Εργοστάσιο Πουτίλοφ, 1920
Εισαγωγή e la libertà
Συνεχίζοντας τη δημοσίευση άρθρων σχετικών με τον εργατικό έλεγχο, αναδημοσιεύουμε το άρθρο του Λοζόφσκι, «Ο έλεγχος της παραγωγής», το οποίο είχε συμπεριληφθεί στον σχετικό τόμο που είχε εκδώσει ο Μαντέλ το1970 (στα ελληνικά: Ερνέστ Μαντέλ (επιμέλεια), Εργατικός έλεγχος, εργατικά συμβούλια, αυτοδιαχείριση, Καστανιώτης, Αθήνα 1975).
Τα σχετικά κείμενα που έχουν δημοσιευτεί στο e la libertà είναι τα εξής:
Ερνέστ Μαντέλ, «Τι είναι εργατικός έλεγχος»
Καρλ Ράντεκ, «Για τον εργατικό έλεγχο» (δύο κείμενα)
Αννα Παγκράτοβα, «Οι Εργοστασιακές Επιτροπές στη Ρωσία την εποχή της Επανάστασης»
Λ. Τρότσκι, «Εθνικοποιημένη βιομηχανία και εργατική διαχείριση»
Pete Dolack, «Το ξεχασμένο κίνημα του εργατικού ελέγχου στην Άνοιξη της Πράγας»
Ο συγγραφέας του άρθρου που αναδημοσιεύουμε, ο Σολομόν Αμπρόμοβιτς (Αλεξάντρ) Λοζόφσκι, υπήρξε σημαντικό στέλεχος του μπολσεβίκικου κόμματος και για μεγάλο χρονικό διάστημα, από το 1921 ως το 1937, γραμματέας της Συνδικαλιστικής Δεθνούς (Προφιντέρν). Γεννήθηκε στην Ουκρανία το 1878 από Ρωσοεβραίους γονείς και εντάχθηκε στο ρωσικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα το 1901. Ασχολήθηκε με την οργάνωση του ρωσικού και του διεθνούς συνδικαλιστικού κινήματος και ανέπτυξε πλούσιο συγγραφικό έργο. Το 1941 διορίστηκε πρόεδρος της ρωσικής Εβραϊκής Αντιφασιστικής Επιτροπής, μιας οργάνωσης της οποίας ο βασικός στόχος ήταν να εξασφαλίσει υποστήριξη υπέρ της ΕΣΣΔ μεταξύ των εβραϊκών κοινοτήτων σε ολόκληρο τον κόσμο. Το 1952 όμως ο Στάλιν αποφάσισε να διαλύσει αυτή την επιτροπή μέσα σε ένα κλίμα έξαρσης του αντισημιτισμού στην ΕΣΣΔ και τα μέλη της συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν. Ο Λοζόφσκι συνελήφθη και βασανίστηκε για να υπογράψει μια «ομολογία» με κατασκευασμένες και γελοίες κατηγορίες, αλλά αυτός αρνήθηκε να υπογράψει, όπως επίσης αρνήθηκε να κατηγορήσει άλλους συλληφθέντες. Εκτελέστηκε στις 12 Αυγούστου του 1952.
A. Losowski
Ο έλεγχος της παραγωγής
Πώς πρέπει να παλέψουμε ενάντια σ’ αυτή την επιδημία της μείωσης της παραγωγής, ενάντια στην επιδημία του κλεισίματος των επιχειρήσεων; Το κλείσιμο των επιχειρήσεων είναι, ασφαλώς, η εκδήλωση μιας από τις μορφές της ανεργίας, και για τη πάλη ενάντια στην ανεργία συνιστούνται όλα τα απαραίτητα μέτρα. Αλλά πέρα απ’ αυτό, υπάρχουν ακόμα ένα σωρό μέτρα που πρέπει να πραγματοποιηθούν για να μπει ένας αποτελεσματικός φραγμός στο κλείσιμο των επιχειρήσεων. Όμως δεν έχουν χρησιμοποιηθεί ακόμα όλα τα μέσα για το σκοπό αυτό.
