Ο Joseph Daher είναι διαχειριστής του blog, سوريا الحرية للأبد - Syria Freedom Forever. Έχει εκδώσει μαζί με άλλους το βιβλίο, Penser l’émancipation. Offensives capitalistes et résistances internationals (La Dispute, Παρίσι 2013) και (μαζί με τον John Rees) το βιβλίο, The People Demand. A short history of the Arab revolutions (Counterfire, Λονδίνο 2011). Το τελευταίο του βιβλίο είναι το Hezbollah: The Political Economy of Lebanon’s Party of God (Pluto Press, 2016). Ζει στην Ελβετία και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Λοζάνης.
Στο e la libertà έχουν μεταφραστεί πολλά άρθρα του για τη συριακή επανάσταση και τη Μέση Ανατολή, ενώ είναι η δεύτερη συνέντεξη που μας παραχωρεί (βλ και: “Απ' τη Μέση Ανατολή ώς την Ευρώπη: ο αγώνας είναι ένας και είναι ενάντια στο καπιταλιστικό σύστημα”).
Το κουρδικό εθνικό κίνημα στη Συρία: πολιτικοί στόχοι, αντιπαραθέσεις και δυναμικές.
Συνέντευξη του Joseph Daher στο e la libertà
e la libertà : Ποιοί είναι οι στόχοι του PYD* και ποιός είναι ο σκοπός των συμμαχιών του;
Joseph Daher : Υπάρχει ομοφωνία σε όλα τα κουρδικά πολιτικά κόμματα, μαζί και στο PYD, για τη διαμόρφωση, μέσα σε μια μελλοντική Συρία, χωρίς τον Ασάντ, μιας μορφής αποκέντρωσης, την ίδια στιγμή που όλοι επιμένουν στην πλήρη ακεραιότητα του συριακού εδάφους μέσα σε ένα ομοσπονδιακό σύστημα. Οι τρόποι για να επιτευχθεί αυτό, ωστόσο, διαφέρουν για πολλούς λόγους. Το PYD, για παράδειγμα, ακολουθεί μια πολιτική ενίσχυσης της πολιτικής του επιρροής μέσα από τις δικές του στρατιωτικές δυνάμεις για να ελέγξει τις περιοχές όπου μένουν πλειονοτικά κουρδικοί πληθυσμοί και για να επιχειρηθεί η γεωγραφική σύνδεση των τριών καντονιών της Ροζάβα, αλλά χωρίς καμία συνεργασία με τις αραβικές συριακές αντιπολιτευόμενες ομάδες και ενίοτε ακόμα και σε αντίθεση με αυτές. Από την άλλη πλευρά το Κουρδικό Εθνικό Συμβούλιο (KNC) υποστηρίζει ότι ένα ομοσπονδιακό σύστημα πρέπει να δημιουργηθεί μετά από συζήτηση και εξηγήσεις με τους συμμετέχοντες στην αραβική συριακή αντιπολίτευση, της οποίας η πλειονότητα βλέπει την ομοσπονδία ως βήμα προς την απόσχιση και τη διάσπαση.
Σε σχέση με τις συμμαχίες, οι αξιωματούχοι του PYD αναγνωρίζουν στην πραγματικότητα ότι είχαν πάρει τη στρατηγική απόφαση να μην χτυπήσουν στρατιωτικά τις δυνάμεις του καθεστώτος όταν μπορούσαν, αλλά αρνούνται την κατηγορία για συμπαιγνία, περιγράφοντας τους εαυτούς τους ως «τρίτο ρεύμα» ανάμεσα σε «ένα καταπιεστικό καθεστώς και σε σκληροπυρηνικούς εξεγερμένους μαχητές». Ταυτόχρονα δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι σχέσεις του PYD με το καθεστώς έχουν μια συμβιβαστική και όχι συγκρουσιακή μορφή και ότι ακολούθησε ένα modus vivendi που εξυπηρέτησε και τους δύο, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Η δυνατότητα του PYD να οργανωθεί ελεύθερα στη Συρία και να μεταφέρει μερικές χιλιάδες ένοπλους μαχητές στη Συρία από τον θύλακα του Καντίλ του Ιράκ, τον πρώτο χρόνο της εξέγερσης, το 2011, του επέτρεψε να εγκαθιδρύσει την παρουσία του και να επιχειρεί ανοιχτά στη Συρία. Αυτό, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, και σε αντάλλαγμα για τη συνεργασία με τις δυνάμεις ασφαλείας του καθεστώτος, έγινε με στόχο να κατασταλούν οι διαμαρτυρίες εναντίον του καθεστώτος στις περιοχές με πλειονοτικά κουρδικό πληθυσμό, πράγμα που έγινε κυρίως στο Αφρίν και σε μερικές κουρδικές συνοικίες στο Χαλέπι. Αυτό δεν εμπόδισε ωστόσο την ίδια περίοδο να υπάρξουν συγκρούσεις ανάμεσα σε μέλη του PYD και στις δυνάμεις του καθεστώτος, ενώ το PYD προωθούσε, στα κοινωνικά του δίκτυα, μια προπαγάνδα κατά του καθεστώτος.
