Κυριακή, 31 Ιανουαρίου 2016 13:33

Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο: Βασικές Θέσεις του Μαρξισμού (Μέρος Πρώτο) Κύριο

Προλετάριοι και κομουνιστές

[Κομμουνιστικό Μανιφέστο, εκδόσεις Ηριδανός, 1974, σσ, 43-44]

Ποια είναι η σχέση των κομμουνιστών προς τους προλετάριους γενικά;

Οι κομμουνιστές δεν αποτελούν ένα ξεχωριστό κόμμα, που αντιτίθεται στ’ άλλα εργατικά κόμματα.

Δεν έχουν συμφέροντα που ξεχωρίζουν από τα συμφέροντα του προλεταριάτου στο σύνολό του.

Δεν διακηρύσσουν ξεχωριστές αρχές, που σύμφωνα μ’ αυτές θα θελαν να πλάσουν το εργατικό κίνημα.

Οι κομμουνιστές διαφέρουν από τα άλλα εργατικά κόμματα μονάχα κατά τούτο: ότι από τη μια μεριά, στους διάφορους εθνικούς αγώνες των προλεταρίων, τονίζουν και επιβάλλουν τα συμφέροντα που είναι κοινά σ’ όλο το προλεταριάτο κι ανεξάρτητα από την εθνότητα. Και από την άλλη, ότι στις διάφορες βαθμίδες ανάπτυξης του αγώνα ανάμεσα στα προλεταριάτο και στην αστική τάξη, εκπροσωπούν τα συμφέροντα του κινήματος στο σύνολο του.

Στην πράξη λοιπόν οι κομμουνιστές είναι το πιο αποφασιστικό τμήμα των εργατικών κομμάτων όλων των χωρών, το τμήμα που τα κινεί πάντα προς τα μπρός. Θεωρητικά, πλεονεκτούν από την υπόλοιπη μάζα του προλεταριάτου με τη σωστή αντίληψη για τις συνθήκες, για την πορεία και για τα γενικά αποτελέσματα του προλεταριακού κινήματος.

Ο άμεσος σκοπός των κομμουνιστών είναι ίδιος με το σκοπό όλων των άλλων προλεταριακών κομμάτων: συγκρότηση του προλεταριάτου σε τάξη, ανατροπή της αστικής κυριαρχίας, κατάχτηση της πολιτικής εξουσίας από το προλεταριάτο.

 

Η Παρισινή Κομμούνα

[Απόσπασμα από μια απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς (11 Ιούνη 1922) για το Γαλλικό Κ.Κ. Η εισήγηση που εγκρίθηκε έγινε από τον Λ. Τρότσκι.]

Η πιο ένδοξη σελίδα στην ιστορία του γαλλικού προλεταριάτου – η Παρισινή Κομμούνα – δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα μέτωπο όλων των διαφορετικών οργανώσεων της Γαλλικής εργατικής τάξης, ενωμένων ενάντια στη μπουρζουαζία. Αν, παρά την συγκρότηση του ενιαίου μετώπου η Κομμούνα συντρίφτηκε τόσο γρήγορα, η εξήγηση γι αυτό πρέπει πάνω απ’ όλα να αναζητηθεί στο γεγονός ότι το ενιαίο μέτωπο δεν είχε στην αριστερή του πτέρυγα μια γνήσια επαναστατική, πειθαρχική και αποφασιστική οργάνωση, που να είναι ικανή να κερδίσει μέσα στη φωτιά των γεγονότων γρήγορα την ηγεσία.

Με αυτή ακριβώς την έννοια η Κομμούνα ήταν μια εργατική κυβέρνηση – ένα μέτωπο των κομμάτων και των ομάδων της εργατικής τάξης, που αντιπαραθέτονταν στη μπουρζουαζία. Σαν μια εργατική κυβέρνηση η Κομμούνα δεν αντιπροσώπευε τίποτε άλλο παρά ένα στάδιο προς την εγκαθίδρυση της σοσιαλιστικής τάξης. Το ταξικά συνειδητοποιημένο γαλλικό προλεταριάτο χρειάζεται μόνο να προβληματιστεί σοβαρά πάνω στην πείρα της Κομμούνας για να ανακαλύψει στο ηρωικό του παρελθόν όλα τα αναγκαία επιχειρήματα υπέρ της γνήσιας επαναστατικής τακτικής του ενιαίου μετώπου, μαζί με το αίτημα για μια εργατική κυβέρνηση που απορρέει απ ‘ αυτή τη τακτική.

 

Για το Ενιαίο Μέτωπο

 

Γενικές Σκέψεις Πάνω στο Ενιαίο Μέτωπο

[Απόσπασμα από τις πρώτες θέσεις πάνω στο Ενιαίο Μέτωπο που υιοθετήθηκαν από τη Κομμουνιστική Διεθνή. Τις έγραψε ο Τρότσκι στις 2 Μάρτη του 1922, κατά τη διάρκεια της διευρυμένης ολομέλειας της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κ.Δ που συνήρθε στο τέλος του Φλεβάρη και επεκτάθηκε ως το Μάρτη. Η άμεση αφορμή για τη συγγραφή των θέσεων ήταν η κατάσταση του Κ.Κ. Γαλλίας που περιγράφεται στο δεύτερο μέρος των θέσεων. Οι θέσεις αυτές έγιναν η βάση για τις γενικές θέσεις πάνω στη ταχτική του Ενιαίου Μετώπου, που υιοθέτησε το 4ο Συνέδριο της Κ.Δ και τις οποίες έγραψε πάλι ο Τρότσκι.]

1. Ο σκοπός του Κομμουνιστικού Κόμματος είναι να ηγηθεί της προλεταριακής επανάστασης. Για να καλέσει το προλεταριάτο για την άμεση κατάχτηση της εξουσίας και να το πετύχει, το Κομμουνιστικό Κόμμα πρέπει να βασίζεται πάνω στη συντριπτική πλειοψηφία της εργατικής τάξης.

Όσο δεν έχει αυτή την πλειοψηφία, το κόμμα πρέπει να παλεύει για να την κερδίσει.

Αυτό μπορεί να το πετύχει το κόμμα μόνο παραμένοντας μια απόλυτα ανεξάρτητη οργάνωση με ξεκάθαρο πρόγραμμα και αυστηρή εσωτερική πειθαρχία. Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο το κόμμα ήταν υποχρεωμένο να σπάσει ιδεολογικά και οργανωτικά από τους ρεφορμιστές και τους κεντριστές, που δεν παλεύουν για την προλεταριακή επανάσταση, που δεν έχουν ούτε την ικανότητα ούτε την επιθυμία να προετοιμάσουν τις μάζες για την επανάσταση και που εμποδίζουν με ολόκληρη τη διαγωγή τους αυτή τη δουλειά.

Όποια μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος θρηνούν για το σχίσμα με τους κεντριστές στο όνομά της «ενότητας των δυνάμεων» ή της «ενότητας του μετώπου», δείχνουν ότι δεν καταλαβαίνουν ούτε την άλφα- βήτα του Κομμουνισμού και ότι και αυτοί οι ίδιοι μόνο κατά τύχη βρίσκονται στο Κομμουνιστικό Κόμμα.

2. Αφού πρώτα σιγουρευτεί για την πλήρη ανεξαρτησία και ιδεολογική ομοιογένεια στις γραμμές του, το Κομμουνιστικό Κόμμα παλεύει για επιρροή πάνω στη πλειοψηφία της εργατικής τάξης. Αυτή η πάλη μπορεί να επιταχυνθεί ή να επιβραδυνθεί, ανάλογα με τις αντικειμενικές συνθήκες και την καταλληλότητα της ταχτικής που ακολουθεί.

Αλλά είναι ολοφάνερο ότι η ταξική ζωή του προλεταριάτου δεν ανακόπτεται στην προπαρασκευαστική προς την επανάσταση περίοδο. Οι συγκρούσεις με τους βιομήχανους, με τη μπουρζουαζία, με τη κρατική εξουσία, με την πρωτοβουλία της μιας ή της άλλης πλευράς τραβούν το δρόμο τους.

Σ’ αυτές τις συγκρούσεις – στο βαθμό που αφορούν τα ζωτικά συμφέροντα ολόκληρης της εργατικής τάξης ή της πλειοψηφίας της ή αυτού ή εκείνου του τμήματος – οι εργαζόμενες μάζες αισθάνονται την ανάγκη για ενότητα στη δράση, ενότητα για να αντισταθούν στην επίθεση του καπιταλισμού ή ενότητα για να αναλάβουν την επίθεση ενάντια του. Κάθε κόμμα που μηχανικά αντιτίθεται σ’ αυτή την ανάγκη της εργατικής τάξης για ενότητα στη δράση χωρίς αμφιβολία θα καταδικαστεί στη συνείδηση των εργατών.

Συνεπώς το ζήτημα του ενιαίου μετώπου δεν είναι καθόλου, ούτε από άποψη προέλευσης ή ουσίας, ζήτημα των αμοιβαίων σχέσεων ανάμεσα στη Κομμουνιστική κοινοβουλευτική φράξια και στη φράξια των Σοσιαλιστών ή ανάμεσα στις Κεντρικές Επιτροπές των δύο κομμάτων ή ανάμεσα στην «Ουμανιτέ» και την «Ποπυλαίρ»1Το πρόβλημα του ενιαίου μετώπου – παρά το γεγονός ότι αυτή την εποχή είναι αναπόφευκτο το σχίσμα των πολιτικών οργανώσεων, που βασίζονται στην εργατική τάξη – αναδύεται από την επείγουσα ανάγκη να εξασφαλιστεί για την εργατική τάξη η δυνατότητα ενός ενιαίου μετώπου στην πάλη της ενάντια στον καπιταλισμό.

Για κείνους που δεν καταλαβαίνουν αυτό το καθήκον το κόμμα είναι μόνο μια προπαγανδιστική συντροφιά και όχι μια οργάνωση για μαζική δράση.

3. Σε περιπτώσεις όπου το Κομμουνιστικό Κόμμα παραμένει η οργάνωση μιας αριθμητικά ασήμαντης μειοψηφίας, το ζήτημα της δράσης του στο μέτωπο της μαζικής πάλης δεν έχει αποφασιστική πραχτική και οργανωτική σημασία. Σε τέτοιες συνθήκες η μαζική δράση παραμένει κάτω από την ηγεσία των παλιών οργανώσεων, που εξ αιτίας των διατηρουμένων ισχυρών παραδόσεων, συνεχίζουν να παίζουν τον αποφασιστικό ρόλο.

Παρόμοια το ζήτημα ενιαίου μετώπου δεν μπαίνει σε χώρες όπου – όπως η Βουλγαρία για παράδειγμα – το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι η μόνη ηγετική οργάνωση των μαζών.

Αλλά όπου το Κομμουνιστικό Κόμμα αποτελεί ήδη μια μεγάλη οργανωμένη πολιτική δύναμη αλλά όχι αποφασιστικού μεγέθους – όπου το κόμμα αγκαλιάζει οργανωτικά, ας πούμε το 1/4, το 1/3 ή ένα ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό της οργανωμένης προλεταριακής πρωτοπορίας – τότε αντιμετωπίζει το ζήτημα του ενιαίου μετώπου σ’ όλη του την οξύτητα.

Αν το κόμμα αγκαλιάζει το ένα τρίτο ή το μισό της προλεταριακής πρωτοπορίας, τότε το υπόλοιπο μισό ή τα δύο τρίτα είναι οργανωμένα από τους ρεφορμιστές ή τους κεντριστές. Είναι ολοφάνερο όμως ότι ακόμη και εκείνοι οι εργάτες που υποστηρίζουν ακόμα τους ρεφορμιστές και τους κεντριστές έχουν ζωτικό συμφέρον να διατηρήσουν το ψηλότερο βιοτικό επίπεδο και τη μεγαλύτερη δυνατή ελευθερία για πάλη. Πρέπει κατά συνέπεια να σχεδιάσουμε την ταχτική μας με τέτοιο τρόπο, ώστε να εμποδίσουμε το Κομμουνιστικό Κόμμα να μετατραπεί – κι ακόμα περισσότερο να είναι ήδη στην πραγματικότητα – ένα οργανωτικό εμπόδιο στο δρόμο της σημερινής πάλης του προλεταριάτου.

Ακόμα περισσότερο το κόμμα πρέπει να αναλάβει την πρωτοβουλία για να εξασφαλίσει την ενότητα στους τωρινούς αγώνες. Μόνο μ’ αυτό τον τρόπο το κόμμα θα προσεγγίσει σε κείνα τα δύο τρίτα που δεν ακολουθούν ακόμη την ηγεσία του, που δεν το εμπιστεύονται ακόμα, γιατί δεν το καταλαβαίνουν. Μόνο μ’ αυτό τον τρόπο μπορεί το κόμμα να τα κερδίσει.

4. Αν το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν είχε σπάσει οριστικά και αμετάκλητα από τους σοσιαλδημοκράτες δεν θα είχε γίνει το κόμμα της προλεταριακής επανάστασης. Δεν θα’ χε κάνει τα πρώτα σοβαρά βήματα στο δρόμο προς την επανάσταση. Θα είχε παραμείνει για πάντα μια κοινοβουλευτική βαλβίδα ασφαλείας προσκολλημένη στο αστικό κράτος.

Όποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό, δεν ξέρει το πρώτο γράμμα της άλφα- βήτα του Κομμουνισμού.

Αν το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν αναζητούσε τους οργανωτικούς δρόμους που κάνουν δυνατή σε κάθε δοσμένη στιγμή, την κοινή, συντονισμένη δράση των Κομμουνιστών και των μη – Κομμουνιστικών μαζών (συμπεριλαμβανομένων και των μαζών που ακολουθούν τη Σοσιαλδημοκρατία), τότε θα αποκάλυπτε την ανικανότητά του να κερδίσει με το μέρος του – πάνω στη βάση της μαζικής δράσης –την πλειοψηφία της εργατικής τάξης. Θα εκφυλίζονταν σ’ έναν όμιλο κομμουνιστικής προπαγάνδας, αλλά ποτέ δεν θα αναπτυσσόταν σ’ ένα κόμμα για την κατάχτηση της εξουσίας.

Δεν είναι αρκετό να κατέχει κανείς το ξίφος, πρέπει επίσης να το κάνει κοφτερό, δεν είναι αρκετό να κάνει κανείς το ξίφος κοφτερό, πρέπει επίσης να ξέρει να το χειρίζεται.

