Διαδηλώτριες πραγματοποιούν διαμαρτυρία υπό το φως των κεριών για την υπόθεση σεξουαλικής επίθεσης σε δύο γυναίκες της κοινότητας Κούκι κατά τη διάρκεια των συνεχιζόμενων εθνοτικών συγκρούσεων στο Μανιπούρ, στις 26 Ιουλίου 2023 στο Γκουαχάτι της Ινδίας. (David Talukdar / NurPhoto μέσω Getty Images)
Maya John
Η καταπάτηση των δικαιωμάτων των γυναικών στην Ινδία του Μόντι
Κατά την ανάληψη της εξουσίας, η κυβέρνηση του Ναρέντρα Μόντι ισχυρίστηκε ότι θα αντιμετωπίσει το κύμα σεξουαλικής βίας και θα αναβαθμίσει τη θέση των Ινδών γυναικών. Αλλά τα πράγματα έχουν χειροτερέψει για τις γυναίκες υπό τη διακυβέρνηση του Μόντι, με μια κουλτούρα μισογυνισμού που ρέει προς τα κάτω από την κορυφή.
Το Κόμμα Μπαρατίγια Τζανάτα (BJP), το οποίο ηγείται σήμερα της κυβέρνησης συνασπισμού στην Ινδία, έχει από καιρό τη φήμη μιας οργάνωσης ανδροκρατούμενης, ινδουιστικής υπεροχής με προφίλ ανώτερης κάστας και πατριαρχικό.
Ο πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι έχει προωθήσει την αναμόρφωση της εικόνας του κόμματος σε διάφορα μέτωπα. Διεκδικεί τώρα μια τρίτη θητεία στο αξίωμα και διεξάγει επιθετική εκστρατεία για τις πολυάριθμες πρωτοβουλίες της κυβέρνησης που σχετίζονται με τις γυναίκες.
Το BJP στοχεύει ειδικά στις γυναίκες ως ιδιαίτερη δεξαμενή ψήφων, ενθαρρυμένο από την υψηλότερη προσέλευση των γυναικών ψηφοφόρων στις πρόσφατες εκλογές. Η ανάδειξη των γυναικών ως αναγνωρίσιμης εκλογικής ομάδας καθιστά επιτακτική την ανάγκη να γίνει απολογισμός των ισχυρισμών του BJP ότι «έδωσε δύναμη» στις γυναίκες κατά τη διάρκεια της δεκαετούς διακυβέρνησής του.
Η βία κατά των γυναικών
Όταν η εκλογική συμμαχία υπό την ηγεσία του BJP ήρθε στην εξουσία, υπήρχε αισθητή δυσαρέσκεια για την αύξηση των εγκλημάτων κατά των γυναικών. Ο κόσμος επιθυμούσε αλλαγές στο νομικό πλαίσιο, ιδίως όσον αφορά τα εγκλήματα σεξουαλικής βίας. Η επίκληση αυτού του ευρέως διαδεδομένου συναισθήματος έγινε ένα από τα σημαντικά σημεία στα οποία ο Μόντι στήριξε την προεκλογική του εκστρατεία το 2014.
Ωστόσο, από τότε που το κόμμα του Μόντι βρίσκεται στην εξουσία, η χώρα γνώρισε επιπλέον έξαρση της βίας κατά των γυναικών. Τα στοιχεία του Εθνικού Γραφείου Καταγραφής Εγκλημάτων του 2021 αποκαλύπτουν ότι κατά μέσο όρο ογδόντα έξι γυναίκες βιάζονταν κάθε μέρα στην Ινδία, ενώ σαράντα εννέα υποθέσεις εγκλημάτων κατά γυναικών καταγγέλλονταν κάθε μία ώρα. Ο συνολικός αριθμός των εγκλημάτων κατά των γυναικών ανά εκατό χιλιάδες πληθυσμού αυξήθηκε από 56,3 το 2014 σε 66,4 το 2022.
