Κυριακή, 01 Δεκεμβρίου 2024 20:50

Ο λαός της Σρι Λάνκα έδιωξε την παλιά πολιτική τάξη

 

 

Balasingham Skanthakumar

 

Ο λαός της Σρι Λάνκα έδιωξε την παλιά πολιτική τάξη

 

 

Η συμμαχία της Εθνικής Λαϊκής Δύναμης (NPP / National People’s Power) κέρδισε μια σαρωτική νίκη στις γενικές εκλογές της Σρι Λάνκα στις 14 Νοεμβρίου, σχεδόν δύο μήνες μετά την επικράτηση του υποψηφίου της NPP Ανούρα Κουμάρα Ντισαναγιάκε, γνωστού ως AKD, στις προεδρικές εκλογές. Το NPP πήρε σχεδόν το 62% των ψήφων και κέρδισε 159 έδρες από τις 225, διαψεύδοντας τις προβλέψεις των αναλυτών ότι θα υπήρχε ένα κοινοβούλιο χωρίς πλειοψηφία ή το πολύ μια οριακή πλειοψηφία του NPP.

Στις προηγούμενες εκλογές, πριν από τέσσερα χρόνια, η συμμαχία κέρδισε μόλις τρεις έδρες με ποσοστό μικρότερο του 4% των ψήφων. Ακόμη και σε μια εποχή έντονης πολιτικής αστάθειας σε όλο τον κόσμο, μπορεί να υπάρχουν ελάχιστα ή και κανένα προηγούμενο για μια τόσο θεαματική ανατροπή. Τι θα κάνει (ή τι θα επιχειρήσει να κάνει) η νέα κυβέρνηση με αυτή την εντυπωσιακή εντολή;

Το NPP είναι ένα διαταξικό εκλογικό μέτωπο που ξεκίνησε πριν από πέντε χρόνια από το Janatha Vimukthi Peramuna (JVP, Μέτωπο Λαϊκής Απελευθέρωσης). Ενώ το JVP ξεκίνησε τη ζωή του ως επαναστατικό μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα και εξακολουθεί επισήμως να ασπάζεται αυτή την ιδεολογία, το NPP έχει τοποθετηθεί στην κεντροαριστερά. Οι προτεραιότητες της επερχόμενης κυβέρνησης, σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα του JVP Τίλβιν Σίλβα, είναι «η ανάπτυξη της χώρας, η εξάλειψη της διαφθοράς και η ενίσχυση της δημοκρατίας με λογοδοσία»[1].

 

Απόρριψη της παλιάς φρουράς

Η συμμετοχή στις εκλογές της περασμένης εβδομάδας ήταν σχεδόν 69%, δηλαδή 11,8 εκατομμύρια ψηφοφόροι της Σρι Λάνκα, δέκα ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερη από τις προεδρικές εκλογές της 21ης Σεπτεμβρίου[2]. Οι παρατηρητές αποδίδουν το χαμηλότερο ποσοστό συμμετοχής σε διάφορους παράγοντες, από την κόπωση των ψηφοφόρων έως την αποθάρρυνση των υποστηρικτών των κομμάτων και των πολιτικών της παλιάς φρουράς.

Ο AKD και η κυβέρνησή του απολαμβάνουν τώρα υπερπλειοψηφία διαθέτοντας πάνω από τα δύο τρίτα των κοινοβουλευτικών εδρών. Αυτό δημιουργεί μια αξιοσημείωτη αντίθεση με την πρόσφατη εμπειρία στη Λατινική Αμερική, όπου νικητές αριστεροί προεδρικοί υποψήφιοι, όπως ο Γκαμπριέλ Μπόριτς της Χιλής και ο Γκουστάβο Πέτρο της Κολομβίας, κυβερνούν χωρίς πλειοψηφίες που να τους στηρίζουν στο κοινοβούλιο.

 

Screenshot 2024 11 22 at 2.35.11 PM

Οι βουλευτικές εκλογές του 2024 σε σύγκριση με το 2020 (μόνο τα πέντε πρώτα κόμματα)

 

Υπήρξαν πρώιμες ενδείξεις για τη νίκη του NPP. Πριν από τη διεξαγωγή των εκλογών, δεκάδες παραδοσιακοί πολιτικοί, προβλέποντας μια ντροπιαστική ήττα, ανακοίνωσαν ότι «κάνουν ένα διάλειμμα» ή ακόμη και ότι αποσύρονται εντελώς από την πολιτική. Οι ψηφοφόροι απέρριψαν σχεδόν όλους εκείνους που είχαν ακόμη το θάρρος να συμμετάσχουν στις εκλογές.

Περίπου δύο στα τρία μέλη του νέου κοινοβουλίου είναι νεοεισερχόμενοι. Με εξαίρεση λίγους ανυποχώρητους, το νομοθετικό σώμα έχει πλέον εκκαθαριστεί από όσους είχαν ενεργό συμμετοχή στην εθνική πολιτική επί δεκαετίες, όπως απαίτησε η λαϊκή εξέγερση του 2022.[3] Μεταξύ των νεοεισερχόμενων μελών του NPP είναι ένας ακτιβιστής για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, ο οποίος είναι επίσης ο πρώτος βουλευτής με προβλήματα όρασης στην κοινοβουλευτική ιστορία της Σρι Λάνκα.

Άλλες μορφές αλλαγής έρχονται πιο αργά. Οι γυναίκες αποτελούν την πλειοψηφία (52%) του πληθυσμού της Σρι Λάνκα. Η χώρα εξέλεξε την πρώτη γυναίκα επικεφαλής της κυβέρνησης στον κόσμο το 1960 και οι δείκτες ανθρώπινης ανάπτυξης για τις γυναίκες είναι οι καλύτεροι στη Νότια Ασία, αλλά η πολιτική της Σρι Λάνκα έχει ένα απαράδεκτο ιστορικό όσον αφορά την εκπροσώπηση των γυναικών. Μόνο το 10% όσων συμμετέχουν στο νέο κοινοβούλιο είναι γυναίκες (είκοσι δύο, που εξακολουθεί να είναι μια αύξηση από δεκατρείς το 2020). Οι περισσότερες προέρχονται από το NPP, το οποίο κινητοποιήθηκε δραστήρια μεταξύ των γυναικών και κατέβασε τον υψηλότερο αριθμό γυναικών ως υποψηφίων[4].

