Ο Νέστορ Μάχνο (δεξιά) μαζί με τον μπολσεβίκο διοικητή τάγματος Πάβελ Ντιμπένκο (αριστερά), Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1918.
Νέστορ Μαχνό
Η επίσκεψή μου στο Κρεμλίνο
Πρώτες συναντήσεις
Έφτασα στις πύλες του Κρεμλίνου [τον Ιούνιο του 1918] αποφασισμένος να δω τον Λένιν και, αν ήταν δυνατόν, τον Σβερντλόφ και να συνομιλήσω μαζί τους. Ένας στρατιώτης καθόταν πίσω από μια πόρτα. Του έδωσα τα διαπιστευτήριά μου από το Σοβιέτ της Μόσχας. Αφού το διάβασε προσεκτικά, έβγαλε ένα πάσο, το συνέδεσε με τα διαπιστευτήριά μου και πέρασα στο εσωτερικό του Κρεμλίνου. Στο εσωτερικό ένας Λετονός τυφεκιοφόρος πηγαινοερχόταν πέρα δώθε. Τον προσπέρασα και άρχισα να προχωρώ στην κεντρική πλατεία, όταν βρέθηκα πρόσωπο με πρόσωπο με έναν άλλο φρουρό. Του ζήτησα να μου δείξει το κτίριο στο οποίο επρόκειτο να πάω. Από εκείνο το σημείο και μετά ήμουν ελεύθερος να περπατήσω, να κοιτάξω τα διάφορα κανόνια και τα βλήματα που χρονολογούνταν μέχρι και πριν από την εποχή του Μεγάλου Πέτρου, να σταματήσω μπροστά από τη Μεγάλη Καμπάνα του Τσάρου και άλλα γνωστά αξιοπερίεργα ή να πάω κατευθείαν σε ένα από τα παλάτια.
Έστριψα προς τα αριστερά και με κατάπιε ένα από αυτά τα παλάτια (έχω ξεχάσει το όνομά του) και ανέβηκα μια σκάλα μέχρι τον τρίτο όροφο. Στη συνέχεια περπάτησα σε έναν μακρύ, άδειο διάδρομο όπου στις πόρτες κρέμονταν ταμπέλες που έγραφαν «Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος» ή «Βιβλιοθήκη». Μη έχοντας ανάγκη ούτε το ένα ούτε το άλλο συνέχισα την πορεία μου χωρίς να γνωρίζω αν πίσω από αυτές τις πόρτες βρισκόταν κάποιος ή όχι.
Κάποιες από τις ταμπέλες δεν είχαν κανένα όνομα επάνω τους, οπότε γύρισα πίσω, σταμάτησα μπροστά σε εκείνη που έγραφε «Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος» και χτύπησα την πόρτα. «Περάστε», απάντησε μια φωνή. Μέσα στο γραφείο τρεις άνθρωποι κάθονταν μαζί σε απόλυτη σιωπή. Ανάμεσά τους μου φάνηκε ότι αναγνώρισα τον Ζαγκόρσκι, τον οποίο είχα δει δύο ή τρεις μέρες νωρίτερα σε μια από τις λέσχες του Μπολσεβίκικου Κόμματος. Ρώτησα αυτούς τους ανθρώπους πού θα μπορούσα να βρω το γραφείο της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κεντρικής Επιτροπής.
Ένας από τους τρεις (ο Μπουχάριν, αν δεν κάνω λάθος), σηκώθηκε και πήρε τον χαρτοφύλακά του στη μασχάλη του. Απευθυνόμενος στους συντρόφους του αρκετά δυνατά ώστε να τον ακούω, είπε: «Φεύγω, θα δείξω σε αυτόν τον σύντροφο το γραφείο της ΕΚΕ», δείχνοντας με με το πηγούνι του και ξεκινώντας για την πόρτα. Ευχαρίστησα τους παρευρισκόμενους και έφυγα με εκείνον που πίστευα ότι ήταν ο Μπουχάριν. Ο διάδρομος ήταν ήσυχος σαν τάφος.
Ο οδηγός μου με ρώτησε από πού ήμουν.
«Από την Ουκρανία», απάντησα. Στη συνέχεια μου έκανε διάφορες ερωτήσεις σχετικά με την τρομοκρατία που μαινόταν στην Ουκρανία και ήθελε να μάθει πώς κατάφερα να φτάσω στη Μόσχα. Φτάνοντας στη σκάλα, σταματήσαμε για να συνεχίσουμε τη συζήτηση. Τελικά, ο κατά σύμπτωση οδηγός μου μού υπέδειξε μια πόρτα στα δεξιά της εισόδου του διαδρόμου, όπου, σύμφωνα με τον ίδιο, θα έβρισκα τις πληροφορίες που χρειαζόμουν.
Και αφού μου έσφιξε το χέρι, κατέβηκε τη σκάλα και έφυγε από το κτίριο.
Πήγα στην πόρτα, χτύπησα και μπήκα μέσα. Μια κοπέλα με ρώτησε τι ήθελα.
«Θα ήθελα να δω τον πρόεδρο της Εκτελεστικής Επιτροπής του Σοβιέτ των εργατών, αγροτών, στρατιωτών και Κοζάκων βουλευτών, τον σύντροφο Σβερντλόφ», απάντησα.
Χωρίς να πει λέξη, η κοπέλα κάθισε σε ένα τραπέζι, πήρε τα διαπιστευτήριά μου και το πάσο μου, τα μελέτησε, αντέγραψε κάποιες πληροφορίες και έφτιαξε ένα άλλο πάσο στο οποίο αναγραφόταν ο αριθμός του γραφείου στο οποίο έπρεπε να πάω.
Στο γραφείο στο οποίο με έστειλε η κοπέλα βρήκα τον γραμματέα της ΕΚΕ, έναν γεροδεμένο άνδρα, που φαινόταν περιποιημένος αλλά με κουρασμένο πρόσωπο. Μου ζήτησε τα χαρτιά μου και του τα έδωσα. Τα βρήκε ενδιαφέροντα και άρχισε να μου κάνει ερωτήσεις.
«Ώστε, σύντροφε, είσαι από το Νότο της Ρωσίας;»
«Ναι, είμαι από την Ουκρανία».
«Ήσασταν ήδη πρόεδρος μιας Επιτροπής για την Υπεράσπιση της Επανάστασης την εποχή του Κερένσκι;»
«Ναι.»
«Τότε είστε Σοσιαλιστής Επαναστάτης;» [δηλ. μέλος του κόμματος των Σοσιαλιστών Επανατστατών – εσέρων]
«Όχι!»
«Τι σχέσεις έχετε ή είχατε με το Κομμουνιστικό Κόμμα στην περιοχή σας;»
«Γνωρίζω προσωπικά αρκετούς αγωνιστές του Μπολσεβίκικου Κόμματος», απάντησα. Και ανέφερα το όνομα του προέδρου της Επαναστατικής Επιτροπής του Αλεξαντρόφσκ, του συντρόφου Μιχαΐλεβιτς, και κάποιων άλλων αγωνιστών από το Εκατερίνοσλαβ.
