Michael Karadjis
Η νέα συριακή εξέγερση
«Δεν ζητάμε πολλά, μόνο την πτώση του καθεστώτος».
Αυτό είναι ένα από τα συνθήματα που ακούγονται στο κύμα μαζικών διαδηλώσεων που συγκλονίζει σήμερα τη Συρία, ως μια εντυπωσιακή διάψευση της αφήγησης ότι η επανάσταση του 2011 έχει σβήσει. Όπως το θέτει η Σύρια ακτιβίστρια Λέιλα αλ-Σάμι:
«Αυτές οι θαρραλέες γυναίκες κι αυτοί οι θαρραλέοι άνδρες σε όλη τη χώρα απέδειξαν ότι το καθεστώς δεν μπορεί να βομβαρδίζει, να οδηγεί στη λιμοκτονία, να βασανίζει, να σκοτώνει με αέρια και να βιάζει τον συριακό λαό για να υποταχθεί. Παρά τα όσα έχουν περάσει και παρά την απουσία ουσιαστικής αλληλεγγύης στον αγώνα τους, το όνειρο μιας ελεύθερης Συρίας είναι ζωντανό.»[1]
Από τα μέσα Αυγούστου, από το κέντρο τους στη νότια επαρχία Σουουέιντα, όπου κυριαρχεί η θρησκευτική μειονότητα των Δρούζων, οι διαδηλώσεις εξαπλώθηκαν στη γειτονική Ντάρα’α, απ’ όπου ξεκίνησε η επανάσταση του 2011, σε πόλεις και προάστια της Δαμασκού, σε 55 μέρη στο νότο και στη συνέχεια στο ελεγχόμενο από το καθεστώς Χαλέπι στο βορρά. Η εξέγερση εξαπλώθηκε ακόμη και στην παραδοσιακά φιλο-ασαντική επαρχία της Λαττάκειας, καρδιά της θρησκευτικής μειονότητας των Αλαουιτών, πυροδοτώντας διαδηλώσεις αλληλεγγύης στα ελεγχόμενα από την αντιπολίτευση Χαλέπι, Ίντλιμπ, Αζάζ, αλ-Μπαμπ, Ράκα, Χάσακα και Ντέιρ εζ-Ζόρ.
Διαδηλωτές κρατούν ψηλά τη σημαία της επανάστασης με τα τρία αστέρια (τη σημαία της ανεξαρτησίας της Συρίας). Κτίρια του καθεστώτος και του κόμματος Μπάαθ έχουν δεχθεί επιθέσεις∙ στις 4 Σεπτεμβρίου, διαδηλωτές στη Σουουέιντα κατέστρεψαν και ποδοπάτησαν άγαλμα του Σύρου δικτάτορα Μπασάρ αλ Άσαντ. Τόσο στη Σουουέιντα όσο και στην Ντάρα’α έχουν ξεσπάσει γενικές απεργίες από τις 20 Αυγούστου, αναγκάζοντας τα κυβερνητικά γραφεία να κλείσουν, αποκλείοντας κάθε δρόμο προς τη Δαμασκό και απαιτώντας την πτώση του καθεστώτος Άσαντ.
Η παράδοση των μαζικών διαδηλώσεων της Παρασκευής, που ξεκίνησε το 2011, έχει επιστρέψει.
Στις 25 Αυγούστου, οι διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα απαίτησαν «Λογοδοσία του Άσαντ» και «Θέλουμε τους φυλακισμένους!», αναφερόμενοι στους 130.000 ανθρώπους που είναι φυλακισμένοι στους θαλάμους βασανιστηρίων του Άσαντ ή «εξαφανισμένοι», συνήθως από το 2011 ή και πιο πριν. Την επόμενη Παρασκευή, 1η Σεπτεμβρίου, οι διαδηλωτές αυξήθηκαν από εκατοντάδες σε χιλιάδες. «Άντε, φύγε, Μπασάρ!», φώναζαν χιλιάδες στο κέντρο της Σουουέιντα.