Η αυτοδιοίκηση των περιοχών με κουρδική πλειονότητα, που ελέγχονται από το Κουρδικό Κόμμα Δημοκρατικής Ενότητας (PYD) -και που είναι γνωστές ως «Ροζάβα-Βόρεια Συρία»- είναι το άμεσο αποτέλεσμα του μαζικού κινήματος του λαού της Συρίας (από κοινού Αράβων, Κούρδων και Ασσυρίων) εναντίον του καθεστώτος Ασάντ. Η λαϊκή εξέγερση ανάγκασε το καθεστώς να έρθει σε συμφωνία με το PYD τον Ιούλιο του 2012, που του επέτρεψε να αποσύρει από διάφορες περιοχές κουρδικής πλειονότητας ένοπλες δυνάμεις για να καταστείλει την εξέγερση αλλού, έστω και διατηρώντας μια μικρή παρουσία σε ορισμένες περιοχές όπως στο Καμισλί και τη Χάσακα.
Χωρίς να μπορεί να θεωρηθεί εντολοδόχος του Ασάντ, μπορεί ωστόσο να θεωρηθεί ότι το PYD έπαιξε έναν αμοιβαία επωφελή ρόλο για τον εαυτό του και για το καθεστώς Ασάντ, προσπαθώντας να επωφεληθεί από την έλλειψη ασφάλειας και να επεκτείνει τα εδάφη υπό τον έλεγχό του.
Έτσι, δεν μπορεί να ειπωθεί ότι υπήρξε συμμαχία, με την αυστηρή έννοια, μεταξύ του καθεστώτος Ασάντ και του PYD όπως μερικοί υποστηρίζουν, αλλά ότι υπήρξε μια πραγματιστική συμφωνία μη σύγκρουσης, παρά τις αψιμαχίες κατά καιρούς, και η οποία δεν μπορεί να κρατήσει για πάντα. Η καλύτερη απόδειξη για την κατάσταση αυτή είναι ότι, παρόλο που υπήρξε ένα είδος συμφωνίας μη επίθεσης μεταξύ του PYD και του καθεστώτος, ο Ασάντ επανειλημμένα διακήρυξε πως αρνείται οποιοδήποτε τύπο αυτονομίας για τους Κούρδους στη Συρία. Τον Αύγουστο, οι αεροπορικές δυνάμεις του συριακού καθεστώτος βομβάρδισαν τις κουρδικές συνοικίες στην πόλη Χάσακα, ενώ επίσης ο Ασάντ σιωπηλά αποδέχεται την τουρκική στρατιωτική επέμβαση και υποστήριξη στον FSA καθώς και τα ισλαμικά φονταμενταλιστικά κινήματα κατά του PYD στη βόρειο Συρία.
Αυτό ταυτόχρονα δεν σημαίνει πως και στο μέλλον θα μπορέσει να υπάρξει νέα τακτική προσωρινή συνεργασία μεταξύ των δύο.
Σε σχέση με την κυρίαρχη τάση στην αντιπολίτευση στην εξορία, οι σχέσεις δεν είναι καλές, ιδιαίτερα εξαιτίας του σοβινισμού πολλών ομάδων και προσωπικοτήτων στο εσωτερικό της αραβικής συριακής αντιπολίτευσης -ιδιαίτερα μέσα στη Συριακή Εθνική Συμμαχία, που κυριαρχείται από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και τη δεξιά και συμμαχούν με την κυβέρνηση του AKP της Τουρκίας.
Η πλειονότητα της αραβικής συριακής αντιπολίτευσης πιστεύει ότι οι Κούρδοι είναι κανονικοί Σύριοι πολίτες που απλώς είχαν στερηθεί κάποια από τα δικαιώματα και ότι, έτσι, το πρόβλημα περιορίζεται απλώς στο ζήτημα της απογραφής του 1962, το αποτέλεσμα της οποίας ήταν να αφαιρεθεί η ιθαγένεια από 120.000 περίπου Κούρδους, να χαρακτηριστούν αλλοδαποί, αφήνοντας αυτούς και στη συνέχεια τα παιδιά τους χωρίς βασικά πολιτειακά δικαιώματα, καταδικασμένους στη φτώχεια και τις διακρίσεις. Υπήρχαν κάπου 250.00 με 300.000 Κούρδοι χωρίς ιθαγένεια στις αρχές της επανάστασης, τον Μάρτιο του 2011, σχεδόν το 15% του συνολικού κουρδικού πληθυσμού στην Συρία, ο οποίος υπολογίζεται σε δύο εκατομμύρια περίπου. Η μεγάλη πλειονότητα των αντιπολιτευόμενων πολιτικών κομμάτων δεν είναι έτοιμη, με κανέναν τρόπο, να αναγνωρίσει τους Κούρδους ως ξεχωριστό «λαό» ή «έθνος» και δεν είναι έτοιμη ούτε και θέλει να ακούσει τα αιτήματα για ομοσπονδία και για διοικητική αποκέντρωση. Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, το αίτημα για ομοσπονδιακό σύστημα στη Συρία είναι αίτημα σχεδόν όλων των κουρδικών κομμάτων στη χώρα, παρά τις πολιτικές τους διαφορές και αντιπαλότητες.
