Πολιτική διαδήλωση στις 18 Ιουνίου 1917 στην Πετρούπολη. Το πανό στα αριστερά γράφει: «Ειρήνη σε όλο τον κόσμο – Όλη η εξουσία στο λαό – Όλη η γη στο λαό» και το πανό στα δεξιά γράφει: «Κάτω οι υπουργοί-καπιταλιστές». Αυτά ήταν τα συνθήματα των Μπολσεβίκων.
Daniel Gaido
Τα Ιουλιανά του 1917 στη Ρωσία
Το 1917, η Ρωσία είχε περισσότερους από 165 εκατομμύρια πολίτες, εκ των οποίων μόνο 2,7 εκατομμύρια ζούσαν στην Πετρούπολη. Στην πρωτεύουσα κατοικούσαν 390.000 εργάτες εργοστασίων –το ένα τρίτο γυναίκες– 215.000 έως 300.000 στρατιώτες στη φρουρά και περίπου 30.000 ναύτες και στρατιώτες που υπηρετούσαν στη ναυτική βάση της Κρονστάνδης.
Μετά την Επανάσταση του Φλεβάρη και την παραίτηση του Τσάρου Νικόλαου Β΄, τα Σοβιέτ, υπό την ηγεσία των Μενσεβίκων και των Σοσιαλιστών Επαναστατών, παραχώρησαν την εξουσία σε μια μη εκλεγμένη προσωρινή κυβέρνηση που ήταν αποφασισμένη να συνεχίσει τη συμμετοχή της Ρωσίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και να καθυστερήσει την αγροτική μεταρρύθμιση μέχρι τις εκλογές της Συντακτικής Συνέλευσης, η ημερομηνία των οποίων σύντομα αναβλήθηκε επ’ αόριστον.
Αυτά τα ίδια σοβιέτ είχαν επίσης ζητήσει τη δημιουργία επιτροπών στρατιωτών και τους έδωσαν εντολή να μην υπακούουν σε οποιαδήποτε επίσημη εντολή που ερχόταν σε αντίθεση με τις εντολές και τα διατάγματα του Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών αντιπροσώπων.
Αυτές οι αντιφατικές αποφάσεις δημιούργησαν μια ασταθή, δυαδική δομή εξουσίας που χαρακτηριζόταν από τακτικές κυβερνητικές κρίσεις.
Η πρώτη από αυτές τις κρίσεις ξέσπασε τον Απρίλιο του 1917 με αφορμή τον πόλεμο και έληξε μετά την εκδίωξη των κυριότερων αστικών πολιτικών ηγετών – του Πάβελ Μιλιούκοφ από το κόμμα των Καντέτων (Συνταγματικό Δημοκρατικό Κόμμα) και του Αλεξάντερ Γκούτσκοφ από το κόμμα των Οκτοβριστών. Επιπλέον, αποκαλύφθηκε η ανικανότητα της κυβέρνησης στη φρουρά της Πετρούπολης: τα στρατεύματα ανταποκρίνονταν στην Εκτελεστική Επιτροπή του Σοβιέτ της Πετρούπολης και όχι στον τότε διοικητή στρατηγό Λαβρ Κορνίλοφ.

Διαταγή αριθ. 1 του Σοβιέτ της Πετρούπολης, που δημοσιεύτηκε στις 14 Μαρτίου 1917. Το έγγραφο αυτό καλεί τις μονάδες να εκλέγουν επιτροπές στρατιωτών, να στέλνουν αντιπροσώπους στο Σοβιέτ και να υπακούουν στους αξιωματικούς τους και στην Προσωρινή Κυβέρνηση μόνο αν οι διαταγές τους δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διαταγές και τα διατάγματα του Σοβιέτ της Πετρούπολης. Όλα τα όπλα έπρεπε να παραδίδονται σε αυτές τις επιτροπές «και δεν πρέπει, σε καμία περίπτωση, να παραδίδονται σε αξιωματικούς, ακόμη και κατόπιν απαίτησης».
Η κυβέρνηση συνασπισμού που προέκυψε από αυτή την κρίση περιλάμβανε εννέα υπουργούς από τα αστικά κόμματα και έξι από τα λεγόμενα σοσιαλιστικά κόμματα. Ο πρίγκιπας Γκεόργκι Λβοφ παρέμεινε πρωθυπουργός και υπουργός Εσωτερικών, αλλά ο υπουργός Πολέμου και Ναυτικού Αλεξάντερ Κερένσκι, μέλος του Σοσιαλιστικού Επαναστατικού Κόμματος, έγινε σύντομα το ανερχόμενο αστέρι της κυβέρνησης. Στο υπουργικό συμβούλιο συμμετείχαν επίσης οι Μενσεβίκοι Ιρακλί Τσερετέλι ως υπουργός ταχυδρομείων και τηλεγραφείων και ο Ματβέι Σκόμπελεφ ως υπουργός εργασίας. Οι Σοσιαλιστές Επαναστάτες Βίκτορ Τσερνόφ και Πάβελ Περεβέρζεφ προσχώρησαν κι αυτοί στον συνασπισμό ως υπουργοί Γεωργίας και Δικαιοσύνης, αντίστοιχα.
