Μετά την ισραηλινή αεροπορική επίθεση στη νότια Βηρυτό, στον Λίβανο, στις 21 Σεπτεμβρίου 2024. Housam Shbaro/Anadolu μέσω Getty Images
Gilbert Achcar
Στρατηγικοί προβληματισμοί σχετικά με την κλιμάκωση του ισραηλινού εκφοβισμού στο Λίβανο
Δεν είχε περάσει ούτε μια ώρα από τότε που έγραψα το άρθρο μου πριν από μια εβδομάδα («Ο Λίβανος και η ισραηλινή στρατηγική εκφοβισμού», 17/9/2024) όταν οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες ξεκίνησαν μια μαζική τρομοκρατική επιχείρηση στο Λίβανο ανατινάζοντας μεμονωμένες συσκευές επικοινωνίας σε δύο διαδοχικά κύματα μέσα σε δύο ημέρες, σκοτώνοντας περισσότερους από 40 ανθρώπους και τραυματίζοντας περισσότερους από 3.500. Αυτά τα δύο κύματα μαζικής τρομοκρατίας ακολουθήθηκαν από μια κλιμάκωση της ανταλλαγής οβίδων πέρα από τα σύνορα, μεταξύ της Χεζμπολλάχ και των Ισραηλινών Δυνάμεων Επίθεσης (ή αλλιώς IDF), που προηγήθηκε του έντονου βίαιου βομβαρδισμού που εξαπολύθηκε τη Δευτέρα στο νότιο Λίβανο και σε άλλες περιοχές όπου η Χεζμπολλάχ έχει παρουσία, σκοτώνοντας σχεδόν 500 ανθρώπους και τραυματίζοντας περισσότερους από 1.600. Οι βομβαρδισμοί συνεχίζονται ακόμη την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές.
Το ερώτημα που τέθηκε σε όλους, ξεκινώντας από εκείνους που στοχοποιήθηκαν στο Λίβανο, είναι αν αυτή η ξαφνική κλιμάκωση σε αυτό που ονομάσαμε «ισραηλινή στρατηγική εκφοβισμού» προετοιμάζει το έδαφος για μια πλήρους κλίμακας επίθεση εναντίον του Λιβάνου που θα περιλαμβάνει αδιάκριτους σφοδρούς βομβαρδισμούς όλων των περιοχών όπου υπάρχει η Χεζμπολλάχ, συμπεριλαμβανομένου του πυκνοκατοικημένου νότιου προαστίου της Βηρυτού, με στόχο να το κάνει «να μοιάζει με τη Γάζα», σύμφωνα με τα λόγια ενός στενού συνεργάτη του Μπέντζαμιν Νετανιάχου. Υπάρχει πράγματι ο φόβος ότι το σιωνιστικό κράτος θα πραγματοποιήσει μια βάναυση επίθεση σε τμήματα του Λιβάνου, παρόμοια με την επίθεση που στόχευσε ολόκληρη τη Λωρίδα της Γάζας, σύμφωνα με αυτό που ένας από τους επόπτες της ισραηλινής επίθεσης στο Λίβανο το 2006 ονόμασε «δόγμα Νταχίγια» (αναφορά στο νότιο προάστιο της Βηρυτού, η αραβική λέξη νταχίγια σημαίνει «προάστιο»). Το δόγμα αυτό αποσκοπεί στην επίτευξη αποτροπής έναντι οποιουδήποτε έχει την πρόθεση να αντιμετωπίσει το Ισραήλ, απειλώντας να ασκήσει υψηλό επίπεδο βίας σε περιοχές που κατοικούνται από τον άμαχο πληθυσμό στον οποίο ανήκουν όσοι καλλιεργούν αυτή την πρόθεση, όπως συνέβη στο νότιο προάστιο της Βηρυτού το 2006, το οποίο είναι η κύρια περιοχή όπου συγκεντρώνεται η λαϊκή βάση της Χεζμπολλάχ.
Είναι γεγονός ότι η επίθεση του 2006 μετά την επιχείρηση που πραγματοποίησαν μαχητές της Χεζμπολλάχ στα νότια λιβανέζικα σύνορα εναντίον ισραηλινών στρατιωτών, σκοτώνοντας οκτώ από αυτούς και αιχμαλωτίζοντας δύο, επέδρασε αποθαρρυντικά, το οποίο αναγνώρισε ο γενικός γραμματέας της Χεζμπολλάχ Χασάν Νασράλλα δηλώνοντας τη λύπη του, όταν είπε χαρακτηριστικά στην τηλεόραση μετά τον πόλεμο εκείνο: «Αν ήξερα έστω και κατά ένα τοις εκατό ότι αυτή η επιχείρηση απαγωγής θα οδηγούσε σε πόλεμο αυτού του μεγέθους, σίγουρα δεν θα την είχαμε κάνει για ανθρωπιστικούς, ηθικούς, στρατιωτικούς, κοινωνικούς λόγους, για λόγους ασφαλείας και για πολιτικούς λόγους».
