Πρωτομαγιά 1919. Κρεμλίνο, Κόκκινη Πλατεία.
Paul Le Blanc
Μια εισαγωγή στον Λένιν και τον λενινισμό
Η έννοια του «λενινισμού» είναι εδώ και πολλά χρόνια αμφιλεγόμενη. Είναι ένας «-ισμός» που έχει στοχοποιηθεί όχι μόνο από όλους τους εχθρούς της επανάστασης, αλλά και από πολλούς που υποστηρίζουν την επαναστατική μετάβαση σε μια μελλοντική κοινωνία της ελευθερίας και της ισότητας.
Και, σε τελική ανάλυση, ο ίδιος ο Λένιν δεν αποκάλεσε ποτέ τον εαυτό του «λενινιστή». Έβλεπε τον εαυτό του ως οπαδό του Καρλ Μαρξ, ασπαζόμενος την κεντρική μαρξιστική αντίληψη ότι ούτε ο σοσιαλισμός ούτε οι πραγματικοί αγώνες της εργατικής τάξης μπορούν να θριαμβεύσουν αν δεν συγχωνευτούν μαζί.
Ποιος ήταν λοιπόν αυτός ο άνθρωπος και ποιες ήταν οι ιδέες του;
Τα πρώτα χρόνια
Ο Βλαντιμίρ Ίλιτς Ουλιάνοφ (1870-1924) ήταν γνωστός στους στενούς του φίλους ως «Βολόντια» και, ειδικά όσο περνούσε ο καιρός, ως «Ίλιτς» – αλλά ο κόσμος τον γνώρισε ως Λένιν, το επαναστατικό ψευδώνυμο που άρχισε να χρησιμοποιεί στις αρχές της δεκαετίας του 1900. Έγινε ένας από τους μεγαλύτερους επαναστάτες ηγέτες του 20ού αιώνα – και ενώ οι διαμάχες εξακολουθούν να μαίνονται γύρω από την αξία των ιδεών και του παραδείγματός του, οι επαναστάτες αγωνιστές σε όλο τον κόσμο συνεχίζουν να μαθαίνουν από όσα είπε, έγραψε και έκανε.
Όλα τα αδέλφια του –μια μεγαλύτερη αδελφή, ένας μεγαλύτερος αδελφός, δύο μικρότερες αδελφές και ένας μικρότερος αδελφός– παρασύρθηκαν, όπως και ο ίδιος, στο επαναστατικό κίνημα.
Ο μεγαλύτερος αδελφός του Λένιν πέθανε ως μάρτυρας επειδή συμμετείχε σε συνωμοσία για τη δολοφονία του τυράννου μονάρχη της ρωσικής αυτοκρατορίας. Η αυτοκρατορία επέτρεψε στη ρωσική απολυταρχία να καταπιέζει επικερδώς δεκάδες εθνικές και εθνοτικές ομάδες, γεγονός που της έδωσε τον χαρακτηρισμό «φυλακή των εθνών». Η καταπίεση εξαπλώθηκε επίσης στις θρησκευτικές μειονότητες (η επίσημη κρατική θρησκεία ήταν η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία), στους φιλελεύθερα σκεπτόμενους διανοούμενους και στους εξεγερμένους φοιτητές και κυρίως στις εργαζόμενες τάξεις της αυτοκρατορίας.
Ο απόλυτος μονάρχης, γνωστός ως Τσάρος, είχε τις ρίζες του σε ένα ελίτ στρώμα κληρονομικών ευγενών που ζούσαν μια μεγαλοπρεπή ζωή από την εκμετάλλευση εκατομμυρίων εξαθλιωμένων αγροτών – το 80% του πληθυσμού που δούλευε τη γη. Με την ημι–φεουδαρχική ελίτ ήταν συνυφασμένο ένα αυξανόμενο στρώμα επιχειρηματιών –εμπόρων, εργοστασιάρχων, τραπεζιτών– οι οποίοι επένδυσαν κεφάλαια κυρίως στη ραγδαία διαδικασία εκβιομηχάνισης που είχε αρχίσει να μεταμορφώνει τη Ρωσία.