Ο γραμματέας σιώπησε για μια στιγμή και μετά με ρώτησε για τη νοοτροπία των αγροτών του «Νότου της Ρωσίας», για τη συμπεριφορά τους απέναντι στα γερμανικά στρατεύματα και τους στρατιώτες της Κεντρικής Ράντα, για τη στάση τους απέναντι στη σοβιετική εξουσία κ.λπ.
Του έδωσα σύντομες απαντήσεις που προφανώς τον ικανοποίησαν∙ στην πραγματικότητα λυπήθηκα που δεν μπόρεσα να εξηγήσω πληρέστερα.
Τελικά τηλεφώνησε σε κάποιον και στη συνέχεια με κάλεσε να πάω στο γραφείο του προέδρου της ΕΚΕ, του συντρόφου Σβερντλόφ.
Η συνομιλία μου με τον Σβερντλόφ
Καθώς προχωρούσα σκεφτόμουν τις ιστορίες που διέδιδαν οι αντεπαναστάτες, ακόμη και οι δικοί μου φίλοι που ήταν εχθροί της πολιτικής του Λένιν, του Σβερντλόφ και του Τρότσκι, ότι δηλαδή ήταν αδύνατο να αποκτήσει κανείς πρόσβαση σε αυτούς τους επίγειους θεούς. Ήταν, υποτίθεται, περιτριγυρισμένοι από ένα σώμα σωματοφυλάκων, ο επικεφαλής των οποίων επέτρεπε μόνο επισκέπτες τους οποίους ενέκρινε.
Τώρα, συνοδευόμενος από τον γραμματέα της ΕΚΕ, συνειδητοποίησα τον παραλογισμό αυτών των ιστοριών. Ο ίδιος ο Σβερντλόφ άνοιξε την πόρτα με ένα ευχάριστο χαμόγελο, αποπνέοντας φιλικότητα, και παίρνοντάς με από το χέρι, με οδήγησε σε μια πολυθρόνα. Ο γραμματέας της ΕΚΕ επέστρεψε στο γραφείο του.
Ο σύντροφος Σβερντλόφ έδειχνε ακόμη περισσότερη ενεργητικότητα από τον γραμματέα του. Έδειχνε επίσης να ενδιαφέρεται περισσότερο για το τι είχε συμβεί στην Ουκρανία τους τελευταίους δύο ή τρεις μήνες. Μου είπε κατευθείαν:
«Λοιπόν, σύντροφε, ήρθατε από τον πολυτάραχο Νότο μας. Τι δουλειά κάνατε εκεί;»
«Τη δουλειά με την οποία ασχολούνται οι μεγάλες μάζες των επαναστατών εργατών της Ουκρανίας. Αυτοί οι εργάτες, αφού πήραν ενεργό μέρος στην Επανάσταση, συνέχισαν να αγωνίζονται για την πλήρη χειραφέτησή τους. Στις τάξεις τους, ήμουν, αν μου επιτρέπεται να το πω έτσι, πάντα ο πρώτος που προχωρούσε προς αυτόν τον στόχο. Σήμερα, εξαιτίας της κατάρρευσης του επαναστατικού ουκρανικού μετώπου, βρίσκομαι προσωρινά εγκλωβισμένος στη Μόσχα».
«Τι λέτε, σύντροφε;» αναφώνησε ο Σβερντλόφ, διακόπτοντάς με. «Οι αγρότες του Νότου είναι ως επί το πλείστον κουλάκοι ή παρτιζάνοι της Κεντρικής Ράντα».
Ξέσπασα σε γέλια και του περιέγραψα εν συντομία αλλά περιεκτικά τη δράση των αγροτών που οργανώθηκαν από τους αναρχικούς στην περιοχή του Γκουλάι-Πόλιε ενάντια στα αυστρογερμανικά στρατεύματα κατοχής και τους στρατιώτες της Κεντρικής Ράντα.
Εμφανώς αναστατωμένος, ο σύντροφος Σβερντλόφ συνέχισε ωστόσο:
«Τότε γιατί δεν υποστήριξαν τις μονάδες της Κόκκινης Φρουράς μας; Σύμφωνα με τις πληροφορίες μας, οι αγρότες του Νότου είναι δηλητηριασμένοι από ακραίο ουκρανικό σοβινισμό και παντού υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό τα γερμανικά στρατεύματα και τις δυνάμεις της Κεντρικής Ράντα ως απελευθερωτές τους».
Εκνευρισμένος άρχισα να αντικρούω τις πληροφορίες του Σβερντλόφ για την ουκρανική εκστρατεία. Αποκάλυψα ότι εγώ ο ίδιος ήμουν ο οργανωτής και επικεφαλής πολλών ταγμάτων εθελοντών αγροτών που ηγούνταν του επαναστατικού αγώνα ενάντια στους Γερμανούς και την Κεντρική Ράντα. Τον διαβεβαίωσα ότι οι αγρότες θα μπορούσαν να στρατολογήσουν από τους κόλπους τους έναν ισχυρό στρατό για να πολεμήσουν αυτούς τους εχθρούς, αλλά δεν έβλεπαν καθαρά τον σκοπό του Επαναστατικού Πολέμου. Οι μονάδες των Κοκκινοφρουρών, που πολεμούσαν από τα τεθωρακισμένα τρένα τους, παρέμεναν κοντά στις σιδηροδρομικές γραμμές. Οπισθοχώρησαν με την πρώτη αντεπίθεση χωρίς καν να μπουν στον κόπο να μαζέψουν τους δικούς τους στρατιώτες, εγκαταλείποντας δεκάδες χιλιόμετρα ανεξάρτητα από το αν ο εχθρός προχωρούσε. Αυτές οι μονάδες, παραπονέθηκα, δεν ενέπνεαν εμπιστοσύνη στους αγρότες που, απομονωμένοι στα χωριά τους και χωρίς όπλα, ήταν στο έλεος των δήμιων της Επανάστασης. Στην πραγματικότητα, τα τεθωρακισμένα τρένα της Κόκκινης Φρουράς δεν μπήκαν ποτέ καν στον κόπο να στείλουν αποσπάσματα στα χωριά που βρίσκονταν κοντά στους σιδηροδρόμους. Δεν έδωσαν όπλα στους αγρότες ούτε τους ενθάρρυναν να εξεγερθούν ενάντια στους εχθρούς της Επανάστασης, να συμμετάσχουν οι ίδιοι στον αγώνα.
