Υποστηρικτές του Ντισσαναγιάκε και του κόμματός του Εθνική Λαϊκή Δύναμη, σε προεκλογική συγκέντρωση πριν τις προεδρικές εκλογές, στα περίχωρα του Κολόμπο, 18 Σεπτεμβρίου 2024.
Εισαγωγικό σημείωμα elaliberta.gr: Στη Σρι Λάνκα διεξήχθησαν προεδρικές εκλογές στις 21 Σεπτεμβρίου, δύο περίπου χρόνια μετά τη λαϊκή εξέγερση[1] που ανέτρεψε τον αυταρχικό και διεφθαρμένο ηγέτη Γκοταμπάγια Ρατζαπάκσα και οδήγησε σε μια παρατεταμένη κρίση το πολιτικό κατεστημένο που κυβερνούσε τη χώρα επί δεκαετίες. Το αποτέλεσμα των εκλογών του Σεπτεμβρίου ήταν η ανάδειξη στο ανώτατο αξίωμα της χώρας ενός πολιτικού, του Ανούρα Κουμάρα Ντισσαναγιάκε (ή «AKD»), ηγέτη ενός αριστερού κόμματος, το οποίο για πολλά χρόνια ήταν στην παρανομία και ενός ευρύτερου «προοδευτικού» συνασπισμού. Ο νέος πρόεδρος, μη διαθέτοντας ούτε την απόλυτη πλειοψηφία (50%+1), ούτε μια σημαντική πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, προκήρυξε βουλευτικές εκλογές για τις 15 Νοέμβρη. Η πιθανότητα να έρθει στην εξουσία μια «κεντροαριστερή» κυβέρνηση στη Σρι Λάνκα (και μάλιστα δυο χρόνια ύστερα από μια λαϊκή εξέγερση) αποτελεί φυσικά μια θετική εξέλιξη, μέσα σε ένα παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό στο οποίο οι εκλογικές νίκες των δεξιών, ακροδεξιών και αντιδημοκρατικών πολιτικών δυνάμεων είναι πολύ πιο σύνηθες φαινόμενο. Όμως οι δυνατότητες που έχουν ο νέος πρόεδρος της Σρι Λάνκα και πιθανόν και μια δικιά του κυβέρνηση μετά τις βουλευτικές εκλογές του Νοεμβρίου, να εφαρμόσουν την άτολμη φιλολαϊκή πολιτική του προγράμματός τους, περιορίζεται από τη δέσμευση του προέδρου και του κόμματός του, ότι δεν θα υπάρξει ρήξη με τις βασικές πολιτικές που έχει επιβάλει στη χώρα το ΔΝΤ. Ο πολιτικός αναλυτής Balasingham Skanthakumar εξηγεί σε ένα άρθρο του και μια συνέντευξή του, που μεταφράζουμε παρακάτω, τις συνθήκες που κατέστησαν δυνατή την εκλογική νίκη του Ντισσαναγιάκε και του κόμματός του, τα ιδιαίτερα πολιτικά και κοινωνικά τους χαρακτηριστικά και τις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν το επόμενο διάστημα. Ο B. Skanthakumar είναι μέλος της Ένωσης Κοινωνικών Επιστημόνων στο Κολόμπο και συν-επιμελητής του βιβλίου Pathways of the Left in Sri Lanka (Ecumenical Institute for Study and Dialogue, Κολόμπο, 2014).
Balasingham Skanthakumar
Πολιτικός σεισμός στη Σρι Λάνκα
Η Σρι Λάνκα εξέλεξε τον πρώτο αριστερό πρόεδρό της στις 21 Σεπτεμβρίου. Ο Ανούρα Κουμάρα Ντισσαναγιάκε πήρε το 42% των ψήφων, στην πρώτη αποτύπωση της λαϊκής θέλησης από τότε που το νησιωτικό κράτος των είκοσι δύο εκατομμυρίων κατοίκων χρεοκόπησε το 2022.
Ο ηγέτης του Janatha Vimukthi Peramuna (JVP, Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο) και του συνασπισμού του, της Εθνικής Λαϊκής Δύναμης (NPP), ο οποίος είναι ευρέως γνωστός ως «AKD», βρίσκεται τώρα εκεί από όπου μια λαϊκή εξέγερση πριν από δύο χρόνια έδιωξε τον Γκοταμπάγια Ρατζαπάκσα στο μέσο της προεδρίας του. Προς έκπληξη της δεξιάς, το χρηματιστήριο του Κολόμπο σημείωσε άνοδο μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος.
Δεν ήταν η σαρωτική νίκη που οι υποστηρικτές του AKD επέμεναν ότι θα επιτύχουν, καθώς δεν έφτασε το 50% συν μία ψήφο που απαιτείται για τη νίκη στον πρώτο γύρο. Η εκλογή του στην προεδρία ήρθε μετά τη διανομή των ψήφων δεύτερης προτίμησης από τους υποψήφιους που αποκλείστηκαν, επιβεβαιώνοντας το σαφές προβάδισμα του AKD έναντι του πλησιέστερου αντιπάλου του, του πρώην ηγέτη της αντιπολίτευσης Σατζίτ Πρεμαντάσα.
Επίσης, δεν έλαβε την ίδια υποστήριξη από τις εθνοθρησκευτικές μειονότητες των Ταμίλ και των Μουσουλμάνων (λίγο κάτω από το 25% του πληθυσμού) όπως και από τη σινχαλική (κυρίως βουδιστική) πλειοψηφία σε μια διαιρεμένη μεταπολεμικά κοινωνία. Παρόλα αυτά, το αποτέλεσμα αυτό αποτελεί μια απίστευτη ανατροπή, ενάντια σε όλα τα εμπόδια της εξουσίας, της τάξης και του κεφαλαίου που βρίσκονταν στο δρόμο του AKD. Ήταν απλά κάτι αδιανόητο μέχρι πρόσφατα.
Έχοντας συγκεντρώσει μόνο το 3% των ψήφων το 2019, πώς ο AKD εκτινάχθηκε στο υψηλότερο αξίωμα της χώρας σε έναν μόνο εκλογικό γύρο; Ποιες είναι οι ρίζες του JVP και πώς εξελίχθηκε; Ποιο είναι το πρόγραμμα και η πιθανή κατεύθυνση της νέας κυβέρνησης και ποιες άμεσες προκλήσεις αντιμετωπίζει;
Η λαϊκή εξέγερση και οι συνέπειές της
Ο πολιτικός σεισμός αυτού του μήνα δεν μπορεί να γίνει κατανοητός χωρίς να θυμηθούμε το λαϊκό κίνημα (τζανάθα αραγκαλάγια, «λαϊκός αγώνας» στα σινχαλικά) του 2022. Κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου εκείνου του έτους, με αποκορύφωμα μεταξύ αρχών Απριλίου και αρχών Ιουλίου, πολλές εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους, είτε σε αυτοοργανωμένες δράσεις στις γειτονιές είτε σε μεγάλης κλίμακας διαδηλώσεις στο Κολόμπο, χωρίς ενιαία ηγεσία ή συνεκτικά αιτήματα πέρα από την απαίτηση παραίτησης του προέδρου (#GotaGoHome) και μια ασαφή φόρμουλα «αλλαγής του συστήματος».
Στις αρχές του ίδιου έτους, σε μια κρίση που άρχισε να αναπτύσσεται αργά κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, τα συναλλαγματικά αποθέματα έφτασαν στο ναδίρ, εξαντλημένα από την αποπληρωμή κρατικών χρεών, την προστασία της ρουπίας που έπεφτε κατακόρυφα και τα μειωμένα κρατικά έσοδα[2]. Μη μπορώντας να πληρώσει για τις εισαγωγές καυσίμων, τροφίμων και φαρμακευτικών προμηθειών, η χώρα απλώς σταμάτησε να λειτουργεί.
Επιβλήθηκε δελτίο ενέργειας για τις μετακινήσεις και την οικιακή κατανάλωση∙ τα σχολεία και οι μικρές επιχειρήσεις έκλεισαν∙ τα βασικά φάρμακα ήταν ελάχιστα∙ τα βασικά αναλώσιμα αγαθά δεν ήταν διαθέσιμα είτε ξαφνικά έγιναν πολύ ακριβότερα. Από τον Απρίλιο, οι ξένοι πιστωτές γνώριζαν ότι η Σρι Λάνκα θα αθετούσε το χρέος δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ που έπρεπε να πληρωθεί εκείνο το έτος[3], και η κυβέρνηση έτρεξε στην Ουάσιγκτον για μια διάσωση από τον δανειστή έσχατης ανάγκης.
Η αρχική δυσπιστία και η απογοήτευση για την ανικανότητα μιας κυβέρνησης που εξελέγη με σχεδόν υπερπλειοψηφία στις προεδρικές και κοινοβουλευτικές εκλογές του 2019 και του 2020, αντίστοιχα, γρήγορα μετατράπηκε σε οργή εναντίον όλων των πολιτικών και των κομμάτων που βρίσκονται στην εξουσία από τότε που η Σρι Λάνκα απέκτησε την ανεξαρτησία της από τη Βρετανία το 1948. Άνθρωποι όλων των τάξεων συνέδεσαν τα βάσανά τους με την παγιωμένη ιδιοτέλεια του πολιτικού κατεστημένου και τη μεγάλη διαφθορά που εκδηλώθηκε με τη μια μεγαλοαπάτη μετά την άλλη.