Αυτή η διαδικασία μετέτρεπε τη ρωσική οικονομία όλο και περισσότερο σε καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και δημιούργησε μια αυξανόμενη εργατική τάξη, η οποία αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό από άνδρες και γυναίκες με αγροτικό υπόβαθρο, που βρήκαν εργασία στα πολλαπλασιαζόμενα εργοστάσια και έφτασαν να αντιπροσωπεύουν περίπου το 10% του πληθυσμού.
Ο Λένιν έγραψε μια τεράστια μελέτη, Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία[1], τη δεκαετία του 1890, εν μέρει ενώ βρισκόταν στη φυλακή και στην «εσωτερική εξορία» στη ρωσική ενδοχώρα. Ήταν επηρεασμένος από τις επαναστατικές ιδέες του Καρλ Μαρξ που καθοδηγούσαν τα αναπτυσσόμενα σοσιαλιστικά και εργατικά κινήματα της Ευρώπης εκείνη την εποχή.
Ο Λένιν είχε μπλέξει σε μπελάδες επειδή συμμετείχε σε διαδηλώσεις, ενώ ήταν ακόμα φοιτητής, και ακόμη και μετά την αποφοίτησή του με πτυχίο νομικής, συγκρούστηκε με τις αρχές χάρη στη όλο και μεγαλύτερη ανάμειξή του σε επαναστατικές δραστηριότητες. Αυτές περιελάμβαναν εκπαιδευτικές, αγωνιστικές και πρακτικές προσπάθειες για λογαριασμό του πρώιμου εργατικού κινήματος της Ρωσίας.
Εκείνη την περίοδο συνδέθηκε με τη Ναντέζντα Κρούπσκαγια, μια νεαρή δασκάλα που είχε επίσης αφιερώσει τη ζωή της στο επαναστατικό σοσιαλιστικό κίνημα. Ενώ ο ίδιος είχε καταδικαστεί σε εσωτερική εξορία, οι δύο τους παντρεύτηκαν. Μαζί, συμμετείχαν στο εμβρυακό Ρωσικό Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα (ΡΣΔΕΚ).
Εκτός του ότι έπαιξε κρίσιμο οργανωτικό ρόλο στην ανάπτυξη του εξελισσόμενου ρωσικού μαρξιστικού κινήματος, στα τέλη της δεκαετίας του 1920, η Κρούπσκαγια θα γράψει μια πολύτιμη ιστορία αυτού του κινήματος, τις Αναμνήσεις για τον Λένιν[2], από τη σκοπιά των ιδεών και των δραστηριοτήτων του Λένιν. (Πιο πρόσφατες και συντομότερες εισαγωγές στη ζωή και το έργο του Λένιν μπορείτε να βρείτε στο βιβλίο του Lars Lih, Λένιν[3] και στο δικό μου Ανολοκλήρωτος λενινισμός[4]).
Ξεκινώντας την οργάνωση
Ο νεαρός Λένιν ήταν πεπεισμένος ότι ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα μπορούσε να αναπτυχθεί ένα σοβαρό επαναστατικό κίνημα στη Ρωσία ήταν η δημιουργία συλλογικοτήτων σοβαρών στοχαστών και ανθρώπων της πράξης –αγωνιστών– που είχαν δεσμευτεί να κατανοήσουν την πραγματικότητα για να την αλλάξουν προς το καλύτερο.
Ωστόσο, υπήρχαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των αγωνιστών σχετικά με το πώς να προχωρήσουν από το καταπιεστικό παρόν στο επιθυμητό μέλλον. Ορισμένοι υποστήριζαν ότι η Ρωσία μπορούσε και έπρεπε να κάνει μια παράκαμψη γύρω από τον καπιταλισμό, πυροδοτώντας μια επαναστατική εξέγερση μεταξύ της αγροτικής πλειοψηφίας μέσω της προσφυγής σε μεμονωμένες τρομοκρατικές ενέργειες κατά των τσαρικών αρχών. Άλλοι υποστήριξαν ότι, στην πραγματικότητα, ο καπιταλισμός θα ήταν ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός για τη Ρωσία και ότι οι αγώνες –συχνά προσεκτικοί και μετριοπαθείς– θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν για να γίνει η μετάβαση από τον τσαρισμό σε μια καπιταλιστική δημοκρατία.
