Promise Li
Ο ιμπεριαλισμός ως ανταγωνιστική συνεργασία
Τους μήνες πριν από την δύσκολη επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν στο Πεκίνο πέρυσι, οι διευθύνοντες σύμβουλοι της J.P. Morgan, των Starbucks, της Apple, της General Motors και της Tesla είχαν φιλικές συναντήσεις με τον πρώην υπουργό Εξωτερικών της Κίνας Τσιν Γκανγκ. Επαναβεβαιώνοντας αυτό που ο Σι Τζινπίνγκ και άλλοι Κινέζοι υπουργοί δηλώνουν σε ετήσια βάση, ο Κιν διαβεβαίωσε τον Έλον Μασκ ότι η Κίνα «παραμένει προσηλωμένη στην προώθηση ενός καλύτερου επιχειρηματικού περιβάλλοντος προσανατολισμένου στην αγορά, βασισμένου στο νόμο και διεθνοποιημένου»[1].
Αυτό που ορισμένοι ειδήμονες ονομάζουν αποσύνδεση των στρατηγικών βιομηχανιών σε αυτή την περίοδο των διακαπιταλιστικών εντάσεων πρέπει να εξεταστεί κριτικά. Η οικονομική αλληλεξάρτηση έχει επιδείξει εκπληκτική ανθεκτικότητα ακόμη και σε αντίπαλα γεωπολιτικά μπλοκ. Οι υπάρχουσες θεωρίες του ιμπεριαλισμού αδυνατούν να εξηγήσουν πλήρως αυτές τις φαινομενικά αντιφατικές διαστάσεις του σημερινού παγκόσμιου συστήματος. Το Tricontinental διατυπώνει τη θεωρία για το σημερινό στάδιο του ιμπεριαλισμού ως «υπερ-ιμπεριαλισμό», που χαρακτηρίζεται από ένα μονοπολικό «στρατιωτικό μπλοκ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ» ως τη μοναδική ιμπεριαλιστική δύναμη που καθιστά όλες τις άλλες παγκόσμιες αντιθέσεις δευτερεύουσες ή «μη ανταγωνιστικές».[2] Για τους συγγραφείς του Tricontinental, αυτό το ιμπεριαλιστικό μπλοκ αμφισβητείται από μια πολυπολική «σοσιαλιστική ομάδα υπό την ηγεσία της Κίνας», που αντιπροσωπεύει «αυξανόμενες φιλοδοξίες για εθνική κυριαρχία, οικονομικό εκσυγχρονισμό και πολυμέρεια, που αναδύονται από τον Παγκόσμιο Νότο». Μια τέτοια προοπτική αγνοεί τις επιπτώσεις τόσο της αλληλεξάρτησης μεταξύ των δύο μπλοκ όσο και του αναδυόμενου ρόλου ορισμένων ενδιάμεσων οικονομιών –για παράδειγμα, του Ιράν, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Ρωσίας– στην ανάπτυξη περιφερειακών ηγεμονιών που διευκολύνουν τον ιμπεριαλισμό εν μέσω γεωπολιτικών εντάσεων.
Σε αντίθεση με το Tricontinental, ορισμένοι βλέπουν τη μορφή του ιμπεριαλισμού σήμερα ως μια ενδοϊμπεριαλιστική σύγκρουση στην ίδια λογική με τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τον οποίο πρώτοι ανέλυσαν θεωρητικά οι μπολσεβίκοι επαναστάτες Β. Ι. Λένιν και Νικολάι Μπουχάριν.[3] Η άποψη αυτή υποτιμά υπερβολικά την υποχώρηση της αμερικανικής ηγεμονίας, ενώ υπερεκτιμά την άνοδο νέων ιμπεριαλιστών ως αντίβαρο στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Αυτές οι λανθασμένες αντιλήψεις είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: υπερεκτιμούν τη δυναμική της αντιπαλότητας, συσκοτίζοντας έτσι σημαντικούς τόπους διασύνδεσης στο ιμπεριαλιστικό σύστημα που μπορούν να δώσουν μεγάλες ευκαιρίες για αλληλεγγύη σε όλους τους αντισυστημικούς αγώνες.
Βέβαια, οι βαθιές αντιθέσεις μεταξύ των εθνών υπάρχουν και έχουν ήδη προκαλέσει ένα καταστροφικό ανθρώπινο κόστος, όπως στην αμερικανοϊσραηλινή επίθεση στη Γάζα και στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Όμως, δεν πρέπει να μας διαφεύγει η αναπροσαρμογή του ίδιου του καπιταλισμού για την ανάπτυξη νέων όρων ανάκαμψης και σταθεροποίησης. Η ανταγωνιστική συνεργασία, ένα εννοιολογικό πλαίσιο που αναπτύχθηκε από μαρξιστές στη μεταπολεμική Γερμανία και τη Βραζιλία, παρέχει τα καλύτερα εργαλεία για την ανάλυση αυτού του ιδιαίτερου σταδίου του ιμπεριαλισμού. Σε αντίθεση με τη μονοπολική θεωρία του Tricontinental ή την πολυπολική αντιπαλότητα όσων ακολουθούν τους θεωρητικούς των μπολσεβίκων, που και οι δύο υπερτονίζουν την αντιπαλότητα μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, η ανταγωνιστική συνεργασία αντιλαμβάνεται το ιμπεριαλιστικό σύστημα ως μια αλληλοεξαρτώμενη ολότητα που μπορεί να χωρέσει την αλληλεξάρτηση μεταξύ και πέρα από τα γεωπολιτικά μπλοκ. Επιπλέον, σε αντίθεση με τα δύο μοντέλα που περιγράφηκαν παραπάνω, η ανταγωνιστική συνεργασία επιτρέπει επίσης την ετερογένεια των σχέσεων εξουσίας στο πλαίσιο αυτού του παραδείγματος, ακόμη και αν η συνολική δομή εξάρτησης μεταξύ των οικονομιών του πυρήνα και της περιφέρειας εξακολουθεί να υφίσταται. Πρώτον, η αντιπαλότητα μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας δεν συνεπάγεται την ισότητά τους στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, το οποίο εξακολουθεί να διευθύνεται και να κυριαρχείται από τις πρώτες. Αυτό που ο Κλαούντιο Κατς αποκαλεί «αυτοκρατορίες υπό διαμόρφωση», και άλλες ενδιάμεσες ή υποϊμπεριαλιστικές χώρες, καλλιεργούν επίσης την ικανότητα να ελέγχουν περιστασιακά την ισχύ των ΗΠΑ με στρατιωτικά, οικονομικά ή άλλα μέσα.[4] Αλλά αυτό δεν σηματοδοτεί ούτε μια αντιιμπεριαλιστική προσβολή στην ηγεμονία των ΗΠΑ ούτε μια απλή ισοπέδωση των όρων ανταγωνισμού ως ένα νέο πεδίο ενδοϊμπεριαλιστικής αντιπαλότητας.
Η ανταγωνιστική συνεργασία πρέπει επίσης να διακρίνεται από τον ανταγωνισμό μεταξύ διαφορετικών μεμονωμένων καπιταλιστών (ή κλάδων) για κέρδη, την ίδια ώρα που διατηρούν το σύστημα στο σύνολο του ως κοινωνική τάξη. Η έννοια δηλώνει συγκεκριμένα πώς, όπως το θέτει ο Ενρίκε Ντάσσελ, «η διεθνής κοινωνική σχέση κυριαρχίας μεταξύ των εθνικών αστικών τάξεων καθορίζει... τη μεταφορά της αξίας στον παγκόσμιο ανταγωνισμό».[5] Με άλλα λόγια, η ανταγωνιστική συνεργασία αφορά τους όρους με τους οποίους διαμορφώνονται σήμερα οι σχέσεις κυριαρχίας μεταξύ των εθνών. Αυτό το άρθρο εντοπίζει και διερευνά τρία κύρια χαρακτηριστικά της ανταγωνιστικής συνεργασίας: 1) τη συνύπαρξη ενός βαθμού ανταγωνισμού μεταξύ των ιμπεριαλιστικών χωρών, των αυτοκρατοριών υπό διαμόρφωση και άλλων ενδιάμεσων, υποϊμπεριαλιστικών και περιφερειακών ηγεμονιών με την αλληλεξάρτηση και τη συνεργασία τους∙ 2) τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζουν οι ενδιάμεσες και περιφερειακές οικονομίες στη διατήρηση της παγκόσμιας συσσώρευσης, αναπτύσσοντας έναν βαθμό πολιτικής και οικονομικής αυτονομίας για τη διαμεσολάβηση μεταξύ των γεωπολιτικών ανταγωνισμών∙ 3) τη διαρκώς εντεινόμενη συγχώνευση του χρηματοπιστωτικού και του κρατικά καθοδηγούμενου βιομηχανικού κεφαλαίου που διασφαλίζει αυτά τα δύο χαρακτηριστικά[6].