Κατά τη διάρκεια του κινήματος διαδηλώσεων, ο στόχος ήταν κυρίως η απομάκρυνση του εν ενεργεία προέδρου, Γκοταμπάγια Ρατζαπάκσα, και της ευρύτερης φατρίας Ρατζαπάκσα που είχε εγκατασταθεί στην κυβέρνηση και την εθνική πολιτική, συμπεριλαμβανομένου του μεγαλύτερου αδελφού του, του πρώην προέδρου Μαχίντα Ρατζαπάκσα. Άλλοι στόχοι ήταν τα μέλη του νομοθετικού σώματος, τα οποία οι διαδηλωτές επεδίωκαν να αντικαταστήσουν σε πρόωρες εκλογές με νέους αδιάφθορους εκπροσώπους του λαού.
Ωστόσο, μόλις ο Ρατζαπάκσα και τα μέλη της οικογένειάς του εκδιώχθηκαν από την κυβέρνηση, ο Ρανίλ Βικραμασίνχα, ο ιστορικός ηγέτης της νεοφιλελεύθερης δεξιάς, ανέβηκε στην προεδρία. Ο Βικραμασίνχα αντιτάχθηκε στα αιτήματα για διάλυση του κοινοβουλίου και ανασυγκρότησή του από την αρχή. Παραβίασε τα ανθρώπινα δικαιώματα και το Σύνταγμα με την κράτηση και την καταστολή ακτιβιστών και με την αναβολή των εκλογών για τα όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης, ενώ υπέβαλλε τους φτωχούς και τους αδύναμους σε ένα πρόγραμμα λιτότητας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), και όλα αυτά για χάρη της σταθερότητας (για τους ισχυρούς) και της ανάκαμψης (για τους πλούσιους)[4].
Στην πραγματικότητα, μέχρι την ημέρα των προεδρικών εκλογών, πολλοί φοβόντουσαν ότι ο Βικραμασίνχα θα μηχανευόταν ένα αυτοπραξικόπημα για να κρατηθεί στην εξουσία, αντί να υποκύψει στην ταπείνωση της κάλπης. Μετά τη νίκη του AKD, οι γενικές εκλογές που προκηρύχθηκαν για τις 14 Νοεμβρίου, οι οποίες θα δώσουν την ευκαιρία να εκδιωχθεί η παλιά φρουρά όλων των πολιτικών κομμάτων, είναι κάποιες ανολοκλήρωτες υποθέσεις από δύο χρόνια πριν.
Η άνοδος του JVP
Το JVP-NPP ούτε πυροδότησε την εξέγερση ούτε την κατεύθυνε. Ήταν ένα από τα πολλά ρεύματα εκείνης της στιγμής. Ωστόσο, το αφήγημα και το μήνυμά του έγιναν η κοινή λογική ενός άμορφου πολυταξικού κινήματος[5] στο οποίο βάρυνε η συνείδηση της μεσαίας τάξης.
Το JVP για πολλά χρόνια έχει εισάγει στο δημόσιο λόγο την ιδέα ότι τα πολιτικά και οικονομικά προβλήματα της Σρι Λάνκα είναι αποτέλεσμα της παγιωμένης διαφθοράς και στους δύο τομείς. Η δημοτικότητά του αυξήθηκε καθώς αποκάλυπτε τις δωροδοκίες και τη δωροληψία στην κυβέρνηση, ενώ παράλληλα υπογράμμιζε τη σπατάλη και την αναποτελεσματικότητα στη χρήση των δημόσιων πόρων. Αυτό που δεν έχει κάνει το κόμμα –όπως θα περίμενε κανείς από μια ομάδα μαρξιστικής προέλευσης– είναι να εξηγήσει ότι η διαφθορά είναι θέμα πολιτικής οικονομίας και ότι έχει σχέση με τον καπιταλισμό και όχι με κακούς ανθρώπους και ανεπαρκείς θεσμούς.
Οι αντιπρόσωποι του JVP-NPP, αποτελούν εξαίρεση μεταξύ των κοινοβουλευτικών κομμάτων της Σρι Λάνκα, έχοντας τη φήμη ότι είναι απαλλαγμένοι από εγκληματικές πράξεις και καταχρηστική συμπεριφορά στη δημόσια και ιδιωτική τους ζωή, ως πειθαρχημένα μέλη μιας οργάνωσης με ηθική. Κατά τη διάρκεια και μετά την εξέγερση του 2022, διευρυνόμενα τμήματα της κοινωνίας, πολύ πέρα από την παραδοσιακή κοινωνική και εθνοτική εκλογική περιφέρεια του κόμματος-συμμαχίας, άρχισαν να το βλέπουν ως μια ηθική εναλλακτική λύση στην παραδοσιακή πολιτική τάξη και ως παράγοντα συστημικής αλλαγής.
Για να εκτιμήσουμε τη σημασία αυτής της μετατόπισης της κοινής γνώμης προς το JVP, πρέπει να κάνουμε μια σύντομη αναδρομή στην εξέλιξή του τα τελευταία τριάντα χρόνια και στο ιστορικό του σημερινού ηγέτη του. Οι ιδρυτές του JVP στα μέσα και τα τέλη της δεκαετίας του 1960 ήταν νεαρά στελέχη της εθνότητας Σινχάλα από το Κομμουνιστικό Κόμμα Κεϋλάνης (ΚΚΚ) που προσελκύστηκαν από τον μαοϊσμό. Αυτή ήταν μια περίοδος κατά την οποία το ΚΚΚ διαιρέθηκε σε μια φιλοσοβιετική και μια φιλοκινεζική ομάδα∙ το JVP αναπτύχθηκε αρχικά ως διάσπαση της τελευταίας.
Από τότε, το JVP αυτοπροσδιορίζεται ως μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα. Ωστόσο, έχει επίσης αφομοιώσει τη σινχαλική βουδιστική κουλτούρα και ιδεολογία και υπερασπίστηκε στο πρόσφατο παρελθόν τον σινχαλικό εθνικισμό ενάντια τόσο σε εξωτερικές («ινδικός επεκτατισμός») όσο και σε εσωτερικές («αυτονομισμός των Ταμίλ») απειλές κατά της κρατικής κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας.
Το JVP οργάνωσε δύο εξεγέρσεις εναντίον του κράτους υπό την ηγεσία του ιδρυτή του, Ροχάνα Βιτζιεβίρα. Η εξέγερση του 1971[6] ήταν εναντίον της αριστερής κυβέρνησης του Ενιαίου Μετώπου της Σιριμάβο Μπανταρανάικε, στην οποία το Κόμμα Lanka Sama Samaja, πρώην τμήμα της τροτσκιστικής Τέταρτης Διεθνούς, και το φιλοσοβιετικό ΚΚΚ ήταν κατώτεροι εταίροι του συνασπισμού. Τότε και στη συνέχεια, η συμπάθεια της κοινής γνώμης στρεφόταν προς τους φοιτητές και τη νεολαία που πήραν τα όπλα για την κοινωνική αλλαγή, αλλά σκοτώθηκαν αλόγιστα ή φυλακίστηκαν για χρόνια σε στρατόπεδα αναμόρφωσης.
Ο Βιτζιεβίρα και άλλοι αφέθηκαν ελεύθεροι το 1977 μετά την αλλαγή της κυβέρνησης. Η απαγόρευση του κόμματος άρθηκε επίσης, επιτρέποντάς του να ξεκινήσει ανοιχτή πολιτική δράση μεταξύ διαφόρων κοινωνικών ομάδων, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων, των φοιτητών πανεπιστημίων και σχολείων, των βουδιστών κληρικών και των χαμηλόβαθμων αξιωματικών του στρατού. Ο Βιτζιεβίρα ήταν ο υποψήφιος του JVP στις προεδρικές εκλογές του 1982, όπου έλαβε το 4% των ψήφων.
Η δεύτερη εξέγερση
Το επόμενο σημείο καμπής ήρθε μετά τη βία κατά των Ταμίλ που υποστηρίχθηκε από το κράτος τον Ιούλιο του 1983. Το JVP και δύο άλλα αριστερά κόμματα, κανένα από τα οποία δεν είχε καμία ανάμειξη στο πογκρόμ, απαγορεύτηκαν από τη δεξιά κυβέρνηση του Τζ. Ρ. Τζαγιεβαρντένε, θείου του Ρανίλ Βικραμασίνχα, του οποίου το Ενωμένο Εθνικό Κόμμα είχε στην πραγματικότητα ηγηθεί της βίας.
Για άλλη μια φορά, το JVP πέρασε στην παρανομία. Άρχισε να μαζεύει όπλα, να ληστεύει τράπεζες για κεφάλαια και να εκπαιδεύει στρατιωτικούς. Το κράτος βρισκόταν πλέον σε πόλεμο με διάφορες μαχητικές οργανώσεις των Ταμίλ στα βόρεια και ανατολικά του νησιού. Το JVP, αν και το ίδιο βρισκόταν σε πόλεμο με το κράτος, ήταν σφοδρά αντίθετο στην αυτοδιάθεση του έθνους των Ταμίλ.
Η Ινδία αύξησε την παρέμβασή της στην εσωτερική ένοπλη σύγκρουση, στέλνωντας στρατεύματα στο βόρειο και ανατολικό τμήμα του νησιού, όπου πλειοψηφούν οι Ταμίλ, και συστάθηκε μια περιφερειακή κυβέρνηση με τη μεσολάβηση της Ινδίας με περιορισμένες εξουσίες ως πολιτική λύση στον πόλεμο. Σε αυτό το σημείο το JVP ξεκίνησε τη δεύτερη εξέγερσή του μεταξύ 1987 και 1989.[7]
Ενώ η εξέγερση του 1971 είχε σκοπό να ακολουθήσει το άστρο του σοσιαλισμού, αυτή τη φορά ξεκίνησε υπό τη σημαία του σινχαλικού εθνικισμού. Η αποδυνάμωση της συνείδησης της εργατικής τάξης και η παρακμή των αριστερών συνδικάτων και κομμάτων από τη δεκαετία του 1980 συνέβαλαν σε αυτή την αντιδραστική στροφή. Το JVP κινητοποίησε ένα Πατριωτικό Λαϊκό Κίνημα (PPM) που υπερέβαινε τον αριθμό των μελών του προκειμένου να αντιταχθεί στον ρόλο της Ινδίας στην εθνοτική σύγκρουση καθώς και εναντίον της τότε δεξιάς κυβέρνησης.
