David Finkel
Από την Ουκρανία στην Παλαιστίνη: Τα δηλητήρια του αρνητισμού
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η κλιμάκωση της βίας και της εθνοκάθαρσης του Ισραήλ στην Παλαιστίνη, που αναζωπυρώθηκε τον τελευταίο χρόνο, έχουν γίνει δύο κέντρα μιας βαθύτερης παγκόσμιας κρίσης. Για τη διεθνή αριστερά, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η καταστροφή στην Παλαιστίνη, τόσο από μόνες τους όσο και μαζί, αποτελούν πολύ μεγάλες δοκιμασίες για τη θεωρία και, κυρίως, για την πολιτική.
Ένα ερώτημα απασχολεί την αριστερά: Είναι δυνατόν να υποστηρίξουμε ταυτόχρονα τον ουκρανικό και τον παλαιστινιακό αγώνα και να αντιταχθούμε στον ιμπεριαλισμό; Στην πραγματικότητα, το ερώτημα θα έπρεπε να είναι αντίστροφο: Πώς είναι δυνατόν για μια πραγματικά διεθνιστική αριστερά να μην υποστηρίζει και τους δύο αυτούς αγώνες για αυτοδιάθεση και εθνική επιβίωση;
Προφανώς, η εκφυλιστική αιματηρή σπείρα στα κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη και η προσπάθεια της Ρωσίας να καταστρέψει την Ουκρανία είναι και οι δύο διεθνείς καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Από εκεί και πέρα, οι καταστάσεις είναι φυσικά πολύ διαφορετικές. Θα υποστηρίξω, ωστόσο, ότι υπάρχουν επίσης σημαντικοί παραλληλισμοί και συνδέσεις.
Εκ πρώτης όψεως, η μεγαλύτερη διαφορά έγκειται στη στάση του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του – παρέχοντας μαζική στρατιωτική υποστήριξη στον αμυντικό πόλεμο της Ουκρανίας και εφαρμόζοντας οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας, ενώ την ίδια στιγμή, για περισσότερες από πέντε δεκαετίες τώρα, επιτρέπουν την προσπάθεια του ισραηλινού κράτους να συντρίψει τις προσδοκίες του παλαιστινιακού λαού για επιβίωση και αυτοδιάθεση.
Για ορισμένους αριστερούς, δυστυχώς, ο παγκόσμιος αγώνας περιστρέφεται μόνο γύρω από τα εγκλήματα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του – σε σημείο που όχι μόνο ο ρόλος άλλων ιμπεριαλιστών καταπιεστών, αλλά και η δράση πραγματικών ανθρώπων και καταπιεσμένων λαών που αγωνίζονται για τη δική τους ελευθερία, σβήνει σε βαθμό που να μην έχει σημασία. Από αυτή την άποψη, το να υποστηρίζει η Αριστερά ταυτόχρονα τόσο την Ουκρανία όσο και τον παλαιστινιακό αγώνα μοιάζει με απελπιστική αντίφαση.
Η υποκρισία της δυτικής ρητορικής για τη «διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες» και τη «δημοκρατία ενάντια στον αυταρχισμό» είναι, φυσικά, κατακριτέα. Αλλά αυτό δεν είναι ούτε καινούργιο ούτε εκπληκτικό υπό το πρίσμα αιώνων αποικιακής και αυτοκρατορικής ιστορίας.
Για όσους από εμάς προσπαθούμε να είμαστε συνεπείς αντιιμπεριαλιστές, το σημείο εκκίνησης δεν είναι ποιο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο τυχαίνει να είναι ισχυρότερο ή «ο κύριος εχθρός» σε κάποιο παγκόσμιο σχήμα, αλλά μάλλον τα δικαιώματα των εθνών και των λαών και οι νόμιμοι αγώνες τους.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ξεκινώ αυτή τη συζήτηση με έναν κρίσιμο παραλληλισμό μεταξύ του ουκρανικού και του παλαιστινιακού αγώνα – την άρνηση της ουκρανικής εθνότητας από τον Βλαντιμίρ Πούτιν, που την αποκαλεί τεχνητό δημιούργημα των άθεων μπολσεβίκων, και την άρνηση της παλαιστινιακής εθνότητας από όλους τους ιδεολόγους του ισραηλινού και σιωνιστικού κινήματος που υποστηρίζουν ότι «δεν υπήρχε τέτοιο πράγμα όπως οι Παλαιστίνιοι» (Γκόλντα Μέιρ) και «δεν υπήρξε ποτέ παλαιστινιακό κράτος».
Ιδεολογίες της άρνησης
Εξισώνουμε την Ουκρανία με την Παλαιστίνη; Σίγουρα όχι – μιλάμε για αρνητισμό. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για άρνηση του δικαιώματος αυτοδιάθεσης. Αυτού του είδους η διαστρεβλωμένη ιδεολογία έχει συνέπειες, μέχρι και την απο-ανθρωποποίηση που ανοίγει το δρόμο για μαζικές δολοφονίες.
