Εθνική Εκτελεστική Ομάδα του Marea Socialista
Επιστολή προς τον λαό της Βενεζουέλας, τους λαούς της Λατινικής Αμερικής και του κόσμου, προς τη διεθνή αριστερά
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ μόλις ανακοίνωσε ότι εξετάζει την «στρατιωτική επιλογή» για την απομάκρυνση του προέδρου Νικολάς Μαδούρο από την εξουσία. Η απειλή πιθανής στρατιωτικής επιχείρησης κατά της Βενεζουέλας προηγήθηκε της υιοθέτησης μονομερών οικονομικών κυρώσεων. Δεν φαίνεται πιθανό να υπάρξει άμεση στρατιωτική εισβολή, ακόμη και αν η κυβέρνηση εκβιαστεί για να παραχωρήσει περισσότερα. Αλλά είναι σαφές ότι υπάρχει κλιμάκωση. Αυτό που το Τραμπ θέλει πραγματικά είναι να συντρίψει την πρόκληση της Βολιβαριανής επανάστασης.
Το Marea Socialista απορρίπτει έντονα τις στρατιωτικές απειλές του Τραμπ και κάθε είδους παρεμβάσεις από την αμερικανική κυβέρνηση καθώς και τις οικονομικές κυρώσεις. Ενώνουμε τις δυνάμεις μας με τον αγανακτισμένο και θαρραλέο λαό της Βενεζουέλας και επικαλούμαστε τον νικηφόρο αγώνα για ανεξαρτησία που μας έκανε ελεύθερο έθνος. Αυτό δεν σημαίνει ότι υποστηρίζουμε με οποιονδήποτε τρόπο τις πολιτικές που ακολουθούνται από τον Μαδούρο και την ANC [Asamblea Nacional Constituyente - Εθνική Συντακτική Συνέλευση].
Παρόλο που ο παρανοϊκός Τραμπ δεν φαίνεται να ενοχλείται απ’ αυτό, προκάλεσε ένα κύμα απόρριψης του ένοπλου εκβιασμού και της επίκλησης του πολέμου. Βλέπουμε πως τα άλλα έθνη, ακόμα και εκείνα που είναι πολύ εχθρικά απέναντι στον Μαδούρο, καταδικάζουν έντονα αυτή τη πιθανότητα, που απορρίφθηκε από τις κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής και άλλων περιοχών του πλανήτη, καθώς θα συνέβαλε μόνο στα να καταστήσει τον κόσμο πιο ασταθή και επικίνδυνο και θα μπορούσε ακόμη και να ανάψει φωτιά σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική. Απορρίφθηκε επίσης από τους εκπροσώπους των διεθνών οργανισμών και των οργάνων των Ηνωμένων Εθνών, οι οποίοι επικρίνουν τις οικονομικές κυρώσεις επειδή θα βοηθήσουν μόνο στην επιδείνωση της κατάστασης των Βενεζουελάνων και θα μπορούσαν να είναι ακόμη και επιζήμιες για όσους τις εφαρμόσουν. Από τη διεθνή αριστερά, συμπεριλαμβανομένης της αμερικανικής αριστεράς, εκφράζονται φωνές ενάντια στον παρεμβατισμό, αν και ένα μεγάλο μέρος τους δεν υποστηρίζει τον Μαδούρο.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν για πολλές δεκαετίες συντρίψει και εισέβαλει σε χώρες στη Λατινική Αμερική και σε όλο τον κόσμο για την επιβολή της κυριαρχίας τους και στη διαμάχη για ιμπεριαλιστική ηγεμονία. Έχουν συχνά δράσει ανενόχλητες, αλλά έχουν επίσης και τεράστιες αποτυχίες, όπως στο Βιετνάμ και την Κούβα. Αυτές οι δράσεις που υποτίθεται ότι δικαιολογούνται ψευδώς στο όνομα της «ελευθερίας» ή της «δημοκρατίας» πάντοτε είχαν ως κόστος τεράστιες δυστυχίες για τους λαούς στους οποίους επιτίθονταν αλλά ακόμη και για τον δικό τους λαό.