Ο Λένιν διαφωνούσε έντονα με αυτούς τους επαναστάτες λαϊκιστές, από τη μια πλευρά, και τους φιλελεύθερους δημοκράτες από την άλλη. Αντίθετα, υποστήριξε –μαζί με άλλους που προσπαθούσαν να εφαρμόσουν τις μαρξιστικές ιδέες στη ρωσική πραγματικότητα– ότι μόνο η εργατική τάξη θα ήταν ικανή να ηγηθεί ενός συνεπούς αγώνα για γνήσια πολιτική δημοκρατία και για την οικονομική δημοκρατία του σοσιαλισμού.
Αλλά ακόμη και μέσα στη μαρξιστική πολιτική συλλογικότητα στην οποία εντάχθηκε ο Λένιν, το ΡΣΔΕΚ, υπήρχαν σημαντικές διαφαινόμενες διαφορές που έπρεπε να συζητηθούν και να αντικρουστούν.
Κάποιοι ονομάστηκαν «οικονομιστές» επειδή υποστήριζαν ότι οι μαρξιστές θα έπρεπε να περιορίσουν την αγωνιστική τους δράση μεταξύ των εργατών σε οικονομικά ζητήματα (δημιουργία συνδικάτων κ.λπ.), επιτρέποντας στους φιλοκαπιταλιστές φιλελεύθερους να ηγηθούν του αγώνα για πολιτική δημοκρατία, αφού μια καπιταλιστική δημοκρατία θα επέτρεπε την μελλοντική ανάπτυξη οικονομικής αφθονίας και μια πλειοψηφία εργατικής τάξης που θα ήταν ικανή να φέρει το σοσιαλισμό.
Στην πολεμική του 1902 Τι να κάνουμε;[5] ο Λένιν υποστήριξε, μεταξύ άλλων, ότι το ΡΣΔΕΚ πρέπει να ασχοληθεί σοβαρά με την οργάνωση μιας μαρξιστικής πολιτικής ηγεσίας που θα ηγείται των αγώνων ενάντια σε όλες τις μορφές καταπίεσης, όχι απλώς στα οικονομικά ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι εργάτες.
Οι επαναστατικές ομάδες που είναι άξιες του ονόματός τους, σύμφωνα με τον Λένιν, πρέπει να στέκονται ως
«αντιπρόσωπος λαού... ικανός να αντιδράσει σε κάθε εκδήλωση τυραννίας και καταπίεσης, όπου κι αν παρουσιάζονται, όποιο στρώμα ή τάξη του λαού κι αν αφορούν... ικανός να συνοψίζει όλες αυτές τις εκδηλώσεις σε μια ενιαία εικόνα αστυνομικής βίας και καπιταλιστικής εκμετάλλευσης... για να εξηγεί σε όλους και όλες την κοσμοϊστορική σημασία του απελευθερωτικού αγώνα του προλεταριάτου.»[6]
Άλλοι στο ΡΣΔΕΚ, αν και δεν έφτασαν τόσο μακριά όσο οι «οικονομιστές», υποστήριξαν ότι μια πολιτικά και οικονομικά οργανωμένη εργατική τάξη θα έπρεπε να σχηματίσει μια συμμαχία με τους καπιταλιστές.