Στην περίπτωση της Παλαιστίνης, ο αρνητισμός διευκολύνει έναν μύθο –παράλογο εκ πρώτης όψεως και προ πολλού διαψευσμένο, αλλά ακόμη ευρέως διαδεδομένο– ότι ο γηγενής παλαιστινιακός πληθυσμός αποτελούνταν κυρίως από πρόσφατες αφίξεις που προσελκύστηκαν από την ευημερία που δημιούργησε ο σιωνιστικός εποικισμός. Αν και αντικειμενικά έωλος, χρησιμεύει ως βολικό ιδεολογικό στήριγμα για τη συνεχιζόμενη αρπαγή παλαιστινιακής γης και ιδιοκτησιών για χάρη της «ανοικοδόμησης της εβραϊκής πατρίδας».
Αυτή η αφήγηση εκτείνεται σε όλα τα χρονικά και πολιτικά όρια, από την Εργατική Σιωνίστρια Γκόλντα Μέιρ μέχρι τον σημερινό Ισραηλινό Υπουργό Οικονομικών, τον ακραίο θρησκευτικό-εθνικιστή Μπεζαλέλ Σμότριχ: «Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως ένα παλαιστινιακό έθνος. Δεν υπάρχει παλαιστινιακή ιστορία. Δεν υπάρχει παλαιστινιακή γλώσσα»[1].
Οι δεξιοί χριστιανοί εθνικιστές των ΗΠΑ υιοθετούν το μοτίβο αυτό: «Πραγματικά δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως οι Παλαιστίνιοι», λέει ο πρώην κυβερνήτης του Αρκάνσας Μάικ Χάκαμπι[2].
Αυτή η απόπειρα διαγραφής της πραγματικότητας του παλαιστινιακού λαού έφτασε στο αποκορύφωμά της, τουλάχιστον στους κύκλους των ΗΠΑ, με τη δημοσίευση ενός κειμένου της Τζόαν Πίτερς (ή ενός κειμένου που γράφτηκε για λογαριασμό της), Από αμνημονεύτων χρόνων (Joan Peters, From Time Immemorial, 1984). Διαψεύστηκε στο σύνολό του από τον Νόρμαν Φινκελστάιν και απαξιώθηκε από μελετητές, όπως ο Ισραηλινός ιστορικός Γιεχόσουα Πόραθ, ο οποίος το αποκάλεσε «καθαρή πλαστογραφία», αλλά ως χρήσιμο σιωνιστικό αφήγημα συνέχισε να κυκλοφορεί.
Η θέση της Πίτερς απέκτησε νέα πνοή όταν τα ψεύδη της υιοθετήθηκαν, χωρίς αναφορά, από τον Άλαν Ντέρσοβιτς για το βιβλίο του Η υπόθεση υπέρ του Ισραήλ (Alan Dershowitz, The Case for Israel) το 2003. (Ο Νόρμαν Φινκελστάιν επέστρεψε στην έκθεση τόσο της Πίτερς όσο και του Ντέρσοβιτς στο βιβλίο του Πέρα από το Χούτζπαχ (Norman Finkelstein, Beyond Chutzpah) του 2008. Ο Ντέρσοβιτς αρνήθηκε ότι προσπάθησε να πιέσει το University of California Press να μην εκδώσει το βιβλίο του Φινκελστάιν. Μεταξύ άλλων, εκ των υστέρων, η υπόθεση καταδεικνύει ορισμένες πτυχές του χαρακτήρα του Ντέρσοβιτς που τελικά τον έφεραν κοντά στον Ντόναλντ Τραμπ).
Για πολλούς φιλελεύθερους (Εβραίους και άλλους) φίλους του Ισραήλ, η βιαιότητα της Κατοχής όταν είναι αδύνατο να αγνοηθεί γίνεται αιτία ανησυχίας και έκφρασης λύπης, αλλά η ιδέα ότι οι Παλαιστίνιοι είναι κάτι λιγότερο από ένα «πραγματικό» έθνος χρησιμεύει ως μερικό αναισθητικό. Μπορούν να εκλογικεύσουν τη «βία και από τις δύο πλευρές» ως αποτέλεσμα του παράλογου «απορριπτισμού» των Παλαιστινίων (δηλαδή της άρνησης να αποδεχτούν την κλοπή του 80% της πατρίδας τους).