Το Μπολσεβίκικο Κόμμα το καλοκαίρι του 1917
Οι Μπολσεβίκοι αγωνίστηκαν το πρώτο εξάμηνο του 1917. Αρχικά αντιτάχθηκαν στη διαδήλωση για τη Διεθνή Ημέρα της Γυναίκας, η οποία οδήγησε στην επανάσταση του Φλεβάρη. Στη συνέχεια, το Μπολσεβίκικο Κόμμα γνώρισε μια απότομη δεξιά στροφή στα μέσα Μαρτίου, όταν ο Λεβ Κάμενεφ, ο Ιωσήφ Στάλιν και ο Μ. Κ. Μουράνοφ επέστρεψαν από τη Σιβηρία και ανέλαβαν το κομματικό όργανο, την Πράβδα. Υπό τον έλεγχό τους, η εφημερίδα υποστήριζε την κριτική στήριξη της Προσωρινής Κυβέρνησης, απέρριπτε το σύνθημα «Κάτω ο πόλεμος» και ζητούσε τον τερματισμό των αποδιοργανωτικών δραστηριοτήτων στο μέτωπο.
Αυτές οι θέσεις ήρθαν σε έντονη αντίθεση με τις απόψεις που εξέφραζε ο Λένιν στα «Γράμματα από μακριά»[1], οπότε δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Πράβντα δημοσίευσε μόνο το πρώτο από αυτά, έχοντας διαγράψει πολλά σημεία. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Αλεξάντερ Σλιάπνικοφ:
«Η ημέρα της εμφάνισης του πρώτου φύλλου της “μεταρρυθμισμένης Πράβντα”, η 15η Μαρτίου, ήταν μια ημέρα θριάμβου για τους “αμυντιστές”. Όλο το Παλάτι της Ταυρίδας, από τα μέλη της Επιτροπής της Δούμας μέχρι την Εκτελεστική Επιτροπή, την καρδιά της επαναστατικής δημοκρατίας, πλημμύρισε από μια είδηση – τη νίκη των μετριοπαθών και λογικών Μπολσεβίκων επί των εξτρεμιστών. Στην ίδια την Εκτελεστική Επιτροπή, μας αντιμετώπισαν με δηλητηριώδη χαμόγελα.»
Αυτές οι απόψεις επικρατούσαν μεταξύ των μπολσεβίκων ηγετών στην Πετρούπολη όταν, στις 3 Απριλίου, ο Λένιν έφτασε στο σταθμό της Φινλανδίας. Την επόμενη μέρα, παρουσίασε τις περίφημες «Θέσεις του Απρίλη»[2] στους μπολσεβίκους αντιπροσώπους στην Πανρωσική Συνδιάσκεψη των Σοβιέτ των εργατών και των στρατιωτών αντιπροσώπων. Σε αντίθεση με τον Κάμενεφ και τον Στάλιν, ο Λένιν επαναβεβαίωσε την πλήρη απόρριψη του «επαναστατικού αμυντισμού» και τάχθηκε υπέρ των συναδελφώσεων στο μέτωπο. Υιοθέτησε επίσης την προοπτική του Λέον Τρότσκι, χαρακτηρίζοντας την «τρέχουσα στιγμή» ως μια μετάβαση μεταξύ του πρώτου «αστικοφιλελεύθερου» σταδίου της επανάστασης και του δεύτερου «σοσιαλιστικού» σταδίου, κατά τη διάρκεια του οποίου η εξουσία θα μεταφερθεί στα χέρια του προλεταριάτου.
Ο Λένιν αντιτάχθηκε στην «περιορισμένη υποστήριξη» του Στάλιν και του Κάμενεφ προς την Προσωρινή Κυβέρνηση, ζητώντας την πλήρη απόρριψή της και διαψεύδοντας την ιδέα ότι οι Μπολσεβίκοι και οι λιγότερο ριζοσπάστες Μενσεβίκοι θα μπορούσαν να επανενωθούν. Από εκεί και πέρα, οι Μπολσεβίκοι ζητούσαν τη μεταβίβαση όλης της εξουσίας στα Σοβιέτ, τα οποία στη συνέχεια θα εξόπλιζαν το λαό, θα καταργούσαν την αστυνομία, το στρατό και την κρατική γραφειοκρατία, θα δήμευαν όλα τα κτήματα των γαιοκτημόνων και θα μεταβίβαζαν τον έλεγχο της παραγωγής και της διανομής στους εργάτες.
Στην Έβδομη (Απρίλιος) Πανρωσική Συνδιάσκεψη του Μπολσεβίκικου Κόμματος, που πραγματοποιήθηκε στην Πετρούπολη από τις 24 έως τις 29 Απριλίου, οι θέσεις του Λένιν για τον πόλεμο και την Προσωρινή Κυβέρνηση κέρδισαν την υποστήριξη της πλειοψηφίας.

Η πρώτη σελίδα των «Θέσεων του Απρίλη» του Λένιν, όπως δημοσιεύτηκαν αρχικά στην Πράβντα.
Το κόμμα των Μπολσεβίκων παρέμενε μικρό στις αρχές του 1917, με μόλις δύο χιλιάδες μέλη στην Πετρούπολη, που αποτελούσαν μόλις το 0,5% της βιομηχανικής εργατικής τάξης της πόλης. Μέχρι την έναρξη της Συνδιάσκεψης του Απριλίου, ωστόσο, τα μέλη του κόμματος είχαν αυξηθεί σε δεκαέξι χιλιάδες μόνο στην πρωτεύουσα. Μέχρι τα τέλη Ιουνίου, είχε διπλασιαστεί. Δύο χιλιάδες στρατιώτες της φρουράς είχαν ενταχθεί στη Στρατιωτική Οργάνωση των Μπολσεβίκων και τέσσερις χιλιάδες ακόμη είχαν συνδεθεί με τη Λέσχη Πράβντα, μια μη κομματική οργάνωση για το στρατιωτικό προσωπικό που λειτουργούσε στο πλαίσιο της Στρατιωτικής Οργάνωσης των Μπολσεβίκων.
