Μέλη της Τσεκά, 1921.
Victor Serge
Μυστικότητα και επανάσταση: Μια απάντηση στον Τρότσκι
Αυτό το άρθρο γράφτηκε κατά τη διάρκεια μιας διαμάχης σχετικά με το φυλλάδιο του Τρότσκι, Η ηθική τους και η ηθική μας[1], η γαλλική έκδοση του οποίου, μεταφρασμένη από τον Σερζ, συνοδευόταν από ένα φυλλάδιο του εκδότη που επιτίθετο στην ταξική αντίληψη της ηθικής του Τρότσκι. Σε απάντηση, ο Τρότσκι έγραψε ένα άρθρο με τίτλο, Οι ηθικολόγοι και οι συκοφάντες ενάντια στον μαρξισμό[2], στο οποίο υποστήριζε ότι το ενημερωτικό φυλλάδιο γράφτηκε «φυσικά, όχι από τον Βικτόρ Σερζ, αλλά από κάποιον από τους μαθητές του, ο οποίος μιμείται τόσο τις ιδέες όσο και το στιλ του δασκάλου. Αλλά, μήπως, ύστερα απ’ όλα, είναι ο ίδιος ο δάσκαλος, δηλαδή ο Βικτόρ Σερζ με την ιδιότητα του σαν “φίλος” του συγγραφέα;»[3].
Ο Σερζ απάντησε γράφοντας το κείμενο που αναδημοσιεύεται εδώ, το οποίο προοριζόταν για δημοσίευση στο γαλλικό συνδικαλιστικό περιοδικό La Révolution prolétarienne. Ωστόσο, αποφάσισε να αποσύρει το άρθρο γιατί, όπως εξήγησε αργότερα, προτιμούσε «να υποστώ σιωπηλά αυτή την άδικη επίθεση. Και εξακολουθώ να πιστεύω ότι είχα απόλυτο δίκιο: η αλήθεια μπορεί να βρει το δρόμο της με διαφορετικούς τρόπους από την προσβλητική πολεμική». Το πρωτότυπο χειρόγραφο βρέθηκε ανάμεσα στα έγγραφα του Σερζ από τον Peter Sedgwick, ενώ προετοίμαζε την αγγλική έκδοση του βιβλίου του Σερζ, Αναμνήσεις ενός επαναστάτη[4]. Το άρθρο μεταφράστηκε από τον Sedgwick και δημοσιεύτηκε στο τεύχος της 27ης Δεκεμβρίου 1963 του Peace News.
Στο τεύχος 77-78 του ρωσόφωνου Δελτίου της Αντιπολίτευσης, που είναι το προσωπικό του όργανο, ο Τρότσκι για άλλη μια φορά με κατηγορεί με μια εξαιρετική οξύτητα, χρησιμοποιώντας μια τεχνική που είναι δύσκολο να χαρακτηρίσει κανείς. Ο τροτσκιστικός τύπος λίγο πολύ παντού θα αναπαράγει αναμφίβολα αυτό το άρθρο του∙ και ξέρω από εμπειρία ότι θα αρνηθούν να δημοσιεύσουν τις απαντήσεις, τις διαψεύσεις και τις διορθώσεις μου.
Τέτοια είναι πράγματι η ιδέα τους για τη συζήτηση – μια προσέγγιση που δεν είναι καινούργια για μένα, αφού υπήρξα μαχητής της Αριστερής Αντιπολίτευσης για τόσο πολύ καιρό μέσα στη Ρωσία. Στην πρώτη περίπτωση, ο Τρότσκι είχε αντιρρήσεις για ένα άρθρο που δημοσίευσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Γαλλία, με τίτλο Ο μαρξισμός στην εποχή μας. Παραδόξως, το επέκρινε κατά τα φαινόμενα χωρίς να το έχει διαβάσει, καταλογίζοντάς μου θέσεις που είναι ευθέως αντίθετες από τις δικές μου. Αυτή τη φορά το πολεμικό του πάθος και η ευερέθιστη αδιαλλαξία του τον οδήγησαν ακόμη πιο μακριά. Σχεδόν ολόκληρο το άρθρο του (Οι ηθικολόγοι και οι συκοφάντες ενάντια στο μαρξισμό) στηρίζεται σε καταγγελίες από κραυγαλέες ανακρίβειες, τις οποίες είμαι υποχρεωμένος να αντιμετωπίσω παρά την απέχθεια που νιώθω για την υποβάθμιση ενός επιχειρήματος που θα μπορούσε να είναι τόσο απλό όσο και συναρπαστικό.