Έχει επίσης καταστροφικές συνέπειες για την ισραηλινή πολιτική, όπως θα δούμε παρακάτω
Στον πόλεμο της Ουκρανίας, ο ισχυρισμός του Πούτιν ότι η Ουκρανία είναι εκ φύσεως μέρος της «ρωσικής ενδοχώρας» είναι ιστορικά γελοίος, αλλά εφόσον προωθείται από την ισχυρή κρατική προπαγάνδα δεν χρειάζεται να υποστηρίζεται από γεγονότα. Ο μύθος αυτός εξωραΐζει τις προσαρτητικές διεκδικήσεις της Μόσχας στις επαρχίες Λουχάνσκ, Ντόνετσκ, Ζαπορίζια και Χερσώνα, καθώς και στην Κριμαία.
Στο άρθρο του τον Ιούλιο του 2021 «Για την ιστορική ενότητα των Ρώσων και των Ουκρανών», ο Πούτιν έγραψε σχετικά με την «ωρολογιακή βόμβα» που τοποθετήθηκε στη Σοβιετική Ένωση κατά την ίδρυσή της:
«Το δικαίωμα των δημοκρατιών να αποσχιστούν ελεύθερα από την Ένωση συμπεριλήφθηκε στο κείμενο της Διακήρυξης για τη δημιουργία της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών και, στη συνέχεια, στο Σύνταγμα της ΕΣΣΔ του 1924. Με τον τρόπο αυτό, οι συντάκτες φύτεψαν στα θεμέλια της κρατικής μας υπόστασης την πιο επικίνδυνη ωρολογιακή βόμβα, η οποία εξερράγη τη στιγμή που έφυγε ο μηχανισμός ασφαλείας που παρείχε ο ηγετικός ρόλος του ΚΚΣΕ, με το ίδιο το κόμμα να καταρρέει εκ των έσω».
Τον Απρίλιο του 2008, στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, ο Πούτιν φέρεται να ισχυρίστηκε: «Η Ουκρανία δεν είναι καν κράτος! Τι είναι η Ουκρανία; Ένα μέρος του εδάφους της βρίσκεται [στην] Ανατολική Ευρώπη, αλλά ένα μέρος, ένα σημαντικό μέρος, ήταν δώρο από εμάς!»[3].
Ο γνωστός μελετητής της ευρωπαϊκής ιστορίας Ντόναλντ Τζ. Τραμπ φέρεται να είχε αναφωνήσει σε μια ενημέρωση τον Αύγουστο του 2017 ότι η Ουκρανία «δεν ήταν “πραγματική χώρα”, ότι ήταν πάντα μέρος της Ρωσίας». (Washington Post, 2 Νοεμβρίου 2019, “A presidential loathing for Ukraine is at the heart of the impeachment inqury”)
Η άρνηση της εθνικής υπόστασης της Ουκρανίας συμβάλλει στο να μπορούν τα πιο αδαή και ανέντιμα τμήματα της παγκόσμιας αριστεράς να χαρακτηρίζουν τον ουκρανικό εθνικισμό ως καθοδηγούμενο από «ναζί» που αξίζουν εξόντωσης, ενώ τα στοιχεία με πιο ειρηνιστικό προσανατολισμό θεωρούν το έδαφος της Ουκρανίας ως διαπραγματευτικό χαρτί που πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης προκειμένου να σταματήσει το μακελειό.
Εάν η Ουκρανία θεωρείται ως ένα τεχνητό κατασκεύασμα –ανεξάρτητα από το τι μπορεί να σκέφτονται οι Ουκρανοί– πόσο θα πρέπει τότε να έχει σημασία αν το Ντόνετσκ είναι μέρος της Ουκρανίας, ή της Ρωσίας, ή ημιανεξάρτητο; Έτσι βλέπουμε, για παράδειγμα, πώς το CodePink και οι συμμαχικές του ομάδες που ζητούν «ειρήνη» αρνούνται συστηματικά να απαντήσουν στο απλό ερώτημα: «Είναι η Ουκρανία μια “πραγματική χώρα” και έχει το δικαίωμα να υπερασπιστεί τον εαυτό της;».
Αυτή η άρνηση καθιστά πιο βολικό για τους ειρηνιστές που συμπάσχουν με τον πόνο των Ουκρανών, αλλά να μην κατανοούν το λαϊκό βάθος της αντίστασης της Ουκρανίας, να επικαλούνται «ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις» που θα ισοδυναμούσαν με εδαφικό ακρωτηριασμό της Ουκρανίας. Φαίνονται επίσης τυφλοί απέναντι στην πραγματικότητα ότι μια τέτοια «ειρήνη» θα οδηγούσε σε μαζικό επανεξοπλισμό από όλες τις πλευρές για έναν επόμενο, πιο αιματηρό γύρο.
Το ζήτημα εδώ δεν είναι ποιους όρους θα μπορούσε να αποφασίσει ο ουκρανικός λαός να διαπραγματευτεί –κάτι που είναι δικαίωμά του και μόνο δικό του– αλλά η πολιτική και ηθική χρεοκοπία των υποστηρικτών της «ειρήνης» που τους κάνουν κήρυγμα για την ανάγκη να παραδοθούν.