Πριν απ’ όλα, πρέπει, διαμαρτυρόμενοι με το πιο ενεργητικό τρόπο ενάντια στο κλείσιμο των επιχειρήσεων, να κυκλοφορήσουμε την ιδέα ότι το συνδικάτο έχει το δικαίωμα να διενεργεί τις απαραίτητες έρευνες για να δει αν πράγματι μια επιχείρηση δεν μπορεί πια να συνεχίσει τη δουλειά της. Με ποιο τρόπο θα το επιτύχουμε; Πώς θα διεξάγουμε τη καμπάνια αυτή; Οι εργάτες κάθε δοσμένης επιχείρησης οφείλουν, από τη στιγμή που θα εκδηλωθεί η διάθεση για το κλείσιμο της επιχείρησης, να εκλέξουν μια επιτροπή ειδική για την εξακρίβωση των αληθινών αιτίων του κλεισίματος. Η επιτροπή αυτή πρέπει να εκλεγεί απ’ όλους τους εργάτες και τις εργάτριες της επιχείρησης. Θα έχει σαν αποστολή να ερευνήσει, χωρίς να λογαριάσει τις γνώμες των αφεντικών, τα αληθινά αίτια του κλεισίματος. Για τους εργάτες που δουλεύουν συνεχώς σ’ ένα εργοστάσιο ή σε μια φάμπρικα, οι αιτίες αυτές δεν είναι δύσκολο να προσδιοριστούν. Γνωρίζουν τις εφεδρείες σε πρώτες όλες, ξέρουν αν υπάρχουν παραγγελίες ή αν δεν υπάρχουν, κ.λ.π. Για να διαπιστωθεί αν αληθινά το κλείσιμο είναι απαραίτητο, πρέπει να δημιουργηθούν μια σειρά επιτροπών ελέγχου για τις πρώτες ύλες, για τα καύσιμα, για τις παραγγελίες, για τα έσοδα κ.λ.π. Δεν πρέπει να επιτραπεί στους εργοδότες ή στις μετοχικές εταιρείες να κλείσουν τις επιχειρήσεις επειδή το θέλει η φαντασία τους, γιατί οι επιχειρήσεις δεν είναι τίποτα άλλο, στην ουσία, από το αποτέλεσμα της συλλογικής εργασίας των εργατών.
Πρέπει φυσικά να γνωρίζουμε ότι ένα τέτοιο είδος δράσης θα συναντήσει τη πιο έντονη αντίδραση των εργοδοτών και του αστικού Κράτους, ότι αυτές οι προσπάθειες που γίνονται από τους εργάτες, για την εξακρίβωση της νομιμότητας του κλεισίματος μιας επιχείρησης θα χαρακτηρισθούν σαν απόπειρα ενάντια στα δικαιώματα της ατομικής ιδιοκτησίας, σαν μια μορφή αναρχισμού, κ.λ.π. Αλλά αν οι εργάτες φοβούνται πάντα μήπως οι ενέργειες τους καταδικασθούν από τους εργοδότες, θα έπρεπε να μένουν πάντα αδρανείς. Μήπως οι εργάτες μπορούν πράγματι να εξακριβώσουν τα αίτια του κλεισίματος μιας επιχείρησης; Δεν πρέπει να κλείσουμε τα μάτια μας μπροστά στο γεγονός ότι αυτό μπορεί να είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο ερώτημα, ότι ο εργάτης βρίσκεται σε εξαιρετικά μειονεκτική θέση σε σχέση με τον εργοδότη του, ότι η ίδια η εξακρίβωση θα προσκρούσει στην αντίδραση ολόκληρου του αστικού Κράτους, αστυνομία, δικαστήρια, κ.λ.π.,, ότι οι εργοδοτικές οργανώσεις θα πάρουν απ’ τη μεριά τους μια σειρά δραστικά μέτρα ενάντια σε μια τέτοια ιεροσυλία.