Ο Τρότσκι με κατηγορεί ότι είμαι ο «αυστηρότερος επικριτής» του μικρού βιβλίου του Η ηθική τους και η ηθική μας, το οποίο μετέφρασα στα γαλλικά για τις Éditions du Sagittaire. Ωστόσο, ποτέ δεν έχω δημοσιεύσει ούτε μια γραμμή σχετικά με αυτό το έργο του, σε οποιαδήποτε δημοσίευση ή με οποιαδήποτε μορφή.
Αφού μου απέδωσε με αυτόν τον τρόπο ένα κείμενο με το οποίο δεν είχα καμιά σχέση, ο Τρότσκι ξοδεύει πολύ χρόνο για να αντικρούσει ιδέες που μου απέδωσε, ενώ αγνοεί συστηματικά τις ιδέες που έχω δημοσιεύσει συχνά για το ίδιο θέμα. Για άλλη μια φορά, και δυστυχώς, αναγνωρίζω εδώ μια προσέγγιση που έχει χρησιμοποιηθεί τόσο συχνά στη Ρωσία εναντίον του και εναντίον μας∙ μια κακή προσέγγιση, μια προσέγγιση μικρής διανοητικής αξίας, που πηγάζει από μια βαθιά άρρωστη μπολσεβίκικη νοοτροπία.
Σχετικά με το θέμα του εμφυλίου πολέμου στη ρωσική επανάσταση, ο Τρότσκι μου καταλογίζει ένας Θεός ξέρει τι υπερφίαλες ανοησίες· αν και για αυτά ακριβώς τα θέματα έχω γράψει ένα έργο σχεδόν 500 σελίδων, το οποίο είναι αρκετά γνωστό: L’An I de la Révolution Russe[5]. Θα ήταν αρκετό για τον Τρότσκι να το ανοίξει και θα έβλεπε τι λέω και τι δεν λέω. Αλλά αυτό θα ήταν πολύ απλό. Άνοιξαν ποτέ τα βιβλία του στη Ρωσία πριν τον κατηγορήσουν για κάθε έγκλημα που έγινε υπό τον ήλιο; Όπως και να έχει, είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι στις έξι στήλες της «διάψευσής» του εναντίον μου, δεν παραθέτει ούτε μια γραμμή μου. Ακριβώς αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο τον αντιμετώπιζε κάποτε η Πράβντα.
Θα προσπεράσω τις επουσιώδεις κατηγορίες, διατυπωμένες με ένα ύφος που, δυστυχώς, θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί «μοσχοβίτικο»· όπως για παράδειγμα ότι, μαζί με τον Χ, ο οποίος είναι πράγματι κάποιος παλιός φίλος ή σύντροφός μου, και με τον Υ, τον οποίο δεν έχω συναντήσει ποτέ, συνωμότησα εναντίον της «Τέταρτης Διεθνούς». Όσον αφορά αυτές τις διαμάχες των αιρέσεων και των υπο-αιρέσεων, είμαι και ήμουν πάντα εντελώς ξένος προς αυτές. Πιθανόν ο Χ ή ο Υ, ή ακόμη και ο Ζ, να έχει χρησιμοποιήσει τα γραπτά μου: Δεν μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό – τα γραπτά παράγονται με σκοπό την κυκλοφορία, οι ιδέες ανήκουν σε όλους.
