέλω να σας απογοητεύσω, αλλά διότι ευρισκόμουν στην Γαλλία, επιθυμώ να σας πληροφορήσω, ότι το κόμμα εις το οποίον ανήκετε, ήτο το πρώτον, το οποίον απεδοκίμασε τας αναρχικάς εκείνας εκδηλώσεις. Kαι εάν δεν είχε λάβη το κόμμα σας την θέσιν αυτήν, θα είχε καταλυθεί η Δημοκρατία εις την Γαλλίαν. Yπάρχει μαρτυρία κατά την οποίαν ο αρχηγός του κομμουνιστικού κόμματος Γαλλίας διεμήνυσε εις τον Yπουργόν των Eσωτερικών: “χτυπήστε τους”».

Κ. Καραμανλής προς τον Η. Ηλιού για τα γεγονότα του Μάη του ‘68, στη συζήτηση στη Βουλή σχετικά με την απόπειρα του πραξικοπήματος της «πυτζάμας» (Φεβρουάριος 1975). Επίσημα πρακτικά Βουλής, 28 Φεβρουαρίου 1975 (παρατίθεται στο Βερναρδάκης Χριστόφορος, Μαυρής Γιάννης, Κόμματα και κοινωνικές συμμαχίες στην προδικτατορική Ελλάδα. Οι προϋποθέσεις της μεταπολίτευσης, Εξάντας, Αθήνα 1991, σελ. 314).

 

Μυτιλήνη, 10 Νοέμβρη 2015:

Το ΚΚΕ αναλαμβάνει δράση ενάντια στην κατάληψη του παλιού κτηρίου του ΠΕΚ από τους πρόσφυγες

Το κτίριο του παλιού Εργατικού Κέντρου Μυτιλήνης, κατελήφθη στις 7/11 από ομάδα προσφύγων και αλληλέγγυων, με στόχο να το λειτουργήσουν ως κέντρο υποδοχής, εξυπηρέτησης αναγκών και οργάνωσης της ζωής των προσφύγων που περνάνε/παραμένουν στο νησί. Το κατειλημμένο κτίριο έγινε έτσι ένας χώρος στον οποίο μπορούσαν να απευθύνονται και να μαζεύονται και οι ντόπιοι κάτοικοι οι οποίοι δείχνουν την αλληλεγγύη τους στους πρόσφυγες. Παρά το γεγονός ότι το κτίριο βρισκόταν σε άθλια κατάσταση, χωρίς ηλεκτρικό, χωρίς νερό και επί της ουσίας λειτουργούσε ως αποθήκη για τα υλικά του ΚΚΕ, η ομάδα των προσφύγων, με τη βοήθεια των αλληλέγγυων προσπάθησαν να κάνουν το χώρο λειτουργικό και ανθρώπινο. Η πρόσβαση ήταν ελεύθερη «στον οποιονδήποτε ήθελε να εκφράσει τη στήριξη του (έκτος των ΜΚΟ)», σύμφωνα με την ανακοίνωση της συλλογικότητας Musaferat. Όπως αναφέρει και η ανακοίνωση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ Λέσβου: «μια ομάδα μεταναστών κατέλαβε το κτήριο [...] για να στεγαστούν εκεί, μέχρις ότου αναχωρήσουν για τον Πειραιά. Ήταν μια αυθόρμητη πρωτοβουλία των ίδιων των μεταναστών, χωρίς να έχει υπάρξει κάποιο ‘‘οργανωμένο σχέδιο’’». Μαζί τους βρέθηκαν, όπως είχαν υποχρέωση, όσοι και όσες στάθηκαν από την πρώτη στιγμή στο πλευρό των προσφύγων. «Ο χώρος λειτουργούσε όλο το τετραήμερο ως ανοιχτός χώρος φιλοξενίας, χωρίς να αποκλείεται κανείς, μετανάστης, αλληλέγγυος ή τα στελέχη του Παλλεσβιακού Εργατικού Κέντρου.» (ό.π.)

Από τις πρώτες ώρες της κατάληψης αυτού του επί της ουσίας εγκαταλελειμμένου κτηρίου, υπήρξαν ορισμένα προβλήματα. Ομάδα μελών του ΚΚΕ έκανε την επίσκεψή της με καθόλου φιλικές διαθέσεις και ζήτησε την εκκένωση του κτιρίου, με τη δικαιολογία «ότι δε καταλάβαιναν “γιατί οι πρόσφυγες έπρεπε να προχωρήσουν σε κατάληψη” όταν θα “μπορούσαν να ζητήσουν να τους παραχωρηθεί ο χώρος”» (όπως αναφέρει η ενημέρωση από αλληλέγγυες/ους).

«Στη συνέχεια της κουβέντας έδειξαν να υποχωρούν και ζήτησαν να εισέλθουν στο κτίριο για να πάρουν μόνο αντικείμενα αξίας (μικροφωνική και ηχεία συγκεκριμένα) ενώ παραχώρησαν τα αναλώσιμα πράγματα που βρίσκονταν στο κυλικείο για να καταναλωθούν από τους πρόσφυγες» (ό.π.). Όμως επέστρεψαν «το επόμενο πρωί για να πάρουν ό,τι αναλώσιμο και πόσιμο υπήρχε στο χώρο, μαζί με καρέκλες, σόμπες, γκαζάκια και μάτια κουζίνας, όλα σε ένδειξη αμέριστης αλληλεγγύης.» (ό.π.).