Ο Λένιν, από την άλλη πλευρά, υποστήριζε ότι μόνο μια συμμαχία εργατών και αγροτών, που θα περιλάμβανε την πλειοψηφία των εργαζόμενων μαζών της χώρας, θα ήταν ικανή να προωθήσει μια ολοκληρωμένη επανάσταση που θα ανέτρεπε τον τσαρισμό. Οι καπιταλιστές, υποστήριξε, θα φοβόντουσαν μια εξεγερμένη εργατική τάξη, και θα προτιμούσαν αντίθετα να κάνουν συμφωνίες με τον Τσάρο, τη γαιοκτημονική αριστοκρατία και τις ένοπλες δυνάμεις της παλιάς τάξης.
Μόνο οι εργάτες και οι αγρότες θα πήγαιναν μέχρι τέλους – και το εργατικό κίνημα θα έπρεπε να παρέχει την ηγεσία, σε αυτή τη συμμαχία εργατών και αγροτών, για να πραγματοποιήσει τη δημοκρατική επανάσταση. Αυτό ήταν ένα σημείο-κλειδί στην πολεμική του 1905 Δύο τακτικές της σοσιαλδημοκρατίας στη δημοκρατική επανάσταση[7]. (Κάποιοι που διαφωνούσαν μαζί του τον κατηγόρησαν ότι ήθελε μια αστική επανάσταση χωρίς –και ενάντια!– στην αστική τάξη).
Ο Λέον Τρότσκι συμφώνησε με τον Λένιν σχετικά με τη συμμαχία εργατών-αγροτών, αλλά προχώρησε παραπέρα, λέγοντας ότι μια εργατική επανάσταση, υποστηριζόμενη από την αγροτιά, λογικά και αναγκαστικά θα εγκαθίδρυε την πολιτική εξουσία της εργατικής τάξης και θα κατέληγε σε μια σοσιαλιστική κατεύθυνση, η οποία θα υποστηριζόταν από την εξάπλωση των σοσιαλιστικών επαναστάσεων της εργατικής τάξης σε άλλες χώρες.
Ο Λένιν, μαζί με τους περισσότερους άλλους Ρώσους μαρξιστές, διαφώνησε έντονα με αυτή τη θεωρία της «διαρκούς επανάστασης», αν και μέχρι το 1917 και η δική του σκέψη είχε μετατοπιστεί προς παρόμοια κατεύθυνση.
Μπολσεβίκοι και Μενσεβίκοι
Ένα σημαντικό τμήμα του ΡΣΔΕΚ συμφώνησε με τον Λένιν σε αυτά και σε άλλα ζητήματα και συσπειρώθηκε μαζί του στην παράταξη των Μπολσεβίκων, ενώ τα περισσότερα μέλη του ΡΣΔΕΚ που διαφωνούσαν μαζί του ανήκαν στην παράταξη των Μενσεβίκων. (Μπολσεβίκοι σήμαινε «πλειοψηφία» και μενσεβίκοι σήμαινε «μειοψηφία», αν και μερικές φορές η πραγματική πλειοψηφία των μελών του κόμματος ταλαντευόταν προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση).
Η αντίληψη των Μενσεβίκων για μια εργατική-καπιταλιστική συμμαχία, σε αντίθεση με την προσήλωση των Μπολσεβίκων σε μια συμμαχία εργατών-αγροτών, ήταν μια ουσιαστική απόκλιση. Μια άλλη ήταν σχετικά με τη φύση και τη λειτουργία της επαναστατικής οργάνωσης.
Η έννοια του «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού» –που συχνά χαρακτηρίζεται ως το σύνθημα του λενινισμού– διατυπώθηκε για πρώτη φορά με μεγαλύτερη σαφήνεια, στο πλαίσιο του ρωσικού κινήματος, από τους Μενσεβίκους. Αλλά και οι Μπολσεβίκοι την υιοθέτησαν αμέσως, και μπορεί να υποστηριχθεί ότι πήραν την ιδέα πιο σοβαρά.