Ορισμός της ανταγωνιστικής συνεργασίας
Στη δεκαετία του 1960, η βραζιλιάνικη μαρξιστική συλλογικότητα Política Operária (POLOP) συγκέντρωσε σοσιαλιστές από διαφορετικές παραδόσεις για να διερευνήσει το ρόλο της εθνικής αστικής τάξης στις χώρες της περιφέρειας στο πλαίσιο ενός ευρύτερου ιμπεριαλιστικού παγκόσμιου συστήματος. Ανέπτυξαν την έννοια της ανταγωνιστικής συνεργασίας, την οποία επινόησε για πρώτη φορά ο Γερμανός κομμουνιστής Άουγκουστ Ταλχάιμερ στο φυλλάδιο του 1946, Βασικές αρχές και έννοιες της παγκόσμιας πολιτικής μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (Grundlinien und Grundbegriffe der Weltpolitik nach dem 2. WeItkrieg). Το POLOP γνώρισε τις ιδέες του Ταλχάιμερ μέσω του αυστριακής καταγωγής μέλους του Έριχ Σακς, ο οποίος είχε έρθει σε επαφή με τον Ταλχάιμερ και τον Μπουχάριν κατά τη διάρκεια της σύντομης παραμονής του στη Μόσχα ως Εβραίος πρόσφυγας τη δεκαετία του 1930.[7]
Στο φυλλάδιό του, ο Ταλχάιμερ παρατηρεί ότι αν και οι θεμελιώδεις αντιφάσεις του καπιταλισμού έχουν ουσιαστικά οξυνθεί (verschaerft) μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, σε αντίθεση με την έκβαση του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, «η οξύτητα των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών έχει διακοπεί» (»den innerimperialistischen Gegensaetzen die Spitze abgebrochen«).[8]Παραδέχεται ότι, στο εσωτερικό του ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου, «δεν έχουν εξαφανιστεί όλες οι ανταγωνιστικές δυνάμεις, αλλά το θεμελιώδες αποτέλεσμα είναι η επικράτηση της ενότητάς τους έναντι των δύο εναπομεινάντων ομάδων: του σοβιετικού κράτους με τη σφαίρα επιρροής του και της ομάδας των αποικιακών και ημιαποικιακών εθνών».[9] Ο Ταλχάιμερ φέρνει το παράδειγμα της μεταβαλλόμενης σχέσης μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και των Ηνωμένων Πολιτειών μετά τον πόλεμο, υποστηρίζοντας ότι η υπαγωγή του Ηνωμένου Βασιλείου στο ιμπεριαλιστικό μπλοκ των ΗΠΑ δεν σημαίνει ότι το πρώτο έχασε όλη την αυτονομία του. Αντιθέτως:
«Αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ο στρατιωτικός, οικονομικός και τελικά ο πολιτικός ηγέτης, δεν είναι ο μοναδικός καθοριστικός παράγοντας. Υπάρχει ένα είδος αλληλοδιείσδυσης αμοιβαίων αυτοκρατορικών συμφερόντων και αρμοδιοτήτων. Πρόκειται τόσο για συνεργασία όσο και για ανταγωνισμό, όπου η συνεργασία υπερισχύει. Θα μπορούσε κανείς να χρησιμοποιήσει τον όρο “ανταγωνιστική συνεργασία”, που επινοήθηκε από τη φυσιολογία. Συνεργασία κατά της κατάργησης της αποικιοκρατίας και της εκμετάλλευσης γενικά και κατά της σοσιαλιστικής σφαίρας και ανταγωνισμός για μερίδιο στην εκμετάλλευση των αποικιακών εδαφών. Τόσο αυτή η συνεργασία όσο και αυτός ο ανταγωνισμός παίρνουν τις δικές τους μορφές.»[10]
Η άποψη του Ταλχάιμερ για την ανταγωνιστική συνεργασία δείχνει ότι η ύπαρξη ενός μόνο κυρίαρχου ηγεμόνα δεν αποκλείει τις δυνατότητες ανταγωνισμών στο μπλοκ του, αν και οι δυνάμεις αυτές μπορούν να ενωθούν για να διατηρήσουν την εξάρτηση των οικονομιών της περιφέρειας. Αυτή η σχέση εξάρτησης είναι, όπως την ορίζει ο Ντάσσελ, μια στιγμή του ίδιου του ανταγωνισμού των εθνικών κεφαλαίων σε παγκόσμια κλίμακα.[11] Έτσι, ακριβέστερα, μπορούμε να τροποποιήσουμε τον ορισμό του Ταλχάιμερ και να θεωρήσουμε την ανταγωνιστική συνεργασία ως ένα ιδιαίτερο στάδιο του ιμπεριαλισμού στο οποίο οι όροι του ανταγωνισμού μεταξύ των εθνικών κεφαλαίων διαμορφώνονται μέσω ή διαμεσολαβούνται από την «αλληλοδιείσδυση των αμοιβαίων αυτοκρατορικών συμφερόντων και αρμοδιοτήτων» και όχι από τη συνεργασία και τον ανταγωνισμό ως διακριτές τάσεις.[12] Ο Ταλχάιμερ μας υπενθυμίζει επίσης ότι η «μορφή» της ανταγωνιστικής συνεργασίας «δεν καθορίζεται μια για πάντα». Αυτό το πλαίσιο δεν αποκλείει εντελώς την επανεμφάνιση εντατικοποιημένης ενδοϊμπεριαλιστικής αντιπαλότητας όπως στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά χαρακτηρίζει ένα συγκεκριμένο στάδιο του ιμπεριαλιστικού συστήματος κατά την άνοδο της αμερικανικής ηγεμονίας.
Η άποψη του Ταλχάιμερ για τον ιμπεριαλισμό αντιμετωπίζει την παγκόσμια οικονομία ως ένα είδος αλληλοεξαρτώμενης ολότητας, στηριζόμενη στην αντίληψη του Μπουχάριν για τον ιμπεριαλισμό ως ένα ξεχωριστό στάδιο του καπιταλισμού στο οποίο «οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής κυριαρχούν σε ολόκληρο τον κόσμο και συνδέουν όλα τα μέρη του πλανήτη μας με έναν σταθερό οικονομικό δεσμό. Σήμερα η συγκεκριμένη μορφή εκδήλωσης της κοινωνικής οικονομίας είναι μια παγκόσμια οικονομία. Η παγκόσμια οικονομία είναι μια πραγματική ζωντανή ενότητα».[13] Ο Μπουχάριν βλέπει ότι μέσα σε αυτή την αλληλεξάρτηση μπορεί να προκύψουν ανταγωνιστικά εθνικά οικονομικά μπλοκ με τη μορφή “κρατικών καπιταλιστικών τραστ”. Ο Μπουχάριν γράφει: «Όντας αντίθετα μεταξύ τους, αυτά τα τραστ είναι αντίπαλα όχι μόνο ως μονάδες που παράγουν ένα και το αυτό “παγκόσμιο εμπόρευμα”, αλλά και ως τμήματα μιας διαιρεμένης κοινωνικής παγκόσμιας εργασίας, ως μονάδες που είναι οικονομικά συμπληρωματικές. Ως εκ τούτου, ο αγώνας τους διεξάγεται ταυτόχρονα τόσο κατά μήκος οριζόντιων όσο και κάθετων γραμμών: αυτός ο αγώνας είναι σύνθετος ανταγωνισμός».[14] Η επέκταση του χρηματιστικού κεφαλαίου ενισχύει αυτή την ενότητα, καθώς «οι μονοπωλιακές ενώσεις εργοδοτών, οι μικτές επιχειρήσεις και η διείσδυση του τραπεζικού κεφαλαίου στη βιομηχανία δημιούργησαν ένα νέο μοντέλο παραγωγικών σχέσεων, το οποίο μετέτρεψε το ανοργάνωτο εμπορευματικό καπιταλιστικό σύστημα σε μια χρηματιστική καπιταλιστική οργάνωση.»[15] Αντί να τείνει προς την ισορροπία, αυτή η «ζωντανή ενότητα» του ιμπεριαλισμού που περιγράφει ο Μπουχάριν τείνει προς την ανισομέρεια στη διατήρηση της επέκτασης των κερδών σε παγκόσμια κλίμακα.
Το POLOP επεκτείνει την ανάλυση αυτή για να διαφοροποιήσει τις οικονομίες της περιφέρειας. Τα μέλη του υποστηρίζουν ότι η ανταγωνιστική συνεργασία της παγκόσμιας οικονομίας προκαλεί την ανισόμετρη ανάπτυξη της περιφέρειας. Αυτή η ανομοιομορφία βοηθά στην ανάπτυξη ενός ορισμένου βαθμού πολιτικής και οικονομικής αυτονομίας για ορισμένα έθνη, παρά το γεγονός ότι διατηρείται η εξάρτηση. Το μέλος του POLOP Ρούι Μάουρο Μαρίνι –γνωστότερος για τη θεωρία του περί υποϊμπεριαλισμού– βασίζεται στον Έρνεστ Μαντέλ για να εξηγήσει ότι οι οικονομίες της περιφέρειας δεν εξαρτώνται ομοιογενώς από τον πυρήνα με τον ίδιο τρόπο. Όπως και ο Μαντέλ, ο Μαρίνι διακρίνει ένα ημιπεριφερειακό στρώμα ημιβιομηχανικών χωρών (όπως η Βραζιλία) από άλλες περιφερειακές περιοχές. Ο Μαρίνι παρατηρεί ότι η ταχύτητα της τεχνικής προόδου στις προηγμένες χώρες ανάγκασε τους καπιταλιστές να αντικαταστήσουν το πάγιο κεφάλαιό τους πριν αυτό φθαρεί πλήρως (αυτό που ο Μαρξ αποκαλεί ηθική απαξίωση), και έτσι, «οι χώρες αυτές έβρισκαν όλο και περισσότερο απαραίτητο να εξάγουν εξοπλισμό και μηχανήματα που είχαν καταστεί παρωχημένα στην περιφέρεια πριν αυτά απαξιωθούν πλήρως»[16].
Αυτή η ενίσχυση ορισμένων εξαρτημένων χωρών οδηγεί τον Μαρίνι να πιστεύει ότι η εξάρτηση είναι εύπλαστη και δυναμική και ότι «επηρεάζει τις διάφορες χώρες της Λατινικής Αμερικής με διαφορετικούς τρόπους, ανάλογα με τους συγκεκριμένους κοινωνικούς σχηματισμούς τους».[17] Ο Μαντέλ περιγράφει αυτή την αναντιστοιχία ως «διαζωνικές διαφορές ανάπτυξης, εκβιομηχάνισης και παραγωγικότητας [που] αυξάνονται σταθερά.»[18] Όπως σημειώνει ο Κατς, η προσέγγιση των άνισων ανταλλαγών και της εξάρτησης που υποστηρίζουν οι Μαρίνι και Μαντέλ ανιχνεύει «την ετερογενή δυναμική της συσσώρευσης, η οποία αυξάνει την ανισότητα μεταξύ των συνιστωσών μιας ενιαίας παγκόσμιας αγοράς καθώς αυτή επεκτείνεται.»[19] Με άλλα λόγια, η ανταγωνιστική συνεργασία του ιμπεριαλιστικού συστήματος καθιστά επίσης περίπλοκη μια απλή κατανόηση της πόλωσης μεταξύ πυρήνα και περιφέρειας.
Αυτή η κατανόηση των σχέσεων πυρήνα/περιφέρειας ως ανισόμετρων και δυναμικών συνεπάγεται, όπως σωστά υποστηρίζει ο Ταλχάιμερ, ότι η μορφή της ανταγωνιστικής συνεργασίας δεν είναι σταθερή. Η ανάλυση του Μαρίνι μας επιτρέπει να αναγνωρίσουμε έναν ορισμένο βαθμό πολιτικής και οικονομικής αυτονομίας μεταξύ των μικρότερων δυτικών ιμπεριαλιστικών χωρών που υπάγονται στο μπλοκ των ΗΠΑ και στις ενδιάμεσες οικονομίες που βρίσκονται κάτω από τα ανώτερα σκαλοπάτια των ιμπεριαλιστικών χωρών. Άλλοι θεωρητικοί του POLOP επεξεργάζονται περαιτέρω αυτή την ανάλυση για να αποσαφηνίσουν τον τρόπο με τον οποίο ορισμένες χώρες καλλιεργούν αντιφατικές πολιτικές σχέσεις με άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στο παγκόσμιο σύστημα. Το πρόγραμμα του POLOP του 1967 διατυπώνει ότι ένα αλληλοεξαρτώμενο και συνεργαζόμενο καπιταλιστικό σύστημα μπορεί να δημιουργήσει χώρο για διαφορετικά είδη ανταγωνιστικών σχέσεων μεταξύ των κρατών: «Με τη μεταπολεμική ανάπτυξη, το ιμπεριαλιστικό σύστημα έχει εισέλθει στη φάση της ανταγωνιστικής συνεργασίας. Πρόκειται για μια συνεργασία που αποσκοπεί στη διατήρηση του συστήματος και η οποία έχει τη βάση της στην ίδια τη διαδικασία συγκεντροποίησης του κεφαλαίου και η οποία δεν εξαλείφει τους ανταγωνισμούς που ενυπάρχουν στον ιμπεριαλιστικό κόσμο. Η συνεργασία επικρατεί και θα επικρατήσει έναντι των ανταγωνισμών».[20] Όπως εξηγεί ο Σακς σε ένα άλλο άρθρο:
«[Αυτή η ανταγωνιστική συνεργασία μεταξύ αντίπαλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων] βρίσκει τη λογική της προέκταση στις σχέσεις μεταξύ αυτών και των εθνικών αστικών τάξεων του υπανάπτυκτου καπιταλιστικού κόσμου. Στη Λατινική Αμερική και τη Βραζιλία, αυτό είχε τις ακόλουθες γενικές συνέπειες: α) ένα περιορισμένο πεδίο ελιγμών για τις ντόπιες αστικές τάξεις, οι οποίες κατά καιρούς μπόρεσαν να εκμεταλλευτούν τις αντιθέσεις μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (ΗΠΑ, Αγγλία, Γερμανία κ.λπ.) για να βελτιώσουν τις δικές τους θέσεις· β) μια αποδοχή και αυξανόμενη εξάρτηση από την κυριαρχία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού σε μια οικονομική ένωση, στην οποία το ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο συμμετέχει στην εκβιομηχάνιση, καταλαμβάνει στην πράξη θέσεις διοίκησης και επηρεάζει αποφασιστικά το ρυθμό της οικονομικής δραστηριότητας»[21].