Ο Σβερντλόφ άκουγε με προσοχή, αναφωνώντας κατά διαστήματα: «Είναι δυνατόν;». Ανέφερα διάφορες μονάδες της Κόκκινης Φρουράς που ανήκαν στις ομάδες του Μπογκντάνοφ, του Σβίρσκι, του Σάμπλιν και άλλων. Έγινα πιο ψύχραιμος και επεσήμανα ότι οι Κοκκινοφρουροί δεν μπορούσαν να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη στις αγροτικές μάζες όσο επικεντρώνονταν στην υπεράσπιση των σιδηροδρόμων με τη βοήθεια τεθωρακισμένων τρένων που τους επέτρεπαν να περνούν γρήγορα στην επίθεση αλλά συχνότερα να υποχωρούν. Ωστόσο, αυτές οι μάζες έβλεπαν στην Επανάσταση το μέσο για να απαλλαγούν από τους καταπιεστές τους – όχι μόνο τους μεγάλους γαιοκτήμονες και τους πλούσιους κουλάκους, αλλά και τους λακέδες τους, τους κρατικούς αξιωματούχους με την πολιτική και διοικητική τους εξουσία. Έτσι, οι αγρότες ήταν έτοιμοι να κρατήσουν τις κατακτήσεις τους ενάντια στις σφαγές και τη μαζική καταστροφή των Πρώσων Γιούνκερ καθώς και των δυνάμεων του Αταμάνου.
«Ναι», είπε ο Σβερντλόφ. «Νομίζω ότι έχετε δίκιο για την Κόκκινη Φρουρά... αλλά τώρα την έχουμε αναδιοργανώσει σε Κόκκινο Στρατό, ο οποίος αυτή τη στιγμή συγκροτεί τις δυνάμεις του. Αν οι αγρότες του Νότου διαθέτουν επαναστατικό πνεύμα όπως το περιγράφετε, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα οι Γερμανοί να εξοντωθούν και ο Αταμάνος να φάει σκόνη σε σύντομο χρονικό διάστημα. Τότε η Σοβιετική Εξουσία θα θριαμβεύσει και στην Ουκρανία».
«Αυτό θα εξαρτηθεί από την οργάνωση ενός παράνομου κινήματος στην Ουκρανία. Προσωπικά θεωρώ ότι αυτό το κίνημα είναι πιο αναγκαίο από ποτέ. Εφόσον πάρει μαχητική μορφή, θα υποκινήσει τις μάζες σε ανοιχτή εξέγερση στις πόλεις και τα χωριά ενάντια στους Γερμανούς και τον Αταμάνο. Χωρίς μια εξέγερση ουσιαστικά επαναστατικού χαρακτήρα στο εσωτερικό της Ουκρανίας, οι Γερμανοί και οι Αυστριακοί δεν θα αναγκαστούν να εκκενώσουν τη χώρα και δεν θα είναι δυνατόν να απειληθούν ο Αταμάνος και οι υποστηρικτές του ή να αναγκαστούν να φύγουν με τους προστάτες τους. Μην ξεχνάτε ότι εξαιτίας της Συνθήκης του Μπρεστ-Λιτόφσκ και πολιτικών παραγόντων που αφορούν ξένες δυνάμεις, τους οποίους η Επανάστασή μας πρέπει να λάβει υπόψη της, μια επίθεση του Κόκκινου Στρατού αυτή τη στιγμή είναι αδιανόητη».
«Σε αυτή την περίπτωση συμμερίζομαι απόλυτα την άποψή σας», είπε. «Αλλά εσείς τι είστε; Κομμουνιστής ή Αριστερός Σοσιαλιστής Επαναστάτης; Το ότι είστε Ουκρανός μπορώ να το καταλάβω από τη γλώσσα που χρησιμοποιείτε, αλλά ως προς το ποιο από τα δύο κόμματα ανήκετε, αυτό δεν μπορώ να το προσδιορίσω».
Η ερώτηση αυτή, ενώ δεν αποτέλεσε έκπληξη (ο γραμματέας της ΕΚΕ την είχε ήδη θέσει), με έφερε σε δύσκολη θέση. Τι έπρεπε να κάνω; Να πω ειλικρινά στον Σβερντλόφ ότι ήμουν αναρχικός-κομμουνιστής, σύντροφος και φίλος εκείνων που το κόμμα του και το κρατικό του σύστημα είχαν συντρίψει δύο μήνες νωρίτερα στη Μόσχα και σε άλλες πόλεις, ή να κρυφτώ κάτω από άλλη σημαία;
Ήμουν σε αμηχανία και ο Σβερντλόφ το κατάλαβε. Δεν ήθελα να αποκαλύψω την αντίληψή μου για την κοινωνική επανάσταση και την πολιτική μου στάση στη μέση της συνομιλίας μας. Το να υποκριθώ ήταν εξίσου απαράδεκτο. Γι’ αυτό, αφού σκέφτηκα για αρκετά δευτερόλεπτα, είπα στον Σβερντλόφ:
«Γιατί ενδιαφέρεστε τόσο πολύ για την πολιτική μου τοποθέτηση; Τα χαρτιά μου σας δείχνουν ποιος είμαι, από πού κατάγομαι και το ρόλο που έχω παίξει σε μια συγκεκριμένη περιοχή, οργανώνοντας τους εργάτες της πόλης και του χωριού, καθώς και ομάδες παρτιζάνων και τάγματα εθελοντών για να πολεμήσουν ενάντια στην αντεπανάσταση που μαίνεται στην Ουκρανία. Αυτό δεν είναι αρκετό για εσάς;»
Ο σύντροφος Σβερντλόφ ζήτησε συγγνώμη και μου ζήτησε να μην αμφισβητήσω την εντιμότητά του ως επαναστάτη και να μην υποπτευθώ ότι έχασε την εμπιστοσύνη του σε μένα. Οι δικαιολογίες του έμοιαζαν τόσο ειλικρινείς που ένιωσα άσχημα και, χωρίς περαιτέρω δισταγμό, δήλωσα ότι ήμουν αναρχικός-κομμουνιστής των απόψεων του Μπακούνιν και του Κροπότκιν.
«Τι είδους αναρχικός-κομμουνιστής είστε, σύντροφε, αφού υποστηρίζετε την οργάνωση των εργατικών μαζών και την καθοδήγησή τους στον αγώνα ενάντια στην καπιταλιστική εξουσία;» ρώτησε ο Σβερντλόφ, με ένα αφοπλιστικό χαμόγελο.
Προς έκπληξή του, απάντησα στον πρόεδρο της ΕΚΕ:
«Ο αναρχισμός είναι μια ιδεολογία που είναι πολύ ρεαλιστική ώστε να μπορεί να κατανοήσει τον σύγχρονο κόσμο και τα πραγματικά γεγονότα. Ο ρόλος που αναλαμβάνουν οι οπαδοί του σε αυτά τα γεγονότα βασίζεται σε μια σαφή κατανόηση του στόχου που πρέπει να επιτευχθεί και των μέσων που πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την επίτευξή του...».