Ο βασικός ορισμός του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού είναι «ελευθερία της συζήτησης, ενότητα στη δράση». Με άλλα λόγια, οι αποφάσεις σχετικά με τις δραστηριότητες μιας επαναστατικής οργάνωσης αναπτύσσονται μέσα από μια δημοκρατική διαδικασία, στην οποία πρέπει να διατυπώνονται και να εξετάζονται όλες οι απόψεις, αλλά στη συνέχεια πρέπει να εφαρμόζονται. Το αντίθετο θα παραβίαζε τη δημοκρατία.
Περισσότερες από μία φορές, ωστόσο, μια απόφαση που προέκυψε μέσα από μια σοβαρή συζήτηση και μια δημοκρατική ψηφοφορία απορρίφθηκε ανοιχτά και περιφρονήθηκε από τους Μενσεβίκους. Ο Λένιν –ο οποίος επέμενε ότι τα επαναστατικά στελέχη έπρεπε να αφιερώσουν «ολόκληρη τη ζωή τους» στον επαναστατικό αγώνα και όχι απλώς να τον αντιμετωπίζουν ως χόμπι για τα «ελεύθερα βράδια»– καταλάβαινε ότι αυτός ο μη σοβαρός τρόπος δράσης θα αποδιοργάνωνε σε βάθος το έργο της πραγματοποίησης της επανάστασης.
Το 1912, αυτό είχε οδηγήσει σε μια μόνιμη οργανωτική διάσπαση μεταξύ των Μπολσεβίκων και των Μενσεβίκων.
Ακόμα και πριν από αυτό, ωστόσο, υπήρχε επίσης ένα ρήγμα εντός της οργάνωσης των Μπολσεβίκων, ιδιαίτερα μετά τις τεράστιες, αλλά αποτυχημένες, επαναστατικές εξεγέρσεις του 1905. Έντονες διαφορές προέκυψαν γύρω από τη σχέση μεταρρύθμισης και επανάστασης – με τον Λένιν να επιμένει ότι οι αγώνες για την κοινωνική μεταρρύθμιση ήταν απαραίτητοι για την οικοδόμηση ενός μαζικού εργατικού κινήματος ικανού να ηγηθεί μιας νικηφόρας επανάστασης στο μέλλον. Η αντιπαράθεση της επανάστασης με τις «απλές μεταρρυθμίσεις» –και του ένοπλου αγώνα και της υπεραριστερής εχθρότητας προς τις συνδικαλιστικές δραστηριότητες και την εκλογική δραστηριότητα– θα συνέχιζε να αναδύεται στο επαναστατικό κίνημα, ακόμη και εκτός Ρωσίας, κάνοντας τον Λένιν να γράψει το 1920 το μεταγενέστερο κλασικό έργο του Ο «Αριστερισμός», παιδική αρρώστια του Κομμουνισμού[8].
Από το 1905 έως το 1917, στην περίοδο μεταξύ της αποτυχημένης επανάστασης της Ρωσίας του 1905 και των επαναστατικών θριάμβων του 1917 –πρώτα, η ανατροπή του Τσαρισμού τον Φεβρουάριο/Μάρτιο, και στη συνέχεια η εγκαθίδρυση μιας εργατικής δημοκρατίας βασισμένης στα δημοκρατικά συμβούλια, ή σοβιέτ, των εργατών, στρατιωτών και αγροτών τον Οκτώβριο/Νοέμβριο– ο ρόλος του Λένιν ως θεωρητικού της επανάστασης διευρύνθηκε καταλυτικά. Η επιμονή του στην αναγκαιότητα της πολιτικής ανεξαρτησίας της εργατικής τάξης και στην ανάγκη για την υπεροχή (ή ηγεμονία) της εργατικής τάξης, αν πρόκειται να θριαμβεύσουν οι δημοκρατικοί και μεταρρυθμιστικοί αγώνες, συνδυάζεται με την προσέγγισή του στις κοινωνικές συμμαχίες (όπως η συμμαχία εργατών και αγροτών) ως βασική πτυχή του επαναστατικού αγώνα.