Ενώ το καθεστώς έχει αποφύγει μέχρι στιγμής μαζική καταστολή σαν αυτή με την οποία αντιμετώπισε την εξέγερση του 2011, υπήρξαν συγκρούσεις και δολοφονίες από το καθεστώς, ιδίως στη Δαμασκό, τη Ντάρα’α και το Χαλέπι. Μετά από διαδηλώσεις στην πόλη Νάουα της Ντάρα’α στις 21 Αυγούστου, όταν οι δρόμοι αποκλείστηκαν με φλεγόμενα ελαστικά, το καθεστώς άνοιξε πυρ με πυροβόλα όπλα και όλμους εναντίον των διαδηλωτών και των τοπικών γειτονιών. Μέχρι το τέλος Αυγούστου, 57 πολίτες είχαν συλληφθεί μόνο στη Ντάρα’α, σύμφωνα με το Συριακό Δίκτυο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Εν τω μεταξύ, το καθεστώς και η Ρωσία συνεχίζουν να βομβαρδίζουν το ελεγχόμενο από την αντιπολίτευση Ίντλιμπ και περιοχές του Χαλεπιού στα βορειοδυτικά.
Στις 23 Αυγούστου, άμαχοι σκοτώθηκαν από τις ρωσικές αεροπορικές επιδρομές που είχαν στόχο έναν σταθμό ύδρευσης κοντά στο χωριό Άρρι∙ τρεις ημέρες αργότερα, δύο σχολεία βομβαρδίστηκαν.
Το άμεσο έναυσμα για την εξέγερση ήταν οι δραστικές περικοπές του καθεστώτος στις επιδοτήσεις καυσίμων, οι οποίες υπερδιπλασίασαν το κόστος των καυσίμων. Περισσότερο από το 90% του πληθυσμού ζει ήδη σε συνθήκες φτώχειας και η αύξηση του κόστους των βασικών αγαθών έρχεται σε έντονη αντίθεση με τον εμφανή πλούτο των συνδεδεμένων με το καθεστώς διαπλεκόμενων και των καπιταλιστών. Η άνοδος των τιμών των καυσίμων και η κατάρρευση του συριακού νομίσματος καθιστούν το κόστος των καθημερινών αγαθών και των μεταφορών αδύνατο να το αντέξει κανείς οικονομικά. Ένα πλακάτ που κρατούσε ένας διαδηλωτής έγραφε: «Ένας πεινασμένος λαός δεν τρώει πέτρες, τρώει τους ηγέτες του».
Οι διαδηλωτές δεν έχουν καμία αμφιβολία για το ποιος ευθύνεται: το καθεστώς, το οποίο κατέστρεψε τη χώρα, τις πόλεις της, τις κατοικίες, τα νοσοκομεία, τα σχολεία, τις εγκαταστάσεις ύδρευσης και άλλες βασικές υποδομές, ενώ αρνείται να συμφιλιωθεί με τους πληθυσμούς των δύο περιοχών εκτός του ελέγχου του, στα βορειοδυτικά και βορειοανατολικά, η τελευταία από τις οποίες περιέχει σημαντικούς πόρους.
Έχει η εξέγερση τη δυνατότητα να οδηγήσει σε ένα νέο κεφάλαιο της συριακής επανάστασης; Στην πραγματικότητα, είναι μια συνέχεια της ίδιας επανάστασης και μια απόρριψη της αφήγησης ότι το καθεστώς τη συνέτριψε.
Φυσικά, το καθεστώς νίκησε σε μεγάλο βαθμό τη στρατιωτική πτυχή της επανάστασης με την ανελέητη επίθεση σε πληθυσμιακά κέντρα με βόμβες διασποράς, βόμβες βαρελιών και πυραύλους∙ με την εκτεταμένη χρήση αερίου χλωρίου, ακόμη και σαρίν∙ με τη στοχοποίηση νοσοκομείων, σχολείων, αγορών, φούρνων, πολυκατοικιών και καταυλισμών προσφύγων, μετατρέποντας τις συριακές πόλεις σε σεληνιακά τοπία∙ και με την εξαιρετική κλίμακα φυλακίσεων, βασανιστηρίων και εξαφανίσεων.
