Δυνάμεις των εξεγερμένων ναυτών που έχουν αναλάβει τη διοίκηση του θωρηκτού «Πετροπαβλόφσκ» στη σοβιετική ναυτική βάση της Κρονστάνδης κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Φεβρουαρίου-Μαρτίου 1921.
Ante Ciliga
Η εξέγερση της Κρονστάνδης
Εισαγωγή
Η αλληλογραφία μεταξύ του Τρότσκι και του Βέντελιν Τόμας (ενός από τους ηγέτες της εξέγερσης στο γερμανικό ναυτικό το 1918 και μέλους της Αμερικάνικης Επιτροπής Έρευνας για τις Δίκες της Μόσχας) σχετικά με την ιστορική σημασία των γεγονότων στην Κρονστάνδη το 1921, έχει προκαλέσει ευρεία διεθνή συζήτηση. Αυτό από μόνο του δείχνει τη σημασία του προβλήματος. Από την άλλη πλευρά, δεν είναι τυχαίο το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που υπάρχει σήμερα για την εξέγερση της Κρονστάνδης – το ότι υπάρχει μια αναλογία, μια άμεση σύνδεση ακόμη και μεταξύ των όσων συνέβησαν στην Κρονστάνδη πριν από 17 χρόνια και των πρόσφατων δικών στη Μόσχα, είναι πάρα πολύ προφανές. Σήμερα γινόμαστε μάρτυρες της δολοφονίας των ηγετών της ρώσικης επανάστασης – το 1921 σφαγιάστηκαν οι μάζες που αποτελούσαν τη βάση της επανάστασης. Θα ήταν δυνατόν σήμερα να ατιμαστούν και να κατασταλούν οι ηγέτες του Οκτώβρη χωρίς την παραμικρή διαμαρτυρία στη χώρα, αν αυτοί οι ηγέτες δεν είχαν ήδη φιμώσει με ένοπλη βία τους ναύτες της Κρονστάνδης και τους εργάτες σε όλη τη Ρωσία;
Η απάντηση του Τρότσκι στον Βέντελιν Τόμας δείχνει ότι δυστυχώς ο Τρότσκι –ο οποίος είναι, μαζί με τον Στάλιν, ο μόνος από τους ηγέτες της Οκτωβριανής Επανάστασης που εμπλέκεται στην καταστολή της Κρονστάνδης ο οποίος παραμένει ζωντανός– εξακολουθεί να αρνείται να δει το παρελθόν αντικειμενικά. Επιπλέον, στο άρθρο του «Πολύς θόρυβος για την Κρονστάνδη»[1], αυξάνει το χάσμα που δημιούργησε τότε ανάμεσα στις εργατικές μάζες και τον ίδιο – δεν διστάζει, αφού διέταξε τον βομβαρδισμό τους το 1921, να περιγράψει αυτούς τους ανθρώπους σήμερα ως «εντελώς αποθαρρυμένα στοιχεία, άνδρες που φορούσαν κομψά φαρδιά παντελόνια και κούρευαν τα μαλλιά τους σαν μαστροποί». Όχι! Με κατηγορίες αυτού του είδους, που βρωμάνε γραφειοκρατική αλαζονεία, δεν μπορεί να γίνει μια χρήσιμη συμβολή στα διδάγματα της μεγάλης ρώσικης επανάστασης.
Για να εκτιμήσουμε την επιρροή που είχε η Κρονστάνδη στην έκβαση της επανάστασης, είναι απαραίτητο να αποφύγουμε όλα τα προσωπικά ζητήματα και να στρέψουμε την προσοχή σε τρία θεμελιώδη ερωτήματα:
1. Υπό ποιες γενικές συνθήκες προέκυψε η εξέγερση της Κρονστάνδης;
2. Ποιοι ήταν οι στόχοι του κινήματος;
3. Με ποια μέσα προσπάθησαν οι εξεγερμένοι να επιτύχουν αυτούς τους στόχους;
Οι μάζες και η γραφειοκρατία το 1920-21
Όλοι πλέον συμφωνούν ότι κατά τη διάρκεια του χειμώνα του 1920-1921 η ρώσικη επανάσταση περνούσε μια εξαιρετικά κρίσιμη φάση. Η επίθεση εναντίον της Πολωνίας είχε καταλήξει σε ήττα στη Βαρσοβία, η κοινωνική επανάσταση δεν είχε ξεσπάσει στη Δύση, η ρώσικη επανάσταση είχε απομονωθεί, η πείνα και η αποδιοργάνωση είχαν καταλάβει ολόκληρη τη χώρα. Ο κίνδυνος της αστικής παλινόρθωσης χτυπούσε την πόρτα της επανάστασης. Σε αυτή τη στιγμή της κρίσης οι διάφορες τάξεις και τα κόμματα που υπήρχαν μέσα στο επαναστατικό στρατόπεδο παρουσίασαν το καθένα τη δική του πρόταση για την επίλυσή της.