Βρίσκουμε επίσης την ανάπτυξη της τακτικής του ενιαίου μετώπου, στην οποία διαφορετικές πολιτικές δυνάμεις μπορούν να συνεργαστούν για κοινούς στόχους, χωρίς οι επαναστατικές οργανώσεις να υπονομεύουν την δυνατότητά τους να θέτουν αποτελεσματικές εναλλακτικές λύσεις στο καπιταλιστικό status quo.
Εν τω μεταξύ, οι βαθιές αναλύσεις του για την καπιταλιστική ανάπτυξη, τον ιμπεριαλισμό και τον εθνικισμό χρησιμοποιούν, επεκτείνουν και σε κάποιο βαθμό εμπλουτίζουν, τις αναλύσεις του ίδιου του Μαρξ.
Ο Λένιν αναγκάστηκε να ασχοληθεί με αυτό μπροστά στη φρικτή συμφορά του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, που ξεκίνησε το 1914. Η κλασική εκλαΐκευση του Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού (1916)[9] υποστηρίζει ότι η αιματηρή σύγκρουση προκλήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τη φυσική εξέλιξη του καπιταλισμού σε ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς – με τις ανταγωνιζόμενες καπιταλιστικές δυνάμεις να αναπτύσσουν έναν αδηφάγο οικονομικό επεκτατισμό (αναζητώντας αγορές, πρώτες ύλες και επενδυτικές ευκαιρίες) σε παγκόσμια κλίμακα, υποστηριζόμενες από τεράστιους στρατιωτικούς μηχανισμούς.
Ο έντονα διεθνιστικός προσανατολισμός του Λένιν αγκαλιάζει σε αυτά τα κείμενα τους εργάτες και τους καταπιεσμένους λαούς όλου του κόσμου. Αντιμετωπίζοντας το ζήτημα του εθνικισμού, έκανε σημαντικές διακρίσεις μεταξύ του εθνικισμού των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, τον οποίο θεωρούσε καταπιεστικό και αντιδραστικό, και του εθνικισμού των καταπιεσμένων λαών που αγωνίζονται για την απελευθέρωση από τον ιμπεριαλισμό, τον οποίο θεωρούσε προοδευτικό και άξιο υποστήριξης.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η εκπληκτική αντίληψη του Λένιν για τον τρόπο με τον οποίο οι δημοκρατικοί αγώνες καταλήγουν στη σοσιαλιστική επανάσταση. Η δημοκρατία βρίσκεται στο επίκεντρο του λενινιστικού στρατηγικού προσανατολισμού. Πρέπει να συνδυάσουμε τον επαναστατικό αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό με ένα επαναστατικό πρόγραμμα και μια επαναστατική τακτική για όλες τις δημοκρατικές διεκδικήσεις, τόνισε ο Λένιν, συμπεριλαμβανομένης της εναντίωσης στη φυλετική, εθνική και έμφυλη καταπίεση.
Η ώθηση για γνήσια δημοκρατία σημαίνει ώθηση για γνήσιο σοσιαλισμό, εξήγησε:
«Όσο υπάρχει καπιταλισμός, όλα αυτά τα αιτήματα είναι πραγματοποιήσιμα μόνο σαν εξαίρεση, και μάλιστα σε μορφή ατελή και διαστρεβλωμένη. Στηριζόμενοι στον ήδη πραγματοποιημένο δημοκρατισμό και ξεσκεπάζοντας το γεγονός ότι στις συνθήκες του καπιταλισμού ο δημοκρατισμός δεν είναι πλήρης, απαιτούμε την ανατροπή του καπιταλισμού... σαν αναγκαία βάση τόσο για την εξάλειψη της αθλιότητας των μαζών όσο και για την πλήρη και ολόπλευρη πραγματοποίηση όλων των δημοκρατικών μετασχηματισμών.»[10]
Η πλειοψηφία της εργατικής τάξης μπορεί να φέρει το σοσιαλισμό μόνο αν διαποτιστεί από «το πνεύμα της πιο συνεπούς και αποφασιστικά επαναστατικής δημοκρατίας», κατέληξε.