Από το σύνολο των γυναικών εκπροσώπων του NPP ξεχωρίζουν τρεις Ταμίλ της Χώρας των Λόφων (Μαλαϊγιάχα). Είναι οι πρώτες γυναίκες που εισέρχονται στο κοινοβούλιο, απόγονοι εργατών φυτειών, μιας δομικά περιθωριοποιημένης εθνοτικής μειονότητας στη Σρι Λάνκα εδώ και σχεδόν διακόσια χρόνια. Μαζί τους θα είναι τρεις άνδρες συνδικαλιστές του NPP από την ίδια κοινότητα.

Τι γίνεται με την υπόλοιπη κοινοβουλευτική ομάδα του NPP; Μια πιο προσεκτική ματιά θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τους ισχυρισμούς σχετικά με τον πολιτικό χαρακτήρα και την ιδεολογία της συμμαχίας, που διατυπώνονται από συμμάχους και αντιπάλους τόσο από την Αριστερά όσο και από τη Δεξιά.

Ως η κυρίαρχη δύναμη εντός του NPP, το συγκεντρωτικό JVP που βασίζεται σε στελέχη, όπως ήταν αναμενόμενο, εξασφάλισε έδρες και τους περισσότερους σταυρούς προτίμησης –το ψηφοδέλτιο επιτρέπει μέχρι και τρεις ψήφους με σειρά προτίμησης για τους υποψηφίους της λίστας του κόμματος– για όλους τους περιφερειακούς ηγέτες του. Πρόκειται για πολιτικούς ακτιβιστές πλήρους απασχόλησης, αναγνωρίσιμους στο κοινό, ορισμένοι από τους οποίους έχουν εκλεγεί στο παρελθόν σε περιφερειακές κυβερνητικές θέσεις. Προέρχονται γενικά από τις καλύτερα μορφωμένες μεσαίες τάξεις, που ασχολούνται με τη γεωργία, την αυτοαπασχόληση ή τις κατώτερες κυβερνητικές θέσεις εργασίας.

Η μεγαλύτερη επαγγελματική ομάδα μεταξύ των υποψηφίων του NPP αποτελούνταν από εκπαιδευτικούς και διευθυντές δημόσιων σχολείων. Όπως συνηθίζεται στην πολιτική της Σρι Λάνκα, υπήρχε πληθώρα δικηγόρων∙ λιγότερο συνηθισμένος είναι ο μεγάλος αριθμός γυναικών μεταξύ τους. Αμέσως μετά σε αριθμητικό επίπεδο ακολουθούσαν οι ακαδημαϊκοί των κρατικών πανεπιστημίων και οι καθηγητές σε ιδιωτικούς φορείς παροχής εκπαίδευσης, κυρίως άνδρες. Αυτοί οι υποψήφιοι συμβολίζουν τους «διανοούμενους», τα εκπαιδευτικά προσόντα των οποίων το NPP αντιπαραβάλλει θετικά με εκείνα των πολιτικών των κυρίαρχων κομμάτων που έχει πλέον εκτοπίσει.

Υπάρχουν επίσης πολλοί ιδιοκτήτες επιχειρήσεων και διευθυντές εταιρειών. Η παρουσία τους στα έδρανα του NPP είναι σημαντική για τη συμμαχία ως απόδειξη ότι είναι φιλική προς τον ιδιωτικό τομέα και υποστηρίζει την επιχειρηματικότητα. Η συμμαχία μπορεί να υπολογίζει σε πολλούς «επαγγελματίες» μεταξύ των βουλευτών της – δηλαδή μηχανικούς, τραπεζίτες, γιατρούς, κτηνιάτρους, ορκωτούς λογιστές και επιθεωρητές ποσοτήτων, οι οποίοι εκπροσωπούν τα τεχνικά καταρτισμένα στρώματα που το NPP εκτιμά ιδιαίτερα. Το NPP επέλεξε μεταξύ των υποψηφίων του περισσότερους πρώην ανώτερους αξιωματικούς του στρατού –οι οποίοι δραστηριοποιήθηκαν σε έναν πόλεμο που σκότωσε συνολικά 80.000 έως 100.000 ανθρώπους, κυρίως Ταμίλ– παρά αγρότες, αλλά δεν κέρδισαν πολλοί από αυτούς έδρες.

 

Ορόσημο

Στη Σρι Λάνκα, οι παρατηρητές συνέκριναν αυτό το εκπληκτικό αποτέλεσμα και την ευρύτερη ιστορική στιγμή στην οποία εντάσσεται με τις γενικές εκλογές του 1977. Σε εκείνη την περίπτωση, το δεξιό Ενωμένο Εθνικό Κόμμα (UNP) έλαβε τα πέντε έκτα των κοινοβουλευτικών εδρών –140 από τις 168– μέσω του εκλογικού συστήματος υπερενισχυμένης αναλογικής που ίσχυε τότε.

Το UNP, το παραδοσιακό κόμμα του κομπραδόρικου καπιταλισμού, στη συνέχεια αξιοποίησε την εκλογική του πλειοψηφία και τον έλεγχο της κρατικής εξουσίας για να ηγηθεί της Νότιας Ασίας στην απελευθέρωση του εμπορίου και των επενδύσεων, την απορρύθμιση της αγοράς και την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου τομέα πριν από περίπου μισό αιώνα[5]. Αυτές οι πολιτικές «ανοικτής οικονομίας» και ο αυταρχισμός με τις οποίες προωθήθηκαν συνέβαλαν στο να βυθιστεί το νησί σε τρεις δεκαετίες βίας από κρατικούς και μη κρατικούς φορείς, με το JVP να είναι θύτης και θύμα εν μέσω θανάτου και καταστροφής.

Αυτή τη φορά, ωστόσο, η υπεροχή του NPP οφείλεται σε ένα δικαιότερο εκλογικό σύστημα, με την κατανομή των εδρών να αντιστοιχεί πιο άμεσα στο ποσοστό ψήφων. Η συμμαχία αναζήτησε και έλαβε εντολή από τον λαό να σαρώσει τους σάπιους εκπροσώπους των πολιτικών κομμάτων που βρίσκονται σε αποσύνθεση, αντικαθιστώντας τους με προσωπικότητες εκτός της παλιάς ελίτ που έχουν ταχθεί σε ένα νέο στυλ πολιτικής. Ωστόσο, το JVP-NPP αποσιωπά το γεγονός ότι οι πελατειακές σχέσεις, ο νεποτισμός και η μεγάλη διαφθορά εναντίον των οποίων κινητοποιήθηκε για την εκλογική του επιτυχία είναι προϊόν της «ανοικτής οικονομίας» που διαμορφώθηκε τις τελευταίες δεκαετίες, και οι πρακτικές αυτές ενισχύουν με τη σειρά τους αυτό το οικονομικό μοντέλο.