Με τη βοήθεια των ρωσικών βομβαρδισμών, της υποστηριζόμενης από το Ιράν πολιτοφυλακής και της αμερικανικής διευκόλυνσης, το καθεστώς ανακατέλαβε τελικά τις περισσότερες περιοχές που είχαν καταληφθεί από την ένοπλη αντιπολίτευση.
Ωστόσο, η επανάσταση δεν ήταν ποτέ συνώνυμη με τον ένοπλο αγώνα. Τους πρώτους έξι μήνες του 2011, η εξέγερση ήταν όπως και τώρα – μαζικές ειρηνικές διαδηλώσεις που ζητούσαν την ανατροπή του καθεστώτος. Από τις πρώτες μέρες, αντιμετωπίστηκαν με μαζική καταστολή. Οι μεγάλης κλίμακας δολοφονίες διαδηλωτών και τα βασανιστήρια των συλληφθέντων έσπρωξαν την επανάσταση προς τα εμπρός.
Αλλά αυτό αναπόφευκτα ανάγκασε το κίνημα να εξοπλιστεί για αυτοάμυνα – προέκυψε ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός (FSA), αναγκάζοντας το κίνημα των πολιτών να περάσει σε δεύτερη μοίρα.
Ο εξαναγκασμός της αντιπολίτευσης να πάρει τα όπλα ήταν μια στρατηγική απόφαση του καθεστώτος, γνωρίζοντας ότι οι αντάρτες δεν θα μπορούσαν ποτέ να ανταγωνιστούν τη δύναμη πυρός της κυβέρνησης.
Το άλλο όπλο του Άσαντ ήταν ο θρησκευτικός σεχταρισμός. Καθ’ όλη τη διάρκεια του 2012, το καθεστώς εξαπέλυσε πολιτοφυλακές γνωστές ως σαμπίχα –που στρατολογήθηκαν από την κοινότητα των Αλαουιτών του Άσαντ– εναντίον σουνιτικών μουσουλμανικών πόλεων και χωριών. Σφαγιάζονταν δεκάδες ή εκατοντάδες άνθρωποι κάθε φορά, πυροδοτώντας μια σεχταριστική αντίδραση μεταξύ μέρους της αντιπολίτευσης, που οδήγησε στην άνοδο των ισλαμιστικών πολιτοφυλακών παράλληλα με τον FSA. Αργότερα, σε αυτές συμπεριλήφθηκαν τζιχαντιστικές πολιτοφυλακές όπως η Τζάμπχατ αν-Νούσρα, η οποία μέχρι το 2016 συνδεόταν με την Αλ Κάιντα.
Αυτό επέτρεψε στο καθεστώς να εντείνει την καταστολή του, διεκδικώντας τον μανδύα του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, και του επέτρεψε να ισχυριστεί ότι είναι ο προστάτης των θρησκευτικών μειονοτήτων –των Χριστιανών, του αλαουιτικού πληθυσμού της ακτής και των Δρούζων– έναντι της «τζιχαντιστικής τρομοκρατίας», μια ταμπέλα που χρησιμοποίησε για το σύνολο της αντιπολίτευσης.
Η είσοδος του βάρβαρου Ισλαμικού Κράτους (ISIS) στη Συρία από το Ιράκ επέτρεψε στο καθεστώς να εδραιώσει περαιτέρω αυτό το αφήγημα, παρόλο που τόσο το καθεστώς όσο και το ISIS ξόδεψαν το μεγαλύτερο μέρος των ενεργειών τους πολεμώντας τον FSA και άλλους αντάρτες, παρά το ένα το άλλο.
Παρ’ όλα αυτά, κάθε φορά που υπήρχε προσωρινή κατάπαυση του πυρός, οι άνθρωποι στις απελευθερωμένες περιοχές ξεχύνονταν στους δρόμους φωνάζοντας τα ίδια συνθήματα όπως και το 2011. Αυτή ήταν η ένδειξη ότι η επανάσταση ζούσε.