Κατά τη διάρκεια αυτών των μάλλον έντονων γεγονότων, εμφανίστηκε και κάποιος «“μεθυσμένος” μεσήλικας ο οποίος επιτέθηκε πιάνοντας απ' το λαιμό έναν πρόσφυγα και φωνάζοντας του “τι ήρθατε να κάνετε εδώ, φύγετε” δέρνοντας τον, αλλά τελικά απωθήθηκε από αλληλέγγυους.» (ό.π.).

Οι επισκέψεις των μελών του ΚΚΕ συνεχίστηκαν τις επόμενες μέρες, με το πρόσχημα ότι ήθελαν κι αυτοί να χρησιμοποιήσουν το χώρο για δράσεις αλληλεγγύης προς τους πρόσφυγες (όπως για παράδειγμα, να φτιάξουν τσάι για τους πρόσφυγες). Φυσικά, κανένας δεν τους εμπόδισε.

Όμως, την Τρίτη 10/11 το απόγευμα, ομάδα μελών του ΚΚΕ με κράνη και ρόπαλα εισέβαλε στο κτίριο (τι στιγμή εκείνη βρισκόταν λίγα άτομα μέσα) πέταξε έξω τους αλληλέγγυους καθώς και τον μοναδικό πρόσφυγα που μιλούσε ελληνικά «τραβώντας τον κυριολεκτικά από τα μαλλιά» και ανακοινώνοντάς του «Εσύ τέλος, τώρα αναλαμβάνουμε εμείς» (!!!) (ό.π.) Μέλη του ΚΚΕ στάθηκαν στη συνέχεια στην είσοδο του κτιρίου, απειλώντας τους αλληλέγγυους που ήθελαν να μπουν στο κτίριο, πραγματοποιώντας φέις κοντρόλ στους πρόσφυγες που προσπαθούσαν να μπουν μέσα και εμποδίζοντας τις τρομοκρατημένες οικογένειες προσφύγων να βγουν.

Άρχισε να μαζεύεται κόσμος, ο οποίος κατέκρινε την συμπεριφορά του ΚΚΕ, κάποιοι πέταξαν αυγά και σκουπίδια, ενώ τα μέλη του ΚΚΕ απειλούσαν ότι θα τους επιτεθούν και κάποια μέλη του κόμματος «από το εσωτερικό του κτιρίου έσπασαν μια τζαμαρία προς εκφοβισμό» των ανθρώπων που είχαν μαζευτεί και διαμαρτυρόταν!!! Αξίζει να σημειωθεί, ότι μεταξύ των μελών του ΚΚΕ βρισκόταν και ο «“μεθυσμένος” μεσήλικας», ο οποίος τις προηγούμενες μέρες είχε επιτεθεί σε πρόσφυγα.

Η επιχειρηματολογία των μελών του ΚΚΕ ήταν ότι στο εξής θα αναλάβουν οι ίδιοι τη διαχείριση του κτιρίου και γι' αυτό ζητούσαν από τους πρόσφυγες να παραμείνουν. Βέβαια -και πιθανόν προς έκπληξη των μελών του ΚΚΕ- κανένας πρόσφυγας δεν επέστρεψε στο κτήριο...

 

Μερικά χρήσιμα διδάγματα,

μιας φαινομενικά περιφερειακής ιστορίας

Στις ανακοινώσεις που έχουν βγει από ομάδες αλληλέγγυων και προσφύγων/μεταναστών η εξήγηση που επαναλαμβάνεται γι' αυτή την τραμπούκικη ενέργεια, είναι ότι το ΚΚΕ συνηθίζει να σαμποτάρει ή προσπαθεί να ελέγξει με την βία όποιον αγώνα ξεφεύγει από τα όρια που θέτει η ηγεσία του Περισσού. Η εξήγηση αυτή είναι μερική. Και σίγουρα, μοιάζει να είναι μια εξήγηση η οποία μπορεί να δοθεί και από τα ίδια τα στελέχη και τα μέλη του ΚΚΕ με την εξής αφήγηση: Μόνο εάν το ΚΚΕ ελέγχει έναν αγώνα, αυτός μπορεί να είναι νικηφόρος και γι αυτό, επειδή το ΚΚΕ βάζει πάνω απ' όλα τα ταξικά συμφέροντα της εργατικής τάξης, δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει και βίαιες μεθόδους για να τον ελέγξει. Στην πραγματικότητα, μέσα από την αρκετά λεπτομερή παρουσίαση των «επιχειρημάτων» στις ανακοινώσεις που έχουν βγάλει, αναδεικνύεται αυτή ακριβώς η πολιτική λογική, έστω κι αν δεν αρθρώνεται με σαφήνεια.

Πρέπει λοιπόν να προχωρήσουμε πέρα από αυτό που θα μπορούσαν να αποδεχτούν εύκολα και τα μέλη του ΚΚΕ ως δικαιολογία της πράξης τους και να αναδείξουμε την ουσία της πολιτικής που το ΚΚΕ προσπαθεί να προωθήσει μέσα από την προσπάθεια να ηγεμονεύσει σε έναν αγώνα με τη βία. Οι πτυχές που πρέπει να αναδειχτούν είναι η σκόπιμη και συνειδητή επίθεση του ΚΚΕ σε ένα κίνημα το οποίο είχε ή έτεινε να πάρει τα χαρακτηριστικά της αυτοοργάνωσης των ίδιων των προσφύγων· η συνειδητή προσπάθεια εκφοβισμού των μεταναστών οι οποίοι τόλμησαν να προχωρήσουν στην κατάληψη του κτηρίου· η προμελετημένη κίνηση να δείξει στον ντόπιο πληθυσμό, ότι η αλληλεγγύη προς τους πρόσφυγες θα πρέπει να λογοδοτεί στους κανόνες που θέτει το ΚΚΕ: προσφέρουμε τσάι στους πρόσφυγες, αλλά δεν αγωνιζόμαστε μαζί τους, δεν τους επιτρέπουμε να ξεθαρρεύουν και να διεκδικούν περισσότερα από αυτά που μπορεί να τους δώσει η φιλανθρωπία της εκκλησίας, των ΜΚΟ και της ηγεσίας του Περισσού. Όλα αυτά έχουν σαν στόχο να αναδείξουν προς την άρχουσα τάξη την «ικανότητα» του ΚΚΕ να πειθαρχήσει το μαζικό κίνημα και άρα την χρησιμότητα της ηγεσίας του σαν συνομιλητή του κεφάλαιου.