Η αυξανόμενη βία κατά των γυναικών αντανακλά όχι μόνο μια βαθιά πατριαρχική προκατάληψη αλλά και μια απόλυτη θεσμική αποτυχία. Κατά καιρούς, έχουμε δει το BJP να υπερασπίζεται και να προστατεύει όσους κατηγορούνται για βία κατά των γυναικών. Για παράδειγμα, η υπουργός της χώρας για την ανάπτυξη των γυναικών και των παιδιών, Σμρίτι Ιρανί, επιτέθηκε επαίσχυντα στα θύματα που αποκαλύπτουν δημοσίως τους θύτες τους, κατηγορώντας τα ότι «δυσφημούν» την κυβέρνηση.
Είναι σαφές ότι η κουλτούρα της ατιμωρησίας έχει εδραιωθεί περισσότερο, ιδίως μεταξύ εκείνων που βρίσκονται κοντά στις άρχουσες ελίτ και ανήκουν σε κυρίαρχες κάστες και κοινότητες ή σε άλλες θέσεις επιρροής στην κοινωνία. Κατά την τελευταία δεκαετία της διακυβέρνησης του Μόντι σημειώθηκαν πολυάριθμες ανατριχιαστικές περιπτώσεις σεξουαλικής βίας, πολλές από τις οποίες αφορούσαν γυναίκες από περιθωριοποιημένες κοινότητες και οικονομικά ευάλωτα περιβάλλοντα.
Αρκετές από αυτές τις περιπτώσεις έφτασαν στην κυρίαρχη ειδησεογραφία, όπως ο ομαδικός βιασμός ενός ανήλικου κοριτσιού στον οποίο συμμετείχε ένας βουλευτής του BJP στο Ουννάο, στο Ουτάρ Πραντές, το 2017∙ ο επανειλημμένος ομαδικός βιασμός και η δολοφονία μιας οκτάχρονης μουσουλμάνας στην Κάτουα, στο Κασμίρ, το 2018∙ και ο ομαδικός βιασμός ενός κοριτσιού Ντάλιτ στο Χατράς, στο Ουτάρ Πραντές, το 2020. Οι υπονομευμένες αστυνομικές έρευνες, η εγκληματική αμέλεια και η συγκεκαλυμμένη θεσμική υποστήριξη των δραστών ήταν εμφανείς.
Από την απελευθέρωση των βιαστών της Μπιλκίς Μπάνο, θύματος ομαδικού βιασμού κατά τη διάρκεια του κοινοτικού μακελειού στο Γκουτζαράτ το 2002, μέχρι την ανατριχιαστική σιωπή του Μόντι εν μέσω της τρομακτικής βίας και των ανεξέλεγκτων σεξουαλικών επιθέσεων εναντίον γυναικών στο Μανιπούρ κατά τη διάρκεια των πρόσφατων συγκρούσεων μεταξύ των κοινοτήτων Μεϊτέι και Κούκι-Ζο, η αντιμετώπιση του BJP για τη βία που εξαπολύεται εναντίον γυναικών κατά τη διάρκεια κοινοτικών πογκρόμ και εθνοτικών συγκρούσεων είναι ακόμη πιο αποκαλυπτική του μισογυνισμού του.
Ατιμωρησία στην κορυφή
Δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτε άλλο από ένα κυβερνών κόμμα που έχει τον υψηλότερο αριθμό εν ενεργεία βουλευτών και μελών των νομοθετικών σωμάτων εναντίον των οποίων έχουν καταγραφεί υποθέσεις εγκλημάτων κατά των γυναικών.
Την τελευταία δεκαετία έχουν εμφανιστεί συχνά απροκάλυπτες επιδείξεις ατιμωρησίας από πολιτικούς και βουλευτές του BJP. Σε αυτές περιλαμβάνεται ο εκφοβισμός των γυναικών αθλητριών πάλης της Ινδίας με διεθνή φήμη, οι οποίες βρήκαν το θάρρος να αποκαλύψουν την ανεξέλεγκτη σεξουαλική παρενόχληση από τον Μπριτζι Μπουσάν Σαράν Σινγκ, βουλευτή του BJP και πρόεδρο της Ομοσπονδίας Πάλης της Ινδίας.
