Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Πέμπτη, 16 Μαρτίου 2023 08:53

Επαναστατικές Σοσιαλιστικές Οργανώσεις στον 21ο αιώνα

 

 

Luis Meiners

Rabab Elnaiem

Andreu Coll

Natalia Tylim

 

Επαναστατικές Σοσιαλιστικές Οργανώσεις στον 21ο αιώνα

 

 

Οι συμμετέχοντες στη συζήτηση του Tempest για την οικοδόμηση της Επαναστατικής Αριστεράς σήμερα παρουσιάζουν τα ερωτήματα και τα συμπεράσματα από τις εμπειρίες τους στην επαναστατική Αριστερά.

Ακολουθεί η απομαγνητοφώνηση από τη συζήτηση του Tempest για την οικοδόμηση της Επαναστατικής Αριστεράς σήμερα. Οι συμμετέχοντες στο πάνελ παρουσιάζουν τα ερωτήματα και τα συμπεράσματα από τις εμπειρίες τους στην επαναστατική Αριστερά.

 

 

Luis Meiners

Βασιζόμενος σε κάποιες από τις εμπειρίες και τις συζητήσεις που διεξάγουμε στην Αργεντινή, θα προσπαθήσω να βγάλω κάποια συμπεράσματα που μπορούν να μιλήσουν για τις προκλήσεις της επαναστατικής Αριστεράς από μια διεθνή προοπτική. Πέρα από συγκεκριμένες εθνικές καταστάσεις και χαρακτηριστικά, που είναι πάντα απίστευτα σημαντικά, υπάρχουν επίσης πολλές προκλήσεις που είναι κοινές για μια επαναστατική σοσιαλιστική Αριστερά διεθνώς.

Πρώτον, πρέπει να ορίσουμε την πρόκληση: Πώς χτίζουμε επαναστατικές οργανώσεις που έχουν τις ρίζες τους στους αγώνες της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων και που μπορούν να οργανώσουν και να επηρεάσουν αυτά τα πλατιά στρώματα ώστε να παίξουν αποφασιστικό ρόλο στην ταξική πάλη;

Με άλλα λόγια, πώς μπορούμε να μετακινηθούμε από μικρότερες προπαγανδιστικές ομάδες που οργανώνονται με βάση την ιδεολογική συνοχή σε οργανώσεις που μπορούν να έχουν ευρύτερη επιρροή και αντίκτυπο όταν η κατάσταση αλλάζει σε διεθνές ή εθνικό επίπεδο; Πώς μπορούμε να οργανώσουμε τις χιλιάδες που ριζοσπαστικοποιούνται σε συγκεκριμένες στιγμές;

Μια από τις προκλήσεις της επαναστατικής Αριστεράς είναι ότι όταν η κατάσταση είναι ανοιχτή στις ιδέες της, όταν τμήματα της εργατικής τάξης και των μαζικών κινημάτων έχουν στραφεί προς τα αριστερά, πολλές από τις οργανώσεις μας δεν έχουν ανταποκριθεί στην πρόκληση να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις της συγκυρίας. Το να κάνουμε το βήμα από μια ομάδα προπαγάνδας σε μια ευρύτερη επαναστατική ομάδα είναι ένα κοινό στοιχείο σε όλες τις συζητήσεις σχετικά με την επαναστατική οργάνωση.

Στην Αργεντινή, η συζήτηση αυτή είχε τις ρίζες της στην εμπειρία του 2001. Το Argentinazo[1] ήταν μια μαζική λαϊκή εξέγερση όπου ένα ευρύ τμήμα της εργατικής τάξης, της μεσαίας τάξης, των φοιτητών κ.λπ. στράφηκε προς τα αριστερά αρκετά ριζικά και αρκετά γρήγορα. Αυτό είχε διαφορετικές εκφράσεις.

Οι λαϊκές συνελεύσεις (asambleas populares) ξεπήδησαν σε όλη τη χώρα, ιδιαίτερα στο Μπουένος Άιρες, οι οποίες συγκέντρωσαν τον κόσμο σε ένα μοντέλο άμεσης δημοκρατίας για να συζητήσουν ένα ολόκληρο φάσμα θεμάτων στα οποία η Αριστερά έπαιξε ρόλο. Υπήρχε επίσης το κίνημα piquetero των ανέργων εργατών και το φοιτητικό κίνημα.

Σε όλα αυτά τα κινήματα έπαιξε ρόλο η επαναστατική Αριστερά, η οποία ουσιαστικά αποτελούνταν από σχετικά μικρές ομάδες. Μία από αυτές τις ομάδες ήταν το MST (Movimiento Socialista de los Trabajadores), το οποίο είχε προέλθει από το MAS (Movimiento Al Socialismo) – το μεγαλύτερο επαναστατικό κόμμα στην Αργεντινή κατά τη δεκαετία του 1980, το οποίο είχε περισσότερα από 10.000 μέλη.

Αλλά η κρίση στο κόμμα αυτό άφησε πίσω της μικρότερες ομάδες. Έτσι, όταν συνέβη το Argentinazo, η επαναστατική Αριστερά, που αποτελούνταν από αυτές τις μικρότερες ομάδες, έπαιξε ξαφνικά σημαντικό ρόλο στην ταξική πάλη. Για παράδειγμα, η επαναστατική σοσιαλιστική Αριστερά, το MST και άλλες οργανώσεις κέρδισαν την ηγεσία της κύριας φοιτητικής ομοσπονδίας της χώρας, της Federación Universitaria de Buenos Aires. Πρόκειται για μια φοιτητική ομοσπονδία που συγκεντρώνει 300.000 φοιτητές από το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο της χώρας. Η Αριστερά κέρδισε αποφασιστική επιρροή σε πολλά συνδικάτα, και όλα αυτά καθοδηγούνται από σχετικά μικρές ομάδες.

Έτσι, το ερώτημα είναι: Όταν υπήρξε μια μαζική στροφή προς τα αριστερά (και παρά το γεγονός ότι κατάφερε να παίξει ένα ρόλο και να έχει εκλογική επιρροή), γιατί η επαναστατική Αριστερά δεν μπόρεσε να βγει από αυτή τη διαδικασία με ένα μαζικό κόμμα, ένα ευρύ κόμμα πρωτοπορίας ή κάτι παρόμοιο που θα μπορούσε να φέρει στην οργάνωση χιλιάδες ριζοσπαστικοποιημένους ανθρώπους;

Βγήκαμε από τη δεκαετία του 1990 (μια περίοδο εξαιρετικά εχθρική για την επαναστατική Αριστερά στην Αργεντινή και σε πολλά μέρη του κόσμου) και αναπτυχθήκαμε, αλλά δεν μπορέσαμε να εκμεταλλευτούμε πλήρως το άνοιγμα που μας έδωσε το Argentinazo για να κάνουμε ένα ποιοτικό άλμα προς τα εμπρός στο έργο της οικοδόμησης μιας επαναστατικής οργάνωσης . Αυτό το γεγονός αποτέλεσε έναν από τους λόγους για την ανασύνταξη του πολιτικού καθεστώτος υπό τον Νέστορ Κίρχνερ μετά την εξέγερση του 2001.