Το PPM υπό την ηγεσία του JVP δολοφόνησε αξιωματούχους και υποστηρικτές του κυβερνώντος κόμματος, καθώς και τις οικογένειες στελεχών της κρατικής ασφάλειας και τους δικούς του αντιπάλους στην αριστερά, συμπεριλαμβανομένων φοιτητών, συνδικαλιστών και αγροτών. Η βία που εξαπέλυσε το JVP ανταποδόθηκε πολλαπλάσια από το κράτος σε ένα κύμα καταστολής που σκότωσε μεταξύ 40.000 και 60.000 νέους άνδρες και γυναίκες.
Για άλλη μια φορά, το JVP καταστάλθηκε. Αυτή τη φορά ο Βιτζιεβίρα δεν γλίτωσε τη ζωή του μετά τη σύλληψή του το 1989. Τη μνήμη αυτής της εποχής τρόμου (μπεεσανάγια στα σινχαλικά) από το JVP εκμεταλλεύτηκαν οι αντίπαλοί του στις εκλογές του 2024, επιδιώκοντας να αντιστρέψουν το ρεύμα που υπήρχε υπέρ του.
Η ανασυγκρότηση
Κατά τη διάρκεια της επόμενης φάσης ανάκαμψης και ανοικοδόμησης του JVP από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ο Ανούρα Κουμάρα Ντισσαναγιάκε ξεκίνησε την ανοδική του πορεία μέσα στο κόμμα. Προερχόταν από μια μικρή αγροτική οικογένεια στην αγροτική βόρεια-κεντρική Σρι Λάνκα και πήγε σε τοπικά σχολεία στα οποία φοιτούσαν παιδιά των φτωχών. Ο πατέρας του ήταν ένας ασήμαντος υπάλληλος σε μια κυβερνητική υπηρεσία.
Ο Ντισσαναγιάκε εντάχθηκε στο JVP στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και δραστηριοποιήθηκε στη φοιτητική του πτέρυγα σε ένα δημόσιο πανεπιστήμιο στα περίχωρα του Κολόμπο, όπου απέκτησε πτυχίο φυσικών επιστημών. Με κάποιο τρόπο, σε αυτή την εποχή που ακόμη και η φημολογία για σχέσεις με το JVP μπορούσε να αποδειχθεί θανατική ποινή, γλίτωσε τη ζωή του, σε αντίθεση με πολλούς από τους συγχρόνους του.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990, είχε γίνει εθνικός οργανωτής της Ένωσης Σοσιαλιστών Φοιτητών του κόμματος, μπαίνοντας στην κεντρική επιτροπή του JVP. Το 1998, ανήλθε στο πολιτικό γραφείο του JVP. Δύο χρόνια αργότερα, μπήκε για πρώτη φορά στο κοινοβούλιο και έκτοτε διατηρεί την έδρα του. Το 2014, έγινε ο ανώτατος ηγέτης του JVP, μόλις ο πέμπτος μετά την ίδρυσή του (οι τρεις πρώτοι είχαν δολοφονηθεί εξωδικαστικά από το κράτος σε σύντομο χρονικό διάστημα μεταξύ Νοεμβρίου 1989 και Ιανουαρίου 1990).
Το JVP έχει συμμετάσχει σε εθνική κυβέρνηση μόνο μία φορά στο παρελθόν. Το 2004-5, αποτέλεσε μέρος ενός βραχύβιου συνασπισμού, όπου ο AKD ανέλαβε το πολιτικά σημαντικό χαρτοφυλάκιο της γεωργίας. Περίπου την ίδια περίοδο ήταν επικεφαλής ενός τοπικού κοινοβουλίου στη νότια επαρχία.
Τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και οι αρχές της δεκαετίας του 2000 ήταν επίσης μια περίοδος κατά την οποία το JVP κινητοποιήθηκε δραστήρια σε διαδηλώσεις στους δρόμους, ακόμη και σε επιθέσεις κατά των ειρηνευτικών συνομιλιών με τους Τίγρεις για την Απελευθέρωση του Ταμίλ Ιλάμ (LTTE / Liberation Tigers of Tamil Eelam)[8]. Υποστήριξε τη σινχαλο-εθνικιστική προεδρική εκστρατεία του Μαχίντα Ρατζαπάκσα το 2005 και ενθάρρυνε την επιστροφή σε πόλεμο πλήρους κλίμακας μετά τη νίκη του, με ηγέτες του JVP να επισκέπτονται τις γραμμές του μετώπου για να εμψυχώνουν τον στρατό. Το κόμμα υπέβαλε επίσης με επιτυχία αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο για τον διαχωρισμό της βόρειας και της ανατολικής επαρχίας που οι εθνικιστές Ταμίλ θεωρούν παραδοσιακή τους πατρίδα.
Αυτός ο προσανατολισμός του JVP κατά την πρόσφατη ιστορία εξηγεί γιατί δεν μπόρεσε να κάνει πολιτική επανάσταση στις περιοχές με πλειοψηφία Ταμίλ, παρά τις συνειδητές προσπάθειες οργάνωσης που έγιναν εκεί. Στις εκλογές του 2024, ωστόσο, υπήρξε μια αξιοσημείωτη αλλαγή στάσης στο βορρά και τα ανατολικά, καθώς το ποσοστό ψήφων του NPP εκτοξεύτηκε από το 1% το 2019 στο 7% με 10% στο βόρειο τμήμα με πλειοψηφία Ταμίλ. Κέρδισε επίσης μεταξύ 20% και 25% των ψήφων στο ομοιόμορφα μικτό ανατολικό τμήμα, όπου σημαντικός αριθμός μουσουλμάνων και σινχαλέζων νέων ψήφισε τον AKD.
Η μιλιταριστική στάση του JVP και η εγγύτητα με τον σιγχαλικό εθνοτικό εθνικισμό προκάλεσαν επίσης δύο διασπάσεις στο εσωτερικό του κόμματος: μια δεξιά, ρατσιστική διάσπαση (Εθνικό Μέτωπο Ελευθερίας)[9] το 2008 και μια αριστερή, σοσιαλιστική διάσπαση (Σοσιαλιστικό Κόμμα της Πρώτης Γραμμής)[10] το 2012. Ωστόσο, το μητρικό κόμμα διατήρησε τις κύριες οργανώσεις του, συμπεριλαμβανομένων των ισχυρών συνδικάτων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, καθώς και την εκπροσώπησή του στα εκλεγμένα όργανα.
Το πρόγραμμα του NPP
Μέσω του σχηματισμού του συνασπισμού της Εθνικής Λαϊκής Δύναμης (NPP) το 2019, το JVP επεδίωκε να ανακόψει και να αντιστρέψει την εκλογική περιθωριοποίησή του διευρύνοντας την ταξική του βάση και να αποτινάξει την ιδεολογία του παρελθόντος χωρίς να απαρνηθεί επίσημα την ιστορία του.
Παρόλο που το JVP είχε συνεχή παρουσία στο κοινοβούλιο τις τελευταίες τρεις δεκαετίες[11] με το μεγαλύτερο μπλοκ αριστερών βουλευτών από το 2000, το μέγεθος αυτού του μπλοκ είχε μεγάλες διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου (Πίνακας 1). Χαρακτηρίστηκε ευρύτερα ως η «τρίτη δύναμη» στην κοινοβουλευτική πολιτική, ωστόσο έμεινε πολύ πίσω από τους δύο συνασπισμούς που εναλλάσσονταν στην κυβέρνηση. Ο ρόλος της «μόνιμης αντιπολίτευσης», με αρχές αλλά χωρίς δύναμη, ήταν αυτός που οι φιλελεύθεροι και ορισμένοι αριστεροί πίστευαν ότι ήταν το πεπρωμένο του κόμματος.
Πίνακας 1: Η κοινοβουλευτική δύναμη του JVP 1994-2020
Έδρες (επί 225) | |
1994 | 1 |
2000 | 10 |
2001 | 16 |
2004 | 39 |
2010 | 4 |
2015 | 6 |
2020 | 3 |
Το 2019, το JVP ίδρυσε το NPP ως ένα «προοδευτικό» εκλογικό μέτωπο και όχι ως ένα ξεκάθαρα αριστερό μέτωπο. Οι εταίροι του σε αυτό το μέτωπο είναι ως επί το πλείστον οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών από νέους ακτιβιστές της πολιτικής, του εργατικού κινήματος και του πολιτισμού, με μια διάσπαρτη παρουσία παλαιότερων (ανδρών) μαρξιστών από το ναυάγιο της αριστεράς της Σρι Λάνκα. Είναι πολυεθνική και πολυθρησκευτική, αν και η εκπροσώπηση των Ταμίλ και των Μουσουλμάνων είναι χαμηλή. Υπάρχουν περισσότερες γυναίκες στην εθνική ηγεσία του από ό,τι στα άλλα κόμματα.
Ωστόσο, το NPP εξαρτάται πλήρως από το JVP για την ύπαρξη και την οργανωτική του υποδομή. Το κύριο πλεονέκτημα που προσφέρει στο JVP είναι το ταξικό και κοινωνικό προφίλ που το τελευταίο αγκάλιασε με ζήλο στην πορεία του προς την εξουσία. Το JVP αντιπροτείνει τώρα την «κυριαρχία των εμπειρογνωμόνων» –δηλαδή των ακαδημαϊκών, των επαγγελματιών και των επιχειρηματιών– απέναντι στην απεχθή «κυριαρχία των πολιτικών». Κατά την εκτίμησή του, είναι η «μορφωμένη» μεσαία τάξη που πρέπει να εκπροσωπεί εκείνους που δεν μπορούν να εκπροσωπήσουν τον εαυτό τους, ενώ οι πολιτικοί υλοποιούν τις πολιτικές που οι ίδιοι συμβουλεύουν.