Η προσφορά του αυτή προς την αστική τάξη και την κυβέρνηση δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Η εξάπλωση της αλληλεγγύης των εργαζόμενων μαζών, σε συνδυασμό με την πολιτική ριζοσπαστικοποίηση του ίδιου του προσφυγικού κινήματος προκαλούν σοβαρούς τριγμούς σε ολόκληρο το ευρωπαϊκό εποικοδόμημα της Ευρώπης-Φρούριο. Οι φράχτες που στήνουν συνεχώς οι ρατσιστικές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (συμπεριλαμβανομένου και του ΣΥΡΙΖΑ), οι ρατσιστικοί νόμοι, οι ένοπλες ομάδες δολοφόνων των ευρωπαϊκών κρατών, δεν μπορούν να συγκρατήσουν τις προσφυγικές μετακινήσεις, οι οποίες αποκτούν ένα όλο και πιο συνειδητό και πολιτικό περιεχόμενο από την πλευρά των ίδιων των προσφύγων. Οι πρόσφυγες δεν μετακινούνται σαν σμήνη πουλιών, αλλά σαν συνειδητά και πολιτικά όντα, διαδηλώνουν (στα σύνορα των χωρών που τους αποκλείουν με φράχτες), απαιτούν (απεργία πείνας στην Τσεχία), φωνάζουν συνθήματα, συγκρούονται με την καταστολή και τους φασίστες (στην Ουγγαρία). Δηλαδή, αγωνίζονται. Σε ολόκληρη την Ευρώπη ο αγώνας τους συναντάει, αλλά κυρίως πυροδοτεί, αγώνες συμπαράστασης και αλληλεγγύης.

Όλα αυτά κάνουν τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να επαναπροσδιορίζουν συνεχώς τους άξονες της ρατσιστικής τους πολιτικής και να στρέφονται η μία ενάντια στην άλλη, προσπαθώντας να «πετάξουν» από πάνω τους το βάρος των προσφύγων (να πετάξουν τους ίδιους τους πρόσφυγες).

Για την ελληνική κυβέρνηση τα πράγματα είναι πιθανόν ακόμα πιο δύσκολα και ο βασικός λόγος γι' αυτό δεν είναι η θέση που κατέχει η χώρα στις διαδρομές των προσφύγων (ή δεν είναι μόνον αυτός), αλλά το γεγονός ότι βρίσκεται στριμωγμένη ανάμεσα στις απαιτήσεις των δανειστών της που της ζητάνε να εφαρμόσει μια σκληρή αντιμεταναστευτική πολιτική και στο λαϊκό κίνημα, ντόπιων και προσφύγων που δημιουργεί προσκόμματα στην εφαρμογή αυτής της πολιτικής. Όπως επίσης βρίσκεται στριμωγμένη ανάμεσα στις πολιτικές γεωστρατηγικές επιδιώξεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η οποία θέλει να χρησιμοποιήσει τους πρόσφυγες ως διαπραγματευτικό χαρτί για την αναβάθμιση της θέσης και του ρόλου του ελληνικού καπιταλισμού στην νοτιανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ και στην δυσκολία επίτευξης αυτού του στόχου, εξαιτίας της συνεχούς και ανεξέλεγκτης μετακίνησης των προσφύγων, της κινηματικής τους δράσης και της συμπαράστασης/αλληλεγγύης που εκδηλώνεται από ένα πολύ μεγάλο τμήμα του ντόπιου πληθυσμού.

Ποιο είναι λοιπόν το καθήκον το οποίο διεκδικεί να αναλάβει το ΚΚΕ για να αμβλύνει τις δυσκολίες της ελληνικής κυβέρνησης και του ελληνικού αστικού κράτους;

Να επιχειρήσει να εγγυηθεί, ότι η μετακίνηση των προσφύγων και το κίνημα αλληλεγγύης θα παραμείνουν εντός των ορίων αστικής διαχείρισης του «προσφυγικού προβλήματος»: κουβέρτες της εκκλησίας, κονσέρβες των κυβερνητικών ΜΚΟ και το τσάι του ΚΚΕ. Φυσικά για να μπορούν η εκκλησία, οι ΜΚΟ και το ΚΚΕ να προσφέρουν το φιλανθρωπικό τους έργο στους αναξιοπαθούντες, θα πρέπει οι αναξιοπαθούντες πρόσφυγες να κάθονται «στ' αυγά τους» και να μην διαταράσσουν αυτό το φιλάνθρωπο έργο με κινητοποιήσεις και καταλήψεις. Διαφορετικά, το ΚΚΕ θα μπορεί ακόμα και να καταστείλει όσες διεκδικήσεις και μορφές αγώνα των προσφύγων και του κινήματος αλληλεγγύης ξεφεύγουν από τα όρια που μπορεί να ανεχτεί η προσφυγική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και της ΕΕ.