Κατά τη διάρκεια των φετινών εθνικών εκλογών, πολλά ενοχλητικά βίντεο ήρθαν στη δημοσιότητα για μαζικούς βιασμούς και σεξουαλικές επιθέσεις από τον Πρατζβάλ Ρεβάννα, εν ενεργεία βουλευτή του βασικού εκλογικού συμμάχου του BJP στην Καρνατάκα[1]. Ο Μόντι έχει κατηγορηθεί ότι γνώριζε για τις κατηγορίες, αλλά έκανε ούτως ή άλλως προεκλογική εκστρατεία υπέρ του σεξουαλικού κακοποιού, αναζητώντας απελπισμένα ψήφους από την Καρνατάκα[2]. Στον Ρεβάνα επετράπη να διαφύγει από τη χώρα[3]. Το σκάνδαλο είναι μια φαρσοκωμική επανάληψη του μοτίβου ενοχής που κατασκευάστηκε και υποκινήθηκε από το κυβερνών κόμμα σε αρκετές προηγούμενες περιπτώσεις.
Η κυβέρνηση Μόντι, θέλοντας να σώσει την εικόνα της και να απαλλαγεί από τους ισχυρισμούς περί συνενοχής, έχει επανειλημμένα καταφύγει σε τεχνάσματα, όπως η ενίσχυση της αυστηρότητας της τιμωρίας. Η απροκάλυπτη εστίαση στο μέγεθος και τη σοβαρότητα της τιμωρίας αποσπά την προσοχή από τα αβυσσαλέα χαμηλά ποσοστά καταδίκης για βιασμούς και από το γεγονός ότι η βεβαιότητα της τιμωρίας και όχι η αυστηρότητά της είναι ο αποτελεσματικός αποτρεπτικός παράγοντας.
Το 2021, για παράδειγμα, το ποσοστό καταδίκης για εγκλήματα κατά των γυναικών ήταν μόλις 26,5%, ενώ το 95% των υποθέσεων εξακολουθούσε να εκκρεμεί. Αν και έχει θεσπίσει αυστηρότερους ποινικούς νόμους, η κυβέρνηση έχει κάνει ελάχιστα για να εξασφαλίσει μεγαλύτερη λογοδοσία της αστυνομίας, μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος ή βελτίωση των μέτρων για την αποκατάσταση και την ενίσχυση των θυμάτων βιασμού.
Στην πραγματικότητα, το Ταμείο Νιρμπάγια, το οποίο ιδρύθηκε το 2013 μετά τη δημόσια κατακραυγή για την υπόθεση ομαδικού βιασμού στο Δελχί, είναι εντελώς υποχρηματοδοτούμενο και υπολειτουργεί. Το 2021, μόνο το 50 % των χρημάτων που είχαν διατεθεί είχε αποδεσμευτεί και μόνο το 29 % είχε πράγματι δαπανηθεί. Αυτό έχει ως συνέπεια την έλλειψη επαρκών δικαστηρίων ταχείας εκδίκασης και κέντρων έκτακτης αντιμετώπισης βιασμών, γεγονός που στην πραγματικότητα εμποδίζει την προσπάθεια απονομής δικαιοσύνης.
Κοινοτικός μισογυνισμός
Ο ισχυρισμός του BJP ότι καταπολεμά με επιτυχία την έμφυλη καταπίεση αποκαλύπτεται περισσότερο όταν συνυπολογίσουμε τον αντίκτυπο της διχαστικής κοινοτικής πολιτικής του στις γυναίκες. Στην Ινδία σημειώθηκε κατακόρυφη αύξηση των δολοφονιών για λόγους τιμής κατά την τελευταία δεκαετία, με τις επαρχίες που διοικούνται από το BJP να βρίσκονται στην κορυφή του πίνακα.
Αυτή η ανησυχητική τάση δεν μπορεί να διαχωριστεί από την εκδικητική δράση των δεξιών μαζικών οργανώσεων με διασυνδέσεις με το κυβερνών κόμμα. Οι οργανώσεις αυτές έχουν στοχοποιήσει με επιθετικότητα τις διαθρησκευτικές συναινετικές σχέσεις, ιδίως εκείνες μεταξύ ινδουιστριών και μουσουλμάνων ανδρών.
