Τετάρτη, 09 Φεβρουαρίου 2022 23:14

Τάταροι της Κριμαίας - Το έθνος που απέλασε ο Στάλιν

 

 

 

Οι Τάταροι της Κριμαίας αντιμετώπισαν την απέλαση από τη χερσόνησο επί Στάλιν το 1944. Σήμερα, αντιμετωπίζουν μια νέα πολιτική διώξεων.

Οι Τάταροι της Κριμαίας που υπάρχουν ως κοινότητα για πάνω από 700 χρόνια, μετά την επανάσταση του 1917 σχημάτισαν την πρώτη λαϊκή δημοκρατία στον ισλαμικό κόσμο , την Αυτόνομη Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία της Κριμαίας που υπήρχε μέχρι τη ναζιστική κατοχή. Η τραγωδία τους δεν τελείωσε εκεί· το 1944 ο Στάλιν απέλασε ολόκληρο τον πληθυσμό και κατάργησε την αυτόνομη δημοκρατία. Μόλις το 1991, μετά από δημοψήφισμα, η Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας ιδρύθηκε ως τμήμα της νέας ανεξάρτητης Ουκρανίας. Για πολλά χρόνια οι Τάταροι αγωνίζονταν για το δικαίωμα επιστροφής στις εστίες τους. Μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τον Πούτιν αντιμετωπίζουν και πάλι διώξεις και υφίστανται διακρίσεις και ισλαμοφοβία. Το Μετζλίς το αντιπροσωπευτικό όργανο των Τατάρων της Κριμαίας απαγορεύτηκε από τις ρωσικές αρχές τον Απρίλιο του 2016. Οι συλλήψεις, οι απαγωγές και η καταστολή των Τατάρων έχουν αυξηθεί∙ περισσότεροι από 20.000 Τάταροι έχουν εγκαταλείψει την Κριμαία μετά την κατοχή. Ο αγώνας των Τατάρων της Κριμαίας για ελευθερία συνεχίζεται. Παρακάτω αναδημοσιεύεται ένα ιστορικό του αγώνα των Τατάρων που προβάλλει τους λόγους για τους οποίους το εργατικό κίνημα πρέπει να υπερασπιστεί τους Τατάρους της Κριμαίας.

Кампанія Солідарності з Україною / Ukraine Solidarity Campaign, 9/8/2017

Αρχική δημοσίευση του κύριου άρθρου: Stan Crooke, “The Nation Stalin Deported”, Workers Liberty, αρ. 9, Ιανουάριος 1989

 

 

Stan Crooke

 

Το έθνος που απέλασε ο Στάλιν

Στα τέλη Ιουλίου οι Τάταροι της Κριμαίας οργάνωσαν διαδηλώσεις στην Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας. Απαιτούσαν το δικαίωμα να επιστρέψουν στην αρχική τους πατρίδα στη χερσόνησο της Κριμαίας. Η κοινότητά τους ξεριζώθηκε βίαια από τον Στάλιν το 1944 και απελάθηκε στην Κεντρική Ασία, το Καζακστάν και τα Ουράλια.

Οι Τάταροι της Κριμαίας προσαρτήθηκαν στη Ρωσική Αυτοκρατορία της Αικατερίνης Β΄ το 1783. Πριν από αυτό είχαν μια διφορούμενη σχέση, μισό υποτελείς, μισό ανεξάρτητοι, με την τουρκική Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αριθμώντας τότε περίπου 500.000 άτομα, υποβλήθηκαν σε ιδιαίτερα βίαιες πολιτικές εκρωσισμού κατά τον δέκατο ένατο αιώνα.

Κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου, οι Τάταροι που ζούσαν στις ακτές απομακρύνθηκαν και «επανεγκαταστάθηκαν» στην ενδοχώρα. Μετά τον πόλεμο, ο Τσάρος Αλέξανδρος Β΄ δήλωσε: «Δεν είναι σκόπιμο να αντιταχθεί κανείς στην ανοικτή ή συγκαλυμμένη έξοδο των Τατάρων... Αυτή η εθελοντική μετανάστευση θα πρέπει να θεωρηθεί ως μια ευεργετική ενέργεια που έχει σαν σκοπό την απαλλαγή της επικράτειας από αυτόν τον ανεπιθύμητο πληθυσμό». Μέχρι το τέλος του αιώνα ο πληθυσμός των Τατάρων της Κριμαίας είχε πέσει κάτω από 300.000.