Το μήνυμα αυτής της ενέργειας είναι σαφές: το ΚΚΕ θα εμποδίσει να υλοποιηθεί ένα βασικό αίτημα του κινήματος αλληλεγγύης στους μετανάστες, το οποίο διεκδικεί, να γίνουν τα άδεια κτίρια χώροι φιλοξενίας προσφύγων. Για τους αλληλέγγυους και τους πρόσφυγες είναι σαφές ότι το αίτημα αυτό δεν μπορεί να υλοποιηθεί, εάν οι ίδιοι οι πρόσφυγες, με την υποστήριξη του εργατικού κινήματος, δεν αρχίσουν να το κάνουν πράξη, καταλαμβάνοντας και λειτουργώντας τα άδεια κτίρια.

Αυτό προσπάθησε να εμποδίσει το ΚΚΕ στη Μυτιλήνη. Βέβαια, προσπαθώντας να διασώσουν τα προσχήματα, τα μέλη του ΚΚΕ ισχυρίστηκαν ότι το κτίριο θα συνεχίσει να λειτουργεί ως χώρος φιλοξενίας προσφύγων. Απλώς αλλάζει η διοίκησή του.

Φυσικά, το πρώτο πράγμα που δημιουργεί ερωτηματικά, είναι γιατί αποφάσισε το ΚΚΕ ότι αυτό πρέπει να γίνει τώρα. Όπως πολύ σωστά αναφέρεται στην ανακοίνωση της Ομάδας Μεταναστών και Προσφύγων από την Κατάληψη του πρώην Εργατικού Κέντρου: «Δεν σκέφτηκαν να προσφέρουν το κτήριο τις μέρες που πλημμύρισε το Καρά Τεπέ και η Μόρια, τις μέρες που πλημμύρισαν τα στενάκια της Μυτιλήνης και το λιμάνι που ήταν γεμάτα με μετανάστες και πρόσφυγες που βρεχόντουσαν όλη τη νύχτα. Σήμερα το θυμήθηκαν που καταφέραμε να μπούμε στο κτήριο που ήταν γεμάτο με σκουπίδια, παλιά γραφεία και σάπιους τοίχους.»

Εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς ότι το ΚΚΕ ποτέ δεν είχε ως στόχο του να αναλάβει το ίδιο να λειτουργήσει το κτίριο ως χώρο φιλοξενίας προσφύγων και δεν ήταν αυτός ο στόχος της ανακατάληψης. Αυτό που κυρίως επιδίωξε ήταν να μην αφήσει να αναπτυχθεί ένα ριζοσπαστικό κίνημα αλληλεγγύης στο κέντρο του οποίου βρίσκεται η αυτοοργάνωση των ίδιων των προσφύγων. Τόσο από τις ενημερώσεις των ομάδων αλληλεγγύης και προσφύγων, όσο και από την ανακοίνωση της Διοίκησης του (ελεγχόμενου από το ΠΑΜΕ) Παλλεσβιακού Εργατικού Κέντρου αναδεικνύεται με σαφήνεια η αντίληψη του ΚΚΕ για τους πρόσφυγες, τους οποίους, ούτε λίγο ούτε πολύ, θεωρεί άβουλη και παθητική μάζα την οποία ελέγχουν και κατευθύνουν οι ομάδες των «αλληλέγγυων» (τα εισαγωγικά είναι της ανακοίνωσης της Διοίκησης του ΠΕΚ). Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση: «Η Διοίκηση του Εργατικού Κέντρου αποφάσισε να αναλάβει η ίδια την ευθύνη του κτιρίου του παλιού Εργατικού Κέντρου, προσπαθώντας να εξασφαλίσει κατά το δυνατό τους καλύτερους όρους διαμονής των μεταναστών που θα ήθελαν να βρουν εκεί κατάλυμα. Αυτό όμως δεν επετράπη από τους ‘‘αλληλέγγυους’’, οι οποίοι έσπειραν τον πανικό στους πρόσφυγες που βρίσκονταν στο χώρο, καλώντας τους να εγκαταλείψουν το κτίριο».

Ακόμα κι αν δεχτούμε ότι ύστερα από έναν ολόκληρο χρόνο που οι «πρόσφυγες... ταλαιπωρούνταν στο λιμάνι το καλοκαίρι κάτω από τον καυτό ήλιο ή τις πρώτες μέρες του φθινοπώρου με τις μεγάλες βροχές», το ΚΚΕ αποφάσισε με ειλικρίνεια, ότι το εγκαταλελειμμένο κτίριο θα έπρεπε στο εξής να λειτουργήσει ως χώρος «διαμονής των μεταναστών», αυτό που γίνεται σαφές είναι ότι, ακόμα και σ’ αυτή την υποθετική περίπτωση, προϋπόθεση είναι η αποτροπή κάθε προσπάθειας αυτοοργάνωσης των ίδιων των προσφύγων, καθώς και η απαγόρευση να έχουν σχέση με κάθε άλλη ομάδα αλληλέγγυων. Σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΠΕΚ, τους πρόσφυγες τους «κουβάλησαν» εκεί οι «αλληλέγγυοι» και ύστερα, όταν έφυγαν, «τους πήραν μαζί τους». Αποκαλυπτική δήλωση των αντιλήψεών αυτού του κόμματος τόσο για τους ίδιους τους πρόσφυγες, όσο και για κάθε μορφή αυτοοργάνωσης των καταπιεσμένων.