Πολλοί έχουν υποστηρίξει δικαίως ότι, ενόψει της διχαστικής ατζέντας της για τη στόχευση συγκεκριμένων θρησκειών και κοινοτήτων, η κυβέρνηση Μόντι είδε τον Ενιαίο Αστικό Κώδικα (UCC) ως έναν τρόπο για να προωθήσει την ομοιομορφία σε όλες τις κοινότητες και όχι την ουσιαστική ισότητα των φύλων εντός των κοινοτήτων.
Ο UCC που εισήχθη στην επαρχία Ουταραχάντ, για παράδειγμα, παραβλέπει τις διακρίσεις στο πλαίσιο των ατομικών δικαιωμάτων της ενιαίας ινδουιστικής οικογένειας. Αντιθέτως, περιορίζει το δικαίωμα των γυναικών να συμβιώνουν με συντρόφους της επιλογής τους, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για την ηθική αστυνόμευση από κρατικούς θεσμούς και ομάδες εκδικητών.
Το διχαστικό, μεροληπτικό είδος πολιτικής του Μόντι ήρθε επίσης στο προσκήνιο το 2022, όταν οι μουσουλμάνες φοιτήτριες που φορούσαν χιτζάμπ δεν είχαν πρόσβαση σε κρατικά προπανεπιστημιακά κολέγια στην Καρνατάκα, η οποία τότε κυβερνιόταν από το BJP. Αυτό εμπόδισε τις εκπαιδευτικές ευκαιρίες των νεαρών γυναικών που προέρχονται από μια μειονοτική κοινότητα που ήδη αντιμετωπίζει μειονεκτήματα στην εκπαίδευση.
Είναι σημαντικό ότι δεν είναι μόνο οι μουσουλμάνοι της μειονότητας των οποίων η πρόσβαση στην εκπαίδευση έχει δεχθεί πλήγμα. Η εκπαιδευτική πολιτική του BJP έχει εντείνει την παραμέληση της σχολικής εκπαίδευσης που χρηματοδοτείται από το δημόσιο σε όλους τους τομείς, ανοίγοντας το δρόμο για συγχωνεύσεις κρατικών σχολείων σε μια υποτιθέμενη προσπάθεια «εξορθολογισμού» των πόρων.
Τέτοια μέτρα, που οδήγησαν στο κλείσιμο αρκετών σχολείων, έχουν επηρεάσει αρνητικά την εκπαίδευση των κοριτσιών, ιδίως στις αγροτικές περιοχές. Αυτό έχει προκαλέσει διαμαρτυρίες από τα κορίτσια που πηγαίνουν σχολείο και τους γονείς τους.
Ανούσιοι ισχυρισμοί
Ένα άλλο παράδειγμα ανούσιων ισχυρισμών σχετικά με την ενίσχυση και την αξιοπρέπεια των αγροτισσών της Ινδίας αφορά το πολυδιαφημισμένο πρόγραμμα κοινωνικής ενίσχυσης με στόχο την εξάλειψη της δημόσιας αφόδευσης. Χωρίς να πρόκειται για μια νέα πρωτοβουλία, πρόκειται απλώς για μια επανασυσκευασμένη εκδοχή ενός παλαιότερου προγράμματος αποχέτευσης στην ύπαιθρο, το οποίο τώρα αναφέρεται ως Swachh Bharat Abhiyan (SBA).
Παρόλο που το SBA παρέχει χρηματική υποστήριξη για την κατασκευή τουαλετών στα αγροτικά νοικοκυριά, το πρόγραμμα δεν περιλαμβάνει την τοποθέτηση ενός κατάλληλου αποχετευτικού συστήματος και τη συντήρησή του. Κατά συνέπεια, ενισχύει τις άθλιες και πρωτόγονες πρακτικές της καθαριότητας με τα χέρια. Η διπλή τραγωδία είναι ότι αυτή η στιγματισμένη εργασία εκτελείται κυρίως από γυναίκες Ντάλιτ («ανέγγιχτες») στα χωριά.