Η δημοτικότητα του NPP εξαρτάται επίσης από τις προσδοκίες πολλών ανθρώπων ότι σύντομα θα προσφέρει ανακούφιση σε όσους ταλανίζονται από τις πολιτικές λιτότητας του δέκατου έβδομου προγράμματος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) της Σρι Λάνκα εν όψει μιας συνεχιζόμενης πολλαπλής κρίσης[6]. Η οικονομία συρρικνώθηκε επί έξι διαδοχικά τρίμηνα το 2022 και το 2023, αυξάνοντας την ανεργία και μειώνοντας τους πραγματικούς μισθούς, και έκτοτε η ανάπτυξη είναι υποτονική.

Οι επίσημες εκτιμήσεις δείχνουν ότι ένα στα τέσσερα νοικοκυριά έχει πέσει κάτω από το όριο της φτώχειας. Η επισιτιστική ανασφάλεια πλήττει το 26% του πληθυσμού, αναγκάζοντας πολλούς να τρώνε λιγότερα και χαμηλότερης ποιότητας γεύματα. Οι τιμές της ενέργειας έχουν εκτοξευθεί, καθιστώντας τους λογαριασμούς απλησίαστους και ρίχνοντας πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπους εκτός δικτύου ηλεκτροδότησης.

Υπάρχει μαζική προσωρινή και μόνιμη μετανάστευση μεταξύ των νέων και της μεσαίας τάξης, με ουρές μέρα-νύχτα έξω από το γραφείο έκδοσης διαβατηρίων, το οποίο αδυνατεί να αντιμετωπίσει τη ζήτηση. Το βάρος του χρέους των νοικοκυριών, το οποίο επωμίζονται δυσανάλογα οι γυναίκες, στραγγαλίζει ένα στα πέντε νοικοκυριά, που δανείζονται για τα βασικά είδη πρώτης ανάγκης: τρόφιμα, καύσιμα και έκτακτα έξοδα υγείας και εκπαίδευσης.

 

Η πολιτική των Ταμίλ

Η κλίμακα της νίκης του NPP ενισχύθηκε επιπλέον από την απροσδόκητη επικράτησή του στο βόρειο τμήμα του νησιού. Πρόκειται για την καρδιά του εθνικισμού των Ταμίλ του Ιλάμ («Ιλάμ» είναι η ονομασία στη γλώσσα των Ταμίλ για αυτό που σήμερα ονομάζεται Σρι Λάνκα). Κέρδισε πέντε από τις δώδεκα διαθέσιμες έδρες, εκτοπίζοντας το καθιερωμένο Ilankai Tamil Arasu Kachchi (επίσης γνωστό ως Ομοσπονδιακό Κόμμα) στη δεύτερη θέση. Συνδυάζοντας τις βόρειες και ανατολικές περιοχές του νησιού, όπου οι Ταμίλ και οι Μουσουλμάνοι (μια εθνοθρησκευτική ταυτότητα στη Σρι Λάνκα) αποτελούν τοπική πλειοψηφία, το NPP είναι πλέον το μεγαλύτερο ενιαίο κόμμα, χωρίς ποτέ στο παρελθόν να έχει καταλάβει έδρα.

Από την εμφάνισή του το 2019, το NPP, όπως και το JVP πριν από αυτό, είχε αγωνιστεί να κάνει εκλογική εισχώρηση εκτός της βασικής εκλογικής του περιφέρειας των Σινχαλέζων Βουδιστών, αν και τα μέλη του είναι εθνοτικά πολύμορφα. Το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του Σεπτεμβρίου έδειξε ήδη μια αξιοσημείωτη αύξηση της υποστήριξης της συμμαχίας από τις μειονότητες που μιλούν ταμίλ στην ανατολική ακτή, κατά μήκος του κεντρικού ορεινού όγκου και στις άνυδρες βόρειες πεδιάδες, σε σύγκριση με προηγούμενες εκστρατείες. Το κύμα στο νότο της Σρι Λάνκα που οδήγησε τον AKD στην προεδρία κύλησε στη συνέχεια στο βορρά και την ανατολή μετά την εκλογή του. Υπήρχε μια αισθητή διάθεση ελπίδας που επενδύθηκε στον νέο πρόεδρο και το κόμμα του, ενθαρρύνοντας πολλούς που δεν τον είχαν ψηφίσει τον Σεπτέμβριο να υποστηρίξουν το NPP στις γενικές εκλογές.

Στην προσπάθειά του να κερδίσει τις ψήφους των μειονοτήτων, το NPP δεν παρέκκλινε από την πάγια αντίθεση του JVP στην ανασύσταση της δομής της Σρι Λάνκα με βάση τις ομοσπονδιακές γραμμές, ένα ιστορικό αίτημα των Ταμίλ στα βορειοανατολικά. Ούτε υποστήριξε το αίτημα για διεθνή έρευνα των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας κατά τη διάρκεια του πολέμου, συμπεριλαμβανομένων των μαζικών δολοφονιών αμάχων και των δεκάδων χιλιάδων εξαφανίσεων κατά τις τελευταίες ημέρες του πολέμου και αμέσως μετά. Αντίθετα, η συμμαχία ανακυκλώνει τη γνωστή λύση του JVP περί «ισότητας» για τις εθνοθρησκευτικές μειονότητες της Σρι Λάνκα και τερματισμού του ρατσισμού στην πολιτική.

Το μανιφέστο του NPP υπόσχεται να θεσπίσει ένα νέο σύνταγμα που θα αποκεντρώνει διοικητικές και πολιτικές λειτουργίες για να ενθαρρύνει τη λαϊκή συμμετοχή στη «διακυβέρνηση». Εάν εφαρμοστεί στην πράξη, η υπόσχεση αυτή θα είναι μια θετική κίνηση για τον εκδημοκρατισμό των θεσμών. Ωστόσο, είναι διφορούμενη για δύο λόγους.