Ποια συμπεράσματα συζητήθηκαν στο MST από αυτή την εμπειρία;

Ένα από τα κύρια ζητήματα ήταν το πώς να συνδεθούμε με ευρύτερα ριζοσπαστικοποιημένα στρώματα ανθρώπων που δεν προέρχονται από το ίδιο πολιτικό υπόβαθρο. Όταν οι άνθρωποι ριζοσπαστικοποιούνται, δεν προέρχονται από τον τροτσκισμό ή τον επαναστατικό μαρξισμό. Έρχονται από πολύ διαφορετικά περιβάλλοντα. Επίσης, πολλοί άνθρωποι είχαν άσχημες εμπειρίες με τα σταλινικά κόμματα, και έτσι υπήρχε μια ορισμένη εχθρότητα προς την επαναστατική Αριστερά.

Ένα άλλο ερώτημα αφορούσε το πώς να διευρύνουμε τις δημοκρατικές πτυχές του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού στις οργανώσεις μας και να τις κάνουμε όσο το δυνατόν πιο δημοκρατικές, ώστε να μπορέσουμε να ενσωματώσουμε τα ριζοσπαστικοποιημένα στρώματα ανθρώπων και τις εμπειρίες τους στις οργανώσεις μας.

Το 2006, για παράδειγμα, το MST αναθεώρησε το εσωτερικό καταστατικό του κόμματος για να προσπαθήσει να ενσωματώσει ορισμένα από αυτά τα συμπεράσματα και τις συζητήσεις. Έπρεπε να αλλάξουμε ορισμένους από τους τρόπους με τους οποίους ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός εφαρμοζόταν στην πράξη. Ο σταλινισμός διαστρέβλωσε πλήρως τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, και κάποιες από αυτές τις διαστρεβλώσεις είχαν κληρονομηθεί από τα τροτσκιστικά ρεύματα∙ όπως η ιδέα της ανάγκης να υπάρχει απόλυτη και πλήρης πολιτική ενότητα, γραφειοκρατικός συγκεντρωτισμός κ.λπ. για την οικοδόμηση οργανώσεων. Αυτή η ιδέα σχετιζόταν επίσης με τις διεθνείς εμπειρίες και με μια περίοδο κατά την οποία η επαναστατική σοσιαλιστική Αριστερά αποτελούσε μια πολύ μικρή μειοψηφία και βρισκόταν σε ένα πολύ εχθρικό περιβάλλον σε διάφορα μέρη του κόσμου. Πιστεύαμε ότι ήταν πολύ σημαντικό να κρατήσουμε τη φλόγα ζωντανή, να κρατήσουμε ζωντανές τις ιδέες του επαναστατικού σοσιαλισμού ενάντια στα ρεύματα του “σοσιαλισμού από τα πάνω” στις διάφορες εκφράσεις του, που ήταν σε άνοδο.

Είχαν αναπτυχθεί ορισμένοι αμυντικοί τρόποι οργάνωσης, στους οποίους κάθε μικρή διαφορά οδηγούσε σε ρήξη εντός των οργανώσεων. Αυτό οδήγησε σε μονολιθική οργάνωση στην οποία η πλήρης πολιτική και ιδεολογική ενότητα ήταν απαραίτητη πριν από οτιδήποτε άλλο. Αυτό το μοντέλο εμπόδιζε τη δυνατότητα μετάβασης από μια μικρή προπαγανδιστική οργάνωση σε κάτι που είχε ευρύτερη πολιτική επιρροή.

Έτσι, ένα δεύτερο ερώτημα αφορά πραγματικά την ανάγκη να απομακρυνθούμε από αυτό το αμυντικό μοντέλο.

Το τρίτο ερώτημα είναι ο διεθνισμός, ως πρακτική θεώρηση και όχι μόνο ως θεωρητική θέση ή ηθική στάση. Πέρα από τη θεμελιώδη αρχή της αλληλεγγύης προς τους καταπιεσμένους και εκμεταλλευόμενους λαούς σε όλο τον κόσμο, πρέπει επίσης να οικοδομήσουμε διεθνείς οργανώσεις.

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επαναστάτες σοσιαλιστές δεν μπορούν να επιλυθούν από μια απομονωμένη ομάδα, είμαστε καλύτερα εξοπλισμένοι για να τα αντιμετωπίσουμε αν συνεργαστούμε με συντρόφους από διαφορετικά μέρη του κόσμου. Αν οικοδομήσουμε διεθνείς οργανώσεις, μέσα σε αυτές μπορούμε να ενσωματώσουμε διαφορετικές απόψεις από διαφορετικές παραδόσεις που έχουν διαμορφώσει το επαναστατικό σοσιαλιστικό κίνημα σήμερα.

Σήμερα, δεν υπάρχει κανένα ενιαίο ρεύμα μέσα στο επαναστατικό σοσιαλιστικό κίνημα διεθνώς που να μπορεί να ισχυριστεί ότι έχει τις απαντήσεις σε όλα αυτά τα ερωτήματα. Οι απαντήσεις σε ορισμένα από αυτά τα ερωτήματα θα προέλθουν από τη σύγκλιση διαφορετικών επαναστατικών σοσιαλιστικών παραδόσεων που έχουν οικοδομηθεί τα τελευταία 50 με 60 χρόνια.

Υπάρχει ανάγκη να οικοδομηθούν ευρείες διεθνείς οργανώσεις. Υπάρχει επίσης ανάγκη να συζητήσουμε πώς μπορούμε να οικοδομήσουμε επαναστατικές οργανώσεις, ώστε να μπορέσουμε να ξεφύγουμε από το να είμαστε μικρές ομάδες προπαγάνδας και να ανταποκριθούμε στις συγκυρίες της ευρύτερης ριζοσπαστικοποίησης.

 

Rabab Elnaiem

Πρέπει πάντα να ξεκινώ αποδίδοντας τιμή στους μάρτυρες του Σουδάν και λέγοντας «Ζήτω ο αγώνας για τον λαό του Σουδάν». Είναι συναρπαστικό να βρίσκομαι ανάμεσα στην Αριστερά στο Σουδάν αυτή τη στιγμή. Και είναι επίσης πολύ προκλητικό και μερικές φορές πολύ απογοητευτικό.

Γύρω στο 2013, είχαμε το πρώτο κύμα της επανάστασης. Μέσα σε διάστημα τριών ημερών, είχαμε χάσει περίπου 200 ανθρώπους που σκοτώθηκαν στους δρόμους του Χαρτούμ και άλλων πόλεων του Σουδάν. Και από τότε, έχουμε δει διάφορες τάσεις ενός δεύτερου κύματος της επανάστασης στο Σουδάν όσον αφορά την οικοδόμηση επαναστατικών οργανώσεων.

Έχουμε δει πολλές οργανώσεις που αποτελούνται από νεότερους ανθρώπους που προσπαθούν να ξεφύγουν από τα παλαιότερα πολιτικά κόμματα στο Σουδάν. Αυτό δεν ήταν μια πρωτοβουλία εκ μέρους των νέων οργανώσεων. Αντίθετα, ήταν μια αντίδραση και μια έκφραση απογοήτευσης για την απουσία πολιτικής βούλησης – βλέποντας όλες τις προϋποθέσεις της επανάστασης, αλλά καμία δράση για την επανάσταση.