Δεν πρέπει, σε καμιά περίπτωση, να κλείσουμε τα μάτια μπροστά σ’ αυτές τις δυσκολίες, αλλά επίσης δεν πρέπει και να τις υπερβάλλουμε. Δεν πρέπει να σκεφτούμε ότι θα είναι στη πραγματικότητα αδύνατο στους εργάτες να γνωρίσουν τα αίτια του κλεισίματος των επιχειρήσεων τους. Οι εργάτες δεν θα μπορέσουν να προσδιορίσουν όλες τις οικονομικές κομπίνες με τις όποιες ο α΄ ή ο β΄ εργοδότης συνδέεται με τις τράπεζες, γιατί πολύ φυσικά θα προσπαθήσουν να τον εμποδίζουν να εισχωρήσει σ’ αυτά τα άδυτα των άδυτων. Άλλα, όσο κι’ αν περνούμε υπ’ όψη μας τον ελλειπή χαρακτήρα των πληροφοριών που μπορούν να συλλεχθούν, όσο και αν προεξοφλούμε τη λυσσαλέα αντίσταση που οι προσπάθειες αυτές θα αντιμετωπίσουν, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να τις κάνουμε και μάλιστα με τον ποιο ενεργητικό τρόπο, γιατί είναι το μοναδικό μέσο που υπάρχει για να δεθούν σ’ ένα σώμα όλοι οι εργάτες ανεξάρτητα απ’ τις πολιτικές τους πεποιθήσεις και να αποτελέσουν φραγμό στα σχέδια των αφεντικών τους και στην επιθετική πολιτική τους.
Επειδή αυτές οι επιτροπές ελέγχου, ξέχωρα απ’ τις συνηθισμένες δυσκολίες, θα έχουν ακόμα να υπερνικήσουν και τη θεωρία του εμπορικού μυστικού, είναι απαραίτητο να υιοθετηθεί σα σύνθημα πρακτικής, κατά τη διάρκεια των ερευνών αυτού του είδους, η κατάργηση του εμπορικού μυστικού. Το πιο σημαντικό σ’ αυτή τη περίπτωση, είναι να αποκτήσουν οι επιτροπές έλεγχου κύρος απ’ τη στιγμή της δημιουργίας τους, να δημιουργηθούν αμέσως μετά τη λήψη των πρώτων πληροφοριών των σχετικών με το ενδεχόμενο κλείσιμο της επιχείρησης, και να ενώσουνε τις επιτροπές αυτές του κάθε βιομηχανικού κλάδου σε ένα και μοναδικό όργανο ελέγχου που να αγκαλιάζει όλους τους εργάτες από κάθε βιομηχανικό κλάδο. Οι απομονωμένες επιτροπές ελέγχου θα είναι εύκολο να διαλυθούν. Αν αντίθετα, ταυτόχρονα με τη δημιουργία των επιτροπών ελέγχου σε μια σειρά από επιχειρήσεις, τεθεί άμεσα το ζήτημα της συνένωσης όλων των οργάνων έλεγχου σε μια και μοναδική οργάνωση, η δύναμη των εργατών θα αυξηθεί σημαντικά. Το κλείσιμο των επιχειρήσεων πρέπει να χρησιμεύσει σα σημείο αφετηρίας για ένα κίνημα ικανό να δημιουργήσει επιτροπές ελέγχου μέσα στις διάφορες επιχειρήσεις καθώς και σ’ όλους τους βιομηχανικούς κλάδους.
[...] Ολόκληρη η οικονομική πάλη της εργατικής τάξης, πρέπει στη σημερινή περίοδο να συγκεντρωθεί γύρω απ’ τον έλεγχο της παραγωγής. Χωρίς, τον έλεγχο στις επιχειρήσεις, είναι αδύνατο στη σημερινή φάση να λύσουμε τα προβλήματα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η εργατική τάξη. Το ζήτημα της ανεργίας, το κλείσιμο των επιχειρήσεων, κ.λ.π., όλα αυτά συνδέονται με τον έλεγχο της παραγωγής. Εδώ δεν μπορεί να υπάρξει κανένας συμβιβασμός, καμιά απόπειρα να βρεθεί μέση λύση, ούτε να οργανωθεί ένας έλεγχος πού θα ήταν αποδεκτός τόσο από τους εργάτες όσο και απ’ τους εργοδότες.