Αυτή η μαζική αύξηση των μελών μεταμόρφωσε την οργάνωση. Οι τάξεις της διογκώθηκαν με ορμητικούς νεοεισερχόμενους που γνώριζαν ελάχιστα για τον μαρξισμό αλλά ήταν πρόθυμοι για επαναστατική δράση.
Εν τω μεταξύ, οι Μπολσεβίκοι άρχισαν να ενσωματώνουν υπάρχουσες οργανώσεις. Στις 4 Μαΐου, μια μέρα πριν από το σχηματισμό της κυβέρνησης συνασπισμού, ο Τρότσκι επέστρεψε από την εξορία. Τώρα που αυτός και ο Λένιν είχαν βρει κοινό έδαφος, ο Τρότσκι ξεκίνησε τη σύνδεση της οργάνωσής του, της Μεζραϊόντσι ή Διαπεριφερειακής Οργάνωσης της Πετρούπολης, με το κόμμα του Λένιν.
Παρά την αλματώδη αυτή ανάπτυξη, οι Μπολσεβίκοι εξακολουθούσαν να αποτελούν μειοψηφία. Αντιπροσώπευαν λιγότερο από το 10% των αντιπροσώπων στο Πρώτο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ των εργατών και των στρατιωτών βουλευτών, το οποίο άνοιξε στις 3 Ιουνίου. Αυτή η εθνική συνάντηση περιελάμβανε 1.090 αντιπροσώπους –822 από τους οποίους είχαν δικαίωμα ψήφου– οι οποίοι εκπροσωπούσαν πάνω από τριακόσια εργατικά, στρατιωτικά και αγροτικά σοβιέτ και πενήντα τρία τοπικά, επαρχιακά και περιφερειακά σοβιέτ. Οι Μπολσεβίκοι είχαν την τρίτη μεγαλύτερη εκπροσώπηση με 105 αντιπροσώπους, πίσω από τους Σοσιαλιστές Επαναστάτες (285 αντιπρόσωποι) και τους Μενσεβίκους (248 αντιπρόσωποι).
Εκείνη την εποχή, η Πετρούπολη είχε τρεις ξεχωριστές οργανώσεις του Μπολσεβίκικου Κόμματος: την εννεαμελή Κεντρική Επιτροπή, την Πανρωσική Στρατιωτική Οργάνωση και την Επιτροπή της Πετρούπολης. Η καθεμία είχε τις δικές της αρμοδιότητες, υποβάλλοντας τες σε διαφορετικές και ενίοτε αντικρουόμενες πιέσεις. Η Κεντρική Επιτροπή, η οποία έπρεπε να λάβει υπόψη της την κατάσταση ολόκληρης της χώρας, βρέθηκε συχνά να συγκρατεί τις πιο ριζοσπαστικές ομάδες.

Η Στρατιωτική Οργάνωση των Μπολσεβίκων: Καθιστοί (από αριστερά προς τα δεξιά): Κ. Ν. Ορλόφ, Κ. Α. Μεχονοσίν, Β. Ι. Νέφσκι, Ν. Ι. Ποντβόιτσκι, Π. Β. Ντάσκεβιτς, Φ. Φ. Ρασκόλνικοφ. Όρθιοι: Β. Μ. Ζάνκο, Μ. Σ. Κέντροφ, Β. Λ. Πανιούσκιν, Α. Ι. Ταράσοφ-Ροντιόνοφ.
Η διαμόρφωση του σκηνικού
Η Στρατιωτική Οργάνωση των Μπολσεβίκων σχεδίασε μια ένοπλη διαδήλωση για τις 10 Ιουνίου για να εκφράσει τη μαζική αντίθεσή της στις προετοιμασίες της Προσωρινής Κυβέρνησης για στρατιωτική επίθεση, στις προσπάθειες του Κερένσκι να αποκαταστήσει την πειθαρχία στους στρατώνες και στην αυξανόμενη απειλή μεταφοράς στο μέτωπο. Ακύρωσε τη δράση την τελευταία στιγμή, υποκύπτοντας στην αντίθεση του Συνεδρίου του Σοβιέτ.
Ορισμένα στοιχεία του Μπολσεβίκικου Κόμματος, ιδιαίτερα στην Επιτροπή της Πετρούπολης και στη Στρατιωτική Οργάνωση, έβλεπαν τη ματαιωμένη διαδήλωση ως μια πιθανή εξέγερση. Πράγματι, ο ίδιος ο Λένιν αναγκάστηκε να εμφανιστεί σε έκτακτη συνεδρίαση για να υπερασπιστεί την απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής να ακυρώσει την προγραμματισμένη κινητοποίηση. Εξήγησε ότι η Κεντρική Επιτροπή έπρεπε να ακολουθήσει την επίσημη εντολή του Συνεδρίου του Σοβιέτ και ότι η αντεπανάσταση σκόπευε να χρησιμοποιήσει τη διαδήλωση για τους δικούς της σκοπούς. Ο Λένιν πρόσθεσε:
«Ακόμη και στον απλό πόλεμο συμβαίνει να ακυρώνονται προγραμματισμένες επιθέσεις για στρατηγικούς λόγους και αυτό είναι πολύ πιο πιθανό να συμβεί στον ταξικό πόλεμο... Είναι απαραίτητο να προσδιορίζεται η κατάσταση και να υπάρχει τόλμη στις αποφάσεις.»