Πρώτον, το NPP δεν διευκρινίζει τον ακριβή βαθμό στον οποίο το κυβερνητικό κέντρο θα μεταφέρει εξουσίες στην περιφέρεια. Δεύτερον, δεν αναγνωρίζει την ιδιαιτερότητα του εθνικού ζητήματος, το οποίο απαιτεί μεγαλύτερη μεταβίβαση της κρατικής εξουσίας στις περιοχές με πλειοψηφία Ταμίλ σε σύγκριση με τις περιοχές με πλειοψηφία Σινχαλέζων.

Στις συγκεντρώσεις του στο βορρά λίγες ημέρες πριν από τις κάλπες, ο νέος πρόεδρος υποσχέθηκε την πρόωρη απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων Ταμίλ και των ιδιωτικών εκτάσεων που κατέλαβαν βίαια κρατικές υπηρεσίες (ενώ απέφυγε επιμελώς να αναφερθεί στον στρατό, ο οποίος κατέχει τεράστιες εκτάσεις). Όσοι συμμετείχαν στις συγκεντρώσεις υποδέχθηκαν θερμά αυτές τις υποσχέσεις, όπως και τον όρκο του AKD να αναζωογονήσει τις κρατικές βιομηχανίες και να προσφέρει ποιοτικές θέσεις εργασίας. Αυτό θα είναι ζωτικής σημασίας σε μια φτωχή, αγροτική τοπική οικονομία, όπου η γεωργία και η αλιεία με χαμηλό εισόδημα είναι τα κύρια επαγγέλματα, εκτός από τις θέσεις εργασίας στο δημόσιο τομέα και την επισφαλή εργασία.

 

Ευσεβής πόθος

Ορισμένοι αναλυτές έχουν ερμηνεύσει τις εκπληκτικές επιδόσεις του NPP μεταξύ των Ταμίλ, ιδίως στα βόρεια και ανατολικά, ως απόδειξη ότι ο εθνικισμός των Ταμίλ είναι μια φθίνουσα δύναμη και ότι η εθνική ενότητα που έλειπε από τη Σρι Λάνκα από την αποαποικιοποίηση του 1948 βρίσκεται σε διαδικασία σφυρηλάτησης. Αλλά αυτό είναι απλώς ευσεβής πόθος.

Είναι αλήθεια ότι τα περιφερειακά κόμματα ταμιλικού και μουσουλμανικού προσανατολισμού που προηγουμένως κυριαρχούσαν σε αυτές τις περιοχές σημείωσαν πτώση του αριθμού των εδρών τους. Ωστόσο, είναι πιο ρεαλιστικό να εκληφθεί αυτό ως απόδειξη απογοήτευσης από τα συγκεκριμένα κόμματα, παρά από τον εθνοτικό εθνικισμό εν γένει. Το ίδιο ισχύει και για τους νότιους ψηφοφόρους του NPP. Απομακρύνθηκαν από τα σιγχαλέζικα εθνικιστικά κόμματα χωρίς να εγκαταλείψουν την θεμελιώδη αυτή κοσμοθεωρία.

Τα λεγόμενα εθνικά κόμματα –δηλαδή τα πλειοψηφικά κόμματα των Σινχαλέζων με κάποια μέτρια υποστήριξη από μη Σινχαλέζους– είχαν πάντα ένα στήριγμα μεταξύ ορισμένων Ταμίλ και Μουσουλμάνων στο βορρά και τα ανατολικά, εκτός από την τοπική μειονοτική κοινότητα των Σινχάλα. Οι ψηφοφόροι τους επίσης στράφηκαν μαζικά στο NPP. Μεταπήδησαν από το ένα «εθνικό» κόμμα στο άλλο, παρά την πραγματική διαφορά μεταξύ του NPP και των υπολοίπων.

Η μετακίνηση είναι επίσης μια ψήφος διαμαρτυρίας. Μεταξύ των Ταμίλ, υπάρχει διάχυτη απογοήτευση για την απουσία ενιαίας και συνεκτικής εκπροσώπησης των πολιτικών τους παραπόνων, και ιδιαίτερα των κοινωνικοοικονομικών τους ζητημάτων, από τις αρχές στο Κολόμπο. Σε αυτές τις εκλογές, υπήρχαν είκοσι τρία πολιτικά κόμματα και είκοσι μία ανεξάρτητες ομάδες που συμμετείχαν μόνο στην περιφέρεια της Τζάφνα. Σε ολόκληρη τη βορειοανατολική περιοχή, υπήρχαν χιλιάδες υποψήφιοι[7] που διεκδικούσαν μόλις είκοσι οκτώ κοινοβουλευτικές έδρες: μια αναλογία εβδομήντα τριών προς ένα, ή σχεδόν διπλάσια από εκείνη της υπόλοιπης χώρας.

Υπήρξαν πολιτικές εντάσεις στις τάξεις του εθνικιστικού κινήματος των Ταμίλ σε θέματα στρατηγικής από τότε που αποδεκατίστηκαν οι αυτονομιστές Τίγρεις της Απελευθέρωσης του Ταμίλ Ιλάμ (LTTE / Liberation Tigers of Tamil Eelam), οι οποίοι προηγουμένως έλεγχαν το πεδίο της πολιτικής των Ταμίλ. Ωστόσο, η πληθώρα των κομμάτων και των ομάδων προέρχεται επίσης από τον εγωισμό και τις προσωπικές διαφορές, καθώς και από τον εξ αποστάσεως εθνικισμό των χρηματοδοτών της διασποράς των Ταμίλ που επιθυμούν την εξουσία χωρίς ευθύνες. Ενώ η πτώση της υποστήριξης των τριών μεγαλύτερων βόρειων ταμιλικών κομμάτων οφείλεται εν μέρει στη διάσπαση των ψήφων σε πολλά μικρότερα κόμματα και μη κομματικές λίστες, είναι επίσης ένα μήνυμα δυσαρέσκειας του εκλογικού σώματος προς αυτά τα τρία κόμματα για τη συλλογική τους αποτυχία ως πολιτικών εκπροσώπων.

Σίγουρα υπάρχει ένα αίσθημα μεταξύ ορισμένων Ταμίλ ότι η συζήτηση για αυτοδιάθεση σε κάποιο απροσδιόριστο σημείο δεν προσφέρει βάλσαμο από τους πόνους της καθημερινής βιοπάλης με την καθημερινή χαμηλόμισθη εργασία ή την καλλιέργεια για τα προς το ζην. Ούτε τους βοηθάει να πληρώσουν τα φάρμακα ή τα δίδακτρα των ιδιωτικών σχολείων, με την ελπίδα να εξασφαλίσουν υψηλότερους βαθμούς και πρόσβαση σε ένα κρατικό πανεπιστήμιο για τα παιδιά τους.