Μέσα σε όλα αυτά, είδαμε πολλή εθελοντική εργασία: πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να οικοδομήσουν περισσότερο μια κατάσταση διπλής εξουσίας, αλλά το κάνουν χωρίς ιδεολογία, χωρίς ριζοσπαστικοποιημένη εργατική τάξη ή ριζοσπαστικοποιημένους απλούς ανθρώπους. Οι άνθρωποι προσπαθούσαν να οικοδομήσουν ένα υποκατάστατο κράτος κάνοντας πολλή εθελοντική εργασία τύπου ΜΚΟ.

Το 2018, είδαμε την ανάδειξη της Σουδανικής Επαγγελματικής Ένωσης [Νοσηλευτών]. Η πρώτη τους μεγάλη παρέμβαση στη δημόσια σφαίρα στο Σουδάν βασίστηκε σε μια μελέτη για τον κατώτατο μισθό. Στο πλαίσιο του δεύτερου κύματος της επανάστασης του Δεκεμβρίου 2018, είδαμε τον κόσμο να βγαίνει στους δρόμους απαιτώντας ψωμί και καλύτερες υπηρεσίες υγείας, αλλά ταυτόχρονα περιμένοντας κάποιου είδους ηγεσία. Και έτσι, η Ένωση Επαγγελματιών Νοσηλευτών ουσιαστικά ρίχτηκε σε αυτή την κατάσταση χωρίς απαραίτητα να έχει τη σωστή ιδεολογία ή θεωρία, και προσπάθησε να ηγηθεί του κόσμου στους δρόμους.

Ένα από τα πρώτα μαθήματα που πήραμε είναι ότι η Επαγγελματική Ένωση του Σουδάν αποτελεί μέρος της επίσημης οικονομίας. Ταυτόχρονα, όμως, μεγάλα τμήματα της σουδανικής οικονομίας βασίζονται στον άτυπο τομέα, τον τομέα των υπηρεσιών, και όχι στον παραγωγικό τομέα. Η Επαγγελματική Ένωση του Σουδάν, παρόλο που μιλάει παρόλο που μιλάει για λογαριασμό πολλών εργαζομένων, δεν έχει μια προσέγγιση που βασίζεται στην οικοδόμηση από τα κάτω.

Από το 2013 έως το 2018 και μέχρι σήμερα, έχουμε δει την άνοδο των επιτροπών αντίστασης που που λειτουργούν με βάση τις γειτονιές και τους χώρους εργασίας. Αλλά μέσα σε αυτές είναι οι ίδιες ομάδες που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από την πολιτική, σαν να αποδοκιμάζεται η πολιτική ή η ύπαρξη ριζοσπαστικής ιδεολογίας ή η ριζοσπαστικοποίηση. Και γι’ αυτό είδαμε το πρώτο σύνθημα της επανάστασης να είναι το «Απλώς να πέσουν». Δεν μιλάει για οικοδόμηση.

Τι θέλουμε μετά την πτώση του προηγούμενου καθεστώτος; Θέλουμε σοσιαλισμό; Θέλουμε κρατικό καπιταλισμό; Τι προσπαθούμε να πετύχουμε; Είδαμε την ανάπτυξη συνθημάτων, αλλά νομίζω ότι ένα από τα μαθήματα στα οποία πρέπει να επικεντρωθούμε αυτή τη στιγμή στο Σουδάν, αλλά και σε όλο τον κόσμο, είναι πώς να ριζοσπαστικοποιήσουμε τους απλούς ανθρώπους.

Οι απλοί άνθρωποι ασχολούνται ήδη με τα συνθήματα, αλλά πρέπει να κάνουμε τη δουλειά της μετάφρασης του συνθήματος σε ένα πολιτικό κίνημα με μια πολύ σαφή τάση προς το σοσιαλισμό, προς την οικοδόμηση θεσμών από τα κάτω.

Για να επιστρέψω στη δήλωση με την οποία ξεκίνησα: Είναι συναρπαστικό να είσαι στην Αριστερά στο Σουδάν. Είναι επίσης η πιο απογοητευτική στιγμή, επειδή υπάρχει μεγάλη απόκλιση, μεγάλη ασυνεννοησία μέσα στην ίδια την Αριστερά. Γίνεται πολύς λόγος για ανθρώπους που περιμένουν ένα επαναστατικό κόμμα, λες και αυτό το επαναστατικό κόμμα θα προκύψει από το τίποτα ή θα δημιουργηθεί σε μια νύχτα.

Ανεξάρτητα από τα πολιτικά κόμματα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή και που υιοθετούν τα τρία συνθήματα της επανάστασης (είτε πρόκειται για το πρώτο σύνθημα της επανάστασης «Απλώς να πέσουν», είτε για το δεύτερο σύνθημα «Ελευθερία, ειρήνη και δικαιοσύνη», είτε για τα «Τρία ΟΧΙ»: όχι διαπραγμάτευση, όχι συμβιβασμός, όχι νομιμοποίηση του στρατού), υπάρχει μια απογοήτευση και έλλειψη ικανότητας να δει κανείς τον προσωπικό του αγώνα μέσα στον ευρύτερο αγώνα. Αυτό δημιουργεί μια αποστασιοποίηση που δεν αφήνει πολλά περιθώρια για την οικοδόμηση επαναστατικών οργανώσεων από τα κάτω.

Για παράδειγμα, το βλέπουμε αυτό συχνά στο πλαίσιο της φεμινιστικής ατζέντας. Έχουμε έναν νεότερο πληθυσμό, του οποίου ο αγώνας δεν είναι απαραίτητα ευθυγραμμισμένος με τον ευρύτερο αγώνα. Δεν βλέπουν τον αγώνα τους μέσα στον ευρύτερο αγώνα. Έτσι, κινδυνεύουμε να επαναλάβουμε το ίδιο λάθος που συνέβη το 2013. Είμαστε σε αυτή την κατάσταση που προσπαθούμε να διαμορφώσουμε τη ριζοσπαστικοποίηση με βάση μια πολύ ξεκάθαρη ιδεολογία, αλλά προσπαθούμε να χτίσουμε τόσες πολλές οργανώσεις. Αυτό θα δημιουργήσει μια μεγάλη ασυνέχεια στο εσωτερικό της Αριστεράς και δεν θα οδηγήσει πουθενά.