 

Αλησμόνητες Παραδόσεις

Από πολλές απόψεις όμως η επίθεση του ΚΚΕ εναντίον του κινήματος αλληλεγγύης στην Λέσβο, συνιστά μια προσπάθεια αναβίωσης του παραδοσιακού του ρόλου, τον οποίο θα μπορούσαμε να περιγράψουμε συνοπτικά ως εξής: έλεγχος του κινήματος με πειθάρχηση (πολλές φορές βίαιη) της πρωτοπορίας του, για να διατηρηθεί η δυναμική του μέσα στα όρια της συνδιαλλαγής με το αστικό κράτος, από την οποία θα προκύψει η όποια βελτίωση της θέσης της εργατικής τάξης έχει τη δυνατότητα να παραχωρήσει η αστική τάξη. Αυτός ήταν ο ρόλος του ΚΚΕ τη δεκαετία του 1970 και του 1980. rizospastis 1981

Όμως την δεκαετία του 1990 το διεθνές και ελληνικό σκηνικό αλλάζει. Η κατάρρευση των σταλινικών καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης κάτω από την δυναμική των λαϊκών εξεγέρσεων του 1989-1991 είναι η μία νέα εξέλιξη. Η είσοδος στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού είναι η δεύτερη. Η αστική τάξη αρνείται πλέον και τις ποιο στοιχειώδεις φιλεργατικές μεταρρυθμίσεις. Η ρεφορμιστική πολιτική περνάει σε φάση άμυνας και μαζί της και ο σταλινικός ρεφορμισμός του ΚΚΕ. Οι ηγεσίες του ΚΚΕ επιλέγουν μια τακτική αναδίπλωσης στο κομματικό οχυρό. Ταυτόχρονα όμως επιδιώκουν, αυτή η τακτική να τους προσφέρει έναν νέο ρόλο σαν παράγοντα σταθεροποίησης του αστικού πολιτικού σκηνικού στον ελληνικό καπιταλισμό. Η απόσυρση - απομόνωση των δυνάμεων του ΚΚΕ μέσα στο κίνημα –που σηματοδοτεί η ίδρυση του ΠΑΜΕ- επιδιώκεται να λειτουργήσει και σαν παράγοντας εγκλωβισμού και αδρανοποίησης της ριζοσπαστικοποίησης που κάθε φορά γεννιέται από τους νέους γύρους μαζικών κοινωνικών αγώνων. Έτσι η προοπτική δεν μπορεί να είναι πια η σταδιακή και αργή συσσώρευση μικροβελτιώσεων για την εργατική τάξη, αλλά η διατήρηση των οργανωμένων της δυνάμεων (φυσικά ως τέτοιες αναγνωρίζονται μόνο οι μειοψηφικές δυνάμεις του ΠΑΜΕ) και η διατήρηση των κατακτήσεων της προηγούμενης περιόδου, οι οποίες δεν απειλούσαν την κερδοφορία του κεφαλαίου. Μια προοπτική τόσο ρεαλιστική, όσο και η προοπτική της προηγούμενης περιόδου (του σοσιαλισμού μέσα από σταδιακές μεταρρυθμίσεις και αύξηση των ποσοστών του ΚΚΕ στις εκλογές).

Από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 όμως έγινε εμφανές ότι το ΚΚΕ δεν μπορεί να ελέγξει την ριζοσπαστικοποίηση ενός νέου και μαζικού νεολαιίστικου κινήματος (φοιτητικό κίνημα του 2006-2007, εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008) εφόσον, η ταχτική της απομόνωσης των δυνάμεων του μείωνε σημαντικά την δυνατότητα ελέγχου και ενδοκινηματικής καταστολής. 2ω6υ0944ηφ6ψ938δ0349

Λίγο αργότερα, και για τον ίδιο λόγο οι διαδηλώσεις-κομματικές παρελάσεις του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ δεν μπόρεσαν να βάλουν κάτω από τον έλεγχό του την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος του 2010-2011. Στην πρώτη φάση αυτού του κινήματος το ΚΚΕ διαισθανόμενο την αλλαγή της κατάστασης και κυρίως βλέποντας το κενό που δημιουργούνταν από την χρεοκοπία της σοσιαλδημοκρατικής συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας επιχείρησε να δοκιμάσει να κινηθεί προς την κατεύθυνση κάλυψης του. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να επιχειρήσει να αποκτήσει την ηγεμονία του εργατικού κινήματος για να το κατευθύνει σε ακίνδυνες μορφές δράσης/εκτόνωσης, με αντάλλαγμα πιο αργούς ρυθμούς στην εφαρμογή των μέτρων που είχε ανάγκη ο ελληνικός καπιταλισμός για να βγει από την κρίση. Όμως για την ελληνική αστική τάξη το κενό της διαμεσολάβησης ανάμεσα στο αστικό κράτος και την εργατική τάξη που σταδιακά διαμορφωνόταν από την χρεοκοπία της σοσιαλδημοκρατίας δεν έπρεπε να καλυφθεί. Η αστική τάξη ήθελε ένα εργατικό κίνημα χωρίς πολιτικό διαμεσολαβητή, για να μπορέσει να το συντρίψει ολοκληρωτικά. Ο ρόλος με τον οποίο πειραματιζόταν σε εκείνη τη φάση το ΚΚΕ δεν ήταν αποδεκτός από την αστική τάξη και φρόντισε να του το δείξει. Στα τέλη της άνοιξης και στις αρχές του καλοκαιριού του 2010 το ΚΚΕ δέχτηκε μια επίθεση από τα ΜΜΕ με την οποία η αστική τάξη του δήλωσε ότι αν επιχειρήσει να συνδεθεί με το εργατικό κίνημα που βρισκόταν στα πρώτα στάδια της ανάπτυξής του, θα αντιμετώπιζε το ΚΚΕ ως παράγοντα πολιτικής αστάθειας. Το ΚΚΕ συμμορφώθηκε, μάλλον χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια αντίστασης.1