Το Συνέδριο των Σοβιέτ ψήφισε να οργανώσει τη δική του διαδήλωση μια εβδομάδα αργότερα, στις 18 Ιουνίου, και διέταξε όλες τις στρατιωτικές μονάδες της φρουράς να συμμετάσχουν, άοπλες. Οι Μπολσεβίκοι μετέτρεψαν αυτό το γεγονός σε μια μαζική διαδήλωση κατά της κυβέρνησης, με πάνω από τετρακόσιες χιλιάδες διαδηλωτές.
Στην περιγραφή του ως αυτόπτης μάρτυρας της Ρωσικής Επανάστασης, ο Νικολάι Σουχάνοφ θυμόταν:
«Όλοι οι εργάτες και οι στρατιώτες της Πετρούπολης πήραν μέρος σε αυτήν. Ποιος ήταν όμως ο πολιτικός χαρακτήρας της διαδήλωσης; “Πάλι μπολσεβίκοι”, παρατήρησα, κοιτάζοντας τα συνθήματα, “και εκεί πίσω τους υπάρχει άλλο ένα μπολσεβίκικο μπλοκ”... “Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ!” “Κάτω οι δέκα καπιταλιστές υπουργοί!” “Ειρήνη στις καλύβες, πόλεμος στα παλάτια!” Με αυτόν τον στιβαρό και βαρύγδουπο τρόπο η εργατοαγροτική Πετρούπολη, η πρωτοπορία της ρωσικής και της παγκόσμιας επανάστασης, εξέφρασε τη θέλησή της.»[3]
Οι Μπολσεβίκοι είχαν σχεδιάσει την αρχική διαδήλωση μαζί με την Ομοσπονδία Αναρχικών-Κομμουνιστών της Πετρούπολης, μία από τις δύο μεγάλες αναρχικές ομάδες που λειτουργούσαν εκείνη την εποχή. Η Αναρχική Προσωρινή Επαναστατική Επιτροπή αποφάσισε να ξεπεράσει τον σύμμαχό της και απελευθέρωσε τον Φ. Π. Χάουστοφ, εκδότη της εφημερίδας του μετώπου της Στρατιωτικής Οργάνωσης των Μπολσεβίκων, από τη φυλακή του Βίμποργκ.
Σε απάντηση, η κυβέρνηση πραγματοποίησε έφοδο στα κεντρικά γραφεία των αναρχικών, σκοτώνοντας έναν από τους ηγέτες τους. Σε συνδυασμό με την επίθεση του Κερένσκι τον Ιούλιο και τις νέες διαταγές για όπλα και άνδρες, η δολοφονία του Ασνίν ενέτεινε τη στρατιωτική αναταραχή, ιδιαίτερα στο Πρώτο Σύνταγμα Πυροβολικού. Αυτοί οι στρατιώτες άρχισαν να σχεδιάζουν μια άμεση εξέγερση –με την ενθάρρυνση των Αναρχικών-Κομμουνιστών– ήδη από την 1η Ιουλίου.
Στην Πανρωσική Συνδιάσκεψη των Μπολσεβίκικων Στρατιωτικών Οργανώσεων, οι σύνεδροι προειδοποιήθηκαν να μην παίξουν το παιχνίδι της κυβέρνησης οργανώνοντας μια ανοργάνωτη και πρόωρη εξέγερση. Η ομιλία του Λένιν στις 20 Ιουνίου ήταν μια προφητική προειδοποίηση:
«Πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί και προσεκτικοί, ώστε να μην παρασυρθούμε σε προβοκάτσια... Μια λάθος κίνηση από μέρους μας μπορεί να καταστρέψει τα πάντα... Ακόμα κι αν μπορούσαμε τώρα να πάρουμε την εξουσία, είναι αφελές να πιστεύουμε ότι αφού την πάρουμε θα μπορέσουμε να την κρατήσουμε.
Έχουμε πει περισσότερες από μία φορές ότι η μόνη δυνατή μορφή επαναστατικής κυβέρνησης ήταν ένα Σοβιέτ Εργατών, Στρατιωτών και Αγροτών Αντιπροσώπων.
Ποιο είναι το ακριβές βάρος της παράταξής μας στο Σοβιέτ; Ακόμα και στα Σοβιέτ των δύο πρωτευουσών, για να μην μιλήσουμε τώρα για τα υπόλοιπα, είμαστε μια ασήμαντη μειοψηφία. Και τι δείχνει αυτό το γεγονός; Δεν μπορεί να παρακαμφθεί. Δείχνει ότι η πλειοψηφία των μαζών αμφιταλαντεύεται, αλλά εξακολουθεί να πιστεύει τους Εσέρους και τους Μενσεβίκους.»[4]
Ο Λένιν επανήλθε σε αυτή την άποψη σε ένα κύριο άρθρο της Πράβντα:
«Ο στρατός βάδιζε προς το θάνατο επειδή πίστευε ότι έκανε θυσίες για την ελευθερία, την επανάσταση και για μια πιο γρήγορη ειρήνη.