Μπορεί ο Άσαντ να χρησιμοποιήσει τα δύο βασικά του όπλα –την καταστολή και τον θρησκευτισμό σεχταρισμό– για να σώσει ξανά το καθεστώς του;
Μπορεί να φαίνεται εκπληκτικό το γεγονός ότι το καθεστώς δεν έχει μέχρι στιγμής πυροβολήσει στα πλήθη. Εν μέρει, το καθεστώς μπορεί απλώς να ελπίζει ότι θα υπάρξει κάποια εκτόνωση πριν το κίνημα υποχωρήσει. Εξάλλου, γνωρίζει από την εμπειρία του ότι η ακραία καταστολή μπορεί να είναι αντιπαραγωγική.
Αλλά υπάρχει μια συγκεκριμένη πτυχή αυτής της εξέγερσης που καθιστά την άμεση καταστολή πιο επικίνδυνη για το καθεστώς: το κέντρο της βρίσκεται στη μειονοτική περιοχή των Δρούζων της Σουουέιντα. Η σημαία των Δρούζων κυματίζει σήμερα δίπλα στη σημαία της επανάστασης. Σύμφωνα με τη Λέιλα αλ-Σάμι, η σημαία της επανάστασης υψώθηκε στον τάφο του Σουλτάν Πράσα Αλ Άτρας, ενός Δρούζου ήρωα του αντιαποικιακού αγώνα κατά της Γαλλίας.
Βέβαια, η Σουουέιντα δεν ήταν ποτέ ήσυχη ή φιλοκυβερνητική. Έγινε μάρτυρας πολλών αντι-καθεστωτικών ξεσπασμάτων, τα οποία όμως δεν είχαν στόχο την ανατροπή του καθεστώτος. Εκδηλώθηκαν σε αντίθεση με τις κινήσεις του καθεστώτος να παραβιάσει τη δηλωμένη ουδετερότητα της Σουουέιντα, προσπαθώντας να στρατολογήσει από την περιοχή ή να αναγκάσει τους Δρούζους να πολεμήσουν τους αντάρτες. Οι ηγέτες των Δρούζων κάλεσαν τους στρατιώτες να εγκαταλείψουν τον στρατό και αντιτάχθηκαν στην ανάπτυξη του στρατού του Άσαντ στη Σουουέιντα, επιμένοντας ότι μόνο τα τοπικά στρατεύματα προστατεύουν την περιοχή από πιθανή επίθεση των τζιχαντιστών. Διαδηλώσεις ξέσπασαν επίσης το 2015, όταν ο Ουαχίντ αλ-Μπαλούς, ηγέτης των Σεΐχηδων για την Αξιοπρέπεια, που είναι κατά του Άσαντ, σκοτώθηκε σε παγιδευμένο αυτοκίνητο, για το οποίο οι ντόπιοι κατηγόρησαν το καθεστώς.
Στις 25 Ιουλίου 2018, το ISIS εισήλθε στη Σουουέιντα και πραγματοποίησε μια φρικτή σφαγή 273 Δρούζων αμάχων. Το προηγούμενο βράδυ, τα σημεία ελέγχου του συριακού στρατού γύρω από τη Σουουέιντα είχαν αποσυρθεί και οι υπηρεσίες ηλεκτρισμού και τηλεφώνου είχαν διακοπεί. Αυτό συνέβη αφού οι ηγέτες των Δρούζων απέρριψαν την πίεση να ενταχθούν στο 5ο Σώμα υπό ρωσική ηγεσία στην περιοχή. Ενώ η συνενοχή του καθεστώτος οδήγησε μόνο σε μεγαλύτερο μίσος γι’ αυτό, ο ίδιος ο κίνδυνος του ISIS αξιοποιήθηκε στην αφήγηση του καθεστώτος για τον σουνιτικό εξτρεμιστικό κίνδυνο για τις μειονότητες.
Τώρα που οι Δρούζοι ηγούνται της εξέγερσης, η βάση της αφήγησης του καθεστώτος έχει γίνει σκόνη. Και θα γίνει ακόμη περισσότερο αν το καθεστώς χρησιμοποιήσει τέτοιου είδους τρομοκρατία σαν αυτή που χρησιμοποιούσε επί χρόνια εναντίον της εξέγερσης που βασιζόταν κυρίως σε σουνίτες.