Αμφισβητώντας τις συνηθισμένες προοπτικές στο σοσιαλιστικό κίνημα της εποχής του, στο κλασικό έργο του Κράτος και Επανάσταση[11] του 1917, ο Λένιν ανέλυσε τη φύση του κράτους στην ιστορία, με μια αντίληψη –που είχε τις ρίζες της στον Μαρξ και τον Ένγκελς, αλλά ταυτόχρονα ήταν αξιοσημείωτα καινοτόμα– σύμφωνα με την οποία οι νικηφόροι αγώνες της εργατικής τάξης δημιουργούσαν μια βαθύτερη και διευρυνόμενη δημοκρατία, η οποία τελικά θα προκαλούσε τον μαρασμό του κράτους.
Εργαλεία για τον αγώνα
Οπλισμένοι με αυτές τις ιδέες και τη συσσώρευση πρακτικής πολιτικής εμπειρίας επί σειρά ετών, ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι σύντροφοί του ανέπτυξαν μια οργάνωση της οποίας η βάση, όπως το έθεσε ο Tamás Krausz στην πρόσφατη μελέτη του Αναδομώντας τον Λένιν[12], «δημιουργήθηκε από τα πιο συνειδητοποιημένα ταξικά μέλη αυτής της τάξης μέσω μιας σκληρής διαδικασίας επιλογής».
Η ιδεολογία και η οργανωτική δομή των Μπολσεβίκων, σημειώνει ο Krausz, «αναγνωρίστηκαν από τα πολιτικά συνειδητοποιημένα μέλη της εργατικής τάξης το 1905 και το 1917 ως έγκυρες εκφράσεις της πολιτικής τους».
Αυτό κατέστησε δυνατή τη μετάβαση μετά την επανάσταση του 1917 που –τουλάχιστον για λίγο– έδωσε «όλη την εξουσία στα Σοβιέτ», όπως προέβλεπε το σύνθημα των Μπολσεβίκων.
Τίποτα από όλα αυτά δεν ήταν έργο ενός ατόμου. Ο Λένιν μπόρεσε να παίξει το ρόλο που έπαιξε επειδή ήταν μέρος μιας συλλογικότητας που περιελάμβανε πολλούς προικισμένους και ικανούς επαναστάτες, οι οποίοι με τη σειρά τους έγιναν η δύναμη που έγιναν λόγω της δημιουργικής επαναστατικής ενεργητικότητας των μαζών των εργατών και των αγροτών.
Ούτε μπορούσε να επιτευχθεί ο σοσιαλισμός σε μια μόνο καθυστερημένη χώρα. Ο Λένιν και οι σύντροφοί του συνδέονταν με πολλές χιλιάδες αφοσιωμένους επαναστάτες σε χώρες σε όλο τον κόσμο. Οι πλούσιες συζητήσεις τους για το πώς να προωθηθεί η παγκόσμια επανάσταση μπορούν να βρεθούν στους τόμους για την πρώιμη Κομμουνιστική Διεθνή που πρόσφατα τέθηκαν σε κυκλοφορία από τον John Riddell και τους συνεργάτες του[13].
Η τραγωδία ήταν ότι οι επαναστάσεις αλλού ηττήθηκαν. Η επανάσταση της Ρωσίας παρέμεινε απομονωμένη, υιοθετώντας αυταρχικά μέσα για να επιβιώσει. Λίγο πριν πεθάνει, ο Λένιν σχολίασε και αγωνίστηκε ενάντια στον γραφειοκρατικό εκφυλισμό της.
Ο δικός μας κόσμος είναι αρκετά διαφορετικός από εκείνον του Λένιν με πολλούς τρόπους. Ωστόσο, με την προσέγγιση της εμβάθυνσης των κρίσεων και των αγώνων, οι σοβαροί αγωνιστές μπορούν να ανασύρουν τα λενινιστικά εργαλεία που μπορούν να βοηθήσουν στη δημιουργία ενός καλύτερου μέλλοντος.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Paul Le Blanc, “An introduction to Lenin and Leninism”, Socialist Worker, 3 Ιουνίου 2015, https://socialistworker.org/2015/06/03/an-introduction-to-lenin-and-leninism. Αναδημοσίευση: rs21, 21 Ιανουαρίου 2024, https://www.rs21.org.uk/2024/01/21/an-introduction-to-lenin-and-leninism/.
