Ισραηλινοί έποικοι με την προστασία του στρατού πυρπολούν την παλαιστινιακή κωμόπολη Χουουάρα στις 23 Φεβρουαρίου 2023
Rick Kuhn
Πογκρόμ και διαδηλώσεις στο Ισραήλ
Είναι ένα μικρό κορίτσι. Είναι ίσως 8, ίσως 10 χρονών, με τεράστια μάτια. Με μια ήσυχη, λεπτή φωνή, περιγράφει τι της συνέβη στα τέλη Φεβρουαρίου στην Χουουάρα, μια παλαιστινιακή πόλη στη Δυτική Όχθη. «Αρχίσαμε να ακούμε ήχους έξω από το σπίτι. Πήγα στα παράθυρα του δωματίου μας, αλλά υπήρχαν πυροβολισμοί και έτσι έπεσα στο πάτωμα και μετά έσπασαν τα παράθυρα», λέει σε δημοσιογράφο του Al Jazeera[1].
Αυτή ήταν η οπτική γωνία ενός παιδιού σε ένα από τα πιο ανησυχητικά περιστατικά της επίθεσης δεκαετιών κατά των Παλαιστινίων από τους Ισραηλινούς και το κράτος τους απαρτχάιντ. Η Χουουάρα ήταν ο τόπος μιας επιδρομής, από Ισραηλινούς «εποίκους» – δηλαδή, άποικοι. Εκατοντάδες από αυτούς τους υπέρμαχους της εβραϊκής υπεροχής, ισχυριζόμενοι ότι ενεργούν ως απάντηση στη βία των Παλαιστινίων, εισέβαλαν στην πόλη. Κρατούσαν ρόπαλα και έσπαγαν παράθυρα. Έφεραν βενζίνη, την έριξαν πάνω σε αυτοκίνητα και σπίτια και τα πυρπόλησαν. Κρατούσαν όπλα και πυροβολούσαν στον αέρα. Όταν είδαν ντόπιους Παλαιστίνιους, επιτέθηκαν. Οι σκηνές είναι φρικιαστικές. Παλαιστίνιοι ξαπλωμένοι, σκυμμένοι, σε εμβρυακή στάση στο έδαφος. Έκλαιγαν με λυγμούς.
Ήταν ένα πογκρόμ.
Ο ισραηλινός στρατός διευκόλυνε την επίθεση κλείνοντας εκ των προτέρων κάθε πρόσβαση στην πόλη και επιτρέποντας την είσοδο του όχλου. Επίσης εμπόδισε την είσοδο γιατρών και δημοσιογράφων. Οι φασίστες πολιτικοί της ισραηλινής κυβέρνησης ενέκριναν την ενέργεια. «Μια κλειστή, καμένη Χουουάρα – αυτό θέλω να δω», είπε ένας από αυτούς. «Θέλω να δω καμένα χωριά»[2].
Άλλοι πολιτικοί ήταν πιο «μετριοπαθείς». Είπαν ότι αυτό που συνέβη δεν ήταν ιδανικό∙ ότι ο ισραηλινός στρατός θα έπρεπε πραγματικά να είναι υπεύθυνος για τέτοιες επιχειρήσεις. Και αυτό ακριβώς κάνει: τακτικοί βομβαρδισμοί της Γάζας, αυξημένη καταστολή των Παλαιστινίων που ζουν μέσα στο Ισραήλ και προσπάθειες να σταματήσει η έκφραση κάθε πτυχής της παλαιστινιακής ταυτότητας, συμπεριλαμβανομένης της έπαρσης της παλαιστινιακής σημαίας.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η κατάσταση για τους Παλαιστίνιους έχει γίνει πιο δύσκολη την τελευταία δεκαετία. Το ισραηλινό κράτος έχει μετατοπιστεί ακόμη περισσότερο προς τα δεξιά. Μετά από δεκαετίες στρατιωτικής κατοχής, οι δημοσκοπήσεις και οι έρευνες δείχνουν ότι περίπου το 60% των Εβραίων Ισραηλινών τάσσεται υπέρ του διαχωρισμού από τους Παλαιστίνιους Ισραηλινούς και ότι το 60% αυτοπροσδιορίζεται ως δεξιό (που αυξάνεται στο 70% μεταξύ των ατόμων ηλικίας 18-24 ετών)[3].