Το αν οι δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που γνωρίζουμε ότι είναι απείρως προδοτικές, θα κινηθούν τελικά για να επιβάλουν κάποια «λύση» στο όνομα του «ρεαλισμού», παραμένει ένα ανοιχτό ερώτημα. Για την Αριστερά, αυτό δεν θα πρέπει να επηρεάσει την υπεράσπιση από άποψη αρχών του δικαιώματος των Ουκρανών να καθορίζουν οι ίδιοι το μέλλον τους.
Οι κύριες διαφορές
Η παράλληλη άρνηση της παλαιστινιακής και της ουκρανικής εθνικότητας και των δικαιωμάτων αυτοδιάθεσης δεν σημαίνει ότι οι ίδιοι αυτοί οι αγώνες είναι πανομοιότυποι. Προφανώς, η Ουκρανία δεν είναι η Παλαιστίνη – και πολύ περισσότερο δεν είναι το Ισραήλ, όπως ισχυρίστηκε ο πρόεδρος της Ουκρανίας Ζελένσκι όταν ήλπιζε να λάβει περισσότερη υποστήριξη από αυτή την πλευρά:
«Το 2020, ο Ζελένσκι έβγαλε την Ουκρανία από την Επιτροπή του ΟΗΕ για την Άσκηση των Αναφαίρετων Δικαιωμάτων του Παλαιστινιακού Λαού και, σε ομιλία του στην Κνεσέτ, συνέδεσε το υπαρξιακό δικαίωμα του ουκρανικού έθνους με αυτό του ισραηλινού έθνους, καθώς και τα δύο πολεμούν έναν εχθρό που έχει ως στόχο την “ολοκληρωτική καταστροφή του λαού, του κράτους, του πολιτισμού”. Σε μια παθιασμένη απάντηση, ο καθηγητής του παλαιστινιακού πανεπιστημίου της Χάιφα, Άσαντ Γάνεμ, κατηγόρησε τον Ζελένσκι ότι αντιστρέφει τον ρόλο του κατακτητή και του κατακτημένου. Ενώ εξέφρασε την παλαιστινιακή υποστήριξη για την αντίσταση του ουκρανικού λαού στην κτηνώδη ρωσική εισβολή, είπε ότι τα λόγια του Ζελένσκι αποτελούν |ντροπή όταν πρόκειται για διεθνείς αγώνες για την ελευθερία και την απελευθέρωση”» (Liz Fekete[4]).
Οι γεωπολιτικοί ειδήμονες μπορούν να εξηγήσουν όλες τις διαφορές μεταξύ του πολέμου στην Ουκρανία και της λεγόμενης «σύγκρουσης» Παλαιστίνης-Ισραήλ. Στον πυρήνα τους, ωστόσο, οι διαφορές μεταξύ αυτών των σύγχρονων κρατών και εθνών είναι αρκετά σαφείς. Παρακαλώ σημειώστε: λέμε «σύγχρονα» κράτη και έθνη, επειδή δεν μιλάμε εδώ για πολέμους ευρωπαϊκών βασιλείων και κρατικών συνόρων από περασμένους αιώνες, πόσο μάλλον για τους μεσαιωνικούς Κιέβαν Ρους ή για τη μυθική ιστορία του αρχαίου Ισραήλ. Όλα αυτά έχουν ενδιαφέρον, αλλά ανήκουν σε ξεχωριστές συζητήσεις.
Η κύρια διαφορά μεταξύ Ουκρανίας και Ισραήλ είναι ότι το σύγχρονο ουκρανικό κράτος δεν ιδρύθηκε πάνω στην απαλλοτρίωση και τη γη ενός άλλου λαού, τον οποίο εκδίωξε μαζικά και προχώρησε στην επιβολή ενός βάναυσου καθεστώτος κατοχής με αποικιοκρατικά χαρακτηριτικά καθώς και χαρακτηριστικά απαρτχάιντ.
Από την άλλη πλευρά, η μεγάλη διαφορά μεταξύ της Ουκρανίας και της Παλαιστίνης είναι ότι η Ουκρανία είναι ένα έθνος-κράτος με την αποδεδειγμένη ικανότητα να υπερασπιστεί το έδαφός της ενάντια σε έναν αυτοκρατορικό εισβολέα. Το γεγονός ότι βρίσκεται στη μέση της Ευρώπης της επέτρεψε επίσης να λάβει την απαραίτητη στρατιωτική βοήθεια. Οι Παλαιστίνιοι δεν έχουν κρατικούς θεσμούς, ούτε στρατό, ούτε κάποια στρατηγική στρατιωτική επιλογή για να κερδίσουν την ελευθερία τους.