Τι αντιπροσωπεύει ο έλεγχος της, παραγωγής; Δεν πρόκειται για ένα τυπικό οικονομικό έλεγχο. Δεν έχει σκοπό τη δημιουργία μιας οποιασδήποτε επιθεωρητικής επιτροπής που θα κάνει έλεγχο μια - δυο φορές το χρόνο, εξετάζοντας τους λογαριασμούς ή τις διάφορες εγκυκλίους της επιχείρησης. Δεν είναι αυτός ο έλεγχος της παραγωγής, ούτε ακόμα μια σκιά ελέγχου, είναι απλώς μια γελοιογραφία της ιδέας του εργατικού ελέγχου. Ο έλεγχος της παραγωγής έχει σαν αντικείμενο να υποβάλλει στον έλεγχο των εργατών τη πολλαπλή δραστηριότητα κάθε επιχείρησης: βιομηχανική, τεχνική, οικονομική, εμπορική· με μια λέξη οι πολυποίκιλες, μορφές της σύγχρονης παραγωγικής δραστηριότητας οφείλουν να τεθούν κάτω απ’ τον λεπτομερειακό έλεγχο των εργατών.
Άλλα ένας τέτοιος οργανωμένος απ’ τους εργάτες έλεγχος δεν παραβιάζει τα συμφέροντα της ατομικής ιδιοκτησίας; Αυτό αποτελεί παρέμβαση των εργατών σ’ ένα χώρο, ο όποιος ανέκαθεν ανήκε στους εργοδότες, σ’ ένα άδυτο που παρέμενε κλειστό για τους εργάτες. Ναι, ο έλεγχος της παραγωγής είναι πραγματικά μια παρέμβαση των εργατών στις σχέσεις του ιδιωτικού δικαίου. Αλλ’ αυτή η παρέμβαση έχει γίνει ιστορική αναγκαιότητα και πρέπει να πραγματοποιηθεί για το συμφέρον της εργατικής τάξης. Η τρομερή σπατάλη των παραγωγικών δυνάμεων και των αξιών που έγινε στη διάρκεια του πολέμου, και που γίνεται ακόμα και σήμερα, δεν θα σταματήσει παρά μόνο όταν η εργατική τάξη έλθει σ’ άμεση επαφή με τη παραγωγή, παρά μόνο στη περίπτωση που θα είναι όχι μόνο ένα στοιχείο της οικονομίας, άλλα όταν θα συμμετέχει άμεσα, όταν θα είναι όχι μόνο ένα μέρος της μηχανής αλλά ο συνειδητός διευθυντής του βιομηχανικού μηχανισμού. Η μετατροπή της εργατικής τάξης από τάξη για τους άλλους σε τάξη για τον εαυτό της, όπως έλεγε ο Μαρξ, δεν θα γίνει βέβαια παρά μόνο μετά τη κοινωνική επανάσταση, μετά την εγκαθίδρυση του σοσιαλιστικού καθεστώτος. Αλλά η εγκαθίδρυση του συστήματος αυτού εξαρτάται από τη κατεύθυνση που θα πάρει στο προσεχές μέλλον η προσπάθεια της εργατικής τάξης να εφαρμόσει ένα έλεγχο πάνω στη παραγωγή, ένα έλεγχο πάνω στη καπιταλιστική οικονομία.
Η ιδέα του ελέγχου πάνω στη παραγωγή εμφανίστηκε εδώ και πολύ καιρό, πολύ πριν τον πόλεμο. Στη διάρκεια του πολέμου έγινε πολιτικό δικαίωμα σ’ όλες τις χώρες όταν τα αστικά κράτη, υπηρετώντας τα ταξικά συμφέροντα της αστικής τάξης, έλεγχαν τους διάφορους κλάδους, της εθνικής οικονομίας επιδιώκοντας να διατηρήσουν και να διαιωνίσουν τη ταξική κυριαρχία των αστών. Η κυβέρνηση υπέταξε τα διάφορα στοιχεία της κυρίαρχης τάξης στα γενικά της συμφέροντα. Ο έλεγχος του Κράτους ήταν η κυρίαρχη οικονομική ιδέα σ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Το τέλος του πολέμου σήμανε και το τέλος του κρατικού ελέγχου, με τη καταστροφή της κατασταλτικής οικονομίας και το ελεύθερο παιχνίδι όλων των καπιταλιστικών δυνάμεων.