Πρέπει να καταλάβουμε ότι το αίτημα για ομοσπονδιακό σύστημα από τα συριακά κουρδικά πολιτικά κόμματα έχει τις ρίζες του σε δεκαετίες κρατικής καταπίεσης σε εθνική βάση, ήδη από την ανεξαρτησία της χώρας το 1946 (πολιτικές σχεδόν συστηματικών διακρίσεων σε βάρος των Κούρδων, πολιτικές αποικιοποίησης στο πλαίσιο της «αραβικής ζώνης» και πολιτιστική καταπίεση σε όλα τα επίπεδα), αλλά έχει και κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις: οι πιο φτωχές περιοχές της χώρας ήταν οι περιοχές που κατοικούνται κυρίως από Κούρδους, όπως η βορειανατολική Ζαζίρα.
Από αυτή την άποψη, η πλειονότητα της συριακής αραβικής αντιπολίτευσης δεν αντιμετωπίζει, ούτε καν παίρνει υπόψη της αυτή την πραγματικότητα, αναπαράγοντας έτσι τις θέσεις του καθεστώτος.
Πρόσφατα, η μεγάλη πλειονότητα των συριακών κουρδικών πολιτικών κινημάτων, μαζί και το PYD και το Κουρδικό Εθνικό Συμβούλιο, εξοργίστηκαν με το πρόσφατο σχέδιο για μετάβαση, που πρότεινε το αντιπολιτευτικό Ανώτατο Συμβούλιο Διαπραγμάτευσης της Εθνικής Συμμαχίας της Συριακής Επανάστασης και των Αντιπολιτευόμενων Δυνάμεων, καθώς το σχέδιο αυτό δεν προβλέπει καμία μορφή ομοσπονδίας για τη μεταπολεμική Συρία. Το Ανώτατο Συμβούλιο Διαπραγμάτευσης της Εθνικής Συμμαχίας της Συριακής Επανάστασης και των Αντιπολιτευόμενων Δυνάμεων απλώς προτείνει την αρχή μιας διοικητικής αποκέντρωσης για τη διαχείρηση των υποθέσεων της χώρας. Το Κουρδικό Εθνικό Συμβούλιο, το οποίο συμμετέχει στην Εθνική Συμμαχία της Συριακής Επανάστασης και των Αντιπολιτευόμενων Δυνάμεων (γνωστή και ως Etilaf), αλλά απέτυχε επανειλημμένα να αναγνωριστούν τα κουρδικά δικαιώματα, τόσο από την τελευταία όσο και από το προηγούμενο Συριακό Εθνικό Συμβούλιο το 2011, στη Συνδιάσκεψη της Τύνιδας αλλά και στις επόμενες συνδιασκέψεις στη Γενεύη και στο Ριάντ, δήλωσε με σαφήνεια ότι «το κείμενο αυτό δεν αποτελεί μέρος της λύσης, αλλά μάλλον έναν κίνδυνο για μια δημοκρατική, πλουραλιστική και ενωμένη Συρία που θα εγγυάται τα πολιτιστικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα για όλες τις εθνοτικές, θρησκευτικές και γλωσσικές ομάδες της». Και προσθέτει: «Όποιος διαβάσει το κείμενο επισημαίνει αμέσως ότι το σημείο 1 των “Γενικών Αρχών” καταγράφει αποκλειστικά τον αραβικό πολιτισμό και το ισλάμ ως πηγές “πνευματικής παραγωγής και κοινωνικών σχέσεων”. Ο ορισμός αυτός αποκλείει σαφώς τους άλλους πολιτισμούς -εθνικούς, γλωσσικούς ή θρησκευτικούς- και τοποθετεί σε εξέχουσα θέση τον πολιτισμό της πλειοψηφίας. Ως Κούρδοι της Συρίας αισθανόμαστε περιθωριοποιημένοι από αυτή τη στενή αντίληψη του συριακού λαού. Οι ομοιότητες μεταξύ αυτού του ορισμού και των σοβινιστικών πολιτικών του καθεστώτος του Άσαντ είναι αναμφισβήτητες». Επίσης στις 25 Οκτωβρίου του 2016, το Κουρδικό Εθνικό Συμβούλιο στη Συρία (KNC) καταδίκασε τους τούρκικους βομβαρδισμούς σε πυκνοκατοικημένες συνοικίες στο Χαλέπι. Το Συμβούλιο ζήτησε ρητά να σταματήσουν οι τούρκικες ένοπλες δυνάμεις να σκοτώνουν πολίτες καθώς και να αποσυρθούν από την περιοχή του Χαλεπιού.