Επιπλέον, οι Παλαιστίνιοι δεν έχουν φίλους µεγάλες δυνάµεις, και ιδιαίτερα ο αµερικανικός ιµπεριαλισµός αδιαφορεί πλήρως για την τύχη τους, όσο τα πράγµατα παραµένουν σχετικά «ήσυχα» (δηλαδή µη ορατά). Στην πραγματικότητα, η Παλαιστίνη είναι ουσιαστικά παράπλευρη απώλεια σε κάθε διεθνή κρίση, συμπεριλαμβανομένου του σημερινού πολέμου στην Ουκρανία.
Ο παλαιστινιακός λαός προσελκύει μεγάλη και σημαντική παγκόσμια λαϊκή αλληλεγγύη, αλλά καμία υποστήριξη από «γεωπολιτικούς» παράγοντες στην περιοχή ή οπουδήποτε αλλού. Είναι ένας ουσιαστικά άοπλος πληθυσμός που αντιμετωπίζει, μόνος του, την τεράστια δύναμη του ισραηλινού αποικιοκρατικού κράτους.
Για τους δικούς του λόγους, βέβαια, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός βοηθά την Ουκρανία στον πόλεμο, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει τη συντριβή της Παλαιστίνης από το Ισραήλ. Αυτό είναι μια εικόνα της κυνικής πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων, αλλά κανένας λόγος για την Αριστερά να γυρίσει απλά την πολιτική αυτή ανάποδα. Ο ευρέως αναγνωρισμένος ηρωισμός του ουκρανικού λαού, και ο γενικά μη αναγνωρισμένος ηρωισμός του παλαιστινιακού λαού, αξίζουν εξίσου την αλληλεγγύη όσων από εμάς αντιτίθενται σε κάθε ιμπεριαλισμό και αποικιοκρατία. Αυτό είναι ακόμα πιο σημαντικό τώρα.
Αντιδραστική ανατροφοδότηση
Ένας ακόμη παραλληλισμός είναι ότι η εισβολή στην Ουκρανία και η καταστροφή στην Παλαιστίνη δεν μπορούν να διαχωριστούν από τις εσωτερικές πολιτικές κρίσεις στη Ρωσία και το Ισραήλ αντίστοιχα. Σε κάθε περίπτωση, οι προσπάθειες των καθεστώτων να συντρίψουν ένα άλλο έθνος αντανακλώνται άμεσα στις δικές τους κοινωνίες.
Πάρα πολλοί φιλελεύθεροι «φίλοι του Ισραήλ» δεν μπορούν να αντιληφθούν την πραγματικότητα ότι το αμάλγαμα της εβραϊκής υπεροχής του δεξιού εθνικισμού και του θρησκευτικού εξτρεμισμού στον νέο ισραηλινό κυβερνητικό συνασπισμό αντιπροσωπεύει τον αυθεντικό προορισμό προς τον οποίο ο πολιτικός σιωνισμός οδεύει εδώ και πολύ καιρό.
Μπορεί κανείς να κάνει μια μακρά και πολύπλοκη συζήτηση για το αν ένας διαφορετικός προορισμός ήταν εφικτός –αν η κατοχή μετά το 1967 είχε τερματιστεί γρήγορα– αλλά αυτή η δυνατότητα έχει πεθάνει προ πολλού, μαζί με τη «λύση των δύο κρατών» που αποτελεί ζόμπι.
Ενώ οι δολοφονίες του ισραηλινού στρατού και των εποίκων αποτελούν καθημερινή πραγματικότητα στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, την ίδια στιγμή μια άνευ προηγουμένου σύγκρουση έχει ξεσπάσει στην ισραηλινή πολιτική με αφορμή την αυταρχική κίνηση της κυβέρνησης να αναλάβει τον έλεγχο του διορισμού και των εξουσιών του δικαστικού σώματος της χώρας. Η προειδοποίηση του ισραηλινού προέδρου του κράτους Χέρτσογκ για «εμφύλιο πόλεμο» δείχνει το μέγεθος της κρίσης.
Η απειλή της «μεταρρύθμισης» έχει βγάλει εκατοντάδες χιλιάδες Ισραηλινούς πολίτες (σχεδόν αποκλειστικά Εβραίους) στους δρόμους, κλείνοντας αυτοκινητόδρομους και λιμάνια, αποκαλώντας ανοιχτά το κυβερνητικό σχήμα «φασιστικό». Βλέπουν τον αγώνα ως αγώνα ζωής και θανάτου για να σώσουν τη δημοκρατία του Ισραήλ. Με το κεφάλαιο να φεύγει από τη χώρα, ο Άμτζαντ Ιρακί του ισραηλινού διαδικτυακού περιοδικού +972 αποκαλεί την εξαπλούμενη εξέγερση, ειρωνικά, «μία από τις πιο εντυπωσιακές εκστρατείες BDS που έχουν παρατηρηθεί ποτέ»[5].