Με άλλα λόγια, αυτές οι ενδιάμεσες οικονομίες μπορούν να διαδραματίσουν έναν αναντικατάστατο ρόλο στη διευκόλυνση των λειτουργιών του ιμπεριαλιστικού συστήματος, χωρίς απαραίτητα να προκαλούν ή να εντάσσονται στις τάξεις των μεγάλων ιμπεριαλιστών. Η υποϊμπεριαλιστική αυτονομία αυτών των καθεστώτων, καθοδηγούμενη από την «ντόπια αστική τάξη» τους που επιδιώκει να μεγιστοποιήσει τα κέρδη της στην παγκόσμια αγορά, μπορεί ακόμη και να ενισχύσει την ισχύ των υπαρχόντων ιμπεριαλιστών. Από τη σκοπιά των κυρίαρχων ιμπεριαλιστών, η αναπτυσσόμενη πολιτική δύναμη ορισμένων ενδιάμεσων οικονομιών μπορεί επίσης να προσφέρει ευκαιρίες για να διασφαλιστεί η επέκταση του κεφαλαίου ενάντια στις αναταραχές της εργατικής τάξης.
Μπορούμε να επεκτείνουμε τη διατύπωση του Λέον Τρότσκι για την ανισόμετρη και συνδυασμένη ανάπτυξη, την οποία περιγράφει ως «ένα αμάλγαμα αρχαϊκών με πιο σύγχρονες μορφές (παραγωγής)», για να κατανοήσουμε την ετερογένεια των ενδιάμεσων οικονομιών. Ενώ ενδιάμεσα κράτη όπως η Τουρκία, το Ιράν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (παρά τους διαρκείς δεσμούς τους με τις Ηνωμένες Πολιτείες) αναπτύσσουν σχετικά αυτόνομες σφαίρες πολιτικής και οικονομικής ηγεμονίας στη Μέση Ανατολή και στο Κέρας της Αφρικής, δεν είναι, αυστηρά μιλώντας, ιμπεριαλιστικοί σχηματισμοί. Ωστόσο, τέτοια επίπεδα ανεξάρτητης περιφερειακής επιρροής σημαίνουν ότι ο υποϊμπεριαλισμός δεν είναι πάντα μια χρήσιμη αναλυτική προσέγγιση. Αυτές οι ενδιάμεσες οικονομίες δείχνουν ότι οι χώρες μπορούν να προβάλλουν ηγεμονικές μορφές περιφερειακής ισχύος αρκετά ισχυρές ώστε να ελέγχουν τον ιμπεριαλισμό χωρίς να γίνονται πλήρεις ιμπεριαλιστικές ή αντιιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Αυτό το σχήμα μας επιτρέπει να κατανοήσουμε πώς η άνοδος των διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και των πολυεθνικών επιχειρήσεων παρέχει μια άνευ προηγουμένου συνεργασία στην παγκόσμια καπιταλιστική τάξη, η οποία μπορεί να παραμείνει ανθεκτική σε γεωπολιτικές κρίσεις. Όπως γράφει ο Σακς:
«Η ανταγωνιστική συνεργασία δεν απαλλάσσει τον καπιταλιστικό κόσμο από τους εσωτερικούς κλυδωνισμούς σε όλα τα επίπεδα, τα σκαμπανεβάσματα και τις υφέσεις. Υπάρχουν στιγμές που ο ανταγωνισμός φαίνεται να κυριαρχεί, όταν οι εθνικές αστικές τάξεις απειλούν με μια “ανεξάρτητη” εξωτερική πολιτική, εξεγείρονται ενάντια στα σχέδια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και εθνικοποιούν ιδιαίτερα αντιδημοφιλείς ξένες επιχειρήσεις. Το ίδιο φαινόμενο εμφανίζεται και μεταξύ των ίδιων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων σε στιγμές περιοδικής χαλάρωσης της διεθνούς έντασης. Εξαφανίζεται όταν υπάρχει νέα έξαρση της διεθνούς έντασης και, όπως στη Γαλλία το 1968, όταν το καπιταλιστικό καθεστώς τίθεται υπό απειλή. Μακροπρόθεσμα επικρατεί η συνεργασία για τη διατήρηση του συστήματος»[22].
Αυτό το μοντέλο συνεργασίας μπορεί επομένως να εξηγήσει σημαντικές περιπτώσεις διαταραχών. Το παράδειγμα του Σακς για την εθνική αστική τάξη που εξεγείρεται περιστασιακά κατά του ΔΝΤ αποδεικνύεται ιδιαίτερα προφητικό για την κατανόηση των δράσεων των BRICS σήμερα. Αυτές οι αντιδράσεις μαρτυρούν την πραγματική ύπαρξη κρίσεων και αστάθειας στην εποχή της ιμπεριαλιστικής ανταγωνιστικής συνεργασίας, η οποία η ίδια εντάσσεται σε μια ευρύτερη γεωπολιτική συναίνεση που δεσμεύεται να διατηρήσει την επέκταση της συσσώρευσης του κεφαλαίου.
Η δύναμη και η σημασία του πλαισίου ανταγωνιστικής συνεργασίας του POLOP έγκειται στο ότι αναγνωρίζει ότι ο καπιταλισμός μπορεί να επαναδιαπραγματευτεί δημιουργικά νέους όρους επιβίωσης. Από την άλλη πλευρά, η θέση περί υπερ-ιμπεριαλισμού του Tricontinental βλέπει λανθασμένα την πολυπολική τάξη υπό την ηγεσία της Κίνας ως μια ευκαιρία για ρήξη με την αναπαραγωγή της καπιταλιστικής οικονομίας. Ορισμένοι οπαδοί της θεωρίας της αναβίωσης του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού υποστηρίζουν ότι η σημερινή κρίση κερδοφορίας μπορεί να προκαλέσει περισσότερη στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ των ιμπεριαλιστών για τη σταθεροποίηση του συστήματος.[23] Αν και αυτό δεν είναι λανθασμένο, δεν πρέπει να παραβλέπουμε πώς οι συγκρούσεις αυτές θα διαμορφωθούν μέσα από ένα βαθύτερο πλέγμα ενδοκαπιταλιστικής αλληλεξάρτησης από ό,τι προέκυψε στις συστημικές κρίσεις των δεκαετιών του 1890 και του 1930 (που επιλύθηκαν με παγκόσμιες πολεμικές συγκρούσεις πλήρους κλίμακας). Ωστόσο, δεν πρέπει επίσης να συγχέουμε αυτή την αλληλεξάρτηση με μια αδρανή τάση του συστήματος προς την ισορροπία. Στην πραγματικότητα, η διατήρηση αυτής της συνεργασίας απαιτεί συνεχή συντήρηση, ιδίως καθώς το καπιταλιστικό σύστημα αναγκάζεται να αντιμετωπίσει την επαναλαμβανόμενη εμφάνιση κρίσεων που απορρέουν από τις εσωτερικές του αντιφάσεις. Οι κρίσεις κερδοφορίας στη δεκαετία του 1970 και του 2000, για παράδειγμα, απαίτησαν θεμελιώδεις μετασχηματισμούς στον τρόπο οργάνωσης του καπιταλισμού προκειμένου να αποκατασταθεί η ανάπτυξη (και η καταστολή της εξέγερσης της εργατικής τάξης).
Έτσι, οι όροι συνεργασίας πρέπει να επαναπροσδιοριστούν συνειδητά για να διατηρηθούν. Πράγματι, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης απείλησε τη σταθερότητα της ενδοϊμπεριαλιστικής συνεργασίας. Ένα άλλο μέλος του POLOP, ο Βίκτορ Μέγερ, προβλέπει ότι «ο ανταγωνισμός μεταξύ των καρτέλ αυξάνεται προοδευτικά, τα περιφερειακά αμυντικά μπλοκ πολλαπλασιάζονται και συγκρούονται μεταξύ τους» και «οι συγκρούσεις που γεννιούνται μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα τείνουν να γίνονται πιο έντονες».[24] Ο Μέγερ όμως υποτιμά τη δύναμη της ενσωμάτωσης των εθνικών κρατών στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Η διαδικασία αυτή συνεχίζει να προωθεί την επέκταση της συσσώρευσης σε νέες αγορές, ακόμη και όταν οι ανταγωνισμοί βαθαίνουν. Χωρίς να υποβαθμίζει την πανταχού παρούσα απειλή των ανταγωνιστικών κρίσεων και των ανταγωνισμών μεταξύ των κρατών, η ανάλυση αυτή υπογραμμίζει την ικανότητα του ιμπεριαλιστικού παγκόσμιου συστήματος να διατηρεί δυναμικές συνεργασίας για τη μεγιστοποίηση των τρόπων παγκόσμιας συσσώρευσης. Ωστόσο, δεν πρέπει να μπερδεύουμε αυτή την προσπάθεια με την εγγύηση ότι μπορούν να αποκαταστήσουν με επιτυχία ένα νέο μακρύ κύμα ειρηνικής αύξησης των κερδών. Όπως επισημαίνει ο Μαντέλ, υποκειμενικοί παράγοντες, όπως η «έντονη ταξική πάλη» και άλλες κοινωνικές δυνάμεις, συμβάλλουν επίσης στο να καθοριστεί κατά πόσον «το κεφάλαιο θα μπορέσει να εφαρμόσει την αναδιάρθρωση που είναι απαραίτητη για την αποφασιστική αποκατάσταση του ποσοστού κέρδους».[25] Παρ’ όλα αυτά, αυτό το πλαίσιο συμβάλλει στην εξήγηση της ανθεκτικότητας του καπιταλιστικού συστήματος – παρά την όξυνση των εσωτερικών ανταγωνισμών. Ενώ η μονοπολικότητα των ΗΠΑ συνέχει το καπιταλιστικό παγκόσμιο σύστημα εδώ και δεκαετίες, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να πλαισιωθούν από ένα πλήθος νέων παραγόντων σε αυτόν τον ρόλο.