Μέσα στη Βενεζουέλα, μια ευρεία ποικιλία κομμάτων και κοινωνικών οργανώσεων, ανεξάρτητα από τη συμπάθεια ή την αντιπάθεια τους προς την κυβέρνηση και την «υπερεξουσία» που δημιουργήθηκε με την ANC, εξέφρασαν με έντονο τρόπο την απόρριψη των αυτοκρατορικών απειλών και ακόμη και τα τμήματα της φιλοϊμπεριαλιστικής δεξιάς που υποστήριξαν κάποια στιγμή εξωτερικές παρεμβάσεις, αναγκάστηκαν να αντιταχθούν σε εισβολή ή πολεμική δράση ενάντια στη Βενεζουέλα, παρότι αποφεύγουν ρητά να καταδικάσουν τον στρατηγικό σύμμαχό τους. Πιστεύουμε όμως ότι δεν αρκεί η έκδοση ανακοινώσεων. Είναι απαραίτητο να περιγράψουμε το γενικότερο πλαίσιο της κατάστασης και να προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε τι συμβαίνει, καθώς και να συζητήσουμε τρόπους για να υπερασπιστούμε την κυριαρχία και την εδαφική μας ακεραιότητα.
Για να γίνει αυτό, πρέπει να εξετάσουμε τη διεθνή κατάσταση στην οποία τοποθετείται το στάδιο μετάβασης της Βενεζουέλας, όπου η πόλωση μεταξύ της δεξιάς αντιπολίτευσης και μιας κυβέρνησης που έχει χάσει την πορεία της αντικατοπτρίζει επίσης την ενδοϊμπεριαλιστική διαμάχη, όπου ο ένας και ο άλλος προσπαθούν να εκμεταλλευτούν και να λεηλατήσουν τους πόρους μας.
Η κυβέρνηση, με τις κακές πολιτικές της, αποδυναμώνει και καθιστά την χώρα πιο ευάλωτη, διαστρεβλώντας την ανεξάρτητη πορεία που επικράτησε στα οικονομικά θέματα κατά την περίοδο του Τσάβες και ταυτόχρονα χάνοντας την υποστήριξη και την εμπιστοσύνη του λαού, ο οποίος ήταν ο κυριότερος υποστηρικτής και πηγή δύναμης της Μπολιβαριανής επανάστασης. Αυτό πρόσφερε ευκαιρίες για ανάκαμψη στη δεξιά αντιπολίτευση, καθαρά φιλοϊμπεριαλιστική, και άνοιξε τον δρόμο στον κίνδυνο της επέμβασης.
Ως εκ τούτου, υπάρχει ανάγκη να αποκατασταθεί η ενότητα του λαού της Βενεζουέλας για την υπεράσπιση της χώρας, και αυτό γίνεται με περισσότερη δημοκρατία και όχι λιγότερη, καθώς και αποτελεσματικές πολιτικές δράσεις για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση που υφίσταται ο λαός από την έλλειψη τροφίμων και φαρμάκων. Αλλά η κυβέρνηση δίνει προτεραιότητα στην πληρωμή του εξωτερικού χρέους και στις δεσμεύσεις της απέναντι στο (ιμπεριαλιστικό) χρηματοοικονομικό κεφαλαίο, εγκαταλείποντας παράλληλα το ενδιαφέρον για τις επείγουσες ανάγκες της κρίσης. Η ενότητα του λαού δεν μπορεί να εκβιαστεί με κακομεταχείριση και καταστολή.
Η κυβέρνηση Μαδούρο και η γραφειοκρατία εφαρμόζουν σήμερα οικονομικές πολιτικές που είναι οπισθοδρομικές στο θέμα της κυριαρχίας και της ανεξάρτητης ανάπτυξης σε σύγκριση με αυτό που επιτεύχθηκε με τη Μπολιβαριανή επανάσταση κατά την εποχή του Τσάβες. Τώρα, αυτές οι πολιτικές αποκτούν αντ-εθνικό χαρακτήρα και πλήττουν την κυριαρχία. Η κυβερνητική πολιτική δεν είναι με συνέπεια αντιιμπεριαλιστική, αν και μερικές φορές μπορεί να έχει προκλητικό στυλ, με προφορικές προκλήσεις προς την αυτοκρατορία. Αυτό δεν μας κάνει πιο δυνατούς ενάντια στον ιμπεριαλισμό.
Επίσης, οι βορειοαμερικανικές τράπεζες και οι «φορολογικοί παράδεισοι» επωφελήθηκαν από τις συνεχιζόμενες καταχρήσεις στη Βενεζουέλα και την εγκληματική φυγή κεφαλαίου. Οι ΗΠΑ παρεμβαίνουν μερικώς και επιλεκτικά για πολιτική χειραγώγηση, αλλά με κανένα τρόπο δεν επιδιώκουν να βοηθήσουν τον λαό της Βενεζουέλας στις πιο επείγουσες ανάγκες του.