Ενώ η Σουουέιντα και η (σε μεγάλο βαθμό σουνιτική) Ντάρα’α είχαν πάντα καλές σχέσεις, υπάρχει σοβαρός λόγος για ένταση με το Ίντλιμπ στα βορειοδυτικά, το οποίο σήμερα κυβερνάται από το Μέτωπο Σωτηρίας (HTS), έναν ισλαμιστικό συνασπισμό υπό την ηγεσία της πρώην Τζάμπχατ αν-Νούσρα, επειδή η Νούσρα καταπιέζει σκληρά τον μικρό τοπικό πληθυσμό των Δρούζων εκεί.
Η επανάσταση, ωστόσο, δεν είναι ο HTS. Σε διαδηλώσεις στο Ίντλιμπ και σε αγροτικές πόλεις του Χαλεπιού, όπως η Ατάρεμπ, ακούστηκε η κραυγή: «Λέμε στη Σουουέιντα, είμαστε μαζί σας μέχρι το θάνατο, στη Ντάραα, είμαστε μαζί σας μέχρι το θάνατο!». Σε αυτό δόθηκε μια δυνατή απάντηση από τη Σουουέιντα: αλληλεγγύη στο Ιντλίμπ «μέχρι να πεθάνουμε».
«Ένας, ένας, ένας, ο συριακός λαός είναι ένας!», είναι ένα κεντρικό σύνθημα σε όλη τη χώρα, στέλνοντας το μήνυμα ότι ο λαός δεν θα αφήσει το καθεστώς (ή τους ομοϊδεάτες του HTS) να τον διχάσουν ξανά. Η ισχυρή επίδειξη αμφίδρομης αλληλεγγύης μεταξύ των λαών της Σουουέιντα και του Ίντλιμπ έχει τη δυνατότητα να πιέσει τον HTS να τερματίσει την καταπίεση των Δρούζων. Στο Ιντλίμπ και στο γειτονικό Ατάριμπ, οι σημαίες των Δρούζων και των Κούρδων υψώθηκαν μαζί με τη σημαία της επανάστασης.
Οι Δρούζοι είναι επίσης μια ισχυρή μειονότητα στον Λίβανο, ο οποίος έχει σταθεί σε μεγάλο βαθμό αλληλέγγυος στην εξέγερση κατά του Άσαντ. Αυτό μπορεί να περιορίσει την ικανότητα του καθεστώτος να χρησιμοποιήσει τη Χεζμπολάχ του Λιβάνου εναντίον των Δρούζων της Συρίας.
Ο πληθυσμός των Δρούζων, ο οποίος αποτελεί σε μεγάλο βαθμό τον πληθυσμό του κατεχόμενου από το Ισραήλ Γκολάν, έχει επίσης βγει στους δρόμους απαιτώντας την ανατροπή του Άσαντ. «Ω Χαουράν [περιοχή της νότιας Συρίας], είμαστε μαζί σου μέχρι το θάνατό!», φώναζαν οι κάτοικοι της πόλης Μέινταλ Σαμς. Οι Δρούζοι του Γκολάν δεν συμφιλιώθηκαν ποτέ με την ισραηλινή κατοχή, αλλά έχουν διχαστεί μεταξύ των τμημάτων του πληθυσμού που τάσσονται υπέρ του Άσαντ και των τμημάτων που τάσσονται υπέρ της αντιπολίτευσης. Έτσι, η ηγεσία των Δρούζων της συριακής εξέγερσης έχει τη δυνατότητα να συνδεθεί με το εκεί κίνημα κατά της κατοχής.
Η ίδια η μειονότητα των Δρούζων στο Ισραήλ είναι παραδοσιακά φιλοϊσραηλινή, αλλά έχει αποξενωθεί εμφανώς περισσότερο από τότε που ο Νετανιάχου ψήφισε το νόμο του 2018, με τον οποίο η χώρα ανακηρύσσεται «έθνος-κράτος» των Εβραίων. Ο αντι-σεκταριστικός χαρακτήρας της σημερινής εξέγερσης έχει επομένως περιφερειακές επιπτώσεις.