Ταυτόχρονα, όπως αναφέραμε προηγουμένως, οι πολιτικές του PYD υπήρξαν επίσης προβληματικές, όχι μόνο για τον προσανατολισμό του για μη σύγκρουση με το καθεστώς Ασάντ, αλλά και για στήριξη στη ρωσική επέμβαση στη Συρία και ακόμα επειδή επωφελήθηκε στις αρχές του 2016 από τους ρώσικους βομβαρδισμούς στην επαρχία του Χαλέμι για να κατακτήσει νέα εδάφη σε βάρος του FSA και των ισλαμικών αντιπολιτευόμενων δυνάμεων. Σύμφωνα με τα τελευταία νέα, νέες στρατιωτικές συγκρούσεις δυστυχώς διεξάγονται ανάμεσα στις ομάδες αυτές στην περιοχή του Χαλεπιού. Υπήρξαν ακόμα και κατηγορίες για παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε βάρος αραβικών πληθυσμών. Επιπλέον, έχει εφαρμόσει αυταρχικά και κατασταλτικά μέτρα σε βάρος άλλων κουρδικών ομάδων και αγωνιστών.
Γενικότερα, δεν μπορεί να υπάρξει καμία λύση για το κουρδικό ζήτημα και για μία ανεκτική Συρία χωρίς να αναγνωριστούν οι Κούρδοι ως ιδιαίτερο «λαός» ή «έθνος» στη Συρία και χωρίς να προσφερθεί μια χωρίς όρους υποστήριξη στην αυτοδιάθεση του κουρδικού λαού στη Συρία και αλλού. Αλλά αυτό σαφώς δεν σημαίνει ότι δεν κάνει κανείς κριτική στην ηγεσία του PYD ή και οποιουδήποτε άλλου κουρδικού πολιτικού κόμματος.
Χρειάζεται να ξαναπούμε ότι μια ήττα της συριακής επανάστασης και του λαϊκού κινήματος θα οδηγούσε πιθανά στο τέλος της εμπειρίας της Ροζάβα και σε μια επάνοδο στην εποχή της καταπίεσης των Κούρδων της Συρίας. Το καθεστώς Ασάντ και οι αντιδραστικές ισλαμικές δυνάμεις δεν θα επέτρεπαν να αναπτυχθεί οποιαδήποτε πολιτική εμπειρία που να ξεφεύγει από το αυταρχικό τους πρόγραμμα.
Αυτός είναι και ο λόγος που δεν πρέπει να απομονώνουμε την πάλη για αυτοδιάθεση του κουρδικού λαού από τη δυναμική της συριακής επανάστασης.
Είναι σημαντικό να το κατανοήσουμε αυτό, γιατί μεταξύ των διεθνών και των περιφερειακών δυνάμεων υπάρχει συναίνεση σε μερικά σημεία: να συντριβεί το επαναστατικό λαϊκό κίνημα που ξεκίνησε το Μάρτιο του 2011, να σταθεροποιηθεί το καθεστώς της Δαμασκού και να κρατηθεί επικεφαλής του ο δικτάτορας Μασάρ Αλ-Ασάντ βραχυ- ή μεσοπρόθεσμα. Επίσης, ο στόχος τους είναι να εμποδίσουν την κουρδική αυτονομία και να προσπαθήσουν να νικήσουν στρατιωτικά τις τζιχαντιστικές ομάδες, όπως την Ντά‘ες.
e la libertà : Ποιά είναι η σχέση μεταξύ του PYD και των δημοκρατικών δυνάμεων της συριακής αντιπολίτευσης;
Joseph Daher : Δυστυχώς, όλο και αυξάνεται η απόκλιση και η διάσπαση μεταξύ των αραβικών και των κουρδικών συριακών κινημάτων, ιδιαίτερα του PYD. Η πλειονότητα των αραβικών συριακών δυνάμεων που αντιτάσσονται στο καθεστώς Ασάντ βλέπουν την ομοσπονδία ως βήμα προς απόσχιση και διάσπαση. Αυτό ενισχύεται, όπως το είπαμε και πιο πάνω, από τις πολιτικές μή σύγκρουσης του PYD με το καθεστώς Ασάντ, που περιελάμβαναν μεταξύ άλλων και τη διατήρηση καναλιών επικοινωνίας μετά την εξέγερση του 2011, καθώς και τη συνύπαρξη με δυνάμεις του καθεστώτος σε πόλεις όπως το Καμισλί και η Χάσακα (παρά τις ευκαιριακές και βίαιες αψιμαχίες) όπως και καταχρήσεις και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε βάρος Αράβων Σύριων πολιτών σε περιοχές που ελέγχουν οι ένοπλες δυνάμεις του PYD. Όλα αυτά αύξησαν την καχυποψία και την αντιπαλότητα σε τμήμα του αραβικού πληθυσμού της Συρίας.
Σύμφωνα με μια έρευνα που διεξήχθη από το Νοέμβρη 2015 ως Γενάρη 2016 από τη συριακή οργάνωση TDA (The Day After Tomorrow), η πλειοψηφία τόσο στις περιοχές που ελέγχει το καθεστώς (86,7%) όσο και στις περιοχές που ελέγχει η αντιπολίτευση (67,4%) συμφωνεί στην απόρριψη της ομοσπονδίας, ενώ υπέρ της ομοσπονδίας εκφράζονται κατά μεγάλη πλειοψηφία στις περιοχές κάτω από την κουρδική αυτοδιοίκηση (79,6%). Τα πορίσματα αυτά δείχνουν ότι υπάρχει μια διάσπαση Κούρδων και Αράβων και ότι το πρώτο σημαντικό θέμα σε όποιο μελλοντικό πολιτικό σύστημα στη Συρία θα έχει να κάνει με το «κουρδικό ζήτημα».