Ωστόσο, η μεσαία τάξη, όχι λιγότερο από την ελίτ, βρίσκει την εξωτερική εμφάνιση και το παρελθόν του JVP εξαιρετικά ανησυχητικά. Για να καθησυχάσει αυτούς τους φόβους, το JVP μέσω του NPP έχει μετατοπιστεί προγραμματικά προς την κεντροαριστερά. Ενώ ασκεί κριτική στον νεοφιλελευθερισμό, τώρα επαναλαμβάνει το ρεπερτόριό του[12].
Σύμφωνα με τη σημερινή προοπτική του NPP, ο ιδιωτικός τομέας είναι η ατμομηχανή της ανάπτυξης, ενώ ο ρόλος του κράτους είναι να παρακολουθεί, να διευκολύνει και να ρυθμίζει τις αγορές. Η Σρι Λάνκα πρέπει να αυξήσει και να διαφοροποιήσει τα έσοδα από τις εξαγωγές της, να εφαρμόσει συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου και να προσελκύσει ξένα κεφάλαια, με ένα επιχειρηματικό περιβάλλον προσαρμοσμένο στις ανάγκες των επενδυτών. Οι ζώνες προώθησης επενδύσεων θα πρέπει να εξαπλωθούν σε όλο το νησί και η κεφαλαιαγορά θα πρέπει να επεκταθεί.
Από την άλλη πλευρά, το μανιφέστο του NPP αποκλίνει από τις αρχές του φονταμενταλισμού της αγοράς, τονίζοντας τη σημασία της εγχώριας βιομηχανικής και γεωργικής παραγωγής και την ανάγκη κρατικής στήριξης των βιομηχανιών και των αγροτών. Ζητάει ευνοϊκές πιστώσεις για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και ανακούφιση από τα μικροχρηματοδοτικά δάνεια που λαμβάνουν οι γυναίκες με τοκογλυφικά επιτόκια.
Η συμμαχία αντιτίθεται στην ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων και υπόσχεται να αυξήσει τις μεταβιβάσεις μετρητών στους φτωχούς, ενώ θα καταργήσει τους έμμεσους φόρους σε βασικά τρόφιμα, φάρμακα και τοπικά βιομηχανικά προϊόντα. Υπόσχεται επίσης να διενεργήσει έλεγχο του εξωτερικού χρέους της Σρι Λάνκα για να εντοπίσει ποιο μέρος του είναι απεχθές και παράνομο.
Στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των πολιτικών μεταρρυθμίσεων, το NPP υπόσχεται να καταργήσει τον δρακόντειο νόμο για την πρόληψη της τρομοκρατίας, να σεβαστεί τα δικαιώματα των εργαζομένων και να προωθήσει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Θέλει επίσης να εισαγάγει ένα νέο σύνταγμα που θα καταργεί τις εκτελεστικές εξουσίες του προέδρου και θα μεταβιβάζει την εξουσία στις περιφέρειες, συμπεριλαμβανομένου της βόρειας και της ανατολικής περιφέρειας, όπου πλειοψηφούν οι Ταμίλ.
Προκλήσεις
Ελλείψει κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και έχοντας πλήρη επίγνωση της λαϊκής απαξίωσης για την υπάρχουσα ομάδα βουλευτών που προέρχονται ως επί το πλείστον από το κόμμα του Ρατζαπάκσα, ο AKD διέλυσε το κοινοβούλιο αμέσως μετά την ορκωμοσία του. Οι βουλευτικές εκλογές θα πρέπει να διεξαχθούν πριν από τον Αύγουστο του επόμενου έτους. Συγκρότησε μια υπηρεσιακή κυβέρνηση με τους τρεις σημερινούς βουλευτές του κόμματός του.
Ο διορισμός της μοναδικής γυναίκας βουλεύτριας του NPP ως πρωθυπουργού –μια θέση που είναι λιγότερο ισχυρή από εκείνη του προέδρου, όπως και στο γαλλικό σύστημα– έχει τύχει θετικής υποδοχής. Οι γενικές εκλογές θα διεξαχθούν στις 14 Νοεμβρίου. Με μια προεκλογική εκστρατεία να έχει μόλις ολοκληρωθεί, μια άλλη αρχίζει. Το αποτέλεσμα αυτών των εκλογών θα καθορίσει αν το NPP έχει την εντολή και τα ποσοστά για να προωθήσει τα νομοθετικά του σχέδια.
Εν τω μεταξύ, ο AKD επιβεβαίωσε, όπως επανειλημμένα ανέφερε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ότι το NPP θα συνεχίσει το πρόγραμμα του ΔΝΤ. Ωστόσο, σκοπεύει να διαπραγματευτεί αλλαγές που θα παρέχουν μεγαλύτερη ανακούφιση στους φτωχούς. Το ΔΝΤ επέμεινε ότι οι οικονομικοί στόχοι και οι όροι του είναι απαραβίαστοι. Εάν το NPP υποκύψει σε αυτή τη θέση, θα πρέπει να εγκαταλείψει τις φιλανθρωπικές του δεσμεύσεις και να επιβάλει μη μετριοπαθή λιτότητα.
Ο παγκόσμιος οίκος αξιολόγησης Moody έκανε την ακόλουθη αξιολόγηση:
«Ενώ η εκλογή του Ντισσαναγιάκε αποτελεί σημαντική αλλαγή στο πολιτικό τοπίο της Σρι Λάνκα, πιστεύουμε ότι η γενική διάθεση για μεταρρυθμίσεις θα παραμείνει αδιατάρακτη. Δεν αναμένουμε σημαντικές διαταραχές στη μεταρρυθμιστική ατζέντα της χώρας ή στις μακροοικονομικές πολιτικές, οι οποίες περιλαμβάνουν την τρέχουσα αναδιάρθρωση του χρέους και τις διαρθρωτικές προσαρμογές στο πλαίσιο του προγράμματός της με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.»
Η διατήρηση δύο βασικών αξιωματούχων που ήταν ευθυγραμμισμένοι με τον προηγούμενο πρόεδρο και υποταγμένοι στο ΔΝΤ στη θέση του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Σρι Λάνκα και του υπουργού Οικονομικών υπογραμμίζει τις συνέχειες που θα πρέπει να περιμένουμε όσον αφορά την οικονομική πολιτική. Όσο δύσκολο και αν θα είναι για τη νέα κυβέρνηση να εξασφαλίσει την πλειοψηφία που χρειάζεται στις γενικές εκλογές, ένας αριστερός πρόεδρος θα δυσκολευτεί ακόμη περισσότερο να ακροβατήσει στο τεντωμένο σχοινί μεταξύ του ΔΝΤ και των ξένων πιστωτών από τη μία πλευρά και των ελπίδων και των προσδοκιών των οπαδών του από την άλλη.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Balasingham Skanthakumar, “Sri Lanka Is Experiencing a Political Earthquake”, Jacobin, 30 Σεπτεμβρίου 2024, https://jacobin.com/2024/09/sri-lanka-akd-left-wing-president?fbclid=IwY2xjawFqDr5leHRuA2FlbQIxMQABHYNgu_8ZzQnT68KOuzKAMwBJyvaFTN19ZMy4Hf8fs1M0UEbeE2opsyWk5Q_aem_-uP3h8DlEIckHnz1IOFDXw&sfnsn=mo. Αναδημοσίευση: Europe Solidaire Sans Frontières, https://www.europe-solidaire.org/spip.php?article72125.
Balasingham Skanthakumar
Η προοπτική πολιτικής αλλαγής στη Σρι Λάνκα εξαρτάται από τη δυναμική των επόμενων μηνών
Η Σρι Λάνκα εξέλεξε τον Ανούρα Κουμάρα Ντισσαναγιάκε νέο πρόεδρο στις 21 Σεπτεμβρίου, σηματοδοτώντας την πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας που ένας υποψήφιος που δεν ανήκει στα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα κέρδισε την προεδρία. Ο Ντισσαναγιάκε, που εκπροσωπεί τον συνασπισμό της Εθνικής Λαϊκής Δύναμης (NPP), νίκησε τους υποψηφίους του επί μακρόν κυρίαρχου Ενωμένου Εθνικού Κόμματος (UNP) και του Κόμματος Ελευθερίας της Σρι Λάνκα (SLFP). Οι εκλογές διεξάγονται καθώς η Σρι Λάνκα συνεχίζει να αντιμετωπίζει οικονομικές προκλήσεις μετά τη χρεοκοπία της το 2022. Σε συνέντευξή του στον Pitasanna Shanmugathas, επικεφαλής συντάκτη περιεχομένου μακράς διάρκειας του JURIST ο ερευνητής Balasingham Skanthakumar, μέλος της Ένωσης Κοινωνικών Επιστημόνων της Σρι Λάνκα και εκδότης του περιοδικού Polity με έδρα το Κολόμπο, συζητά τις επιπτώσεις αυτής της πολιτικής αλλαγής για το έθνος της Νότιας Ασίας.
JURIST: Παρακαλώ εξηγήστε στους αναγνώστες του JURIST ποιος είναι ο Ανούρα Κουμάρα Ντισσαναγιάκε και ποια είναι η σημασία της εκλογικής του νίκης για τους πολίτες της Σρι Λάνκα.