Η σοβιετική κυβέρνηση και οι ανώτεροι κύκλοι του Κομμουνιστικού Κόμματος εφάρμοσαν τη δική τους λύση για την αύξηση της δύναμης της γραφειοκρατίας. Η απόδοση εξουσιών στις Εκτελεστικές Επιτροπές, οι οποίες μέχρι τότε ανήκαν στα σοβιέτ, η αντικατάσταση της δικτατορίας της τάξης από τη δικτατορία του κόμματος, η μετατόπιση της εξουσίας ακόμα και μέσα στο κόμμα από τα μέλη του στα στελέχη του, η αντικατάσταση της διπλής εξουσίας της γραφειοκρατίας και των εργατών στο εργοστάσιο από τη μοναδική εξουσία της πρώτης -όλα αυτά έγιναν για να «σωθεί η Επανάσταση»! Ήταν εκείνη τη στιγμή που ο Μπουχάριν διατύπωσε την έκκλησή του για έναν «προλεταριακό Βοναπαρτισμό». Θέτοντας περιορισμούς στον εαυτό του, το προλεταριάτο θα διευκόλυνε, σύμφωνα με αυτόν, τον αγώνα ενάντια στην αστική αντεπανάσταση. Εδώ εκδηλωνόταν ήδη η τεράστια οιονεί μεσσιανική αυτοπεποίθηση της κομμουνιστικής γραφειοκρατίας.
Το ένατο και το δέκατο συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος, καθώς και το έτος που μεσολάβησε πέρασαν υπό την αιγίδα αυτής της νέας πολιτικής. Ο Λένιν την εφάρμοσε άκαμπτα, ο Τρότσκι την εξύμνησε. Η γραφειοκρατία απέτρεψε την αστική παλινόρθωση ... εξαλείφοντας τον προλεταριακό χαρακτήρα της επανάστασης. Ο σχηματισμός της Εργατικής Αντιπολίτευσης μέσα στο κόμμα, η οποία υποστηριζόταν όχι μόνο από την προλεταριακή φράξια μέσα στο ίδιο το κόμμα, αλλά και από τη μεγάλη μάζα των ανοργάνωτων εργατών, η γενική απεργία των εργατών της Πετρούπολης λίγο πριν από την εξέγερση της Κρονστάνδης και τέλος η ίδια η εξέγερση, εξέφρασαν τις προσδοκίες των μαζών που αισθάνονταν, λιγότερο ή περισσότερο ξεκάθαρα, ότι ένα «τρίτο μέρος» επρόκειτο να καταστρέψει τις Κατακτήσεις τους. Το κίνημα των φτωχών αγροτών υπό την ηγεσία του Μαχνό στην Ουκρανία ήταν το αποτέλεσμα παρόμοιας αντίστασης σε παρόμοιες συνθήκες. Αν οι αγώνες του 1920-1921 εξεταστούν υπό το φως του ιστορικού υλικού που είναι τώρα διαθέσιμο, εντυπωσιάζεται κανείς από τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι διάσπαρτες μάζες, πεινασμένες και εξασθενημένες από την οικονομική αποδιοργάνωση, είχαν ωστόσο τη δύναμη να διατυπώσουν για τον εαυτό τους με τέτοια ακρίβεια την κοινωνική και πολιτική τους θέση και ταυτόχρονα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους ενάντια στη γραφειοκρατία και την αστική τάξη.
Το πρόγραμμα της Κρονστάνδης
Δεν θα αρκεστούμε, όπως ο Τρότσκι, σε απλές δηλώσεις, γι’ αυτό υποβάλλουμε στους αναγνώστες το ψήφισμα που χρησίμευσε ως πρόγραμμα για το κίνημα της Κρονστάνδης. Το αναδημοσιεύουμε ολόκληρο, λόγω της τεράστιας ιστορικής του σημασίας. Υιοθετήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου από τους ναύτες του θωρηκτού Πετροπαυλόφσκ και στη συνέχεια έγινε αποδεκτό από όλους τους ναύτες, τους στρατιώτες και τους εργάτες της Κρονστάνδης.