Επιπλέον, στις περιοχές κουρδικής πλειονότητας, οι κούρδικες συριακές δημοκρατικές δυνάμεις έχουν τεταμένες σχέσης με το PYD, εξαιτίας της κατασταλτικής και αυταρχικής του πολιτικής.
e la libertà : Υπάρχουν άλλες κουρδικές πολιτικές δυνάμεις; Ποιές από αυτές είναι αριστερές ή συνδέονται με το κίνημα; Ποια είναι τα αιτήματά τους; Ποια σχέση έχουν με το PYD;
Joseph Daher : Είναι καταρχάς σημαντικό να επισημάνουμε ότι όλα τα κουρδικά πολιτικά κόμματα, εκτός ίσως του Κινήματος του Μέλλοντος, που είχε για επικεφαλής του τον Μισαάλ Τάμο πριν δολοφονηθεί τον Οκτώβριο του 2011, και το Κόμμα Γιεκίτι, που έπαιξε σημαντικό ρόλο από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 στην κινητοποίηση της κουρδικής νεολαίας εναντίον του καθεστώτος, απουσίαζαν και πάντως δεν ήταν από τους κύριους φορείς στην κινητοποίηση των κουρδικών συριακών δρόμων στις αρχές της εξέγερσης το Μάρτιο του 2011, υιοθετώντας μια επιφυλακτική στάση. Το κίνημα διαμαρτυρίας στις περιοχές αυτές αναδύθηκε γύρω από ομάδες νεολαίας που είτε υπήρχαν ήδη είτε δημιουργήθηκαν ως «τοπικές συντονιστικές επιτροπές», θεωρώντας τους εαυτούς τους τμήματα ενός εθνικού κινήματος εναντίον του καθεστώτος, καλώντας για την ανατροπή του. Οι νέοι ακτιβιστές οργανώθηκαν με τη χρήση κοινωνικών δικτύων, όπως το facebook. Οι τοπικές συντονιστικές επιτροπές στα αραβικά τμήματα της χώρας αποτέλεσαν το μοντέλο για την ανάπτυξη ανάλογων ομάδων και στις κούρδικες περιοχές. Η συνεργασία μεταξύ ορισμένων αραβικών και κουρδικών ομάδων νεολαίας και τοπικών συντονιστικών επιτροπών συνέχισε σε σημαντικό βαθμό έως το Μάρτη του 2012 και κατόπιν εξασθένισε και έγινε πιο τοπική, ιδιαίτερα αφότου το κύριο μέρος της Αραβικής Συριακής αντιπολίτευσης στην εξορία απέρριψε τα αιτήματα των κουρδικών κομμάτων.
Την ίδια ώρα, τα παραδοσιακά κουρδικά κόμματα, παρόλο που ρητορικά υποστήριζαν τα αιτήματα των διαδηλωτών, προσπάθησαν να διασπάσουν και να εξασθενίσουν, ή -στην περίπτωση του PYD- και να καταστείλουν το κουρδικό κίνημα νεολαίας μέσα από διάφορους τρόπους και οργανώνοντας τις δικές τους διαδηλώσεις για να υποστηρίξουν τη δική τους παρουσία και όχι το λαϊκό εθνικό κίνημα εναντίον του καθεστώτος.
Ωστόσο, η κατάσταση αυτή δεν εμπόδισε τη διοργάνωση τον Οκτώβριο του 2011 μιας διάσκεψης στην οποία συμμετείχε η πλειονότητα των κουρδικών πολιτικών κομμάτων (βάζοντας στην άκρη τις εσωτερικές τους διαφορές) και ανεξάρτητοι, κουρδικές οργανώσεις νεολαίας, κουρδικές γυναικείες οργανώσεις, ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ειδικοί. Ο στόχος ήταν να ενωθεί η κουρδική αντιπολίτευση και να δημιουργηθεί μια ενωμένη και αντιπροσωπευτική κουρδική φωνή στη Συρία, ιδιαίτερα στο πλαίσιο των κουρδικών ανησυχιών απέναντι στο πολιτικό πρόγραμμα και την ατζέντα πολλών μελών του Συριακού Εθνικού Συμβουλίου, ιδιαίτερα των Αδελφών Μουσουλμάνων και τη στενή τους σχέση με την τούρκικη κυβέρνηση του AKP. Έτσι δημιουργήθηκε το Κουρδικό Εθνικό Συμβούλιο. Δυστυχώς, με τον καιρό, η φωνή της κουρδικής νεολαίας και των τοπικών συντονιστικών επιτροπών μέσα στο KNC, υποκαταστάθηκε για μια ακόμα φορά από την κυριαρχία των παραδοσιακών κουρδικών πολιτικών κομμάτων, που κατάφεραν την περιθωριοποίησή τους μέσα από τον έλεγχο των διαδικασιών λήψης απόφασης και από την εξωτερική πολιτική στήριξη, ιδιαίτερα του Μπαρζανί.