Αλλά το ελεύθερο παιχνίδι των καπιταλιστικών δυνάμεων βρίσκεται τώρα σε αντίθεση με τα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Απ’ αυτό, γεννήθηκε και η ιδέα που ενσαρκώθηκε στη περίοδο του πολέμου, και κυρίως στη διάρκεια της ρώσικης επανάστασης, της εγκαθίδρυσης ενός πραγματικού και όχι επιφανειακού εργατικού ελέγχου. Η ιδέα του ελέγχου πάνω στη παραγωγή είναι σήμερα τόσο διαδεδομένη που οι ίδιες οι αστικές κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να ασχοληθούν με το θέμα. Όταν στα τέλη του 1920 οι Ιταλοί εργάτες κατέλαβαν, για πολλές εβδομάδες, έναν ορισμένο αριθμό εργοστασίων, ο Giolitti τάχθηκε υπέρ του εργατικού ελέγχου και υπέβαλλε μάλιστα στο κοινοβούλιο ένα ανάλογο νομοσχέδιο.
Για τον εργατικό έλεγχο έγινε πολύς λόγος στην Αγγλία, οπού κάθε είδους κυβερνητικών επιτροπών, με τη συμμετοχή των συνδικαλιστικών οργανώσεων, ασχολήθηκαν μ’ αυτόν. Για τον εργατικό έλεγχο μίλησαν και στη Γαλλία οπού η Ομοσπονδία μετάλλων έφτιαξε ένα αξιοθρήνητο σχέδιο που μαρτυρεί για τη φτώχεια της σκέψης των διευθυντών της ομοσπονδίας αυτής, γιατί στο σχέδιο αυτό, δεν υπάρχει ούτε ίχνος κατανόησης της σημασίας του εργατικού ελέγχου. Κυρίως μίλησαν για τον εργατικό έλεγχο και για τον έλεγχο της παραγωγής στη Γερμανία.
Αλλά, πράγμα παράξενο, όσο περισσότερο γινόταν λόγος για τον έλεγχο, τόσο πιο πολύ ο έλεγχος έπαιρνε ασύλληπτη και αμφίβολη μορφή, και κανένας Γερμανός εργάτης δεν μπορεί να πει με ακρίβεια τι αντιπροσωπεύει ο έλεγχος της παραγωγής που επίσημα υπόσχονταν όλες οι δημοκρατικές κυβερνήσεις της Γερμανίας στους κόλπους των οποίων οι σοσιαλδημοκράτες και οι συνδικαλιστές ηγέτες έπαιζαν ένα ενεργό όσο και αποφασιστικό ρόλο. Σε καμιά αστική χώρα, δεν υπάρχει εργατικός έλεγχος, δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο σαν άμεσο όπλο των μαζών πάνω στο στίβο της επαναστατικής δράσης στη πάλη ενάντια στην αστική τάξη, σαν αντίβαρο στην αστική τάξη. Κανένας έλεγχος δεν είναι δυνατός πάνω στη βάση μιας συμμαχίας. Γιατί ποια θα μπορούσε να είναι η συμμαχία ανάμεσα στους εργάτες και στην αστική τάξη; Θα συντελέσει αυτό στο να ελέγχουν οι εργάτες τη βιομηχανική ανάπτυξη, την εμπορική δραστηριότητα της επιχείρησης; Το αφεντικό δεν θα δεχτεί ποτέ, γιατί αυτό θα σήμαινε παρέμβαση στον πιο ιερό χώρο της ατομικής ιδιοκτησίας.