Αυτή η καταστολή συνέβαλε στην τόνωση της εθνικής ταυτότητας των Τατάρων της Κριμαίας. Το τσαρικό καθεστώς, φοβούμενο μια συμμαχία μεταξύ των αφυπνισμένων Τατάρων και του παντουρκικού κινήματος, απάντησε με περισσότερη καταστολή στα πρώτα χρόνια του αιώνα. Η ταταρική οργάνωση Βατάν [Πατρίδα] κηρύχθηκε παράνομη, οι πράκτορες της τσαρικής αστυνομίας κατασκόπευαν τις θρησκευτικές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες των Τατάρων και οι ταταρικές εφημερίδες λογοκρίνονταν σε μεγάλο βαθμό ή έκλειναν.

Στα χρόνια που ακολούθησαν την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, η Κριμαία κατελήφθη από αντεπαναστατικούς στρατούς. Οι ταταρικές εφημερίδες απαγορεύτηκαν, τα τυπογραφεία κατασχέθηκαν και τα ταταρικά σχολεία έκλεισαν.

Η ήττα των αντεπαναστατικών στρατών από τον Κόκκινο Στρατό άνοιξε το δρόμο για την ανακήρυξη της Αυτόνομης Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Κριμαίας (ΑΣΣΔ) τον Οκτώβριο του 1921, ως αναπόσπαστο τμήμα της Ρωσικής Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Σοβιετικής Δημοκρατίας. Ο Λένιν είχε εκφράσει τις ελπίδες του γι’ αυτό δύο χρόνια νωρίτερα: «Είθε η μικροσκοπική Δημοκρατία της Κριμαίας να γίνει ένας από τους πυρσούς που θα ρίξουν το φως της προλεταριακής επανάστασης στην Ανατολή».

Κατά τους πρώτους μήνες της Κριμαϊκής ΑΣΣΔ, υπήρχαν τρομερές ελλείψεις τροφίμων, αλλά οι συνθήκες σύντομα βελτιώθηκαν. Η παραγωγή αυξήθηκε. Η αυτονομία που παραχωρήθηκε με το διάταγμα του 1921 τέθηκε σε εφαρμογή από τη διοίκηση των μπολσεβίκων της Κριμαίας, με επικεφαλής τον Τάταρο της Κριμαίας Βελί Ιμπραχίμοφ. Η προηγούμενη κατάπνιξη της εθνικής κουλτούρας των Τατάρων της Κριμαίας τερματίστηκε.

Από τα τέλη της δεκαετίας του ’20 ο σταλινισμός επανέφερε την τσαρική καταστολή των εθνικών μειονοτήτων. Ο Ιμπραχίμοφ απομακρύνθηκε από τη θέση του, κατηγορήθηκε για «τοπικιστικό εθνικισμό» και εκτελέστηκε τον Μάιο του 1928. Χιλιάδες άλλοι Τάταροι της Κριμαίας θα μοιράζονταν την τύχη του.

Δεκάδες χιλιάδες απελάθηκαν στο πλαίσιο της πολιτικής του Στάλιν για την αναγκαστική κολεκτιβοποίηση της γεωργίας. Ο λιμός που προέκυψε από αυτή την πολιτική κόστισε χιλιάδες ζωές στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Ένα νέο κύμα εκκαθαρίσεων ξεκίνησε το 1935, στο όνομα του «αγώνα κατά του εθνικισμού της ντόπιας αστικής τάξης», και εντάθηκε περαιτέρω μετά την ομιλία του Στάλιν τον Δεκέμβριο του 1936, στην οποία κατήγγειλε τον «τοπικιστικό εθνικισμό» της Κριμαίας και ανακήρυξε τους Τατάρους της Κριμαίας πολύ λίγους σε αριθμό για να έχουν δικαίωμα αυτονομίας.

Το ταταρικό λατινικό αλφάβητο (το οποίο εισήχθη μόλις το 1928) αντικαταστάθηκε από το ρωσικό κυριλλικό αλφάβητο το 1938, με πλήρη επίγνωση ότι αυτό δεν μπορούσε να εκφράσει όλους τους ήχους της γλώσσας των Τατάρων της Κριμαίας. Τα βιβλία των Τατάρων της Κριμαίας αποσύρθηκαν από την κυκλοφορία. Μέχρι το 1938 ο αριθμός των εφημερίδων που είχαν επιβιώσει στην ταταρική γλώσσα είχε μειωθεί σε εννέα, από 23 μόλις τρία χρόνια νωρίτερα.