Η αλληλεξάρτηση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ρωσίας και της Κίνας δείχνει ότι ακόμη και οι πιο απειλητικοί ανταγωνισμοί δεν μπορούν να αποκόψουν πλήρως την προσήλωση της άρχουσας τάξης στην παγκόσμια συσσώρευση. Ο ρόλος του χρηματιστικού κεφαλαίου στη διάρθρωση της παγκόσμιας οικονομίας, τον οποίο παρακολουθεί ο Μπουχάριν, έχει πάρει σήμερα τερατώδεις διαστάσεις – ένας βασικός μοχλός που έχει επιτρέψει στον καπιταλισμό να μετατοπίζει συνεχώς τις αντιθέσεις του σε νέες γεωγραφίες, όπως έχουν υποστηρίξει θεωρητικά η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ. Οι Στίβεν Μάχερ και Σκοτ Ακουάννο εντοπίζουν τον «σχηματισμό ενός νέου χρηματιστικού κεφαλαίου» μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, καθώς η άνοδος των διαχειριστών περιουσιακών στοιχείων έχει συγκεντρώσει το κεφάλαιο σε ακραίο βαθμό μέσω της ιδιοκτησίας τους σε πολύ διαφορετικά χαρτοφυλάκια βιομηχανικών και άλλων εταιρικών επιχειρήσεων[26]. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να διατηρούν τον κυρίαρχο ρόλο τους στη διευκόλυνση αυτού του συστήματος. Για παράδειγμα, οι Πάολο Μπάλμας και Ντέιβιντ Χάουαθ δείχνουν ότι η αυξανόμενη διεθνοποίηση του ρενμίνμπι μέσω επενδυτικών καναλιών δεν εκτοπίζει την ηγεμονία του δολαρίου.[27] Αυτή η συγκέντρωση του κεφαλαίου που επιμένει μέσα από τους εθνικούς ανταγωνισμούς αποτελεί παράδειγμα της αντιμετώπισης του καπιταλιστικού κράτους από τον Νίκο Πουλαντζά ως «ένα στρατηγικό πεδίο και μια στρατηγική διαδικασία όπου διασταυρώνονται κόμβοι από δίκτυα εξουσίας που ταυτόχρονα συνδέονται και παρουσιάζουν αντιφάσεις και διαφορές μεταξύ τους.»[28] Οι Μάχερ και Ακουάννο, αναλύοντας την ανθεκτικότητα της αμερικανικής Fed παρά τις προσπάθειες του Ντόναλντ Τραμπ να την περιορίσει, επισημαίνουν ότι «τα θεσμικά εμπόδια που περιόριζαν την «πολιτική» παρέμβαση ενισχύονταν από τους οργανικούς δεσμούς μεταξύ του χρηματοπιστωτικού κλάδου και του χρηματιστικού συστήματος.»[29] Οι εσωτερικές διεργασίες στο εσωτερικό των κρατών συνδέονται με τις παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις για να εξουδετερώσουν τις προσπάθειες πλήρους ενοποίησης των διαφορετικών συμφερόντων των κυρίαρχων τάξεων στο επίπεδο του κράτους. Η ανταγωνιστική συνεργασία του παγκόσμιου συστήματος επιτείνει αυτές τις αντιθέσεις μεταξύ του κράτους και των καπιταλιστικών τάξεων, γενικεύοντάς τες σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι εθνικές αναπτυξιακές και βιομηχανικές πολιτικές εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την παγκόσμια χρηματοδότηση, καθώς τα κράτη αναλαμβάνουν περισσότερους χρηματοοικονομικούς κινδύνους για να επεκτείνουν τη συσσώρευση κεφαλαίου. Αυτή η σύγκλιση του χρηματοπιστωτικού τομέα και της βιομηχανίας έχει αναπροσαρμόσει τους όρους της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης στην περιφέρεια. Η ανάπτυξη δεν λειτουργεί πλέον ως το αντίπαλο δέος του νεοφιλελευθερισμού, αλλά, όπως γράφει η Βερόνικα Γκάγκο:
«Η αναπτυξιακή στιγμή, αν δεν την αντιπαραθέσουμε πλέον στη χρηματοπιστωτική ηγεμονία και τον αποικισμό του κράτους από αυτήν την τελευταία δεκαετία του εικοστού αιώνα, θα μπορούσε τότε να θεωρηθεί ως μια στιγμή εσωτερίκευσης της νεοφιλελεύθερης εξουσίας, η οποία ενισχύεται από πόρους προερχόμενους από την είσπραξη εισοδήματος, διαπλέκοντας στοιχεία που φαίνονταν αντιφατικά (και που συνεχίζουν να είναι σύμφωνα με ορισμένες ρητορικές): πρόσοδος και ανάπτυξη, επανεθνικοποίηση των επιχειρήσεων και αυξημένη χρηματοπιστωτικοποίηση, κοινωνική ένταξη και υποχρεωτική χρήση τραπεζικών υπηρεσιών.»[30]
Μια σημαντική συνέπεια αυτής της παγκόσμιας αναδιοργάνωσης του κεφαλαίου είναι ένα πρωτοφανές επίπεδο οικονομικής αλληλεξάρτησης μεταξύ των χρηματοπιστωτικών και βιομηχανικών θεσμών των νέων αντίπαλων γεωπολιτικών μπλοκ. Για παράδειγμα, η Vanguard είναι τώρα ένας από τους μεγαλύτερους μετόχους τόσο της Exxon όσο και της κινεζικής κρατικής Sinopec. Παρά την ανάδυση γεωπολιτικών εντάσεων μεταξύ της Δύσης και του μπλοκ BRICS μαζί με άλλους «αναδιοργανωμένους κρατικούς καπιταλισμούς», όπως το θέτει ο Κρίστοφερ ΜακΝάλι, οι τελευταίοι «είναι βαθιά μπλεγμένοι στην παγκόσμια πολιτική οικονομία και οι διαχειριστές τους κατέχουν τεράστιες ποσότητες παγκόσμιων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, με σημαντικότερο το αμερικανικό κρατικό χρέος. Και τα δύο μοντέλα καπιταλισμού είναι έτσι ταυτόχρονα συν-εξαρτώμενα και σε ανταγωνισμό»[31]. Ο Ίλιας Αλάμι και ο Άνταμ Ντίξον προχωρούν ακόμη περισσότερο λέγοντας ότι η παγκόσμια οικονομία σήμερα δεν χαρακτηρίζεται «από μια σύγκρουση καθαρά διακριτών, αντίπαλων μοντέλων καπιταλισμού, αλλά από πολυσχιδή, υβριδικά, ανασυνδυασμένα τοπία κρατικής παρέμβασης, τα οποία διαμορφώνουν και διαμορφώνονται από την παγκόσμια καπιταλιστική ανάπτυξη».[32] Δεν είναι όλες οι οικονομίες εκτός του δυτικού μπλοκ που έχουν αναπτύξει κάποιο βαθμό πολιτικής και οικονομικής αυτονομίας ισοδύναμες: η Βραζιλία και η Κίνα, για παράδειγμα, δεν έχουν την ίδια γεωπολιτική λειτουργία. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η «ασύμμετρη πολυπολική παγκόσμια τάξη» εξακολουθεί να έχει στο τιμόνι της τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως περιγράφει ο Άσλεϊ Σμιθ, αλλά με νέες δυνάμεις που τις αμφισβητούν, όπως η Κίνα, η Ρωσία και άλλες περιφερειακές που οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν να ελέγξουν πλήρως, όπου «οι αντίρροπες τάσεις αμβλύνουν την αντιπαλότητα από το να εξελιχθεί σε ανοιχτό πόλεμο»[33]. Με αυτή την έννοια, το πλαίσιο της ανταγωνιστικής συνεργασίας μας επιτρέπει να κατανοήσουμε πώς η ιμπεριαλιστική κυριαρχία των ΗΠΑ μπορεί να συνυπάρχει με αναδυόμενους ιμπεριαλιστές, μικρότερους ιμπεριαλιστές, υποϊμπεριαλιστές και άλλους περιφερειακούς ηγεμόνες. Για παράδειγμα, οι δυτικές κυρώσεις στη Ρωσία για την εισβολή στην Ουκρανία δεν οδήγησαν σε άμεση διακοπή της οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η Chevron, η Mobil και άλλες δυτικές επιχειρήσεις συνεχίζουν να χρηματοδοτούν το ρωσικό φυσικό αέριο μέσω της κοινοπραξίας αγωγών της Κασπίας (η οποία έχει δει αύξηση των εσόδων της κατά 200 εκατομμύρια δολάρια μεταξύ 2023 και 2024).[34] Η ώθηση μιας ομάδας καπιταλιστών για αποσύνδεση αντιμετωπίζει αντίσταση από ομολόγους τους στις ίδιες της τις τάξεις.[35] Και έτσι, οι νέες μορφές κρατικής εξουσίας και τα γεωπολιτικά μπλοκ δεν σημαίνουν ότι όλοι οι μεγάλοι καπιταλιστές μοιράζονται τα ίδια συμφέροντα με τα δικά τους εθνικά κράτη. Ειδικότερα, οι γερμανικές και αμερικανικές εταιρείες έχουν ζητήσει με θέρμη τη σταθεροποίηση των σχέσεων μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας. Ο ανταγωνισμός μεταξύ της κινεζικής εταιρείας κατασκευής αεροσκαφών Commercial Aircraft Corporation of China (COMAC) και της Boeing δεν εμπόδισε μια νέα κοινή συμφωνία για την εμβάθυνση της συνεργασίας σε ένα κοινό ερευνητικό κέντρο στα τέλη του 2022.[36] Οι περισσότερες αλυσίδες εφοδιασμού της COMAC εξακολουθούν να περιλαμβάνουν δυτικές εταιρείες. Παρά τις νέες κινεζικές κυρώσεις κατά της Raytheon στις αρχές του περασμένου έτους, η εταιρεία εξακολουθεί να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην προμήθεια υλικών για τα αεροσκάφη εγχώριας παραγωγής της Κίνας μέσω των θυγατρικών της.[37] Ο διευθύνων σύμβουλος της Raytheon Γκρεγκ Χέιζ παραδέχεται ότι εξακολουθεί να έχει «αρκετές χιλιάδες προμηθευτές στην Κίνα και η αποσύνδεση ... είναι αδύνατη». Η άνοδος των συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα είναι μια άλλη έκφραση αυτής της επιθυμίας κατά της αποσύνδεσης, που αποδεικνύεται από την ανάπτυξη εταιρειών όπως η Yanfeng Automotive Interiors, ο μεγαλύτερος προμηθευτής εσωτερικών χώρων αυτοκινήτων στον κόσμο, που ανήκει από κοινού σε μια κινεζική κρατική επιχείρηση και μια παγκόσμια πολυεθνική εταιρεία, ή άλλες κοινοπραξίες σε όλο τον κόσμο μεταξύ της Chevron και της Sinopec. Ερευνητές της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών ανέφεραν πέρυσι ότι ενώ οι αλυσίδες εφοδιασμού γίνονται όλο και πιο μεγάλες και πιο έμμεσες, δεν έχουν γίνει πιο πυκνές – γεγονός που υποδηλώνει ότι η Κίνα παραμένει βασικός παίκτης στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού.[38]