Κάποιοι πιστεύουν ότι έχουμε ήδη ένα επαναστατικό κόμμα. Κάποιοι άνθρωποι πιστεύουν ότι αυτό το κόμμα δεν είναι αρκετά επαναστατικό. Αλλά την ίδια στιγμή, δεν εργάζονται απαραίτητα για να ριζοσπαστικοποιήσουν το ίδιο το κόμμα ή να οικοδομήσουν μια άλλη εναλλακτική λύση. Αν κάποιος δεν θέλει να εργαστεί μέσα σε ένα συγκεκριμένο κόμμα, μπορεί να χτίσει μια εναλλακτική λύση, σωστά;

Το μάθημα από τα τρία και πλέον χρόνια της σουδανικής επανάστασης είναι ότι κάθε φορά που καταλήγουμε σε ένα σύνθημα το οποίο υιοθετείται και έχει βάση στην καθημερινή ζωή, πρέπει να κάνουμε τη δουλειά της [υλοποίησης] αυτών των συνθημάτων. Τι εννοούμε με τους όρους «ελευθερία», «ειρήνη» και «δικαιοσύνη»; Τι σημαίνει αυτό όσον αφορά τις οικονομικές πολιτικές; Θα ξεφύγουμε από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές; Θα μεταφραστεί αυτό σε «ελευθερία»; Τι είναι η «ειρήνη»; Οικοδομούμε την ειρήνη από τα πάνω; Ή την οικοδομούμε από τα κάτω μέσω της ανακατανομής του πλούτου και της εξουσίας σε διάφορες περιοχές εντός του Σουδάν;

Τι εννοούμε με τον όρο «δικαιοσύνη»; Είναι η «δικαιοσύνη» βιώσιμη χωρίς να έχουμε «ειρήνη» και «ελευθερία»; Κάθε φορά που κάποιος βγαίνει στο δρόμο και φωνάζει το σύνθημα «Ελευθερία, ειρήνη και δικαιοσύνη», το άτομο αυτό έχει τη δική του ριζοσπαστική ατζέντα για το πώς θα [κινηθούμε προς] την «ελευθερία», την «ειρήνη» και τη «δικαιοσύνη».

Κάθε φορά που έχουμε αυτή τη ριζοσπαστικοποίηση του ίδιου του συνθήματος, φέρνοντάς το στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων, είμαστε πιο κοντά σε μια κατάσταση δυαδικής εξουσίας. Τεχνικά βρισκόμαστε σε μια κατάσταση δυαδικής εξουσίας σήμερα, αλλά ταυτόχρονα, δεν έχουμε μια αρκετά ισχυρή επαναστατική οργάνωση που να χτίζεται από τα κάτω.

 

Andreu Coll

Η κύρια πολιτική εμπειρία που θα εξηγήσω είναι η οικοδόμηση των Podemos και γιατί και πώς εγκαταλείψαμε αυτή την πρωτοβουλία όταν στράφηκε προς το πολιτικό κατεστημένο.

Οι Podemos προέκυψαν από μια πολύ ιδιαίτερη πολιτική και οικονομική κατάσταση κατά τη διάρκεια της κρίσης του 2008. Υπήρξε μια πολύ σοβαρή κρίση του καθεστώτος εδώ στην Ισπανία. Η μοναρχία, τα κυρίαρχα πολιτικά κόμματα, η δικαιοσύνη και το εθνικό ζήτημα βρίσκονταν σε μια πολύ μεγάλη πολιτική κρίση.

Οι Podemos είχαν δύο προϋποθέσεις. Η μία ήταν το κίνημα των Indignados (Αγανακτισμένων) το 2011, το οποίο ήταν μια ριζοσπαστική εξέγερση κατά του οικονομικού και πολιτικού συστήματος που περιελάμβανε τα μεγάλα κόμματα και συνδικάτα. Συμμετείχαν λόγω της παθητικής στάσης απέναντι στην κρίση από την πλευρά της κυβέρνησης. Το άλλο ήταν η υπόθεση του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό ήταν ένα νέο είδος ανεξάρτητου κόμματος, μη σεχταριστικού και ανεξάρτητου από το σοσιαλιστικό κόμμα, το οποίο είχε ισχυρούς δεσμούς με τα κοινωνικά κινήματα.

Ήμασταν, την εποχή του κινήματος των Indignados, ένα από τα ρεύματα της Μαρξιστικής Αριστεράς που είχαν ενεργό ρόλο σε αυτό το κίνημα. Άλλα οργανωμένα ρεύματα ήταν πολύ επικριτικά και κατήγγειλαν το κίνημα ως μικροαστικό.

Σε αυτό το πλαίσιο, πάντα επιμέναμε στην ανάγκη να έχουμε, με πολιτικούς όρους, μια μεσοπρόθεσμη προσέγγιση της προσπάθειας να μετατρέψουμε αυτή την εξέγερση σε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα και σχέδιο. Από αυτή την άποψη, έπρεπε να πολεμήσουμε μια διπλή ψευδαίσθηση. Όταν είχαμε την άνοδο του κινήματος, έπρεπε να επιμείνουμε στην αντιμετώπιση μιας κινηματικής, αντι-κομματικής αυταπάτης∙ με τα λόγια του Μπενσαΐντ, μιας κοινωνικής αυταπάτης - να πιστεύουμε ότι το κίνημα είναι αρκετό από μόνο του ως εναλλακτική λύση.

Από την άλλη πλευρά, αργότερα υπήρχαν οι εκλογικές, κυβερνητικές, μεταρρυθμιστικές και πολιτικές αυταπάτες, όπως είπε ο Μπενσαΐντ, όταν χτίσαμε τους Podemos. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ίδιοι σύντροφοι πήγαν από τη μία πλευρά και στην άλλη. Έπρεπε να λυγίσουμε το ραβδί και σε αυτό το θέμα απέναντι στους καριερίστες του κινήματος, και αργότερα όταν χτίσαμε το νέο κόμμα.

Ο ρόλος μας ήταν να προσπαθήσουμε να οικοδομήσουμε ένα νέο ριζοσπαστικό κόμμα που να συνδέεται με τις νέες γενιές. Και αυτό ήταν αποτέλεσμα μιας συμφωνίας με τον Πάμπλο Ιγκλέσιας -και την πολύ στενή ομάδα συντρόφων του- και την τότε οργάνωσή μας. Παρόλο που αργότερα μας εμφάνισαν ότι το μόνο που μας ενδιέφερε ήταν να χτίσουμε μαζί τους μετά την πρωτοβουλία, αυτό ήταν ψευδές. Ήμασταν μέρος της οικοδόμησης των Podemos από την αρχή.

Το βασικό πρόβλημα ήταν ότι μόλις συναντούσαν σύγκρουση με το σύστημα, με τα μέσα ενημέρωσης, με το κατεστημένο, είχαν μια πολύ μετριοπαθή και αμυντική στάση. Δεν επωφελήθηκαν από την ισχυρή πολιτική κρίση που μας επέτρεψε να οικοδομήσουμε μια εναλλακτική κοινωνική αντίληψη, σπάζοντας με όλες τις νεοφιλελεύθερες προκαταλήψεις που ήταν πολύ ριζωμένες στην κοινωνία εκείνη την εποχή. Δυστυχώς, αυτή η μετριοπαθής στροφή προς τα δεξιά επέτρεψε σε άλλα κόμματα, όπως οι Ciudadanos, να γείρουν την πλάστιγγα σε βάρος των Podemos, εξαλείφοντας κάθε κριτική της νεοφιλελεύθερης τάξης πραγμάτων.