Η Βενεζουέλα στο πλαίσιο της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης και της ενδοϊμπεριαλιστικής σύγκρουσης
Το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα δεν κατάφερε να ανακάμψει από τη χρόνια διαρθρωτική κρίση που βρίσκεται σε εξέλιξη από το τέλος της πρώτης δεκαετίας του αιώνα. Μπροστά σε σημάδια της πιθανότητας να σκάσουν νέες φούσκες που δημιουργούνται από το κερδοσκοπικό κεφάλαιο στον χρηματοπιστωτικό τομέα, οι επενδύσεις επιδιώκουν να καταφύγουν σε πολλαπλασιασμό της εκμετάλλευσης φυσικών πόρων (χρυσό, ασήμι, διαμάντια, κολτάνιο, μεταξύ άλλων), που ανταποκρίνονται επίσης στις απαιτήσεις της τεχνολογικής προόδου και των νέων τομέων της αγοράς. Ταυτόχρονα, το κεφάλαιο χρησιμοποιεί την ανακύκλωση των εξωτερικών χρεών για να καταχραστεί περισσότερο τα περιουσιακά στοιχεία και τον πλούτο από τις χώρες και τα εδάφη τους.
Όλα αυτά αποτελούν μέρος μιας νεοαποικιακής κλιμάκωσης, στην οποία οι παλιές και οι αναδυόμενες αυτοκρατορίες, μαζί με τις πολυεθνικές, αντιπαρατίθενται για την ηγεμονία και τις θέσεις υπεροχής στην επίθεση στο πλούτο του πλανήτη, ακόμη και με κόστος την καταστροφή των κλιματικών ισορροπιών και της ζωής, μέσα σε αυξανόμενο γεωπολιτικό χάος, διάλυση των εθνών, πολέμους και εξάπλωση των κυβερνήσεων με διεφθαρμένα και εγκληματικά αφεντικά της καπιταλιστικής συσσώρευσης, που βυθίζουν τις κοινωνίες στην αυθαιρεσία. Δεν υπάρχει λύση εντός του καπιταλιστικού πλαισίου. Αυτό που φαίνεται να είναι μια προσπάθεια δημιουργίας μιας «νέας τάξης» είναι στην πραγματικότητα μέρος μιας παγκόσμιας αταξίας, με μια οικονομική και πολιτική διαμάχη για ηγεμονία, με στρατιωτικές εντάσεις και συγκρούσεις στις οποίες συμμετέχουν έμμεσα η Ρωσία και η Κίνα και όπου επεκτείνονται οι περιφερειακές αντιπαραθέσεις.
Μέρος αυτού του διεθνούς σκηνικού είναι η παρατεταμένη αστάθεια στις αραβικές χώρες, οι επαναστάσεις και οι αντεπαναστάσεις και οι εισβολές και οι αντιστάσεις μέσα σε αυτές, η αυξανόμενη εχθρότητα με τη Βόρεια Κορέα, που διαθέτει πυρηνικά όπλα, καθώς και οι αλλαγές ισορροπιών στην ίδια την Ευρώπη και στην περιφέρεια της πρώην ΕΣΣΔ. Σε πολλά από τα σενάρια επεμβάσεων των Ηνωμένων Πολιτειών, παρατηρούμε σαν αποτέλεσμα μια τραγική διάλυση, επειδή, μολονότι είναι οικονομικά και πολιτικά ασθενέστερες, η δράση τους είναι πιο επιθετική και στηρίζεται στη συνεχιζόμενη στρατιωτική υπεροχή τους.