Ο αντίκτυπος αυτών των πολιτικών στο μέγεθος του πληθυσμού των Τατάρων της Κριμαίας είναι δύσκολο να εκτιμηθεί. Το 1917, μετά την αύξηση κατά τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα, οι Τάταροι της Κριμαίας αριθμούσαν 320.000 άτομα. Ο πληθυσμός αυξήθηκε περισσότερο τη δεκαετία του 1920, εν μέρει μέσω της αυτόχθονης ανάπτυξης, εν μέρει μέσω της μετανάστευσης. Μέχρι το 1941, ωστόσο, ο πληθυσμός των Τατάρων της Κριμαίας είχε μειωθεί σε περίπου 250.000, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι πολιτικές του Στάλιν είχαν ήδη προκαλέσει περίπου 100.000 θύματα μέχρι το 1941.

Τον Οκτώβριο του 1941 οι Ναζί εισέβαλαν στην Κριμαία και σύντομα κατέλαβαν ολόκληρη τη χερσόνησο. Ο Χίτλερ τάχθηκε υπέρ της απέλασης ολόκληρου του πληθυσμού –Ρώσων και Ουκρανών καθώς και Τατάρων– και της επανακατοίκησης της Κριμαίας από Γερμανούς από το Νότιο Τιρόλο. Αυτό θα «έλυνε» το πρόβλημα του Νοτίου Τιρόλου –αντικείμενο διαμάχης με την Ιταλία– και θα δημιουργούσε ένα «κράτος-φρούριο» που θα κατοικούνταν από αξιόπιστους Γερμανούς σε μια στρατηγικής σημασίας περιοχή.

Αυτό δεν έγινε – εν μέρει επειδή θα διατάρασσε τη βιομηχανία και τη γεωργία της Κριμαίας, που λεηλατούνταν για τη γερμανική πολεμική προσπάθεια, και εν μέρει επειδή θα αποξένωνε την τουρκική κυβέρνηση και το παντουρκικό συναίσθημα σε μια εποχή που οι Ναζί προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν την τουρκική υποστήριξη.

Οι Ναζί έκαναν ακόμη και κάποιες περιορισμένες παραχωρήσεις στους Τατάρους της Κριμαίας. Τους επετράπη μια ορισμένη θρησκευτική ελευθερία, και τα σχολεία και τα θέατρα των Τατάρων της Κριμαίας επιτράπηκε να επαναλειτουργήσουν. Δημιουργήθηκαν επίσης «μουσουλμανικές επιτροπές» και έγιναν προσπάθειες για τη στρατολόγηση Τατάρων της Κριμαίας σε στρατιωτικές μονάδες.

Αυτή η πολιτική ήταν πολύ περιορισμένη και είχε μικρή επιτυχία στο να κερδίσει την υποστήριξη των Τατάρων της Κριμαίας υπέρ των Ναζί, Καθώς οι Ναζί εγκατέλειψαν την ελπίδα για υποστήριξη από την Τουρκία, αύξησαν την καταστολή στην Κριμαία. Οι Τάταροι της Κριμαίας στάλθηκαν στη Γερμανία για να εργαστούν σε πολεμικές βιομηχανίες, η λογοκρισία των εκδόσεων των Τατάρων της Κριμαίας αυξήθηκε και τα χωριά των Τατάρων της Κριμαίας καταστράφηκαν για να μην έχουν πρόσβαση σε αυτά οι Σοβιετικοί αντάρτες.

Οι Τάταροι της Κριμαίας αντιστάθηκαν. Σύμφωνα με ένα τεύχος του 1973 του σαμιζντάτ1 περιοδικού «Chronicle of Current Affairs», 53.OCX) οι Τάταροι της Κριμαίας πολέμησαν στον Κόκκινο Στρατό και 12.000 στους Σοβιετικούς αντάρτες. 30.000 Τάταροι της Κριμαίας έχασαν τη ζωή τους πολεμώντας τους Ναζί.