Δεκαπέντε χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, ο εθνικισμός των Ταμίλ έχει μόνο μία απάντηση όταν πρόκειται για οποιοδήποτε κοινωνικοοικονομικό ή διαρθρωτικό πρόβλημα, από τη φτώχεια και την ανεργία μέχρι τη βία λόγω φύλου, τις διακρίσεις λόγω κάστας και την ταξική εκμετάλλευση. Αντιλαμβάνεται όλα αυτά τα ζητήματα ως δευτερεύοντα σε σύγκριση με τον όλεθρο της σινχαλέζικης ηγεμονίας. Προτρέποντας τους Ταμίλ να περιμένουν την αυτοδιοίκηση για να λύσουν τα προβλήματά τους, δεν έχει τίποτα να πει ή να προσφέρει στους εκμεταλλευόμενους μέχρι τότε.

Μεταξύ εκείνων για τους οποίους η γοητεία αυτού του δόγματος έχει εξαντληθεί, το NPP φάνηκε να είναι πιο κοντά στον τρόπο σκέψης τους, καθώς και να έχει μια πρακτική ευκαιρία να σχηματίσει κυβέρνηση. Στις προεκλογικές του συγκεντρώσεις στο βορρά, ο AKD εμφανίστηκε ως άνθρωπος με κατανόηση και ενσυναίσθηση για τα βάσανα των απλών ανθρώπων.

 

Πρώιμες κινήσεις

Πενήντα τέσσερις ημέρες πέρασαν από τις προεδρικές εκλογές της 21ης Σεπτεμβρίου έως τις γενικές εκλογές της 14ης Νοεμβρίου, κατά τις οποίες ο νέος πρόεδρος κυβέρνησε με ένα τριμελές υπουργικό συμβούλιο, συμπεριλαμβανομένου του ιδίου. Πρωθυπουργός διορίστηκε η Χαρίνι Αμαρασουρίγια, πρώην ακαδημαϊκός και ακτιβίστρια της κοινωνίας των πολιτών, η οποία ήταν η μόνη γυναίκα στην τριμελή ομάδα του NPP του προηγούμενου κοινοβουλίου. Όπως στο πολιτικό σύστημα της Γαλλίας, για παράδειγμα, το αξίωμα αυτό είναι τυπικό, ενώ οι εκτελεστικές εξουσίες ανήκουν στον πρόεδρο. Ωστόσο, η επιλογή της Αμαρασουρίγια έστειλε ένα ισχυρό μήνυμα για τη συμμετοχικότητα, τόσο λόγω του φύλου της όσο και επειδή εκπροσωπεί τη συνιστώσα του NPP που δεν ανήκει στο JVP.

Όπως προβλεπόταν, η μεταβατική κυβέρνηση έκανε ό,τι μπορούσε για να μην ταράξει τα νερά στα θέματα του κράτους και της οικονομίας. Διατήρησε τον διοικητή της κεντρικής τράπεζας και τον υπουργό Οικονομικών, οι οποίοι υπήρξαν ένθερμοι υποστηρικτές του προγράμματος του ΔΝΤ και των αντεργατικών όρων του[8]. Η επιρροή του στρατοπέδου τους ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο με τον διορισμό του προέδρου του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Κεϋλάνης, της φωνής των μεγάλων επιχειρήσεων από την εποχή του βρετανικού Ρατζ, ως ανώτερου οικονομικού συμβούλου του προέδρου.

Αυτή η τριάδα στάλθηκε αμέσως στην Ουάσινγκτον για να καθησυχάσει το ΔΝΤ ότι το πρόγραμμά του βρισκόταν ακόμη σε καλό δρόμο και να αντικρούσει τον χαρακτηρισμό «μαρξιστική» που αποδόθηκε στη νέα διοίκηση από κακώς πληροφορημένα δημοσιεύματα των διεθνών μέσων ενημέρωσης. Έκτοτε, η κυβέρνηση διόρισε αρκετές προσωπικότητες των επιχειρήσεων σε ηγετικές θέσεις σε κρατικούς θεσμούς, προσφέροντας διαβεβαίωση τόσο στο εγχώριο κεφάλαιο όσο και στους διεθνείς παράγοντες για σταθερότητα και συνέχεια όσον αφορά την οικονομική πολιτική και κατεύθυνση.

Δεν υπήρξε άμεση ανακούφιση από το υψηλό κόστος ζωής και το πρόβλημα της υπερτιμολόγησης. Η νέα κυβέρνηση έχει αποφασίσει ότι οι έλεγχοι δεν μπορούν να λειτουργήσουν για τη μείωση των τιμών του ρυζιού και των αυγών και φαίνεται ανήμπορη να δράσει απέναντι στα καρτέλ που έχουν πολιτικές διασυνδέσεις. Αντίθετα, ισχυρίζεται ότι θα υπονομεύσει τη δύναμη των ολιγοπωλίων μέσω της αύξησης της κρατικής συμμετοχής στην καταναλωτική αγορά. Μένει να δούμε πώς θα βρει τους δημοσιονομικούς πόρους για να το κάνει αυτό και να αναπροσανατολίσει τον κρατικό τομέα ώστε να ανταγωνίζεται αντί να συμπράττει με το ιδιωτικό κεφάλαιο.

Περισσότερη αμηχανία στους φιλελεύθερους-αριστερούς υποστηρικτές της κυβέρνησης NPP προκάλεσε η εμφανής υπαναχώρησή της, στη χειρότερη περίπτωση, ή η συγκεχυμένη μετάδοση μηνυμάτων, στην καλύτερη περίπτωση, σε ό,τι αφορά τις δεσμεύσεις που σχετίζονται με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι πρότειναν ότι θα μπορούσε απλώς να τροποποιήσει τον νόμο του 1979 για την πρόληψη της τρομοκρατίας, ο οποίος έχει ως πρότυπο τους βρετανικούς και νοτιοαφρικανικούς νόμους, αντί να τον καταργήσει εντελώς. Η κυβέρνηση ανέφερε επίσης ξεχωριστά ότι η μεταρρύθμιση του μουσουλμανικού ατομικού δικαίου προς όφελος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δικαιοσύνης των φύλων εξαρτάται από την επίτευξη συναίνεσης με τους συντηρητικούς κληρικούς. Και οι δύο αυτές δηλώσεις έρχονται σε ευθεία αντίθεση με το ίδιο το μανιφέστο του NPP.