Balasingham Skanthakumar: Η νίκη του Ανούρα Κουμάρα Ντισσαναγιάκε ως υποψηφίου του κεντροαριστερού συνασπισμού της Εθνικής Λαϊκής Δύναμης (NPP) είναι εξαιρετικά σημαντική για συμβολικούς και ουσιαστικούς λόγους. Οι προκάτοχοί του προέρχονταν από την κοινωνική και πολιτική ελίτ που κυβέρνησε καταχρηστικά τη Σρι Λάνκα από την ανεξαρτησία της από τη Βρετανία το 1948. Ορισμένοι γεννήθηκαν σε αυτή την ελίτ, ενώ δύο (Ρανασίνχε Πρεμαντάσα, Μαϊτριπάλα Σιρισένα) κατάφεραν να μπουν σε αυτήν μέσω της πολιτικής επιχείρησης πριν καταλάβουν την προεδρία. Αντίθετα, η πολιτική διαδρομή του Ντισσαναγιάκε υπήρξε ξένη και επικριτική αυτής της ελίτ.
Ο νέος πρόεδρος γεννήθηκε σε μια φτωχή αγροτική οικογένεια που καταγόταν αρχικά από τα υψίπεδα που δεν είχαν γη, [που] μετανάστευσε, όπως έκαναν και άλλοι, για να βελτιώσουν τη ζωή τους στην άνυδρη ζώνη της βόρειας κεντρικής περιοχής που καλλιεργείται με άρδευση. Ο πατέρας του ήταν υπάλληλος στις κατώτερες βαθμίδες μιας κυβερνητικής υπηρεσίας∙ και η μητέρα του συντηρούσε ένα μεγάλο νοικοκυριό, ενώ φρόντιζε το μικρό κτήμα τους με τον ορυζώνα. Ήταν ο πρώτος στην οικογένειά του που φοίτησε στο πανεπιστήμιο, σπουδάζοντας φυσικές επιστήμες σε δημόσιο πανεπιστήμιο.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 στο πανεπιστήμιο της Κελάνια ήταν φοιτητής-ακτιβιστής του τότε παράνομου Janatha Vimukthi Peramuna (JVP – Μέτωπο Απελευθέρωσης του Λαού) –το οποίο είχε απαγορευτεί το 1983 από το δεξιό καθεστώς του Ενωμένου Εθνικού Κόμματος και στη συνέχεια καταστάλθηκε σκληρά κατά τη διάρκεια της δεύτερης εξέγερσης κατά του κράτους μεταξύ 1987 και 1989– και έγινε πολιτικός ακτιβιστής πλήρους απασχόλησης αφού το κόμμα νομιμοποιήθηκε και άρχισε να ανασυγκροτείται, μεταξύ άλλων μέσω της εκλογικής πολιτικής. Ως κάποιος που προέρχεται από μια εκμεταλλευόμενη και περιθωριοποιημένη τάξη, καθώς και ως ηγέτης ενός τυπικά μαρξιστικού-λενινιστικού κόμματος, η εκλογή του ως αρχηγού κράτους και κυβέρνησης στο γκωλικού τύπου σύστημα της Σρι Λάνκα, έχει σπάσει το καλούπι.
Διεξήγαγε την εκστρατεία του όμως όχι με σοσιαλιστική ή αντικαπιταλιστική πλατφόρμα, αλλά μάλλον με την κραυγή για «αλλαγή» σε μια εκφυλισμένη πολιτική κουλτούρα δεκαετιών, η οποία κατηγορείται από μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, ανεξαρτήτως τάξης, φύλου, εθνικότητας και θρησκείας, για την οικονομική καταστροφή του 2021-2022, με αποκορύφωμα τη χρεοκοπία της Σρι Λάνκα, όταν αυτή αθέτησε την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους της, ύψους 32 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ.
Οι προσδοκίες όσων τον ψήφισαν, αλλά και πολλών από αυτούς που δεν τον ψήφισαν, είναι ότι η κυβέρνησή του θα μετασχηματίσει την πολιτική κουλτούρα όπου οι πολιτικοί εξουσιάζουν τον λαό στο μεσοδιάστημα των εκλογών, ανταμείβουν τους εαυτούς τους είτε είναι στην κυβέρνηση είτε στην αντιπολίτευση με προνόμια και παροχές, επωφελούνται από το αξίωμά τους μέσω δοσοληψιών και δωροδοκιών από άλλα πολιτικά κόμματα, τοπικές και ξένες επιχειρήσεις, και έχουν πρόσβαση σε κρατικούς και διεθνείς διαγωνισμούς και συμβάσεις, και απολαμβάνουν ατιμωρησία από έρευνα, δίωξη και φυλάκιση για τις καταχρήσεις και τα εγκλήματά τους όσο κατείχαν το αξίωμά τους.
Αυτό ήταν το συναίσθημα της λαϊκής εξέγερσης του 2022,[13] γνωστής ως τζανάτα αραγκαλάγια (λαϊκός αγώνας στα σινχαλικά). Παρόλο που το κίνημα αυτό ήταν βραχύβιο, συνέβαλε σε τεράστιο βαθμό στην αλματώδη αύξηση της δημοτικότητας του συνασπισμού της Εθνικής Λαϊκής Δύναμης, που το JVP ίδρυσε το 2019 για να διευρύνει την ταξική του βάση από τα αριστερά μικροαστικά και εργατικά στρώματα σε πιο συντηρητικές τάξεις, ανοίγοντας τον δρόμο του Ντισσαναγιάκε προς την προεδρία.
Καθώς το κόμμα του βρίσκεται εκτός της παραδοσιακής πολιτικής τάξης∙ και ως εκ τούτου, αμόλυντο από τη ρεμούλα∙ και εδώ και πολλά χρόνια έχει κάνει την καταπολέμηση της διαφθοράς κεντρικό σύνθημά του, όσοι ήθελαν αυτή την αμφίσημη και αόριστη «αλλαγή» στράφηκαν σε αυτό. Σωστά απέρριψαν τους υποψηφίους των δύο κυρίαρχων δεξιών συμμαχιών (γύρω από τον πρώην πρόεδρο Ρανίλ Βικρεμεσίνχε και τον αρχηγό της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης Σατζίτ Πρεμαντάσα).
Αν και δεν κατάφερε να συγκεντρώσει την πλειοψηφία, το NPP συγκέντρωσε το μεγαλύτερο μερίδιο ψήφων, πάνω από 5,6 εκατομμύρια (42%), και προηγήθηκε σε 15 από τις 22 εκλογικές περιφέρειες, εκτός από εκείνες με συγκεντρώσεις εθνοτικών μειονοτήτων στις κεντρικές, ανατολικές και βόρειες περιοχές. Η βάση των ψήφων του προέρχεται κατά κύριο λόγο από την πλειονότητα του σιγχαλικού έθνους (75% του πληθυσμού). Όμως αυτή τη φορά, έχει αρχίσει να κερδίζει οπαδούς μεταξύ των μουσουλμανικών και ταμιλικών μειονοτήτων σε όλο το νησί, ιδίως μεταξύ των νέων.
Διαθέτει μόνο τρία μέλη στο νομοθετικό σώμα των 225 εδρών∙ γεγονός που καθιστά το υπουργικό του συμβούλιο ίσως το μικρότερο στον κόσμο. Μια από τις πρώτες πράξεις του νέου προέδρου ήταν η πρόωρη διάλυση του κοινοβουλίου (όπως ορίζει το Σύνταγμα). Οι γενικές εκλογές θα διεξαχθούν στις 14 Νοεμβρίου και η πρώτη συνεδρίαση της νέας Βουλής θα γίνει μια εβδομάδα αργότερα. Το NPP χρειάζεται 113 έδρες για να σχηματίσει κυβέρνηση. Αυτή είναι μια δυσκολότερη πρόκληση από την κατάκτηση της προεδρίας.
Το αν η κυβέρνηση του NPP θα αναδιατάξει το πολιτικό σύστημα, όπως περιμένουν οι υποστηρικτές του, ή θα αφομοιωθεί σε αυτό –όπως έκαναν οι άλλοτε αντίπαλοί του της Παλαιάς Αριστεράς, το πρώην τροτσκιστικό κόμμα Lanka Samaja και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σρι Λάνκα– είναι ένα ανοιχτό ερώτημα.
JURIST: Η ευθύνη για την κατάρρευση της οικονομίας της Σρι Λάνκα το 2022 αποδόθηκε σε μεγάλο βαθμό στον ανατραπέντα πρόεδρο Γκοταμπάγια Ρατζαπάκσα. Ωστόσο, έχετε υποστηρίξει στα άρθρα σας[14] ότι η οικονομική κατάρρευση το 2022 ήταν στην πραγματικότητα αποτέλεσμα δεκαετιών νεοφιλελεύθερων πολιτικών που εφαρμόστηκαν από διαδοχικές κυβερνήσεις της Σρι Λάνκα που ανήκαν τόσο στο UNP όσο και στο SLFP, ξεκινώντας ήδη από τη δεκαετία του 1970. Θα προσπαθήσει η κυβέρνηση του Ντισσαναγιάκε να διορθώσει τη συνεχιζόμενη νεοφιλελεύθερη κρίση της Σρι Λάνκα;
Skanthakumar: Το JVP, το οποίο είναι η κύρια συνιστώσα του συνασπισμού της Εθνικής Λαϊκής Δύναμης, προήλθε από τη ριζοσπαστικοποίηση της νεολαίας της δεκαετίας του 1960 ως επαναστατικό σοσιαλιστικό κόμμα με γκεβαριστικές και μαοϊκές τάσεις. Ως εκ τούτου, ιστορικά συνδέεται με αντιιμπεριαλιστικές πολιτικές, συμπεριλαμβανομένης της εχθρότητας προς τους θεσμούς του Μπρέτον Γουντς, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και η Παγκόσμια Τράπεζα.