Σε πραγματικούς όρους, η εποχή Μόντι σήμανε καταστροφή για τη μεγάλη πλειοψηφία των γυναικών από την εργατική και την κατώτερη μεσαία τάξη, καθώς και για τις φτωχές αγρότισσες και τα εξαθλιωμένα νοικοκυριά των φυλών. Το βάρος της κοινωνικής αναπαραγωγής που επωμίζονται αυτές οι γυναίκες έχει αυξηθεί σημαντικά με την ταχεία ιδιωτικοποίηση πολλών δημόσιων υπηρεσιών κοινής ωφέλειας και τη σταθερή απόσυρση του κράτους από την υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση.
Ενώ η κυβέρνηση προβάλλει μια πληθώρα προγραμμάτων πρόνοιας, οι πραγματικές χρηματικές εισφορές ανέρχονται σε πενιχρά ποσά. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα σε ένα πλαίσιο όπου ο πληθωρισμός συνεχίζεται αμείωτος και τα κονδύλια του προϋπολογισμού για τέτοια προγράμματα περιορίζονται σταθερά.
Η κυβέρνηση Μόντι ισχυρίζεται ότι θα έχει διανείμει πάνω από ενενήντα πέντε εκατομμύρια συνδέσεις υγροποιημένου αερίου πετρελαίου χωρίς προκαταβολή, ή καθαρών καυσίμων, σε φτωχά αγροτικά νοικοκυριά μεταξύ 2016 και 2023. Ωστόσο, με τις τιμές του υγραερίου να έχουν εκτοξευθεί στα ύψη, περισσότερες από τις μισές γυναίκες της υπαίθρου εξακολουθούν να συλλέγουν καυσόξυλα και να χρησιμοποιούν ρυπογόνα στερεά καύσιμα. Με αυτόν τον τρόπο, η μέση Ινδή γυναίκα συνεχίζει να επιβαρύνεται με μεγάλο όγκο οικιακών εργασιών και πρέπει να ξοδεύει πολύ περισσότερο χρόνο για να ασχοληθεί με αυτές τις εργασίες.
Προπέτασμα καπνού
Ο ισχυρισμός της κυβέρνησης ότι έχει ενισχύσει τις γυναίκες δεν ευσταθεί όταν μετράται με την πραγματικότητα της καθημερινής ζωής των γυναικών και τη δυσμενή πρόσβασή τους στα μέσα βιοπορισμού και την κερδοφόρα απασχόληση. Στο ένα επίπεδο, μπορούμε να δούμε την αύξηση των εγκλημάτων κατά των γυναικών και τη διάχυτη κουλτούρα της ατιμωρησίας που επηρεάζει αρνητικά τις προσπάθειες των γυναικών να τολμήσουν να βγουν, ανεμπόδιστα, στη δημόσια σφαίρα.
Σε ένα άλλο επίπεδο, πίσω από το προπέτασμα καπνού των πληρωμένων ειδήσεων, μπορούμε να διακρίνουμε τις ταχέως επιδεινούμενες συνθήκες των γυναικών στην αγορά εργασίας της Ινδίας. Η σημερινή κατάσταση του υποστηριζόμενου από το κράτος εθνικού προγράμματος εγγύησης της απασχόλησης στην ύπαιθρο (ο Εθνικός Νόμος περί Εγγυήσεων για την Απασχόληση στην Υπαίθρου Μαχάτμα Γκάντι ή MNREGA) είναι τουλάχιστον ανησυχητική. Ειδικότερα, οι γυναίκες αποτελούν πάνω από το 50 % του εργατικού δυναμικού του MNREGA.
Η εντεινόμενη αγροτική δυσπραγία και η αυξανόμενη ανεργία είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση της ζήτησης για εργασία στο πλαίσιο του MNREGA. Ωστόσο, οι περικοπές του προϋπολογισμού της κυβέρνησης Μόντι για το MNREGA έχουν οδηγήσει σε έλλειψη εργασίας στο πλαίσιο του προγράμματος, μαζί με μαζικές καθυστερήσεις στις χρηματικές παροχές.