Αυτό σημαίνει επίσης ότι ο Άσαντ δεν μπορεί να βασιστεί ούτε στην εστία των Αλαουιτών. Σύμφωνα με πληροφορίες, 22 άτομα έχουν συλληφθεί στη Λαττάκεια μετά από εκκλήσεις από το εσωτερικό της κοινότητας των Αλαουιτών για την ανατροπή του Άσαντ. Ένας από αυτούς είναι ο Αϊμάν Φάρες, ο οποίος κυκλοφόρησε μια δήλωση σε βίντεο που κατηγορεί το καθεστώς για την καταστροφική οικονομική κατάσταση και μάλιστα κατηγορεί τον Άσαντ και τη σύζυγό του Άσμα ότι έκλεψαν τη βοήθεια που στάλθηκε στους σεισμοπαθείς. Συνελήφθη στην προσπάθειά του να διαφύγει στη Σουουέιντα.
Σύμφωνα με τον Ρόμπιν Γιασίν-Κάσαμπ, «το καθεστώς προσπάθησε να οργανώσει μια συγκέντρωση υπέρ του καθεστώτος στην Ταρτούς, όπου πλειοψηφούν οι Αλαουί, αλλά δεν τα κατάφερε. Δεν υπήρχαν σχεδόν καθόλου εθελοντές, παρά μόνο μερικά πλουσιόπαιδα με ωραία αυτοκίνητα».
Οι ηγέτες της άλλης μεγάλης μειονότητας, των Κούρδων, εξέφρασαν επίσης την αλληλεγγύη τους στην εξέγερση. Τόσο το Συριακό Δημοκρατικό Συμβούλιο (MSD) –το οποίο διοικεί την Αυτόνομη Διοίκηση της Βόρειας Συρίας, που βρίσκεται εκτός ελέγχου του καθεστώτος και συνδέεται με τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF)– όσο και το αντίπαλο Εθνικό Συμβούλιο του Κουρδιστάν εξέδωσαν δηλώσεις υποστήριξης της εξέγερσης. «Η κυβέρνηση στη Δαμασκό δεν παράγει λύσεις απέναντι σε αυτή την επικίνδυνη κατάσταση, σε μια εποχή εκτεταμένης φτώχειας, διαφθοράς και οικονομικής κρίσης», δήλωσε το MSD.
Το 2011, Άραβες και Κούρδοι σε όλο το βορρά ενώθηκαν στην εξέγερση κατά του Άσαντ. Ωστόσο, το Κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης, το οποίο κυριαρχεί στο MSD, κράτησε ουδέτερη στάση, όπως και η ηγεσία των Δρούζων της Σουουέιντα, ενώ οριοθέτησε τον δικό του κουρδικό χώρο στα βορειοανατολικά. Μετά την εισβολή του ISIS, το κύριο μέλημά του ήταν η υπεράσπιση της δικής του επικράτειας∙ προχώρησε σε πολυετή συμμαχία με τον αεροπορικό πόλεμο των ΗΠΑ κατά του ISIS.
Η κοινή στάση των δύο κουρδικών φορέων δείχνει και πάλι ότι η ουδετερότητα δεν αποτελεί επιλογή. Στην περίπτωση του MSD, ωστόσο, αυτό περιπλέκεται από την εξέγερση του αραβικού πληθυσμού του Ντέιρ εζ-Ζόρ, μιας αραβικής περιοχής που ελέγχεται από τις σε μεγάλο βαθμό κουρδικές SDF. Τα αίτια είναι πολύπλοκα, αλλά οι Άραβες του Ντέιρ εζ-Ζόρ είναι έντονα κατά του Άσαντ, γεγονός που υποδηλώνει ότι το καθεστώς δεν θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί την κατάσταση.