Την άνοιξη του 1944 η χερσόνησος της Κριμαίας είχε ανακαταληφθεί από τον ρωσικό στρατό. Στη συνέχεια, ξεκινώντας από τη νύχτα της 17ης προς 18η Μαΐου, ολόκληρος ο πληθυσμός των Τατάρων της Κριμαίας απελάθηκε και διασκορπίστηκε στη σοβιετική Κεντρική Ασία, το Καζακστάν και τα Ουράλια. Αυτό που είχε σχεδιαστεί πρώτα από τους Τσάρους και στη συνέχεια από τον Χίτλερ, αλλά δεν είχε ποτέ πραγματοποιηθεί, επιτεύχθηκε τώρα από τον Στάλιν – μια Κριμαία χωρίς του Τατάρους της Κριμαίας.

Περίπου 100.000 Τάταροι της Κριμαίας, το 40% του πληθυσμού, πέθαναν κατά τη διάρκεια της απέλασης και τον πρώτο χρόνο της «επανεγκατάστασης». Ήταν πάνω από τρεις φορές περισσότεροι από όσους είχαν σκοτωθεί από τους φασίστες κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Κανείς δεν γλίτωσε από την απέλαση, ούτε οι ηλικιωμένοι ούτε οι νέοι, ούτε οι Τάταροι κομμουνιστές ούτε οι Τάταροι που συμμετείχαν σε αντάρτικες μονάδες. Οι Τάταροι που υπηρετούσαν ακόμη στον ρωσικό στρατό απελάθηκαν κατά την αποστράτευση.

Μια «Ανοιχτή επιστολή για την υπεράσπιση των Τατάρων της Κριμαίας», που κυκλοφόρησε στη Μόσχα το 1969, περιγράφει το ταξίδι προς την «επανεγκατάσταση».

«Αυτό ήταν το ταξίδι του αργού θανάτου σε σιδηροδρομικά βαγόνια για βοοειδή, γεμάτα ανθρώπους σαν σφουγγάρια. Το ταξίδι διαρκούσε τρεις ή τέσσερις εβδομάδες και περνούσε μέσα από τις καυτές καλοκαιρινές στέπες του Καζακστάν. Μετέφεραν τους κόκκινους αντάρτες της Κριμαίας, τους μαχητές της μπολσεβίκικης αντίστασης, σοβιετικούς και κομματικούς αγωνιστές, αλλά και ανάπηρους και γέρους. Οι υπόλοιποι άνδρες πολεμούσαν τους φασίστες στο μέτωπο και τους περίμενε η εξορία στο τέλος του πολέμου…

Οι Τάταροι της Κριμαίας μεταφέρθηκαν σε καταυλισμούς στα Ουράλια, στο Καζακστάν και –κυρίως– στο Ουζμπεκιστάν. Έτσι βρέθηκαν οι Τάταροι σε αυτή την περιοχή. Η απέλαση είχε ολοκληρωθεί, αλλά η καταστροφή του λαού είχε μόλις αρχίσει».

Οι Τάταροι της Κριμαίας δεν ήταν η μόνη εθνική μειονότητα που είχε αυτή τη μοίρα. Οι Γερμανοί του Βόλγα, οι Καρατσάι, οι Καλμίκ, οι Βαλκάρ, οι Τσετσένοι και οι Ινγκούσι ξεριζώθηκαν με τον ίδιο τρόπο και εκτοπίστηκαν.

Ο μακροχρόνιος φόβος της Μεγάλης Ρωσίας για την πιθανή συμμαχία των Τατάρων της Κριμαίας με την Τουρκία επιδεινώθηκε αυτή την περίοδο από την πιο εχθρική στάση της ΕΣΣΔ απέναντι στην Τουρκία από τα τέλη του 1944 και μετά. Τον Μάρτιο του 1945 η ΕΣΣΔ κατήγγειλε την τουρκοσοβιετική συνθήκη ουδετερότητας του 1925 και τον Ιούλιο του 1945 έθεσε το ζήτημα της «επιστροφής» των τουρκικών επαρχιών Καρς και Αρνταχάν, οι οποίες, σύμφωνα με τον σοβιετικό υπουργό Εξωτερικών Μολότοφ, είχαν «παραχωρηθεί στην Τουρκία στο τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου σε μια στιγμή που η αδυναμία των Ρώσων δεν τους άφηνε άλλη επιλογή από το να ενδώσουν στις τουρκικές απαιτήσεις».