Δεν είναι αρκετό, ύστερα από τον διαχωρισμό των κομμουνιστών από τους ρεφορμιστές, να ενωθούν διαμέσου της οργανωτικής πειθαρχίας, είναι αναγκαίο να μάθει αυτή η οργάνωση πώς να καθοδηγεί όλες τις συλλογικές δραστηριότητες του προλεταριάτου σ’ όλες τις σφαίρες της ζωντανής του πάλης.

Αυτό είναι το δεύτερο γράμμα της άλφα – βήτα του κομμουνισμού.

5. Πρέπει το ενιαίο μέτωπο να επεκτείνεται μόνο στις εργαζόμενες μάζες ή να συμπεριλαμβάνει επίσης και τους οπορτουνιστές ηγέτες;

Αυτή καθαυτή η ερώτηση είναι προϊόν παρανόησης.

Εάν μπορούσαμε απλώς να ενώσουμε τις εργατικές μάζες γύρω από τη σημαία μας ή γύρω από τα τρέχοντα πραχτικά συνθήματα μας και να παρακάμψουμε τις ρεφορμιστικές οργανώσεις, είτε αυτές είναι κόμμα είτε συνδικάτο, αυτό φυσικά θα ήταν το καλύτερο πράγμα στον κόσμο. Αλλά τότε δεν θα υπήρχε και το ίδιο το ζήτημα του ενιαίου μετώπου στη σημερινή μορφή του.

Το ζήτημα προκύπτει από το γεγονός ότι πολύ σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης ανήκουν στις ρεφορμιστικές οργανώσεις ή τις υποστηρίζουν. Η σημερινή τους πείρα δεν είναι ακόμη αρκετή για να τα κάνει ικανά να σπάσουν από τις ρεφορμιστικές οργανώσεις και να προσχωρήσουν σε μας. Μια σημαντική αλλαγή πάνω σ’ αυτή τη σχέση μπορεί να πραγματοποιηθεί συμμετέχοντας στη καθημερινή μαζική δράση. Και γι αυτό ακριβώς παλεύουμε. Αλλά προς το παρόν τα πράγματα δεν είναι έτσι. Σήμερα το οργανωμένο κομμάτι της εργατικής τάξης είναι διασπασμένο σε τρείς σχηματισμούς.

Ο ένας απ’ αυτούς, ο κομμουνιστικός, παλεύει για τη σοσιαλιστική επανάσταση και ακριβώς γι αυτό υποστηρίζει κάθε κίνημα των εργαζομένων, όσο επιμέρους και αν είναι, ενάντια στους εκμεταλλευτές και ενάντια στο αστικό κράτος.

Ένας άλλος σχηματισμός, ο ρεφορμιστικός, παλεύει για τη συμφιλίωση με τη μπουρζουαζία. Αλλά για να μη χάσουν την επιρροή τους πάνω στους εργάτες, οι ηγέτες του αναγκάζονται, παρά τις ενδόμυχες επιθυμίες τους, να υποστηρίζουν τα μερικά κινήματα των εκμεταλλευομένων ενάντια στους εκμεταλλευτές.

Τέλος, υπάρχει ένας τρίτος σχηματισμός, ο κεντριστικός, που ταλαντεύεται μόνιμα μεταξύ των άλλων δύο και που δεν έχει ιδιαίτερη σημασία.

Έτσι, οι περιστάσεις κάνουν αναγκαία την κοινή δράση πάνω σε μια ολόκληρη σειρά ζωτικών ζητημάτων ανάμεσα στους εργάτες που είναι οργανωμένοι σ’ αυτές τις τρείς αντιπροσωπευτικές οργανώσεις και στις ανοργάνωτες μάζες που τις ακολουθούν.

Οι Κομμουνιστές, όπως έχει ήδη ειπωθεί, όχι μόνο δεν πρέπει να αντιτάσσονται σε τέτοιες δραστηριότητες, αλλά αντίθετα, πρέπει να παίρνουν την πρωτοβουλία γι αυτές, για το λόγο ότι όσο μεγαλύτερη είναι η μάζα που συμμετέχει στο κίνημα, τόσο ψηλότερα ανεβαίνει η αυτοπεποίθηση της, με περισσότερη αυτοπεποίθηση αυτό το μαζικό κίνημα, θα είναι ικανό να βαδίσει μπροστά αποφασιστικότερα, ανεξάρτητα από το πόσο ταπεινά είναι τα αρχικά συνθήματα πάλης. Και αυτό σημαίνει ότι η μαζικοποίηση του κινήματος το επαναστατικοποιεί και δημιουργεί πολύ πιο ευνοϊκές συνθήκες για τα συνθήματα, τις μέθοδες πάλης και γενικά, για τον ηγετικό ρόλο του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Οι ρεφορμιστές, τρέμουν την επαναστατική δυνατότητα του μαζικού κινήματος η αγαπημένη τους αρένα είναι: το κοινοβουλευτικό βήμα, τα γραφεία των συνδικάτων, τα διαιτητικά δικαστήρια, οι υπουργικοί προθάλαμοι.

Αντίθετα, εμείς ενδιαφερόμαστε, εκτός από τις άλλες φροντίδες μας, να βγάλουμε τους ρεφορμιστές από τις τρύπες τους και να τους στήσουμε μπροστά στα μάτια των μαζών πλάι σε μας. Με μια σωστή ταχτική, απ’ αυτό μπορούμε μόνο να κερδίσουμε. Ένας κομμουνιστής που αμφιβάλλει γι αυτό ή φοβάται, μοιάζει μ’ ένα κολυμβητή που έχει εγκρίνει τις θέσεις της καλύτερης μεθόδου κολύμβησης, αλλά δεν τολμάει να βουτήξει στο νερό.

6. Η ενότητα του μετώπου, προϋποθέτει κατά συνέπεια την ετοιμότητα μας, μέσα σε ορισμένα όρια και πάνω σε ειδικά ζητήματα, να συνδυάσουμε στη πράξη τη δράση μας με εκείνη των ρεφορμιστικών οργανώσεων, στο βαθμό που εξακολουθούν και σήμερα να εκφράζουν την θέληση ενός σημαντικού τμήματος του μαχόμενου προλεταριάτου.

Αλλά, ωστόσο δεν έχουμε σπάσει απ’ αυτούς; Ναι, γιατί διαφωνούμε μαζί τους πάνω σε θεμελιώδη ζητήματα του εργατικού κινήματος.

Και αναζητάμε, παρ’ όλα αυτά, συμφωνίες μαζί τους; Ναι, για όλες εκείνες τις περιπτώσεις που οι μάζες που τους ακολουθούν είναι έτοιμες να διεξάγουν κοινό αγώνα μαζί με τις μάζες που μας ακολουθούν και όταν οι ρεφορμιστές αναγκάζονται σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, να γίνουν ένα όργανο αυτής της πάλης.

Ωστόσο δεν θα πουν ότι μπορεί να σπάσαμε απ’ αυτούς αλλά ακόμη τους χρειαζόμαστε; Ναι, τα φλύαρα στόματα τους μπορεί να το πουν και αυτό. Εδώ και εκεί μπορεί κάποιος μέσα και στις δικές μας γραμμές να φοβηθεί απ’ αυτό. Αλλά όσο αφορά τις πλατειές εργατικές μάζες – ακόμα κι αυτές που δεν μας ακολουθούν και που ακόμη δεν έχουν καταλάβει τους σκοπούς μας, αλλά που βλέπουν να υπάρχουν παράλληλα δύο ή τρείς εργατικές οργανώσεις – αυτές οι μάζες θα βγάλουν από τη στάση μας το συμπέρασμα ότι, παρά το σχίσμα κάνουμε ότι μπορούμε για να διευκολύνουμε την ενότητα στη δράση.

7. Μια πολιτική που έχει για σκοπό τη συγκρότηση του ενιαίου μετώπου δεν περιέχει εκ των πραγμάτων εγγυήσεις ότι η ενότητα στη δράση θα επιτευχθεί σ’ όλες τις περιστάσεις. Αντίθετα, σε πολλές περιπτώσεις και ίσως ακόμη και στην πλειοψηφία τους, οργανωτικές συμφωνίες θα επιτευχθούν μόνο κατά το μισό ή και καθόλου. Αλλά είναι πάντα αναγκαίο να δοθεί στις αγωνιζόμενες μάζες η δυνατότητα να πεισθούν ότι η μη πραγματοποίηση ενότητας στη δράση δεν οφείλονταν στη φορμαλιστική μας αδιαλλαξία, αλλά στην έλλειψη θέλησης για πραγματική δράση εκ μέρους των ρεφορμιστών.

Όταν κάνουμε συμφωνίες με άλλες οργανώσεις, δεχόμαστε φυσικά μια ορισμένη πειθαρχία στη δράση. Αλλά αυτή η πειθαρχία δεν μπορεί να είναι απόλυτη σε χαρακτήρα. Σε περίπτωση που οι ρεφορμιστές αρχίζουν φανερά να βάζουν φρένο στην πάλη, σε βάρος του κινήματος, και δρουν ενάντια σε ότι επιβάλλει η κατάσταση και τις διαθέσεις των μαζών, εμείς σαν ανεξάρτητη οργάνωση διατηρούμε το δικαίωμα να οδηγήσουμε τον αγώνα ως το τέλος και αυτό χωρίς τους προσωρινούς μας μισοσυμμάχους.

Αυτό μπορεί να προκαλέσει μια νέα όξυνση της πάλης ανάμεσα σε μας και τους ρεφορμιστές. Αλλά αυτή τη φορά δεν θα είναι μια επανάληψη σύγκρουσης ιδεών μέσα σ’ ένα κλειστό κύκλο αλλά –με την προϋπόθεση ότι η τακτική μας είναι σωστή – θα σημαίνει την επέκταση της επιρροής μας πάνω σε νέα φρέσκα στρώματα του προλεταριάτου.

8. Είναι δυνατό να θεωρηθεί αυτή η πολιτική σαν μια προσέγγιση με τους ρεφορμιστές μόνο από τη σκοπιά ενός δημοσιογράφου που πιστεύει ότι απαλλάσσεται από το ρεφορμισμό αν τον κριτικάρει σύμφωνα με τους τύπους, χωρίς να βγει ποτέ από το γραφείο της σύνταξης, αλλά που φοβάται να συγκρουστεί με τους ρεφορμιστές μπροστά στα μάτια των εργαζόμενων μαζών και να δώσει σ’ αυτές την ευκαιρία να εκτιμήσουν το Κομμουνιστή και το ρεφορμιστή στα ίσα στο πεδίο της μαζικής πάλης. Πίσω απ’ αυτόν, τον φαινομενικά επαναστατικό φόβο της «επαναπροσέγγισης» κρύβεται στην ουσία μια πολιτική παθητικότητα που προσπαθεί να διαιωνίσει μια τάξη πραγμάτων, όπου οι κομμουνιστές και οι ρεφορμιστές έχουν ο καθένας τις δικές τους αυστηρά οριοθετημένες σφαίρες επιρροής, το δικό τους ακροατήριο στις συγκεντρώσεις, το δικό τους τύπο και όλα αυτά μαζί δημιουργούν την αυταπάτη μιας σοβαρής πολιτικής πάλης. (υπγρ. δική μας)

9. Σπάσαμε από τους ρεφορμιστές και τους κεντριστές για να αποκτήσουμε πλήρη ελευθερία να κριτικάρουμε την εξαπάτηση την προδοσία την αναποφασιστικότητα και το μεσοβέζικο πνεύμα μέσα στο εργατικό κίνημα. Γι αυτό το λόγο, κάθε είδους οργανωτική συμφωνία που περιορίζει την ελευθερία μας για κριτική και ζύμωση, μας είναι απόλυτα απαράδεχτη. Παίρνουμε μέρος σε ένα ενιαίο μέτωπο αλλά δεν διαλυόμαστε μέσα σ’ αυτό ούτε στιγμή. Δρούμε μέσα στο ενιαίο μέτωπο σαν ανεξάρτητο τμήμα. Στην πορεία ακριβώς της πάλης οι πλατειές μάζες χρειάζεται να μάθουν από την πείρα τους, ότι εμείς παλεύουμε καλύτερα από τους άλλους ότι εμείς βλέπουμε την κατάσταση πιο καθαρά από τους άλλους, ότι είμαστε πιο τολμηροί και αποφασιστικοί. Με αυτό τον τρόπο θα συντομεύσουμε την ώρα του Επαναστατικού Ενιαίου Μετώπου κάτω από την αδιαφιλονίκητη κομμουνιστική ηγεσία.

10. Αν πρόκειται να αναλύσουμε το ζήτημα του ενιαίου μετώπου όπως αυτό εφαρμόζεται στη Γαλλία, πάνω στη βάση των παραπάνω θέσεων που βγαίνουν από ολόκληρη την πολιτική της Κομμουνιστικής Διεθνούς, τότε πρέπει να ρωτήσουμε τους εαυτούς μας; Έχουμε στη Γαλλία μια κατάσταση στην οποία οι κομμουνιστές αντιπροσωπεύουν, από την άποψη της πραχτικής δράσης, ένα ασήμαντο μέγεθος (αμελητέα ποσότητα); Ή αντίθετα αγκαλιάζουν τη μεγαλύτερη πλειοψηφία των οργανωμένων εργατών; Ή ίσως καταλαμβάνουν μια θέση μεταξύ των δύο; Είναι αρκετά ισχυροί για να έχει η συμμετοχή τους στο μαζικό κίνημα μεγάλη σπουδαιότητα, αλλά όχι αρκετά ισχυροί για να συγκεντρώσουν την αδιαφιλονίκητη ηγεσία στα δικά τους χέρια;

Είναι αναμφισβήτητο ότι στη Γαλλία βρισκόμαστε μπροστά στη τελευταία ακριβώς περίπτωση.

11. Στη κομματική σφαίρα, η κυριαρχία των κομμουνιστών έναντι των ρεφορμιστών είναι συντριπτική. Η κομμουνιστική οργάνωση και ο κομμουνιστικός τύπος ξεπερνά κατά πολύ σε αριθμό πλουσιότητα και ζωντάνια, την οργάνωση και τον τύπο των δήθεν Σοσιαλιστών.