Αφού άκουσε τους αντιπροσώπους που εξουσιοδοτήθηκαν από τη γενική συνέλευση του πληρώματος των πλοίων να αναφέρουν την κατάσταση στην Πετρούπολη, η συνέλευση αυτή λαμβάνει τις ακόλουθες αποφάσεις:
1. Δεδομένου ότι τα σημερινά Σοβιέτ δεν εκφράζουν τις επιθυμίες των εργατών και των αγροτών, να οργανωθούν άμεσα νέες εκλογές στα Σοβιέτ με μυστική ψηφοφορία και με μέριμνα να οργανωθεί ελεύθερη εκλογική προπαγάνδα για όλους τους εργάτες και τους αγρότες.
2. Να δοθεί ελευθερία λόγου και τύπου στους εργάτες και τους αγρότες, στους αναρχικούς και στα αριστερά σοσιαλιστικά κόμματα.
3. Να εξασφαλιστεί η ελευθερία του συνέρχεσθαι για τα εργατικά συνδικάτα και τις αγροτικές οργανώσεις.
4. Να συγκληθεί μη κομματική Συνδιάσκεψη των εργατών, των στρατιωτών του Κόκκινου Στρατού και των ναυτών της Πετρούπολης, της Κρονστάνδης και της περιφέρειας της Πετρούπολης, το αργότερο μέχρι τις 10 Μαρτίου 1921.
5. Να απελευθερωθούν όλοι οι πολιτικοί κρατούμενοι των σοσιαλιστικών κομμάτων καθώς και όλοι οι εργάτες, αγρότες, στρατιώτες και ναύτες που είναι φυλακισμένοι για πράξεις που συνδέονται με το εργατικό και αγροτικό κίνημα.
6. Να εκλεγεί μια Επιτροπή για να επανεξετάσει τις υποθέσεις όσων κρατούνται στις φυλακές και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
7. Να καταργηθούν όλα τα πολιτοντέλι [τμήματα πολιτικής προπαγάνδας του ΚΚΡ(μπ)], γιατί κανένα κόμμα δεν πρέπει να έχει ειδικά προνόμια για τη διάδοση των ιδεών του ή να λαμβάνει οικονομική υποστήριξη από την κυβέρνηση για τέτοιους σκοπούς. Αντ’ αυτού θα πρέπει να συσταθούν εκπαιδευτικές και πολιτιστικές επιτροπές, εκλεγμένες σε τοπικό επίπεδο και χρηματοδοτούμενες από την κυβέρνηση.
8. Να καταργηθούν αμέσως όλες οι ζαριγιαντιτέλνιγιε οτριάντι [ένοπλες μονάδες που επιτάσσουν σιτηρά από τους αγρότες].
9. Να εξισωθούν όλες οι μερίδες όλων όσων εργάζονται, με εξαίρεση όσους απασχολούνται σε επαγγέλματα επιβλαβή για την υγεία.
10. Να καταργηθούν τα κομμουνιστικά πολεμικά αποσπάσματα σε όλους τους κλάδους του στρατού, καθώς και οι κομμουνιστικές φρουρές που διατηρούνταν σε υπηρεσία σε μύλους και εργοστάσια. Εάν τέτοιες φρουρές ή πολεμικά αποσπάσματα κριθούν απαραίτητα, θα διορίζονται στο στρατό από τη βάση και στα εργοστάσια σύμφωνα με τις αποφάσεις των εργατών.
11. Να δοθεί στους αγρότες πλήρης ελευθερία στη διαχείριση της γης τους, καθώς και το δικαίωμα να διατηρούν βοοειδή, υπό τον όρο ότι οι αγρότες θα τα διαχειρίζονται με δικά τους μέσα, δηλαδή χωρίς να προσλαμβάνουν μισθωτούς εργάτες.
12. Να ζητηθεί από όλα τα τμήματα του στρατού, καθώς και από τους συντρόφους μας τους στρατιωτικούς κουρσάντι [δόκιμους] να συνταχθούν με τις αποφάσεις μας.