Αυτή η δυναμική νεοαποικιοποίηση, εντός των χωρών, εξαλείφει τις κοινωνικές κατακτήσεις και καταστρέφει τα δημοκρατικά δικαιώματα για να επιβάλει την εφαρμογή νέων αρχιτεκτονικών και οικονομικών και χρηματοοικονομικών μηχανισμών, εξυπηρετώντας τις ανάγκες ενός μεταβαλλόμενου καπιταλισμού. Και παρόλο που έχουν συμβάλει σ' αυτά τα δικαιώματα, η καθεμιά στα μέτρα της, οι αποκαλούμενες «προοδευτικές κυβερνήσεις» στη Λατινική Αμερική παρέμειναν υποταγμένες στο καπιταλιστικό μοντέλο. Σε αυτό το γενικό πλαίσιο, οι επονομαζόμενες προοδευτικές κυβερνήσεις, οι οποίες κάποτε προσπάθησαν να αλλάξουν τις συνθήκες διανομής που θέσπισαν οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και οι εταιρείες, αποδυναμώθηκαν και συμβιβάστηκαν. Αυτό έχει επηρεάσει τη βιωσιμότητα των κοινωνικών παροχών και την διατήρηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων, που δεν είναι πλέον βιώσιμα στις οικονομίες εισοδηματιών, τις οποίες δεν μετασχημάτισαν με συνέπεια και επειδή οι διαδικασίες αλλαγής οδηγήθηκαν σε αποτυχία από την ανάπτυξη παρασιτικών γραφειοκρατικών διαδικασιών και από την ταύτιση των προοδευτικών αυτών κυβερνήσεων με τη λογική του κεφαλαίου. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο κύκλος των επαναστάσεων και των διαδικασιών αλλαγής που ξεκίνησε στη Λατινική Αμερική φαίνεται να τερματίζεται, να παρασύρεται ξανά στην παγκόσμια καπιταλιστική αναπροσαρμογή που επανακτά την ιδιοκτησία της και περιοχές κυριαρχίας, παρά τη συνέχιση των κοινωνικών αγώνων και αυτό κυρίως λόγω της εγκατάλειψης αυτών των διαδικασιών από τις πολιτικές ηγεσίες που τις είχαν επιβλέψει.
Απ’ αυτό δεν ξεφεύγει η Βενεζουέλα, όπου η επανάσταση καταπνίγεται από τους πολιτικούς κληρονόμους του Ούγκο Τσάβεζ, ούτε και τα βασικά στοιχεία που σηματοδότησαν την Μπολιβαριανή διαδικασία και τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν για την ενοποίηση της Λατινικής Αμερικής με ανολοκλήρωτα ή μισοανολοκλήρωτα σχέδια όπως η Banco del Sur, η νομισματική ένωση με την Sucre, η επέκταση και η ενίσχυση της Βολιβαριανής Συμμαχίας των Λαών της Αμερικής Μας, η δημιουργία ενός ανεξάρτητου στρατιωτικού πλαισίου έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών, η πρόοδος της Ένωσης των Εθνών της Νότιας Αμερικής και της Κοινότητας των Κρατών της Λατινικής Αμερική και της Καραϊβικής.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο η προσπάθεια των Ηνωμένων Πολιτειών να ανακτήσουν χώρο και οικονομικό έλεγχο στη Βενεζουέλα. Είναι επίσης η γεωπολιτική που καθιέρωσε ο Τσάβεζ, ο οποίος ανατάραξε τον παγκόσμιο πίνακα με δυσμενείς ή δυσάρεστες θέσεις, που μπορούσαν να σύρουν άλλες χώρες πίσω του εναντίον των σχεδίων και των στόχων των ΗΠΑ, ενώ ευνοούσε την είσοδο της Κίνας και της Ρωσίας που επηρέαζε την πλησιέστερη περιοχή συμφερόντων την οποία ο ιμπεριαλισμός θεωρούσε «πίσω αυλή» του.
Πρέπει λοιπόν να θέσουμε το ερώτημα: είναι η πολιτική της κυβέρνησης Μαδούρο πραγματικά αντιιμπεριαλιστική; Στον οικονομικό τομέα, ο προσανατολισμός είναι προς την αντίθετη κατεύθυνση, διότι αν και ανακοινώνει την αόριστη ιδέα ενός νέου οικονομικού μοντέλου «μετά το πετρέλαιο» και την αντικατάσταση του συστήματος των εισοδηματιών, όλες οι συγκεκριμένες ενέργειες κατευθύνονται στην ενίσχυση της εκμετάλλευσης των πόρων και του εξαρτημένου καπιταλισμού που συνδέεται με τις πολυεθνικές εταιρείες και το διεθνές χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, ως εκφράσεις του ιμπεριαλισμού, καθώς και με την ενίσχυση των μηχανισμών υποταγής απέναντι στις σωστά αποκαλούμενες ιμπεριαλιστικές χώρες τόσο τις παλαιότερες όσο και εκείνες που έχουν αναδυθεί ως ανταγωνίστριες των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων η Κίνας και η Ρωσίας, με πολύ σαφή συμφέροντα εντός της χώρας.