Επομένως, όταν μπαίνει θέμα ελέγχου μέσα από το δρόμο των συμμαχιών, δεν έχουμε να κάνουμε παρά μ’ ένα έλεγχο καθαρής μορφής, πού δεν μπορεί να δώσει τίποτα στους εργάτες, γιατί θα είναι ανώδυνος για την αστική τάξη. Γι’ αυτό το λόγο το σύνθημα του ελέγχου της παραγωγής ή το σύνθημα του εργατικού ελέγχου πρέπει να εφαρμοστεί απευθείας μέσα από τον επαναστατικό δρόμο. Πρέπει να έχουμε υπ’ όψη μας ότι σ’ αυτό το χώρο, η εργατική τάξη θα συναντήσει την αποφασιστική και βίαιη αντίσταση της αστικής τάξης. Μπορούν να ακολουθήσουν το δρόμο των παραχωρήσεων σε θέματα που αφορούν τη δουλειά των γυναικών και των παιδιών, ακόμα και στο χώρο των ασφαλίσεων ενάντια στην ανεργία· άλλα να δεχθούν ένα αληθινό εργατικό έλεγχο, αυτό ξεπερνάει για την αστική τάξη τα όρια του δυνατού. Και πρέπει να είναι κανείς πολύ αφελής για να ελπίζει ότι οι κυρίαρχες τάξεις θα δεχτούν χωρίς αντίσταση την εφαρμογή του εργατικού ελέγχου. Το γεγονός αυτό πρέπει άραγε να σταματήσει τη πάλη των εργατών; Όχι φυσικά. Η εργατική τάξη δεν είναι τόσο αφελής ώστε να ελπίζει εθελοντικές παραχωρήσεις από τη μεριά της αστικής τάξης. Σε κανένα χώρο της πάλης, η εργατική τάξη δεν είχε και δεν θα έχει εύκολη νίκη. Βέβαια, στο χώρο του ελέγχου της παραγωγής, οι νίκες θα στοιχίσουν ακόμα πιο ακριβά απ’ ότι στους άλλους χώρους, γιατί αν, στη πολιτική, υπάρχουν πολλές μορφές διακυβέρνησης (δημοκρατία, συνταγματική μοναρχία, απόλυτη μοναρχία, κ.λ.π.), στον οικονομικό χώρο, ακόμα και μέχρι σήμερα, κυριαρχεί η αυταρχία, Η αυταρχία βασιλεύει στα εργοστάσια όλων των χωρών: στη συνταγματική Αγγλία, στη δημοκρατική Αμερική, στη δημοκρατική Γαλλία και στη σοσιαλδημοκρατική Γερμανία.
Οι ρεφορμιστές αρέσκονται πολύ να μιλούν για οικονομική δημοκρατία ή για την εγκαθίδρυση δημοκρατικής μορφής διακυβέρνησης στις φάμπρικες και τα εργοστάσια.
Ο πολύ γνωστός Άγγλος ρεφορμιστής Sydney Webb στο βιβλίο του, Η Βιομηχανική Δημοκρατία, εξέφρασε πριν από πολύ καιρό την ιδέα της εγκαθίδρυσης δημοκρατικών σχέσεων στη παραγωγή. Αλλά σε τι συνίσταται η δημοκρατία στη παραγωγή ή η δημοκρατία στις επιχειρήσεις; Πώς πρέπει να την κατανοήσουμε; Αν πρέπει να πάρουμε κατά γράμμα τις λέξεις αυτές, αληθινή δημοκρατία θα ήταν αυτή όπου οι εργάτες θα εφαρμόζουν τον εργατικό έλεγχο στη παραγωγή και θα μετατρέπουν τον εργοδότη σε τεχνικό υπάλληλο. Τα όρια της δημοκρατίας σ’ αυτό το χώρο προσεγγίστηκαν στη Γερμανία με τη δημιουργία ισοδύναμων εργατικών οργανώσεων, που αποτελούνταν από ίσο αριθμό αντιπροσώπων ανάμεσα στις εργατικές και τις εργοδοτικές οργανώσεις. Τα γερμανικά συνδικάτα ανάπτυξαν μάλιστα ολόκληρη θεωρία πάνω στην ισότητα δικαιωμάτων των εργοδοτών και των εργατών, που ονομάστηκε θεωρία του ισότιμου δικαιώματος: οι εργάτες και οι εργοδότες είναι ίσοι, οι οργανώσεις τους έχουν ίση αξία, και γι’ αυτό συμμετέχουν σε όλα με ίσο αριθμό εκπροσώπησης. Είν’ αλήθεια ότι ακόμα υπάρχουν και αντιπρόσωποι της κυβέρνησης, αλλά οι αντιπρόσωποι αυτοί, όπως ξέρουμε, τοποθετούνται έξω από τάσεις για να εγγυηθούν τα συμφέροντα της κοινωνίας στο σύνολο της. Ολόκληρη αυτή η θεωρία του ισότιμου δικαιώματος, που βασίζεται πάνω στη προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας και στη διαχείριση των πόρων της χώρας από μια μικρή ομάδα μεγαλοκαρχαριών βιομηχάνων, δεν μπορούσε βέβαια παρά να οδηγήσει σ’ ένα εκπληκτικό κραχ.