Αυτή η συντριπτική υπεροχή, όμως δεν εξασφαλίζει καθόλου στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα την πλήρη και αναμφισβήτητη ηγεσία του γαλλικού προλεταριάτου εφόσον είναι ακόμα σε μεγάλο βαθμό κάτω από την επιρροή απολιτικών και αντικομματικών τάσεων και προκαταλήψεων, που το πεδίο για την καλλιέργεια τους, το δίνουν τα συνδικάτα.

[...]

20. Στο κομματικό πεδίο υπάρχει κατ’ αρχή μια πολύ σπουδαία διαφορά από τα συνδικάτα, ότι δηλαδή η υπεροχή του Κομμουνιστικού Κόμματος πάνω στο Σοσιαλιστικό, ως προς την οργάνωση και ως προς τον τύπο είναι τεράστια. Μπορούμε συνεπώς να συμπεράνουμε ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα σαν τέτοιο είναι ικανό να εξασφαλίσει την ενότητα του πολιτικού μετώπου και συνεπώς δεν έχει λόγους, που να το αναγκάζουν να απευθύνεται στην οργάνωση των Σοσιαλιστών με οποιεσδήποτε προτάσεις για συγκεκριμένη δράση. Αυτή η αυστηρά πραχτική και δικαιολογημένη μέθοδος τοποθέτησης του ζητήματος, πάνω στη βάση της εκτίμησης του συσχετισμού των δυνάμεων και όχι πάνω στη βάση ριζοσπαστισμού στα λόγια, πρέπει να εκτιμηθεί στη πράξη.

21. Αν λάβουμε υπ’ όψη ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα αριθμεί 130.000 μέλη ενώ οι Σοσιαλιστές αριθμούν 30.000, τότε γίνεται φανερή η τεράστια επιτυχία των κομμουνιστικών ιδεών στην Γαλλία. Παρ’ όλα αυτά, αν λάβουμε υπ’ όψη τη σχέση μεταξύ του αριθμού των οργανωμένων και του αριθμού της εργατικής τάξης σαν σύνολο, σε συνδυασμό με την ύπαρξη των ρεφορμιστικών συνδικάτων και των αντικομουνιστικών τάσεων σ’ αυτά, τότε θα αντιμετωπίσουμε το ζήτημα της κυριαρχίας του Κομμουνιστικού Κόμματος μέσα στο εργατικό κίνημα σαν ένα εξαιρετικά δύσκολο καθήκον, που απέχει ακόμη πολύ από το να λυθεί μόνο από την αριθμητική μας υπεροχή έναντι των Σοσιαλιστών. Αυτοί, κάτω από ορισμένες συνθήκες, μπορεί να αποδειχτούν ότι είναι ένας πολύ σπουδαίος αντεπαναστατικός παράγοντας μέσα στην εργατική τάξη περισσότερο απ’ ότι θα φαίνονταν αν κάποιος τους αξιολογούσε μόνο από την οργανωτική αδυναμία τους και την ασήμαντη σε κυκλοφορία και ιδεολογικό περιεχόμενο εφημερίδας τους, POPULAIRE.

[...]

33. Εκείνοι που προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν την ιδέα του ενιαίου μετώπου για να κάνουν ζύμωση υπέρ της ενοποίησης με τους ρεφορμιστές και τους Σοσιαλιστές πρέπει να πεταχτούν ανελέητα από το κόμμα μας γιατί χρησιμεύουν σαν πρακτορείο των Σοσιαλιστών στις γραμμές μας και εξαπατούν τους εργάτες σχετικά με τις αιτίες της διάσπασης και το ποιος είναι υπεύθυνος γι αυτό.(….) Το διώξιμο τέτοιων στοιχείων,… θα δείξει με το καλύτερο τρόπο, ότι η τακτική του Ενιαίου Εργατικού Μετώπου δεν σημαίνει με κανένα τρόπο συνθηκολόγηση ή συμφιλίωση με τους ρεφορμιστές.

36. Ωστόσο, θα μπορούσε κανείς, να φέρει την αντίρρηση ότι όσο δεν έχει ολοκληρωθεί το πολιτικό ξεκαθάρισμα και η ιδεολογική συνοχή του, η στενή επαφή με τους ρεφορμιστές εμπεριέχει πολιτικούς κινδύνους για την εσωτερική συνοχή του κόμματος. Αλλά μια τέτοια άποψη είναι λαθεμένη. Φυσικά είναι έξω από κάθε αμφιβολία ότι το πέρασμα από την πλατιά προπαγανδιστική δραστηριότητα στην άμεση συμμετοχή στο μαζικό κίνημα φέρνει νέες δυσκολίες άρα και κινδύνους για το Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά είναι τελείως λαθεμένο να φαντάζεται κανείς ότι το κόμμα μπορεί να προετοιμαστεί για όλες τις δοκιμασίες χωρίς να συμμετέχει άμεσα στους αγώνες, χωρίς να έρχεται άμεσα σ’ επαφή μ’ εχθρούς και αντιπάλους. Αντίθετα, μόνο μ’ αυτό τον τρόπο μπορεί να επιτευχτεί ένα γνήσιο, αληθινό πολιτικό ξεκαθάρισμα και μια πραγματική ενότητα στο κόμμα. Πιθανά μερικά μέλη του κόμματος να καταλάβουν ότι πολιτικά βρίσκονται πιο κοντά με τους ρεφορμιστές, παρά με μας. Η απώλεια τέτοιων μελών δεν θα μπει στο παθητικό αλλά στο ενεργητικό του κόμματος και θα αναπληρωθεί στο εκατονταπλάσιο από την εισροή νέων αγωνιστών εργατών και εργατριών που σήμερα ακολουθούν ακόμη τους ρεφορμιστές. Το κόμμα θα γίνει πιο ομοιογενές, πιο αποφασιστικό και πιο προλεταριακό.

 

Θέσεις για την Τακτική της Κομουνιστικής Διεθνούς

[3η Διεθνής. Τα τέσσερα πρώτα Συνέδρια. Θέσεις, Αποφάσεις Μανιφέστα, Εργατική Πάλη, Αθήνα 2007, σελ. 387 κ.ε. - επιλογή κειμένων]

ΙV. Η επίθεση του κεφαλαίου

Επειδή το προλεταριάτο σ’ όλες τις χώρες, εκτός από τη Ρωσία, δεν επωφελήθηκε από την αδυναμία του καπιταλισμού που την προκάλεσε ο πόλεμος, για να τον πλήξει αποφασιστικά, η μπουρζουαζία κατόρθωσε, χάρη στη βοήθεια των σοσιαλρεφορμιστών, να συντρίψει τους επαναστάτες εργάτες που ήταν έτοιμοι να αγωνιστούν, να σταθεροποιήσει την πολιτική και οικονομική της εξουσία και να προχωρήσει σε μια καινούργια επίθεση εναντίον του προλεταριάτου. Όλες οι προσπάθειες της μπουρζουαζίας να βάλει σε κίνηση το μηχανισμό της παραγωγής και να ανορθώσει τη βιομηχανία, ύστερα από τη θύελλα του παγκοσμίου πολέμου, έγιναν σε βάρος του προλεταριάτου. Η γενική και συστηματικά οργανωμένη επίθεση, εναντίον όλων των κατακτήσεων της εργατικής τάξης, παρέσυρε όλες τις χώρες στη δίνη της. Παντού το αναδιοργανωμένο κεφάλαιο ελαττώνει ανελέητα το πραγματικό μεροκάματο των εργατών, παρατείνει τις ώρες εργασίας, κουτσουρεύει τα λιγοστά δικαιώματα του προλεταριάτου στη βιομηχανία, εξαναγκάζει τους εργάτες στις χώρες με υποτιμημένο νόμισμα, που έχουν καταντήσει ζητιάνοι, να πληρώσουν τα έξοδα της εξαθλίωσης στην οποία οδηγήθηκε η οικονομική ζωή εξ αιτίας της υποτίμησης του συναλλάγματος, κ.λ.π.

Η επίθεση του κεφαλαίου, που πήρε μέσα στα τελευταία χρόνια γιγάντιες διαστάσεις, αναγκάζει τους εργάτες σ’ όλες τις χώρες να κατεβαίνουν σε αγώνες αμυντικούς. Χιλιάδες και δεκάδες χιλιάδες εργάτες δέχτηκαν τον αγώνα στους πιο σημαντικούς κλάδους της παραγωγής. Καινούργιες πάντα ομάδες εργατών που προέρχονται από τους πιο αποφασιστικούς κλάδους της οικονομικής ζωής (σιδηροδρομικοί, μεταλλωρύχοι, μεταλλουργοί, δημόσιοι και δημοτικοί υπάλληλοι) κατεβαίνουν στον αγώνα. Οι περισσότερες απ’ αυτές τις απεργίες δεν είχαν ως τώρα καμιά άμεση επιτυχία, αλλά αυτός ο αγώνας προκαλεί σε καινούργιες και σημαντικότερες μάζες εργατών, που άλλοτε ήταν καθυστερημένες, απέραντο μίσος εναντίον των καπιταλιστών και της κρατικής εξουσίας που τους προστατεύει. Αυτός ο αγώνας, που έχει επιβληθεί στο προλεταριάτο, καταστρέφει την πολιτική της συνεργασίας κεφαλαίου και εργασίας, που την υποστηρίζουν οι σοσιαλρεφορμιστές και οι γραφειοκράτες συνδικαλιστές. Δείχνει ακόμα και στα πιο καθυστερημένα στρώματα την ολοφάνερη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην οικονομία και την πολιτική. (υπογρ. δική μας) Κάθε μεγάλη απεργία καταντάει να γίνει σήμερα μεγάλο πολιτικό γεγονός. Μ’ αυτή την ευκαιρία, έγινε φανερό ότι τα κόμματα της 2ης Διεθνούς και οι συνδικαλιστές ηγέτες του Άμστερνταμ, όχι μόνο δεν προσφέρουν καμιά βοήθεια στις εργατικές μάζες που έχουν καταπιαστεί με σκληρούς αμυντικούς αγώνες, αλλά και τις εγκαταλείπουν και τις προδίνουν με αποτέλεσμα να ωφελούνται απ’ αυτή τους τη στάση οι εργοδότες και οι αστικές κυβερνήσεις.

Ένα από τα καθήκοντα των κομμουνιστικών κομμάτων είναι να καταγγείλουν και να στιγματίσουν αυτή την αδιάκοπη και απίστευτη προδοσία και να την κάνουν κατανοητή στις μάζες των εργατών που κατεβαίνουν καθημερινά στον αγώνα. Είναι καθήκον των κομμουνιστικών κομμάτων σε όλες τις χώρες να επεκτείνουν και να εντείνουν τις πολυάριθμες οικονομικές απεργίες που ξεσπάζουν παντού και αν είναι δυνατό, να τις μετατρέψουν σε απεργίες και αγώνες πολιτικούς. Φυσικό επίσης καθήκον των κομμουνιστικών κομμάτων είναι να επωφεληθούν από τους αμυντικούς αγώνες για να ενισχύσουν την επαναστατική συνείδηση και τη μαχητική θέληση των προλεταριακών μαζών με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορέσουν αυτές, όταν γίνουν αρκετά ισχυρές, να περάσουν από την άμυνα στην επίθεση.

Εξαιτίας αυτών των αγώνων είναι αναπόφευκτη η συστηματική επιδείνωση των συγκρούσεων μεταξύ προλεταριάτου και μπουρζουαζίας. Η κατάσταση παραμένει αντικειμενικά επαναστατική και η μικρότερη ευκαιρία μπορεί να αποτελέσει αφετηρία μεγάλων επαναστατικών αγώνων.

VΙΙΙ Η διαίρεση μέσα στα συνδικάτα

Η συγχώνευση της 2ης και της 21/2 Διεθνούς έχει αναμφισβήτητα σκοπό να δημιουργήσει «ατμόσφαιρα ευνοϊκή» για μια συστηματική καμπάνια εναντίον των κομμουνιστών. Η μεθοδική διάσπαση των συνδικάτων από τους ηγέτες της Διεθνούς του Άμστερνταμ αποτελεί μέρος αυτής της καμπάνιας. Οι άνθρωποι του Άμστερνταμ υποχωρούν μπροστά σε κάθε αγώνα εναντίον της επίθεσης του κεφαλαίου και προτιμούν να συνεχίζουν την πολιτική της συνεργασίας με τους εργοδότες. Για να μην ενοχλούνται από τους κομμουνιστές σ’ αυτή τη συμμαχία με τους εργοδότες, επιδιώκουν να αποτρέψουν ολοκληρωτικά και συστηματικά κάθε επίδραση των κομμουνιστών μέσα στα συνδικάτα. Επειδή όμως οι κομμουνιστές έχουν ωστόσο κατακτήσει την πλειοψηφία μέσα στα συνδικάτα ή πλησιάζουν να την κατακτήσουν, οι άνθρωποι του Άμστερνταμ δεν διστάζουν να προχωρήσουν σε μαζικούς αποκλεισμούς, ούτε ακόμα και σ’ αυτή τη διάσπαση των συνδικάτων. Τίποτα δεν εξασθενίζει περισσότερο τις δυνάμεις της προλεταριακής αντίστασης εναντίον της επίθεσης του κεφαλαίου όσο η διάσπαση των συνδικάτων. ( Υπογρ. δική μας) Οι ρεφορμιστές ηγέτες των συνδικάτων το ξέρουν καλά αυτό. Επειδή όμως βλέπουν ότι χάνουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους και ότι η χρεοκοπία τους είναι αναπόφευκτη και θα έρθει σύντομα, βιάζονται να διαιρέσουν τα συνδικάτα, αυτά τα αναντικατάστατα όργανα της προλεταριακής πάλης των τάξεων, για να πάρουν οι κομμουνιστές μόνο τα συντρίμμια και τα ερείπια των παλιών συνδικαλιστικών οργανώσεων. Από τον Αύγουστο 1914, η εργατική τάξη δεν γνώρισε χειρότερη προδοσία.

ΙΧ Η κατάκτηση της πλειοψηφίας

Σε τέτοιες συνθήκες η βασική υπόδειξη του 3ου Παγκόσμιου Συνέδριου: « Να κατακτηθεί στην πλειοψηφία της η εργατική τάξη από την κομμουνιστική επιρροή και να οδηγηθεί στον αγώνα το αποφασιστικό τμήμα αυτής της τάξης», διατηρεί όλη του την αξία.