13. Να απαιτηθεί από τον Τύπο να δώσει την πληρέστερη δυνατή δημοσιότητα στα ψηφίσματά μας.
14. Να οριστεί μια περιοδεύουσα Επιτροπή Ελέγχου.
15. Να επιτραπεί η ελεύθερη βιοτεχνική παραγωγή [κουσταρνόγιε] που δεν χρησιμοποιεί μισθωτή εργασία.
Αυτές είναι πρωτόγονες διατυπώσεις, ανεπαρκείς χωρίς αμφιβολία, αλλά όλες τους εμποτισμένες με το πνεύμα του Οκτώβρη -και καμία συκοφαντία στον κόσμο δεν μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση τη στενή σχέση που υπάρχει μεταξύ αυτού του ψηφίσματος και των αισθημάτων που καθοδήγησαν τις απαλλοτριώσεις του 1917.
Το βάθος της αρχής που κινεί αυτό το ψήφισμα αποδεικνύεται από το γεγονός ότι εξακολουθεί να ισχύει σε μεγάλο βαθμό. Στην πραγματικότητα, μπορεί κανείς να το αντιτάξει τόσο στο καθεστώς του Στάλιν το 1938, όσο και σε εκείνο του Λένιν το 1921. Ακόμη περισσότερο: οι κατηγορίες του ίδιου του Τρότσκι εναντίον του καθεστώτος του Στάλιν αναπαράγουν μόνο, δειλά, είναι αλήθεια, τους ισχυρισμούς της Κρονστάνδης. Άλλωστε, ποιο άλλο πρόγραμμα που να είναι στοιχειωδώς σοσιαλιστικό θα μπορούσε να ορθωθεί ενάντια στη γραφειοκρατική ολιγαρχία εκτός από αυτό της Κρονστάνδης και της Εργατικής Αντιπολίτευσης;
Η εμφάνιση αυτού του ψηφίσματος καταδεικνύει τις στενές σχέσεις που υπήρχαν μεταξύ των κινημάτων της Πετρούπολης και της Κρονστάνδης. Η προσπάθεια του Τρότσκι να στρέψει τους εργάτες της Πετρούπολης εναντίον εκείνων της Κρονστάνδης, προκειμένου να επιβεβαιώσει το μύθο της αντεπαναστατικής φύσης του κινήματος της Κρονστάνδης, επιστρέφει στον ίδιο τον Τρότσκι: το 1921, ο Τρότσκι επικαλέστηκε την αναγκαιότητα κάτω από την οποία βρισκόταν ο Λένιν για να δικαιολογήσει την καταστολή της δημοκρατίας στα Σοβιέτ και στο κόμμα και κατηγόρησε τις μάζες μέσα και έξω από το κόμμα ότι συμπαθούσαν την Κρονστάνδη. Παραδέχτηκε λοιπόν ότι εκείνη την εποχή οι εργάτες της Πετρούπολης και η αντιπολίτευση αν και δεν είχαν αντισταθεί με τη δύναμη των όπλων, εντούτοις εξέφρασαν τη συμπάθειά τους στην Κρονστάνδη.
Ο μεταγενέστερος ισχυρισμός του Τρότσκι ότι «η εξέγερση εμπνεύστηκε από την επιθυμία να αποκτήσει ένα προνομιακό δελτίο» είναι ακόμα πιο άγριος. Έτσι, είναι ένας από αυτούς τους προνομιούχους ανθρώπους του Κρεμλίνου, οι μερίδες για τους οποίους ήταν πολύ καλύτερες από εκείνες των άλλων, που τολμά να εκτοξεύσει μια παρόμοια μομφή, και μάλιστα στους ίδιους ανθρώπους που στην παράγραφο 9 του ψηφίσματος τους, ζητούσαν ρητά την εξίσωση των μερίδων! Αυτή η λεπτομέρεια δείχνει την απελπιστική έκταση της γραφειοκρατικής τύφλωσης του Τρότσκι.