Το KNC δημιουργήθηκε στο Έρμπιλ του Ιράκ, υπό την αιγίδα του Μασούντ Μπαρζανί, του Προέδρου της Περιφερειακής Κυβέρνησης του Κουρδιστάν στο Ιράκ. Η επίσημη αποστολή του KNC ήταν να βρει μια «δημοκρατική λύση στο κουρδικό ζήτημα», ενώ επεσήμαινε ότι αποτελούσε τμήμα της επανάστασης. Τον Ιούνιο του 2016, στο KNC συμμετείχαν 12 κόμματα, αλλά τα περισσότερα από αυτά δεν υπάρχουν πλέον στο εσωτερικό της Συρίας. Επιπλέον, η ηγεσία του KNC εγκαταστάθηκε στο Έρμπιλ, την πρωτεύουσα της κουρδικής επαρχίας του Ιράκ (KRI), επειδή δεν ήταν σε θέση να οργανωθεί μέσα στη Συρία.
Παρά τις διάφορες προσπάθειες επανασυμφιλίωσης μεταξύ του PYD και του KNC τα τελευταία χρόνια, οι σχέσεις είναι πολύ κακιές με επιθέσεις και από τις δύο πλευρές. Μέλη του KNC και εκπρόσωποί του συνελήφθησαν σε πολλές περιπτώσεις σε περιοχές που ελέγχει το PYD, ενώ τα σύνορα με τις κουρδικές περιοχές του Ιράκ, που ελέγχει ο Μπαρζανί, συχνά έκλεισαν από τον τελευταίο για να πιεστεί το PYD, από την έλλειψη βασικών αγαθών και ιατρικού υλικού.
Η κυριαρχία του PYD στις περιοχές με κουρδική πλειονότητα, ωστόσο, δεν έθεσε τέλος στις δραστηριότητες ομάδων νεολαίας ανεξάρτητων τόσο από το PYD όσο και από το KNC. Σε πόλεις όπως το Καμισλί, την Αμούδα, το ‘Άιν αλ-‘Άραμπ (Κομπάνι), την α-Νταρμπασίγια, νέοι εντάχθηκαν σε ομάδες με κοινά συμφέροντα και στόχους, χωρίς κομματική ένταξη. Νεολαιίστικα και κοινοτικά κέντρα με στόχους εκπαιδευτικούς, πολιτιστικούς, πολιτικούς, ανθρωπίνων δικαιωμάτων φτιάχτηκαν με εθελοντική δουλειά και αναπτύχθηκαν σημαντικά έχοντας μεγάλη απήχηση στον κόσμο έως και σήμερα.
e la libertà : Ποιές συνθήκες επικρατούν στις περιοχές που ελέγχει το PYD (πολιτικές ελευθερίες, ανθρώπινα δικαιώματα, κλπ.);
Joseph Daher : Στις περιοχές που ελέγχει το PYD οι θεσμοί κυριαρχούνται από οργανώσεις που συνδέονται με το PYD, με μία διεύρυνση από προσωπικότητες, Κούρδων, Αράβων και Ασσύριων, που δεν έχουν και τίποτα να χάσουν από τη συμμετοχή τους. Για την μεγάλη πλειονότητα των κούρδικων πολιτικών κομμάτων και ακτιβιστών, η Ροζάβα είναι απλώς μια νέα μορφή αυταρχισμού και όχι μια δημοκρατική συνομοσπονδία σε δράση. Σαν απόδειξη αυτού, πολλοί αναφέρουν τον αποκλεισμό των κομμάτων και των ακτιβιστών της αντιπολίτευσης από τις νεολαιίστικες ομάδες της Ροζάβα. Τα μέλη και η ηγεσία των λαϊκών συμβουλίων, που έχουν δημιουργηθεί από τις αρχές της Ροζάβα και είναι θεωρητικά υπεύθυνα για την τοπική διακυβέρνηση περιλαμβάνοντας εκπροσώπους από όλα τα κούρδικα πολιτικά κόμματα, καθώς και από τον μη κουρδικό πληθυσμό στις μεικτές περιοχές, διορίζονται από το PYD. Με τον ίδιο τρόπο, το κίνημα ελέγχει τη συνολική διαδικασία αποφάσεων, καθώς πέραν της διανομής αερίου και της ανθρωπιστικής βοήθειας τα συμβούλια δεν έχουν παρά συμβολικό ρόλο. Ο θεσμός της κοινότητας, ένα από τα στοιχεία κλειδιά στο νέο σύστημα της Ροζάβα, της οποίας ο ρόλος είναι να προσφέρει ανθρωπιστική βοήθεια στους κατοίκους της περιοχής τους, έχει επικριθεί για το ότι επιβάλλει την κυριαρχία των οργανώσεων που συνδέονται με το PYD.