Μία από τις βασικές κριτικές που ασκήσαμε τότε ήταν αυτή η θεωρητικοποίηση των Podemos ως εκλογικής πολεμικής μηχανής, όπως την ανέπτυξαν τότε τόσο ο [Ίνιγο] Ερρεχόν όσο και ο Πάμπλο Ιγκλέσιας. Έθεσαν επίσης μια ψευδή αντίθεση μεταξύ της νέας και της παλιάς πολιτικής. Αυτό ήταν χρήσιμο απέναντι στο κύριο κατεστημένο, αλλά ήταν επίσης χρήσιμο για να κατευθύνει την κριτική εναντίον μιας πιο μαχητικής αριστεράς που είχε μια πιο δημοκρατική διαδικασία και εσωτερική οργανική ύπαρξη.

Εν τω μεταξύ, ανέπτυξαν αυτόν τον βοναπαρτισμό, θα μπορούσε να πει κανείς, ο οποίος ήταν επίσης αντίθετος στην εσωτερική δημοκρατία και σε σαφέστερες διαδικασίες, όπως η ύπαρξη αναλογικών οργάνων ηγεσίας κ.λπ. Και αντιπαρέθεταν διαρκώς μια εκλογική επείγουσα ανάγκη σε μια υπομονετική οικοδόμηση κόμματος, στην εκπαίδευση και στη συγκρότηση μεσοπρόθεσμα.

Από την αρχή είχαμε αυτές τις δύο ψυχές στους Podemos (αργότερα θα είχαμε τρεις): την ευρωκομμουνιστική άποψη του Ιγκλέσιας και της ομάδας του και την πιο λαϊκιστική άποψη του Ερρεχόν.

Η κύρια μάχη μας ήταν πάντα να τονίσουμε την κεντρική σημασία ενός νέου κόμματος εκτός κοινοβουλίου καθώς και το καθήκον της ανανέωσης των εργατικών και κοινωνικών κινημάτων στο σύνολό τους. Αυτή ήταν η κύρια προσέγγισή μας. Η θεωρία και ο στόχος μας ήταν η ανάγκη για ένα ευρύ, πλουραλιστικό κόμμα του κινήματος. Ηττηθήκαμε ίσως επειδή υποτιμήσαμε τη δύναμη του βοναπαρτιστικού ρόλου που έπαιζαν οι κεντρικοί ηγέτες και η επιρροή τους στα μέσα ενημέρωσης.

Αλλά η κύρια στρατηγική προοπτική για εμάς ήταν η πλήρης ανεξαρτησία από τα σοσιαλφιλελεύθερα κόμματα (κυρίως το PSOE – Partido Socialista Obrera de España) και ένας κρίσιμος απολογισμός της ήττας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα. Σκεφτήκαμε ότι αν είχαν ηττηθεί στην Ελλάδα με έναν μετριοπαθή προσανατολισμό, και αν είχαμε ποτέ πιθανότητες να φτάσουμε στην εξουσία ως Podemos, η αντίδραση του κατεστημένου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα ήταν ακόμη πιο σκληρή και ριζική ενάντια σε οποιαδήποτε αλλαγή.

Δυστυχώς, η ηγεσία των Podemos είχε την εντελώς αντίθετη άποψη: την άποψη ότι η Ισπανία είναι πολύ σημαντική για να αντιμετωπιστεί με τον ίδιο τρόπο όπως ο ελληνικός λαός. Έτσι, δεν υπήρξε καμία κριτική αξιολόγηση των διδαγμάτων της Ελλάδας. Δυστυχώς, αυτό επιτάχυνε την προσαρμογή της ηγεσίας στο πολιτικό καθεστώς, την αποδοχή της καπιταλιστικής οικονομίας και το πλαίσιο της ΕΕ.

Από εκεί και πέρα, έπρεπε να αγωνιστούμε, να συσπειρώσουμε όσο το δυνατόν περισσότερους συντρόφους και συντρόφισσες για να αποχωρήσουμε, γιατί δεν θα μπορούσε να διατηρηθεί καμία πολιτική συνοχή μέσα στους Podemos, αν έμπαινε στην κυβέρνηση, πράγμα που τελικά έκανε.

Επιβιώσαμε επειδή πάντα παλεύαμε να διατηρήσουμε μια ανεξάρτητη επαναστατική οργάνωση με ισχυρά στρατηγικά σημεία αναφοράς παράλληλα με την προτεραιότητα της εκπαίδευσης μέσω των καλοκαιρινών μας πανεπιστημίων, όπως το συνέδριο του Σοσιαλισμού στις Η.Π.Α. Καταφέραμε να συνεργαστούμε με πολλούς νέους ακτιβιστές που δεν μοιράζονταν τις πολιτικές μας καταβολές, αλλά ήταν σε θέση να κατανοήσουν τις κριτικές μας, οι οποίες ήταν πάντα συγκεκριμένες, προσφέροντας συγκεκριμένες επιλογές και προσανατολισμούς, και ποτέ αφηρημένες ή ιδεολογικές με τη χειρότερη έννοια του όρου.

Παρόλο που ηττηθήκαμε, οι Anticapitalistas είναι ένα ισχυρότερο κόμμα. Έχουμε μια ισχυρότερη και ανανεωμένη ηγεσία που μπόρεσε να ενσωματώσει τα διδάγματα από τα λάθη μας στους Podemos. Είμαστε πιο γερά ριζωμένοι. Έχουμε κάποιους συντρόφους με σημαντική μαζική επιρροή ακόμη και στα μέσα ενημέρωσης, ιδίως τον Μιγέλ Ουρμπάν και την Τερέζα Ροντρίγεθ (δήμαρχο του Κάντιθ). Διαθέτουμε τα μέσα για πραγματική εκλογική δυνατότητα, προχωρώντας περισσότερο από τις προπαγανδιστικές εκστρατείες στις επερχόμενες εκλογικές πρωτοβουλίες.

Τα κύρια καθήκοντα σήμερα για τους Anticapitalistas είναι να βελτιώσουν την μαχητικότητα των εργαζομένων με νέους αγώνες και καμπάνιες γύρω από τις συντάξεις, τους μισθούς και ενάντια στον πληθωρισμό και, τέλος, να επανεκκινήσουν τη φεμινιστική μας δραστηριότητα και τη δραστηριότητα της νεολαίας.

 

Natalia Tylim

Θα μιλήσω για τις ΗΠΑ και θα χρησιμοποιήσω την εμπειρία και κάποιες από τις προοπτικές της συλλογικότητας Tempest για να αποσαφηνίσω κάποια από τα σημεία μου.

Στις Η.Π.Α., υπάρχει η ανάγκη να επαναβεβαιωθεί ένα βασικό επιχείρημα σχετικά με την ανάγκη επαναστατικής οργάνωσης και να διευκρινιστεί ότι το να χρειάζεται επαναστατική οργάνωση δεν σημαίνει ότι το κάνεις αυτό αντί για τη δουλειά στην οποία συμμετέχεις σε κινήματα, σε συνδικάτα στο χώρο εργασίας ή σε ευρύτερους πολιτικούς σχηματισμούς. Αντίθετα, είναι μια αναγκαία προϋπόθεση της δουλειάς που κάνουμε αν θέλουμε η ευρύτερη οργάνωση να είναι σε θέση να οικοδομήσει προς ένα σοσιαλιστικό σχέδιο, μια ανεξάρτητη ταξική εξουσία και ένα τέλος σε αυτό το παγκόσμιο σύστημα που καθοδηγείται από τις επιταγές της αγοράς και σπρώχνει την ανθρωπότητα και την ίδια τη γη στο γκρεμό.