Γιατί τι ισοτιμία μπορεί να υπάρξει ανάμεσα στους εργάτες που δεν έχουν τίποτα και τους εργοδότες οι οποίοι έχουν εκατοντάδες εκατομμύρια; Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ισοτιμία μόνο στη περίπτωση που οι εργάτες θα είχαν αποκτήσει, σε ότι αφορά τη διαχείριση του πλούτου της χώρας, τα δικαιώματα τα οποία κατέχουν οι εργοδοτικές οργανώσεις και το Κράτος τους.
Αν το Κεντρικό γερμανικό συνδικάτο, που είναι κατά κάποιο τρόπο ο δημιουργός αυτής της ισότιμης ιδέας, μπορούσε με την ιδιότητα του σαν εκπρόσωπου ολόκληρου του γερμανικού συνδικαλιστικού κινήματος, να διαθέτει τα ανθρακωρυχεία και τα μεταλλουργικά εργοστάσια της Βεστφαλο-ρηνανικής επαρχίας έτσι όπως τα διαθέτουν οι Stinnes, οι Krupp και άλλοι, αν μπορούσε να διαθέτει κατά βούληση ολόκληρη τη κλωστοϋφαντουργική βιομηχανία της Γερμανίας, αν χωρίς τη συγκατάθεση του δεν μπορούσε να εκδοθεί κανένα μάρκο από καμιά γερμανική τράπεζα, τότε θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ισότιμο δικαίωμα. Αλλά αυτή τη στιγμή, όπου οι μεν διαθέτουν όλους τους υπάρχοντες πόρους της χώρας ενώ οι άλλοι παρακολουθούν αυτή την επιχείρηση σαν παθητικοί θεατές, το να μιλάμε για ισοτιμία και ισότητα, το να μιλάμε για δημοκρατία ή εργατικό έλεγχο, σημαίνει ότι κοροϊδεύουμε τις βασικές διεκδικήσεις της εργατικής τάξης.
Η εργατική τάξη δεν εμπνέεται από την ιδέα του ισότιμου δικαιώματος και δεν τοποθετείται με το μέρος μιας οποιασδήποτε εργατικής δημοκρατίας. Από κει ξεκινάει ολόκληρη η βιομηχανική διαδικασία. Ο εργατικός έλεγχος πρέπει πράγματι να πραγματοποιηθεί από τους ίδιους τους εργάτες και η οργάνωση των επιτροπών ελέγχου πρέπει να γίνει έξω από κάθε είδους παραχώρηση. Η επιτροπή ελέγχου εποπτεύει κάθε τι που γίνεται στο εσωτερικό της επιχείρησης και όλες τις δημόσιες σχέσεις της επιχείρησης με το εξωτερικό. Έτσι, παράλληλα με την εγκαθίδρυση του εργατικού ελέγχου στη παραγωγή, η εργατική τάξη οφείλει να εφαρμόσει επίσης και τον οικονομικό έλεγχο που είναι η πιο δύσκολη αποστολή του εργατικού ελέγχου. Το πρώτο συνέδριο των επαναστατικών συνδικάτων υιοθέτησε στο θέμα του εργατικού έλεγχου μια λεπτομερειακή απόφαση της οποίας το νόημα εκφράζεται με τις ακόλουθες συνοπτικές προτάσεις:
«1ο. Ο εργατικός έλεγχος είναι ένα σημαντικό και απαραίτητο σχολείο για την προετοιμασία των πλατιών μαζών στη κοινωνική επανάσταση.
»2ο. Ο εργατικός έλεγχος πρέπει σ’ όλες τις καπιταλιστικές χώρες να βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη σαν μαχητικό σύνθημα του συνδικαλιστικού κινήματος και να χρησιμοποιείται ενεργά για την αποκάλυψη των εμπορικών και οικονομικών μυστικών·
»3ο. Ο εργατικός έλεγχος πρέπει να χρησιμοποιείται πλατιά για τη μετατροπή των συνδικάτων σε μαχητικές οργανώσεις της εργατικής τάξης·
»4ο. Ο εργατικός έλεγχος πρέπει να χρησιμοποιηθεί σαν μέσο ανασυγκρότησης των συνδικάτων κατά βιομηχανία και όχι κατ’ επάγγελμα, που είναι σύστημα αναχρονιστικό και βλαβερό στο επαναστατικό εργατικό κίνημα.