Όμως ο στρατός το έκανε αυτό γιατί είναι μόνο ένα μέρος του λαού, ο οποίος σ’ αυτό το στάδιο της επανάστασης ακολουθεί το Σοσιαλιστικό-Επαναστατικό και το Μενσεβίκικο κόμμα. Αυτό το γενικό και βασικό γεγονός, η εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας στη μικροαστική πολιτική των Μενσεβίκων και των Σοσιαλιστών-Επαναστατών, η οποία εξαρτάται από τους καπιταλιστές, καθορίζει τη στάση και τη συμπεριφορά του κόμματός μας.»[5]
Αλλά, με τα λόγια του Τρότσκι, οι εργάτες και οι στρατιώτες:
«Θυμούνταν ότι τον Φλεβάρη οι ηγέτες τους ήταν έτοιμοι να υποχωρήσουν ακριβώς την παραμονή της νίκης∙ ότι τον Μάρτη το οκτάωρο είχε κερδηθεί με δράση από τα κάτω∙ ότι τον Απρίλη ο Μιλιούκοφ είχε εκδιωχθεί από συντάγματα που βγήκαν στο δρόμο με δική τους πρωτοβουλία. Η ανάμνηση αυτών των γεγονότων αύξησε την τεταμένη και ανυπόμονη διάθεση των μαζών.»[6]
Οι ηγέτες σε επίπεδο μονάδων της Στρατιωτικής Οργάνωσης της Πετρούπολης υποστήριζαν σε μεγάλο βαθμό την απευθείας δράση κατά της Προσωρινής Κυβέρνησης, και πολλά βασικά μέλη του Μπολσεβίκικου Κόμματος θεωρούσαν ήδη μια πρόωρη εξέγερση αναπόφευκτη και ακόμη και επιθυμητή.
Ωστόσο, ακριβώς όταν η επίθεση ήταν έτοιμη να καταρρεύσει, η κυβέρνηση οδηγήθηκε σε άλλη μια κρίση: τέσσερις υπουργοί των Καντέτ εγκατέλειψαν τον συνασπισμό, διαμαρτυρόμενοι για τον συμβιβασμό του Κερένσκι με την Κεντρική Ράντα της Ουκρανίας. Αυτή η αιφνίδια αποστασία άφησε την κυβέρνηση, που πλέον αποτελούνταν από έξι σοσιαλιστές και μόνο πέντε καπιταλιστές υπουργούς, αποδιοργανωμένη και ευάλωτη. Καθώς άρχισαν τα Ιουλιανά, οι Μπολσεβίκοι κέρδισαν την πλειοψηφία στο εργατικό τμήμα του Σοβιέτ της Πετρούπολης, γεγονός που μαρτυρούσε την αυξανόμενη επιρροή τους στις μάζες.
Η ένοπλη διαδήλωση
Η σειρά γεγονότων που είναι γνωστή ως Ιουλιανά ξεκίνησε στις 3 Ιουλίου, όταν το Πρώτο Σύνταγμα Πυροβολικού ξεκίνησε εξέγερση με την υποστήριξη πολλών άλλων στρατιωτικών μονάδων. Το ξέσπασμα της εξέγερσης συνέπεσε με τη Δεύτερη Συνδιάσκεψη των Μπολσεβίκων της Πετρούπολης, η οποία ξεκίνησε την 1η Ιουλίου.
Μόνο όταν έγινε σαφές ότι αρκετά συντάγματα, υποστηριζόμενα από μάζες εργατών, είχαν ήδη βγει στους δρόμους και ότι συμμετείχαν Μπολσεβίκοι της βάσης, η Κεντρική Επιτροπή προσχώρησε στο κίνημα και συνέστησε να συνεχιστούν οι διαδηλώσεις την επόμενη μέρα υπό την αιγίδα των Μπολσεβίκων. Αν και η Κεντρική Επιτροπή κατανοούσε ότι οι διαδηλωτές θα έφεραν όπλα, η σύσταση δεν έλεγε τίποτα για ένοπλη εξέγερση ή κατάληψη κυβερνητικών ιδρυμάτων. Αντί γι’ αυτό, το επίσημο ψήφισμα επανέλαβε το μπολσεβίκικο κάλεσμα για «τη μεταβίβαση της εξουσίας στο Σοβιέτ των Εργατών, Στρατιωτών και Αγροτών Αντιπροσώπων».
Έτσι, η στρατιωτική οργάνωση των Μπολσεβίκων ανέλαβε την ηγεσία ενός κινήματος του δρόμου που αρχικά είχε αναπτυχθεί εκτός του ελέγχου της. Το απροσδόκητο ξέσπασμα έριξε το κόμμα σε σύγχυση. Όσοι υπάκουαν στην Κεντρική Επιτροπή και υποστήριζαν την αναβολή της επανάστασης βρέθηκαν σε σύγκρουση με άλλους, ιδιαίτερα με μέλη της Στρατιωτικής Οργάνωσης και της Επιτροπής της Πετρούπολης, που τάσσονταν υπέρ της άμεσης δράσης.
Φυσικά, ένα επαναστατικό κόμμα γνωρίζει αλματώδη ανάπτυξη κατά τη διάρκεια μιας επανάστασης: είδαμε ήδη ότι το κόμμα των Μπολσεβίκων στην Πετρούπολη αυξήθηκε κατά 1.600% σε λιγότερο από πέντε μήνες. Αυτό υποβάλλει το κόμμα σε μια άνευ προηγουμένου πίεση, η οποία εκδηλώνεται με διαφορετικό βαθμό έντασης στα διάφορα κομματικά όργανα και απειλεί να διαλύσει την οργάνωση.
Καμία οργανωτική ρύθμιση δεν μπορεί να το αποτρέψει αυτό∙ ένα σύνολο περιστάσεων –μεταξύ των οποίων και η εμπιστοσύνη που έχει κερδίσει η ηγεσία του κόμματος– επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσονται τα επαναστατικά γεγονότα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η οικοδόμηση ενός κόμματος δεν μπορεί να αναληφθεί εν θερμώ, όπως θα αποδείξει η Γερμανική Επανάσταση.
Στις 3 Ιουλίου, οι ένοπλοι διαδηλωτές επιχείρησαν ανεπιτυχώς να συλλάβουν τον Κερένσκι πριν προχωρήσουν στο Παλάτι της Ταυρίδας, την έδρα της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής του Σοβιέτ. Σκοπός τους ήταν να αναγκάσουν την ομάδα αυτή να πάρει την εξουσία από την Προσωρινή Κυβέρνηση.