Αυτό που δεν λένε τα δυτικά μέσα ενημέρωσης, τα οποία σπεύδουν να καταδικάσουν τα εγκλήματα πολέμου όταν διαπράττονται από τους εχθρούς της Δύσης, όπως το ρωσικό καθεστώς στην Ουκρανία, είναι ότι το «δόγμα Νταχίγια» δεν αποτελεί παράδειγμα στρατιωτικής ιδιοφυΐας και δόγμα άξιο να διδάσκεται στις στρατιωτικές σχολές των πολιτισμένων χωρών, αλλά μάλλον μια κατάφωρη παραβίαση των νόμων του πολέμου, η οποία συνίσταται στην άσκηση εγκλημάτων πολέμου σε μεγάλη κλίμακα, έως και σε επίπεδο γενοκτονίας στη Γάζα, μέσω της ρητής πρόθεσης να στοχοποιηθούν άμαχοι για να αποθαρρυνθούν οι μαχητές. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για μια τρομοκρατική στρατηγική διατυπωμένη από ένα κατ’ εξοχήν κράτος τρομοκράτη, η οποία αποτελεί τρανταχτή επιβεβαίωση ότι η κρατική τρομοκρατία είναι πολύ πιο επικίνδυνη από την τρομοκρατία των μη κρατικών ομάδων, καθώς εφαρμόζει την ίδια λογική, δηλαδή τη δολοφονία αμάχων για πολιτικό σκοπό, αλλά με απροσμέτρητα μεγαλύτερες δυνατότητες θανατηφόρας δράσης και καταστροφής.
Η Χεζμπολλάχ πήρε δύο μαθήματα από τον πόλεμο των 33 ημερών το 2006. Το πρώτο μεταφράζεται στο ότι έκτοτε λαμβάνει υπόψη της αυτό που θεωρεί ως κόκκινη γραμμή, η οποία, αν ξεπεραστεί, θα δώσει στο σιωνιστικό κράτος μια νέα αφορμή για να επιτεθεί στους αμάχους του Λιβάνου. Προκειμένου να προστατέψει τη λαϊκή της βάση σε πρώτη φάση, η Χεζμπολλάχ δεν πραγματοποίησε κάποια τολμηρή επιχείρηση όπως αυτή που πυροδότησε τον πόλεμο του 2006 – ή αυτή που πραγματοποίησε η Χαμάς πριν από περίπου ένα χρόνο, πυροδοτώντας τον πόλεμο για την καταστροφή της Γάζας και την εξόντωση του λαού της. Το δεύτερο μάθημα οδήγησε τη Χεζμπολλάχ στην απόκτηση ενός τεράστιου οπλοστασίου πυραύλων που δημιούργησε μια αντι-"αποτρεπτική" δύναμη απειλώντας μη στρατιωτικές περιοχές στο εσωτερικό του σιωνιστικού κράτους, επιτυγχάνοντας έτσι αυτό που στο λεξιλόγιο της πυρηνικής αποτροπής ονομάζεται «ισορροπία του τρόμου».
Αυτή η εξίσωση είναι που εξηγεί την πρωτοβουλία της Χεζμπολλάχ να ξεκινήσει έναν περιορισμένο πόλεμο φθοράς με το σιωνιστικό κράτος την επομένη της επιχείρησης «Κατακλυσμός του Αλ-Άκσα», ως απάντηση στο κάλεσμα της Χαμάς να συμμετάσχει σε αυτό που είχε ξεκινήσει. Το κάλεσμα αυτό έγινε σε μήνυμα του στρατιωτικού ηγέτη του ισλαμικού κινήματος στη Λωρίδα της Γάζας, Μουχάμμαντ αλ-Ντέιφ, που μεταδόθηκε κατά την έναρξη της επιχείρησης: «Ω αδελφοί μας στην ισλαμική αντίσταση, στο Λίβανο, το Ιράν, την Υεμένη, το Ιράκ και τη Συρία, αυτή είναι η μέρα που η αντίστασή σας θα ενωθεί με το λαό σας για την Παλαιστίνη, έτσι ώστε αυτός ο τρομερός κατακτητής να καταλάβει ότι ο χρόνος κατά τον οποίο οργιάζει και δολοφονεί λόγιους και ηγέτες έχει τελειώσει. Ο χρόνος της λεηλασίας του πλούτου σας έχει τελειώσει. Οι σχεδόν καθημερινοί βομβαρδισμοί στη Συρία και το Ιράκ έχουν τελειώσει. Ο χρόνος της διαίρεσης του έθνους και της διασποράς των δυνάμεών του σε εσωτερικές συγκρούσεις έχει τελειώσει. Έχει έρθει η ώρα για όλες τις αραβικές και ισλαμικές δυνάμεις να ενωθούν για να σαρώσουν αυτή την κατοχή από τους ιερούς τόπους και τη γη μας».