Επιπλέον, περίπου πέντε εκατομμύρια γυναίκες απασχολούνται επί του παρόντος στο πλαίσιο διαφόρων σχεδίων και προγραμμάτων που διαχειρίζονται οι κυβερνήσεις της χώρας και των κρατιδίων. Οι γυναίκες αυτές, οι οποίες ανήκουν κυρίως σε «κατώτερες» κάστες και προέρχονται από φτωχές οικογένειες, καταφεύγουν σε διάφορες μορφές κοινοτικής εργασίας, όπως η παροχή πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης στα χωριά ή η φροντίδα των παιδιών στα ανγκανβάντι (αγροτικά κέντρα φροντίδας παιδιών).
Ωστόσο, το έργο τους υποτιμάται, καθώς θεωρείται ως προέκταση του εθελοντισμού και της κοινοτικής υπηρεσίας. Ως εκ τούτου, στερούνται το καθεστώς και τα δικαιώματα των εργαζομένων και λαμβάνουν πενιχρά «μηνιαία κίνητρα» ή τιμητικές αμοιβές. Αυτό έχει οδηγήσει πολλές να συμμετάσχουν σε δυναμικούς αγώνες για την αναγνώριση ως εργαζομένων του δημοσίου. Η κυβέρνηση Μόντι δεν προσφέρει καμία διαβεβαίωση για την αναβάθμισή τους.
Όταν υπερηφανεύεται για τις προσπάθειές της να δημιουργήσει πόρους διαβίωσης για τις γυναίκες μέσω προγραμμάτων δανείων μικροχρηματοδότησης όπως το Pradhan Mantri Mudra Yojana (PMMY), η κυβέρνηση παραβλέπει με ευκολία το γεγονός ότι τα ιδιωτικά κεφάλαια αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μερίδιο του κλάδου μικροχρηματοδότησης της Ινδίας. Αποφεύγοντας την αποτελεσματική ρύθμιση των ιδρυμάτων μικροχρηματοδότησης που αναπτύσσονται σαν μανιτάρια, το BJP έχει αφήσει τις γυναίκες να σηκώνουν όλο και περισσότερο το βάρος του ληστρικού δανεισμού και να παγιδεύονται στη δίνη της υπερχρέωσης.
Προς το συμφέρον της «ευκολίας των επιχειρήσεων», η κυβέρνηση εισήγαγε νέους εργασιακούς κώδικες που αντιπροσωπεύουν μια περαιτέρω απόσυρση του κράτους από τη δημόσια ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών. Οι διαβόητοι κώδικες έχουν ωθήσει όλο και περισσότερες εργαζόμενες γυναίκες στον άτυπο τομέα, εκθέτοντάς τες στην επισφάλεια και την ευαλωτότητα.
Συγκεντρωμένες στις χαμηλότερες βαθμίδες της αγοράς εργασίας, οι γυναίκες πέφτουν θύματα θλιβερών συνθηκών εργασίας που χαρακτηρίζονται από χαμηλούς μισθούς και υπερκόπωση. Οι ανασφαλείς και άτυπες εργασιακές ρυθμίσεις ευνοούν επίσης την ανεξέλεγκτη σεξουαλική παρενόχληση των εργαζόμενων γυναικών.
Αναγνώριση και αναδιανομή
Η εκλογική πολιτική στην Ινδία καθοδηγούνταν παραδοσιακά από τη λογική ότι οι εκλογικές επιλογές των γυναικών διαμορφώνονταν από τους άνδρες της οικογένειάς τους, της κάστας, της κοινότητας και ούτω καθεξής. Ωστόσο, οι γυναίκες έχουν αναδειχθεί ως μια εκλογική ομάδα με τα δικά τους δικαιώματα. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο τα θέματα που απασχολούν τις γυναίκες κερδίζουν σταθερά μεγαλύτερη προσοχή τα τελευταία χρόνια.
Η απάντηση της κυβέρνησης Μόντι ήταν να εκμεταλλευτεί το θέμα της κατοχύρωσης του 33% των εδρών για τις γυναίκες στη Λοκ Σάμπα, το κοινοβούλιο της Ινδίας, που εκκρεμεί εδώ και καιρό. Τον Ιανουάριο του 2024, λίγο πριν από την ανακοίνωση των ημερομηνιών ψηφοφορίας για τις γενικές εκλογές, πέρασε µε στρατηγικό σχεδιασμό το νομοσχέδιο για την κατοχύρωση θέσεων για τις γυναίκες.