 

Σχέδια για την κυβέρνηση

Μετά τις βουλευτικές εκλογές, ο πρόεδρος είχε πλέον τους αριθμούς για να διευρύνει το υπουργικό του συμβούλιο. Τα είκοσι δύο μέλη του είναι παρόμοια με το κυβερνών κόμμα, καθώς προέρχονται από την κεντρική ηγεσία του JVP, πανεπιστημιακούς και επαγγελματίες. Υπάρχουν μόνο δύο γυναίκες, εκ των οποίων η εκ νέου διορισμένη πρωθυπουργός. Ο πρόεδρος, όπως τον εξουσιοδοτεί το σύνταγμα, έχει κρατήσει για τον εαυτό του τα ζητήματα της άμυνας, των οικονομικών, του σχεδιασμού και του ψηφιακού μετασχηματισμού. Ό,τι ήταν ο εξηλεκτρισμός για τους Μπολσεβίκους, είναι ο ψηφιακός μετασχηματισμός για το NPP.

Ο πρόεδρος Ντισαναγιάκε εκφώνησε την ετήσια πολιτική ομιλία στην πρώτη συνεδρίαση της νέας Βουλής στις 21 Νοεμβρίου, στην πρώτη επίσημη ένδειξη του προσανατολισμού της κυβέρνησής του. Δεν υπήρχαν εκπλήξεις σε αυτά που είπε. Η ομιλία επανέλαβε τα γνωστά θέματα της μηδενικής ανοχής στη διαφθορά και στον φυλετικό και θρησκευτικό εξτρεμισμό, της βελτίωσης των δημόσιων υπηρεσιών και της διάλυσης των μονοπωλίων που καθορίζουν τις τιμές των καταναλωτών.

Όπως δήλωσε το NPP κατά την προεκλογική εκστρατεία, θα υπάρξει αύξηση των μεταβιβάσεων σε μετρητά στους δικαιούχους κρατικής πρόνοιας, καθώς και των μισθών και των συντάξεων του δημόσιου τομέα. Ένα επίδομα για την αγορά σχολικών ειδών θα φέρει ανακούφιση σε πολλά νοικοκυριά. Η κυβέρνηση επιθυμεί να αυξήσει το μέγεθος του εργατικού δυναμικού πληροφορικής της Σρι Λάνκα εντός πέντε ετών σε 200.000 άτομα, ώστε να δημιουργηθούν εξαγωγικά έσοδα για υπηρεσίες που σχετίζονται με την πληροφορική ύψους 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ ετησίως, που θα αντιστοιχούν στα σημερινά συναλλαγματικά έσοδα της βιομηχανίας ένδυσης.

Ο πρώτος προϋπολογισμός της νέας κυβέρνησης θα συζητηθεί τον Μάρτιο του 2025. Το σχέδιο δαπανών και εσόδων του θα αποσαφηνίσει σε ποιο βαθμό, ή και καθόλου, η κυβέρνηση επιδιώκει να ελίσσεται μέσα στον ζουρλομανδύα ενός προγράμματος του ΔΝΤ που έχει σχεδιαστεί για τη Σρι Λάνκα ώστε να συνεχίσει να εξυπηρετεί το εξωτερικό χρέος της προς τους ιδιώτες και τους διμερείς πιστωτές της μετά το 2027.[9] Το πρόγραμμα υποτίθεται επίσης ότι θα αποκαταστήσει την αξιολόγηση του κρατικού κινδύνου της χώρας, ώστε να μπορέσει να επιστρέψει στη διεθνή αγορά χρήματος και να δανειστεί ξανά. Αυτό με τη σειρά του θα επαναφέρει τον φαύλο κύκλο της λήψης νέων δανείων για την αποπληρωμή παλαιών δανείων, επιβαρύνοντας ένα ακόμη αυξανόμενο βουνό χρέους καθώς συσσωρεύονται οι χρεώσεις τόκων.

Η κυβέρνηση παίζει μπάλα με το ΔΝΤ, αναμένοντας την έγκριση της επόμενης δόσης της διευρυμένης διευκόλυνσης ύψους 2,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι επιμέρους δόσεις είναι μέτριες, περίπου 330 εκατομμύρια δολάρια η καθεμία, και εκταμιεύονται δύο φορές το χρόνο, μετά από ικανοποιητική αξιολόγηση της εφαρμογής των νεοφιλελεύθερων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων από την κυβέρνηση. Το ποσό αυτό είναι μικρότερο από τον εβδομαδιαίο λογαριασμό εισαγωγών της Σρι Λάνκα. Όπως συμβαίνει τόσο συχνά με τη χρηματοδότηση του ΔΝΤ, η πραγματική του σημασία είναι συμβολική. Η σφραγίδα έγκρισης του Ταμείου είναι μια περιοδική διαβεβαίωση προς τις πολυμερείς τράπεζες, τους διμερείς πιστωτές και τους ομολογιούχους για την καλή συμπεριφορά της χώρας, η οποία θα ανταμειφθεί με νέα χρηματοδότηση.

Ενώ το NPP κινείται στο κέντρο, ελπίζοντας να κερδίσει την έγκριση της μεσαίας τάξης για τη μετριοπάθειά του, μεγάλα τμήματα του κοινού βρίσκονται στα αριστερά του. Έξι στους δέκα κατοίκους της Σρι Λάνκα επιθυμούν υψηλότερους φόρους στους πλούσιους για τη χρηματοδότηση των δημόσιων υπηρεσιών[10]. Δύο στους τρεις δίνουν προτεραιότητα στην αύξηση των κρατικών δαπανών για την υγεία και την εκπαίδευση[11].