Σε αυτό το αξιοσημείωτο άρθρο του Τρότσκι υπάρχει μόνο ένα σύντομο απόσπασμα που ουσιαστικά μου απαντά. Αυτό είναι: «... ακόμα μια από τις ανακαλύψεις του Βικτόρ Σερζ – η ανακάλυψη ότι ο εκφυλισμός των μπολσεβίκων χρονολογείται από τη στιγμή που δόθηκε στην Τσεκά το δικαίωμα να αποφασίζει κεκλεισμένων των θυρών για τη μοίρα των ανθρώπων. Ο Σερζ παίζει με την ιδέα της επανάστασης. Γράφει ποιήματα γι’ αυτήν, αλλά είναι ανίκανος να καταλάβει τι είναι. Οι δημόσιες δίκες είναι δυνατές μόνο σε συνθήκες ενός σταθερού καθεστώτος. Ο εμφύλιος πόλεμος είναι μια κατάσταση υπέρτατης αστάθειας της κοινωνίας και του κράτους. Όπως ακριβώς είναι αδύνατο να δημοσιεύσεις στις εφημερίδες τα σχέδια του Γενικού Επιτελείου, το ίδιο είναι αδύνατο να αποκαλύψεις σε δημόσιες δίκες τις συνθήκες και τις περιστάσεις των συνωμοσιών, γιατί οι τελευταίες αυτές είναι άρρηκτα δεμένες με την πορεία του εμφυλίου πολέμου»[6].
Δεδομένου ότι η πλειονότητα των καθεστώτων σήμερα δύσκολα μπορεί να χαρακτηριστούν σταθερά, ο Τρότσκι παρέχει σε αυτό το απόσπασμα σε όλους τους αντιδραστικούς ένα εξαιρετικό επιχείρημα για την αντικατάσταση των κανονικών δικαστηρίων από μυστικά στρατοδικεία. Ωστόσο, σύντομα θα δούμε ότι το επιχείρημά του είναι απολύτως άχρηστο. (Μια προσωπική παρένθεση: Ο Τρότσκι θα μπορούσε κάλλιστα να θυμάται ότι μεταξύ 1919 και 1936, ή μάλλον από το 1906, δεν περιορίστηκα στο να «γράφω ποιήματα» για την επανάσταση. Αλλά το μικρό τέχνασμα του να αναφέρει κανείς μόνο τα ποιήματα, και να κάνει έτσι μια περαστική σκωπτική αναφορά σε ένα μακρύ και πλούσιο ιστορικό δραστηριότητας που περιελάμβανε δέκα χρόνια ποικίλων διώξεων στην ΕΣΣΔ – αυτή η μικρή υπόθεση δεν έχει μεγάλη σχέση με το θέμα που συζητάμε).
Ο Τρότσκι κάνει χρήση ενός ευφημισμού που είναι τόσο υπερβολικός που θα μπορούσα δικαιολογημένα να τον κατηγορήσω ότι διακωμωδεί μια έννοια που, παρ’ όλα αυτά, έχει τη δική της κοινωνική και ανθρώπινη σημασία: Εννοώ τη θανατική ποινή. Η Τσεκά, γράφει ψύχραιμα, έλαβε το δικαίωμα «να αποφασίζει κεκλεισμένων των θυρών για τη μοίρα των ανθρώπων»: ενώ αυτό που δόθηκε στην πραγματικότητα στην Τσεκά ήταν το δικαίωμα να εφαρμόζει τη θανατική ποινή σε μαζική κλίμακα και μυστικά, χωρίς να ακούει τους κατηγορούμενους, οι οποίοι ήταν ανίκανοι να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και τους οποίους στις περισσότερες περιπτώσεις οι δικαστές τους δεν έβλεπαν καν! Σε σύγκριση με αυτή την ανακριτική διαδικασία, το καθεστώς των «κεκλεισμένων θυρών» κάθε δικαστηρίου στο οποίο οι δικαστές και οι κατηγορούμενοι βρίσκονται πρόσωπο με πρόσωπο και στο οποίο γίνονται δεκτοί οι συνήγοροι υπεράσπισης, φαίνεται να ξεχειλίζει από εγγυήσεις. Είτε εδώ ο Τρότσκι παραχαράσσει τα ιστορικά γεγονότα στη μέση του όλου βασικού προβλήματος, είτε το ρήμα «παραχαράσσω» έχει χάσει κάθε σημασία του σε αυτή ή σε οποιαδήποτε γλώσσα.
Θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει από αυτό ότι επρόκειτο απλώς για την καταστολή των συνωμοσιών∙ ωστόσο, το πλήρες όνομα της Τσεκά ήταν «Έκτακτη Επιτροπή για την καταστολή της αντεπανάστασης, του σαμποτάζ, της κερδοσκοπίας και της λιποταξίας». Αν θα μπορούσε εύλογα να γίνει επίκληση της ανάγκης για μυστικές διαδικασίες στην περίπτωση της συνωμοσίας, είναι σωστό να γίνει επίκληση για τη νοικοκυρά που πουλάει ένα κιλό ζάχαρη που αγόρασε (κερδοσκοπία), τον ηλεκτρολόγο του οποίου οι ασφάλειες καίγονται (σαμποτάζ), το φτωχό παλικάρι που βαρέθηκε την πρώτη γραμμή και κάνει ένα ταξίδι στα μετόπισθεν (λιποταξία), τον σοσιαλιστή ή τον αναρχικό που έχει κάνει κάποια παρατήρηση στο δρόμο ή έχει κάποιους συντρόφους μαζί στο σπίτι (αναταραχή και παράνομη συνάθροιση); Περιπτώσεις αυτού του είδους κυριολεκτικά ξεπερνούσαν εκείνες της συνωμοσίας, είτε γνήσιες είτε ανύπαρκτες∙ αυτό δεν μπορεί να μην το γνώριζε ο Τρότσκι. Ούτε, σε αυτό το στάδιο, δεν μπορεί να μην γνωρίζει πόσο ευνοϊκό για την επινόηση ανύπαρκτων συνωμοσιών ήταν το σκοτάδι στο οποίο ήταν πρωταγωνιστής∙ υπήρχαν τέτοιου είδους συνωμοσίες εξίσου πολλές με τις πραγματικές. Δεν μπορεί να αγνοεί ότι σε όλα τα διαφορετικά είδη υποθέσεων που χειριζόταν, η Τσεκά έκανε τρομακτική κατάχρηση της θανατικής ποινής. Γιατί λοιπόν είναι τόσο πρόθυμος να υπερασπιστεί τα αδικαιολόγητα, και μάλιστα με τόσο φτωχά επιχειρήματα;
Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου επικρατούσε απόλυτη τάξη πίσω από το ίδιο το μέτωπο, στο εσωτερικό της σοβιετικής επικράτειας. Τίποτα δεν εμπόδιζε τη λειτουργία κανονικών δικαστηρίων, τα οποία σε ορισμένες περιπτώσεις θα μπορούσαν να συνεδριάσουν κεκλεισμένων των θυρών, ενώπιον των οποίων οι κατηγορούμενοι θα μπορούσαν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, να έχουν τους δικούς τους δικηγόρους παρόντες και να παρουσιαστούν στο φως της ημέρας. Η επανάσταση δεν θα είχε ενισχύσει τη δημοτικότητά της αποκαλύπτοντας τους πραγματικούς εχθρούς της για να τους δουν όλοι; Και, αντίστοιχα, θα είχαν αποφευχθεί οι καταχρήσεις που προέκυπταν αναπόφευκτα από το σκοτάδι.