Το μέτρο αυτό δεν προσφέρει τίποτα ουσιαστικό για τη μέση γυναίκα και για τις μάζες γενικότερα, καθώς το στρεβλό εκλογικό σύστημα της Ινδίας με τη μέθοδο του «ο πρώτος τα παίρνει όλα», δεν εξασφαλίζει πιο αντιπροσωπευτικές κυβερνήσεις που να ανταποκρίνονται στα συμφέροντα και τις προσδοκίες των κοινωνικά και οικονομικά ευάλωτων τμημάτων της κοινωνίας.
Επιπλέον, ως γενική τάση, οι γυναίκες υποψήφιες όλων των πολιτικών κομμάτων προέρχονται από εύπορα στρώματα. Αυτό φαίνεται ότι θα συνεχιστεί ακόμη και μετά τη μεταρρύθμιση, ενισχύοντας το status quo, σύμφωνα με το οποίο οι γυναίκες που προέρχονται από τα κυρίαρχα στρώματα της κοινωνίας θα συνεχίσουν να καταλαμβάνουν τον κοινοβουλευτικό χώρο.
Σε μια εποχή αυξανόμενης φτωχοποίησης των γυναικών, η αύξηση της εκπροσώπησης των γυναικών στο κυβερνητικό κατεστημένο τέθηκε σε εφαρμογή. Ως μια απλή πολιτική αναγνώρισης, το μέτρο αυτό μπορεί εύκολα να αξιοποιηθεί και να μετατραπεί σε μια μορφή πατριαρχικής πατρωνίας – μέχρι, φυσικά, να επαναπροσδιοριστεί με την ανακατανομή των πόρων, έτσι ώστε να διασφαλιστούν συγκεκριμένα οι ζωές, η ελευθερία και τα μέσα διαβίωσης των γυναικών.
Οι γυναίκες στην Ινδία κάθε άλλο παρά παθητικές υπήρξαν την τελευταία δεκαετία. Έχουν βρεθεί στην πρώτη γραμμή πολυάριθμων κινημάτων ενάντια στους νόμους που εισάγουν διακρίσεις για την ιθαγένεια, τη σεξουαλική βία, τους φιλοεπιχειρηματικούς αγροτικούς νόμους, την απαλλοτρίωση, τις αντεργατικές πολιτικές κ.ο.κ., τα οποία έχουν αμφισβητήσει τη νομιμότητα της κυβερνητικής εξουσίας. Μπορούμε να περιμένουμε ότι αυτή η αντίσταση θα ξαναχτιστεί και θα συνεχίσει να υφίσταται – είτε με Μόντι είτε χωρίς Μόντι.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Maya John, “Indian Women Have Gone Backward Under Narendra Modi’s Rule”, Jacobin, 10 Μαΐου 2024, https://jacobin.com/2024/05/india-women-modi-bjp-inequality.
Σημειώσεις
[1] “Third rape case against Prajwal; four more held in abduction case”, The Indian Express, 11 Μαΐου 2024, https://indianexpress.com/article/cities/bangalore/prajwal-revanna-sex-abuse-tapes-kidnapping-woman-arrest-9320091/.
[2] Imran Qureshi and Meryl Sebastian, “Prajwal Revanna: Karnataka MP’s ‘sex abuse’ tapes spark outrage”, BBC News, 30 Απριλίου 2024, https://www.bbc.com/news/world-asia-india-68918326. Priyanka Shankar, “In India’s election, a flash drive, sex abuse videos – and a missing MP”, Al Jazeera, 1 Μαΐου 2024, https://www.aljazeera.com/news/2024/5/1/in-indias-election-a-flash-drive-sex-abuse-videos-and-a-missing.
[3] Arshad R. Zargar, “India politician seeking reelection accused of making 3,000 sexual assault videos, using them for blackmail”, CBS News, 30 Απριλίου 2024, https://www.cbsnews.com/news/prajwal-revanna-videos-india-politician-accused-sexual-assault-blackmail/.