Μια έκφραση αυτού του γεγονότος είναι η εκμετάλλευση του Orinoco Mining Arc, με 112.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα να προσφέρονται σε πολυεθνικές μεγαλοϊδιοκτητών ορυχείων διαφορετικής προέλευσης, σε μια τεράστια και πολύ ευαίσθητη περιοχή, ζωτικής σημασίας για την κλιματική και οικολογική ισορροπία, που περιέχει μεγάλο μέρος των πηγών νερού και υδροηλεκτρικής ενέργειας, όπου ζουν αυτόχθονες πληθυσμοί και συγκεντρώνεται μεγάλο μέρος της βιοποικιλότητας της Βενεζουέλας. Γι’ αυτό το σχέδιο εκμετάλλευσης, η κυβέρνηση δεν παρουσίασε ακόμα ούτε μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων ούτε διαβούλευση με τους αυτόχθονες πληθυσμούς όπως είναι υποχρεωμένη από το ισχύον Σύνταγμα του 1999. Αυτό έγινε ακόμη και με χρηματοοικονομικές συμφωνίες που δημιουργούν χρέη με στόχο την εξόφληση του ήδη υπάρχοντος χρέους, λόγω έλλειψης συναλλάγματος τόσο από τη μείωση των εσόδων από το πετρέλαιο όσο και από τις καταχρήσεις και την εγκληματική φυγή κεφαλαίων που σημειώθηκαν στη χώρα. Αυτό είναι επίσης εμφανές στη Λωρίδα Πετρελαίου και στον ορισμό των «15 Κινητήρων» της οικονομίας που συνδέονται με το άνοιγμα Ειδικών Οικονομικών Ζώνων που επεξεργάζονται μορφές μεγαλύτερης ευελιξίας και απορύθμισης ευνοϊκές για το κεφάλαιο και επιβλαβείς για την εργασία και την εθνική κυριαρχία. Αντί να προχωρήσει στην κατεύθυνση της «ενδογενούς ανάπτυξης», για την οποία είχε μιλήσει τόσο πολύ ο Τσάβες, συνεχίζει την παλιά πορεία του νεοαποικιακού καπιταλισμού.
Μια έκφραση όλων αυτών είναι οι πιο πρόσφατες συμβάσεις, εν μέσω κρίσεων και διαμαρτυριών στους δρόμους, με την China National Petroleum Corporation, την Rosneft, την Schlumberger, την Horizontal Well Drillers, την Baker Hughes, την Halliburton, μεταξύ άλλων, στον πετρελαϊκό τομέα και μεγάλα έργα φυσικού αερίου με εταιρείες όπως η Repsol ή η Shell. Στον τομέα των ορυχείων, είδαμε την επιστροφή των εταιρειών που είχαν απορριφθεί από τον Τσάβες, όπως η Gold Reserve, και η προσφορά εκτεταμένων παραχωρήσεων στη Barrick Gold Corporation, μεταξύ άλλων συμφωνιών εξόρυξης που συμφωνήθηκαν με κινεζικές, ρωσικές, καναδικές, βορειοαμερικάνικες, νοτιοαφρικάνικες επιχειρήσεις και εταιρείες χωρών υπό τη σημαία των οποίων δρουν τα πολυεθνικά κεφάλαια.
Σε αυτές τις «στρατηγικές συμμαχίες» περισσότερο από το 90% των επενδύσεων γίνονται σε ορυχεία και οι υπόλοιπες προορίζονται για τον τουρισμό, χωρίς να αποτελούν άξονα παραγωγικής επανενεργοποίησης που σχετίζεται με τρόφιμα, γεωργική ανάπτυξη ή φάρμακα, για να αντιμετωπίσουν τα σοβαρότερα προβλήματα που πλήττουν τον λαό με την οικονομική κατάσταση της χώρας. Από την άλλη πλευρά, τα τρόφιμα και τα φάρμακα επηρεάζονται ακόμη και από τις εισαγωγές, αφού μειώθηκαν κατά 60% έως 70% προκειμένου να εξασφαλίσουν το μεγαλύτερο μέρος του ξένου συναλλάγματος για την πληρωμή του παράνομου εξωτερικού χρέους και με βασικό στοιχείο τη διαφθορά, την οποία η κυβέρνηση αρνείται να ελέγξει και να επιβάλει διαφάνεια.