Η δημοκρατία υπάρχει για τους Εβραίους πολίτες του Ισραήλ, σε πολύ πιο περιορισμένο βαθμό για τους Άραβες πολίτες της χώρας και καθόλου για τους Παλαιστίνιους στα κατεχόμενα εδάφη, οι οποίοι ζουν υπό συνθήκες στρατιωτικού απαρτχάιντ. Ένα κίνημα για την ισραηλινή δημοκρατία αναπόφευκτα στραγγαλίζεται όσο η άρνηση της παλαιστινιακής εθνικότητας παραμένει σε ισχύ είτε ανοιχτά είτε εξ ορισμού.
Για τον πρωθυπουργό Νετανιάχου, η δικαστική «μεταρρύθμιση» σημαίνει την απαλλαγή του από την ποινική δίωξη για πολλαπλές κατηγορίες διαφθοράς. Ο Νετανιάχου είναι ουσιαστικά αιχμάλωτος των θρησκευτικο-εξτρεμιστών εταίρων του στον συνασπισμό, για τους οποίους πρόκειται για την ανάληψη του ελέγχου των ζητημάτων της «εβραϊκής ταυτότητας» και την άρση κάθε (αδύναμου) περιορισμού στις δολοφονικές επιθέσεις του στρατού και των εποίκων στις παλαιστινιακές πόλεις, την απεριόριστη επέκταση των οικισμών και την εξουσία να απαγορεύσει τα κόμματα υπό αραβική ηγεσία από τις μελλοντικές εκλογές (όπως προσπάθησαν στο παρελθόν οι κοινοβουλευτικές εκλογικές επιτροπές, αλλά ακυρώθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ).
Παλαιστίνιοι και προοδευτικοί επικριτές έχουν με ακρίβεια επισημάνει ότι ο αγώνας για τη «διάσωση της δημοκρατίας του Ισραήλ» αφορά ουσιαστικά τη διατήρηση ενός status quo που είναι ήδη θανάσιμα αντιδημοκρατικό για τους Παλαιστίνιους. Δεδομένων αυτών των περιορισμών, οι προοπτικές ουσιαστικής επιτυχίας του είναι θολές – αν και η προοπτική αποδυνάμωσης της δικαστικής εξουσίας προκαλεί σοβαρή φυγή κεφαλαίων, ενώ ο ανώτατος προστάτης του Ισραήλ, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, φαίνεται τώρα να ανησυχεί σοβαρά για τις επιπτώσεις των απροκάλυπτα γενοκτονικών εκκλήσεων των θρησκευτικών σιωνιστών υπουργών του υπουργικού συμβουλίου. Και οι δύο αυτοί παράγοντες είναι κακοί για τις επιχειρήσεις και τη «σταθερότητα».
Μια ενδιαφέρουσα σύγκριση μεταξύ του Ισραήλ και της Ρωσίας ήταν η δημόσια αδιαφορία του μεγαλύτερου μέρους των πληθυσμών τους – στην περίπτωση των Ισραηλινών-Εβραίων, για την καταστροφή που εκτυλίσσεται στα κατεχόμενα εδάφη, και στην περίπτωση της Ρωσίας για τη φρίκη στην Ουκρανία.
Εδώ και πολλά χρόνια, το μεγαλύτερο μέρος της ισραηλινοεβραϊκής κοινής γνώμης έχει μάθει να αγνοεί τα γεγονότα της Κατοχής, ακόμη και όταν αυτά είναι ελεύθερα διαθέσιμα. Στη Ρωσία, τα κρατικά μέσα ενημέρωσης και η αστυνομική καταστολή κρατούν κρυφή τη βαρβαρότητα του πολέμου. Ο βαθμός ελευθερίας στο εσωτερικό του Ισραήλ καθιστά δυνατή μια κοινωνική εγρήγορση, ενώ στο εσωτερικό της Ρωσίας η εισβολή στην Ουκρανία συνοδεύτηκε από την εξαφάνιση των εναπομεινάντων υπολειμμάτων δημοκρατίας.
Το καθεστώς Πούτιν είναι πλέον η παγκόσμια ναυαρχίδα του λευκού χριστιανικού εθνικισμού, που τόσο θαυμάζεται από μεγάλο μέρος της φράξιας MAGA [Make America Great Again] του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος των ΗΠΑ. Όπως συζητείται ευρύτατα, η Ρωσία κινείται όλο και περισσότερο προς κάποια μορφή φασισμού, μια τάση που είναι πιθανό να επιταχυνθεί, εκτός αν η εισβολή της ηττηθεί. (Έχουμε συζητήσει αυτή την τάση στο πρόσφατο άρθρο του Ζαχάρ Πόποβιτς «Η Ρωσία στο δρόμο προς το φασισμό;»[6]).