Τα άρθρα του Τρότσκι δεν αποκλίνουν ούτε κατ’ ελάχιστο από το μύθο που δημιούργησε πριν από καιρό η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος. Ο Τρότσκι σίγουρα αξίζει τα εύσημα της διεθνούς εργατικής τάξης για την άρνησή του από το 1928 να συνεχίσει να συμμετέχει στον γραφειοκρατικό εκφυλισμό και στις νέες «εκκαθαρίσεις» που ήταν προορισμένες να στερήσουν την Επανάσταση από όλα τα αριστερά στοιχεία της. Αξίζει ακόμα περισσότερο την υπεράσπιση ενάντια στις συκοφαντίες και τους δολοφόνους του Στάλιν. Αλλά όλα αυτά δεν δίνουν στον Τρότσκι το δικαίωμα να προσβάλλει τις εργαζόμενες μάζες του 1921. Αντιθέτως! Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, ο Τρότσκι πρέπει να παράσχει μια νέα εκτίμηση της πρωτοβουλίας που πάρθηκε στην Κρονστάνδη. Μια πρωτοβουλία μεγάλης ιστορικής αξίας, μια πρωτοβουλία που πάρθηκε από αγωνιστές της βάσης στον αγώνα ενάντια στην πρώτη αιματοβαμμένη «εκκαθάριση» που ανέλαβε η γραφειοκρατία.
Η στάση των Ρώσων εργατών κατά τη διάρκεια του τραγικού χειμώνα του 1920-1921 δείχνει ένα βαθύ κοινωνικό ένστικτο -και ένας ευγενής ηρωισμός ενέπνευσε τις εργατικές τάξεις της Ρωσίας όχι μόνο στο αποκορύφωμα της Επανάστασης αλλά και στην κρίση που την έθεσε σε θανάσιμο κίνδυνο.
Ούτε οι αγωνιστές της Κρονστάνδης, ούτε οι εργάτες της Πετρούπολης, ούτε οι τάξεις των κομμουνιστών μπόρεσαν να συγκεντρώσουν, είναι αλήθεια, εκείνο το χειμώνα την ίδια επαναστατική ενέργεια με εκείνη του 1917 έως 1919, αλλά ότι υπήρχε από σοσιαλισμό και επαναστατικό συναίσθημα στη Ρωσία του 1921 το κατείχε η βάση. Στεκόμενοι απέναντί της, ο Λένιν και ο Τρότσκι, σε συμφωνία με τον Στάλιν, με τον Ζινόβιεφ, τον Καγκάνοβιτς και άλλους, ανταποκρίθηκαν στις επιθυμίες και εξυπηρέτησαν τα συμφέροντα των γραφειοκρατικών στελεχών. Οι εργάτες αγωνίστηκαν για το σοσιαλισμό τον οποίο η γραφειοκρατία ήταν ήδη σε διαδικασία να διαλύσει. Αυτό είναι το θεμελιώδες σημείο του όλου προβλήματος.
Η Κρονστάνδη και η ΝΕΠ
Ο κόσμος συχνά πιστεύει ότι η Κρονστάνδη επέβαλε την εισαγωγή της Νέας Οικονομικής Πολιτικής (ΝΕΠ) – ένα βαθύτατο λάθος. Το ψήφισμα της Κρονστάνδης τάχθηκε υπέρ της υπεράσπισης των εργαζομένων, όχι μόνο ενάντια στον γραφειοκρατικό καπιταλισμό του κράτους, αλλά και ενάντια στην αποκατάσταση του ιδιωτικού καπιταλισμού. Αυτή την αποκατάσταση ζητούσαν -σε αντίθεση με την Κρονστάνδη- οι σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι τη συνδύαζαν με ένα καθεστώς πολιτικής δημοκρατίας. Και ήταν ο Λένιν και ο Τρότσκι που την πραγματοποίησαν σε μεγάλο βαθμό (αλλά χωρίς πολιτική δημοκρατία) με τη μορφή της ΝΕΠ. Το ψήφισμα της Κρονστάνδης διακήρυττε το αντίθετο, αφού τάχθηκε ενάντια στην απασχόληση μισθωτής εργασίας στη γεωργία και τη μικρή βιομηχανία. Αυτό το ψήφισμα, και το κίνημα που το στήριζε, επεδίωκε μια επαναστατική συμμαχία των προλετάριων και των αγροτών εργατών με τα φτωχότερα τμήματα των εργαζομένων της υπαίθρου, ώστε η επανάσταση να εξελιχθεί προς το σοσιαλισμό. Η ΝΕΠ, από την άλλη πλευρά, ήταν μια ένωση των γραφειοκρατών με τα ανώτερα στρώματα του χωριού ενάντια στο προλεταριάτο – ήταν η συμμαχία του κρατικού καπιταλισμού και του ιδιωτικού καπιταλισμού ενάντια στο σοσιαλισμό. Η ΝΕΠ είναι τόσο αντίθετη στα αιτήματα της Κρονστάνδης όσο, για παράδειγμα, το επαναστατικό σοσιαλιστικό πρόγραμμα της πρωτοπορίας των ευρωπαίων εργατών για την κατάργηση του συστήματος των Βερσαλλιών, είναι αντίθετο στην κατάργηση της Συνθήκης των Βερσαλλιών που πέτυχε ο Χίτλερ.