Από το 2018, υπήρξε μεγάλη πολιτική αστάθεια στο Ισραήλ, η οποία αντανακλάται στις πολλαπλές εκλογές για το κοινοβούλιο, την Κνέσετ. (Ένα σύστημα αναλογικής ψηφοφορίας έχει ως αποτέλεσμα πολλά κόμματα να επιτυγχάνουν εκπροσώπηση). Οι εκλογές του Μαρτίου του 2021 οδήγησαν τελικά σε κυβέρνηση υπό τον Ναφτάλι Μπένετ και τον Γιαΐρ Λάπιντ, του οποίου ο πλειοψηφικός συνασπισμός φιλελεύθερων και συντηρητικών κατέρρευσε τον Ιούνιο του περασμένου έτους.
Οι εκλογές του Νοεμβρίου 2022 οδήγησαν σε μια άλλη κυβέρνηση πλειοψηφίας υπό τον πρώην πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, επικεφαλής του Λικούντ, του μεγαλύτερου κόμματος στην Κνέσετ, με 32 από τις 120 έδρες. Πρόκειται για την πιο δεξιά και θρησκευτική κυβέρνηση στην ιστορία του Ισραήλ. Και περιλαμβάνει φασίστες. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν δέκα κόμματα στην Κνεσέτ. Ο κυβερνητικός συνασπισμός αποτελείται από έξι.
Η πολιτική του Λικούντ προέρχεται από τον «ρεβιζιονιστικό», δεξιό σιωνισμό του Ζέ’εβ Γιαμποτίνσκι πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Για πραγματιστικούς λόγους, το Λικούντ έχει αποστασιοποιηθεί από την ιδέα του Γιαμποτίνσκι για ένα «Μεγάλο Ισραήλ» που θα περιλαμβάνει τη Γάζα, τη Δυτική Όχθη και τμήματα της Ιορδανίας. Αλλά ενθάρρυνε και επιδοτούσε τον εποικισμό της Δυτικής Όχθης, ο οποίος είναι παράνομος σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, και ενθάρρυνε σιωπηρά εποικισμούς που είναι παράνομοι ακόμη και σύμφωνα με το ισραηλινό δίκαιο.
Μία από τις εκλογικές βάσεις του Λικούντ είναι οι Εβραίοι της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, γνωστοί ως Μιζραχίμ, οι οποίοι αποτελούν το 45% του εβραϊκού πληθυσμού του Ισραήλ. Το κόμμα λέει ότι εκπροσωπεί τα συμφέροντά τους έναντι της κυρίαρχης ελίτ των Ασκενάζι Εβραίων (όσοι έχουν ευρωπαϊκή κληρονομιά, οι οποίοι αποτελούν τη δεύτερη μεγαλύτερη εβραϊκή ομάδα στο Ισραήλ) και έναντι του παλαιστινιακού πληθυσμού.
Ο Νετανιάχου έχει τέσσερις ποινικές κατηγορίες εναντίον του που εκκρεμούν στο δικαστήριο, αλλά οι υποθέσεις δεν μπορούν να προχωρήσουν όσο παραμένει πρωθυπουργός. Έτσι, είναι ιδιαίτερα ευάλωτος στις πιέσεις των εταίρων του στον συνασπισμό.
Ο συνασπισμός περιλαμβάνει την Εβραϊκή Δύναμη, μια φασιστική οργάνωση, της οποίας ο ηγέτης Ιταμάρ Μπεν-Γβιρ, έποικος στη Δυτική Όχθη και καταδικασμένος για τρομοκρατία, είναι υπουργός εθνικής ασφάλειας. Το κόμμα του είναι «καχανιστικό», χρησιμοποιώντας τις θρησκευτικές δικαιολογίες του μακαρίτη ραβίνου Μέιρ Καχάνε για την εβραϊκή υπεροχή. Υποστηρίζει την επιβολή του «εβραϊκού νόμου» από το κράτος, τον άγριο ρατσισμό, την εθνοκάθαρση και τον επεκτατισμό μέσω της επίσημης προσάρτησης της Δυτικής Όχθης. Οι Καχανιστές έχουν εμπλακεί σε τρομοκρατικές ενέργειες εναντίον Παλαιστινίων. Η Καχ («Έτσι» στα εβραϊκά), που ιδρύθηκε από τον Καχάνε και ήταν ο πολιτικός πρόδρομος της Εβραϊκής Δύναμης, απαγορεύτηκε στο Ισραήλ και στις ΗΠΑ ως τρομοκρατική οργάνωση. Το 1995, ένας συνεργάτης της Καχ δολοφόνησε τον πρωθυπουργό των Εργατικών Γιτζάκ Ράμπιν.