Αυτή η εξέγερση χαρακτηρίζεται επίσης από μια εντυπωσιακή παρουσία γυναικών σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Αυτό θυμίζει και πάλι το 2011. Τα χρόνια των σφαγών, των βιασμών, των βασανιστηρίων και των εξαφανίσεων από το καθεστώς –μαζί με την εκτροπή σε ένοπλες συγκρούσεις– απομάκρυναν τις γυναίκες από την πρώτη γραμμή. Όμως, όπως σημειώνει η Σύρια ακτιβίστρια Λέιλα Ναχαουάτι, οι γυναίκες παρέμειναν «θεμελιώδες μέρος της αντίστασης και συνεχίζουν να βρίσκονται σε άλλα στοιχεία της ζωής μετά το κίνημα πολιτικής ανυπακοής του 2011»[2]. Επισημαίνοντας τον εξέχοντα ρόλο των γυναικών από τα χωρά και τις τοπικές κοινότητες των Βεδουίνων, ο συγγραφέας Χάφεζ Καρκούτ από τη Σουουέιντα λέει ότι η σημερινή εξέγερση «έφερε νέα τμήματα – όλα τα τμήματα της κοινωνίας έχουν εμπλακεί»[3].
Όλοι αυτοί οι παράγοντες υποδηλώνουν ένα εν δυνάμει ευρύτερο κίνημα από ό,τι το 2011, και μάλιστα με την εκ των υστέρων γνώση να αποφύγει τα λάθη του παρελθόντος. Αυτό καθιστά πιο δύσκολο για το καθεστώς να το συντρίψει με όπλα ή θρησκευτικό σεχταρισμό. Μπορεί όμως να οδηγήσει στην ανατροπή του καθεστώτος;
Δεν έχουμε κρυστάλλινη σφαίρα, και η απαισιοδοξία πρέπει να αποφεύγεται όταν χιλιάδες άνθρωποι ενδεχομένως θέτουν τη ζωή τους σε κίνδυνο. Ταυτόχρονα, είναι σημαντικό να σημειώσουμε τις αντικειμενικές δυσκολίες αλλά και τα δυνατά σημεία.
Σύμφωνα με την άποψη του φιλοαντιπολιτευόμενου Syria TV, «οι συνεχιζόμενες διαδηλώσεις μπορεί να συνεχιστούν και ακόμη και να ενταθούν, αλλά είναι απίθανο να καταλήξουν σε μια επανάσταση όπως αυτή του 2011. Ο σημερινός συριακός πληθυσμός βαρύνεται με βαθύ πόνο, πείνα και απώλειες»[4]. Η έκρηξη προκλήθηκε από τα οικονομικά μέτρα του καθεστώτος που οδηγούν τον πληθυσμό ακόμη περισσότερο στη φτώχεια. Παρ’ όλα αυτά, μια κατάσταση σχεδόν εξαθλίωσης, σε συνδυασμό με την ήττα και το αδιανόητο τραύμα, συχνά δεν αποτελούν τις καλύτερες συνθήκες για μια επιτυχημένη επανάσταση∙ ο καθημερινός αγώνας για επιβίωση κυριαρχεί.
Το Syria TV προσθέτει: «Ωστόσο, ο Άσαντ εξουδετέρωσε συστηματικά τους αναδυόμενους ηγέτες και εξάντλησε τη Συρία από τους δυνητικούς μελλοντικούς της ηγέτες». Πράγματι, η συστηματική εξόντωση της διανόησης, των ηγετών ακτιβιστών, των δασκάλων και οποιουδήποτε σήκωνε κεφάλι ήταν πολιτική του καθεστώτος. Χιλιάδες άλλοι κατέφυγαν στο εξωτερικό. Ταυτόχρονα, νέοι ηγέτες μπορούν να προκύψουν από κινήματα όπως αυτό.