Ας εξετάσουμε, τέλος, μια τελευταία κατηγορία που συνήθως κυκλοφορεί: ότι μια δράση όπως αυτή της Κρονστάνδης θα μπορούσε έμμεσα να έχει απελευθερώσει τις δυνάμεις της αντεπανάστασης. Είναι όντως πιθανό ότι ακόμη και με την τοποθέτησή της στη βάση της εργατικής δημοκρατίας η επανάσταση θα μπορούσε να είχε ανατραπεί -αλλά το βέβαιο είναι ότι χάθηκε, και ότι χάθηκε εξαιτίας της πολιτικής των ηγετών της. Η καταστολή της Κρονστάνδης, η καταστολή της δημοκρατίας των εργατών και των σοβιέτ από το ρώσικο κομμουνιστικό κόμμα, η εξάλειψη του προλεταριάτου από τη διοίκηση της βιομηχανίας και η εισαγωγή της ΝΕΠ, σήμαιναν ήδη το θάνατο της επανάστασης.
Ήταν ακριβώς το τέλος του εμφυλίου πολέμου που παρήγαγε τη διάσπαση της μετεπαναστατικής κοινωνίας σε δύο θεμελιώδεις ομάδες: τις εργαζόμενες μάζες και τη γραφειοκρατία. Όσον αφορά τις σοσιαλιστικές και διεθνιστικές της φιλοδοξίες, η Ρώσικη Επανάσταση καταπνίγηκε: στις εθνικιστικές, γραφειοκρατικές και κρατικοκαπιταλιστικές τάσεις της, αναπτύχθηκε και εδραιώθηκε.
Από αυτό το σημείο και μετά, και σε αυτή τη βάση, κάθε χρόνο όλο και πιο ξεκάθαρα, η τόσο συχνά αναφερόμενη αποκήρυξη της ηθικής από τους Μπολσεβίκους πήρε μια εξέλιξη που έπρεπε να οδηγήσει στις δίκες της Μόσχας. Η αμείλικτη λογική των πραγμάτων εκδηλώθηκε. Ενώ οι επαναστάτες, παραμένοντας τέτοιοι μόνο στα λόγια, ολοκλήρωσαν στην πραγματικότητα το έργο της αντίδρασης και της αντεπανάστασης, αναγκάστηκαν, αναπόφευκτα, να καταφύγουν στο ψέμα, στη συκοφαντία και τη νοθεία. Αυτό το σύστημα του γενικευμένου ψεύδους είναι το αποτέλεσμα και όχι η αιτία του διαχωρισμού του μπολσεβίκικου κόμματος από το σοσιαλισμό και από το προλεταριάτο. Για να επιβεβαιώσω αυτή τη δήλωση, θα παραθέσω τη μαρτυρία σχετικά με την Κρονστάνδη από ανθρώπους που συνάντησα στη Σοβιετική Ρωσία.
«Οι άνδρες της Κρονστάνδης! Είχαν απόλυτο δίκιο, επενέβησαν για να υπερασπιστούν τους εργάτες της Πετρούπολης: ήταν μια τραγική παρεξήγηση από την πλευρά του Λένιν και του Τρότσκι, που αντί να συμφωνήσουν μαζί τους, τους απάντησαν με πόλεμο», μου είπε ο Ντσ. το 1932. Ήταν ένας μη κομματικός εργάτης στην Πετρούπολη το 1921, τον οποίο γνώρισα στο στρατόπεδο πολιτικής απομόνωσης στο Βερχνέ-Ουράλσκ ως τροτσκιστή.