Η αντίληψη σύμφωνα με την οποία, στη σημερινή ασταθή ισορροπία της αστικής κοινωνίας, μπορεί ξαφνικά να ξεσπάσει η σοβαρότερη κρίση εξ αιτίας μιας μεγάλης απεργίας, μιας αποικιακής εξέγερσης, ενός νέου πολέμου, ή ακόμα μιας κοινοβουλευτικής κρίσης, διατηρεί όλη της την αξία σήμερα περισσότερο μάλιστα κι από την εποχή του 3ου Συνεδρίου. Γι αυτό ακριβώς και ο «υποκειμενικός» παράγοντας, δηλαδή ο βαθμός συνείδησης, θέλησης, μαχητικής διάθεσης και οργάνωσης της εργατικής τάξης και της πρωτοπορίας της αποκτάει τεράστια σημασία.

Η πλειοψηφία της εργατικής τάξης της Αμερικής και της Ευρώπης πρέπει να κερδηθεί, αυτό ήταν και είναι το ουσιαστικό καθήκον της Κομμουνιστικής Διεθνούς.

Χ. Η τακτική του ενιαίου μετώπου

Από τα παραπάνω πηγάζει η ανάγκη της τακτικής του ενιαίου μετώπου. Το σύνθημα του 3ου Συνεδρίου «Προς τις μάζες!» έχει σήμερα περισσότερη από κάθε άλλη φορά σπουδαιότητα. Στις περισσότερες χώρες μόλις τώρα αρχίζει ο αγώνας για τη δημιουργία του ενιαίου εργατικού μετώπου αλλά και μόλις τώρα αρχίζουμε να ξεπερνούμε τις δυσκολίες της τακτικής του ενιαίου μετώπου. Σαν κύριο παράδειγμα μπορεί να θεωρηθεί η Γαλλία, όπου η πορεία των γεγονότων έπεισε για την ανάγκη της τακτικής του ενιαίου μετώπου ακόμα και εκείνους που απέκρουαν αρχικά αυτήν την τακτική. Η Κομουνιστική Διεθνής ζητάει όλα τα κομουνιστικά κόμματα και οι ομάδες να εφαρμόζουν αυστηρά την τακτική του ενιαίου μετώπου γιατί μονάχα αυτή οδηγεί τους κομουνιστές στον πιο σίγουρο δρόμο για να κατακτήσουν την πλειονότητα των εργαζομένων. ( Υπογρ. δική μας)

Οι ρεφορμιστές είναι εκείνοι που χρειάζονται τώρα τη διαίρεση, ενώ οι κομουνιστές θέλουν να ενώσουν όλες τις δυνάμεις της εργατικής τάξης ενάντια στον καπιταλισμό.

Η τακτική του ενιαίου μετώπου σημαίνει ότι η κομουνιστική πρωτοπορία πρέπει να μπαίνει επικεφαλής στους καθημερινούς αγώνες των μεγάλων μαζών για τις απόλυτα απαραίτητες και ζωτικές διεκδικήσεις τους. Μέσα στους αγώνες αυτούς οι κομουνιστές μπορεί να έρχονται σε διαπραγματεύσεις ακόμα και με τους προδότες αρχηγούς των σοσιαλδημοκρατών και με τους ανθρώπους του Άμστερνταμ. Οι προσπάθειες της 2ης Διεθνούς να παρουσιάσει την τακτική του ενιαίου μετώπου σαν μια τακτική που προετοιμάζει τη συγχώνευση όλων των «εργατικών» κομμάτων, πρέπει βέβαια να αποκρουστούν κατηγορηματικά. Οι προσπάθειες της 2ης Διεθνούς να απορροφήσει, με το πρόσχημα του ενιαίου μετώπου, «ακροαριστερές» εργατικές οργανώσεις (συγχώνευση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και του Ανεξάρτητου Σοσιαλιστικού Κόμματος στη Γερμανία το 1922) στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε άλλο από το μέσο με το οποίο οι σοσιαλδημοκράτες αρχηγοί προσπαθούν να προσκολλήσουν στην μπουρζουαζία νέα τμήματα εργατικών μαζών.

Η ύπαρξη αυτόνομων κομουνιστικών κομμάτων, μαζί με την απόλυτα ελεύθερη δράση τους απέναντι στον καπιταλισμό και την αντεπαναστατική σοσιαλδημοκρατία, είναι το μεγαλύτερο ιστορικό επίτευγμα του προλεταριάτου, που με κανένα τρόπο δεν πρέπει να το εγκαταλείψουν οι κομουνιστές. Μόνο τα κομουνιστικά κόμματα αγωνίζονται για τα συνολικά συμφέροντα του προλεταριάτου.

Επίσης η τακτική του ενιαίου μετώπου δεν σημαίνει καθόλου μια «εκλογική σύμπραξη» με τους κορυφαίους παράγοντες που στοχεύουν σε τούτους ή σε κείνους τους εκλογικούς σκοπούς. Η τακτική του ενιαίου μετώπου στοχεύει να εξυπηρετήσει τον κοινό αγώνα των κομουνιστών και των άλλων εργατών που ακολουθούν άλλα κόμματα ή ομάδες ή που είναι ακομμάτιστοι, για την υπεράσπιση των στοιχειωδών ζωτικών συμφερόντων της εργατικής τάξης ενάντια στην μπουρζουαζία. Κάθε αγώνας και για τις πιο μικρές καθημερινές διεκδικήσεις αποτελεί πηγή επαναστατικών διδαγμάτων, γιατί με την εμπειρία που αποκτούν στους αγώνες οι εργάτες θα πεισθούν για την αναπόδραστη ανάγκη της επανάστασης και για τη μεγάλη σημασία του κομουνισμού.

Ένα άλλο πολύ σπουδαίο καθήκον, όταν εφαρμόζουμε την τακτική του ενιαίου μετώπου, είναι να επιδιώκουμε όχι μόνο αποτελέσματα στη ζύμωση αλλά και στην οργάνωση. Πρέπει να επωφελούμαστε από κάθε ευκαιρία για να δημιουργούμε μέσα στις εργατικές μάζες πυρήνες αυτοργάνωσης (εργατικά συμβούλια, επιτροπές εργατικού ελέγχου από εργάτες όλων των κομμάτων ή και ακομμάτιστους, εκτελεστικές επιτροπές κ.τ.λ.).

Το σημαντικότερο στην τακτική του ενιαίου μετώπου ήταν, και εξακολουθεί να είναι, η δραστική και συγχρόνως η οργανωτική συσπείρωση των εργατικών μαζών. Το πρακτικό αποτέλεσμα της τακτικής του ενιαίου μετώπου πηγάζει από τα «κάτω», μέσα από τα σπλάχνα αυτών των εργατικών μαζών. Σ’ ορισμένες περιπτώσεις, οι κομουνιστές θα χρειαστεί να συνεργαστούν και με τους κορυφαίους εκπροσώπους των αντίπαλων εργατικών κομμάτων όμως, για την εξέλιξη της πορείας αυτών των διαπραγματεύσεων, οι μάζες πρέπει να έχουν διαρκώς πλήρεις και ακριβείς πληροφορίες. Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τους εκπροσώπους αυτούς, με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να περιορίζεται η αυτόνομη δράση των κομουνιστικών κομμάτων.

Αυτονόητο είναι ότι η τακτική του ενιαίου μετώπου πρέπει να εφαρμόζεται στις διάφορες χώρες με διαφορετική μορφή, ανάλογα με τις συγκεκριμένες συνθήκες. Όμως, όσον καιρό, στις σημαντικότερες καπιταλιστικές χώρες, οι αντικειμενικοί όροι είναι ώριμοι για τη σοσιαλιστική επανάσταση και όπου τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα (καθοδηγούμενα από τους αντεπαναστάτες ηγέτες) συνειδητά πραγματοποιούν τη διάσπαση της εργατικής τάξης, εκεί η τακτική του ενιαίου μετώπου θα δημιουργήσει μια νέα εποχή.

XI. Η εργατική κυβέρνηση

Η εργατική κυβέρνηση: (ενδεχόμενα και η εργατοαγροτική κυβέρνηση) πρέπει παντού να μας χρησιμεύσει σαν γενικό προπαγανδιστικό σύνθημα. Αλλά σαν άμεσο πολιτικό σύνθημα, η εργατική κυβέρνηση αποκτάει σημασία στις χώρες όπου η κατάσταση της αστικής κοινωνίας είναι ιδιαίτερα πολύ λίγο ασφαλής, και όπου ο συσχετισμός των δυνάμεων μεταξύ των εργατικών κομμάτων και της μπουρζουαζίας θέτει στην ημερήσια διάταξη τη λύση της εργατικής κυβέρνησης σαν πολιτική ανάγκη.

Σ’ αυτές τις χώρες το σύνθημα της «εργατικής κυβέρνησης» αποτελεί αναπόφευκτη συνέπεια όλης της τακτικής του ενιαίου μετώπου.

Τα κόμματα της 2ης Διεθνούς σ’ αυτές τις χώρες προσπαθούν να «σώσουν» την κατάσταση υποστηρίζοντας και πραγματοποιώντας τη συμμαχία των αστών με τους σοσιαλδημοκράτες. Οι πιο πρόσφατες προσπάθειες που έγιναν από ορισμένα κόμματα της 2ης Διεθνούς (π.χ. στη Γερμανία), που αρνήθηκαν την ανοιχτή συμμετοχή τους σε μια τέτοια κοινή κυβέρνηση, για να πραγματοποιήσουν σύγχρονα το συνασπισμό τους με τους αστούς με μασκαρεμένη μορφή, είναι απλώς μια μανούβρα που αποβλέπει να καθησυχάσει τις μάζες οι οποίες διαμαρτύρονται εναντίον τέτοιων συνασπισμών, και μια ραφιναρισμένη εξαπάτηση των εργατικών μαζών. Στη φανερή ή μασκαρεμένη συμμαχία της αστικής τάξης με την σοσιαλδημοκρατία, οι κομουνιστές αντιτάσσουν το ενιαίο μέτωπο όλων των εργατών και τον πολιτικό και οικονομικό συνασπισμό όλων των εργατικών κομμάτων εναντίον της μπουρζουαζίας για την οριστική ανατροπή της. Στον κοινό αγώνα όλων των εργατικών κομμάτων εναντίον της μπουρζουαζίας, όλος ο κρατικός μηχανισμός πρέπει να περάσει στα χέρια της εργατικής κυβέρνησης και οι θέσεις της εργατικής κυβέρνησης να ενισχυθούν.

Το πιο στοιχειώδες πρόγραμμα μιας εργατικής κυβέρνησης πρέπει να είναι ο εξοπλισμός του προλεταριάτου, ο αφοπλισμός των αντεπαναστατικών αστικών οργανώσεων, η εφαρμογή του ελέγχου στην παραγωγή, η επιβολή του κύριου βάρους των φόρων στους πλούσιους και το τσάκισμα της αντίστασης της αντεπαναστατικής μπουρζουαζίας.

Μια τέτοια κυβέρνηση είναι δυνατή μόνο αν βγει μέσα από την πάλη των ίδιων των μαζών, αν στηριχτεί πάνω σε εργατικά όργανα κατάλληλα για αγώνα και δημιουργημένα από τα πιο πλατιά στρώματα των καταπιεσμένων εργατικών μαζών. Μια εργατική κυβέρνηση που προκύπτει από ένα κοινοβουλευτικό συνδυασμό, μπορεί επίσης να δώσει την ευκαιρία να αναζωογονηθεί το επαναστατικό εργατικό κίνημα. Είναι όμως αυτονόητο ότι η δημιουργία μιας πραγματικά εργατικής κυβέρνησης και η διατήρηση μιας κυβέρνησης που κάνει επαναστατική πολιτική θα οδηγήσουν αναγκαστικά στον πιο λυσσασμένο αγώνα και ίσως, και σε εμφύλιο πόλεμο εναντίον της μπουρζουαζίας. Επομένως, το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης μπορεί να εξαπολύσει επαναστατικούς αγώνες.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι κομουνιστές πρέπει να δηλώσουν ότι είναι διατεθειμένοι να σχηματίσουν κυβέρνηση με μη κομουνιστικά εργατικά κόμματα και οργανώσεις. Αυτό όμως μπορούν να το κάνουν μόνο αν υπάρχουν εγγυήσεις ότι αυτές οι εργατικές κυβερνήσεις θα κάνουν πραγματικά αγώνα εναντίον της μπουρζουαζίας, με την έννοια που μιλήσαμε παραπάνω. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι κανονικοί όροι της συμμετοχής των κομουνιστών σε μια τέτοια κυβέρνηση είναι οι ακόλουθοι:

1) Η συμμετοχή στην εργατική κυβέρνηση μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με την έγκριση της Κομουνιστικής Διεθνούς.

2) Οι κομουνιστές που θα αποτελέσουν μέλη της εργατικής κυβέρνησης θα ελέγχονται με τον πιο αυστηρό τρόπο από το κόμμα τους.

3) Τα κομουνιστικά μέλη της εργατικής κυβέρνησης παραμένουν σε στενή επαφή με τις επαναστατικές οργανώσεις των μαζών.

4) Το κομουνιστικό κόμμα διατηρεί απόλυτα τη φυσιογνωμία του και την πλήρη ανεξαρτησία της ζύμωσης και της προπαγάνδας του.

Παρά τα μεγάλα του πλεονεκτήματα, το σύνθημα της εργατικής κυβέρνησης έχει επίσης και κινδύνους, όπως και κάθε ενιαιομετωπική τακτική. Για να προφυλαχτούν απ’ αυτούς τους κινδύνους, τα κομουνιστικά κόμματα δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάνε ότι αν κάθε αστική κυβέρνηση είναι σύγχρονα και κυβέρνηση καπιταλιστική, δεν είναι αλήθεια ότι και κάθε εργατική κυβέρνηση είναι κυβέρνηση πραγματικά προλεταριακή, δηλαδή ένα επαναστατικό όργανο της προλεταριακής εξουσίας.

Η Κομουνιστική Διεθνής οφείλει να έχει υπόψη της τις ακόλουθες ενδεχόμενες περιπτώσεις:

1) Φιλελεύθερη εργατική κυβέρνηση. Υπάρχει ήδη τέτοια κυβέρνηση στην Αυστραλία και είναι εξίσου πιθανή στο αρκετά κοντινό μέλλον και στην Αγγλία.