Ο Μπεν-Γκβιρ έχει ηγηθεί εισβολών στο συγκρότημα του τζαμιού αλ-Άκσα/Όρος του Ναού, έναν από τους ιερότερους τόπους του Ισλάμ και επίσης για ορισμένους Εβραίους. Έχει ηγηθεί πορειών στη μουσουλμανική συνοικία της παλιάς Ιερουσαλήμ και έχει ανοίξει γραφείο στη συνοικία Σεΐχ Τζάρρα της Ιερουσαλήμ, καθώς οι άποικοι προσπαθούσαν να την εκκαθαρίσουν από τους Παλαιστίνιους.
Στον συνασπισμό συμμετέχει επίσης το Θρησκευτικό Σιωνιστικό Κόμμα, του οποίου ο ηγέτης Μπεζαλέλ Σμότριχ (ένας άλλος αποικιοκράτης, ο οποίος έχει αυτοχαρακτηριστεί «φασίστας ομοφοβικός»[4]) είναι υπουργός Οικονομικών και υπεύθυνος για τις πολιτικές υποθέσεις στη Δυτική Όχθη, υπεύθυνος για τους σιωνιστικούς αποικισμούς. Το κόμμα θέλει να επιβάλει τον εβραϊκό θρησκευτικό νόμο στον πληθυσμό.
Μετά το πογκρόμ στην Χουουάρα, ο Σμότριχ έγραψε στο τουίτερ: «Η Χουουάρα πρέπει να εξαλειφθεί. Νομίζω ότι το κράτος του Ισραήλ πρέπει να το κάνει»[5]. Πρόσφατα έβγαλε λόγο μπροστά σε έναν χάρτη του «Μεγάλου Ισραήλ» που περιλάμβανε εδάφη στην Ιορδανία και έχει πει ότι ο παλαιστινιακός λαός είναι μια «εφεύρεση». Και τα δύο σλόγκαν χρονολογούνται εδώ και περισσότερα από 100 χρόνια. Η άρνηση της ύπαρξης των Παλαιστινίων εκφράζεται στο σιωνιστικό σύνθημα «μια γη χωρίς λαό για έναν λαό χωρίς γη».
Αυτά τα δύο φασιστικά κόμματα κατέβηκαν με κοινό ψηφοδέλτιο και κέρδισαν δεκατέσσερις έδρες, αποτελώντας την τρίτη μεγαλύτερη ομάδα στην Κνεσέτ και τη δεύτερη μεγαλύτερη στην κυβέρνηση. Ο Παλαιστίνιος δημοσιογράφος Marwan Bishara σημείωσε στο Al Jazeera[6]:
«Οι θρησκευτικοί εξτρεμιστές, όπως οι υπουργοί Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ και Μπεζαλέλ Σμότριχ, είναι υποπροϊόντα της ισραηλινής κατοχής και της παράνομης επιχείρησης εποικισμού και ... κρίνοντας από τη μεγάλη και αυξανόμενη απήχησή τους στην ισραηλινή νεολαία, προορίζονται να γίνουν πολύ ισχυροί και πολύ επικίνδυνοι, καθώς το βίαιο καθεστώς απαρτχάιντ επιμένει».
Για να εφαρμόσει την ατζέντα της, η κυβέρνηση ανακοίνωσε σχέδια για τη στελέχωση του Ανώτατου Δικαστηρίου και τον περιορισμό της ικανότητάς του να υπερισχύει των νόμων. Παρόλο που το δικαστήριο είναι δεξιό, η πρόταση της κυβέρνησης δεν θα παράσχει στον Νετανιάχου μόνο μια προσωπική, νομική οδό διαφυγής. Θα άνοιγε επίσης το δρόμο για ακόμη μεγαλύτερη καταστολή των Παλαιστινίων, των γυναικών και των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων. Οι φασίστες θέλουν ασυλία για τις ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις που διαπράττουν φρικαλεότητες στη Δυτική Όχθη.