«Είναι μύθος ότι, από κοινωνική άποψη, η Κρονστάνδη του 1921 είχε εντελώς διαφορετικό πληθυσμό από εκείνον του 1917», μου είπε ένας άλλος άνθρωπος από την Πετρούπολη, ο Dv., στη φυλακή. Το 1921 ήταν μέλος της κομμουνιστικής νεολαίας, και φυλακίστηκε το 1932 ως «ντεσιστής» (μέλος της ομάδας των Δημοκρατικών Συγκεντρωτιστών του Σαπρόνοφ).
Είχα επίσης την ευκαιρία να γνωρίσω έναν από τους πιο αποτελεσματικούς συμμετέχοντες στην εξέγερση της Κρονστάνδης. Ήταν ένας παλιός ναυπηγός μηχανικός, κομμουνιστής από το 1917, ο οποίος, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, είχε πάρει ενεργό μέρος, διευθύνοντας κάποια στιγμή την Τσέκα σε μια επαρχία κάπου στον Βόλγα, και βρέθηκε το 1921 στην Κρονστάνδη ως πολιτικός κομισάριος στο πολεμικό πλοίο Μαράτ (πρώην Πετροπαυλόφσκ). Όταν τον είδα, το 1930, στις φυλακές του Λένινγκραντ, είχε μόλις περάσει τα προηγούμενα οκτώ χρόνια στα νησιά Σολοβιέτσκι.
Οι μέθοδοι του αγώνα
Οι εργάτες της Κρονστάνδης επεδίωκαν επαναστατικούς στόχους στον αγώνα ενάντια στις αντιδραστικές τάσεις της γραφειοκρατίας και χρησιμοποίησαν καθαρές και τίμιες μεθόδους. Αντίθετα, η γραφειοκρατία συκοφάντησε απεχθώς το κίνημά τους, προσποιούμενη ότι ηγείτο σε αυτό ο στρατηγός Κοζλόφσκι. Στην πραγματικότητα, οι άνδρες της Κρονστάνδης επιθυμούσαν ειλικρινά, ως σύντροφοι, να συζητήσουν τα επίμαχα ζητήματα με τους εκπροσώπους της κυβέρνησης. Η δράση τους, αρχικά, είχε αμυντικό χαρακτήρα – αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο δεν κατέλαβαν εγκαίρως το Οράνιενμπουμ, που βρίσκεται στην ακτή απέναντι από την Κρονστάνδη.
Από την αρχή, οι γραφειοκράτες της Πετρούπολης έκαναν χρήση του συστήματος των ομήρων, συλλαμβάνοντας τις οικογένειες των ναυτών, των στρατιωτών του Κόκκινου Στρατού και των εργατών της Κρονστάνδης που ζούσαν στην Πετρούπολη, επειδή είχαν συλληφθεί αρκετοί κομισάριοι στην Κρονστάνδη – κανένας από τους οποίους δεν είχε εκτελεστεί. Η είδηση της σύλληψης των ομήρων έγινε γνωστή στην Κρονστάνδη μέσω φυλλαδίων που έπεφταν από αεροπλάνα. Στην απάντησή της μέσω ραδιοφώνου, η Κρονστάνδη δήλωσε στις 7 Μαρτίου «ότι δεν επιθυμούσε να μιμηθεί την Πετρούπολη, καθώς θεωρούσε ότι μια τέτοια πράξη, ακόμη και όταν πραγματοποιείται με περίσσευμα απελπισίας και μίσους, είναι από κάθε άποψη η πιο ντροπιαστική και η πιο δειλή. Η ιστορία δεν έχει γνωρίσει ακόμη παρόμοια διαδικασία». Η νέα κυβερνητική κλίκα κατανοούσε πολύ καλύτερα από τους «αντάρτες» της Κρονστάνδης τη σημασία του κοινωνικού αγώνα που ξεκινούσε, το βάθος του ταξικού ανταγωνισμού που τη χώριζε από τους εργάτες. Σε αυτό έγκειται η τραγωδία των επαναστάσεων κατά την περίοδο της παρακμής τους.
Αλλά ενώ η στρατιωτική σύγκρουση επιβλήθηκε στην Κρονστάνδη, βρήκαν ωστόσο τη δύναμη να διατυπώσουν το πρόγραμμα για την «τρίτη επανάσταση», που παραμένει από τότε το πρόγραμμα του ρωσικού σοσιαλισμού του μέλλοντος.