2) Σοσιαλδημοκρατική εργατική κυβέρνηση (Γερμανία).

3) Εργατοαγροτική κυβέρνηση. Αυτό το ενδεχόμενο μπορούμε να το προβλέψουμε για τα Βαλκάνια, την Τσεχοσλοβακία, κ.λπ.

4) Εργατική κυβέρνηση με συμμετοχή των κομουνιστών.

5) Πραγματική προλεταριακή εργατική κυβέρνηση που, στην καθαρότερη μορφή της, μόνο ένα Κομουνιστικό Κόμμα μπορεί να την ενσαρκώσει.

Οι δύο πρώτοι τύποι εργατικής κυβέρνησης δεν είναι επαναστατικές εργατικές κυβερνήσεις, αλλά κυβερνήσεις καμουφλαρισμένης συμμαχίας μεταξύ της μπουρζουαζίας και των αντεπαναστατών εργατικών ηγετών. Αυτές οι «εργατικές κυβερνήσεις» είναι ανεκτές από την εξασθενημένη μπουρζουαζία σε κρίσιμες γι’ αυτήν περιόδους και σκοπό έχουν να εξαπατήσουν το προλεταριάτο για τον πραγματικό ταξικό χαρακτήρα του κράτους, ή ακόμα, και να αποτρέψουν την επαναστατική επίθεση του προλεταριάτου με τη βοήθεια των διεφθαρμένων εργατικών ηγετών, για να κερδηθεί χρόνος και να ξεπεραστεί η κρίση. Οι κομουνιστές δεν πρέπει να συμμετέχουν σε παρόμοιες κυβερνήσεις. Αντίθετα πρέπει να αποκαλύπτουν χωρίς οίκτο τον πραγματικό χαρακτήρα αυτών των ψεύτικων εργατικών κυβερνήσεων μπροστά στις μάζες. Στην περίοδο της παρακμής του καπιταλισμού, όπου το κύριο καθήκον μας είναι να κερδίσουμε στην υπόθεση της επανάστασης την πλειοψηφία του προλεταριάτου, οι κυβερνήσεις αυτές αντικειμενικά μπορούν να συμβάλουν στην επιτάχυνση της διαδικασίας αποσύνθεσης του αστικού καθεστώτος.

Οι κομουνιστές είναι επίσης έτοιμοι να βαδίσουν μαζί με τους σοσιαλδημοκράτες, χριστιανούς, ακομμάτιστους, συνδικαλιστές κ.λπ. εργάτες, που δεν έχουν ακόμα αναγνωρίσει την ανάγκη της δικτατορίας του προλεταριάτου. Οι κομουνιστές είναι ακόμα διατεθειμένοι, κάτω από ορισμένες συνθήκες και με ορισμένες εγγυήσεις, να υποστηρίξουν μια μη κομουνιστική εργατική κυβέρνηση. Όμως, είναι υποχρεωμένοι οπωσδήποτε να εξηγούν στην εργατική τάξη ότι η απελευθέρωσή της μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο με τη δικτατορία του προλεταριάτου.

Οι άλλοι δύο τύποι εργατικής κυβέρνησης, στις οποίες μπορούν να συμμετάσχουν οι κομουνιστές, δεν είναι ακόμα δικτατορία του προλεταριάτου, ούτε αποτελούν ακόμα μια αναγκαία μεταβατική μορφή προς τη δικτατορία, μπορούν όμως να αποτελέσουν μια αφετηρία για την κατάκτηση αυτής της δικτατορίας. Μόνο μια εργατική κυβέρνηση συγκροτημένη από κομουνιστές μπορεί να πραγματοποιήσει την πλήρη δικτατορία του προλεταριάτου.

ΧΙΙ Το κίνημα των εργοστασιακών συμβουλίων

Κανένα κομουνιστικό κόμμα δεν μπορεί να θεωρηθεί αληθινό κομουνιστικό κόμμα μαζών, σοβαρό και σταθερό, αν δεν έχει γερούς κομουνιστικούς πυρήνες στις επιχειρήσεις, στα εργοστάσια, στα ορυχεία, στους σιδηροδρόμους κλπ. Όπως έχουν σήμερα τα πράγματα, ένα κίνημα δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν συστηματικά οργανωμένο μέσα στις προλεταριακές μάζες αν δεν έχει κατορθώσει να δημιουργήσει για την εργατική τάξη και τις οργανώσεις της εργοστασιακές επιτροπές σαν βάση αυτού του κινήματος. Ο αγώνας εναντίον της επίθεσης του κεφαλαίου και για τον έλεγχο της παραγωγής δεν έχει καμία ελπίδα να πετύχει αν οι κομουνιστές δεν διαθέτουν σταθερά στηρίγματα σε όλες τις επιχειρήσεις και αν το προλεταριάτο δεν ξέρει να δημιουργήσει τα προλεταριακά του όργανα μάχης στις επιχειρήσεις ( εργοστασιακές επιτροπές, εργατικά συμβούλια).

Το Συνέδριο πιστεύει ότι ένα από τα βασικά καθήκοντα όλων των κομουνιστικών κομμάτων είναι να ριζώσουν μέσα στις βιομηχανίες πολύ περισσότερο από ότι το έχουν κάνει μέχρι τώρα και να υποστηρίξουν το κίνημα των εργοστασιακών συμβουλίων ή να πάρουν την πρωτοβουλία για τη δημιουργία αυτού του κινήματος.

 

Θέσεις για το Ενιαίο Μέτωπο

[3η Διεθνής. Τα τέσσερα πρώτα Συνέδρια. Θέσεις, Αποφάσεις Μανιφέστα, Εργατική Πάλη, Αθήνα 2007, σελ. 400 κ.ε.]

(Συμπλήρωμα στις «Θέσεις για την τακτική της Κομουνιστικής Διεθνούς»):

1. Το διεθνές κίνημα περνάει σήμερα μια μεταβατική περίοδο που θέτει μπροστά στην Κομουνιστική Διεθνή και τα τμήματά της σημαντικά προβλήματα τακτικής.

Αυτή η περίοδος χαρακτηρίζεται κυρίως από τα ακόλουθα γεγονότα:

Η παγκόσμια οικονομική κρίση επιδεινώνεται. Η ανεργία μεγαλώνει. Σε όλες σχεδόν τις χώρες, το διεθνές κεφάλαιο έχει εξαπολύσει συστηματική επίθεση εναντίον της εργατικής τάξης με ολοφάνερο σκοπό να ελαττωθούν τα μεροκάματα και να εξευτελιστούν οι συνθήκες ζωής των εργαζομένων. Η χρεοκοπία της συνθήκης των Βερσαλλιών γίνεται ολοένα και περισσότερο έκδηλη για τις εργαζόμενες μάζες. Είναι φανερό ότι αν το διεθνές προλεταριάτο δεν κατορθώσει να ανατρέψει το αστικό καθεστώς, ένας ή και περισσότεροι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι δεν θα αργήσουν να ξεσπάσουν. Αυτό το έδειξε καθαρά η Συνδιάσκεψη της Ουάσινγκτον.

2. Οι ρεφορμιστικές αυταπάτες που, λόγω διαφόρων περιστατικών, είχαν ξαναγίνει πιστευτές από τις μάζες, παραχωρούν τη θέση τους, μπροστά στη σκληρή πραγματικότητα, σ’ ένα πνεύμα πολύ διαφορετικό. Οι δημοκρατικές και μεταρρυθμιστικές αυταπάτες που μετά τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο είχαν κερδίσει έδαφος σε μια κατηγορία προνομιούχων εργαζομένων, καθώς και ανάμεσα στους πιο πολιτικά καθυστερημένους εργάτες, διαλύονται πριν ακόμα προφτάσουν να ανθίσουν. Τα αποτελέσματα των εργασιών της Συνδιάσκεψης της Ουάσινγκτον θα τους δώσουν τη χαριστική βολή. Αν πριν από έξι μήνες μπορούσε κανείς να μιλάει κάπως δικαιολογημένα για κάποια εξέλιξη προς τα δεξιά των εργατικών μαζών της Ευρώπης και της Αμερικής, δεν μπορεί σήμερα να αρνηθεί την αρχή ενός νέου προσανατολισμού προς τα αριστερά.

3. Από την άλλη μεριά, η καπιταλιστική επίθεση προκάλεσε μέσα στις εργατικές μάζες μια αυθόρμητη τάση για ενότητα που τίποτα δεν μπορεί να την περιορίσει και η οποία συμβαδίζει με την ανάπτυξη της εμπιστοσύνης που τρέφει το προλεταριάτο στους κομουνιστές.

Μόνο τώρα εργατικά περιβάλλοντα ολοένα και πιο σημαντικά αρχίζουν να εκτιμούν την παλικαριά της κομουνιστικής πρωτοπορίας που κατέβηκε στον αγώνα για να υπερασπίσει τα προλεταριακά συμφέροντα σε μια εποχή που οι μεγάλες μάζες έμεναν ακόμα αδιάφορες, και μάλιστα και εχθρικές, απέναντι στον κομουνισμό. Οι εργάτες καταλαβαίνουν ολοένα και περισσότερο ότι οι κομουνιστές έχουν πραγματικά υπερασπίσει, συχνά με τις μεγαλύτερες θυσίες και στις πιο δύσκολες περιστάσεις, τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα των εργαζομένων. Και πάλι, ο σεβασμός και η εμπιστοσύνη στρέφονται προς την πρωτοπορία που την αποτελούν οι κομουνιστές. Οι πιο καθυστερημένοι εργαζόμενοι, αναγνωρίζοντας τελικά πόσο μάταιες είναι οι ρεφορμιστικές ελπίδες, πείθονται τώρα ότι απέναντι στην καπιταλιστική διαρπαγή, μόνη σωτηρία είναι ο αγώνας.

4. Τα κομουνιστικά κόμματα μπορούν και οφείλουν τώρα να δρέψουν τους καρπούς των αγώνων που υποστήριξαν την προηγούμενη περίοδο μέσα στις πιο δύσκολες συνθήκες και μέσα στην αδιαφορία των μαζών. Οι εργαζόμενοι, παρακινούμενοι από μια ολοένα και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη προς τα πιο αλύγιστα και τα πιο μαχητικά στοιχεία της τάξης --τους κομουνιστές-- δείχνουν περισσότερο από ποτέ την ακατανίκητη επιθυμία για ενότητα. Τα λιγότερο πεπειραμένα στρώματα της εργατικής τάξης, που τώρα ζούνε ζωή ενεργητική, ονειρεύονται την ένωση όλων των εργατικών κομμάτων, αν όχι όλων των προλεταριακών οργανώσεων. Ελπίζουν να αυξήσουν έτσι την ικανότητά τους ν’ αντισταθούν στην καπιταλιστική πίεση. Οι εργάτες που ως τα σήμερα είχαν σχεδόν αδιαφορήσει για τους πολιτικούς αγώνες, θέλουν από δω και μπρος να επαληθεύσουν, με την προσωπική τους πείρα, την αξία του πολιτικού προγράμματος του ρεφορμισμού. Εργάτες που έχουν προσχωρήσει στα παλιά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και αποτελούν σημαντικό τμήμα του προλεταριάτου δεν δέχονται πια τις συκοφαντικές καμπάνιες των σοσιαλδημοκρατών και των κεντριστών εναντίον της κομουνιστικής πρωτοπορίας και μάλιστα, ακόμη περισσότερο, αρχίζουν να ζητάνε μια συμφωνία μαζί της. Ωστόσο δεν είναι ακόμα εντελώς απαλλαγμένοι από τις ρεφορμιστικές αντιλήψεις, και πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν τις Σοσιαλιστικές Διεθνείς καθώς και τη Διεθνή του Άμστερνταμ. Δεν χωρά αμφιβολία ότι οι πόθοι τους δεν είναι πάντοτε ξεκαθαρισμένοι. Το βέβαιο πάντως είναι ότι τείνουν επιτακτικά στη δημιουργία ενός ενιαίου προλεταριακού μετώπου, στο σχηματισμό ενός ισχυρού μπλοκ, από τα κόμματα της 2ης Διεθνούς και τα συνδικάτα του Άμστερνταμ έως και τους κομουνιστές, που πάνω του να συντρίβεται η εργοδοτική επίθεση. Μ’ αυτήν την έννοια, οι πόθοι αυτοί αποτελούν καθαρή πρόοδο. Η πίστη στο ρεφορμισμό έχει σχεδόν ατονήσει. Στη σημερινή κατάσταση του εργατικού κινήματος, κάθε σοβαρή δράση, ακόμα κι αν ξεκινά από μερικές διεκδικήσεις, θα οδηγήσει μοιραία τις μάζες να θέσουν τα βασικά ζητήματα της επανάστασης. Η κομουνιστική πρωτοπορία έχει μόνο να κερδίσει από την πείρα των καινούριων εργατικών στρωμάτων, τα οποία θα πειστούν μόνα τους πόσο μάταιες είναι οι ρεφορμιστικές αυταπάτες και τα αξιοθρήνητα αποτελέσματα της συμφιλιωτικής πολιτικής.

5. Όταν άρχισε η συνειδητή και οργανωμένη διαμαρτυρία των εργαζομένων εναντίον της προδοσίας των ηγετών της 2ης Διεθνούς, οι ηγέτες αυτοί είχαν στα χέρια τους το σύνολο του μηχανισμού των εργατικών οργανώσεων. Επικαλούνταν την εργατική ενότητα και πειθαρχία για να φιμώσουν τους επαναστάτες προλετάριους και να τσακίσουν κάθε αντίδραση που θα τους εμπόδιζε να θέσουν στην υπηρεσία των ιμπεριαλιστών το σύνολο των προλεταριακών δυνάμεων. Η επαναστατική αριστερά αναγκάστηκε έτσι να αποκτήσει με κάθε τρόπο την ελευθερία της στην προπαγάνδα ώστε να κάνει γνωστό στις εργαζόμενες μάζες πόσο άτιμα πρόδωσαν και εξακολουθούν ακόμα να προδίνουν αυτοί οι ηγέτες, τα κόμματα και τα συνδικάτα τα δημιουργημένα από τις ίδιες τις μάζες.