«Δεν έχω αντίρρηση σ’ αυτό, αλλά δεν μοιάζετε στο ελάχιστο με αυτούς τους αναρχικούς της Μόσχας που εγκαταστάθηκαν στην οδό Μαλάια Ντιμιτρόφκα», μου είπε ο Σβερντλόφ και θέλησε να επεκταθεί στο θέμα αυτό, αλλά τον διέκοψα:
«Η συντριβή των αναρχικών της Μαλάια Ντιμιτρόφκα από το κόμμα σας είναι μια τραγωδία που δεν πρέπει να επαναληφθεί στο μέλλον για το συμφέρον της επανάστασης…»
Ο Σβερντλόφ μουρμούρισε κάτι μέσα στα γένια του και, σηκώθηκε από την καρέκλα του, με πλησίασε, έβαλε τα χέρια του στους ώμους μου και είπε:
«Βλέπω ότι είστε πολύ καλά ενημερωμένος για το τι έχει συμβεί μετά την υποχώρησή μας από την Ουκρανία και κυρίως για τα πραγματικά αισθήματα των αγροτών. Ο Ίλιτς, ο σύντροφός μας Λένιν, θα ήταν σίγουρα ευτυχής να σας ακούσει. Θα θέλατε να του τηλεφωνήσω;»
Του απάντησα ότι δεν υπήρχαν πολλά που θα μπορούσα να προσθέσω για χάρη του συντρόφου Λένιν, αλλά ο Σβερντλόφ ήταν ήδη στο τηλέφωνο, ενημερώνοντας τον Λένιν ότι είχε κοντά του έναν σύντροφο που κατείχε πολύ σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τους αγρότες της Νότιας Ρωσίας και τη στάση τους απέναντι στις γερμανικές δυνάμεις κατοχής. Και αμέσως ρώτησε τον Λένιν πότε θα μπορούσε να με δει.
Λίγο αργότερα, ο Σβερντλόφ έκλεισε το τηλέφωνο και έβγαλε ένα πάσο που μου επέτρεπε να επιστρέψω την επόμενη μέρα. Μου το παρέδωσε και μου είπε:
«Αύριο, στη μία το μεσημέρι, ελάτε αμέσως εδώ. Θα πάμε μαζί στο γραφείο του συντρόφου Λένιν.... Μπορώ να βασίζομαι σε σας;».
«Βασιστείτε σε μένα», απάντησα. «Μπορώ όμως να πάρω ένα έγγραφο από τη γραμματεία της Κεντρικής Επιτροπής που να εξουσιοδοτεί το Σοβιέτ της Μόσχας να μου παραχωρήσει ένα προσωρινό και δωρεάν κατάλυμα; Διαφορετικά θα είμαι αναγκασμένος να κοιμηθώ σε ένα παγκάκι του πάρκου».
«Θα τα κανονίσουμε όλα αύριο», απάντησε ο Σβερντλόφ. Και εγώ, αποχαιρετώντας τον, έφυγα από το παλάτι του Τσάρου προς τις πύλες του Κρεμλίνου, περνώντας και πάλι δίπλα από τον Λετονό φρουρό, τις σειρές με τα διαφορετικού διαμετρήματος βλήματα και κανόνια, ρίχνοντας μια γρήγορη ματιά στο Μεγάλο Κανόνι του Τσάρου. Μέχρι αύριο...
Δεν επέστρεψα στο διαμέρισμα που ανήκε στο Αγροτικό Τμήμα του Συνεδρίου των Σοβιέτ, επικεφαλής του οποίου ήταν ο Μπούρτσεφ, πρώην συγκρατούμενος του συντρόφου Αρσίνοφ. Ο Μπούρτσεφ είχε προσφέρει καταφύγιο σε πολλούς συντρόφους, μεταξύ των οποίων και ο Αρτσίνοφ, οι οποίοι σιγά σιγά του γίνονταν βάρος. Αντί γι’ αυτό πήγα να δω τον επικεφαλής του Κέντρου Συνδικάτων, ο οποίος είχε επίσης εκτίσει ποινή στη φυλακή μαζί με τον Αρσίνοφ. Επειδή όμως δεν τον βρήκα πολύ δεκτικό, πήγα να βρω κάποιον που ήταν γνωστός, όπως τον έλεγαν, ως ο «τρελός», τον αναρχικό Μάσλοφ.
Γνωρίζοντας τον σύντροφο Μάσλοφ από την κοινή μας θητεία στα καταναγκαστικά έργα, του ανακοίνωσα ότι αφού δεν είχα πού να περάσω τη νύχτα, θα έμενα μαζί του.
Ο σύντροφος Μάσλοφ δεν είχε αντίρρηση και έμεινα μαζί του. Πράγματι, ο Μάσλοφ μου έδειξε ιδιαίτερη φιλοξενία παρά τις επικρίσεις μου για τον ιδιότυπο ατομικισμό του, ο οποίος τον εμπόδιζε να δημιουργήσει αδελφικές σχέσεις με τους πρώην συντρόφους του στην οργάνωση των αναρχοκομμουνιστών της Μόσχας.
Η συνέντευξή μου με τον Λένιν
Την επόμενη μέρα, στη μία η ώρα, εμφανίστηκα ξανά στο Κρεμλίνο, όπου βρήκα τον σύντροφο Σβερντλόφ. Με οδήγησε αμέσως στον Λένιν. Ο τελευταίος με καλωσόρισε με φιλικό τρόπο. Με έπιασε από το χέρι και, χτυπώντας με απαλά στον ώμο με το άλλο χέρι, με οδήγησε σε μια πολυθρόνα. Αφού ζήτησε από τον Σβερντλόφ να βολευτεί σε μια άλλη καρέκλα, πήγε στη γραμματέα του και της είπε:
«Σας παρακαλώ, μην μας ενοχλήσετε μέχρι τις δύο η ώρα». Στη συνέχεια κάθισε απέναντί μου και άρχισε να μου κάνει ερωτήσεις.
Η πρώτη του ερώτηση ήταν: «Από ποια περιοχή είσαστε;» Στη συνέχεια: «Πώς κατανόησαν οι αγρότες της περιοχής σας το σύνθημα “Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ στα Χωριά” και ποια ήταν η αντίδραση των εχθρών αυτού του συνθήματος – της Κεντρικής Ράντα ειδικότερα;» Τέλος: «Εξεγέρθηκαν οι αγρότες της περιοχής σας κατά των Αυστρογερμανών εισβολέων; Αν ναι, τι έλειπε για να μετατραπεί η εξέγερση των αγροτών σε γενική εξέγερση σε συνδυασμό με τη δράση των μονάδων της Κόκκινης Φρουράς, οι οποίες υπερασπίστηκαν τις επαναστατικές μας κατακτήσεις με τόσο θάρρος;»
Σε όλες αυτές τις ερωτήσεις έδωσα σύντομες απαντήσεις. Με το δικό του ιδιαίτερο ταλέντο, ο Λένιν προσπάθησε να θέσει τις ερωτήσεις του με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορώ να απαντήσω σημείο προς σημείο. Για παράδειγμα, η ερώτηση: «Πώς αντιλαμβάνονται οι αγρότες της περιοχής σας το σύνθημα “Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ στα Χωριά”;». Ο Λένιν την επανέλαβε τρεις φορές. Έμεινε έκπληκτος με την απάντησή μου:
«Οι αγρότες κατανόησαν αυτό το σύνθημα με τον δικό τους τρόπο. Σύμφωνα με τη δική τους ερμηνεία, κάθε εξουσία, σε όλους τους τομείς της ζωής, πρέπει να ταυτίζεται με τη συνείδηση και τη θέληση του εργαζόμενου λαού. Οι αγρότες καταλαβαίνουν ότι τα σοβιέτ των εργατών και των αγροτών του χωριού, της χώρας και της περιφέρειας δεν είναι ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο από τα μέσα επαναστατικής οργάνωσης και οικονομικής αυτοδιαχείρισης των εργαζομένων στον αγώνα ενάντια στην αστική τάξη και τους λακέδες της, τους Δεξιούς Σοσιαλιστές και την κυβέρνηση συνασπισμού τους».