Όσο για το αδιέξοδο της ίδιας της ρωσικής κοινωνίας, αυτό βαθαίνει από την καταστροφή που προκαλεί ο πόλεμος που επέλεξε ο Πούτιν να κάνει. Όπως γράφει ο κοινωνιολόγος Μπόρις Καγκαρλίτσκι:
«Ο χρόνος που πέρασε από την έναρξη του πολέμου έδειξε ξεκάθαρα ότι το πολιτικό σύστημα χρειάζεται μια ριζική αλλαγή. Η εναλλακτική στις μεταρρυθμίσεις δεν μπορεί παρά να είναι η αυξανόμενη αποσύνθεση των κρατικών θεσμών και η υποβάθμιση μιας ήδη άρρωστης οικονομίας, η οποία δεν βολεύει κανέναν. Αλλά ο μόνος τρόπος για να υπάρξει αλλαγή πορείας είναι η απομάκρυνση του Βλαντιμίρ Πούτιν από την εξουσία». («Για την πρώτη επέτειο του πολέμου»[7]).
Προοπτικές
Πράγματι, οι όποιες προοπτικές ενός δημοκρατικού μέλλοντος για τη Ρωσία είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την έκβαση του πολέμου – ειδικότερα, εξαρτώνται από την ήττα των ιμπεριαλιστικών, κατακτητικών φιλοδοξιών της στην Ουκρανία. Η ουκρανική δημοκρατία εξαρτάται εξίσου από τα αποτελέσματα του πολέμου – αλλά στην περίπτωσή της, από τη νίκη της αντίστασής της στην εισβολή. Και τα αποτελέσματα αυτών των γεγονότων θα έχουν επιπτώσεις για όλους μας.
Ενώ οι εργατικές και αριστερές δυνάμεις της Ουκρανίας συμμετέχουν πλήρως στον πόλεμο, αναγκάζονται επίσης να αντισταθούν στις αντεργατικές πολιτικές της κυβέρνησης Ζελένσκι. Μια ουκρανική νίκη θα ανοίξει τη δυνατότητα (χωρίς να υπάρχουν εγγυήσεις) να ξεπεραστεί οριστικά ο κύκλος των ολιγαρχικών φατριαστικών πολιτικών που κυριάρχησαν στη χώρα μετά τη μετασοβιετική ανεξαρτησία της το 1991. Από την άλλη πλευρά, μια τραγική ήττα ή ένας ακρωτηριασμός της Ουκρανίας είναι πιο πιθανό να κλονίσει την αναδυόμενη εθνική της ενότητα – και να επιφέρει μια αναζωπύρωση των ακροδεξιών δυνάμεων.
Για το Ισραήλ, η διατήρηση της τυπικής δημοκρατίας του εξαρτάται από την ουσιαστική επέκτασή της. Αυτό σημαίνει πρώτα απ’ όλα, ένα κίνημα που αντικρούει τον περιορισμό των δικαιωμάτων των Αράβων πολιτών –και την αποικιοκρατική κυριαρχία του απαρτχάιντ στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη– τόσο νομοθετικά όσο και στην πράξη. Αυτό δεν απαιτεί τίποτα λιγότερο από μια πολιτική επανάσταση για να συντρίψει το δόγμα του «έθνους-κράτους του εβραϊκού λαού» που ο σημερινός κυβερνητικός συνασπισμός οδηγεί προς τα τελικά ανομολόγητα συμπεράσματά του.
Όπως υπό οποιοδήποτε άλλο εθνοθρησκευτικό καθεστώς, η εβραϊκή υπεροχή και η δημοκρατία δεν θα συνυπάρξουν ειρηνικά. Οι βίαιοι έποικοι που πραγματοποίησαν το πογκρόμ στη Χουουάρα και διαπράττουν καθημερινά φρικαλεότητες που δεν γίνονται πρώτη είδηση στα διεθνή πρωτοσέλιδα, το καταλαβαίνουν απόλυτα αυτό. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα σπεύσουν να ενταχθούν στην «εθνική φρουρά» που ο Νετανιάχου έχει χαρίσει στο ακραία ρατσιστικό μέλος του υπουργικού συμβουλίου Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ.
Το ερώτημα για την ισραηλινή κοινωνία είναι αν μπορεί να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της άρνησης από το σιωνιστικό κίνημα από την ίδρυσή του, του παλαιστινιακού έθνους. Αυτός ο αγώνας απαιτεί βοήθεια από το εξωτερικό, μέσω του BDS [Boycott/Divestment/Sanctions – μποϊκοτάζ/αποεπένδυση/κυρώσεις] και άλλων δράσεων αλληλεγγύης για τα δικαιώματα των Παλαιστινίων.