Αλλά η κεντρική επιτροπή του κόμματος ήταν αποφασισμένη να διατηρήσει το μονοπώλιο της εξουσίας της και έτσι να συγχέει τους πολύ ενοχλητικούς επικριτές της με κατασκόπους, προδότες και αντιδραστικούς συνωμότες∙ συχνά θα βρισκόταν σε αμηχανία μπροστά στις επικρίσεις των μενσεβίκων σοσιαλιστών, των αναρχικών, των μαξιμαλιστών, των συνδικαλιστών ή ακόμη και των κομμουνιστών και των ενθουσιωδών ακομμάτιστων πολιτών, τους οποίους τα δικαστήρια δεν θα μπορούσαν να καταδικάσουν χωρίς να απαξιωθούν τα ίδια. Με άλλα λόγια, οι συνέπειες της μυστικότητας στις μεθόδους της Τσεκά έγκεινται τόσο στην επίθεση και την καταστροφή της εργατικής τάξης και της επαναστατικής δημοκρατίας όσο και στον αποκεφαλισμό της αντεπανάστασης. (Αυτό, παρόλο που η πρώιμη Τσεκά πολύ σπάνια χρησιμοποιούσε τη θανατική ποινή εναντίον μελών οργανώσεων της εργατικής τάξης).
Σε τέτοια ζητήματα της ιστορίας (τα οποία είναι επίσης, εφόσον η ηθική πραγματικότητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την κοινωνική πραγματικότητα, ζητήματα σοσιαλιστικής ηθικής), το κίνημα της εργατικής τάξης ενδιαφέρεται να χυθεί φως παντού και να κάνει γνωστές τις απόψεις του χωρίς κανένα πάθος πέρα από αυτό της προσφοράς στον άνθρωπο και το μέλλον. Είτε το θέλει ο Τρότσκι είτε όχι, δεν έχει τεθεί κανένα όριο στην ανάλυση της ρωσικής επανάστασης, την οποία υπηρέτησε τόσο εξαιρετικά, τόσο τρομερά – παρά το μέτρο της ευθύνης που πρέπει να αποδοθεί στο όνομά του για ορισμένα τραγικά λάθη. Και καμιά βαρύγδουπη ειρωνεία, καμιά σφοδρή δυσφήμιση, που στρέφεται εναντίον ανθρώπων που τολμούν να σκέφτονται και μερικές φορές να εκφέρουν τη γνώμη τους σύμφωνα με τη συνείδησή τους, δεν του δίνει το ελεύθερο να υποκαθιστά την αναγκαία συζήτηση με την κακόβουλη πολεμική, στην οποία συζήτηση, με λίγο λιγότερη αξίωση του αλάθητου, θα μπορούσε να συνεισφέρει τα πιο πολύτιμα από όλα.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Victor Serge, “Secrecy and Revolution: A Reply to Trotsky” [1939], Peace News, 27 Δεκεμβρίου 1963. Αναδημοσίευση: Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/history/etol/revhist/otherdox/whatnext/sergerep.html.
Σημειώσεις
[1] Λέον Τρότσκι, Η ηθική τους και η ηθική μας, Παρασκήνιο, Αθήνα 2000. Διαθέσιμο στο Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/ellinika/archive/trotsky/works/1938/morals/index.htm.
[2] Λέον Τρότσκι, «Οι ηθικολόγοι και οι συκοφάντες ενάντια στον μαρξισμό», στο Λέον Τρότσκι, Η ηθική τους και η ηθική μας, Παρασκήνιο, Αθήνα 2000, σσ. 57 κ.ε. Διαθέσιμο στο Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/ellinika/archive/trotsky/works/1938/morals/moralist.htm.
[3] Λέον Τρότσκι, «Οι ηθικολόγοι…», ό.π., σελ.58.
[4] Victor Serge, Αναμνήσεις ενός επαναστάτη, Ακυβέρνητες πολιτείες, 2017.
[5] Victor Serge, Έτος Ένα της Ρωσικής Επανάστασης, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, Αθήνα 2017.
[6] Λέον Τρότσκι, «Οι ηθικολόγοι…», ό.π., σελ. 62.
 
  
  
  
  
  
  
 

 
  
  
  
  
  
  
  
  
  
 