Η αυξανόμενη πολυπλοκότητα των αλυσίδων εφοδιασμού αντανακλά επίσης τη δύναμη των μεσαίων και άλλων περιφερειακών κρατών να μεσολαβούν στους όρους του ιμπεριαλιστικού συστήματος. Από το ρόλο των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στη διαμόρφωση των συγκρούσεων στο Σουδάν και την Υεμένη μέχρι την περιφερειακή ηγεμονία του Ιράν στη Μέση Ανατολή, όλο και περισσότερες χώρες που βρίσκονται μακριά από τα ανώτερα σκαλοπάτια του ιμπεριαλιστικού συστήματος αναπτύσσουν τις δικές τους εξορυκτικές, ιμπεριαλιστικού τύπου, σφαίρες επιρροής. Και ενώ η ηγεμονία των ΗΠΑ και οι δομές εξάρτησης διατηρούνται, οι αυτοκρατορίες υπό διαμόρφωση και οι ενδιάμεσες οικονομίες παίζουν όλο και πιο σημαντικό ρόλο στη διαμεσολάβηση του ιμπεριαλιστικού συστήματος. Ο Κατς αντιλαμβάνεται ότι «οι ενδιάμεσοι σχηματισμοί καταλαμβάνουν μια σημαντική θέση που σπάει τον αυστηρό παραλληλισμό μεταξύ υποαυτοκρατορικών δυνάμεων και οικονομικών ημιπεριφερειών, καθώς το γεωπολιτικό βάρος ορισμένων χωρών διαφέρει από την ενσωμάτωση στην παγκοσμιοποιημένη παραγωγή που επιτυγχάνουν άλλες»[39]. Η Σαουδική Αραβία, το Καζακστάν, η Κένυα, το Ισραήλ, η Τανζανία και το Μεξικό, μεταξύ άλλων χωρών, παίζουν και με τις δύο πλευρές, τις ΗΠΑ και την Κίνα, για να χρηματοδοτήσουν νέα αναπτυξιακά έργα, τα οποία, όπως το θέτουν οι Σεθ Σίντλερ και Τζέσικα ΝτιΚάρλο, «είναι κάτι περισσότερο από εκδηλώσεις γεωπολιτικού ανταγωνισμού – είναι επίσης συστατικά περιφερειακών, εθνικών και τοπικών οραμάτων και φιλοδοξιών».[40] Οι δασμοί των ΗΠΑ επηρεάζουν αρνητικά τις κινεζικές εισαγωγές, αλλά οι τελευταίες συνεχίζουν να γνωρίζουν άνθηση για είδη από ηλεκτρικά οχήματα μέχρι μπαταρίες. Η μείωση των κινεζικών εισαγωγών στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2023 συνδέεται με την αύξηση των μεξικανικών εισαγωγών: Οι κινεζικές επιχειρήσεις ανακατευθύνουν τα εμπορεύματα προς τις Ηνωμένες Πολιτείες μέσω Μεξικού για να αποφύγουν τους δασμούς – ένα φαινόμενο που ορισμένοι έχουν ονομάσει «nearshoring». Η Τανζανία και η Κένυα έχουν προσελκύσει δάνεια του ΔΝΤ και της Κίνας για την περαιτέρω ιδιωτικοποίηση των εγχώριων πόρων στο όνομα της ανάπτυξης.[41] Νωρίτερα τον Ιούνιο, ο πρόεδρος της Κένυας Γουίλιαμ Ρούτο εξασφάλισε δισεκατομμύρια δολάρια από τις Ηνωμένες Πολιτείες για την κατασκευή ενός νέου σιδηροδρόμου, λίγες μόλις ημέρες μετά την επιβεβαίωση της υποστήριξης της Κίνας για την επέκταση του υπάρχοντος σιδηροδρόμου.[42] Ο ίδιος δηλώνει ότι η Κένυα «δεν κοιτάζει ούτε προς τη Δύση ούτε προς την Ανατολή· κοιτάζουμε προς τα εμπρός, όπου υπάρχουν ευκαιρίες». Αυτές οι περιπτώσεις αποτελούν παράδειγμα αυτού που ο Πάτρικ Μποντ προσδιορίζει ως μια συχνά υποτιμημένη πτυχή της άνισης οικολογικής ανταλλαγής, η οποία αναγνωρίζει ότι η ιμπεριαλιστική εξάρτηση δεν αμφισβητείται, αλλά μάλλον «διευκολύνεται από τον εξορυκτισμό των BRICS», όταν συνυπολογίζονται «οι εξαντλημένοι μη ανανεώσιμοι πόροι, η τοπική ρύπανση, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και η απλήρωτη κοινωνική αναπαραγωγή της εργασίας» στον παγκόσμιο Νότο.[43] Με αυτή την έννοια, οι αυτοκρατορίες υπό διαμόρφωση, οι υπο-ιμπεριαλιστικές και άλλες ενδιάμεσες χώρες παρέχουν μια διέξοδο για να κατευναστούν οι αντιφάσεις του ιμπεριαλισμού – τουλάχιστον για το προβλέψιμο μέλλον.
Ωστόσο, δεν πρέπει να υποβαθμίσουμε το ανταγωνιστικό μέρος αυτής της συνεργασίας. Καταστροφικοί πόλεμοι εθνικής καταπίεσης εξακολουθούν να ξεσπούν, όπως έχουν δει τα τελευταία χρόνια οι Παλαιστίνιοι, οι Τιγκραίοι και οι Ουκρανοί. Η θεωρία του Καρλ Κάουτσκι για τον υπεριμπεριαλισμό, η οποία θεωρεί ότι το καπιταλιστικό σύστημα εξελίσσεται σε μια ειρηνική περίοδο «μιας ομοσπονδίας των ισχυρότερων, οι οποίοι παραιτούνται από την κούρσα των εξοπλισμών τους», παραμένει ψευδής.[44] Τα λόγια του Λένιν και του Μπουχάριν εξακολουθούν να ισχύουν: οι σοσιαλιστές πρέπει να οργανωνόμαστε σταθερά ενάντια στις ιμπεριαλιστικές τάσεις των χωρών μας, ανεξάρτητα από το πόσο συνδέονται ή αποσυνδέονται οικονομικά. Αλλά προς το παρόν, οι αντικειμενικές συνθήκες μας απαγορεύουν να χαράξουμε μια αυστηρή οριστική γραμμή μεταξύ των αντίπαλων αυτοκρατορικών μπλοκ, καθώς διαφορετικά κρατικά κεφάλαια συνεχίζουν να επικαλύπτονται. Η αυξημένη ενσωμάτωση των κρατικών επιχειρήσεων στην παγκόσμια χρηματοδότηση ενισχύει ένα πρωτοφανές επίπεδο διακαπιταλιστικής συνεργασίας και οικονομικής αλληλεξάρτησης – αλλά ένα επίπεδο που είναι πιο ασταθές από ποτέ. Αυτή η πραγματικότητα αντανακλά μια δυναμική που ούτε ο ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός ούτε ο υπεριμπεριαλισμός του Κάουτσκι μπορούν να εξηγήσουν πλήρως. Πράγματι, η παγκόσμια οικονομική ολοκλήρωση συνέχιζε να υφίσταται σε σημαντικές μορφές κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά ως επί το πλείστον μόνο εντός των γεωπολιτικών στρατοπέδων, κάτι που ο ιστορικός Jamie Martin αποκαλεί «τεταμένη αλληλεξάρτηση».[45] Ωστόσο, η άνοδος του νεοφιλελευθερισμού ανέπτυξε ένα επίπεδο αλληλεξάρτησης που αντέχει ακόμη και σε αντίπαλα κρατικά μπλοκ, υποβαθμίζοντας έτσι τη δυνατότητα ανοιχτού ενδοϊμπεριαλιστικού πολέμου που διαπιστώθηκε στους δύο πρώτους Παγκόσμιους Πολέμους.
Έτσι, πρέπει να εξετάσουμε πώς οι νέοι επόπτες του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος υπαγορεύουν νέους όρους για το πώς διαμορφώνονται αυτοί οι ανταγωνισμοί, εν μέσω παγιωμένης αλληλεξάρτησης μεταξύ κρατών και επιχειρήσεων. Η εθνοκάθαρση των Αρμενίων στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ από το Αζερμπαϊτζάν δείχνει τις διασυνδέσεις μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας, παρά την αποικιοκρατική εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία. Ενώ η Δύση έχει επιδιώξει να οικοδομήσει δεσμούς με το Αζερμπαϊτζάν για να αξιοποιήσει τους πετρελαϊκούς του πόρους ως εναλλακτική πηγή ενέργειας έναντι της Ρωσίας, το Αζερμπαϊτζάν έχει επίσης εμβαθύνει τους δεσμούς με τη Ρωσία για να εισάγει το φυσικό αέριο της για να ανταποκριθεί σε αυτή τη ζήτηση. Οι τουρκικές εισαγωγές ρωσικού αργού πετρελαίου έφθασαν επίσης σε ιστορικό υψηλό επίπεδο στα τέλη του περασμένου έτους, με έναν κόμβο φυσικού αερίου Ρωσίας-Τουρκίας να βρίσκεται υπό κατασκευή.[46] Είναι αμφίβολο αν η μείωση του εμπορίου Ρωσίας-Τουρκίας φέτος, χάρη στην πίεση από τις κυρώσεις των ΗΠΑ, θα συνεχιστεί, ιδίως με τη συμφωνία που υπεγράφη πέρυσι μεταξύ της ρωσικής Lukoil και της Socar του Αζερμπαϊτζάν για να μπορέσει το τουρκικό διυλιστήριο STAR να επεκτείνει την παραγωγή. Η εξισορροπητική πρακτική της Τουρκίας στηρίζεται στις ελπίδες της χώρας να επωφεληθεί από το να παίξει με διαφορετικές πλευρές, ξεπλένοντας το ρωσικό φυσικό αέριο προς τη Δύση ως «τουρκικό φυσικό αέριο» (παρακάμπτοντας έτσι τις αμερικανικές κυρώσεις). Η σύμμαχος των ΗΠΑ Ινδία εισάγει σήμερα το 40% του αργού πετρελαίου της από τη Ρωσία – μια αύξηση 1000% από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας το 2021.[47] Τέτοιες διασυνδέσεις είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτες στην περίπτωση του Ισραήλ. Ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν αναμφίβολα ο αποφασιστικός χορηγός της γενοκτονίας του Ισραήλ στην Παλαιστίνη, όπως παρατηρεί ο Μάικελ Κάραντζις, «οι κύριοι ένοχοι» που διατηρούν τον εφοδιασμό του Ισραήλ σε πετρέλαιο και άνθρακα για να συντηρούν τις πολεμικές του προσπάθειες είναι οι χώρες που «έχουν ασκήσει δημόσια κριτική στις ενέργειες του Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένων των μελών των BRICS, της Ρωσίας, της Βραζιλίας, της Αιγύπτου και της Κίνας»[48].