Ωστόσο, η Χεζμπολλάχ ήταν πιο έξυπνη από το να κυριευτεί από ευφορία σε σημείο να πιστέψει ότι είχε έρθει η μέρα της νίκης επί του Ισραήλ και της απελευθέρωσης της Παλαιστίνης. Αποφάσισε λοιπόν να μπει στη μάχη ως υποστηρικτής και όχι ως κανονικός συμμετέχων, απόφαση που μεταφράστηκε σε περιορισμένο πόλεμο φθοράς. Το κόμμα ήθελε να εκφράσει την αλληλεγγύη του προς το λαό της Γάζας, χωρίς όμως να εκθέσει τη λαϊκή του βάση σε μια μοίρα παρόμοια με εκείνη των κατοίκων της Λωρίδας. Ωστόσο, αυτός ο υπολογισμός γυρίζει τώρα μπούμερανγκ στη Χεζμπολλάχ, καθώς ο σιωνιστικός επιθετικός στρατός, αφού ολοκλήρωσε τις εντατικές επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας στη Γάζα, επικεντρώνεται τώρα στο βόρειο μέτωπό του, ξεκινώντας αυτό που ονομάσαμε «στρατηγική εκφοβισμού», δηλαδή μια σταδιακή κλιμάκωση των επιθέσεων με την απειλή ότι θα περάσει στην εφαρμογή του «δόγματος Νταχίγια».
Αυτή η ισραηλινή συμπεριφορά καταδεικνύει την αποτελεσματικότητα της αντι-αποτροπής της Χεζμπολλάχ, καθώς η σιωνιστική κυβέρνηση αναγκάζεται να είναι προσεκτική στο να πυροδοτήσει έναν πόλεμο πλήρους κλίμακας που γνωρίζει ότι θα κοστίσει ακριβά στην ισραηλινή κοινωνία, ακόμη και αν το κόστος στη βάση της Χεζμπολλάχ θα είναι πολύ υψηλότερο δεδομένης της μεγάλης υπεροχής των ισραηλινών στρατιωτικών δυνατοτήτων. Ως εκ τούτου, η σιωνιστική κυβέρνηση καταφεύγει πρώτα στην κλιμάκωση μέσω του «ασύμμετρου πολέμου», ενός όρου που συνήθως περιγράφει τις ενέργειες μιας άτακτης δύναμης εναντίον ενός τακτικού στρατού. Εδώ, το σιωνιστικό κράτος είναι αυτό που επιφέρει ένα ύπουλο και επώδυνο πλήγμα στη Χεζμπολλάχ και στον πολιτικό της περίγυρο, ανατινάζοντας συσκευές επικοινωνίας. Ακολούθησε η κλιμάκωση του συμβατικού πολέμου που ξεκίνησε τη Δευτέρα, αποτελώντας μια επικίνδυνη κλιμάκωση της πίεσης προς τη Χεζμπολλάχ, ώστε να αναγκαστεί να παραδοθεί και να αποδεχτεί τους όρους που έθεσε η Ουάσιγκτον με την έγκριση της σιωνιστικής κυβέρνησης, ο σημαντικότερος εκ των οποίων είναι η αποχώρηση των δυνάμεων του κόμματος βόρεια του ποταμού Λιτάνι.