Το πλήθος –που υπολογίζεται σε εξήντα έως εβδομήντα χιλιάδες άτομα– ξεπέρασε την άμυνα του παλατιού και υπέβαλε το αίτημά του. Η εκτελεστική επιτροπή αρνήθηκε. Ο Τρότσκι αποτύπωσε την ειρωνεία της στιγμής όταν παρατήρησε ότι, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές απαιτούσαν από τους σοβιετικούς ηγέτες να αναλάβουν την εξουσία, η ίδια η ηγεσία αναζητούσε ένοπλες δυνάμεις για να τις χρησιμοποιήσει εναντίον των διαδηλωτών.
Στον απόηχο της επανάστασης του Φεβρουαρίου, οι εργάτες και οι στρατιώτες είχαν δώσει στους Μενσεβίκους και τους Σοσιαλεπαναστάτες την εξουσία, αλλά τα κόμματα αυτά προσπάθησαν να την παραδώσουν στην ιμπεριαλιστική αστική τάξη, προτιμώντας έναν πόλεμο εναντίον του λαού από μια αναίμακτη μεταφορά της εξουσίας στα χέρια τους. Όταν οι διαδηλωτές του Ιουλίου συνειδητοποίησαν ότι η σοβιετική ηγεσία δεν θα αποχωριζόταν τους καπιταλιστές συμμάχους της –οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν ούτως ή άλλως εγκαταλείψει την κυβέρνηση από μόνοι τους– η κατάσταση έφτασε σε αδιέξοδο.
«Πάρε την εξουσία, σκύλας γιε, όταν σου τη δίνουν»!
Την επόμενη μέρα, ο Λένιν, ο οποίος έλειπε στη Φινλανδία, πήγε κατευθείαν στο αρχηγείο των Μπολσεβίκων, το αρχοντικό της Κσεσίνσκαγια. Σύντομα έφτασαν εκεί και ναύτες από τη ναυτική βάση της Κρονστάνδης. Η τελευταία δημόσια ομιλία του Λένιν μέχρι μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση δεν ήταν αυτή που περίμεναν οι ναύτες: τόνισε την ανάγκη για μια ειρηνική διαδήλωση και εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι το σύνθημα «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» θα νικούσε. Κατέληξε κάνοντας έκκληση στους ναύτες για αυτοσυγκράτηση, αποφασιστικότητα και επαγρύπνηση.
Οι Μέρες του Ιούλη έδωσαν στην Κεντρική Επιτροπή των Μπολσεβίκων, και ιδιαίτερα στον Λένιν, μια πολύ ασυνήθιστη διάσταση: απέτρεψαν μια πρόωρη εξέγερση στην πρωτεύουσα, η οποία, αν είχε πετύχει, θα μπορούσε να είχε απομονώσει τους Μπολσεβίκους και να είχε συντρίψει την επανάσταση, όπως συνέβη με την Κομμούνα του Παρισιού το 1871 και την εξέγερση των Σπαρτακιστών στο Βερολίνο το 1919.
Μια πορεία περίπου εξήντα χιλιάδων ατόμων κατευθύνθηκε προς το Παλάτι της Ταυρίδας, για να συναντήσει πυρά από ελεύθερους σκοπευτές στη γωνία των οδών Νέφσκι και Λιτέινι και πάλι στη γωνία των οδών Λιτέινι και Παντελεήμονοφ. Οι περισσότερες απώλειες, ωστόσο, προήλθαν από τις συγκρούσεις με δύο μοίρες κοζάκων, οι οποίοι χρησιμοποίησαν ακόμη και πυροβολικό εναντίον των διαδηλωτών. Μετά από αυτές τις σκληρές οδομαχίες, οι ναύτες της Κρονστάνδης, με επικεφαλής τον Φιοντόρ Ρασκόλνικοφ, έφτασαν στο Παλάτι της Ταυρίδας, όπου εντάχθηκαν στο Πρώτο Σύνταγμα Πυροβολικού.

Πετρούπολη, 4 Ιουλίου 1917. Διαδηλωτές στην πλατεία Νέβσκι αναζητούν καταφύγιο αμέσως μετά την έναρξη των πυροβολισμών από τα στρατεύματα.