»5ο. Ο εργατικός έλεγχος είναι ασυμβίβαστος με την αρχή της ισοτιμίας που προτείνει η αστική τάξη, την εθνικοποίηση κ.λ.π. και αντιτάσσει τη δικτατορία του προλεταριάτου στη δικτατορία της αστικής τάξης·
»6ο. Στην πραγματοποίηση του τεχνικού, οικονομικού ή μικτού ελέγχου, και στη διάρκεια της κατάληψης των επιχειρήσεων, είναι κυρίως απαραίτητο να προσπαθήσουμε να προσελκύσουμε τις πιο καθυστερημένες προλεταριακές μάζες στη συζήτηση των συνυφασμένων με τον έλεγχο ζητημάτων. Παράλληλα, στη διαδικασία της πραγματοποίησης αυτού του ελέγχου, είναι αναγκαίο να κάνουμε την απογραφή των πιο δραστήριων και των πιο ικανών εργατών και να τους προετοιμάσουμε για ένα καθοδηγητικό ρόλο στην οργάνωση της παραγωγής.
»7ο. Για τη κανονική οργάνωση του εργατικού έλεγχου, είναι απόλυτα αναγκαίο να καθοδηγούν τα συνδικάτα τις εργοστασιακές επιτροπές και οφείλουν να συνδέσουν και να συνδυάσουν τη δουλειά των εργοστασιακών επιτροπών στις επιχειρήσεις της αυτής βιομηχανίας και να προλάβουν μ’ αυτό το τρόπο τις απόπειρες που είναι αναπόφευκτες για τη καλλιέργεια του εργοστασιακού σωβινισμού που μπορούν να γίνουν όταν ο έλεγχος είναι διασπαρμένος.
»8ο. Τα συνδικάτα οφείλουν, από την αρχή, να βοηθούν τις επιτροπές ελέγχου, να επιβάλλουν, για το σκοπό αυτό, ειδικές συνθήκες, και να συζητούν το θέμα διαμέσου του καθημερινού τύπου και να αναλάβουν πλατιά προπαγάνδα για τον έλεγχο στα εργοστάσια και τις φάμπρικες, όχι μόνο εξηγώντας τη σημασία, του, αλλά κάνοντας αναφορές πάνω στα αποτελέσματα του έλεγχου σε κάθε επιχείρηση και σε κάθε ομάδα επιχειρήσεων, στις εργοστασιακές συνεδριάσεις, στις τοπικές συνελεύσεις, κ,λ.π.·
»9ο. Για την εκπλήρωση των σκοπών αυτών, είναι αναγκαίο να δημιουργηθεί ένα ενιαίο επαναστατικό κέντρο που θα έχει καθήκον να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στη μετατροπή των επαγγελματικών συνδικάτων σε βιομηχανικά συνδικάτα και στη διατήρηση του επαναστατικού χαρακτήρα της πάλης για τον εργατικό έλεγχο».
Όποιος θέλει η πραγματοποίηση του ελέγχου πάνω στη παραγωγή, να είναι πραγματική και όχι επιφανειακή, πρέπει να ακολουθήσει το δρόμο που χάραξε το διεθνές συνέδριο των επαναστατικών συνδικάτων. Στην αντίθετη περίπτωση, δεν θά ‘χουμε έλεγχο των εργατών πάνω στη παραγωγή, αλλά ενίσχυση του ελέγχου της αστικής τάξης πάνω στους εργάτες.
Δημοσιεύτηκε στο Programme d’ action de l’ Internationale syndicale rouge, Librairie de Travail, Παρίσι 1922, σσ. 32, 34 και 70, 78.
Πηγή: Ερνέστ Μαντέλ (επιμέλεια), Εργατικός έλεγχος, εργατικά συμβούλια, αυτοδιαχείριση, Καστανιώτης, Αθήνα 1975, σσ. 157-165.