Σημειώσεις
[1] Vladimir Ilyich Lenin, “The Development of Capitalism in Russia” (1896-1899), στο Lenin, Collected Works, 4η έκδοση, Μόσχα, 1964, τόμος 3, σσ. 21-608. Διαθέσιμο στο Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1899/devel/. Β. Ι. Λένιν, «Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 3, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, χ.χ.έ. σσ. 1 κ.ε.]
[2] Nadezhda Konstantinova Krupskaya, Reminiscences of Lenin, Haymarket Book, 2018 [Ν. Κ. Κρούπσκαγια, Αναμνήσεις για τον Λένιν, Πλανήτης, Αθήνα, χ.χ.έ.]
[3] Lars T. Lih, Lenin, Reaktion Books, 2011 [Lars T. Lih, Λένιν, Μεταίχμιο, Αθήνα 2016].
[4] Paul Le Blanc, Unfinished Leninism. The Rise and Return of a Revolutionary Doctrine, Haymarket Book 2014.
[5] Vladimir Ilyich Lenin, “What Is To Be Done?”, στο Lenin, Selected Works, τόμος 1, σσ. 119 – 271. Διαθέσιμο στο Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1901/witbd/ [Β. Ι. Λένιν, «Τι να κάνουμε;» (1902), στο Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 6, σσ. 1-195].
[6] Β. Ι. Λένιν, «Τι να κάνουμε;» (1902), στο Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 6, σελ. 82 – σε διαφορετική απόδοση.
[7] Vladimir Ilyich Lenin, “Two Tactics of Social-Democracy in the Democratic Revolution” (1905), στο Lenin, Collected Works, τόμος 9, 1962, Μόσχα, σσ. 15-140. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1905/tactics/index.htm [Β. Ι. Λένιν, «Δύο τακτικές της σοσιαλδημοκρατίας στη δημοκρατική επανάσταση», στο Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 11, σσ. 1-132].
[8] Vladimir Lenin, “‘Left-Wing’ Communism: an Infantile Disorder”, στο Lenin, Collected Works, τόμος 31, σελ. 17–118. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1920/lwc/ [Β. Ι. Λένιν, «Ο “Αριστερισμός”, παιδική αρρώστια του Κομμουνισμού» (1920), Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 41, σσ. 1-104].
[9] Vladimir Ilyich Lenin, “Imperialism, the Highest Stage of Capitalism”, Lenin, Selected Works, τόμος 1, Progress Publishers, 1963, Μόσχα, σσ. 667-766. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1916/imp-hsc/ [Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» (1916), στο Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 27, σσ. 305-433]
[10] [V. I. Lenin, “The Revolutionary Proletariat and the Right of Nations to Self-Determination”, Lenin, Collected Works, τόμος 21, Progress Publishers, [1974], Μόσχα, σσ. 407-414. Διαθέσιμο στο Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1915/oct/16.htm [Β. Ι. Λένιν, «Το Επαναστατικό Προλεταριάτο και το Δικαίωμα των Εθνών στην Αυτοδιάθεση», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 27, σελ. 64].
[11] Lenin, “The State and Revolution”, Lenin, Collected Works, τόμος 25, σσ. 381-492. Διαθέσιμο στο Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1917/staterev/ [Β. Ι. Λένιν, «Κράτος και Επανάσταση», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 33, σσ. 1-120].
[12] Tamás Krausz, Reconstructing Lenin: An Intellectual Biography, Monthly Review press, 2015.
[13] John Riddell, “Communist International Publishing Project: List of Books”, John Riddell, 22 Ιουνίου 2017, https://johnriddell.com/2017/06/22/communist-international-publishing-project-list-of-books/.