Το φθινόπωρο του 2011, και ενώ έχουν προηγηθεί η τρίμηνη κατάληψη της πλατείας συντάγματος, οι γενικές απεργίες του καλοκαιριού του '11 οι οποίες έπαιρναν την μορφή της εργατικής εξέγερσης και οι λαϊκές συνελεύσεις σε ολόκληρη τη χώρα, το κίνημα στις αρχές του φθινοπώρου ξεκινούσε και πάλι δυναμικά. Η 48ωρη γενική απεργία 19/20 Οκτώβρη ήταν η κορύφωση μιας σειράς κινητοποιήσεων που είχαν ξεσπάσει μέσα στους δυο πρώτους μήνες του φθινοπώρου, διαμορφώνοντας ξανά τους όρους μαζικοποίησης, κλιμάκωσης και ριζοσπαστικοποίησης του κινήματος. Το ΚΚΕ επέλεξε να παρέμβει στο κίνημα εκείνη ακριβώς τη στιγμή, σε μια σαφή προσπάθεια να ανακόψει αυτή την εξέλιξη, η οποία οδηγούσε σε κατάρρευση του πολιτικού συστήματος. Ο τρόπος με τον οποίο κινήθηκε ήταν δηλωτικός των προθέσεών του: κατέλαβε τον χώρο μπροστά στη Βουλή, σχημάτισε αλυσίδα με παλουκοφόρους/κρανιοφόρους μπροστά στην αλυσίδα των ΜΑΤ με μέτωπο προς τους διαδηλωτές και εμπόδισε όσα εργατικά σωματεία επιχείρησαν να προσεγγίσουν τη Βουλή. Στο τέλος έφτασε στο σημείο να συγκρουστεί και να επιτεθεί σε ομάδες διαδηλωτών οι οποίες επιχειρούσαν να παρακάμψουν τις αλυσίδες των ΜΑΤ αλλά και του ΚΚΕ για να φτάσουν μπροστά στη Βουλή. Τις επόμενες ώρες και μέρες έπεφταν βροχή τα συγχαρητήρια προς το ΚΚΕ από καθεστωτικά ΜΜΕ και πολιτικούς εκπροσώπους του συστήματος, για την συνεπή του στάση να προστατέψει το κοινοβούλιο από τους διαδηλωτές.full 311721 article article

Αυτή την περίοδο ενισχύθηκαν ακόμα περισσότερο τα χαρακτηριστικά μιας φαινομενικής στροφής προς τα «αριστερά», η οποία έκανε πολλούς να θεωρούν ότι το πρόβλημα με το ΚΚΕ ήταν ότι τοποθετείται πολύ αριστερότερα του κινήματος (σε τέτοιο σημείο που να χάνει την επαφή) ενώ επί της ουσίας πρόκειται για το ακριβώς αντίθετο. Η «επαναστατική ρητορεία» του ΚΚΕ δεν αποσκοπεί τόσο ή κυρίως στο να συγχύζει την κριτική των πολιτικών του αντιπάλων, όσο στο να αποπροσανατολίζει και να εκφοβίζει τις λαϊκές μάζες: οι αγώνες τού σήμερα κρίνονται από το ΚΚΕ επικίνδυνοι, καθώς δεν μπορούν άμεσα, εδώ και τώρα να οδηγήσουν στην «λαϊκή εξουσία», αυτή την θολή προοπτική, της οποίας το μόνο αποσαφηνισμένο σημείο είναι ότι πρέπει να καθίσουν στα περισσότερα έδρανα της βουλής βουλευτές του ΚΚΕ.

Στην απόφαση των καθηγητών για απεργία στις εξετάσεις την άνοιξη του 2013, η ηγεσία του ΠΑΜΕ κινήθηκε στην κατεύθυνση της καθαρής υπονόμευσής της. Διακηρύσσοντας ότι δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για παρατεταμένους απεργιακούς αγώνες, έδωσε μάχη για να μην υπάρξει συντονισμός και απεργιακή κλιμάκωση. Το ΚΚΕ έπαιξε την κρίσιμη αυτή περίοδο το ρόλο του κυματοθραύστη. Έχοντας την πολιτική εκτίμηση ότι δεν μπορούν να νικήσουν οι αγώνες και ότι οι απεργίες ευνοούν την αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, πολέμησε συνειδητά το ξεδίπλωμα ενός αποφασιστικού αγώνα. Με αυτή την τακτική στήριξε την προσπάθεια της συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΔΗΜΑΡ ενάντια στον λαϊκό ξεσηκωμό, το συντονισμό των αγώνων και των κλάδων. Έδωσε άλλοθι και χείρα βοηθείας σε ΠΑΣΚ-ΔΑΚΕ για το φρενάρισμα του απεργιακού κύματος.

Το δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη ήταν η κορυφαία στιγμή, αλλά και το όριο αυτής της «τακτικής». Το ΚΚΕ προσπάθησε επίμονα να εξηγήσει στο κόσμο ότι η έξοδος από το ευρώ θα επιδεινώσει τις συνθήκες ζωής των λαϊκών μαζών, αλλά η πλειοψηφία της εκλογικής του βάσης δεν πείστηκε να απόσχει από το δημοψήφισμα. Η αποτυχία του καταγράφηκε λίγο μετά στις εκλογές του Σεπτεμβρίου: το ΚΚΕ δεν κατάφερε να κερδίσει τίποτα από την εκλογική φθορά (που πήρε την μορφή της αποχής) του μνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ.