Ο Ελβετο-Σύριος ερευνητής Τζόζεφ Ντάχερ υποστηρίζει ότι, ενώ υπάρχουν «μορφές αλληλεγγύης από άλλες πόλεις», το κίνημα θα απειλούσε το καθεστώς μόνο αν «υπήρχε συνεργασία μεταξύ [των διαδηλωτών] σε διαφορετικές πόλεις»[5]. Αυτό υπογραμμίζει και πάλι την ανάγκη για συντονισμό, που είναι δύσκολος σε συνθήκες σκληρής δικτατορίας και όταν έχει εξαλειφθεί τόσο μεγάλο μέρος της προηγούμενης ηγεσίας.
Τα εργατικά και ημιπρολεταριακά προάστια και τα περίχωρα των δύο μεγάλων πόλεων –κέντρων της επανάστασης– έχουν καταστραφεί από τους πολυετείς βομβαρδισμούς του καθεστώτος. Εν τω μεταξύ, τα πιο τυπικά τμήματα της εργατικής τάξης βρίσκονται υπό ολοκληρωτικό έλεγχο και επιτήρηση. Ενώ το καθεστώς δεν έχει ακόμη αντιμετωπίσει τις διαμαρτυρίες με τρομοκρατικούς βομβαρδισμούς, οι Σύριοι γνωρίζουν τι σημαίνει να συλλαμβάνεσαι, να φυλακίζεσαι ή να εξαφανίζεσαι.
Αυτά είναι πραγματικά εμπόδια. Αλλά το κίνημα προσφέρει ελπίδα. Η επιτυχία ή η αποτυχία θα εξαρτηθεί επίσης σε μεγάλο βαθμό από το κίνημα για την απελευθέρωση σε ολόκληρη την περιοχή που ξεκίνησε στις αρχές του 2011 και θα έχει με τη σειρά του αντίκτυπο σε αυτό.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Michael Karadjis, “The new Syrian uprising”, Red Flag, 12 Σεπτεμβρίου 2023, https://redflag.org.au/article/new-syrian-uprising.
Σημειώσεις
[1]Leila Al Shami, “Syria: Revolution Reborn”, Leila’s blog, https://leilashami.wordpress.com/2023/08/26/revolution-reborn/. [Leila Al Shami, «Συρία: Η επανάσταση αναγεννάται», e la libertà, 30 Αυγούστου 2023, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%BC%CE%AD%CF%83%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%AE-%CE%B2%CF%8C%CF%81%CE%B5%CE%B9%CE%B1-%CE%B1%CF%86%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AE/9114-%CF%83%CF%85%CF%81%CE%AF%CE%B1-%CE%B7-%CE%B5%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%B3%CE%B5%CE%BD%CE%BD%CE%AC%CF%84%CE%B1%CE%B9.]
[2] Leila Nachawati, “Syrian Women Say “Enough” in a New Wave of Protests”, Antidote Zine, 3 Σεπτεμβρίου 2023, https://antidotezine.com/2023/09/03/syrian-women-new-wave-of-protests/ [Leila Nachawati, «Las mujeres sirias dicen “basta” en una nueva oleada de protestas: “El sueño de una Siria libre sigue vivo”», elDiario.es, 1 Σεπτεμβρίου 2023, https://www.eldiario.es/internacional/mujeres-sirias-dicen-basta-nueva-oleada-protestas-sueno-siria-libre-sigue-vivo_129_10481628.html].
[3] Αναφέρεται στο Walid Al Nofal, “‘Everyone’s movement’: Suwayda bets on the staying power and solidarity of its protests”, سوريا على طول / Syria Direct, 29 Αυγούστου 2023, https://syriadirect.org/everyones-movement-suwayda-bets-on-the-staying-power-and-solidarity-of-its-protests/.
[4] Syria TV: Το άρθρο μεταφρασμένο στα αγγλικά: Radwan Ziadeh, “Could a New Revolution Against Assad’s Regime Ignite?”, The Syrian Observer, 23 Αυγούστου 2023, https://syrianobserver.com/commentary/84744/could-a-new-revolution-against-assads-regime-ignite.html.
[5] Joseph Daher στο Associated Press. Αανφέρεται στο “Why are Syrians protesting in Sweida?”, Al Jazeera, 29 Αυγούστου 2023, https://www.aljazeera.com/news/2023/8/29/why-are-syrians-protesting-in-sweida.