6. Τα κομουνιστικά κόμματα, αφού εξασφάλισαν πλήρη ελευθερία προπαγάνδας, προσπαθούν σήμερα σε όλες τις χώρες να πραγματοποιήσουν μια όσο το δυνατόν πιο πλήρη ενότητα στο πεδίο δράσης των μαζών. Οι άνθρωποι του Άμστερνταμ, καθώς κι εκείνοι της 2ης Διεθνούς, παινεύουν κι εγκωμιάζουν την ενότητα αλλά όλες οι πράξεις τους αποτελούν άρνηση των λόγων τους. Οι ρεφορμιστές, που επιδιώκουν με κάθε τρόπο το συμβιβασμό, που κατάπνιξαν μέσα στις οργανώσεις τις διαμαρτυρίες, τις κριτικές και τους επαναστατικούς πόθους, προσπαθούν τώρα να βγουν από το αδιέξοδο τους σπέρνοντας την αποδιοργάνωση και τη διαίρεση των εργατών και σαμποτάροντας τον αγώνα τους. Η αποκάλυψη στη σημερινή στιγμή της υποτροπής της προδοσίας τους αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα καθήκοντα των κομουνιστικών κομμάτων.

7. Η μεγάλη εσωτερική εξέλιξη που πραγματοποιήθηκε μέσα στην εργατική τάξη της Ευρώπης και της Αμερικής εξαιτίας της νέας οικονομικής κατάστασης του προλεταριάτου, αναγκάζει κι αυτούς ακόμα τους ηγέτες και τους διπλωμάτες των Σοσιαλιστικών Διεθνών και της Διεθνούς του Άμστερνταμ να θέσουν στην πρώτη γραμμή το πρόβλημα της εργατικής ενότητας. Ενώ, για τους εργάτες που τώρα μόλις άρχισαν να αποκτούν συνειδητή πολιτική ζωή και είναι ακόμα άπειροι, το σύνθημα του ενιαίου μετώπου αποτελεί ειλικρινή έκφραση της επιθυμίας να αντιτάξουν στην εργοδοτική επίθεση όλες τις δυνάμεις της εργατικής τάξης, αυτό το σύνθημα για τους ρεφορμιστές ηγέτες δεν είναι παρά μια καινούρια προσπάθεια να εξαπατήσουν τους εργάτες και να τους ξαναφέρουν στο δρόμο της συνεργασίας των τάξεων. Ο επικείμενος κίνδυνος ενός νέου ιμπεριαλιστικού πολέμου, ο εξοπλισμός, οι νέες μυστικές συνθήκες των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, όχι μόνο δεν θα κάνουν τους ηγέτες της 2ης και της 2½ Διεθνούς καθώς και της Διεθνούς του Άμστερνταμ, να χτυπήσουν τον κώδωνα του κινδύνου και να βοηθήσουν πραγματικά στη διεθνή ένωση της εργατικής τάξης, αλλά οπωσδήποτε θα δημιουργήσουν στις γραμμές τους τις ίδιες διχόνοιες που χωρίζουν τη διεθνή μπουρζουαζία. Αυτό είναι κάτι αναπόφευκτο γιατί η αλληλεγγύη των ρεφορμιστών «σοσιαλιστών» με τις εθνικές μπουρζουαζίες «τους» αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του ρεφορμισμού.

Αυτές είναι οι γενικές συνθήκες στις οποίες η Κομουνιστική Διεθνής και τα τμήματά της καθόρισαν τη στάση τους απέναντι στο σύνθημα της ενότητας του εργατικού μετώπου.

8. Ύστερα από προσεκτική στάθμιση των πραγμάτων, η Εκτελεστική της Κομουνιστικής Διεθνούς κρίνει ότι το σύνθημα του 3ου Συνεδρίου της Κομουνιστικής Διεθνούς: Προς τις μάζες!, καθώς και τα γενικά συμφέροντα του κομουνιστικού κινήματος, απαιτούν η Κομουνιστική Διεθνής και τα τμήματά της να υποστηρίξουν το σύνθημα της ενότητας του προλεταριακού μετώπου και να αναλάβουν την πρωτοβουλία της πραγματοποίησής του. Η τακτική των κομουνιστικών κομμάτων θα λαβαίνει υπόψη της τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε χώρας.

9. Στη Γερμανία, το Κομουνιστικό Κόμμα, στην τελευταία συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου του, τάχθηκε υπέρ της ενότητας του προλεταριακού μετώπου και αναγνώρισε ότι είναι δυνατό να υποστηριχτεί μια «ενωτική εργατική κυβέρνηση» που θα ήταν διατεθειμένη να καταπολεμήσει σοβαρά την καπιταλιστική εξουσία. Η Εκτελεστική της Κομουνιστικής Διεθνούς εγκρίνει χωρίς επιφύλαξη αυτή την απόφαση, έχοντας την πεποίθηση ότι το Κομουνιστικό Κόμμα Γερμανίας θα μπορέσει, διατηρώντας την πολιτική ανεξαρτησία του, να εισχωρήσει στα πιο πλατιά προλεταριακά στρώματα και να ενισχύσει εκεί την κομουνιστική επιρροή. Στη Γερμανία, περισσότερο από παντού αλλού, οι μεγάλες μάζες καταλαβαίνουν ολοένα και πιο πολύ ότι η κομουνιστική τους πρωτοπορία είχε δίκιο να μη θέλει να καταθέσει τα όπλα στις πιο δύσκολες στιγμές και να καταγγείλει πόσο άχρηστα ήταν τα ρεφορμιστικά γιατροσόφια σε μια κατάσταση όπου μόνο η προλεταριακή επανάσταση θα μπορούσε να δώσει λύση. Συνεχίζοντας αυτό το δρόμο, το γερμανικό κόμμα δεν θ’ αργήσει να πάρει με το μέρος του όλα τα (αναρχικο)συνδικαλιστικά στοιχεία που έμειναν ως τώρα έξω από τον αγώνα των μαζών.

10. Στη Γαλλία, το Κομουνιστικό Κόμμα συγκεντρώνει την πλειοψηφία των πολιτικά οργανωμένων εργατών. Επομένως, το πρόβλημα του ενιαίου μετώπου παίρνει εκεί χαραχτήρα κάπως διαφορετικό απ’ ό,τι σ’ άλλες χώρες. Όμως και στη Γαλλία επίσης, πρέπει όλη η ευθύνη της διάσπασης τού εργατικού μετώπου να πέσει στους αντιπάλους μας. Η επαναστατική πτέρυγα του γαλλικού συνδικαλισμού δικαιολογημένα καταπολεμά το σχίσμα στα συνδικάτα και υποστηρίζει την ενότητα της εργατικής τάξης στον οικονομικό αγώνα. Αλλά αυτός ο αγώνας δεν σταματάει στο κατώφλι του εργοστασίου. Η ενότητα δεν είναι λιγότερο απαραίτητη ενάντια στο κύμα της αντίδρασης, την ιμπεριαλιστική πολιτική κ.λπ. Η πολιτική των ρεφορμιστών και των κεντριστών, αφού προκάλεσε το σχίσμα στο κόμμα, απειλεί τώρα την ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος, κι αυτό αποδείχνει, ότι όπως ο Ζαν Λονγκέ, έτσι και ο Ζουό υπηρετεί στην πραγματικότητα την υπόθεση της μπουρζουαζίας. Το σύνθημα της πολιτικής και οικονομικής ενότητας του προλεταριακού μετώπου εναντίον της μπουρζουαζίας είναι το καλύτερο μέσο για να αποτύχουν οι μανούβρες των σχισματικών.

Όποιες κι αν είναι οι προδοσίες της ρεφορμιστικής Γενικής Συνομοσπονδίας Εργασίας που τη διευθύνουν οι Ζουό, Μερχάιμ και Σία, οι κομουνιστές, και μαζί μ’ αυτούς όλα τα επαναστατικά στοιχεία της γαλλικής εργατικής τάξης, θα αναγκαστούν να προτείνουν στους ρεφορμιστές, πριν από κάθε γενική απεργία, πριν από κάθε επαναστατική εκδήλωση, πριν από κάθε δράση των μαζών, να συμμετάσχουν κι αυτοί, και όταν οι ρεφορμιστές τούς το αρνηθούν, να τους αποκαλύψουν στην εργατική τάξη. Έτσι η κατάκτηση των μη πολιτικοποιημένων εργατικών μαζών θα γίνει για μας ευκολότερη. Είναι αυτονόητο ότι αυτή η μέθοδος δεν συνεπάγεται καθόλου τον περιορισμό της ανεξαρτησίας του Κομουνιστικού Κόμματος Γαλλίας ούτε και το υποχρεώνει, π.χ. να υποστηρίξει το Συνασπισμό της Αριστεράς σε εκλογική περίοδο, ή να δείξει υπερβολική επιείκεια απέναντι στους αναποφάσιστους «κομουνιστές» που δεν παύουν να πενθούν και να λυπούνται για το σχίσμα με τους σοσιαλπατριώτες.

11. Στην Αγγλία, το ρεφορμιστικό Εργατικό Κόμμα αρνήθηκε να δεχτεί στους κόλπους του το Κομουνιστικό Κόμμα όπως ακριβώς δέχτηκε τις άλλες εργατικές οργανώσεις. Αλλά, κάτω από την πίεση των εργατικών μαζών, που για τους πόθους τους μιλήσαμε παραπάνω, οι εργατικές οργανώσεις του Λονδίνου ψήφισαν πρόσφατα την είσοδο του Κομουνιστικού Κόμματος στο Εργατικό Κόμμα.

Απ’ αυτή την άποψη, η Αγγλία αποτελεί, όπως είναι φανερό, εξαίρεση. Λόγω ειδικών συνθηκών, το Εργατικό Κόμμα αποτελεί στην Αγγλία ένα είδος ομοσπονδίας που αγκαλιάζει όλες τις εργατικές οργανώσεις της χώρας. Είναι λοιπόν τώρα καθήκον των κομουνιστών να απαιτήσουν, με μια ενεργητική καμπάνια, να γίνουν δεχτοί στο Εργατικό Κόμμα. Η τελευταία προδοσία των ηγετών των τρέιντ-γιούνιονς στην απεργία των ανθρακωρύχων, η επίθεση των καπιταλιστών εναντίον των μεροκάματων κ.λπ., προκαλούν σημαντικό αναβρασμό στις γραμμές του αγγλικού προλεταριάτου. Οι κομουνιστές πρέπει να προσπαθήσουν με κάθε τρόπο να εισχωρήσουν στα κατάβαθα των εργαζόμενων μαζών με το σύνθημα της ενότητας του προλεταριακού μετώπου εναντίον της μπουρζουαζίας.

12. Στην Ιταλία, το νεαρό Κομουνιστικό Κόμμα, που κρατούσε ως τώρα μια στάση από τις πιο αδιάλλακτες απέναντι στο ρεφορμιστικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και τους σοσιαλπροδότες ηγέτες της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργασίας --που η από μέρους της προδοσία της προλεταριακής επανάστασης έχει τώρα οριστικά ολοκληρωθεί-- αναλαμβάνει τώρα μπροστά στην εργοδοτική επίθεση μια ενεργητική ζύμωση υπέρ της ενότητας του προλεταριακού μετώπου. Η Εκτελεστική επιδοκιμάζει απόλυτα την τακτική των ιταλών κομουνιστών και τονίζει την ανάγκη να αναπτυχθεί αυτή ακόμα περισσότερο. Η Εκτελεστική έχει πεισθεί ότι το Κομουνιστικό Κόμμα Ιταλίας, αν δείξει αρκετή διορατικότητα, θα γίνει πρότυπο μαρξιστικής μαχητικότητας για την Κομουνιστική Διεθνή και ότι, καταγγέλλοντας χωρίς έλεος τους δισταγμούς και τις προδοσίες των ρεφορμιστών και των κεντριστών, θα μπορέσει να διεξαγάγει μια ολοένα και εντονότερη καμπάνια μέσα στις εργατικές μάζες για την ενότητα του προλεταριακού μετώπου εναντίον της μπουρζουαζίας.

Είναι αυτονόητο ότι το ιταλικό Κόμμα δεν πρέπει τίποτα να παραμελήσει στην προσπάθειά του να κερδίσει στην άποψη της κοινής δράσης τα επαναστατικά στοιχεία του αναρχισμού και του συνδικαλισμού.

13. Στην Τσεχοσλοβακία, όπου το Κόμμα συγκεντρώνει την πλειοψηφία των πολιτικά οργανωμένων εργατών, τα καθήκοντα των κομουνιστών είναι, από ορισμένες απόψεις, ανάλογα με τα καθήκοντα των γάλλων κομουνιστών. Το τσεχοσλοβάκικο Κόμμα, σταθεροποιώντας την ανεξαρτησία του και κόβοντας τους τελευταίους δεσμούς που το συνδέουν με τους κεντριστές, πρέπει να μπορέσει να εκλαϊκεύσει το σύνθημα της ενότητας του προλεταριακού μετώπου εναντίον της μπουρζουαζίας και να αποκαλύψει τον αληθινό ρόλο των σοσιαλδημοκρατών και κεντριστών που είναι πράκτορες του κεφαλαίου Οι τσεχοσλοβάκοι κομουνιστές πρέπει επίσης να εντείνουν τη δράση τους στα συνδικάτα, που σ’ ένα μεγάλο μέρος τους έχουν μείνει στα χέρια των «κίτρινων» ηγετών.

14. Στη Σουηδία, το αποτέλεσμα των τελευταίων κοινοβουλευτικών εκλογών επιτρέπει σ’ ένα αριθμητικά αδύνατο Κομουνιστικό Κόμμα να παίζει σημαντικό ρόλο. Ο Μπράντιγκ, ένας από τους πιο διακεκριμένους ηγέτες της 2ης Διεθνούς και σύγχρονα πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου της σουηδικής μπουρζουαζίας, βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση που η στάση της κομουνιστικής κοινοβουλευτικής φράξιας να μην τού είναι αδιάφορη για τη δημιουργία μιας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Η Εκτελεστική έχει τη γνώμη ότι η κομουνιστική φράξια δεν μπορεί να αρνηθεί, κάτω από ορισμένους όρους, να δώσει την υποστήριξή της στη μενσεβικική κυβέρνηση του Μπράντιγκ, όπως άλλωστε δικαιολογημένα έκαναν οι γερμανοί κομουνιστές για ορισμένες τοπικές κυβερνήσεις (Θουριγγία). Αυτό όμως καθόλου δεν σημαίνει ότι οι σουηδοί κομουνιστές πρέπει να εγκαταλείψουν, έστω και ελάχιστα, την ανεξαρτησία τους ή να πάψουν να καταγγέλλουν τον πραγματικό χαραχτήρα της μενσεβικικής κυβέρνησης.