Από τότε που το JVP εισήλθε στην κοινοβουλευτική πολιτική από το 1994 και μετά - το οποίο έγινε στο γεωπολιτικό πλαίσιο της κατάρρευσης του «σοσιαλιστικού» μπλοκ στην Ευρώπη, της οποίας προηγήθηκε η κρίση του σοσιαλισμού ως αξιόπιστης εναλλακτικής λύσης απέναντι στον καπιταλισμό- και του αντιπρότυπου των μεταρρυθμίσεων της αγοράς της Κίνας με την ενσωμάτωσή της στον παγκόσμιο καπιταλισμό και την ενθάρρυνση του ιδιωτικού κεφαλαίου – το κόμμα έχει μετατοπιστεί προς την αποδοχή μιας μικτής οικονομίας, με πρωταγωνιστικό ρόλο του κράτους στην οικονομία. Πρόσφατα, ανέφερε το Βιετνάμ ως το παράδειγμα επιτυχίας που επιθυμεί να επαναλάβει.
Παρόλο που το JVP-NPP δεν είναι υπέρμαχος του νεοφιλελευθερισμού, δεν είναι ούτε συνεκτικά αντι-νεοφιλελεύθερο με βάση την προεκλογική εκστρατεία του 2024 και το μανιφέστο και τα πολιτικά του κείμενα. Το πιο σημαντικό είναι ότι το NPP –και το επιβεβαίωσε ο νέος πρόεδρος στην πρώτη του ομιλία στη χώρα– έχει δεσμευτεί να μην απομακρυνθεί από το τρέχον πρόγραμμα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Ο ίδιος έχει δηλώσει προηγουμένως ότι η συμφωνία αποτελεί τετελεσμένο γεγονός και πλέον αποτελεί προϋπόθεση για τις διαπραγματεύσεις αναδιάρθρωσης του χρέους με τους επίσημους και τους ιδιώτες πιστωτές· υπονοώντας ότι τα χέρια του είναι δεμένα και ότι η προσδοκία της κοινής γνώμης αφορά την ικανοποιητική ολοκλήρωση και των δύο.
Αντί γι’ αυτό, το NPP λέει ότι θα επανεξετάσει την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του χρέους από το ΔΝΤ, η οποία παρέχει την τεχνική αιτιολογία για τους πολιτικούς όρους του, συμπεριλαμβανομένων των σκληρών μέτρων λιτότητας. Η νέα κυβέρνηση προτείνει αλλαγές εντός του υφιστάμενου πλαισίου: όπως η μείωση της φορολόγησης των φτωχών και της κατώτερης μεσαίας τάξης, η διατήρηση ορισμένων κρατικών επιχειρήσεων (τομέας στον οποίο το JVP έχει σημαντική συνδικαλιστική παρουσία) υπό την ιδιοκτησία του δημοσίου, αφήνοντας ανοιχτή την πόρτα για την πώληση μη στρατηγικών επιχειρήσεων, και την ενίσχυση της «δημοσιονομικής εξυγίανσης» μέσω του εξορθολογισμού των κρατικών δαπανών και της αύξησης των εσόδων από τις εξαγωγές, ενώ παράλληλα θα μειωθούν οι δαπάνες για τις εισαγωγές μέσω της εντατικοποίησης της εγχώριας παραγωγής, ενισχύοντας έτσι τα εξωτερικά αποθέματα της Σρι Λάνκα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι δήλωσε επίσης ότι θα διενεργήσει «λογιστικό έλεγχο» του εξωτερικού χρέους, γεγονός που υποδηλώνει ότι αναγνωρίζει ότι τουλάχιστον ένα μέρος του είναι απεχθές και παράνομο και ότι οι πολίτες και οι μελλοντικές γενιές δεν πρέπει να επιβαρυνθούν.
Έχει επανειλημμένα επιμείνει στην τήρηση της συμφωνίας με το ΔΝΤ και στην εν εξελίξει διαδικασία αναδιάρθρωσης του χρέους[15]. Αυτό γίνεται εν μέρει για να διασκεδάσει τους φόβους του πολιτικού κατεστημένου και μεγάλων τμημάτων της κοινής γνώμης ότι η κατάρρευση της συμφωνίας με το ΔΝΤ θα διαταράξει τις διαπραγματεύσεις με τους εξωτερικούς πιστωτές και θα οδηγήσει σε οικονομική αστάθεια. Αποσκοπεί επίσης να σηματοδοτήσει ότι θέλει να θεωρείται εντός και εκτός Σρι Λάνκα, ως «υπεύθυνο» και όχι ριζοσπαστικό, και πραγματιστικό αντί για δογματικό.
Το NPP είναι επίσης υπέρ του ελεύθερου εμπορίου, υπέρ των ξένων επενδύσεων και υπέρ του εξαγωγικού προσανατολισμού. Δεν θα αντιστρέψει την επέκταση των ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας και εκπαίδευσης, αλλά υπόσχεται να τις ρυθμίσει προς το συμφέρον αυτών που τις χρησιμοποιούν. Εξισορροπεί τα κλασικά νεοφιλελεύθερα δόγματα, με αναφορές στην επέκταση της εγχώριας παραγωγής (δηλαδή την υποκατάσταση των εισαγωγών χωρίς να την κατονομάζει), την αντίθεση στην ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων και την επέκταση των κοινωνικών προγραμμάτων και των κονδυλίων του προϋπολογισμού για τις ευάλωτες ομάδες (ηλικιωμένοι, συνταξιούχοι, νεαρές μητέρες και γυναίκες με μικρά παιδιά, άτομα με αναπηρίες και χρόνιες ασθένειες κ.λπ.)
Έχει επίσης φροντίσει να αποφύγει κάθε αναφορά στον διογκωμένο στρατιωτικό προϋπολογισμό που καταναλώνει το 7% του εθνικού προϋπολογισμού και σχεδόν όσο η υγεία και η εκπαίδευση μαζί. Αυτό το σκάνδαλο είναι πολιτικά απρόσβλητο λόγω της ιδεολογίας εθνικής ασφάλειας που καλλιεργήθηκε από το σινχαλικό εθνικιστικό κράτος κατά τη διάρκεια σχεδόν τριών δεκαετιών πολέμου μεταξύ 1983 και 2009. Οι αναφορές του NPP στην αναδιανομή του πλούτου και του εισοδήματος γίνονται χαμηλόφωνα, για να μην ταλαιπωρήσει τις τάξεις των οποίων η αποδοχή έχει τόση σημασία γι’ αυτό.
Αυτό που δεν είναι ακόμη γνωστό είναι αν η στάση της νέας κυβέρνησης θα καταρρεύσει όταν το ΔΝΤ επιμείνει, όπως κάνει σταθερά, ότι η αξιολόγηση της βιωσιμότητας του χρέους του είναι μεθοδολογικά άψογη και ότι το πρόγραμμά του έχει σχεδιαστεί τόσο τέλεια ώστε να μην επιδέχεται βελτιώσεις.
Πώς θα δημιουργήσει η νέα κυβέρνηση τον δημοσιονομικό χώρο για το επίπεδο των δημόσιων επενδύσεων που απαιτούνται για τους στόχους της όσον αφορά τις δαπάνες, εντός του περιοριστικού πλαισίου της συμφωνίας με το ΔΝΤ; Θα επαναλάβει τις διαπραγματεύσεις με τους διμερείς και εμπορικούς πιστωτές που ολοκληρώθηκαν πρόσφατα (αλλά δεν επισφραγίστηκαν), ώστε να επιτύχει υψηλότερο κούρεμα του χρέους και, συνολικά, μια καλύτερη συμφωνία από εκείνη που έκανε βιαστικά το προηγούμενο καθεστώς για να δεσμεύσει την επόμενη κυβέρνηση;
Θα πει στο ΔΝΤ και στους πιστωτές ότι προτεραιότητά της είναι η υπεράσπιση του βιοτικού επιπέδου εκείνων που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση και τα μέτρα λιτότητας, και η ανάπτυξη της οικονομίας με τρόπους που θα ωφελήσουν την πλειοψηφία- υπεράνω των στόχων του ΔΝΤ για το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού και τον λόγο του χρέους προς το ΑΕΠ, και την αποπληρωμή του διμερούς και εμπορικού χρέους που πρόκειται να επαναληφθεί μετά το 2027;
JURIST: Ο πρώην πρόεδρος Ρανίλ Βικρεμεσίνχε, ο άμεσος προκάτοχος του Ντισσαναγιάκε, μεσολάβησε για μια συμφωνία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο με τον διακηρυγμένο ισχυρισμό ότι θα βοηθήσει στη διάσωση της Σρι Λάνκα από την οικονομική της κρίση. Θα μπορούσατε να μιλήσετε πιο συγκεκριμένα για το ποιες ήταν οι διατάξεις της συμφωνίας με το ΔΝΤ στις οποίες συμφώνησε η Σρι Λάνκα, καθώς και για την αξία του ισχυρισμού του Βικρεμεσίνχε ότι έσωσε την οικονομία της Σρι Λάνκα;
Skanthakumar: Η κυβέρνηση του Ρανίλ Βικρεμεσίνχε, την οποία σχημάτισε σε συνεργασία με την κοινοβουλευτική πλειοψηφία υπέρ του Ρατζάπακσα και τις αποστασίες από την αντιπολίτευση, κατάφερε να σταθεροποιήσει την οικονομία και να αναζωογονήσει την ανάπτυξή της, για τις πλούσιες τάξεις[16]. Ο γενικός πληθωρισμός μειώθηκε στο 0,5% τον περασμένο μήνα. Τα αξιοποιήσιμα συναλλαγματικά αποθέματα αυξήθηκαν σε 4,6 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ. Η συναλλαγματική ισοτιμία έχει ενισχυθεί σε περίπου 300 [ρουπίες Σρι Λάνκα] ανά δολάριο ΗΠΑ. Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν θα αυξηθεί κατά σχεδόν 4% φέτος.