«Πιστεύετε ότι αυτός ο τρόπος ερμηνείας του συνθήματός μας είναι σωστός;» ρώτησε ο Λένιν.
«Ναι», απάντησα.
«Λοιπόν, τότε, οι αγρότες της περιοχής σας έχουν μολυνθεί από τον αναρχισμό»!
«Είναι αυτό κακό;»
«Δεν εννοούσα αυτό. Αντιθέτως, είμαστε ευχαριστημένοι γιατί αυτό θα σημάνει τη νίκη του κομμουνισμού ενάντια στον καπιταλισμό», απάντησε ο Λένιν και πρόσθεσε: «Αλλά αμφιβάλλω αν αυτό το φαινόμενο είναι κάτι αυθόρμητο∙ είναι αποτέλεσμα της αναρχικής προπαγάνδας και δεν θα διαρκέσει. Τείνω μάλιστα να πιστέψω ότι αυτός ο επαναστατικός ενθουσιασμός, που συντρίβεται από τη νικηφόρα αντεπανάσταση πριν προλάβει να γεννήσει μια οργάνωση, έχει ήδη εξαφανιστεί».
Επισήμανα στον Λένιν ότι ένας πολιτικός ηγέτης δεν πρέπει να είναι απαισιόδοξος ή σκεπτικιστής.
«Επομένως, σύμφωνα με εσάς», διέκοψε ο Σβερντλόφ, «θα πρέπει να ενθαρρύνουμε αυτές τις αναρχικές τάσεις στη ζωή των αγροτικών μαζών;»
«Ω, το κόμμα σας δεν θα τις ενθαρρύνει», απάντησα.
Ο Λένιν άρπαξε την ευκαιρία.
«Και γιατί να τις ενθαρρύνουμε; Για να διασπάσουμε τις επαναστατικές δυνάμεις του προλεταριάτου, να ανοίξουμε το δρόμο για την αντεπανάσταση και να καταλήξουμε να καταστραφούμε μαζί με το προλεταριάτο;»
Δεν μπόρεσα να συγκρατηθώ και εκνευρίστηκα αρκετά. Επισήμανα στον Λένιν ότι ο αναρχισμός και οι αναρχικοί δεν είχαν τίποτα κοινό με την αντεπανάσταση και δεν οδηγούσαν το προλεταριάτο προς αυτή την κατεύθυνση.
«Αυτό είπα στην πραγματικότητα;» με ρώτησε ο Λένιν και πρόσθεσε: «Προσπαθούσα να πω ότι οι αναρχικοί, που στερούνται μαζικών οργανώσεων, δεν είναι σε θέση να οργανώσουν το προλεταριάτο και τους φτωχούς αγρότες. Κατά συνέπεια, δεν είναι σε θέση να τους ξεσηκώσουν για να υπερασπιστούν, με την ευρύτερη έννοια του όρου, αυτό που έχουμε κατακτήσει και που μας είναι τόσο πολύτιμο».
Η συζήτηση στράφηκε στη συνέχεια στις άλλες ερωτήσεις που έθεσε ο Λένιν. Σε μία από αυτές, την ερώτηση για «τις μονάδες της Κόκκινης Φρουράς και το επαναστατικό θάρρος με το οποίο υπερασπίστηκαν τις κοινές μας κατακτήσεις», ο Λένιν με υποχρέωσε να απαντήσω όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένα. Προφανώς η ερώτηση τον ανησυχούσε ή του θύμιζε τι είχαν πετύχει πρόσφατα οι σχηματισμοί της Κόκκινης Φρουράς στην Ουκρανία, επιτυγχάνοντας υποτίθεται τον στόχο που τους είχε θέσει ο Λένιν και το κόμμα του, στο όνομα του οποίου είχαν σταλεί από την Πετρούπολη και άλλες μεγάλες, μακρινές πόλεις της Ρωσίας. Θυμάμαι τη συγκίνηση του Λένιν, τη συγκίνηση ενός ανθρώπου που αγωνιζόταν με πάθος ενάντια σε μια κοινωνική τάξη την οποία μισούσε και ήθελε να καταστρέψει, όταν του είπα:
«Δεδομένου ότι συμμετείχα στον αφοπλισμό πολλών Κοζάκων που υποχωρούσαν από το γερμανικό μέτωπο στα τέλη Δεκεμβρίου 1917 και στις αρχές του 1918, είμαι καλά ενημερωμένος για το “επαναστατικό θάρρος” του Κόκκινου Στρατού και ιδιαίτερα για τους ηγέτες του. Αλλά μου φαίνεται, σύντροφε Λένιν, ότι, βασιζόμενος σε πληροφορίες από δεύτερο και τρίτο χέρι, υπερβάλλετε στις επιδόσεις τους».