Η συνεχιζόμενη γενοκτονική επίθεση του Ισραήλ κατά της Παλαιστίνης είναι μια έντονη υπενθύμιση ότι η σημερινή επανάληψη της ανταγωνιστικής συνεργασίας δεν διαγράφει την ύπαρξη της σχέσης πυρήνα-περιφέρειας που δομεί τον ιμπεριαλισμό, αλλά τη διατηρεί με νέους δρώντες και δυναμικές. Οι τροποποιήσεις των Μαρίνι και Μαντέλ στα μοντέλα εξάρτησης παρέχουν ένα κρίσιμο σημείο εκκίνησης για την κατανόηση αυτού του γεγονότος. Το πλαίσιό τους καταγράφει πώς η ημιπεριφέρεια συνδυάζει άνισα τις πτυχές του πυρήνα και της περιφέρειας. Από την άλλη πλευρά, ένα ορθόδοξο μοντέλο πυρήνα-περιφέρειας δεν λαμβάνει υπόψη του αυτή την ανομοιομορφία εκτός των οικονομιών του πυρήνα. Μια επαρκής κατανόηση της σημερινής οικονομίας στηρίζεται ακριβώς σε αυτή τη διαφοροποίηση μεταξύ των οικονομιών της περιφέρειας και της ημιπεριφέρειας, καθώς αυτές μπορούν πλέον να καλλιεργούν όλο και πιο αυτόνομες σφαίρες επιρροής χωρίς να αμφισβητούν την κυριαρχία των ΗΠΑ στο παγκόσμιο σύστημα. Ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν ο σταθερότερος σύμμαχος και στρατιωτικός προμηθευτής του Ισραήλ, το εμπόριο του Ισραήλ με την Κίνα έχει εκτοξευθεί στα ύψη τα τελευταία χρόνια. Μετά τη γενοκτονική ισοπέδωση της Γάζας από το Ισραήλ, η Κίνα άσκησε ορθώς πιέσεις στο Ισραήλ για κατάπαυση του πυρός, αλλά, παρ’ όλα αυτά, εξακολουθεί να υποστηρίζει τη λύση των δύο κρατών. Καθώς το Ισραήλ έχει επιδιώξει να διαφοροποιήσει τους πολιτικούς και οικονομικούς συμμάχους του, η Κίνα εξισορροπεί τις βαθιές δεσμεύσεις της τόσο προς την ισραηλινή όσο και προς διάφορες αραβικές αστικές τάξεις, υποστηρίζοντας μια εξαιρετικά συμβιβαστική αντίληψη για την παλαιστινιακή κυριαρχία. Σε απάντηση των απειλών των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα ως ένδειξη αλληλεγγύης στον απελευθερωτικό αγώνα των Παλαιστινίων, η Κίνα απάντησε πιέζοντας το Ιράν να συγκρατήσει τους Χούθι.[49] Το θέμα δεν είναι ότι η Κίνα παίζει εξίσου καταστροφικό ρόλο με τις Ηνωμένες Πολιτείες στη γενοκτονία στη Γάζα, αλλά ότι, σε κρίσιμες στιγμές, συμβάλλει στη διατήρηση της παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής τάξης, αντί να την ανατρέψει ως γνήσιο αντίβαρο στην αυτοκρατορία. Η ανταγωνιστική συνεργασία του παγκόσμιου συστήματος φιλοξενεί την αντιπαλότητα χωρίς να διαταράσσει πλήρως τη συλλογική προσπάθεια της άρχουσας τάξης για παγκόσμια συσσώρευση κεφαλαίου. Οι σύγχρονοι ανταγωνισμοί στο παγκόσμιο σύστημα έχουν απλώς αναδιαμορφώσει τους όρους με τους οποίους συνεχίζεται η παγκόσμια συσσώρευση, χωρίς να θέτουν εναλλακτικές λύσεις για μια πιο δημοκρατική και απελευθερωτική κοινωνική τάξη.
Αντίσταση στην ανταγωνιστική συνεργασία
Η ανταγωνιστική συνεργασία απαιτεί συνεχή συντήρηση και επανεφεύρεση μέσω νέων τεχνικών, καθώς οι καπιταλιστές εξακολουθούν να αγωνίζονται να ανακτήσουν την κερδοφορία και την παραγωγικότητα απέναντι στην υπερσυσσώρευση.[50] Ωστόσο, ο σταθερός παρονομαστής κάθε φάσης του ιμπεριαλισμού παραμένει ο ίδιος: η ενεργός καταστολή της προλεταριακής δύναμης. Οι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί μπορούν -αλλά όχι απαραίτητα- να δημιουργήσουν καλύτερες συνθήκες για τον αγώνα. Το POLOP μας βοηθά να κατανοήσουμε πώς οι αστικές τάξεις των υποϊμπεριαλιστικών χωρών μπορούν να εμβαθύνουν την εκμετάλλευση στις χώρες τους, ενώ κάνουν παραχωρήσεις προς αντιιμπεριαλιστικές και προοδευτικές δυνάμεις και κινήματα από τα κάτω. Οι χώρες που παίζουν υποαυτοκρατορικό ή λιγότερο αυτοκρατορικό ρόλο από την άποψη της μεταφοράς αξίας στο παγκόσμιο σύστημα μπορεί επίσης να εκφράζουν αυτοκρατορικούς τρόπους κυριαρχίας με άλλα μέσα, όπως ο ιμπεριαλισμός των πόρων στις δικές τους εσωτερικές αποικίες.[51] Έτσι, η αποτελεσματική οικοδόμηση ενός παγκόσμιου κινήματος για την αμφισβήτηση του κεφαλαίου που συνδέει τις προλεταριακές δυνάμεις στον πυρήνα και στην περιφέρεια απαιτεί μια σαφή κατανόηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί σήμερα ο ιμπεριαλισμός.
Μια ανεπαρκής κατανόηση του ιμπεριαλισμού μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνα πολιτικά λάθη στο έργο του σοσιαλιστικού διεθνισμού. Από τη μία πλευρά, η προσχώρηση σε ένα ορθόδοξο μοντέλο ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού που υπερεκτιμά την παρακμή της αμερικανικής ηγεμονίας κινδυνεύει να υποτιμήσει τη διαρκή δύναμη της αμερικανικής αυτοκρατορίας που περιορίζει τους δρόμους του αγώνα μέσω μιας ποικιλίας μέσων, από τη στρατιωτική της ικανότητα (που αποδεικνύεται στη γενοκτονική καταστροφή της Γάζας) μέχρι την ήπια ισχύ της μέσω μη κυβερνητικών οργανώσεων, οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μεταξύ άλλων θεσμών. Για παράδειγμα, ενώ η Ουκρανία έχει κάθε δικαίωμα να υπερασπιστεί τον εαυτό της ενάντια στην αποικιοκρατική εισβολή της Ρωσίας, οι ομάδες αλληλεγγύης υπέρ της Ουκρανίας στην Αριστερά πρέπει να κάνουν περισσότερα για να αποσυνδέσουν τον αγώνα της για αυτοδιάθεση από το ΝΑΤΟ – έναν ιμπεριαλιστικό σχηματισμό που έχει βλάψει πολλές κοινότητες σε όλο τον κόσμο.[52] Όπως γράφει ο Γκιλμπέρτ Ασκάρ, η υποστήριξη των σοσιαλιστών για την αυτοδιάθεση της Ουκρανίας δεν είναι άνευ όρων: πρέπει «να αντιταχθούμε σε οτιδήποτε μπορεί να γείρει την ισορροπία προς την κατεύθυνση της μετατροπής αυτού του πολέμου σε έναν ουσιαστικά ενδοϊμπεριαλιστικό πόλεμο»[53]. Από την άλλη πλευρά, η υποτίμηση του ρόλου των ενδιάμεσων, περιφερειακών και μικρότερων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στη διατήρηση του ιμπεριαλιστικού συστήματος σε συνθήκες ηγεμονίας των ΗΠΑ μπορεί να οδηγήσει σε μια προβληματική ψευδαίσθηση ότι οι δυνάμεις αυτές αντιπροσωπεύουν μια εναλλακτική λύση στον ιμπεριαλισμό. Μια τέτοια πεποίθηση έχει ωθήσει ορισμένους να δικαιολογούν ή να αγνοούν τα εγκλήματα αυτών των κρατών κατά των εργατικών κινημάτων, των κινημάτων των εθνικών μειονοτήτων και άλλων δημοκρατικών κινημάτων.[54] Ομάδες όπως το Κόμμα για τον Σοσιαλισμό και την Απελευθέρωση [Party for Socialism and Liberation], για παράδειγμα, έχουν υποστηρίξει άκριτα αντιδραστικά καθεστώτα που πλασάρουν αντιιμπεριαλιστική ρητορική, όπως οι κυβερνήσεις της Συρίας και της Νικαράγουας, ακόμη και όταν κακοποιούν βάναυσα τους αντιφρονούντες από διάφορα αντιπολιτευτικά κινήματα, κατηγοριοποιώντας τους όλους ως λακέδες του αμερικανικού ιμπεριαλισμού.[55]
Κατανοώντας την ανταγωνιστική συνεργασία του παγκόσμιου συστήματος, μπορούμε να αποκαλύψουμε τις ιδεολογικές φαντασιώσεις, όπως ο λεγόμενος «Νέος Ψυχρός Πόλεμος», που επινοούνται από αντίπαλους ιμπεριαλιστές και άλλους περιφερειακούς ηγεμόνες. Αυτό θα μπορούσε να δώσει ευκαιρίες στους σοσιαλιστές να αναπτύξουν διασυνδέσεις μεταξύ των αγώνων που δεν υπερασπίζονται εσφαλμένα ένα καπιταλιστικό κράτος ως στυλοβάτη του αντιιμπεριαλισμού ή της δημοκρατίας έναντι ενός άλλου. Αντί να επικροτούν την επικίνδυνη ατζέντα αυτών των κρατών –με παράδειγμα τον ανισομερή βαθμό στρατιωτικοποίησης του Ινδο-Ειρηνικού από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα– οι σοσιαλιστές μπορούν να βάλουν στο στόχαστρο τους τόπους συνεργασίας μεταξύ των καπιταλιστικών δυνάμεων που επιμένουν παρά τους ανταγωνισμούς τους. Για παράδειγμα, η καμπάνια «Mask Off Maersk» του Παλαιστινιακού Κινήματος Νεολαίας πιέζει τη Maersk, τη μεγαλύτερη ναυτιλιακή εταιρεία και εταιρεία logistics στον κόσμο, η οποία διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη διευκόλυνση του εμπορίου για τους περισσότερους σημαντικούς γεωπολιτικούς παράγοντες, να σταματήσει τις αποστολές όπλων στο Ισραήλ[56]. Το Δίκτυο Δράσης Αλληλεγγύης για την Παλαιστίνη υπό την ηγεσία της κινεζικής διασποράς έχει αναπτύξει μια εκστρατεία κατά κινεζικών κρατικών εταιρειών, όπως η Hikvision, οι οποίες εμπλέκονται στην επιτήρηση των Παλαιστινίων από το Ισραήλ, ενώ παράλληλα προωθεί διαρκές μποϊκοτάζ και δράσεις κατά δυτικών εταιρειών για το κινεζόφωνο κοινό.[57] Τέτοιες προσπάθειες καλούν τις κοινότητες των ομιλούντων την κινεζική γλώσσα να ενωθούν με άλλες για να αναγνωρίσουν τις αλληλεπιδράσεις της αμερικανικής και κινεζικής εξουσίας στην αμοιβαία οικονομική υποστήριξη του κράτους απαρτχάιντ του Ισραήλ, διευρύνοντας έτσι το πεδίο εφαρμογής του κινήματος BDS και του αγώνα αλληλεγγύης για την Παλαιστίνη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σε μια άλλη περίπτωση, η Αντι-Σύνοδος κατά του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στο Μαρακές το 2023 συγκέντρωσε πάνω από 170 οργανώσεις βάσης από τον παγκόσμιο Βορρά έως τον Νότο. Δημοσίευσε μια ολοκληρωμένη σειρά αιτημάτων που «απορρίπτουν όλες τις μορφές καταπίεσης, κυριαρχίας, ιμπεριαλισμού και ξένης στρατιωτικής επέμβασης που απειλούν την ειρήνη και την εθνική κυριαρχία, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους (γαλλική, αμερικανική, κινεζική, ρωσική)».[58] Οι πρόσφατες μαζικές διαδηλώσεις που προέκυψαν από τις κρίσεις κόστους ζωής για τις κοινότητες της εργατικής τάξης στην Αργεντινή, τη Σρι Λάνκα και την Κένυα, όλες καταγγέλλουν την εξάρτηση των καθεστώτων τους τόσο από τους αμερικανικούς όσο και από τους κινεζικούς θεσμούς σε διαφορετικό βαθμό. Αυτά τα κινήματα βασίζονται στη σωστή κατανόηση ότι η διαπλοκή μεταξύ διαφόρων ιμπεριαλιστικών και άλλων ηγεμονικών σχηματισμών διευκολύνει τον παγκόσμιο καπιταλισμό. Ένα ανανεωμένο κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης που βασίζεται σε τέτοιους υπάρχοντες αγώνες είναι δυνατό και αναγκαίο, καθώς μπορεί να αντιμετωπίσει τις αλληλοεξαρτώμενες ρίζες των κοινωνικών προβλημάτων και να προσφέρει ευκαιρίες για διεθνή αλληλεγγύη και αγώνα που αρνούνται να θυσιάσουν τους αγώνες ενός λαού κατά της καταπίεσης για χάρη κάποιου άλλου.