Ενώ οι φτωχοί, όπως και οι πλούσιοι, δεν περιμένουν πλέον στην ουρά για τα βασικά είδη διατροφής, καύσιμα και φάρμακα, οι φτωχοί, σε αντίθεση με τους πλούσιους, δεν έχουν τα μέσα να τα πληρώσουν. Δεν υπάρχουν διακοπές ρεύματος μετά την αύξηση των τιμολογίων κατά 140%∙ αλλά πέρυσι ένα εκατομμύριο νοικοκυριά αποσυνδέθηκαν από το δίκτυο επειδή δεν μπορούν να πληρώσουν το λογαριασμό. Οι τιμές των τροφίμων τριπλασιάστηκαν κατά μέσο όρο, μετά την τελευταία εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και την ελεύθερη πτώση της ρουπίας [κατά τη διάρκεια] της οικονομικής καταστροφής του 2022, αυξάνοντας την επισιτιστική ανασφάλεια στο 24% όλων των νοικοκυριών. Ένα στα τέσσερα είναι κάτω από το επίσημο όριο της φτώχειας.
Η Σρι Λάνκα σύναψε τη 17η δανειακή σύμβαση με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο από το 1965, τον Μάρτιο του 2023. Η διευρυμένη διευκόλυνση του Ταμείου ύψους 2,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ για τέσσερα χρόνια, εκταμιεύεται σε δύο ετήσιες δόσεις που εξαρτώνται από την επίτευξη κριτηρίων αξιολόγησης της προόδου στη διαρθρωτική μεταρρύθμιση της οικονομίας.
Οι στόχοι που πρέπει να επιτευχθούν είναι οι εξής:
Πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα (δηλαδή τα δημόσια έσοδα να υπερβαίνουν τις δαπάνες) 2,3% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος έως το 2025,
Μείωση της ανάγκης δανεισμού της κυβέρνησης (ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες) στο 13% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος μεταξύ 2027 και 2032,
Μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν στο 95% έως το 2032.
Αν υποθέσουμε ότι αυτοί οι στόχοι θα επιτευχθούν –με όλο το κοινωνικό και πολιτικό κόστος που συνδέεται με τη συρρίκνωση των κρατικών δαπανών και την άρνηση της δημόσιας τόνωσης για την αύξηση της απασχόλησης και των εισοδημάτων– το συνολικό απόθεμα χρέους της Σρι Λάνκα θα είναι μεγαλύτερο μέχρι το 2027 από ό,τι ήταν το 2023∙ και η εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους θα καταβροχθίσει το 30% των κρατικών εσόδων μέχρι το 2027,[17] σύμφωνα με έναν πρώην αξιωματούχο του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, καθιστώντας, κατά την άποψή του, πιο πιθανό το ενδεχόμενο ότι μια νέα χρεοκοπία είναι αναπόφευκτη.
Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που προωθεί το πρόγραμμα του ΔΝΤ, οι οποίες υποστηρίζονται με ενθουσιασμό από πολιτικούς, κυβερνητικούς και φορείς της κοινωνίας των πολιτών, έχουν ως στόχο:
να αυξηθεί η έμμεση φορολογία, η οποία είναι αναδρομική, καθώς οι φτωχοί πληρώνουν δυσανάλογα περισσότερα από τους πλούσιους,
αύξηση των τραπεζικών επιτοκίων, καθιστώντας ακριβότερο τον δανεισμό, γεγονός που τιμωρεί τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις,
αναδιάρθρωση του εσωτερικού χρέους, όπου τα συνταξιοδοτικά ταμεία του δημόσιου τομέα ήταν μεγάλοι επενδυτές, οδηγώντας σε δραστική περικοπή της τελικής αξίας των παροχών,
μείωση των εργαζομένων του δημόσιου τομέα για να μειωθεί το κρατικό μισθολόγιο, γεγονός που διαβρώνει περαιτέρω τις δημόσιες υπηρεσίες και δημιουργεί ευκαιρίες στην αγορά για τους παρόχους του ιδιωτικού τομέα,
κατάργηση των επιδοτήσεων σε δημόσια αγαθά όπως τα καύσιμα για τις μεταφορές και το μαγείρεμα και η ηλεκτρική ενέργεια μέσω της τιμολόγησης στην αγορά,
διάλυση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης προς όφελος «δικτύων κοινωνικής ασφάλειας» που «στοχεύουν» σε συγκεκριμένες ομάδες με βάση το εισόδημα και τα περιουσιακά στοιχεία,
ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας μέσω της απορρυθμιστικής αναθεώρησης του εργατικού κώδικα,
συγκέντρωση της γεωργικής γης σε εκμεταλλεύσεις μεγάλης κλίμακας για εμπορικές (εξαγωγικές) καλλιέργειες μέσω τίτλων ιδιοκτησίας γης σε μικροκαλλιεργητές που σήμερα ασχολούνται με την καλλιέργεια διατροφικών προϊόντων· και
πάγωμα των έργων κεφαλαιουχικών δαπανών από την κυβέρνηση, με επιπτώσεις στις δημόσιες υποδομές, την παροχή δημόσιων υπηρεσιών, τον κατασκευαστικό κλάδο και την απασχόληση.
JURIST: Τι σημαίνει η προεδρική νίκη του Ντισσαναγιάκε για τις εθνοτικές σχέσεις, 15 χρόνια μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου στη Σρι Λάνκα και τα αιτήματα των Ταμίλ στα βορειοανατολικά του νησιού για απόδοση ευθυνών για εγκλήματα πολέμου, αποστρατιωτικοποίηση και πολιτική επίλυση;
Skanthakumar: Οι εθνοτικές εντάσεις έχουν μειωθεί μετά τη λαϊκή εξέγερση του 2022, όπου έγιναν συνειδητές προσπάθειες να παρουσιαστεί μια συλλογική ταυτότητα του «λαού» ενάντια σε μια παρακμιακή «ελίτ» και το «σύστημά» της που σπέρνει διαιρέσεις με βάση την εθνικότητα και τη θρησκεία. Η προεκλογική εκστρατεία του 2024 υπήρξε όχι μόνο η πιο ειρηνική, αλλά και μια εκστρατεία όπου οι εθνοτικές και θρησκευτικές εντάσεις (οι οποίες φυσικά παραμένουν) δεν υποδαυλίστηκαν από τους επικρατέστερους υποψηφίους.
Το NPP δεν είναι ρατσιστικό και περιλαμβάνει (αν και όχι σε μεγάλο αριθμό) εθνοτικές μειονότητες –Ταμίλ βορειοανατολικής καταγωγής, Τάμιλ της χώρας των λόφων, Μουσουλμάνους (μια εθνοθρησκευτική ταυτότητα στη Σρι Λάνκα)– μεταξύ των μελών και της ηγεσίας του.
Ενώ το μανιφέστο του NPP αναφέρει ορισμένες από τις επείγουσες ανησυχίες των Ταμίλ στο βορρά και την ανατολή που πλήττονται από τις συγκρούσεις, όπως η κατάργηση της αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας και η απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων, η αλήθεια και η δικαιοσύνη για τις οικογένειες των εξαφανισμένων, η αρπαγή γης από κρατικούς φορείς, η πρόσβαση στις δημόσιες υπηρεσίες για τους Ταμίλ μέσω της αποτελεσματικής εφαρμογής του νόμου για την επίσημη γλώσσα, η επαναδραστηριοποίηση του συστήματος των επαρχιακών συμβουλίων για μεγαλύτερη αυτοδιοίκηση∙ οι κοινωνικοοικονομικές ανησυχίες των Ταμίλ των ορεινών περιοχών (εργάτες φυτειών και οι απόγονοί τους) για στέγαση, γη, υγεία και εκπαίδευση, καθώς και πολλές δεσμεύσεις είναι ασαφείς και χωρίς χρονικά πλαίσια.
Το JVP-NPP προσέλκυσε συνταξιούχους στρατιωτικούς και τον βουδιστικό κλήρο και τους οργάνωσε ως υποστηρικτές του[18]. Και οι δύο αυτές ομάδες αντιτίθενται σθεναρά στη διερεύνηση και την απόδοση ευθυνών στις κρατικές δυνάμεις ασφαλείας για εγκλήματα πολέμου, καθώς και στην ανασύσταση του ενιαίου κράτους προς την κατεύθυνση του φεντεραλισμού. Ο νέος πρόεδρος σε προεκλογικές συναντήσεις τόνισε ότι το κατεξοχήν καθεστώς που αναγνωρίζεται στον βουδισμό στο ισχύον σύνταγμα (σχεδόν de jure καθεστώς κρατικής θρησκείας) είναι ιερό και απαραβίαστο, ενώ διαβεβαίωσε τους χριστιανούς, τους ινδουιστές και τους μουσουλμάνους ότι το δικαίωμά τους στην πίστη θα προστατεύεται από το κράτος.
Ο νέος πρόεδρος υπόσχεται ένα νέο και δημοκρατικό σύνταγμα που θα καταργήσει τον αυταρχικό θεσμό της προεδρίας, καθώς και ανάθεση μεγαλύτερης εξουσίας στις περιφέρειες, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών που κατοικούνται από εθνικές μειονότητες. Ωστόσο, αν δεν εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία στις γενικές εκλογές που απέχουν μόλις λίγες εβδομάδες, ή/και αν δεν βρει συμμάχους από άλλα πολιτικά κόμματα, δεν έχει τους αριθμούς για να κινηθεί αποφασιστικά σε αυτά τα πεδία.