«Πώς γίνεται αυτό; Διαφωνείτε;»
«Οι Κοκκινοφρουροί έχουν επιδείξει επαναστατικό πνεύμα και θάρρος, αλλά όχι με τον τρόπο που το περιγράφετε. Ο αγώνας των Κοκκινοφρουρών ενάντια στους Χαϊνταμάκους της Κεντρικής Ράντα και, κυρίως, ενάντια στις γερμανικές δυνάμεις, έχει γνωρίσει στιγμές όπου το επαναστατικό πνεύμα και το θάρρος, καθώς και οι ενέργειες των Κοκκινοφρουρών και των ηγετών τους, αποκαλύφθηκε ότι ήταν πολύ ισχνές. Σίγουρα στις περισσότερες περιπτώσεις αυτό μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι τα αποσπάσματα της Κόκκινης Φρουράς σχηματίστηκαν βιαστικά και λειτούργησαν εναντίον του εχθρού με τρόπο εντελώς διαφορετικό από τα στρατεύματα των παρτιζάνων ή τις τακτικές μονάδες. Πρέπει να ξέρετε ότι οι Κοκκινοφρουροί, ανεξάρτητα από τον αριθμό τους, συνέχισαν την επίθεση κατά του εχθρού κινούμενοι κατά μήκος των σιδηροδρόμων. Αλλά η περιοχή δέκα ή δεκαπέντε μίλια από τις σιδηροδρομικές γραμμές δεν είχε καταληφθεί∙ οι υπερασπιστές της επανάστασης ή της αντεπανάστασης μπορούσαν να πηγαινοέρχονται εκεί ελεύθερα. Για το λόγο αυτό, οι αιφνιδιαστικές επιθέσεις πέτυχαν σχεδόν αναπόφευκτα. Μόνο κοντά στις πόλεις και τις κωμοπόλεις πάνω στο σιδηρόδρομο οι Κοκκινοφρουροί οργάνωναν ένα μέτωπο από το οποίο εξαπέλυαν τις επιθέσεις τους. Αλλά οι πίσω περιοχές και η περιοχή γύρω από τους σιδηροδρομικούς κόμβους παρέμειναν χωρίς υπερασπιστές. Η επιθετική ώθηση της επανάστασης κατέρρευσε μπροστά στην αντεπίθεση. Οι μονάδες της Κόκκινης Φρουράς μόλις είχαν ολοκληρώσει τη διανομή των προκηρύξεών τους σε μια συγκεκριμένη περιοχή, όταν οι δυνάμεις της αντεπανάστασης πέρασαν στην αντεπίθεση και τις ανάγκασαν να υποχωρήσουν με τα τεθωρακισμένα τρένα τους. Στην πραγματικότητα ο κόσμος στα χωριά δεν είδε καν τους Κοκκινοφρουρούς και επομένως δεν μπορούσε να τους υποστηρίξει».
«Τι κάνουν οι επαναστάτες προπαγανδιστές στα χωριά;» ρώτησε ο Λένιν. «Δεν προετοιμάζουν το προλεταριάτο της υπαίθρου για να προσφέρει νέα στρατεύματα για τους Κοκκινοφρουρούς που περνούν κοντά από τις γειτονιές τους, ή για να σχηματίσουν ολόκληρα νέα σώματα Κοκκινοφρουρών που θα πάρουν επιθετικές θέσεις ενάντια στην αντεπανάσταση;»
«Μην υπερβάλλετε. Οι επαναστάτες προπαγανδιστές είναι πολύ λίγοι στα χωριά και δεν μπορούν να κάνουν πολλά. Αλλά κάθε μέρα εκατοντάδες προπαγανδιστές και μυστικοί υποστηρικτές της αντεπανάστασης εμφανίζονται στα χωριά. Σε πολλές περιοχές, είναι υπερβολικό να περιμένουμε από τους επαναστάτες προπαγανδιστές να δημιουργήσουν νέες δυνάμεις και να τις οργανώσουν ενάντια στην αντεπανάσταση. Οι καιροί αυτοί απαιτούν αποφασιστικές δράσεις από όλους τους επαναστάτες σε όλους τους τομείς της ζωής και του εργατικού αγώνα. Το να μην το λαμβάνουμε αυτό υπόψη, ειδικά στην Ουκρανία, επιτρέπει στους αντεπαναστάτες που στηρίζουν τον Αταμάνο να αναπτύξουν και να εδραιώσουν την εξουσία τους».
Ο Σβερντλόφ κοιτούσε άλλοτε εμένα και άλλοτε τον Λένιν. Όσον αφορά τον τελευταίο, έπλεξε τα χέρια του, έγειρε το κεφάλι του και χάθηκε στις σκέψεις του. Στη συνέχεια, ανασηκώθηκε και είπε:
«Όλα όσα μου είπατε μόλις τώρα είναι αρκετά λυπηρά».
Απευθυνόμενος στον Σβερντλόφ, πρόσθεσε:
«Με την αναδιοργάνωση της Κόκκινης Φρουράς σε Κόκκινο Στρατό ακολουθούμε το σωστό δρόμο για τη νίκη του προλεταριάτου ενάντια στην αστική τάξη».
«Ναι, ναι», απάντησε με ενθουσιασμό ο Σβερντλόφ.
Στη συνέχεια, ο Λένιν μου είπε:
«Τι δουλειά σκοπεύετε να φέρετε σε πέρας στη Μόσχα;»
Του απάντησα ότι δεν επρόκειτο να μείνω για πολύ. Σύμφωνα με την απόφαση της διάσκεψης των παρτιζάνικων ομάδων που πραγματοποιήθηκε στο Ταγκανρόγκ, θα επέστρεφα στην Ουκρανία στις αρχές Ιουλίου.
«Παράνομα;» ρώτησε ο Λένιν.
«Ναι», απάντησα.
Απευθυνόμενος στον Σβερντλόφ, ο Λένιν έκανε το εξής σχόλιο:
«Οι αναρχικοί είναι πάντα γεμάτοι αυταπάρνηση, είναι έτοιμοι για κάθε θυσία. Αλλά είναι τυφλοί φανατικοί, αγνοούν το παρόν και σκέφτονται μόνο το μακρινό μέλλον». Δείχνοντας ότι αυτό δεν απευθυνόταν σε μένα, πρόσθεσε: «Εσείς, σύντροφε, νομίζω ότι έχετε μια ρεαλιστική στάση απέναντι στα προβλήματα της εποχής μας. Αν μόνο το ένα τρίτο των αναρχικών στη Ρωσία ήταν σαν εσάς, εμείς οι κομμουνιστές θα ήμασταν έτοιμοι να συνεργαστούμε μαζί τους υπό ορισμένες προϋποθέσεις με σκοπό την ελεύθερη οργάνωση των παραγωγών».
Εκείνη τη στιγμή ένιωσα να ανεβαίνει μέσα μου ένα βαθύ αίσθημα σεβασμού για τον Λένιν, παρά την πρόσφατη πεποίθησή μου ότι ήταν υπεύθυνος για τον αφανισμό της αναρχικής οργάνωσης στη Μόσχα, κάτι που αποτέλεσε το σήμα για την καταστροφή παρόμοιων οργανώσεων σε πολλές άλλες πόλεις. Και στη συνείδησή μου ντρεπόμουν για τον εαυτό μου. Αναζητώντας την απάντηση που έπρεπε να δώσω στον Λένιν, του είπα ευθέως:
«Η Επανάσταση και οι κατακτήσεις της είναι πολύτιμες για τους αναρχικοκομμουνιστές∙ από αυτή την άποψη είναι σαν όλους τους άλλους αληθινούς επαναστάτες».
«Ω, μη το λέτε αυτό», ανταπάντησε γελώντας ο Λένιν. «Γνωρίζουμε τους αναρχικούς τόσο καλά όσο και εσείς. Ως επί το πλείστον δεν έχουν ιδέα για το παρόν, ή τουλάχιστον ασχολούνται πολύ λίγο με αυτό. Αλλά το παρόν είναι τόσο σοβαρό που για τους επαναστάτες είναι κάτι παραπάνω από ντροπή να μην το σκέφτονται ή να μην παίρνουν θέση με θετικό τρόπο σε σχέση με αυτό. Οι περισσότεροι αναρχικοί σκέφτονται και γράφουν για το μέλλον χωρίς να κατανοούν το παρόν. Αυτό είναι που μας χωρίζει εμάς, τους κομμουνιστές, από εσάς».