Ακόμα και αν το NPP αποφεύγει να αντιμετωπίσει τις ανισότητες εισοδήματος, πλούτου και εξουσίας, φιλοδοξώντας μόνο να κάνει την κοινωνία «ανεκτή και άνετη» για τη μεσαία τάξη, οι πολλοί συνδικαλιστές ηγέτες που βρίσκονται τώρα στην κυβέρνηση θα διασφαλίσουν τουλάχιστον ότι οι υφιστάμενοι εργατικοί νόμοι θα εφαρμοστούν; Αυτό θα σήμαινε την προστασία του δικαιώματος της οργάνωσης και της συλλογικής διαπραγμάτευσης, τουλάχιστον στην εξαγωγική βιομηχανία ενδυμάτων, όπου η εργασία και οι ζωές των γυναικών εξαντλούνται πριν απορριφθούν.

Θα επεκτείνουν τα εργασιακά δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικής προστασίας, στους περιστασιακά απασχολούμενους και στους συμβασιούχους και θα χορηγήσουν δικαιώματα υγείας και ασφάλειας σε όλους τους εργαζόμενους; Η συμμαχία που διαμαρτυρήθηκε από τα έδρανα της αντιπολίτευσης για τη λεηλασία των αποταμιεύσεων των εργαζομένων στα ταμεία πρόνοιας στο πλαίσιο της άδικης αναδιάρθρωσης του εσωτερικού χρέους πέρυσι, θα αντιστρέψει τώρα αυτή την κίνηση, καθώς η κυβερνητική εξουσία και οι κοινοβουλευτικοί αριθμοί που διαθέτει τώρα της το επιτρέπουν;

 

Επαναστατικά φαντάσματα

Η ημέρα των εκλογών ήρθε αμέσως μετά την ετήσια εκδήλωση του JVP για τους «ήρωες του Νοεμβρίου», η οποία τιμά τη μνήμη των μαρτύρων του που έχασαν τη ζωή τους σε δύο αποτυχημένες εξεγέρσεις (1971 και 1987-89) για την ανατροπή του κράτους. Η 13η Νοεμβρίου είναι η ημερομηνία κατά την οποία ο χαρισματικός ιδρυτής-ηγέτης του JVP Ροχάνα Βιτζιβίρα εκτελέστηκε με συνοπτικές διαδικασίες έπειτα από τη σύλληψή του το 1989, μετά την οποία η δεύτερη εξέγερση έπεσε στο κενό.

Ο AKD μίλησε σε μια μικρή συγκέντρωση μελών των οικογενειών όσων σκοτώθηκαν σε μάχες ή εξωδικαστικά, ενώ συμμετείχαν βετεράνοι επιζώντες και η σημερινή ηγεσία του JVP. Αυτή είναι η πρακτική του από τότε που ανέλαβε την ηγεσία του κόμματος πριν από μια δεκαετία, αν και κάποιοι πρέπει να το βρήκαν τρομακτικό να βλέπουν έναν νεοεκλεγέντα αρχηγό κράτους να κάνει κάτι τέτοιο.

Όπως και στο παρελθόν, με τη νηφαλιότητα που αποτελεί χαρακτηριστικό του, οι φετινές του δηλώσεις ακολούθησαν μια προσεκτική πορεία: αναγνώρισε εκείνους που θυσίασαν τη ζωή τους στον αγώνα του Βιτζιβίρα, απέφυγε να επικρίνει τον ένοπλο αγώνα, ενώ αναφέρθηκε σε ορισμένα «λάθη» που έγιναν, και περιέγραψε την αλλαγή στρατηγικής του κόμματος μετά την άρση της απαγόρευσης και την ανοικοδόμησή του, με την είσοδό του στην κυρίαρχη πολιτική από το 1994 και μετά. Σύμφωνα με τον AKD, ο «στόχος» ήταν σταθερός – μόνο τα μέσα για την επίτευξή του είχαν αλλάξει. Ωστόσο, χωρίς καμία νύξη στην ομιλία του για κίνηση προς μετασχηματιστική αλλαγή προς το συμφέρον της εργατικής τάξης, το συμπέρασμα είναι ότι ο «στόχος» του JVP, τότε όπως και τώρα, είναι η κατάληψη της κρατικής εξουσίας, ο δρόμος προς την οποία ανοίγεται σήμερα από τον κοινοβουλευτισμό.

Όταν ο Βιτζιβίρα παραπέμφθηκε σε έκτακτο δικαστήριο για το ρόλο του στην εξέγερση της νεολαίας το 1971, κατέθεσε ότι στόχος του JVP ήταν «η πλήρης επαναστατική αλλαγή του υπάρχοντος κοινωνικού συστήματος... Ο δικός μας ρόλος δεν είναι ο ρόλος του να καθόμαστε στο φράχτη με σταυρωμένα χέρια περιμένοντας τη μέρα που αυτό το καπιταλιστικό σύστημα θα μεταφερθεί για ταφή στους ώμους άλλων»[12]. Απέρριψε την ιδέα ότι κοινωνικοί σχηματισμοί όπως αυτός της Σρι Λάνκα πρέπει πρώτα να περάσουν από το στάδιο μιας «λαϊκής δημοκρατικής επανάστασης» πριν αρχίσει η μάχη για το σοσιαλισμό.

Περισσότερο από μια δεκαετία πριν, το 1962, ο σοσιαλιστής διανοούμενος και αγωνιστής της ελευθερίας Έκτορ Αμπχαγιαβαρντάνα έθεσε ένα ερώτημα στους συντρόφους του στο Κόμμα Lanka Sama Samaja (LSSP). Το LSSP ήταν τυπικά ένα τροτσκιστικό κόμμα, το πιο επιτυχημένο του είδους του οπουδήποτε στον κόσμο, και πήρε σχεδόν το 11% των ψήφων στις πρώτες εκλογές που διεξήχθησαν μετά την ανεξαρτησία της Κεϋλάνης (όπως ήταν τότε γνωστή η Σρι Λάνκα). Το πρόγραμμα του κόμματος το 1950 δήλωνε ότι οι «θεμελιώδεις στόχοι» του δεν μπορούσαν να «πραγματοποιηθούν μέσω των αστικών κοινοβουλίων», καθώς η «αναπόφευκτη αντίσταση της αστικής τάξης» απαιτούσε «μαζική επαναστατική δράση ως το μόνο μέσο για την πραγματοποίηση της θέλησης της πλειοψηφίας».