Οι μαζικές εκτοπίσεις και ο θάνατος 100.000 ανθρώπων δεν είχαν καμία σχέση με κάποια υποτιθέμενη «συλλογική ενοχή» των Τατάρων της Κριμαίας, αλλά ήταν το αποτέλεσμα της περιφρόνησης του σταλινισμού για τα δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων και της εξωτερικής πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων.

Έχοντας απομακρύνει με τη βία την κοινότητα των Τατάρων της Κριμαίας και διασκορπίζοντας την σε όλη τη σοβιετική Κεντρική Ασία, το Κρεμλίνο άρχισε να αρνείται την ύπαρξη της και να εξαφανίζει κάθε ίχνος της προηγούμενης παρουσίας της στην Κριμαία. Τον Οκτώβριο του 1944, «όλες οι κατοικημένες περιοχές, τα ποτάμια και τα βουνά των οποίων τα ονόματα είναι ταταρικής, ελληνικής ή γερμανικής προέλευσης» άλλαξαν όνομα.

Οι Τάταροι της Κριμαίας αντιμετώπισαν διακρίσεις ακόμη και στις περιοχές «επανεγκατάστασης». Η «Έκκληση του λαού των Τατάρων της Κριμαίας προς το 23ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ» καταγγέλει: «Άνθρωποι με ανώτερη εκπαίδευση, εξειδικευμένοι ειδικοί, μπορούσαν να εργαστούν μόνο ως ανειδίκευτοι εργάτες. Δεν μας επιτρεπόταν να εργαστούμε σε κομματικά, σοβιετικά ή διοικητικά όργανα, στις μεταφορές ή στους σιδηροδρόμους, σε όργανα λαϊκής εκπαίδευσης, σε επιχειρήσεις με αμυντικά συμβόλαια, στην πολιτοφυλακή, στην Κρατική Τράπεζα κ.λπ.»

Οι Τάταροι της Κριμαίας διαγράφηκαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα και σε άλλους απαγορεύτηκε η ένταξή τους σε αυτό, ιδίως σε όσους υποστήριζαν την καμπάνια των Τατάρων της Κριμαίας για την αποκατάσταση της πατρίδας τους.

Στη δεκαετία του 1950 έγιναν κάποιες μικρές παραχωρήσεις. Το 1954 άρθηκαν ορισμένοι από τους περιορισμούς για τους Τατάρους στο Ουζμπεκιστάν. Το 1956 τους επετράπη να εγκαταλείψουν τις περιοχές «επανεγκατάστασης» (αλλά όχι να επιστρέψουν στην Κριμαία). Το 1957 τους επιτράπηκε να αρχίσουν να εκδίδουν εφημερίδα στην ταταρική γλώσσα της Κριμαίας.

Οι παραχωρήσεις αυτές, καθώς και η ομιλία του Χρουστσόφ στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956, ενθάρρυναν τη συνέχιση της καμπάνιας των Τατάρων της Κριμαίας. Το 1957 μια αίτηση με 14.000 ονόματα στάλθηκε στην Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΣΕ. Το 1958, αναφορές με 12.000 και 16.000 υπογραφές στάλθηκαν στην Κεντρική Επιτροπή. Περαιτέρω αναφορές με 10.000 έως 18.000 υπογραφές, με αίτημα την αποκατάσταση, την επιστροφή της χαμένης περιουσίας και το δικαίωμα επιστροφής στην Κριμαία, υποβλήθηκαν το 1959, το 1961 και το 1964.

Παράλληλα, δημιουργήθηκαν επιτροπές Τατάρων της Κριμαίας στις πόλεις και τα χωριά στα οποία είχαν εξοριστεί οι Τάταροι της Κριμαίας, προκειμένου να συντονίσουν την καμπάνια και να οργανώσουν την εκπαίδευση της νεολαίας των Τατάρων στη γλώσσα και τον πολιτισμό τους. Αντιπροσωπείες στάλθηκαν επανειλημμένα στη Μόσχα για να παρουσιάσουν τα διαβήματα και να ασκήσουν πιέσεις στα μέλη της κυβέρνησης. Παρά τις συλλήψεις και τις απελάσεις από τη Μόσχα, στα μέσα του 1967 πάνω από 400 Τάταροι της Κριμαίας κατοικούσαν εκεί ως επίσημοι εκπρόσωποι της κοινότητάς τους.