Ταυτόχρονα, αυτοί οι νέοι θεσμοί δεν διαθέτουν νομιμοποίηση ανάμεσα σε μεγάλα τμήματα των Σύριων Αράβων των περιοχών αυτών, παρόλο που προβλέπεται ένας Άραβας πρόεδρος στη μεικτή (ανδρών/γυναικών) προεδρία του τοπικού συμβουλίου της πόλης. Για παράδειγμα, ο Σαΐχ Χουμάιντι Ντάχαμ α-Ζάρμπα, ο επικεφαλής μιας τοπικής αραβικής κοινότητας και πολιτοφυλακής και υποστηριχτής του καθεστώτος Ασάντ, διορίστηκε κυβερνήτης στο καντόνι Τζαζίρα της Ροζάβα το 2014. Ο γιος του έγινε διοικητής των δυνάμεων α-Σαναντίντ, μίας από τις κύριες αραβικές πολιτοφυλακές που μάχονται στο πλευρό των, ελεγχόμενοων από το PYD, Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF). Η ανάδειξη των τοπικών προυχόντων στους θεσμούς της Ροζάβα περισσότερο διατηρήθηκε παρά αμφισβητήθηκε.
Ο αυταρχισμός του PYD αποδείχτηκε στην καταστολή και τη φυλάκιση ακτιβιστών, πολιτικών αντιπάλων του και στην απαγόρευση επικριτικών οργανώσεων ή θεσμών, όπως το ανεξάρτητο ράδιο Arta, το Φλεβάρη του 2014 και τον Απρίλη του 2016. Μέλη άλλων αντίπαλων κουρδικών συριακών κομμάτων της αντιπολίτευσης, όπως το Κόμμα Γιεκίτι, το Κουρδικό Δημοκρατικό Κόμμα της Συρίας και το Κόμμα Αζάντι, υπέφεραν ιδιαίτερα από την καταστολή από τις αρχές στις αυτόνομες περιοχές της Ροζάβα για τον ειρηνιστικό τους ακτιβισμό και τις κριτικές τους στο PYD. Μόλις πρόσφατα, ο πρόεδρος του KNC, Ιμπραΐμ Μπέρο, συνελήφθη, τον Αύγουστο του 2016 σε ένα σημείο ελέγχου στην Καμισλί, και την επόμενη μέρα εξορίστηκε στο ιρακινό Κουρδιστάν. Σαν αντίδραση, στα μέσα Σεπτεμβρίου, τα τοπικά συμβούλια του Κουρδικού Εθνικού Συμβουλίου στη βόρειο επαρχία της Χάσακα, στη Μάαμπντα, την Αμούδα, το Καμισλί, την αλ-Τζαουαντίγια και τη Μαλεκίγια, οργάνωσαν μια καθιστική διαμαρτυρία εναντίον των πρακτικών του PYD και των αυθαίρετων συλλήψεων. Οι διαμαρτυρόμενοι ζήτησαν την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων που είχε φυλακίσει το κόμμα και που φτάνουν τους 100. Νέες παρόμοιες διαμαρτυρίες έγιναν και τον Οκτώβρη.
Το PYD βρέθηκε αντιμέτωπο με μια αυξανόμενη εναντίωση από τους κουρδικούς πληθυσμούς της Συρίας και από ενεργούς φιλοεπαναστατικούς κούρδους ακτιβιστές, εξαιτίας των αυταρχικών του πολιτικών. Η αυξανόμενη πολιτική και στρατιωτική ηγεμονία του PYD και η ανικανότητα του KNC να οικοδομήσει επιρροή στο εσωτερικό της Συρίας εξασθένισε ακόμα περισσότερο τη συμμαχία με εσωτερικές διασπάσεις.
Ταυτόχρονα, στις περιοχές που ελέγχει το PYD, υπήρξαν πραγματικά προχωρήματα σε ορισμένα ζητήματα, που πρέπει να αναγνωριστούν, όπως η προώθηση των γυναικείων δικαιωμάτων και η ισότητα φύλου, η εκκοσμίκευση των νόμων και των θεσμών και, ως έναν βαθμό, κάποιες μορφές συνύπαρξης μεταξύ των διαφόρων εθνικοτήτων και θρησκευτικών ομάδων, παρά τις κάποιες εντάσεις. Μερικά από τα τμήματα στο εσωτερικό του KNC βλέπουν επίσης τη συνεργασία με το PYD ως τον μοναδικό τρόπο για να διατηρήσουν μια βάση ισχύος μέσα στη Συρία, ενώ και μεγάλα τμήμα του πληθυσμού το θεωρεί ως αναγκαίο κακό για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους από επιθέσεις ορισμένων δυνάμεων του FSA, ισλαμιστών και σαλαφιστών τζιχαντιστών, που επιτίθενται στις κούρδικες περιοχές από το καλοκαίρι του 2012. Για παράδειγμα, η καμπάνια «Δυτικό Κουρδιστάν για τα παιδιά του», που οργάνωσε το PYD το καλοκαίρι του 2012 ενάντια στις επιθέσεις των ισλαμικών φονταμενταλιστικών ομάδων κατά των πόλεων που κατοικούνταν κυρίως από Κούρδους, μείωσε επίσης τις κριτικές εναντίον του κόμματος και συγκέντρωσε για κάποιο διάστημα το συριακό κουρδικό πολιτικό σκηνικό μέσα από τη στήριξη των άλλων κουρδικών ομάδων σε αυτή την καμπάνια, επαναλαμβάνοντας ότι είναι αναγκαίο να δουλέψει και να συνεργαστεί μαζί τους το PYD. Έτσι, ο ρόλος του PYD και της στρατιωτικής του πτέρυγας, του YPG, ως της μόνης βιώσιμης προστασίας των Κούρδων της Συρίας, ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο. Αυτού του είδους τα αισθήματα επανέρχονται κάθε φορά που η αραβική συριακή αντιπολίτευση γύρω από το Etilaf απορρίπτει τα κουρδικά δικαιώματα και βγάζει ρατσιστικούς λόγους ενάντια στους Κούρδους ή όταν διάφορες ένοπλες αντιπολιτευόμενες δυνάμεις, από τον FSA ώς τους Ισλαμιστές Φονταμενταλιστές, με τη στήριξη ή όχι της Τουρκίας, επιτίθενται εναντίον του PYD και των κούρδικων περιοχών.