Ένα κίνημα διαμαρτυρίας κατά της προτεινόμενης δικαστικής αλλαγής ξεκίνησε στις 7 Ιανουαρίου. Η πρώτη διαμαρτυρία προσέλκυσε περισσότερους από 20.000 ανθρώπους. Αλλά από τότε, οι διαδηλώσεις πραγματοποιούνται εβδομαδιαία ή συχνότερα και έχουν αυξηθεί εντυπωσιακά.
Οι ισραηλινές δυνάμεις πραγματοποίησαν επιδρομή στον προσφυγικό καταυλισμό της Τζενίν στη Δυτική Όχθη στα τέλη Ιανουαρίου, σκοτώνοντας δέκα άτομα. Τέτοιες επιδρομές δεν είναι κάτι καινούργιο – οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις σκότωσαν 170 Παλαιστίνιους, μεταξύ των οποίων 30 παιδιά, το 2022. Όμως η χρονική στιγμή αυτής της επιδρομής –και, αμέσως μετά, των θανατηφόρων επιδρομών στον καταυλισμό Άκαμπατ Τζαμπρ στην Ιεριχώ, και αργότερα στην πόλη Ναμπλούς– δείχνει ότι αυτή σχεδιάστηκε για να προκαλέσει αντιδράσεις από τους Παλαιστίνιους και να δημιουργήσει συσπείρωση γύρω από την ισραηλινή σημαία εθνικής ενότητας.
Ένα μήνα αργότερα, δύο άποικοι σκοτώθηκαν από Παλαιστίνιο μαχητή κοντά στη Χουουάρα – ακριβώς το είδος της κλιμάκωσης που ήθελε η κυβέρνηση. Το πογκρόμ της Χουουάρα, πραγματοποιήθηκε εκείνη τη νύχτα.
Ωστόσο, οι προσπάθειες της κυβέρνησης να δημιουργήσει νοοτροπία πολιορκίας και εθνική ενότητα απέτυχαν: οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν και κλιμακώθηκαν. Οι γιατροί, οι εργαζόμενοι στον τομέα της τεχνολογίας και άλλοι προχώρησαν σε απεργίες. Στρατιωτικοί έφεδροι συμμετείχαν στις διαδηλώσεις και αρνήθηκαν να εκπαιδευτούν. Οι διαδηλωτές έχουν αποκλείσει σημαντικούς δρόμους, συμπεριλαμβανομένου του αυτοκινητόδρομου Αγιαλόν, ενός σημαντικού υπεραστικού αυτοκινητόδρομου, στο Τελ Αβίβ.
Σύμφωνα με τους διοργανωτές των διαδηλώσεων, περισσότεροι από 600.000 συμμετείχαν στις διαδηλώσεις σε όλο το Ισραήλ στις 26 Μαρτίου[7]. Και οι διαδηλωτές έγιναν ακόμη πιο αποφασισμένοι αφότου ο Νετανιάχου απέλυσε τον υπουργό Άμυνας του Λικούντ Γιοάβ Γκαλάντ επειδή επέκρινε τις προτεινόμενες δικαστικές μεταρρυθμίσεις. (Είπε ότι θα υπονόμευαν την ασφάλεια του Ισραήλ).
Η συνδικαλιστική ομοσπονδία Χισταντρούτ προκήρυξε γενική απεργία, η οποία υποστηρίχθηκε από ορισμένες μεγάλες επιχειρήσεις, στις 27 Μαρτίου, και ο επίσημος πρόεδρος Ισαάκ Χέρτσογκ ζήτησε να σταματήσει η νομοθετική διαδικασία. Υπήρξαν επίσης πολύ μικρότερες φιλοκυβερνητικές διαμαρτυρίες, που ενθαρρύνθηκαν από τον Μπεν-Γκβιρ, μεταξύ άλλων στην Ιερουσαλήμ, όπου οι συμμετέχοντες επιτέθηκαν σε Παλαιστίνιους.