Ταυτόχρονα, η ρωσική άρνηση της ουκρανικής εθνικότητας μπορεί να ηττηθεί μόνο στο πεδίο της μάχης, και αυτό απαιτεί διεθνή αλληλεγγύη, συμπεριλαμβανομένων των όπλων, υπέρ του πολέμου της Ουκρανίας για επιβίωση. Η Ρωσία και το ΝΑΤΟ μπορεί να διεξάγουν ως ένα σημείο έναν «πόλεμο δι’ αντιπροσώπων» –τον οποίο χάρη στον Πούτιν, το ΝΑΤΟ κερδίζει– αλλά αυτό που έχει αποφασιστική σημασία είναι ότι η Ουκρανία διεξάγει έναν λαϊκό πόλεμο που κάθε αριστερή δύναμη πρέπει να υποστηρίξει.
Σε αντίθεση με τη φλύαρη ρητορική του Μπάιντεν, τα ζητήματα σε αυτόν τον πόλεμο δεν αφορούν τα κράτη που υπερασπίζονται παγκοσμίως τη «δημοκρατία έναντι του αυταρχισμού». Αυτός είναι ένας αγώνας που δεν υπάρχει μεταξύ κρατών αλλά μέσα σε κάθε κοινωνία, συμπεριλαμβανομένης (κυρίως) της δικής μας. Πολύ περισσότερο δεν πρόκειται για την ευσεβή απάτη μιας «διεθνούς τάξης βασισμένης σε κανόνες», όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες φτιάχνουν τους κανόνες και δίνουν τις εντολές.
Η Αριστερά δεν πρέπει να αποπροσανατολιστεί: Πρώτα και κύρια στην Ουκρανία και την Παλαιστίνη, ο αγώνας αφορά τα δικαιώματα των λαών και των εθνών και τις τοξικές συνέπειες όταν τα δικαιώματα αυτά αμφισβητούνται.
Μετάφραση: elaliberta.gr
David Finkel, “From Ukraine to Palestine: The Poisons of Denialism”, Against the Current, τεύχος 223, Μάρτιος/Απρίλιος 2023, https://againstthecurrent.org/from-ukraine-to-palestine-the-poisons-of-denialism/. Αναδημοσίευση: Europe Solidaire Sans Frontières, https://www.europe-solidaire.org/spip.php?article66378.
[Σχετικά με την εξελισσόμενη κρίση Παλαιστίνης/Ισραήλ, συνιστώ ανεπιφύλακτα το ισραηλινό διαδικτυακό περιοδικό +972. Δείτε το Δίκτυο Αλληλεγγύης στην Ουκρανία (Ukraine Solidarity Network) για την ανακοίνωση της αποστολής του και πολλές χρήσιμες αναφορές.]
Ο David Finkel είναι συντάκτης του Against the Current και μέλος του Jewish Voice for Peace [Εβραϊκής Φωνής για την Ειρήνη] – παράρτημα Ντιτρόιτ και του Ukraine Solidarity Network [Δίκτυο Αλληλεγγύης για την Ουκρανία]. Ευχαριστώ τον Steve Shalom για ορισμένες αναφορές και χρήσιμες υποδείξεις.
Σημειώσεις
[1] Tovah Lazaroff, “Israel’s Smotrich: There is no such thing as a Palestinian people”, The Jerusalem Post, 20 Μαρτίου 2023, https://www.jpost.com/israel-news/article-734835.
[2] William Booth, “Mike huckabee, tour guide in the holy land”, Washington Post, 23 Φεβρουαρίου 2015, https://isranet.org/daily-briefing/baird-huckabee-nobly-defend-jewish-state-fight-devils-antisemitism-anti-zionism/#mike.
[3] Björn Alexander Düben, “‘There is no Ukraine’: Fact-Checking the Kremlin’s Version of Ukrainian History”, LSE, 1 Ιουλίου 2020, https://blogs.lse.ac.uk/lseih/2020/07/01/there-is-no-ukraine-fact-checking-the-kremlins-version-of-ukrainian-history/.
[4] Liz Fekete, “Civilisational racism, ethnonationalism and the clash of imperialisms in Ukraine”, Race & Class, τόμος 64, τεύχος 4, Απρίλιος 2023, https://journals.sagepub.com/doi/abs/10.1177/03063968231152093.
[5] Amjad Iraqi, “Israelis, welcome to BDS, +972, 19 Μαρτίου 2023, https://www.972mag.com/israelis-bds-government-protests/.
[6] Zakhar Popopvych, “Russia’s Road Toward Fascism?”, Against the Current, τεύχος 222, Ιανουάριος - Φεβρουάριος 2023, https://againstthecurrent.org/atc222/russias-road-toward-fascism/.
[7] Boris Kagarlitsky, “On the First Anniversary of the War”, Russian Dissent, 28 Φεβρουαρίου 2023, https://russiandissent.substack.com/p/on-the-first-anniversary-of-the-war.