Η δεξιά αντιπολίτευση, από την πλευρά της, δεν έχει καταβάλει την παραμικρή προσπάθεια αφότου απέκτησε τον κοινοβουλευτικό έλεγχο της Εθνοσυνέλευσης για να αμφισβητήσει ή να εμποδίσει αυτές τις συμφωνίες και την οικονομική διαχείριση της κυβέρνησης, καθώς δεν αντιτίθεται σε αυτές τις πολιτικές και θα μπορούσε το πολύ να διαφωνήσει με τις προτιμήσεις εταίρων ή να ανταγωνιστεί για τη διαχείριση των επιχειρήσεων. Μια ενδεχόμενη κυβέρνηση αυτής της αντιπολίτευσης θα είχε παρόμοιο προσανατολισμό, ακόμη και αν άλλαζε τη σύνθεση των κεφαλαίων.
Έτσι, πέρα από τον εκβιασμό και τις απειλές που έχουν ως στόχο να επηρεάσουν τον πολιτικό έλεγχο της χώρας, ο ιμπεριαλισμός, είτε στη μορφή του εθνικού κράτους (ΗΠΑ, ευρωπαϊκές χώρες, Κίνα, Ρωσία κλπ.), είτε μέσω των πολυεθνικών εταιρειών και του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου που είναι η οικονομική του έκφραση, αποκτά μια ισχυρή δύναμη στην οικονομία μας και στο έδαφός μας, μέσω της ίδιας της κυβέρνησης, η οποία διεγείρει ρητορικά τα αντιιμπεριαλιστικά και επαναστατικά συνθήματα, αλλά στην πραγματικότητα του ανοίγει τις πόρτες για κάποιο χρονικό διάστημα μέσα από τις ορέξεις μιας γραφειοκρατίας που έχει γίνει μέρος του κεφαλαίου στην κοινωνία μαζί με τμήματα της μπουρζουαζίας.
Ως εκ τούτου, τα πρώτα μέτρα αντιιμπεριαλιστικής άμυνας και εθνικής κυριαρχίας πρέπει να αρχίσουν από την αναθεώρηση και τη διόρθωση ολόκληρου αυτού του οικονομικού προσανατολισμού, ο οποίος είναι ο κύριος παράγοντας αδυναμίας απέναντι στις εξωτερικές απειλές.
Και αντιμέτωποι με αυτό, πρέπει να θέσουμε ένα άλλο ερώτημα: Πρόκειται οι συνταγματολόγοι της ANC να προτείνουν μια πραγματικά αντιιμπεριαλιστική, συνεπή και υπεύθυνη πολιτική; Δεν έχουν δείξει κανένα σημάδι γι’ αυτό και λίγα μπορεί να αναμένονται από μια «Συντακτική Εξουσία» που αποτελείται από την ίδια εγκατεστημένη εξουσία που είναι υπεύθυνη για τις οικονομικές πολιτικές που εφαρμόζονται εις βάρος του έθνους της Βενεζουέλας. Εάν ήθελαν πραγματικά να απελευθερώσουν τη χώρα από τον ιμπεριαλισμό και να προχωρήσουν προς τη Δεύτερη Ανεξαρτησία μας, θα έπρεπε να κάνουν αποφασιστικά βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση.
Ο Τσάβες μπόρεσε να προχωρήσει στις αντιιμπεριαλιστικές θέσεις του, διότι ταυτόχρονα βασίστηκε στα κοινωνικά επιτεύγματα της Μπολιβαριανής επανάστασης και στη δημοκρατία που διατήρησε την εμπιστοσύνη της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού. Αυτό δεν συμβαίνει με τον Μαδούρο, ο οποίος δεν προχωρά πέρα από την αντιιμπεριαλιστική ρητορική και ανοίγει χώρο για πολυεθνικές και τη λεηλασία από ξένες δυνάμεις στη χώρα, ενώ χάνει την κοινωνική και πολιτική υποστήριξη λόγω της κακομεταχείρισης και των στερήσεων στις οποίες υποβάλλεται ο πληθυσμός από τη γραφειοκρατική και αυταρχική κυβέρνηση.
Προφανώς, λοιπόν, ζητώντας υποστήριξη για τη Βενεζουέλα απέναντι στις απειλές του Τραμπ δεν σημαίνει υποστήριξη στις πολιτικές του Μαδούρο και της ANC. Αντίθετα, η αλλαγή αυτών των αδιέξοδων πολιτικών αποτελεί προϋπόθεση για την πραγματική υπεράσπιση της χώρας μας.