Εκείνη τη νύχτα, ο Νετανιάχου ανέβαλε τη νομοθετική μεταρρύθμιση για τη δικαιοσύνη για ένα μήνα και, ως παραχώρηση προς τους φασίστες, συμφώνησε να δημιουργήσει μια Εθνική Φρουρά υπό τον Μπεν-Γκβιρ[8]. Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι αυτό ήταν ήδη μέρος της συμφωνίας συνασπισμού που στήριζε την κυβέρνηση και αποτελούσε επέκταση των σχεδίων που αναπτύχθηκαν υπό τον υπουργό προκάτοχο του Μπεν-Γκβιρ στην κυβέρνηση του Ναφτάλι Μπένετ. Η Εθνική Φρουρά των 2.000 ατόμων θα περιλαμβάνει πιθανότατα αξιωματικούς της ιδιαίτερα βάναυσης Συνοριακής Αστυνομίας και θα στρατολογήσει εθελοντές. Θα παρέχει στους φασίστες μια πολιτοφυλακή για να επιτίθενται στους Παλαιστίνιους, αλλά και σε Εβραίους πολιτικούς αντιπάλους της ακροδεξιάς.
Η κυβέρνηση υπολόγισε ότι η αναβολή θα της έδινε χρόνο να ανακτήσει την υποστήριξη. Ένας πόλεμος, ή τουλάχιστον μια αυξημένη στρατιωτική σύγκρουση θα μπορούσε να τη βοηθήσει να το κάνει αυτό. Έτσι, περαιτέρω δολοφονικές προκλήσεις είναι πιθανές. Όχι μόνο επιδρομές στη Δυτική Όχθη και βομβαρδισμός της Γάζας, αλλά και εναντίον άλλων κρατών. Ήδη υπήρξε ένας αεροπορικός βομβαρδισμός κοντά στη Δαμασκό στη Συρία, μετά από προηγούμενα πυραυλικά πλήγματα στο διεθνές αεροδρόμιο της Δαμασκού.
Παρ’ όλα αυτά, οι διαδηλώσεις συνεχίζονται, απαιτώντας να αποσυρθούν εντελώς οι δικαστικές αλλαγές και να παραιτηθεί ο Νετανιάχου. Περισσότεροι από 165.000 άνθρωποι βρίσκονταν στους δρόμους την 1η Απριλίου.
Οι διαιρέσεις που έχουν προκύψει στην ισραηλινή πολιτική δεν αφορούν τον σιωνισμό ή ακόμη και την εθνοκάθαρση. Οι εποικισμοί στη Δυτική Όχθη επεκτείνονται από την κατοχή της κατά τη διάρκεια του τρίτου αραβοϊσραηλινού πολέμου το 1967. Ένα ζήτημα είναι ο ρυθμός της διαδικασίας.
Μεγάλο μέρος της ισραηλινής καπιταλιστικής τάξης ανησυχεί για την εκροή κεφαλαίων από τις τράπεζες και την κατάρρευση των ξένων επενδύσεων στη χώρα. Οι πολιτικοί που δεν συμμετέχουν στον κυβερνητικό συνασπισμό φοβούνται ότι θα αποκλειστούν μόνιμα από τα αξιώματά τους από περαιτέρω νομικές αλλαγές μετά την ψήφιση της δικαστικής μεταρρύθμισης. Και οι απλοί Εβραίοι Ισραηλινοί ανησυχούν για την απειλή που υπάρχει για περιορισμό της δημοκρατίας.
Αλλά το Λικούντ και οι φασίστες είτε δεν ανησυχούν για τη φυγή κεφαλαίων που έχει προκαλέσει η πολιτική αστάθεια, είτε πιστεύουν ότι αυτή θα αντιστραφεί μόλις εδραιώσουν τη θέση τους. Είναι προετοιμασμένοι να αντέξουν τις επικρίσεις από τους φιλελεύθερους σιωνιστές εκτός Ισραήλ και από τους σταθερούς συμμάχους της χώρας, όπως οι ΗΠΑ.
Στα τέλη Μαρτίου υπήρξε δημόσια διαμάχη μεταξύ του προέδρου των ΗΠΑ Μπάιντεν και του Νετανιάχου για τις αλλαγές στο δικαστικό σύστημα. Όμως η συμμαχία είναι θεμελιωδώς σταθερή επειδή το Ισραήλ παραμένει ζωτικής σημασίας για τη στρατηγική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, δεδομένων της σύσφιξης των σχέσεων Σαουδικής Αραβίας-Κίνας. Η Κίνα έχει μεσολαβήσει για έναν βαθμό συμφιλίωσης μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας και είναι ο μεγαλύτερος αγοραστής σαουδαραβικού πετρελαίου. Έτσι, το Ισραήλ παραμένει ο πιο αξιόπιστος σύμμαχος των ΗΠΑ και διαθέτει τις ισχυρότερες ένοπλες δυνάμεις στη Μέση Ανατολή.