Η καπιταλιστική τάξη, αντί να αναιρέσει τη νεοφιλελεύθερη παγκόσμια τάξη, καινοτομεί με νέους όρους για τη διατήρηση και τη μεταρρύθμιση της παγκοσμιοποίησης. Οι θεωρίες του ιμπεριαλισμού πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τα οικονομικά εμπόδια που αποτρέπουν μια καθαρή ρήξη στη σημερινή γεωπολιτική. Πράγματι, η σφαίρα της πολιτικής μπορεί να δράσει αυτόνομα σε σχέση με εκείνη της οικονομίας. Όμως, δεν πρέπει επίσης να υποτιμήσουμε πώς η επιμονή των τάσεων που διατηρούν την παγκοσμιοποίηση εξακολουθεί να παίζει καθοριστικό ρόλο στον προσδιορισμό των ορίων της πολιτικής. Επιπλέον, η κατανόηση αυτών των δυναμικών μπορεί να αποκαλύψει νέα πεδία παγκόσμιας αλληλεγγύης της εργατικής τάξης και αντιιμπεριαλιστικής αλληλεγγύης ενάντια στις κυρίαρχες ελίτ που προσπαθούν να περιορίσουν αυτές τις δυνατότητες μέσα από την αντιπαλότητα και τη συνεργασία τους. Έτσι, ο αγώνας κατά του δυτικού ιμπεριαλισμού απαιτεί να διευρύνουμε τους ορίζοντές μας, ώστε να στοχεύσουμε στους αμέτρητους τρόπους με τους οποίους διαπλέκονται οι δυτικοί ιμπεριαλιστικοί θεσμοί και άλλοι ιμπεριαλιστές. Οι αλυσίδες εφοδιασμού, οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, τα χαρτοφυλάκια της Blackrock και της Vanguard, οι διεθνείς συμφωνίες για το κλίμα μεταξύ εθνικών οργανισμών και το ΔΝΤ – αυτοί οι φορείς μπορούν να αποτελέσουν κρίσιμους στόχους αγώνα. Από το νεοφιλελεύθερο σχέδιο μεταπολεμικής ανασυγκρότησης της Blackrock για την Ουκρανία μέχρι τις κοινές επιχειρήσεις μεταξύ του αμερικανικού και του κινεζικού κρατικού κεφαλαίου, υπάρχουν πολλές ευκαιρίες για την ανάπτυξη ενός διεθνιστικού ορίζοντα από τα υπάρχοντα περιφερειακά κινήματα. Οι αγώνες της εργατικής τάξης έχουν ήδη κάνει ορατούς κρίσιμους κόμβους ανταγωνιστικής συνεργασίας τα τελευταία χρόνια. Απομένει στην αριστερά να οικοδομήσει οργανώσεις και πολιτικές στρατηγικές για να τους αρθρώσει με μεγαλύτερη σαφήνεια ως σημαντικούς τόπους επαναστατικού αγώνα.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Promise Li, “Imperialism as Antagonistic Cooperation”, Spectre, 15 Οκτωβρίου 2024, https://spectrejournal.com/imperialism-as-antagonistic-cooperation/.
Σημειώσεις
[1] “Qin Gang Meets with Chief Executive Officer of Tesla Elon Musk”, Embassy of the People’s Republic of China in Nigeria, 30 Μαΐου 2023, http://ng.china-embassy.gov.cn/eng/zgxw/202306/t20230604_11089384.htm. Ο Μασκ ανταπέδωσε και αυτός, σημειώνοντας ότι «τα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας είναι αλληλένδετα, όπως τα σιαμαία δίδυμα που είναι αδιαχώριστα το ένα από το άλλο». Αργότερα μέσα στο έτος, κατά τη διάρκεια της Ασιατικής Οικονομικής Διάσκεψης Ειρηνικού (APEC / Asian Pacific Economic Conference) που συγκλήθηκε στο Σαν Φρανσίσκο, πολλοί από τους ίδιους ηγέτες χειροκρότησαν όρθιοι τον Σι –μαζί με άλλους από μεγάλες εταιρείες όπως η Pfizer και η Bridgewater– καθώς διακήρυξε ότι «η Κίνα είναι έτοιμη να γίνει εταίρος και φίλος των ΗΠΑ». Ryan McMorrow and Demetri Sevastopolu, “US business elites welcome Xi Jingping with standing ovation”, Financial Times, 16 Νοεμβρίου 2023, https://www.ft.com/content/a8633d7f-f785-4195-b0b2-0ea9506968c9.
[2] Tricontinental, “Hyper-Imperialism: A Dangerous Decadent New Stage”, Tricontinental, 23 Ιανουαρίου 2024, https://thetricontinental.org/studies-on-contemporary-dilemmas-4-hyper-imperialism/.
[3] Michael Pröbsting, “‘Empire-ism’ vs a Marxist analysis of imperialism: Continuing the debate with the Argentinian economist Claudio Katz on Great Power rivalry, Russian imperialism, and the Ukraine War”, Links, 3 Μαρτίου 2023, https://links.org.au/empire-ism-vs-marxist-analysis-imperialism-continuing-debate-argentinian-economist-claudio-katz [Michael Pröbsting, «Η θεωρία της “αυτοκρατορίας” ενάντια στην μαρξιστική ανάλυση του ιμπεριαλισμού: Συζήτηση με τον Αργεντινό οικονομολόγο Κλαούντιο Κατς για τον ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων, τον ρωσικό ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο στην Ουκρανία», e la libertà, 9 Μαΐου 2023, https://www.elaliberta.gr/%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1-%CE%B8%CE%B5%CF%89%CF%81%CE%AF%CE%B1/%CE%B8%CE%B5%CF%89%CF%81%CE%AF%CE%B1/8906-%CE%B7-%CE%B8%CE%B5%CF%89%CF%81%CE%AF%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%C2%AB%CE%B1%CF%85%CF%84%CE%BF%CE%BA%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1%CF%82%C2%BB-%CE%B5%CE%BD%CE%AC%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%BC%CE%B1%CF%81%CE%BE%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CE%BB%CF%85%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B9%CE%BC%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE%B1%CE%BB%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%8D-%CF%83%CF%85%CE%B6%CE%AE%CF%84%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CE%BC%CE%B5-%CF%84%CE%BF%CE%BD-%CE%B1%CF%81%CE%B3%CE%B5%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BD%CF%8C-%CE%BF%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CF%8C%CE%B3%CE%BF-%CE%BA%CE%BB%CE%B1%CE%BF%CF%8D%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BF-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CF%82].
[4] Claudio Katz, “China: Neither Imperialism nor part of the Global South”, La Página Oficiel de Claudio Katz (blog), 7 Σεπτεμβρίου 2021, https://katz.lahaine.org/china-neither-imperialist-nor-part-of/.
[5] Enrique Dussel, “Marx’s Economic Manuscripts of 1861-63 and the ‘Concept’ of Dependency”, Latin American Perspectives, 17, τεύχος 2 (1990): 82, https://journals.sagepub.com/doi/10.1177/0094582X9001700204.
[6] Οι συζητήσεις του συγγραφέα με τον Isaac Miller είναι ουσιαστικές για τη διατύπωση αυτών των θέσεων.
[7] “Érico Czaczkes Sachs”, Marxists Internet Archive, πρόσβαση στις 15 Σεπτεμβρίου 2024, https://www.marxists.org/portugues/sachs/index.htm. Ο Σακς είχε έρθει κρυφά σε επαφή με αντισταλινικούς συνδέσμους και συζητήσεις στη Μόσχα, οι οποίες οδήγησαν στην απέλασή του στο Παρίσι. Στο Παρίσι, ο Σακς γνώρισε τον Ταλχάιμερ –ένα μέλος της Διεθνούς Κομμουνιστικής Αντιπολίτευσης που τάχθηκε στο πλευρό του Μπουχάριν και της Δεξιάς Αντιπολίτευσης μετά τη διαφωνία τους με τον Στάλιν– ο οποίος έγινε ο μέντοράς του. Ο Σακς μετέφερε αργότερα τις ιδέες του Μπουχάριν και του Ταλχάιμερ στη Βραζιλία.
[8] August Thalheimer, Grundlinien und Grundbegriffe der Weltpolitik nach dem 2. WeItkrieg (Gruppe Arbeiterpolitik, 1946), 9.
[9] Thalheimer, Grundlinien, 2.
[10] Thalheimer, Grundlinien, 10.
[11] Dussel, “Marx’s Economic Manuscripts”, 74.
[12] Enrique Dussel, “Marx’s Economic Manuscripts”, 62–101.