Να αντιμετωπίσουμε τις απειλές του ιμπεριαλισμού και να υπερασπιστούμε την κυριαρχία μας
Ως εκ τούτου, για την υπεράσπιση της κυριαρχίας μας πρέπει να αναστρέψουμε όλες τις οικονομικές πολιτικές που περιγράφονται και να ξαναρχίσουμε την πορεία της Δεύτερης Ανεξαρτησίας, διότι δεν είναι μόνο πρόβλημα στρατιωτικής άμυνας.
Πρέπει να αντιμετωπίσουμε την επείγουσα κατάσταση των τροφίμων και των φαρμάκων απ’ την οποία υποφέρει ο λαός, δίνοντας προτεραιότητα στις προμήθειες και την επανενεργοποίηση της παραγωγής βασικών καταναλωτικών αγαθών. Το μεγαλύτερο μέρος του ξένου συναλλάγματος θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό αυτό και όχι για την πληρωμή του εξωτερικού χρέους (με το οποίο χρηματοδοτείται και η ίδια η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα) και η ανάκτηση του κεφαλαίου που έχει φύγει από τη χώρα είναι απαραίτητη, κάτι για το οποίο η κυβέρνηση μη καταβάλλοντας καμιά προσπάθεια, γίνεται υπεύθυνη για τη συνέχεια των καταχρήσεων εναντίον του έθνους.
Η ανάκαμψη της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου είναι θεμελιώδους σημασίας για την επανένωση του λαού μας και την αποκατάσταση των μηχανισμών συμμετοχής του, την οποία σήμερα σφετερίζεται και μονοπωλεί η εξουσία που έχει εγκαθιδρυθεί στην ANC, από τον γραφειοκρατικό μηχανισμό του κράτους και από την κυβέρνηση του PSUV. Αυτή είναι μια άλλη αδυναμία στην οποία βασίζονται οι πιέσεις του ιμπεριαλισμού στη Βενεζουέλα υπό το πρόσχημα της δημοκρατίας.
Ένας τρόπος για να γίνει αυτό θα ήταν να υποβληθεί η εγκαθιδρυμένη Συντακτική Συνέλευση σε δημοψήφισμα, ώστε να την εγκρίνει ή να την απορρίψει ολόκληρος ο λαός και όχι μια μεροληπτική μονοκομματική μειοψηφία. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί αυτή η αμφισβητούμενη Συντακτική Συνέλευση και η κυβέρνηση να συνεχίσουν να ενεργούν εκτός του Συντάγματος, που υιοθετήθηκε με τον Τσάβες το 1999 και εξακολουθεί να ισχύει.
Η αντιπολίτευση της μπουρζουαζίας, ανεξάρτητα από το αν συμμετέχει ή όχι στη MUD, πρέπει να υποταχθεί στο Σύνταγμα της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας και να εγκαταλείψει οριστικά τις βίαιες και εξεγερτικές μεθόδους ή τις προσπάθειες να εγκαταστήσει μια διπλή εξουσία για να ανατρέψει την κυβέρνηση και πρέπει να τοποθετηθεί ανοιχτά και κατηγορηματικά εναντίον του επεμβατισμού που έχει υποστηριχθεί από τις γραμμές της.
Για όλα αυτά, είναι απαραίτητο να ανακτηθεί η αυτόνομη κοινωνική δύναμη των εργαζόμενων και ο πολυεπίπεδος διάλογος όλων των τομέων της κοινωνίας σε πλήρη ελευθερία, σταματώντας την κακομεταχείριση και την καταπίεση.
Στα διεθνή αριστερά προτείνουμε μια δραστήρια καμπάνια ενάντια στις απειλές και τον αμερικανικό επεμβατισμό και ταυτόχρονα απαιτώντας από την κυβέρνηση του Νικολάς Μαδούρο να επιστρέψει στον λαό της Βενεζουέλας όλα τα δικαιώματα και τις συνταγματικές εγγυήσεις που κατακτήθηκαν με την επανάσταση.
Εθνική Εκτελεστική Ομάδα του Marea Socialista
Μετάφραση: e la libertà
National Operative Team of Marea Socialista, «Letter to the Venezuelan people, to the peoples of Latin America and the world, to the international left», International Viewpoint, 18 Αυγούστου 2017.