* [Σημ. e la libertà] Το PYD (Κόμμα Δημοκρατικής Ενότητας - κουρδικά: Partiya Yekîtiya Demokrat - αραβικά: Χιζμπ αλ-Ιτιχάντ α-Ντιμουκρατιί) ιδρύθηκε το 2003 στο συριακό Κουρδιστάν. Μέχρι τη συριακή επανάσταση, το 2011, το κόμμα βρισκόταν υπό συνεχή καταστολή από την κυβέρνηση Άσαντ και πολλά στελέχη του βρίσκονταν στη φυλακή. Η καταστολή οφείλονταν σε μεγάλο βαθμό στη συμφωνία που έγινε μεταξύ Τουρκίας και Συρίας το 1998, με βάση την οποία η Συρία διέκοψε την υποστήριξη προς το PKK (αδερφού κόμματος του PYD), αναγνωρίζοντάς το ως “τρομοκρατική οργάνωση” (στα πλαίσια αυτής της συμφωνίας ο Άσαντ έδιωξε από τη Συρία τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν· ο Οτσαλάν τότε κατέφυγε στην Ελλάδα, η οποία, σε συνεργασία με τη CIA τον παρέδωσε στις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες). Όμως μετά το 2011 το συριακό καθεστώς επέτρεψε στο PYD να κυριαρχήσει στο συριακό Κουρδιστάν, προκειμένου να εμποδίσει τους Κούρδους να ενταχτούν στις δυνάμεις της αντιπολίτευσης και να μπορέσει το καθεστώς να μεταφέρει στρατιωτικές δυνάμεις σε άλλες περιοχές.
Ο ένοπλος βραχίονάς του είναι οι YPG (Yekîneyên Parastina Gel - Μονάδες Λαϊκής Προστασίας) και οι YPJ (Yekîneyên Parastina Jin - Γυναικείες Μονάδες Προστασίας). Οι YPG και οι YPJ αποτελούν τις κύριες δυνάμεις των SDF (Syrian Democratic Forces: Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις – κουρδικά: Hêzên Sûriya Demokratîk - αραβικά: Κούουατ Σουρίγια α-Ντιμουκρατίγια), που συγκροτήθηκαν το 2015 στα πλαίσια του πολέμου εναντίον της ISIS, σε συνεργασία με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους.
Το PYD είναι μέλος της Ένωσης Κοινοτήτων του Κουρδιστάν (Koma Civakên Kurdistan) στην οποία επίσης συμμετέχουν το PKK (Partiya Karkerên Kurdistanê – Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν) από την Τουρκία, το PJAK (Partiya Jiyana Azad a Kurdistanê - Κόμμα Ελεύθερης Ζωής του Κουρδιστάν) από το Ιράν και το PÇDK (Partî Çareserî Dîmukratî Kurdistan – Κόμμα Δημοκρατικής Λύσης Κουρδιστάν) από το Ιράκ.
Μπορείτε επίσης να δείτε στο e la libertà:
Shiar Nayo, «Για τη συριακή επανάσταση και το κουρδικό ζήτημα»
Alex de Jong, «Μια Κομμούνα στη Rojava;»
Michael Karadjis, «Τουρκία, Αντάρτες Κούρδοι και Άσαντ στη Βόρεια Συρία»
Η συνέντευξη του Joseph Daher στο e la libertà μεταφράστηκε στα αγγλικά: «The Kurdish national movement in Syria: political goals, controversy and dynamic», سوريا الحرية للأبد – Syria Freedom Forever, 1 Νοεμβρίου 2016. International Viewpoint, 19 Νοεμβρίου 2016.
Και στα γαλλικά: «Le mouvement national kurde en Syrie : objectifs politiques, controverses et dynamiques», سوريا الحرية للأبد – Syria Freedom Forever, 1 Νοεμβρίου 2016. International Viewpoint, 28 Νοεμβρίου 2016.