Στη συνέχεια, συνέβη ένα από τα πιο δραματικά και τραγικά γεγονότα της ημέρας: Ο Βίκτορ Τσερνόφ, ο λεγόμενος θεωρητικός των Σοσιαλιστών Επαναστατών, στάλθηκε για να ηρεμήσει τους διαδηλωτές. Το πλήθος τον άρπαξε και ένας εργάτης κουνώντας τη γροθιά του του είπε: «Πάρε την εξουσία, σκύλας γιε, όταν σου την δίνουν!»[7]
Δήλωσαν ότι ο Τσέρνοφ τελεί υπό κράτηση και τον πήγαν σε ένα κοντινό αυτοκίνητο. Η έγκαιρη παρέμβαση του Τρότσκι έσωσε τον υπουργό. Ο Σουχάνοφ περιέγραψε την παράξενη σκηνή:
«Ο όχλος βρισκόταν σε αναταραχή μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι... Όλη η Κρονστάνδη γνώριζε τον Τρότσκι και, θα έλεγε κανείς, τον εμπιστευόταν. Αλλά άρχισε να μιλάει και το πλήθος δεν υποχωρούσε. Αν εκείνη τη στιγμή είχε πέσει ένας πυροβολισμός εκεί κοντά ως πρόκληση, θα μπορούσε να είχε γίνει μια τρομερή σφαγή και όλοι μας, συμπεριλαμβανομένου ίσως και του Τρότσκι, θα είχαμε γίνει κομμάτια. Ο Τρότσκι, αναστατωμένος και μη βρίσκοντας λόγια σε αυτή την άγρια ατμόσφαιρα, με δυσκολία κατάφερε να κάνει τις πλησιέστερες σειρές να τον ακούσουν... Όταν προσπάθησε να περάσει στον ίδιο τον Τσέρνοφ, οι σειρές γύρω από το αυτοκίνητο άρχισαν να αγριεύουν. “Ήρθατε να δηλώσετε τη θέλησή σας και να δείξετε στο Σοβιέτ ότι η εργατική τάξη δεν θέλει πια να βλέπει την αστική τάξη στην εξουσία [είπε ο Τρότσκι]. Αλλά γιατί να βλάψετε τον ίδιο σας τον αγώνα με ασήμαντες πράξεις βίας εναντίον τυχαίων ατόμων; ... Ο καθένας από εσάς έχει αποδείξει την αφοσίωσή του στην επανάσταση. Ο καθένας από εσάς είναι έτοιμος να δώσει τη ζωή του γι’ αυτήν. Το ξέρω αυτό. Δώσε μου το χέρι σου, σύντροφε! Το χέρι σου, αδελφέ!” Ο Τρότσκι άπλωσε το χέρι του προς έναν ναύτη που διαμαρτυρόταν με ιδιαίτερη ένταση. Ο τελευταίος όμως αρνήθηκε σθεναρά να ανταποκριθεί.... Μου φάνηκε ότι ο ναύτης, ο οποίος πρέπει να είχε ακούσει τον Τρότσκι στην Κρονστάνδη περισσότερες από μία φορές, είχε τώρα ένα πραγματικό αίσθημα ότι ήταν ένας προδότης: θυμήθηκε τις προηγούμενες ομιλίες του και ήταν μπερδεμένος... Μην ξέροντας τι να κάνουν, οι Κρονστάντερ απελευθέρωσαν τον Τσερνόφ.»
Ο Τσέρνοφ επέστρεψε στο Παλάτι της Ταυρίδας και έγραψε οκτώ κύρια άρθρα καταδικάζοντας τους Μπολσεβίκους. Το σοσιαλεπαναστατικό περιοδικό Ντέλο Ναντόρα δημοσίευσε τελικά τέσσερα από αυτά.
Η Προσωρινή Κυβέρνηση στο σύνολό της, ωστόσο, πήρε εκδίκηση με έναν πολύ πιο ύπουλο τρόπο: την επόμενη μέρα ξεκίνησε μια συκοφαντική εκστρατεία που περιέγραφε τον Λένιν –ο οποίος είχε φτάσει στη Ρωσία ταξιδεύοντας μέσω Γερμανίας με σφραγισμένο τρένο– ως πράκτορα του γερμανικού Γενικού Επιτελείου.
Ο προσωρινός θρίαμβος της αντίδρασης
Στις 5 Ιουλίου, η Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή του Σοβιέτ και η Στρατιωτική Περιφέρεια της Πετρούπολης εξαπέλυσαν στρατιωτική επιχείρηση για να επανακτήσουν τον έλεγχο της πρωτεύουσας. Στρατεύματα πιστά στην κυβέρνηση κατέλαβαν το αρχοντικό Κεσίνσκαγια και κατέστρεψαν το τυπογραφείο της Πράβντα. Ο Λένιν διέφυγε με δυσκολία.
Είναι άσκοπο να κάνουμε εικασίες για το ότι, αν είχε συλληφθεί, θα είχε την ίδια μοίρα με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Καρλ Λίμπκνεχτ μετά την εξέγερση των Σπαρτακιστών, αλλά μπορούμε να βρούμε μια ένδειξη σε ένα σκίτσο που δημοσιεύτηκε στη δεξιά εφημερίδα Πετρογκράντσκαγια γκαζέτα δύο ημέρες αργότερα:

«Ο Λένιν θέλει μια θέση στα ψηλά; Πολύ καλά! Μια θέση είναι έτοιμη γι’ αυτόν!!!» (Πετρογκράντσκαγια γκαζέτα, 7 Ιουλίου 1917, με την ένδειξη «μια θέση στα ψηλά για τους ηγέτες της εξέγερσης»).
Τα πιστά στρατεύματα κατέλαβαν επίσης το φρούριο Πέτρου και Παύλου, το οποίο το Πρώτο Σύνταγμα Πυροβολικού παρέδωσε κατόπιν εντολής της Στρατιωτικής Οργάνωσης των Μπολσεβίκων. Η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος έδωσε εντολή στους οπαδούς της να τερματίσουν τις διαδηλώσεις στους δρόμους, καλώντας τους εργάτες να επιστρέψουν στη δουλειά τους και τους στρατιώτες να επιστρέψουν στους στρατώνες τους.
Εν τω μεταξύ, η κυβέρνηση διέταξε τη σύλληψη κορυφαίων μπολσεβίκων, συμπεριλαμβανομένων του Λένιν, του Κάμενεφ και του Γκριγκόρι Ζινόβιεφ, καθώς και του Τρότσκι και του Ανατόλι Λουνατσάρσκι, επικεφαλής της Διαπεριφερειακής Οργάνωσης. Αν και ορισμένοι από αυτούς τους πολιτικούς κρατούμενους, συμπεριλαμβανομένου του Τρότσκι, βγήκαν από τη φυλακή κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος του Κορνίλοφ για να οργανώσουν την εργατική αντίσταση, άλλοι θα έμεναν στη φυλακή μέχρι την Οκτωβριανή Επανάσταση.