Οι απειλές για δημόσια διαδήλωση στην Κόκκινη Πλατεία οδήγησαν σε συνάντηση με την κυβέρνηση τον Ιούλιο του 1967. Τον Σεπτέμβριο του 1967 ένα διάταγμα απέσυρε επισήμως τις σταλινικές κατηγορίες ότι οι Τάταροι είχαν συνεργαστεί με τους Ναζί, αλλά απέφυγε οποιαδήποτε δέσμευση για αποκατάσταση. Οι Τάταροι της Κριμαίας συνέχισαν την εκστρατεία τους. Τους μήνες που ακολούθησαν το διάταγμα του Σεπτεμβρίου 1967, περίπου 10.000 προσπάθησαν να επανεγκατασταθούν στην Κριμαία. Τους το απαγόρευσαν, τους απέλασαν ή τους εξανάγκασαν να φύγουν με διακρίσεις και καταστολή.

Κορυφαίοι αγωνιστές των Τατάρων της Κριμαίας, όπως ο Ρεσάτ Ντζεμίλιοφ, ένας από τους ηγέτες των τελευταίων διαδηλώσεων στη Μόσχα, συνδέθηκαν με το ευρύτερο σοβιετικό κίνημα των αντιφρονούντων και κέρδισαν την υποστήριξη ανθρώπων όπως ο Ζαχάροφ και ο Γκριγκορένκο. Οι πιέσεις προς τους υπουργούς της κυβέρνησης συνεχίστηκαν στη Μόσχα, και διαδηλώσεις οργανώθηκαν στους τόπους εξορίας των Τατάρων.

Οι Τάταροι της Κριμαίας άρχισαν επίσης να ανακτούν τον εθνικό τους πολιτισμό. Παράχθηκε ένα εγχειρίδιο για τη μελέτη της γλώσσας των Τατάρων της Κριμαίας και εκδόθηκαν διάφορες συλλογές λογοτεχνίας των Τατάρων της Κριμαίας. Στον εκδοτικό οίκο Gafur Guiam της Τασκένδης δημιουργήθηκε τμήμα για την έκδοση της λογοτεχνίας των Τατάρων της Κριμαίας.

Η καταστολή συνεχίστηκε. Ηγέτες των Τατάρων της Κριμαίας, όπως ο Ντζελίμοφ, αντιμετώπισαν επανειλημμένες δίκες και ποινές φυλάκισης για «αντισοβιετικές δραστηριότητες». Οι διαδηλώσεις διαλύονταν και γίνονταν μαζικές συλλήψεις.

Όμως οι πρόσφατες διαδηλώσεις στη Μόσχα δείχνουν ότι ο 43χρονος αγώνας των Τατάρων της Κριμαίας για την αποκατάσταση των δικαιωμάτων τους συνεχίζεται. Το να συνεχίσει ο Γκορμπατσόφ τις πολιτικές καταστολής των προκατόχων του θα εκθέσει τα όρια της φιλελευθεροποίησής του. Το να κάνει παραχωρήσεις θα ενθαρρύνει την περαιτέρω δραστηριότητα των Τατάρων της Κριμαίας και των εκατό άλλων καταπιεσμένων εθνικών μειονοτήτων της Σοβιετικής Ένωσης.

Οι σοσιαλιστές δεν μπορούν παρά να χαιρετίσουν αυτό το δίλημμα που αντιμετωπίζουν τώρα ο Γκορμπατσόφ και οι συνάδελφοί του και να δώσουν πλήρη υποστήριξη στα δίκαια αιτήματα των καταπιεσμένων εθνικοτήτων που είναι φυλακισμένες στη Σοβιετική Ένωση.

 

 

Μετάφραση: elaliberta.gr

“Crimean Tatars – The Nation Stalin Deported”, Кампанія Солідарності з Україною / Ukraine Solidarity Campaign, 9 Αυγούστου 2017, https://ukrainesolidaritycampaign.org/2017/08/09/crimean-tatars-the-nation-stalin-deported/

 

 

Σημειώσεις

1 [Σ.τ.Μ.:] Σαμιζντάτ: έντυπο που κυκλοφορεί χέρι-χέρι, συνήθως παράνομα και συχνά χειρόγραφο. Η λέξη είναι ρωσική.

Τελευταία τροποποίηση στις Πέμπτη, 10 Φεβρουαρίου 2022 10:59

Προσθήκη σχολίου

Το e la libertà.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια με υβριστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό φασιστικό περιεχόμενο ή σχόλια μη σχετικά με το κείμενο.