Ο ίδιος και η κομματική του συμμαχία γνωρίζουν πολύ καλά ότι η κύρια εκλογική τους βάση είναι βαθιά ριζωμένη στην σινχαλική υπεροχή από την εποχή της αποαποικιοποίησης. Αυτή η εκλογική ομάδα είναι αδιάφορη στην καλύτερη περίπτωση, και εχθρική στη χειρότερη, για τη θέσπιση συντάγματος που θεωρείται ότι αποδίδει μεγαλύτερα δικαιώματα και μερίδιο της κρατικής εξουσίας στις εθνικές μειονότητες.
Η λαϊκή εξέγερση του 2022 αντανακλά στο αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2024. Η προοπτική για προοδευτική αλλαγή στη Σρι Λάνκα στηρίζεται στην πολιτική και κοινωνική δυναμική των επόμενων μηνών, ιδιαίτερα στην αφύπνιση από τον λήθαργο των αγώνων και των οργανώσεων του εργαζόμενου λαού.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Balasingham Skanthakumar, “The Prospect for Political Change in Sri Lanka Rests on the Dynamics of the Next Few Months”, Jurist news, 7 Οκτωβρίου 2024, https://www.jurist.org/features/2024/10/07/interview-the-prospect-for-political-change-in-sri-lanka-rests-on-the-dynamics-of-the-next-few-months/?s=09. Αναδημοσίευση: Europe Solidaire Sans Frontières, https://www.europe-solidaire.org/spip.php?article72180.
Σημειώσεις
[1] [Σ.τ.Μ.:] Για την εξέγερση του 2022, βλ. Nimanthi Rajasingham, «Η Εξέγερση στη Σρι Λάνκα: Αγώνες κατά της νεοφιλελεύθερης λιτότητας», e la libertà, 25 Ιουνίου 2022, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%B1-%CF%89%CE%BA%CE%B5%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CE%B1/8292-%CE%B7-%CE%B5%CE%BE%CE%AD%CE%B3%CE%B5%CF%81%CF%83%CE%B7-%CF%83%CF%84%CE%B7-%CF%83%CF%81%CE%B9-%CE%BB%CE%AC%CE%BD%CE%BA%CE%B1-%CE%B1%CE%B3%CF%8E%CE%BD%CE%B5%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%AC-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%BD%CE%B5%CE%BF%CF%86%CE%B9%CE%BB%CE%B5%CE%BB%CE%B5%CF%8D%CE%B8%CE%B5%CF%81%CE%B7%CF%82-%CE%BB%CE%B9%CF%84%CF%8C%CF%84%CE%B7%CF%84%CE%B1%CF%82. Rohini Hensman, «Σρι Λάνκα: Το τέλος του εφιάλτη;», e la libertà, 26 Ιουνίου 2022, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%B1-%CF%89%CE%BA%CE%B5%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CE%B1/8298-%CF%83%CF%81%CE%B9-%CE%BB%CE%AC%CE%BD%CE%BA%CE%B1-%CF%84%CE%BF-%CF%84%CE%AD%CE%BB%CE%BF%CF%82-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B5%CF%86%CE%B9%CE%AC%CE%BB%CF%84%CE%B7. Ahilan Kadirgamar, «Ο ξεσηκωμός στη Σρι Λάνκα», e la libertà, 7 Ιουλίου 2022, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%B1-%CF%89%CE%BA%CE%B5%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CE%B1/8321-%CE%BF-%CE%BE%CE%B5%CF%83%CE%B7%CE%BA%CF%89%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%B7-%CF%83%CF%81%CE%B9-%CE%BB%CE%AC%CE%BD%CE%BA%CE%B1. Andrew Fidel Fernando, «Κρίση στη Σρι Λάνκα: Καθημερινός σπαραγμός σε μια χώρα που χρεοκόπησε», e la libertà, 11 Ιουλίου 2022, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%B1-%CF%89%CE%BA%CE%B5%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CE%B1/8333-%CE%BA%CF%81%CE%AF%CF%83%CE%B7-%CF%83%CF%84%CE%B7-%CF%83%CF%81%CE%B9-%CE%BB%CE%AC%CE%BD%CE%BA%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CE%B8%CE%B7%CE%BC%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE%BD%CF%8C%CF%82-%CF%83%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%B3%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CF%83%CE%B5-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CF%87%CF%8E%CF%81%CE%B1-%CF%80%CE%BF%CF%85-%CF%87%CF%81%CE%B5%CE%BF%CE%BA%CF%8C%CF%80%CE%B7%CF%83%CE%B5. Balasingham Skanthakumar, «Στην κρίση της Σρι Λάνκα, ένας νέος πρόεδρος και παλιά προβλήματα», e la libertà, 22 Ιουλίου 2022, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%B1-%CF%89%CE%BA%CE%B5%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CE%B1/8352-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%BA%CF%81%CE%AF%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%83%CF%81%CE%B9-%CE%BB%CE%AC%CE%BD%CE%BA%CE%B1,-%CE%AD%CE%BD%CE%B1%CF%82-%CE%BD%CE%AD%CE%BF%CF%82-%CF%80%CF%81%CF%8C%CE%B5%CE%B4%CF%81%CE%BF%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%80%CE%B1%CE%BB%CE%B9%CE%AC-%CF%80%CF%81%CE%BF%CE%B2%CE%BB%CE%AE%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1,-%CF%84%CE%BF%CF%85-b-skanthakumar.
[2] Eric Toussaint, Balasingham Skanthakumar, “‘The Canary in the Coal Mine’: Sri Lanka’s Crisis is a Chronicle Foretold”, CADTM, 7 Αυγούστου 2022, https://www.cadtm.org/The-Canary-in-the-Coal-Mine-Sri-Lanka-s-Crisis-is-a-Chronicle-Foretold.
[3] Balasingham Skanthakumar, “Bailing Out the Creditors”, Rosa Luxemburg Stiftung, 19 Οκτωβρίου 2023, https://www.rosalux.de/en/news/id/51149/bailing-out-the-creditors.
[4] B. Skanthakumar, “Terror as Stability”, Polity.lk, https://polity.lk/terror-as-stability-b-skanthakumar/.
[5] B. Skanthakumar, “Antagonism and Contradictions in Sri Lanka”, SP, 3 Αυγούστου 2022, https://socialistproject.ca/2022/08/antagonism-contradictions-sri-lanka/.
[6] Fred Halliday, “The Ceylonese Insurrection”, New Left Review, τεύχος I/69, Σεπτέμβριος/Οκτώβριος 1971, https://newleftreview.org/issues/i69/articles/fred-halliday-the-ceylonese-insurrection.pdf.
[7] Balasingham Skanthakumar, “People’s Liberation Front of Sri Lanka (JVP)”. Wiley Online Library, 20 Απριλίου 2009, https://onlinelibrary.wiley.com/doi/abs/10.1002/9781405198073.wbierp1165.
[8] Rajesh Venugopal, Nationalism, Development and Ethnic Conflict in Sri Lanka, Cambridge University Press, 2018.
[9] Jayadeva Uyangoda, “The Janatha Vimukthi Peramuna Split”, Economic and Political Weekly, τόμος 43, τεύχος18, 3 - 9 Μαΐου 2008, σσ. 8-10. https://www.jstor.org/stable/40277655.
[10] K. Govindan, Niel Wijethilake, “Can the Frontline Socialist Party revive the left?”, International Viewpoint, 17 Απριλίου 2012, https://internationalviewpoint.org/spip.php?article2577.
[11] Nirmal Ranjith Dewasiri, “Mainstreaming Radical Politics in Sri Lanka: The case of JVP post-1977”, PCD Journal, τόμος 2, τεύχος 1, 2010, https://journal.ugm.ac.id/pcd/article/view/25721/16314.
[12] National People’s Power, “Economic Renaissance. Business Forum 2024”. https://www.npp.lk/en/policies/economic.
[13] Balasingham Skanthakumar, “Sri Lanka’s Crisis is Endgame for Rajapaksas”, CADTM, 11 Ιουλίου 2022, https://www.cadtm.org/Sri-Lanka-s-Crisis-is-Endgame-for-Rajapaksas.
[14] Συνοπτική παράθεση της ανάλυσης του Skanthakumar στο Benny Kuruvilla, “Sri Lanka: a cautionary tale of authoritarian neoliberalism”, Focus on the Global South, 17 Οκτωβρίου 2022, https://focusweb.org/sri-lanka-a-cautionary-tale-of-authoritarian-neoliberalism/. Το πλήρες κείμενο: Balasingham Skanthakumar, “Growth with inequality: the political economy of neoliberalism in Sri Lanka”, South Asia Alliance for Poverty Eradication (SAAPE), Crises, Poverty and Vulnerability in South Asia 2013 Report, Ιανουάριος 2014. Διαθέσιμο στο: Europe Solidaire Sans Frontières, http://www.europe-solidaire.org/spip.php?article30941.
[15] Mimi Alphonsus, “NPP Economic Council chief explains strategy for IMF talks”, The Sunday Times, 29 Σεπτεμβρίου 2024, https://www.sundaytimes.lk/240929/news/npp-economic-council-chief-explains-strategy-for-imf-talks-572902.html.
[16] B. Skanthakumar, “The conjuncture in the crisis”, Polity.lk, https://polity.lk/the-conjuncture-in-the-crisis-b-skanthakumar/.
[17] “The IMF Needs to Focus on Setting Good Targets for External Debt Sustainability”, Council on Foreign Relations, 22 Φεβρουαρίου 2024, https://www.cfr.org/blog/imf-needs-focus-setting-good-targets-external-debt-sustainability.
[18] “Another accused Sri Lankan war criminal appointed as Defence Secretary”, Tamil Guardian, 23 Σεπτεμβρίου 2024, https://www.tamilguardian.com/content/another-accused-sri-lankan-war-criminal-appointed-defence-secretary.