Με αυτά τα λόγια ο Λένιν σηκώθηκε από την καρέκλα του και άρχισε να βηματίζει μπρος-πίσω.
«Ναι, ναι, οι αναρχικοί είναι δυνατοί στις ιδέες για το μέλλον – στο παρόν δεν πατούν με τα πόδια στο έδαφος. Η στάση τους είναι αξιοθρήνητη και επειδή ο φανατισμός τους στερείται περιεχομένου, δεν έχουν πραγματικούς δεσμούς με αυτό το μέλλον που ονειρεύονται».
Ο Σβερντλόφ είχε ένα κακόβουλο χαμόγελο και, γυρνώντας προς το μέρος μου, είπε:
«Δεν μπορείτε να αμφισβητήσετε ότι τα σχόλια του Βλαντιμίρ Ίλιτς είναι σωστά».
Ο Λένιν έσπευσε να προσθέσει:
«Αναγνωρίζουν ποτέ οι αναρχικοί την έλλειψη ρεαλισμού τους στη σημερινή ζωή; Γιατί, ούτε καν το σκέφτονται».
Απαντώντας σε αυτό, είπα στον Λένιν και στον Σβερντλόφ ότι ήμουν ένας ημιμαθής χωρικός και δεν μπορούσα να αμφισβητήσω με τον κατάλληλο τρόπο την τεκμηριωμένη άποψη που είχε εκφράσει ο Λένιν για τους αναρχικούς.
«Αλλά πρέπει να σας πω, σύντροφε Λένιν, ότι ο ισχυρισμός σας ότι οι αναρχικοί δεν κατανοούν ρεαλιστικά το “παρόν”, ότι δεν έχουν πραγματική σχέση με αυτό κ.ο.κ., είναι θεμελιωδώς λανθασμένος. Οι αναρχικοί-κομμουνιστές στην Ουκρανία (ή στο “Νότο της Ρωσίας” για εσάς τους κομμουνιστές-μπολσεβίκους που προσπαθείτε να αποφύγετε τη λέξη Ουκρανία), οι αναρχικοί-κομμουνιστές, λέω εγώ, έχουν ήδη δώσει πολλές αποδείξεις ότι είναι σταθερά ριζωμένοι στο “παρόν”. Ολόκληρος ο αγώνας της επαναστατικής ουκρανικής υπαίθρου ενάντια στην Κεντρική Ράντα διεξήχθη υπό την ιδεολογική καθοδήγηση των αναρχοκομμουνιστών και επίσης εν μέρει από τους Σοσιαλιστές Επαναστάτες (οι οποίοι, φυσικά, έχουν εντελώς διαφορετικούς στόχους από τους αναρχοκομμουνιστές στον αγώνα τους ενάντια στην Κεντρική Ράντα). Οι Μπολσεβίκοι σας έχουν ελάχιστη παρουσία στα χωριά μας. Όπου έχουν διεισδύσει, η επιρροή τους είναι ελάχιστη. Σχεδόν όλες οι κομμούνες ή οι αγροτικές ενώσεις στην Ουκρανία δημιουργήθηκαν με την υποκίνηση των αναρχοκομμουνιστών. Ο ένοπλος αγώνας του εργαζόμενου λαού ενάντια στην αντεπανάσταση γενικά και την αυστρογερμανική εισβολή ειδικότερα έχει αναληφθεί αποκλειστικά με την ιδεολογική και οργανική καθοδήγηση των αναρχοκομμουνιστών. Σίγουρα δεν είναι προς το συμφέρον του κόμματός σας να μας αναγνωρίσετε όλα αυτά, αλλά αυτά είναι τα γεγονότα και δεν μπορείτε να τα αμφισβητήσετε. Γνωρίζετε πολύ καλά, υποθέτω, την πραγματική δύναμη και την ικανότητα μάχης των ελεύθερων, επαναστατικών δυνάμεων της Ουκρανίας. Δεν είναι τυχαίο ότι έχετε επικαλεστεί το θάρρος με το οποίο υπερασπίστηκαν ηρωικά τις κοινές επαναστατικές κατακτήσεις. Ανάμεσά τους, τουλάχιστον οι μισοί έχουν πολεμήσει κάτω από την αναρχική σημαία –ο Μοκρούσοφ, η Μαρία Νικιφόροβα, ο Τσεντερέντνιακ, ο Γκάριν, ο Λούνεφ και πολλοί άλλοι διοικητές στρατευμάτων πιστών στην Επανάσταση, τους οποίους θα χρειαζόταν πολύς χρόνος για να αναφέρουμε– όλοι αυτοί είναι αναρχοκομμουνιστές. Θα μπορούσα να μιλήσω για την ομάδα στην οποία ανήκω ο ίδιος και για όλες τις άλλες ομάδες παρτιζάνων και τα “τάγματα εθελοντών” για την υπεράσπιση της Επανάστασης που συγκροτήσαμε και που ήταν απαραίτητα για τη διοίκηση της Κόκκινης Φρουράς. Όλα αυτά δείχνουν πόσο λάθος κάνετε, σύντροφε Λένιν, όταν ισχυρίζεστε ότι εμείς, οι αναρχοκομμουνιστές, δεν πατάμε με τα πόδια στο έδαφος, ότι η στάση μας απέναντι στο “παρόν” είναι οικτρή και ότι μας αρέσει πολύ να ονειρευόμαστε το μέλλον. Αυτά που σας είπα κατά τη διάρκεια αυτής της συζήτησης δεν μπορούν να αμφισβητηθούν γιατί είναι η αλήθεια. Ο απολογισμός που σας έκανα έρχεται σε αντίθεση με τα συμπεράσματα που εκφράσατε για εμάς. Ο καθένας μπορεί να δει ότι είμαστε σταθερά ριζωμένοι στο “παρόν”, ότι εργαζόμαστε και αναζητούμε τα μέσα για να φέρουμε το μέλλον που επιθυμούμε και ότι στην πραγματικότητα ασχολούμαστε πολύ σοβαρά με αυτό το πρόβλημα».
Εκείνη τη στιγμή κοίταξα τον Σβερντλόφ. Εκείνος κοκκίνισε αλλά συνέχισε να χαμογελάει. Όσο για τον Λένιν, ανοίγοντας τα χέρια του, είπε: «Ίσως κάνω λάθος».
«Ναι, ναι, σε αυτή την περίπτωση, σύντροφε Λένιν, ήσασταν υπερβολικά σκληρός μαζί μας, τους αναρχοκομμουνιστές, απλά, πιστεύω, επειδή δεν είστε καλά ενημερωμένος για την πραγματική κατάσταση στην Ουκρανία και το ρόλο που παίζουμε εκεί».
«Ίσως, δεν το αμφισβητώ. Αλλά ούτως ή άλλως τα λάθη είναι αναπόφευκτα, ειδικά στην παρούσα κατάσταση», απάντησε ο Λένιν.