Ωστόσο, όπως είπε ο Αμπχαγιαβαρντάνα, το LSSP στην πράξη επένδυε περισσότερο στην κοινοβουλευτική επιτυχία παρά στην υποκίνηση της επαναστατικής αλλαγής:

«Η Αριστερά στην Κεϋλάνη δεν μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί ταυτόχρονα στα δύο επίπεδα του κοινοβουλευτισμού και του δογματικού επαναστατισμού. Η διασπασμένη στάση που προκύπτει από αυτό καθιστά αδύνατη την αποτελεσματική δράση και στα δύο επίπεδα. Έχει φτάσει το στάδιο που δεν είναι πλέον δυνατό να αναβάλλουμε μια απόφαση σχετικά με αυτό»[13].

Το τέχνασμα του JVP για έναν νέο τύπο εκλογικού κόμματος (Εθνική Λαϊκή Δύναμη) και ένα νέο πρόγραμμα (κατά της διαφθοράς ως υποκατάστατο του αντικαπιταλισμού), για μια νέα περίοδο (ποικιλίες του καπιταλισμού ως οι μόνες εναλλακτικές λύσεις στον νεοφιλελευθερισμό) απέδωσε όπως ήλπιζε το κόμμα. Μέσα στη λάμψη ενός απίστευτου εκλογικού αποτελέσματος, μήπως έχει φτάσει το στάδιο στο οποίο δεν είναι πλέον δυνατό για το JVP να αναβάλει την αντιμετώπιση του σχεδίου δράσης που έχει επιλέξει; Τι πρέπει να κάνουμε με το πρόγραμμα του κόμματός του, που φέρει τον τίτλο «Πρόγραμμα της προλεταριακής σοσιαλιστικής επανάστασης», το οποίο εξακολουθεί να αναφέρεται στην ιστοσελίδα του[14], αλλά φαίνεται να έχει εξαφανιστεί από αυτήν;

 

 

Μετάφραση: elaliberta.gr

Balasingham Skanthakumar, “Sri Lanka’s People Have Kicked Out the Old Political Class”, Jacobin, 22 Νοεμβρίου 2024, https://jacobin.com/2024/11/sri-lanka-election-dissanayake-npp.

 

Σημειώσεις

[1] “NPP pledges responsible leadership”, The Island, 16 Νοεμβρίου 2024, https://island.lk/npp-pledges-responsible-leadership/.

[2] Balasingham Skanthakumar, “Sri Lanka Is Experiencing a Political Earthquake”, Jacobin, 30 Σεπτεμβρίου 2024, https://jacobin.com/2024/09/sri-lanka-akd-left-wing-president?fbclid=IwY2xjawFqDr5leHRuA2FlbQIxMQABHYNgu_8ZzQnT68KOuzKAMwBJyvaFTN19ZMy4Hf8fs1M0UEbeE2opsyWk5Q_aem_-uP3h8DlEIckHnz1IOFDXw&sfnsn=mo [ Balasingham Skanthakumar, «Ένας πολιτικός σεισμός στη Σρι Λάνκα», e la libertà, 14 Οκτωβρίου 2024, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%B1-%CF%89%CE%BA%CE%B5%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CE%B1/9800-%CE%AD%CE%BD%CE%B1%CF%82-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82-%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%B7-%CF%83%CF%81%CE%B9-%CE%BB%CE%AC%CE%BD%CE%BA%CE%B1].

[3] Balasingham Skanthakumar, “Sri Lanka’s Crisis is Endgame for Rajapaksas”, CADTM, 11 Ιουλίου 2022, https://www.cadtm.org/Sri-Lanka-s-Crisis-is-Endgame-for-Rajapaksas.

[4] Rajni Gamage, Harindra B Dassanayake, “Can Sri Lanka’s newly empowered NPP deliver a new dawn for women in politics?”, Himal Southasian, 8 Νοεμβρίου 2024, https://www.himalmag.com/politics/sri-lanka-harini-amarasuriya-dissanayake-npp-jvp-women-gender.

[5] “Growth with inequality: The political economy of neoliberalism in Sri Lanka”, LST Reniew, τόμος 24, τεύχος 310, Αύγουστος 2013, https://lst.lk/wp-content/uploads/2024/02/Vol.23-Issue-N.-310-AUGUST-2013.pdf.

[6] B. Skanthakumar, “The conjuncture in the crisis”, Polity, https://polity.lk/the-conjuncture-in-the-crisis-b-skanthakumar/.

[7] Veeragathy Thanabalasingham, “New Parliament: The fate of Tamil representation”, the morning, 10 Νοεμβρίου 2024, https://www.themorning.lk/articles/LpvVZWjA7xopNeDnqI9R.

[8] B. Skanthakumar, “Comrade President? Change and Continuity in Sri Lanka”, International Viewpoint, 30 Σεπτεμβρίου 2024, https://internationalviewpoint.org/spip.php?article8690.

[9] B. Skanthakumar, “Bailing Out the Creditors”, Rosa Luxemburg Stiftung, 4 Απριλίου 2023, https://www.rosalux.de/en/news/id/51149/bailing-out-the-creditors.

[10] “Voters support higher PAYE income tax rates on high earners in big disconnect with politicians”, Daily FT, 13 Νοεμβρίου 2024, https://www.ft.lk/front-page/Voters-support-higher-PAYE-income-tax-rates-on-high-earners-in-big-disconnect-with-politicians/44-769191.

[11] Sachini Fonseka, “Large majorities of Sri Lankan voters want the government to prioritize spending increases on health and education”, Institute for Health Policy, 12 Σεπτεμβρίου 2024, https://www.ihp.lk/research-updates/large-majorities-sri-lankan-voters-want-government-prioritize-spending-increases.

[12] Rohan Wijeweera, “Speech before the Ceylon Criminal Justice Commission”, New Left Review, Ι/84, Μάρτιος/Απρίλιος 1974, https://newleftreview.org/issues/i84/articles/rohan-wijeweera-speech-before-the-ceylon-criminal-justice-commission.

[13] B. Skanthakumar, “Sri Lanka Has a Proud Tradition of Revolt Against Leaders Who Trample on Its People”, Jacobin, 29 Αυγούστου 2023, https://jacobin.com/2023/08/sri-lanka-hartal-aragalaya-protest-history-left.

[14] People’s Liberation Front / JVP Srilanka, https://www.jvpsrilanka.com/english/.

 

 

 

 

 

 

 

 

Τελευταία τροποποίηση στις Κυριακή, 01 Δεκεμβρίου 2024 20:59

Προσθήκη σχολίου

Το e la libertà.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια με υβριστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό φασιστικό περιεχόμενο ή σχόλια μη σχετικά με το κείμενο.