Αντίθετα, όσο περισσότερη εξουσία θα έχουν οι μενσεβίκοι, τόσο περισσότερο θα προδώσουν την εργατική τάξη και τόσο περισσότερο θα πρέπει να προσπαθήσουν οι κομουνιστές να τους αποκαλύψουν μπροστά στις εργατικές μάζες.

15. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η ένωση όλων των στοιχείων της αριστεράς του εργατικού συνδικαλιστικού και πολιτικού κινήματος αρχίζει να πραγματοποιείται. Οι αμερικανοί κομουνιστές έχουν έτσι την ευκαιρία να μπούνε μέσα στις μεγάλες εργατικές μάζες και να γίνουν το κέντρο αποκρυστάλλωσης αυτής της ένωσης των αριστερών. Συγκροτώντας ομάδες παντού όπου υπάρχουν κομουνιστές, πρέπει να ξέρουν να πάρουν στα χέρια τους την ηγεσία της συγκέντρωσης των επαναστατικών στοιχείων και να διαδώσουν με ενεργητικότητα την ιδέα του ενιαίου μετώπου (για την υπεράσπιση π.χ. των συμφερόντων των ανέργων). Η κύρια κατηγορία τους εναντίον των οργανώσεων του Κόμπερς θα είναι ότι οι οργανώσεις αυτές αρνούνται επίμονα να συγκροτήσουν ένα ενιαίο προλεταριακό μέτωπο για να υπερασπίσουν τους ανέργους. Ωστόσο, το κύριο καθήκον του κόμματος θα είναι να κατορθώσει να πάρει με το μέρος του τα καλύτερα στοιχεία των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου (I.W.W.).

16. Στην Ελβετία, το κόμμα μας έχει ήδη σημειώσει ορισμένες επιτυχίες στο δρόμο που δείξαμε. Η κομουνιστική προπαγάνδα για το ενιαίο μέτωπο ανάγκασε τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία να συγκαλέσει προσεχώς ένα έκτακτο συνέδριο στο οποίο οι σύντροφοί μας θα αποκαλύψουν τα ψέματα του ρεφορμισμού και θα αναπτύξουν τη μεγαλύτερη δραστηριότητα για την επαναστατική ενότητα του προλεταριάτου. 17. Σε μια σειρά άλλες χώρες, το ζήτημα παρουσιάζεται, ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες, με μορφή λίγο πολύ διαφορετική. Η Εκτελεστική όμως έχει την πεποίθηση ότι τα τμήματα θα είναι σε θέση να εφαρμόσουν, ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε χώρας, τη γενική γραμμή που αυτή χάραξε.

17. Σε μια σειρά άλλες χώρες, το ζήτημα παρουσιάζεται ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες με μορφή λίγο πολύ διαφορετική. Η Εκτελεστική όμως έχει την πεποίθηση ότι τα τμήματα θα είναι σε θέση να εφαρμόσουν, ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε χώρας, τη γενική γραμμή που αυτή χάραξε.

18. Η Εκτελεστική Επιτροπή απαιτεί σαν όρο, αυστηρά υποχρεωτικό για όλα τα Κομουνιστικά Κόμματα, την ελευθερία του κάθε τμήματος που θα έρθει σε συμφωνία με τα κόμματα της 2ης και της 2½ Διεθνούς, να συνεχίζει την προπαγάνδα των ιδεών μας και την κριτική των αντιπάλων του κομουνισμού. Οι κομουνιστές, υποτασσόμενοι στην πειθαρχία της δράσης, πρέπει να διατηρούν απόλυτα το δικαίωμα και τη δυνατότητα να εκφράζουν, όχι μόνο πριν και μετά τη δράση, αλλά ακόμα και κατά τη διάρκειά της, τη γνώμη τους πάνω στην πολιτική όλων των εργατικών οργανώσεων χωρίς εξαίρεση. Σε καμιά περίπτωση και με κανένα πρόσχημα δεν πρέπει αυτός ο όρος να αθετείται. Οι κομουνιστές, υποστηρίζοντας την ενότητα όλων των εργατικών οργανώσεων σε κάθε πρακτική δράση εναντίον του καπιταλιστικού μετώπου, δεν μπορούν να παραιτηθούν από την προπαγάνδα των απόψεών τους, που μόνο αυτές αποτελούν τη λογική έκφραση των συμφερόντων της εργατικής τάξης.

19. Η Εκτελεστική Επιτροπή της Κομουνιστικής Διεθνούς πιστεύει ότι είναι χρήσιμο να υπενθυμίσει σε όλα τα αδελφά κόμματα την πείρα των ρώσων μπολσεβίκων, που το κόμμα τους είναι το μόνο που κατόρθωσε ως τα σήμερα να νικήσει την μπουρζουαζία και να καταλάβει την εξουσία. Κατά τα δεκαπέντε χρόνια που μεσολαβούν ανάμεσα στη γέννηση του μπολσεβικισμού και τη νίκη του (1903 με 1917), το κόμμα αυτό δεν έπαψε ποτέ να πολεμά το ρεφορμισμό ή, πράγμα που είναι το ίδιο, το μενσεβικισμό. Αλλά σ’ όλο αυτό το διάστημα, οι μπολσεβίκοι έχουν επανειλημμένα συνάψει συμφωνίες με τους μενσεβίκους. Το πρώτο τυπικό σχίσμα πραγματοποιήθηκε την άνοιξη του 1905. Αλλά κάτω από την ακατανίκητη επίδραση ενός εργατικού κινήματος μεγάλης έκτασης, οι μπολσεβίκοι έκαναν, τον ίδιο χρόνο, κοινό μέτωπο με τους μενσεβίκους. Το δεύτερο τυπικό σχίσμα έγινε το Γενάρη του 1912. Αλλά από το 1905 ως το 1912, το σχίσμα διαδέχονταν ενώσεις και πρόσκαιρες συμφωνίες (το 1906, το 1907 και το 1910). Αυτές οι ενώσεις και μισοενώσεις δεν πραγματοποιήθηκαν μόνο σαν συνέπεια των περιπετειών της πάλης ανάμεσα στις φράξιες, αλλά ιδιαίτερα κάτω από την πίεση των μεγάλων εργατικών μαζών που ξύπνησαν στην πολιτική ζωή και που θα ήθελαν να δουν οι ίδιες αν οι δρόμοι του μενσεβικισμού απομακρύνονται πραγματικά από την επανάσταση. Λίγο πριν από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, το καινούριο επαναστατικό κίνημα που επακολούθησε την απεργία της Λένα2 γέννησε στις προλεταριακές μάζες έναν ισχυρό πόθο ενότητας που οι ηγέτες του μενσεβικισμού προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν προς όφελός τους, όπως το κάνουν σήμερα οι ηγέτες των «σοσιαλιστικών» Διεθνών καθώς και οι ηγέτες της Διεθνούς του Άμστερνταμ. Εκείνη την εποχή, οι μπολσεβίκοι δεν αρνήθηκαν το ενιαίο μέτωπο. Κάθε άλλο: Για να αντισταθμίσουν τη διπλωματία των μενσεβίκων ηγετών, υιοθέτησαν το σύνθημα της «ενότητας στη δράση», δηλαδή της ενότητας των εργατικών μαζών στην επαναστατική πρακτική δράση τους εναντίον της μπουρζουαζίας. Η πείρα έδειξε ότι αυτή ήταν η μόνη σωστή τακτική. Τροποποιημένη ανάλογα με το χρόνο και τον τόπο, η τακτική αυτή οδήγησε στον κομουνισμό την τεράστια πλειοψηφία των καλύτερων προλεταριακών στοιχείων του μενσεβικισμού.

20. Η Κομουνιστική Διεθνής υιοθετώντας το σύνθημα της ενότητας του προλεταριακού μετώπου και παραδεχόμενη συμφωνίες ανάμεσα στα διάφορα τμήματά της και τα κόμματα και τα συνδικάτα της 2ης και της 2½ Διεθνούς, δεν μπορεί, όπως είναι φανερό, να αρνηθεί ανάλογες συμφωνίες σε διεθνή κλίμακα. Στο ζήτημα της βοήθειας προς τους πεινασμένους της Ρωσίας, η Εκτελεστική πρότεινε μια συμφωνία στη συνδικαλιστική Διεθνή του Άμστερνταμ. Ανανέωσε τις προ-τάσεις της με την προοπτική μιας κοινής δράσης εναντίον της λευκής τρομοκρατίας στην Ισπανία και τη Γιουγκοσλαβία. Κάνει τώρα μια πρόταση στις Σοσιαλιστικές Διεθνείς και στη Διεθνή του Άμστερνταμ, μια καινούρια πρόταση σχετική με τις εργασίες της Συνδιάσκεψης της Ουάσινγκτον, συνδιάσκεψης που δεν μπορεί παρά να επιταχύνει το ξέσπασμα ενός νέου ιμπεριαλιστικού πολέμου. Αλλά οι ηγέτες αυτών των τριών διεθνών οργανώσεων έδειξαν ότι, όταν πρόκειται να περάσουν από τα λόγια στα έργα, αρνούνται εντελώς το σύνθημα της εργατικής ενότητας. Επομένως, το συγκεκριμένο καθήκον της Κομουνιστικής Διεθνούς και των τμημάτων της θα είναι να αποκαλύψουν στις μάζες την υποκρισία των ηγετικών στοιχείων αυτών των οργανώσεων που προτιμούν την ένωση με τη μπουρζουαζία από την ενότητα με τους επαναστάτες εργαζόμενους και που, παραμένοντας στο Διεθνές Γραφείο Εργασίας (το εξάρτημα της Κοινωνίας των Εθνών), συμμετέχουν έτσι στην ιμπεριαλιστική Συνδιάσκεψη της Ουάσινγκτον, αντί να εξαπολύσουν καμπάνια εναντίον της. Αλλά η αρνητική απάντηση στις προτάσεις μας δεν θα μας κάνει να παραιτηθούμε από την τακτική που εφαρμόζουμε, που είναι απόλυτα σύμφωνη με το πνεύμα των εργατικών μαζών και την οποία πρέπει να ξέρουμε να αναπτύσσουμε μεθοδικά και αδιάκοπα. Αν οι προτάσεις κοινής δράσης αποκρουστούν, θα χρειαστεί να πληροφορήσουμε τον εργατικό κόσμο, για να ξέρει ποιοι είναι εκείνοι που καταστρέφουν πραγματικά την ενότητα του προλεταριακού μετώπου. Αν οι προτάσεις μας γίνουν δεκτές, το καθήκον μας θα είναι να δώσουμε μεγαλύτερη ένταση και μεγαλύτερο βάθος στους αγώνες που θα εξαπολυθούν. Και στις δύο περιπτώσεις, αυτό που έχει σημασία είναι να ενεργήσουμε κατά τέτοιο τρόπο ώστε οι διαπραγματεύσεις των κομουνιστών με τις άλλες οργανώσεις να ξυπνήσουν τις εργατικές μάζες και να τραβήξουν την προσοχή τους. Γιατί πρέπει οπωσδήποτε να ενδιαφερθούν όλοι οι εργαζόμενοι για όλες τις περιπέτειες του αγώνα που αποβλέπει στην πραγματοποίηση του ενιαίου επαναστατικού μετώπου τους.

21. Η Εκτελεστική, καθορίζοντας αυτό το σχέδιο δράσης, δεν παραλείπει να εφιστά την προσοχή στα αδελφά κόμματα για τους κινδύνους που μπορεί να προκύψουν απ’ αυτό. Όλα τα κομουνιστικά κόμματα δεν έχουν ακόμα αρκετά σταθεροποιηθεί και οργανωθεί και δεν έχουν εντελώς κατανικήσει την κεντριστική και μισοκεντριστική ιδεολογία. Δεν είναι δύσκολο να γίνουν υπερβολές που θα οδηγήσουν στη μετατροπή των κομουνιστικών κομμάτων και ομάδων σε άμορφα και ετερογενή μπλοκ. Για να εφαρμοστεί με επιτυχία η τακτική που υποστηρίζουμε, χρειάζεται να είναι γερά οργανωμένο το κόμμα και η διεύθυνσή του να διακρίνεται για τις εντελώς ξεκαθαρισμένες ιδέες της.

22. Μέσα στους ίδιους τους κόλπους της Κομουνιστικής Διεθνούς, στις ομάδες που δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα θεωρούνται δεξιές ή μισοκεντριστικές, υπάρχουν αναμφισβήτητα δύο ρεύματα. Το πρώτο, πραγματικά χειραφετημένο από την ιδεολογία και τις μεθόδους της 2ης Διεθνούς, δεν έχει ακόμα κατορθώσει να απαλλαγεί από ένα αίσθημα σεβασμού προς την παλιά οργανωτική εξουσία και θα ήθελε, συνειδητά ή όχι, να αναζητήσει βάσεις για μια συμφωνία στον τομέα των γενικών ιδεών με τη 2η Διεθνή, και επομένως με την αστική κοινωνία. Το δεύτερο, που πολεμάει τον τυπικό ριζοσπαστισμό και τις πλάνες μιας δήθεν «αριστεράς», θα ήθελε να δώσει στην τακτική του νέου κομουνιστικού κόμματος περισσότερη ευλυγισία και επιδεξιότητα στους χειρισμούς για να του επιτρέψει να εισχωρήσει πιο εύκολα μέσα στις εργατικές μάζες. Η γοργή εξέλιξη των κομουνιστικών κομμάτων ώθησε (μερικές φορές) αυτά τα δύο ρεύματα να συνδεθούν, ακόμα και να ενοποιηθούν. Η προσεχτική εφαρμογή των μεθόδων που αναφέραμε παραπάνω, που αποβλέπουν στο να δώσουν στην κομουνιστική προπαγάνδα ένα στήριγμα στις ενέργειες των ενοποιημένων μαζών, θα συμβάλει αποτελεσματικά στην επαναστατική σταθεροποίηση των κομμάτων μας, τόσο διαπαιδαγωγώντας με την πείρα τα ανυπόμονα και σεχταριστικά στοιχεία όσο και απαλλάσσοντάς τα από το νεκρό βάρος του ρεφορμισμού.