Αντιλαμβανόμενος ότι είχα εκνευριστεί λίγο, έκανε ό,τι μπορούσε για να με καθησυχάσει με πατρικό τρόπο, στρέφοντας πολύ επιδέξια τη συζήτηση σε άλλο θέμα. Όμως ο κακός μου χαρακτήρας, αν μπορώ να τον αποκαλέσω έτσι, δεν μου επέτρεπε να ενδιαφερθώ για περαιτέρω συζήτηση, παρ’ όλο τον σεβασμό που μου ενέπνεε ο Λένιν. Ένιωσα προσβεβλημένος. Παρόλο που ήξερα ότι μπροστά μου βρισκόταν ένας άνθρωπος με τον οποίο υπήρχαν πολλά άλλα θέματα για να συζητήσω και από τον οποίο είχα πολλά να μάθω, η ψυχική μου κατάσταση είχε αλλάξει. Οι απαντήσεις μου δεν ήταν πλέον τόσο λεπτομερείς∙ κάτι μέσα μου έσπασε και βίωσα ένα αίσθημα απέχθειας.
Ο Λένιν δυσκολεύτηκε να αντιμετωπίσει αυτή την αλλαγή στη στάση μου. Προσπάθησε να εκτονώσει το θυμό μου μιλώντας για άλλα πράγματα. Παρατηρώντας ότι ανακτούσα την προηγούμενη διάθεσή μου ως αποτέλεσμα της ευγλωττίας του, με ρώτησε ξαφνικά: «Δηλαδή σκοπεύετε να επιστρέψετε κρυφά στην Ουκρανία;»
«Ναι», απάντησα.
«Μπορώ να σας προσφέρω τη βοήθειά μου;»
«Ευχαρίστως», είπα.
Γυρνώντας προς τον Σβερντλόφ, ο Λένιν ρώτησε: «Ποιος είναι επί του παρόντος υπεύθυνος για την αποστολή των πρακτόρων μας στο Νότο;».
«Ο σύντροφος Καρπένκο ή ο σύντροφος Ζατόνσκι», απάντησε ο Σβερντλόφ. «Θα πρέπει να το ελέγξω».
Ενώ ο Σβερντλόφ τηλεφωνούσε για να μάθει ποιος ήταν υπεύθυνος για την αποστολή μυστικών πρακτόρων στην Ουκρανία, ο Λένιν προσπάθησε να με πείσει ότι η θέση του Κομμουνιστικού Κόμματος όσον αφορά τους αναρχικούς δεν ήταν τόσο εχθρική όσο φαινόταν να νομίζω.
«Αν αναγκαστήκαμε», είπε ο Λένιν, «να πάρουμε δυναμικά μέτρα για να εκδιώξουμε τους αναρχικούς από το συγκεκριμένο κτίριο που κατείχαν στη Μαλάια Ντιμιτρόφσκα, στο οποίο φιλοξενούσαν ληστές από εδώ ή από αλλού, η ευθύνη δεν πέφτει σε μας αλλά στους αναρχικούς που εγκαταστάθηκαν εκεί. Πρέπει να καταλάβετε ότι τους δόθηκε η άδεια να καταλάβουν ένα άλλο κτίριο όχι μακριά από τη Μαλάια Ντιμιτρόφσκα και είναι ελεύθεροι να συνεχίσουν το έργο τους με τον δικό τους τρόπο».
«Έχετε κανένα στοιχείο», ρώτησα τον Λένιν, «που να αποδεικνύει ότι οι αναρχικοί της Μαλάια Ντιμιτρόφσκα φιλοξενούσαν ληστές;»
«Ναι, η Έκτακτη Επιτροπή [Τσεκά] τα συγκέντρωσε και τα επαλήθευσε. Διαφορετικά, το κόμμα μας δεν θα είχε εγκρίνει τα μέτρα που ελήφθησαν», απάντησε ο Λένιν.
Εν τω μεταξύ, ο Σβερντλόφ είχε καθίσει ξανά μαζί μας και μας ανακοίνωσε ότι ο σύντροφος Καρπένκο ήταν υπεύθυνος για τη μετάβαση μυστικών πρακτόρων, αλλά και ότι ο σύντροφος Ζατόνσκι ήταν επίσης καλά ενημερωμένος σε αυτό το θέμα.
Ο Λένιν αναφώνησε αμέσως: «Λοιπόν, σύντροφε, πηγαίνετε αύριο το απόγευμα ή όποτε θέλετε στον σύντροφο Καρπένκο και ζητήστε του οτιδήποτε χρειάζεστε για να μπείτε κρυφά στην Ουκρανία. Αυτός θα σας υποδείξει τη διαδρομή που πρέπει να ακολουθήσετε για να περάσετε τα σύνορα».
«Ποια σύνορα;» Ρώτησα.
«Δεν είστε ενημερωμένος; Έχει δημιουργηθεί ένα σύνορο μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας. Το φυλάνε γερμανικά στρατεύματα», είπε ο Λένιν εκνευρισμένος.
«Κι όμως, θεωρείτε την Ουκρανία ως “τον Νότο της Ρωσίας”», απάντησα.
«Άλλο πράγμα είναι να θεωρείς, σύντροφε, και άλλο να βλέπεις τα πράγματα όπως είναι», ανταπάντησε ο Λένιν.
Πριν προλάβω να απαντήσω, πρόσθεσε:
«Πείτε στον σύντροφο Καρπένκο ότι σας έστειλα εγώ. Αν δεν το πιστεύει, δεν έχει παρά να μου τηλεφωνήσει. Ορίστε η διεύθυνση όπου μπορείτε να τον βρείτε».
Τότε σηκωθήκαμε όλοι όρθιοι, δώσαμε τα χέρια, και αφού ανταλλάξαμε ευχαριστίες, εμφανώς εγκάρδιες, έφυγα από το γραφείο του Λένιν, ξεχνώντας μάλιστα να υπενθυμίσω στον Σβερντλόφ να διατάξει τη γραμματέα του να κάνει την απαραίτητη σημείωση στα έγγραφά μου, η οποία θα μου έδινε το δικαίωμα να πάρω δωρεάν δωμάτιο από το Σοβιέτ της Μόσχας.
Βρέθηκα γρήγορα στην πύλη του Κρεμλίνου και ξεκίνησα αμέσως να δω τον σύντροφο Μπούρτσεφ.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Nestor Makhno, “My Visit To The Kremlin”, Black Cat Press, 1979. Kate Sharpley Library, 1993. Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/reference/archive/makhno-nestor/works/1930/my-visit-to-the-kremlin.html.
Нестор Махно, Воспоминания, τόμος ΙΙ («Глава XVII. Кремль, Свердлов и моя беседа с ним» και «Глава XVIII. Моя встреча и разговор с Лениным»). http://history.org.ua/LiberUA/MNVosp_2/MNVosp_2.pdf