 

Αλλαγή τακτικής;

Η μνημονιακή «μετάλλαξη» (επί της ουσίας η λογική κατάληξη της πολιτικής) του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνδυασμό με τις πρώτες ενδείξεις ανάπτυξης ενός κινήματος το οποίο θα στρέφεται ενάντια στην εφαρμογή των κανόνων του 3ου μνημονίου, δημιουργεί μια νέα πολιτική κατάσταση. Καθώς οι λαϊκές μάζες την περίοδο 2011-2015 δρούσαν στηρίζοντας τις ελπίδες στην αριστερή κυβέρνηση, τα όρια της δράσης τους, οι μορφές και οι στόχοι της επικαθορίζονταν από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, έστω και αν δεν είχαν οργανωτικές σχέσεις με το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Ή για να το πούμε διαφορετικά, αυτό το οποίο είχε να παρουσιάσει ο ΣΥΡΙΖΑ ως διαπραγματευτικό χαρτί προς την αστική τάξη για να του επιτρέψει να κυβερνήσει, ήταν η υπόσχεσή του να συγκρατήσει το κίνημα μέσα σε όρια συμβατά με τις οικονομικές και πολιτικές επιδιώξεις της αστικής τάξης. Το χαρτί αυτό «κάηκε» στις 5 Ιούλη και ο διαμεσολαβητικός ρόλος που επιχειρούσε να παίξει ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε το κοινωνικό του περιεχόμενο. Το κίνημα που αυτή τη στιγμή κάνει τα πρώτα του βήματα κάτω από / και ενάντια στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, έστω κι αν δεν έχει διαμορφώσει μια εναλλακτική πολιτική προοπτική, δεν θα είναι εύκολο να ελεγχθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτή η προοπτική, της ανάπτυξης ενός κινήματος ταυτόχρονα με την απουσία μιας πολιτικο-συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας η οποία να το ελέγχει και να το περιορίζει, ωθεί αυτή τη στιγμή το ΚΚΕ να επανακοθορίσει το ρόλο του. Η χρεοκοπία της προηγούμενης στάσης του (η οποία κορυφώθηκε με την απείθεια της εκλογικής του βάσης στη γραμμή του ΚΚΕ για το δημοψήφισμα) είναι άλλη μια ώθηση για αλλαγή στάσης. Η βάση του είναι δυσαρεστημένη με την κινηματική απραξία του ΚΚΕ. Ο συνδυασμός αυτών των δύο ωθήσεων διαμορφώνει αυτή τη στιγμή τις πρώτες προσπάθειες του ΚΚΕ να καλύψει το κενό που άφησε η χρεοκοπία της γραφειοκρατίας του ΠΑΣΟΚ αρχικά, του ΣΥΡΙΖΑ στη συνέχεια, όχι για να συμβάλει στην ανάπτυξή του, αλλά για να καθορίσει το ίδιο το ΚΚΕ τα όρια, μέσα στα οποία θα αναπτυχθεί, τους στόχους τους οποίους θα αναδείξει και, κυρίως, να μην επιτρέψει να αναπτυχθούν ριζοσπαστικές διεκδικήσεις και μορφές αγώνα και να διαλύσει προσπάθειες αυτοοργάνωσης.

Δεν είναι βέβαιο ότι θα καταφέρει να υπερβεί τις παγιωμένες καταστάσεις που διαμόρφωσε στο εσωτερικό του η μακροχρόνια τακτική της κινηματικής απομόνωσης. Και κυρίως δεν είναι βέβαιο ότι το ίδιο το κίνημα θα του το επιτρέψει. Εντούτοις φαίνεται να διαγράφεται αυτή τη στιγμή μια τέτοια προοπτική, έστω και ως ορίζοντας πειραματισμού. Η μετατόπισή του όμως προς αυτή την κατεύθυνση θα συντελείται με αντιφάσεις. Από τη μια είναι πιθανόν να επιχειρήσει να επιδείξει κάποιες συμβολικές μορφές ελεγχόμενης κινηματικής δράσης. Από την άλλη, θα επιχειρήσει να αντιμετωπίσει, με τον τρόπο που το έκανε στην Μυτιλήνη, κάθε κινητοποίηση η οποία θα μπορεί να συμβάλει στην ριζοσπαστικοποίηση του κινήματος και στην κλιμάκωσή του.

Όμως επειδή η στρατηγική επιδίωξη της αστικής τάξης δεν είναι να αμβλύνει το κίνημα με μικροπαραχωρήσεις, αλλά να το διαλύσει, η διαμεσολαβητική διάσταση του ρόλου του ΚΚΕ θα περιορίζεται συνεχώς. Οι «συμβολικές κινήσεις» από μόνες τους θα αποδεικνύουν διαρκώς τα αδιέξοδά τους εάν η πίεση για αποφασιστικούς αποτελεσματικούς μαζικούς αγώνες θα γίνεται πιο έντονη. Ταυτόχρονα, θα αναδεικνύεται όλο και πιο συχνά η κατασταλτική διάσταση του ρόλου του μέσα στο κίνημα, καθιστώντας έτσι επιτακτική την ανάγκη για τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες που βρίσκονται στις γραμμές του να αποδεσμευτούν από την καταστροφική πολιτική της ηγεσίας του κόμματος.