Επίλογος
Υπάρχουν λόγοι για να σκεφτούμε ότι δεδομένου του συσχετισμού μεταξύ των δυνάμεων του προλεταριάτου και της αστικής τάξης, του σοσιαλισμού και του καπιταλισμού, που υπήρχε στη Ρωσία και την Ευρώπη στις αρχές του 1921, ο αγώνας για τη σοσιαλιστική ανάπτυξη της Ρωσικής Επανάστασης ήταν καταδικασμένος σε ήττα. Σε αυτές τις συνθήκες το σοσιαλιστικό πρόγραμμα των μαζών δεν μπορούσε να κυριαρχήσει: έπρεπε να εξουσιάζεται από το θρίαμβο της αντεπανάστασης, είτε αυτή ήταν ανοιχτά διακηρυγμένη είτε καμουφλαρισμένη κάτω από μια όψη εκφυλισμού (όπως έχει παραχθεί στην πραγματικότητα).
Αλλά μια τέτοια αντίληψη της προόδου της Ρωσικής Επανάστασης δεν μειώνει στο ελάχιστο, σε επίπεδο αρχής, την ιστορική σημασία του προγράμματος και των προσπαθειών των εργαζόμενων μαζών. Αντίθετα, το πρόγραμμα αυτό αποτελεί το σημείο εκκίνησης από το οποίο θα ξεκινήσει ένας νέος κύκλος στην επαναστατική σοσιαλιστική ανάπτυξη. Στην πραγματικότητα, κάθε νέα επανάσταση ξεκινά όχι από τη βάση από την οποία ξεκίνησε η προηγούμενη, αλλά από το σημείο στο οποίο η επανάσταση πριν από αυτήν είχε υποστεί μια ηθική οπισθοδρόμηση.
Η εμπειρία του εκφυλισμού της Ρωσικής Επανάστασης θέτει εκ νέου ενώπιον της συνείδησης του διεθνούς σοσιαλισμού ένα εξαιρετικά σημαντικό κοινωνιολογικό πρόβλημα. Στη Ρωσική Επανάσταση, όπως και σε δύο άλλες μεγάλες επαναστάσεις, αυτές της Αγγλίας και της Γαλλίας, για ποιόν λόγο η αντεπανάσταση θριάμβευσε εκ των έσω, τη στιγμή που οι επαναστατικές δυνάμεις είχαν εξαντληθεί, και με τη βοήθεια του ίδιου του επαναστατικού κόμματος («εκκαθαρισμένου», είναι αλήθεια, από τα αριστερά του στοιχεία); Ο μαρξισμός πιστεύει ότι η σοσιαλιστική επανάσταση, αφού ξεκινήσει, είτε θα εξασφαλίσει μια σταδιακή και συνεχή ανάπτυξη προς τον ολοκληρωμένο σοσιαλισμό, είτε θα ηττηθεί με τη μεσολάβηση της αστικής παλινόρθωσης.
Συνολικά, η Ρωσική Επανάσταση θέτει με εντελώς νέο τρόπο το πρόβλημα του μηχανισμού της σοσιαλιστικής επανάστασης. Το ζήτημα αυτό πρέπει να γίνει πρωταρχικό στη διεθνή συζήτηση. Σε μια τέτοια συζήτηση το πρόβλημα της Κρονστάνδης μπορεί και πρέπει να έχει μια θέση που του αξίζει.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Anton Ciliga, « L’insurrection de Cronstadt et la destinée de la Révolution russe », La Révolution prolétarienne, τεύχος 278, 10 Σεπτεμβρίου 1938. Αναδημοσίευση: BIBLIOthèque LIBertaire, http://kropot.free.fr/Ciliga-Cronstadt.htm.
Η αγγλική μετάφραση: Ante Ciliga, “The Kronstadt Revolt”, Marxists Internet Archive, 21 Αυγούστου 2010, https://www.marxists.org/archive/ciliga/1938/kronstadt.htm.
Σημειώσεις
[1] Leon Trotsky, “Hue and Cry Over Kronstadt” [Ιανουάριος 1938], The New International, τόμος 4, τεύχος 4, Απρίλιος 1938, σσ. 103–106. Διαθέσιμο στο Marxists Internet Archive, 2003, https://www.marxists.org/archive/trotsky/1938/01/kronstadt.htm [Λέον Τρότσκι, «Η κατακραυγή γιο την Κροστάνδη», στο Λέον Τρότσκι, Για τον Αναρχισμό, Αλλαγή, Αθήνα].