Αυτό ακούγεται σαν ένα πολύ βασικό σημείο εκκίνησης, αλλά τα τελευταία χρόνια στις ΗΠΑ έχω δει πόσο απαραίτητο είναι να αποσαφηνίσουμε και να διεκδικήσουμε πολύ βασικές αρχές. Οι ορίζοντες έχουν σημασία. Και ορισμένοι από τους ορίζοντες της αμερικανικής Αριστεράς έχουν γίνει πολύ περιορισμένοι τα τελευταία χρόνια.

Αλλά οι ορίζοντες εκφράζονται στην καθημερινή πολιτική δουλειά. Και χρειαζόμαστε επειγόντως περισσότερους οργανωμένους δημοκρατικούς χώρους που να φέρνουν κοντά συντρόφους που μοιράζονται μια γενική βάση πολιτικής, ώστε να μπορούμε να συζητήσουμε για την προοπτική, τη στρατηγική και την τακτική. Αυτό είναι απαραίτητο για να κερδίσουμε τον κόσμο στην πολιτική, τις προοπτικές και τις στρατηγικές μας και είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσουμε να συμμετέχουμε αποτελεσματικά σε αυτή την επείγουσα, ευρύτερη δουλειά που συμβαίνει γύρω μας. Και ο καθένας από εμάς πρέπει να βρει έναν τρόπο να συμμετέχει στην οργάνωση. Όπου κι αν βρισκόμαστε, το Tempest Collective βλέπουμε τους εαυτούς μας ως προϊόν των αδυναμιών και των χτυπημάτων που αντιμετώπισε η τελευταία γενιά της επαναστατικής Αριστεράς.

Ο Luis μίλησε για μια παρόμοια δυναμική: την αποτυχία των μικρότερων, επαναστατικών σοσιαλιστικών οργανώσεων να συνδεθούν με τη ριζοσπαστικοποίηση και να αποτελέσουν μέρος της. Είμαστε προϊόν των εκρηκτικών πολιτικών ανοιγμάτων που υπάρχουν στην περίοδο μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008. Αυτή η κρίση δεν είναι απλώς ένα τυχαίο σύνολο συνθηκών στις Ηνωμένες Πολιτείες με βάση το ποιοι ήταν οι προεδρικοί υποψήφιοι κατά τους δύο τελευταίους εκλογικούς κύκλους. Είναι ένα διεθνές φαινόμενο.

Κατά την ίδρυση του Tempest Collective το καλοκαίρι του 2020, τα περισσότερα μέλη μας προέρχονταν είτε από την ISO, (τη Διεθνή Σοσιαλιστική Οργάνωση) η οποία κατέρρευσε το 2019, είτε από την οργάνωση Solidarity.

Δύο χρόνια αργότερα, περίπου τα μισά μέλη μας δεν προέρχονται από καμία από αυτές τις οργανώσεις. Πολλά από τα νεότερα μέλη πολιτικοποιήθηκαν πιο πρόσφατα, είτε μέσω των DSA (Δημοκρατικοί Σοσιαλιστές της Αμερικής), είτε μέσω της εξέγερσης για τον Τζορτζ Φλόιντ και των πιο πρόσφατων σημείων επαφής του αγώνα.

Όσοι προερχόμαστε από την ISO και το Solidarity έχουμε πολλά να πούμε για την εμπειρία μας στην επαναστατική Αριστερά και τα μαθήματα και τις αποτιμήσεις που αποκομίσαμε από αυτήν. Ανάμεσά μας υπάρχουν διαφορετικές εκτιμήσεις για αυτές τις εμπειρίες. Ήταν πρόκληση να αναπτύξουμε μια κοινή εκτίμηση για το ποια είναι τα διδάγματα. Ήταν επίσης πρόκληση να φέρουμε αυτές τις εμπειρίες σε επαφή με νεότερα μέλη που δεν μοιράζονται την ίδια ιστορία ή την ίδια γλώσσα στην οποία τα παλαιότερα μέλη έχουν εκπαιδευτεί ή εξελιχθεί.

Αρχίζουμε επιτέλους τη διαδικασία να είμαστε σε θέση να αναπτύξουμε έναν πιο συλλογικό απολογισμό αυτών των ζητημάτων. Είμαστε μόνο στην αρχή αυτής της διαδικασίας. Υπάρχει μια γενική συναίνεση στο Tempest ότι όποιοι και αν ήταν οι παράγοντες που αφορούσαν τη ζωή (ή σε μια περίπτωση, την κατάρρευση) των πρώην οργανώσεών μας, υπάρχει κάτι πραγματικά σημαντικό που συμβαίνει γενικότερα (και διεθνώς) όσον αφορά τη ριζοσπαστικοποίηση και την πόλωση.

Ξεκινήσαμε την ιστοσελίδα Tempestmag.org στις αρχές Αυγούστου του 2020. Εκείνη την εποχή, η πανδημία COVID-19 είχε ήδη σκοτώσει 150.000 ανθρώπους στις Η.Π.Α. Η δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ είχε μόλις πυροδοτήσει δύο μήνες ιστορικής πολυφυλετικής, αντιρατσιστικής εξέγερσης. Εκείνο το καλοκαίρι, 20 εκατομμύρια άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους για να υπερασπιστούν τα σώματα των μαύρων και με ανοιχτά καταργητικούς [abolitionist[2]] ορίζοντες.

Είδαμε τη φυσική καταστροφή του COVID και την εξέγερση για τον Τζορτζ Φλόιντ ως τα πιο πρόσφατα παραδείγματα και εκφράσεις αυτής της διεθνούς πολύπλευρης κρίσης στις Η.Π.Α. Οι εξελίξεις αυτές διαδέχτηκαν την άνοδο της καμπάνιας του Μπέρνι Σάντερς και την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ που ήταν εκφράσεις των ίδιων κρίσεων. Υπήρξε η σημαντική, αλλά επεισοδιακή, άνοδος των εργατικών αγώνων με νίκες και ήττες.

Στο Tempest, δεν τα βλέπαμε όλα αυτά ως φαινόμενα ειδικά για τις ΗΠΑ- αποτελούσαν μέρος μιας διεθνούς εμπειρίας που περιλαμβάνει την κρίση χρέους στην Ελλάδα και την Ισπανία, την αναγέννηση του ρεφορμισμού με λαϊκιστικό πρόσωπο, όπως ο Κόρμπιν, ο Μελανσόν και ο Ιγκλέσιας, τις πολιτικές επαναστάσεις και τις επακόλουθες αντιδράσεις απέναντί τους στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική και τον αντιφατικό ρόλο των κυβερνήσεων της Ροζ Παλίρροιας στη Νότια Αμερική.