Κάποιοι Παλαιστίνιοι και οι σύμμαχοί τους συμμετείχαν στις διαδηλώσεις, αλλά η υποδοχή τους ήταν συχνά εχθρική και αποτελούσαν ένα μικρό ποσοστό στις κινητοποιήσεις, των οποίων οι συμμετέχοντες ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία Σιωνιστές.
Η μεταρρύθμιση στο δικαστικό σύστημα θα αυξήσει την καταπίεση των Παλαιστινίων και θα επιταχύνει τη διαδικασία εποικισμού στη Δυτική Όχθη. Θα ανοίξει το δρόμο για την αντικατάσταση της δημοκρατίας του απαρτχάιντ του Ισραήλ από ένα αυταρχικό καθεστώς. Γι’ αυτό και πρέπει να αντιταχθούμε σ’ αυτήν. Μπορούμε να το κάνουμε αυτό διατηρώντας την υποστήριξή μας στον παλαιστινιακό απελευθερωτικό αγώνα, επικρίνοντας τη ρατσιστική και αντιδημοκρατική βάση του ισραηλινού κράτους και υποστηρίζοντας ένα δημοκρατικό, κοσμικό κράτος σε ολόκληρη την ιστορική Παλαιστίνη.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Rick Kuhn, “Pogroms and protests in Israel”, Red Flag, 5 Απριλίου 2023, https://redflag.org.au/article/pogroms-and-protests-israel.
Σημειώσεις
[1] “Tensions high in West Bank after deadly Israeli settler rampage”, Al Jazeera, 27 Φεβρουαρίου 2023, https://www.aljazeera.com/news/2023/2/27/unprecedented-israeli-settlers-wreak-havoc-on-occupied-nablus.
[2] Michael Bachner, “‘We need burning villages’: Coalition lawmaker backs unprecedented settler rampage”, The Times of Israel, 27 Φεβρουαρίου 2023, https://www.timesofisrael.com/we-need-burning-villages-coalition-lawmaker-backs-unprecedented-settler-rampage/.
[3] “Jewish Israelis have become more right-wing, data shows”, i24news, 29 Αυγούστου 2022, https://www.i24news.tv/en/news/israel/politics/1661794223-jewish-israelis-have-become-more-right-wing-data-shows.
[4] “Israel’s Far-right Finance Minister Says He’s ‘A Fascist Homophobe’ but ‘Won’t Stone Gays’”, Haaretz, 16 Ιανουαρίου 2023, https://www.haaretz.com/israel-news/2023-01-16/ty-article/.premium/israels-far-right-finance-minister-im-a-fascist-homophobe-but-i-wont-stone-gays/00000185-b921-de59-a98f-ff7f47c70000.
[5] Michael Bachner, “Israel should ‘wipe out’ Palestinian town of Huwara, says senior minister Smotrich”, The Times of Israel, 1 Μαρτίου 2023, https://www.timesofisrael.com/israel-should-wipe-out-palestinian-town-of-huwara-says-senior-minister-smotrich/.
[6] Marwan Bishara, “Israelis need to see through the biggest lie of all”, Al Jazeera, 28 Μαρτίου 2023, https://www.aljazeera.com/opinions/2023/3/28/israelis-need-to-see-through-the-biggest-lie-of-all.
[7] “Hundreds of thousands of Israelis protest against judicial reform”, Youtube, https://www.youtube.com/watch?v=57Esv4Ckqrw.
[8] “Israeli cabinet approves Ben-Gvir’s ‘national guard’ plan”, Al Jazeera, 2 Απριλίου 2023, https://www.aljazeera.com/news/2023/4/2/israeli-cabinet-approves-funds-for-national-guard-under-ben-gvir?fbclid=IwAR098cddEiy_xcVv7Cw6FyCzB3onqywWjKK0vf7DkqNk9JwHkrCAKRp0Kfg.