23. Με την ενότητα του προλεταριακού μετώπου, πρέπει να εννοούμε την ενότητα όλων των εργαζομένων που επιθυμούν να πολεμήσουν τον καπιταλισμό, στους οποίους επομένως συμπεριλαμβάνονται οι εργάτες που ακολουθούν ακόμα τους αναρχικούς και τους (αναρχο)συνδικαλιστές. Σε μερικές χώρες, αυτά τα στοιχεία μπορούν να συμπράξουν στις επαναστατικές ενέργειες. Από τα πρώτα της ακόμα βήματα, η Κομουνιστική Διεθνής σύστησε πάντοτε μια φιλική στάση απέναντι σ’ αυτά τα εργατικά στοιχεία που ξεπερνούν προοδευτικά τις προκαταλήψεις τους και προσχωρούν σιγά-σιγά στον κομουνισμό. Οι κομουνιστές θα πρέπει από δω και μπρος να τους δίνουν τόσο περισσότερο προσοχή, όσο το ενιαίο μέτωπο εναντίον του καπιταλισμού βρίσκεται στο δρόμο της πραγματοποίησης του.

24. Η Εκτελεστική Επιτροπή, αποβλέποντας να καθορίσει οριστικά την κατοπινή εργασία μέσα στα πλαίσια που προδιαγράψαμε, αποφασίζει να συγκαλέσει προσεχώς μια έκτακτη συνδιάσκεψη στην οποία όλα τα κόμματα που έχουν προσχωρήσει στη Διεθνή θα αντιπροσωπεύονται με διπλάσιο αριθμό αντιπροσώπων από εκείνον που έχει κανονικά οριστεί.

25. Η Εκτελεστική Επιτροπή θα δώσει τη μεγαλύτερη προσοχή σε όλες τις πρακτικές ενέργειες που πραγματοποιούνται στο δρόμο που δείξαμε και ζητάει από τα διάφορα κόμματα να την ενημερώσουν με κάθε λεπτομέρεια για τις προσπάθειές τους σ’ αυτόν τον τομέα και τα αποτελέσματα που είχαν.

 

Θέσεις για την Κομουνιστική Δράση Μέσα στο Συνδικαλιστικό Κίνημα

[3η Διεθνής. Τα τέσσερα πρώτα Συνέδρια. Θέσεις, Αποφάσεις Μανιφέστα, Εργατική Πάλη, Αθήνα 2007, σελ. 421 κ.ε.]

VΙ. Ο αγώνας για τη συνδικαλιστική ενότητα

21. Το σύνθημα της Κομουνιστικής Διεθνούς («ενάντια στην διάσπαση των συνδικάτων») πρέπει να εφαρμοστεί εξίσου δραστήρια όπως στο παρελθόν, παρά τις λυσσασμένες διώξεις στις οποίες υποβάλουν τους κομουνιστές οι ρεφορμιστές σ’ όλες τις χώρες. Οι ρεφορμιστές επιδιώκουν να παρατείνουν το σχίσμα με τους αποκλεισμούς και τις διαγραφές. Διώχνοντας συστηματικά τα καλύτερα στοιχεία των συνδικάτων ελπίζουν να κάνουν τους κομουνιστές να χάσουν την ψυχραιμία τους, να φύγουν από τα συνδικάτα, εγκαταλείποντας το καλομελετημένο σχέδιο τους δηλαδή της κατάκτησης των οργανώσεων αυτών από το εσωτερικό τους και να ταχθούν υπέρ του σχίσματος. Αλλά δεν θα μπορέσουν οι ρεφορμιστές να καταφέρουν αυτό που θέλουν.

22. Το σχίσμα του συνδικαλιστικού κινήματος, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες, αποτελεί το μεγαλύτερο κίνδυνο για το εργατικό κίνημα στο σύνολο του. Το σχίσμα στα εργατικά συνδικάτα θα έριχνε την εργατική τάξη πολλά χρόνια πίσω, γιατί η μπουρζουαζία θα μπορούσε τότε να ξαναπάρει εύκολα πίσω τις πιο στοιχειώδεις εργατικές κατακτήσεις. Οι κομουνιστές πρέπει με κάθε μέσο να εμποδίσουν το συνδικαλιστικό σχίσμα. Με όλα τα μέσα, με όλες τις δυνάμεις των οργανώσεών τους, πρέπει να εμποδίσουν την εγκληματική ελαφρότητα με την οποία οι ρεφορμιστές σπάζουν τη συνδικαλιστική ενότητα.

23. Στις χώρες όπου υπάρχουν παράλληλα δύο εθνικές συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες (Ισπανία, Γαλλία, Τσεχοσλοβακία, κλπ ) οι κομουνιστές πρέπει να αγωνιστούν συστηματικά για την ενοποίηση αυτών των παράλληλων οργανώσεων. Εφόσον υπάρχει αυτός ο σκοπός της συγχώνευσης των συνδικάτων, που σήμερα είναι διασπασμένα, δεν είναι καθόλου λογικό να αποσπούμε τους μεμονωμένους κομουνιστές και τους επαναστάτες εργάτες από τα ρεφορμιστικά συνδικάτα μεταφέροντας τους στα επαναστατικά συνδικάτα. Κανένα ρεφορμιστικό συνδικάτο δεν πρέπει να παραμείνει χωρίς επαναστατική ζύμη. Η ενεργητική εργασία των κομουνιστών και στα δύο συνδικάτα που υπάρχουν παράλληλα, αποτελεί προϋπόθεση για την αποκατάσταση της ενότητας που σήμερα δεν υπάρχει.

24. Η προστασία της συνδικαλιστικής ενότητας, καθώς και η αποκατάστασή της εκεί που δεν υπάρχει, δεν είναι δυνατή παρά μόνο αν οι κομουνιστές βάλλουν σε ενέργεια ένα πρακτικό πρόγραμμα για κάθε χώρα και για κάθε κλάδο της βιομηχανίας – στο πεδίο μιας πρακτικής εργασίας, ενός πρακτικού αγώνα, μπορούν να συγκεντρώσουν τα σκορπισμένα στοιχεία του εργατικού κινήματος και να δημιουργήσουν, στην περίπτωση που υπάρχει συνδικαλιστικό σχίσμα, τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να εξασφαλιστεί η οργανική ενοποίηση. Κάθε κομουνιστής πρέπει να έχει υπόψη του ότι το συνδικαλιστικό σχίσμα δεν αποτελεί μόνο απειλή για τις άμεσες κατακτήσεις της εργατικής τάξης, αλλά και για την ίδια την κοινωνική επανάσταση. Οι προσπάθειες των ρεφορμιστών να διασπάσουν τα συνδικάτα πρέπει να συντριβούν – κι αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με μια δραστήρια οργανωτική και πολιτική εργασία μέσα στις μάζες.

VΙΙ. Ο αγώνας κατά του αποκλεισμού των κομουνιστών

25. Ο αποκλεισμός των κομουνιστών έχει σαν σκοπό να αποδιοργανώσει το επαναστατικό κίνημα, απομονώνοντας τους ηγέτες από τις εργατικές μάζες – επίσης, οι κομουνιστές δεν μπορούν να περιοριστούν στις μορφές και τις μεθόδους του αγώνα που χρησιμοποιούσαν ως τώρα. Το παγκόσμιο συνδικαλιστικό κίνημα έχει φτάσει στην κρισιμότερη στιγμή του. Η διασπαστική θέληση των ρεφορμιστών έχει οξυνθεί, ενώ η θέλησή μας να σώσουμε τη συνδικαλιστική ενότητα πιστοποιείται από πολλά γεγονότα και οι κομουνιστές πρέπει να δείξουν στο μέλλον και στην πράξη επίσης, την αξία που αποδίδουν στην ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος.

26. Όσο περισσότερο γίνεται φανερή η διασπαστική πολιτική των εχθρών μας, με τόσο μεγαλύτερο σθένος πρέπει να επιδιώξουμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της συνδικαλιστικής ενότητας. Ούτε μια φάμπρικα, ούτε ένα εργοστάσιο, ούτε μια συγκέντρωση δεν πρέπει να λησμονήσουμε – παντού πρέπει να ακουστεί η διαμαρτυρία εναντίον της τακτικής του Άμστερνταμ. Πρέπει το πρόβλημα του συνδικαλιστικού σχίσματος να τεθεί μπροστά σε κάθε συνδικαλισμένο και να τεθεί όχι μόνο όταν το σχίσμα είναι έτοιμο να γίνει, αλλά από τη στιγμή που θα παρουσιαστεί αυτός ο κίνδυνος. Το ζήτημα του αποκλεισμού των κομουνιστών από το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να μπει στην ημερήσια διάταξη όλου του κινήματος κάθε χώρας που την αφορά αυτή η ενέργεια. Οι κομουνιστές είναι αρκετά δυνατοί για να μην αφήσουν να στραγγαλιστούν χωρίς να πούνε λέξη. Η εργατική τάξη πρέπει να ξέρει ποιος υποστηρίζει τη διάσπαση και ποιος την ενότητα. (υπογρ. δική μας)

27. Ο αποκλεισμός των κομουνιστών από τις τοπικές οργανώσεις όταν εκλεγούν σε συνδικαλιστικές θέσεις δεν πρέπει μόνο να προκαλέσει διαμαρτυρίες για την παραβίαση της θέλησης των εκλογέων αλλά ένας τέτοιος αποκλεισμός πρέπει να οδηγήσει σε αποφασιστική και οργανωμένη αντίσταση. Τα μέλη που αποκλείονται δεν πρέπει να μείνουν σκορπισμένα. Το σημαντικότερο καθήκον των κομουνιστικών κομμάτων είναι να μην επιτρέψουν στα στοιχεία που αποκλείστηκαν να παραμείνουν διαλυμένα. Πρέπει να οργανωθούν σε συνδικάτα αποκλεισμένων τα οποία θα θέσουν στο κέντρο της πολιτικής εργασίας τους ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, καθώς και την απαίτηση να ξαναγυρίσουν στη θέση τους.

28. Ο αγώνας εναντίον των αποκλεισμών είναι στην πραγματικότητα αγώνας για την ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος. Εδώ, όλα τα μέτρα που οδηγούν στην αποκατάσταση της ενότητας, είναι καλά. Οι αποκλεισμένοι δεν πρέπει να μείνουν απομονωμένοι και αποκομμένοι από κάθε αντιπολίτευση, ούτε και από τις ανεξάρτητες επαναστατικές οργανώσεις που υπάρχουν στη συγκεκριμένη χώρα – κι αυτό γιατί επιβάλλεται να οργανωθεί ο κοινός αγώνας εναντίον των αποκλεισμών και για το συντονισμό της δράσης στον αγώνα εναντίον του κεφαλαίου.

29. Τα πρακτικά μέσα του αγώνα μπορούν και πρέπει να συμπληρωθούν και να τροποποιηθούν σύμφωνα με τις τοπικές συνθήκες και ιδιομορφίες. Είναι σημαντικό τα κομουνιστικά κόμματα να παίρνουν καθαρά μαχητική αντιδιασπαστική θέση και να κάνουν ότι μπορούν για να μην επιτρέψουν να πραγματοποιηθεί η πολιτική των αποκλεισμών που έχει αισθητά ενισχυθεί από τότε που άρχισαν οι ενέργειες για τη συγχώνευση της 2ης και της 21/2 Διεθνούς. Δεν υπάρχουν οριστικά και καθολικής ισχύος μέτρα και μέθοδοι εναντίον των αποκλεισμών. Απ’ αυτή την άποψη, τα κομουνιστικά κόμματα έχουν την δυνατότητα να αγωνιστούν με μέσα που τα θεωρούν σαν τα καλύτερα για να φτάσουν στο σκοπό τους: την κατάκτηση των συνδικάτων και την αποκατάσταση της συνδικαλιστικής ενότητας που έχει πάψει να υπάρχει.

VΙΙΙ. Συμπέρασμα

Το 4ο Συνέδριο της Κομουνιστικής Διεθνούς, ακολουθώντας το δρόμο της κατάκτησης των συνδικάτων και του αγώνα εναντίον της διασπαστικής πολιτικής των ρεφορμιστών, δηλώνει επίσημα ότι κάθε φορά που οι άνθρωποι του Άμστερνταμ δεν θα καταφεύγουν σε αποκλεισμούς και κάθε φορά που θα δίνουν τη δυνατότητα στους κομουνιστές να αγωνίζονται ιδεολογικά για τις αρχές τους στους κόλπους των συνδικάτων, οι κομουνιστές θα αγωνίζονται σαν πειθαρχημένα μέλη στις γραμμές της ενωμένης οργάνωσης, βαδίζοντας πάντοτε μπροστά σε όλες τις ρήξεις και τις συγκρούσεις με τη μπουρζουαζία.

Το 4ο Συνέδριο της Κομουνιστικής Διεθνούς δηλώνει ότι όλα τα κομουνιστικά κόμματα πρέπει να καταβάλουν κάθε προσπάθεια για να παρεμποδίσουν το σχίσμα μέσα στα συνδικάτα, ότι πρέπει να κάνουν ότι μπορούν για να αποκαταστήσουν τη συνδικαλιστική ενότητα, που σε ορισμένες χώρες έχει πάψει να υπάρχει, και ότι πρέπει να πετύχουν την προσχώρηση του συνδικαλιστικού κινήματος της χώρας τους στην Κόκκινη Διεθνή των Εργατικών Συνδικάτων.

Επιλογή, επιμέλεια κειμένων Θ. Μαράκης

δείτε και: Ενιαίο Εργατικό Μέτωπο: Βασικές Θέσεις του Μαρξισμού (Μέρος Δεύτερο)

Σημειώσεις

1 Ιδρυμένη από τον Λεόν Μπλούμ, η κεντρική έκδοση του Σοσιαλιστικού Κόμματος

2 Ποταμός της Σιβηρίας όπου οι απεργίες που ξέσπασαν εκεί το 1912 δημιούργησαν ένα μεγάλο κύμα συμπαράστασης

Τελευταία τροποποίηση στις Κυριακή, 20 Μαρτίου 2016 18:12

Προσθήκη σχολίου

Το e la libertà.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια με υβριστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό φασιστικό περιεχόμενο ή σχόλια μη σχετικά με το κείμενο.