Για να κατανοήσουμε τη συγκυρία, θα παραθέσω ένα απόσπασμα από ένα κύριο άρθρο όταν ξεκίνησε το Tempest:

«Το σοσιαλιστικό κίνημα σε αυτή τη χώρα δεν ήταν πάντα μια εξωτερική, αμελητέα δύναμη. Για δεκαετίες τον περασμένο αιώνα, αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος των κοινοτήτων, της πολιτικής και του αγώνα της εργατικής τάξης. Ήταν η δύναμη που οικοδόμησε το εργατικό κίνημα, που αργότερα βοήθησε, υποστήριξε και στήριξε τους αγώνες για τα πολιτικά δικαιώματα, που εξασφάλισε ότι έπρεπε να γίνουν οι παραχωρήσεις του New Deal από την άρχουσα τάξη και αντιτάχθηκε σε δεκαετίες διακομματικών ιμπεριαλιστικών πολιτικών. Ήταν ο αδυσώπητος διεθνισμός και η εναντίωση βάσει αρχών, σε όλες τις μορφές καταπίεσης, που κατέστησαν δυνατές αυτές και άλλες νίκες. Ο εξαναγκαστικός διαχωρισμός του κινήματός μας από την τάξη μας είναι μια πληγή από τα μέσα του περασμένου αιώνα∙ ωστόσο είναι μια ζωντανή πληγή που γίνεται ευρύτερα αισθητή στην οργάνωσή μας και στην προσωπική μας ζωή

Το κύριο άρθρο καταλήγει,

«Αν υπάρχει μια και μόνη αναγκαιότητα που κινεί το εγχείρημα του Tempest, αυτή είναι να μην αφήσουμε να χαθεί αυτή η ευκαιρία. Η Αριστερά πρέπει να θέσει τα θεμέλια για ανεξάρτητες και δημοκρατικές οργανώσεις αυτενέργειας και αγώνα και πρέπει να διασφαλίσει ότι αυτές οι οργανώσεις είναι βαθιά ριζωμένες και οργανικά αντανακλούν και εκπροσωπούν την εργατική τάξη. Για να γίνει αυτό απαιτείται επίσης να βοηθήσουμε στην επανασύνδεση ενός αναγεννημένου επαναστατικού ρεύματος

Αυτό το κύριο άρθρο επεσήμανε μια χρυσή τομή σε μια αυξανόμενη πραγματική κρίση που αντιμετωπίζουμε: το αυξανόμενο ακροατήριο για τις ριζοσπαστικές καταργητικές [abolitionist], σοσιαλιστικές και επαναστατικές πολιτικές. Υποδεικνύει επίσης ένα ζήτημα που μας ακολουθεί στο μεγαλύτερο μέρος της πολιτικής μας ζωής και που η Αριστερά αντιμετωπίζει σε αυτή τη χώρα εδώ και δεκαετίες: την ιστορική έλλειψη ενός στρώματος αγωνιστών με ταξική συνείδηση. Κάποιοι το αποκαλούν «μαχητική μειοψηφία», η οποία μπορεί να κερδηθεί από τη σοσιαλιστική πολιτική και τις σοσιαλιστικές προοπτικές και η οποία θα διευκολύνει την ανάπτυξη μιας ισχυρής πολιτικά ανεξάρτητης οργάνωσης της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων.

Χωρίς ένα τέτοιο στρώμα και χωρίς τέτοιες οργανώσεις, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς αυτό το είδος του διαρκούς αγώνα που μπορεί να ανατρέψει την κυριαρχία του κεφαλαίου. Οι σοσιαλιστές στις ΗΠΑ δεν έχουν βρει πώς να αντιμετωπίσουν την πρόκληση αυτού του αδιεξόδου. Επιπλέον, οι οργανωτικές εκφράσεις της τελευταίας γενιάς των επαναστατών που προσπάθησαν να το κάνουν αυτό, άφησαν επίσης πολλά ερωτηματικά.

Στη μία χώρα μετά την άλλη, οι επαναστατικές οργανώσεις έχουν διασπαστεί. Οι δυνάμεις της επαναστατικής Αριστεράς έχουν αποδυναμωθεί. Οι οργανωτικές κρίσεις δεν αφορούν μόνο μεμονωμένες οργανώσεις ή μεμονωμένες χώρες.

Υπάρχουν τρία πράγματα που νομίζω ότι είναι σημαντικά διδάγματα που απαιτούν περισσότερη συζήτηση. Πρόκειται για ζητήματα που συχνά έχουν αποδειχθεί υπαρξιακά για τις οργανώσεις. Όλα αυτά υπογράμμισαν τις αδυναμίες μιας οργανωτικής μορφής που αναπτύχθηκε σε περιόδους αμυντικού αγώνα χαμηλού επιπέδου. Παρεμπόδισαν την ικανότητά μας να σχετιστούμε με τη ριζοσπαστικοποίηση που ξέσπασε μετά την οικονομική κρίση του 2008. Για να είμαστε σαφείς, αυτό δεν αφορά μια συγκεκριμένη οργάνωση. Αντίθετα, πρόκειται για γενικεύσεις από την επαναστατική Αριστερά διεθνώς.

Πρώτον, υπάρχει μια παρανόηση της λενινιστικής παράδοσης ή του τι σημαίνει «λενινισμός». Ο λενινισμός είναι μια πλούσια και ευέλικτη πολιτική παράδοση, αλλά πολύ συχνά έχει οριστεί ως μια φετιχοποιημένη οργανωτική μορφή: ένας γραφειοκρατικοποιημένος δημοκρατικός συγκεντρωτισμός. Κατά βάθος, ο λενινισμός ορίζεται από κάτι που οι περισσότεροι από εμάς πιθανώς θα βρουν αδιαμφισβήτητο: ότι οι οργανώσεις πρέπει να έχουν δημοκρατική λήψη αποφάσεων και συγκεντρωτική δράση. Αυτή η έννοια δεν ξεκίνησε από τον Λένιν. Αλλά αυτό που κατέληξε να καθορίσει τη λενινιστική πολιτική παράδοση ήταν μια παράξενη μορφή όπου η ενότητα της δράσης πολύ συχνά έδινε τη θέση της σε μια αρρωστημένη και χωρίς κριτική διάθεση ενότητα της σκέψης.

Δεύτερον, υπήρξε αδυναμία να αντιμετωπιστούν και να αφομοιωθούν πλήρως οι δυναμικές γύρω από τις πολιτικές του φύλου, της σεξουαλικής βίας και της κοινωνικής αναπαραγωγής. Κάποια από αυτά συνίστανται σε άλυτα θεωρητικά ζητήματα που προέκυψαν κατά τη διάρκεια του φεμινιστικού κινήματος της δεκαετίας του 1970, αλλά πολλά από αυτά συνίστανται σε νέα ζητήματα που ήρθαν στο προσκήνιο λόγω των τρόπων με τους οποίους ο νεοφιλελευθερισμός έχει προκαλέσει επαναστάσεις, αναταραχές και κινήματα ως απάντηση στο αυξημένο κοινωνικό αναπαραγωγικό βάρος και την ανάπτυξη της δεξιάς.