Αντιμέτωπο με αυτή την κλιμακούμενη πίεση, το κόμμα βρίσκεται παγιδευμένο σε μια αμοιβαία, αλλά άνιση αποτροπή. Δεν διαθέτει τις δυνατότητες διεξαγωγής «ασύμμετρου πολέμου» βαθιά μέσα στο Ισραήλ και δεν μπορεί να χτυπήσει εκεί με τρόπο που θα προκαλούσε εκατοντάδες θανάτους, όπως αυτούς που προκάλεσε ο σιωνιστικός στρατός στον Λίβανο τη Δευτέρα, υπό τον φόβο ότι η απάντηση θα ήταν συντριπτική, γνωρίζοντας ότι το Ισραήλ είναι απολύτως ικανό να απαντήσει σε πολύ υψηλότερο επίπεδο. Η σιωνιστική κυβέρνηση έχει πλήρη επίγνωση των όρων της εξίσωσης. Ενώ επιθυμεί να διαλύσει την αποτρεπτική ικανότητα της Χεζμπολλάχ, δεν μπορεί να ξεκινήσει έναν ολοκληρωτικό πόλεμο χωρίς να εξασφαλίσει την πλήρη συμμετοχή των ΗΠΑ σε αυτόν, παρόμοια με τη συμμετοχή της Ουάσιγκτον στον πόλεμο στη Γάζα επί αρκετούς μήνες, τους πιο θανατηφόρους και καταστροφικούς μήνες, σε σημείο που να αποκρούει όλες τις εκκλήσεις για κατάπαυση του πυρός. Η σιωνιστική κυβέρνηση χρειάζεται μια τέτοια πλήρη αμερικανική συνενοχή σε περίπτωση που εξαπολύσει μια πλήρους κλίμακας επίθεση στο Λίβανο, οι πολιτικές προϋποθέσεις της οποίας δεν έχουν ακόμη εκπληρωθεί. Ωστόσο, εργάζεται για την επίτευξή τους και μπορεί κάλλιστα να εκδώσει προειδοποίηση με περιορισμένη προθεσμία προς τη Χεζμπολλάχ για το σκοπό αυτό, όπως αναφέραμε πριν από μια εβδομάδα.
Από όλα αυτά, φαίνεται ότι ο Νετανιάχου έχει αρχίσει να φοβάται ότι ο φίλος του Ντόναλντ Τραμπ μπορεί κάλλιστα να αποτύχει στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ σε περίπου ενάμιση μήνα. Φαίνεται λοιπόν ότι αποφάσισε να κλιμακώσει την κατάσταση, εκμεταλλευόμενος τους τελευταίους μήνες παρουσίας του άλλου φίλου του, του «περήφανου Ιρλανδοαμερικανού σιωνιστή» Τζο Μπάιντεν, στον Λευκό Οίκο. Το ερώτημα που τίθεται τώρα είναι: θα πιέσει ο Μπάιντεν τον Νετανιάχου αρκετά αποφασιστικά ώστε να αποτρέψει έναν πόλεμο που είναι πιθανό να επηρεάσει αρνητικά την προεκλογική εκστρατεία της υποψήφιας του κόμματός του, Καμάλα Χάρις, ή θα συμπράξει για άλλη μια φορά με την εγκληματική προσπάθεια του φίλου του, έστω και συνοδευόμενη από μια έκφραση λύπης και αγανάκτησης που σκοπό έχει να αποποιηθεί τις ευθύνες με τη συνήθη υποκριτική συμπεριφορά του ίδιου και του υπουργού Εξωτερικών του Μπλίνκεν;
Μετάφραση: elaliberta.gr
,24 Σεπτεμβρίου 2024, جلبير الأشقر , « تصعيد التهويل الإسرائيلي في لبنان: تأملات استراتيجية » , القدس العربي
https://www.alquds.co.uk/%d8%aa%d8%b5%d8%b9%d9%8a%d8%af-%d8%a7%d9%84%d8%aa%d9%87%d9%88%d9%8a%d9%84-%d8%a7%d9%84%d8%a5%d8%b3%d8%b1%d8%a7%d8%a6%d9%8a%d9%84%d9%8a-%d9%81%d9%8a-%d9%84%d8%a8%d9%86%d8%a7%d9%86-%d8%aa%d8%a3%d9%85/.
Gilbert Achcar, “Strategic Reflections on the Escalation of Israeli Intimidation in Lebanon”, جلبير الأشقر / Gilbert Achcar , Σεπτεμβρίου 2024, https://gilbert-achcar.net/strategic-reflections-on-lebanon. Αναδημοσίευση: Europe Solidaire Sans Frontières, http://www.europe-solidaire.org/spip.php?article72045.
Gilbert Achcar, « Réflexions stratégiques sur l’escalade de l’intimidation israélienne au Liban », 24 Europe Solidaire Sans Frontières, Σεπτεμβρίου 2024, http://www.europe-solidaire.org/spip.php?article72047.