 

Σημειώσεις

1 Η επίθεση αυτή ξεκίνησε με τις ανησυχίες του Πάγκαλου για «την αντιμετώπιση του ΚΚΕ ωσάν να είναι ένα τυπικό κοινοβουλευτικό κόμμα, τη στιγμή που αυτό το ίδιο προτάσσει ως στόχο του τη δικτατορία του προλεταριάτου, τον μονοκομματισμό», (Νίκος Μαραντζίδης, «Το ΚΚΕ, ο Θ. Πάγκαλος και τα ταμπού», Το Βήμα της Κυριακής, 7 Ιούνη 2009) πέρασε στο «απλό ερώτημα» του Πρετεντέρη, «τι πιστεύει το ίδιο το ΚΚΕ; Κινείται ή δεν κινείται μέσα στο πλαίσιο αυτής της δημοκρατίας;» (Πρετεντέρης Γιάννης, «Υπάρχει περιούσιο κόμμα;», Το Βήμα, 10 Απριλίου 2009), και κορυφώθηκε την άνοιξη-καλοκαίρι του 2010 (με κέντρο τη γενική απεργία της 5ης Μαΐου 2010) σε μια σαφή κατηγοριοποίηση του ΚΚΕ ως κόμματος που κινείται στα όρια της νομιμότητας ή και τα υπερβαίνει:

«Κινούνται λοιπόν εκτός των ορίων της νομιμότητας όσοι αμφισβητούν το Πολίτευμα» (Σταύρος Π. Ψυχάρης, «Τα φαντάσματα του Λένιν και οι σκιές των τσάρων», Το Βήμα της Κυριακής, 9 Μάη 2010).

«Όταν η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών έχει επιλέξει καταστατικά (με Σύνταγμα και νόμους) το πολίτευμα της δημοκρατίας, είναι εξωφρενικό και παράλογο να μετέχουν στο κορυφαίο όργανο της δημοκρατίας, στο κοινοβούλιο, κόμματα που μεθοδικά και με χρήση βίας καταλύουν τους όρους λειτουργίας της δημοκρατίας. [...] Γι' αυτό και όταν αρχηγοί κομμάτων ή στελέχη ή εκπρόσωποι διακηρύχνουν επίσημα και επιβεβαιώνουν έμπρακτα ότι τους νόμους που ψηφίζει το κοινοβούλιο αυτοί τους ακυρώνουν με βία και τρομοκρατία στους δρόμους, τότε, όπου λειτουργεί δημοκρατία, επεμβαίνει Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο και παύει να αναγνωρίζει ως πολιτικό κόμμα τη φασιστοειδή συντεχνία.» (Χρήστος Γιανναράς, «Για να ξαναγεννηθεί ελπίδα», Η Καθημερινή, 16 Μάη 2010).

«Το δικό μας πρόβλημα είναι η αδικαιολόγητη ανοχή που εξακολουθεί να δείχνει το κράτος απέναντι στο απύθμενο θράσος τους - η ασυλία έναντι του νόμου, που ουσιαστικά τους αναγνωρίζει η κυβέρνηση, τρέμοντας στην ιδέα μήπως κατηγορηθεί για αντικομμουνισμό.» (Στέφανος Κασιμάτης, «Θα ξανάρθουν για την ντουντούκα του Σάββα του Τσιμπόγλου!», Η Καθημερινή, 30 Απρίλη 2010).

«Έπειτα από την εμπειρία του 20ού αιώνα, δεν είναι λίγοι όσοι θεωρούν εκείνους που προσβλέπουν στην επαναστατική, μάλιστα(!), αναβίωση του κομμουνιστικού συστήματος ως τους εχθρούς της ανθρωπότητας (εξ ηλιθιότητος ή εκ διαστροφής, μικρή σημασία έχει). Το βέβαιο είναι πως με την αυτόβουλη τοποθέτησή τους εκτός πολιτικού συστήματος, οι Έλληνες κομμουνιστές αυτοπροσδιορίζονται τόσο στην ορθόδοξη όσο και στη ΣΥΡΙΖΑ νεοσταλινική εκδοχή τους, ως οι εχθροί της πραγματικότητας των ανθρώπων.» (Θανάσης Διαμαντόπουλος, «Σταντάλ και Παπαγιαννάκης», Η Καθημερινή, 23 Μαΐου 2010).

«Το ΚΚΕ κατρακυλάει με ταχύτητα στον κατήφορο της (αυτο)απονομιμοποίησής του... Πρέπει να σκεφθεί πού ακριβώς οδηγεί τον κόσμο του. Οφείλει να αναλογιστεί ότι δι' αυτού του Συντάγματος και δι' αυτών των νόμων, που σήμερα αμφισβητεί, βγήκε από την παρανομία.» (Πάσχος Μανδραβέλης, «Η (αυτο)απονομιμοποίηση του ΚΚΕ...», Η Καθημερινή, 20 Φεβρουαρίου 2011).

Φυσικά, οι απειλές να αντιμετωπιστεί το ΚΚΕ όπως οι «‘‘αναρχοαυτόνομοι’’ [που] διαπρέπουν στα Εξάρχεια» (Ριχάρδος Σωμερίτης, «Αν υπάρχει χρόνος», Το Βήμα, 23 Μαΐου 2010), ακόμα και να τεθεί εκτός νόμου, είναι κυρίως στιλιστικές υπερβολές των δημοσιογραφικών θινκ τανκ του συστήματος. Δεν αποσκοπούν τόσο στο να εκφοβίσουν το ΚΚΕ όσο στο να του υποδείξουν προς ποια κατεύθυνση θα πρέπει να στραφεί η πολιτική του: εάν η αστική τάξη απειλεί να αντιμετωπίσει την ριζοσπαστικοποίηση του εργατικού κινήματος με αλλαγές στο επίπεδο του πολιτεύματος και του συντάγματος προς αντιδημοκρατική κατεύθυνση, το ΚΚΕ θα πρέπει να συγκρατήσει τα «γιουρούσια της πρωτοπορίας», τα οποία μόνο σε ενίσχυση του αυταρχισμού μπορούν να οδηγήσουν.

Τελευταία τροποποίηση στις Σάββατο, 21 Νοεμβρίου 2015 16:58