Εντός των οργανώσεών μας, μέρος αυτής της κρίσης της σεξουαλικής βίας βιώθηκε ως πολιτικό ξεκίνημα για λογοδοσία που δεν αφομοιώθηκε ποτέ πλήρως, γεγονός που έκανε πολύ πιο δύσκολη την αντιμετώπιση αυτών των ζητημάτων εντός των οργανώσεών μας με ένα κοινό πλαίσιο όταν εμφανίστηκαν. Και θα συνεχίσουν να εμφανίζονται. Δεν είναι ένα «αν» αλλά ένα «πότε», επειδή είναι τόσο ενσωματωμένα στην κοινωνία. Για ορισμένες οργανώσεις, υπήρξε μια προσπάθεια να απορριφθεί η ανάγκη να αναμετρηθούμε γενικά με αυτά τα ζητήματα, θεωρώντας τα ως παραχωρήσεις στις λεγόμενες «πολιτικές ταυτότητας».

Τρίτον, υπήρξε μια αποτυχία να αντιμετωπιστεί πλήρως το πρόβλημα της επαναστατικής οργάνωσης, για το οποίο ο David McNally έχει γράψει για το Tempest (ακολουθώντας τον Hal Draper και τον Duncan Hallas από προηγούμενες γενιές), σχετικά με τις προκλήσεις της έλλειψης μιας πραγματικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης σε όλη την ποικιλομορφία της στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε μεγάλο μέρος του κόσμου. Πρέπει να ξεκινήσουμε υποστηρίζοντας τη δυνατότητα μιας τέτοιας πρωτοπορίας από τη στιγμή που δεν μπορούμε να δείξουμε τι κάνει με τη δύναμή της. Αυτό είναι στενά συνδεδεμένο με το πώς αντιλαμβανόμαστε τους στόχους μας, και πώς χτίζουμε με μη σεχταριστικό τρόπο, με μια μετριοπάθεια για το τι εκπροσωπούμε στο πλαίσιό μας ως μικρές ομάδες επαναστατών.

Ανεξάρτητα από την πρόκληση που αντιμετωπίζουμε, ότι δεν έχουμε ακόμα μια πρωτοπορία, χρειαζόμαστε υποκειμενικούς επαναστάτες να ενωθούν σε ρητά επαναστατικούς σχηματισμούς. Πρέπει οι επαναστάτες να οργανωθούν μαζί, όχι αποκλείοντας την ευρύτερη πολιτική δουλειά, αλλά εξαιτίας της ευρύτερης πολιτικής δουλειάς.

Το να οργανωνόμαστε με μικρές ομάδες ανθρώπων δεν είναι το ίδιο πράγμα με το να οργανωνόμαστε με σεχταριστικό τρόπο. Από την άλλη πλευρά, δεν θα πρέπει να προτάσσουμε τη ζωή σε μικρές ομάδες έναντι της προτεραιότητας της οικοδόμησης επίσης ευρύτερων σχηματισμών. Η Αριστερά είναι πιο υγιής με ένα ευρύ, υγιές σοσιαλιστικό περιβάλλον, και αυτό το καλοδεχόμαστε και το υπερασπιζόμαστε.

Είναι λάθος να απορρίπτουμε με μια μονοκονδυλιά τις εμπειρίες των πλατιών κομμάτων στις ΗΠΑ. Οι DSA ήταν ένα στοιχείο αυτής της εμπειρίας των πλατιών κομμάτων εδώ, και έχουμε πολλά περισσότερα να μάθουμε από άλλες χώρες σχετικά απ’ αυτό.

Το Tempest ένιωσε το βάρος της συγκυρίας του COVID. Για χρόνια, περιοριζόμασταν σε διαδικτυακά φόρουμ, τα οποία είναι σημαντικά, αλλά είναι επίσης αυτοαναφορικά και κάνουν δύσκολο να μπορέσουμε να διαμορφώσουμε αυτό το είδος του κοινού που ξέρουμε ότι υπάρχει εκεί έξω για την επαναστατική πολιτική. Η μετατόπιση προς μια πιο συγκεκριμένη δουλειά είναι το σημείο στο οποίο αρχίζουμε να κάνουμε βήματα προόδου.

Το Tempest δεν τα έχει καταλάβει όλα. Αλλά πιστεύουμε ότι είναι επείγουσα ανάγκη να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αυτά τα ερωτήματα και να τα λύσουμε μαζί. Δεν πιστεύουμε ότι μπορεί κανείς να τα λύσει ως άτομο μέσα στο ευρύτερο κίνημα. Χρειαζόμαστε περισσότερους τέτοιους χώρους για να κάνουμε αυτές τις συζητήσεις και καλωσορίζω όποιον ενδιαφέρεται να συμμετάσχει στο Tempest αν αυτό το εγχείρημα του φαίνεται να είναι αυτό που ψάχνει.

 

 

Μετάφραση: elaliberta.gr

Luis Meiners, Rabab Elnaiem, Andreu Coll, Natalia Tylim, “Revolutionary Socialist Organizations in the 21st Century”, Tempest, 10 Μαρτίου 2023, https://www.tempestmag.org/2023/03/revolutionary-socialist-organizations-in-the-21st-century/

 

 

Ο Luis Meiners είναι σοσιαλιστής ακτιβιστής και κοινωνιολόγος από την Αργεντινή, που ζει σήμερα στη Νέα Υόρκη. Είναι μέλος της Tempest Collective και του Movimiento Socialista de Trabajadores (MST), του αργεντίνικου τμήματος του ISL.

Ο Rabab Elnaiem είναι πρώην εκπρόσωπος της Συμμαχίας Σουδανών Εργαζομένων για την αποκατάσταση των συνδικάτων και συνιδρυτής του podcast Ta Marbuta.

Ο Andreu Coll είναι αγωνιστής των Anticapitalistas στο ισπανικό κράτος, μέλος του Προεδρείου της FI, συνεργάτης του Viento Sur, ιδρυτής του Salón Editorial και καθηγητής ιστορίας.

Η Natalia Tylim ζει στη Νέα Υόρκη και είναι ιδρυτικό μέλος της Tempest Collective.

 

 

Εικόνα: Καζιμίρ Μάλεβιτς, Ο ακονιστής μαχαιριών (1912-13)

 

 

Σημειώσεις

 [1] James D. Cockcroft, “The Argentinazo one year on”, International Viewpoint, 3 Φεβρουαρίου 2003, https://internationalviewpoint.org/spip.php?article264.

[2] [Σ.τ.Μ.:] «Ο καταργητισμός [Abolitionism], ή το κίνημα των καταργητών [abolitionist movement], είναι το κίνημα για τον τερματισμό της δουλείας. Στη Δυτική Ευρώπη και την Αμερική, ο καταργητισμός ήταν ένα ιστορικό κίνημα που επεδίωκε να τερματίσει το δουλεμπόριο στον Ατλαντικό και να απελευθερώσει τους σκλάβους, το οποίο τελικά εξαπλώθηκε για να εξαλείψει τη δουλεία από ολόκληρο τον κόσμο.» “Abolitionism”, Wikipedia, https://en.wikipedia.org/wiki/Abolitionism.

 

 

 

 

 

 

Τελευταία τροποποίηση στις Πέμπτη, 16 Μαρτίου 2023 09:00