Έτσι τελείωσαν οι Μέρες του Ιουλίου, οι οποίες ήταν, σύμφωνα με τα λόγια του Λένιν, «κάτι πολύ περισσότερο από μια διαδήλωση και λιγότερο από μια επανάσταση».
Ορισμένοι από τους βασικούς ηγέτες του Μπολσεβίκικου Κόμματος αναγκάστηκαν να αποσυρθούν και οι εφημερίδες του έκλεισαν, αλλά η υποχώρηση ήταν βραχύβια. Η αποτυχημένη επίθεση της Ενδέκατης Στρατιάς στο νοτιοδυτικό μέτωπο ενάντια σε μια μαζική αυστρογερμανική αντεπίθεση, σε συνδυασμό με την επιδεινούμενη οικονομική κατάσταση, ανανέωσαν την ισχύ των συνθημάτων των Μπολσεβίκων.
Πράγματι, οι μπολσεβίκικες εφημερίδες επανεμφανίστηκαν σύντομα με ελαφρώς αλλαγμένα ονόματα και οι κομματικές επιτροπές βρήκαν πολύ γρήγορα νέες βάσεις. Ο αφοπλισμός των επαναστατημένων στρατιωτικών μονάδων, όπως διέταξε η κυβέρνηση, ήταν ευκολότερο να ειπωθεί παρά να πραγματοποιηθεί. Σύντομα η ήττα του πραξικοπήματος του Κορνίλοφ τον Αύγουστο του 1917 ανέτρεψε την κατάσταση, δημιουργώντας τελικά τις προϋποθέσεις για την επιτυχή διεκδίκηση της εξουσίας από τους Μπολσεβίκους.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Daniel Gaido, “The July Days”, Jacobin, 27 Ιουλίου 2017, https://jacobin.com/2017/07/russian-revolution-bolshevik-party-july-days.
Daniel Gaido, “Las jornadas de julio”, Jacobin, 27 Ιουλίου 2017, https://jacobinlat.com/2023/07/27/las-jornadas-de-julio/. Αναδημοσίευση: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/history/ussr/events/revolution/100th/espanol/gaido-jornadas-de-julio.htm. Werken Rojo, 25 Δεκεμβρίου 2017, https://werkenrojo.cl/las-jornadas-de-julio/.
Daniel Gaido, «Le giornate di luglio», Assalto al cielo, 27 Σεπτεμβρίου 2017, https://www.assaltoalcielo.it/2017/09/29/le-giornate-di-luglio/
Daniel Gaido, « Les journées de juillet. Quand les bolcheviks prônaient la patience… », Contretemps – Revue de critique communiste, 7 Οκτωβρίου 2017, https://www.contretemps.eu/journees-juillet-lenine-bolcheviks/.
Σημειώσεις
[1] V. I. Lenin, “Letters From Afar”, Lenin, Collected Works, Progress Publishers, 1964, Μόσχα, τόμος 23, σελίδες 295-342. Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1917/lfafar/ [Β. Ι Λένιν, «Γράμματα από μακριά», Β. Ι Λένιν, Άπαντα, τόμος 31, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, χ.χ.έ., σελ. 9].
[2] Vladimir Ilyich Lenin, “The Tasks of the Proletariat in the Present Revolution [a.k.a. The April Theses]”, Lenin, Collected Works, Progress Publishers, 1964, Μόσχα, Τόμος 24, σσ. 19-26. Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1917/apr/04.htm [Β. Ι. Λένιν, «Τα καθήκοντα του προλεταριάτου στην τωρινή Επανάσταση», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 31, σσ. 113 κ.ε. Διαθέσιμο και στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/ellinika/archive/lenin/works/1917/04/04/april.htm].
[3] Nikolai N. Sukhanov, The Russian Revolution [πρώτη έκδοση Βερολίνο, 1922]. Η αγγλική μετάφραση διαθέσιμη στο: Internet Archive, https://archive.org/stream/russianrevolutio011007mbp/russianrevolutio011007mbp_djvu.txt.
[4] Tony Cliff, Lenin 2: All Power to the Soviets, Pluto Press Limited 1976, κεφάλαιο 14, “The July Days”: “Lenin Warns Against Impatience and Adventurism”. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/cliff/works/1976/lenin2/ch14.htm#s2 [Τόνι Κλιφ, Λένιν 1914-1917. Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, Αθήνα (1997), κεφάλαιο 14, «Οι μέρες του Ιούλη», «Ο Λένιν προειδοποιεί ενάντια στην ανυπομονησία και τον τυχοδιωκτισμό», σελ. 287].
[5] V. I. Lenin, “The Revolution, the Offensive, and Our Party”, Lenin, Collected Works, Progress Publishers, 1977, Μόσχα, τόμος 25, σσ. 113-115. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1917/jul/04.htm [Β. Ι. Λένιν, «Η Επανάσταση, η Επίθεση και το Κόμμα μας», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 32, σελ. 366].
[6] Leon Trotsky, The History of the Russian Revolution, Volume Two: The Attempted Counter-Revolution, κεφάλαιο 24, “The July Days: Preparation and Beginning”. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/trotsky/1930/hrr/ch24.htm [Λέον Τρότσκι, Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης, τόμος ΙΙ, Η Οκτωβριανή Επανάσταση, Αλλαγή, Αθήνα 1984, σελ. 23].
[7] Λέον Τρότσκι, Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης, ό.π., σελ. 45.