[13] Nikolai Bukharin, The Politics and Economics of Transition Period (Routledge, 1979 [1920]), 58.
[14] Bukharin, Politics, 63.
[15] Bukharin, Politics, 60.
[16] Ruy Mauro Marini, The Dialectics of Dependency (Monthly Review Press, 2022 [1973]), 148.
[17] Marini, Dialectics of Dependency, 155.
[18] Ernest Mandel, Late Capitalism (NLB, 1976 [1972]), 376 [Έρνεστ Μαντέλ, Ο Ύστερος Καπιταλισμός, Guttenbertg, Αθήνα χ.χ.έ., σελ. 329. Διαφορετική μετάφραση].
[19] Claudio Katz, Dependency Theory after Fifty Years: The Continuing Relevance of Latin American Critical Thought (Brill, 2022 [2019]), 51.
[20] Política Operária, “Programa Socialista para o Brasil”, στο POLOP: uma Trajetória de Luta pela Organização Independente da Classe Operária no Brasil (Centro de Estudos Victor Meyer, 2009 [1967]), 101.
[21] Ernesto Martins (Erich Sachs), “Caminho e caráter da revolução brasileira”, στο POLOP, 144.
[22] Ernesto Martins (Erich Sachs), “Caminho e caráter da revolução brasileira”, στο POLOP, 144.
[23] Ashley Smith, “Crisis, Rivalry, and the Fragmentation of Global Capitalism: An Interview with Michael Roberts”, Spectre, 14 Ιουνίου 2023, https://spectrejournal.com/crisis-rivalry-and-the-fragmentation-of-global-capitalism/.
[24] Victor Meyer, “Tensões interestatais: o declinio da “cooperação antagônica” [1998], διαθέσιμο στο Marxists Internet Archive, https://www.marxists.org/portugues/meyer/1998/03/27.pdf.
[25] Ernest Mandel, Long Waves of Capitalist Development: A New Interpretation (Verso Books, 1995 [1980]), 37. διαθέσιμο στο https://libcom.org/article/long-waves-capitalist-development-marxist-interpretation-ernest-mandel. [Ερνέστ Μαντέλ, Τα μακρά κύματα καπιταλιστικής ανάπτυξης: Μια μαρξιστική ερμηνεία, Εργατική Πάλη, Αθήνα 2003. Διαφορετική μετάφραση].
[26] Stephen Maher and Scott Aquanno, The Fall and Rise of American Finance: From JP Morgan to Blackrock (Verso, 2024).
[27] Paolo Balmas and David Howath, “Chinese currency exceptionalism: The curious internationalisation of the renminbi”, The World Economy (Σεπτέμβριος 2024): 1–27, https://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1111/twec.13632.
[28] Nicos Poulantzas, State, Power, Socialism (Verso, 1990), 136 [Νίκος Πουλαντζάς, Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός, Θεμέλιο Αθήνα 1984, σελ. 195, μετάφραση Γιάννης Κρητικός].
[29] Stephen Maher and Scott M. Aquanno, “From Economic to Political Crisis: Trump and the Neoliberal State”, στο Rob Hunter, Rafael Khachaturianm, and Eva Nanopoulos, (επιμ.), Marxism and the Capitalist State: Towards a New Debate (Palgrave McMillan, 2023), 115.
[30] Verónica Gago, Neoliberalism from Below: Popular Pragmatics and Baroque Economies (Duke University Press, 2017), 26.
[31] Christopher McNally, “The Challenge of Refurbished State Capitalism: Implications for the Global Political Economic Order”, dms – der moderne staat – Zeitschrift für Public Policy, Recht und Management, 61 (2013): 44, https://www.budrich-journals.de/index.php/dms/article/view/13109.
[32] Ilias Alami and Adam D. Dixon, The Spectre of State Capitalism (Oxford University Press, 2024), 232.
[33] Ashley Smith, “The asymmetric world order: Interimperial rivalry in the twenty-first century”, International Socialist Review, τεύχος 100 (2016), https://isreview.org/issue/100/asymmetric-world-order/.
[34] Kate Watters, “Sidestepping the Sanctions on Russia”, Inkstick, 4 Οκτωβρίου 2022, https://inkstickmedia.com/sidestepping-the-sanctions-on-russia/. Tamara Vaal and Vladimir Soldatkin, “Caspian Pipeline Consortium sees its 2024 revenue rising to 2.5 bln”, Reuters, 16 Ιανουαρίου 2024, https://www.reuters.com/business/energy/caspian-pipeline-consortium-sees-its-2024-revenue-rising-25-bln-2024-01-16/.
[35] Thomas Fazi, “The capitalists are revolting over China; Western hawks face an unlikely resistance”, UnHerd, 6 Ιουνίου 2023, https://unherd.com/2023/06/the-capitalists-are-revolting-over-china/.
[36] Reuters Beijing Newsroom, “COMAC, Boeing agree to step-up research cooperation”, Reuters, 9 Νοεμβρίου 2022, https://www.reuters.com/business/aerospace-defense/comac-boeing-agree-step-up-research-co-operation-2022-11-09/.
[37] Sylvia Pfeifer, “‘We can de-risk but not de-couple’ from China, says Raytheon chief”, Financial Times, 19 Ιουνίου 2023, https://spectrejournal.com/imperialism-as-antagonistic-cooperation/.
[38] Han Qiu, Hyun Song Shin, Leanne Si Yang, Zhang, BIS Bulletin No. 78: Mapping the realignment of global value chains (Bank for International Settlements: Basel, 2023), https://www.bis.org/publ/bisbull78.pdf.
[39] Katz, Dependency Theory, 251.
[40] Seth Schindler and Jessica DiCarlo, (επιμ.0, The Rise of the Infrastructure State: How US-China Rivalry Shapes Politics and Place Worldwide (Bristol University Press, 2023), 2.
[41] Peter S. Goodman, “Why Chinese Companies Are Investing Billions in Mexico”, New York Times, 20 Ιουνίου 2023, https://www.nytimes.com/2023/02/03/business/china-mexico-trade.html.
[42] Cliff Mboya, “Ruto’s US Visit Is not a Detachment from China”, Kenyan Foreign Policy, 17 Ιουνίου 2024, https://kenyanforeignpolicy.com/rutos-us-visit-is-not-a-detachment-from-china/.
[43] Patrick Bond and Federico Fuentes, “US imperial dominance, BRICS sub-imperialism, and unequal ecological exchange”, Committee for the Abolition of Illegitimate Debt, 10 Ιανουαρίου 2024, https://www.cadtm.org/US-imperial-dominance-BRICS-sub-imperialism-and-unequal-ecological-exchange.
[44] Karl Kautsky, »Der Imperialismus«, Die Neue Zeit, τόμος 2, τεύχος 32 (1914): 908–22. Στα αγγλικά Karl Kautsky, “Ultra-imperialism”, Marxists’ Internet Archive, https://www.marxists.org/archive/kautsky/1914/09/ultra-imp.htm.
[45] Jamie Martin, “Strained Interdependence: Inflation and Uprisings in Colonial Economies in the First World War”, American Historical Review, 128, τεύχος. 2 (Ιούνιος 2023): 767-82. Βλ. επίσης Adam Tooze and Ted Fertik, “The World Economy and the Great War”, Geschichte und Gesellschaft, 40 (2014): 214-38, https://doi.org/10.13109/gege.2014.40.2.214.
[46] Reuters, “Exclusive: Turkey saves $2 billion on Russian oil as imports soar despite sanctions”, Reuters, 18 Δεκεμβρίου 2023, https://www.reuters.com/business/energy/turkey-saves-2-bln-russian-oil-imports-soar-despite-sanctions-2023-12-18/.
[47] Mike Schuler, “India’s Crude Oil Imports from Russia Surge 1000%”, gCaptain, 7 Αυγούστου 2024, https://gcaptain.com/indias-crude-oil-imports-from-russia-surge-1000/.
[48] Michael Karadjis, “BRICS and Israel’s ongoing energy supplies”, Their Anti-imperialism and Ours, 9 Ιουλίου 2024, https://theirantiimperialismandours.com/2024/07/09/brics-and-israels-ongoing-energy-supplies/ [Michael Karadjis, Michael Karadjis, «Οι BRICS και ο συνεχιζόμενος ενεργειακός εφοδιασμός του Ισραήλ», e la libertà, 29 Ιουλίου 2024, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%BC%CE%AD%CF%83%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%AE-%CE%B2%CF%8C%CF%81%CE%B5%CE%B9%CE%B1-%CE%B1%CF%86%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AE/9691-%CE%BF%CE%B9-brics-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BF-%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%B5%CF%87%CE%B9%CE%B6%CF%8C%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%BF%CF%82-%CE%B5%CE%BD%CE%B5%CF%81%CE%B3%CE%B5%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CF%8C%CF%82-%CE%B5%CF%86%CE%BF%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B9%CF%83%CF%81%CE%B1%CE%AE%CE%BB].
[49] Parisa Hafezi and Andrew Hayley, “Exclusive: China presses Iran to rein in Houthi attacks on the Red Sea, sources say”, Reuters, 25 Ιανουαρίου 2024, https://www.reuters.com/world/middle-east/china-presses-iran-rein-houthi-attacks-red-sea-sources-say-2024-01-26/.
[50] Smith, “Crisis, Rivalry, and the Fragmentation of Global Capitalism”.
[51] John Smith and Federico Fuentes, “Twenty-first century imperialism, multipolarity and capitalism’s ‘final crisis’: Interview with John Smith”, Links , 1 Αυγούστου 2023, https://links.org.au/twenty-first-century-imperialism-multipolarity-and-capitalisms-final-crisis-interview-john-smith.
[52] Josefina L. Martinez and Diego Lotito, “NATO and Imperialist Military Expansion”, Left Voice Magazine, 17 Ιουλίου 2022, https://www.leftvoice.org/nato-and-imperialist-military-expansionism/.
[53] Gilbert Achcar, “Ukraine and abstraction of violence: my reply to Tom Dale,” New Politics, 17 Ιουλίου 2023, https://newpol.org/ukraine-and-the-abstraction-of-violence-my-reply-to-tom-dale/.
[54] William I. Robinson, “The Unbearable Manicheanism of the ‘Anti-Imperialist’ Left”, Philosophical Salon, 7 Αυγούστου 2023, https://thephilosophicalsalon.com/the-unbearable-manicheanism-of-the-anti-imperialist-left/.
[55] Stephen Gowens, “Syria’s Uprising in Context”, Liberation, 10 Φεβρουαρίου 2012, https://www.liberationnews.org/syrias-uprising-in-context-html/. Nicholas Stendler, “Nicaraguans send message of defiance to U.S. Empire with Sandinista election win”, Liberation, 10 Νοεμβρίου 2021, https://www.liberationnews.org/nicaraguans-send-message-of-defiance-to-u-s-empire-with-sandinista-election-win/.
[56] Palestinian Youth Movement, “Mask Off Maersk: Demand logistics giant Maersk cut ties with genocide”, Mondoweiss, 4 Ιουνίου 2024, https://mondoweiss.net/2024/06/mask-off-maersk-demand-logistics-giant-maersk-cut-ties-with-genocide/.
[57] Palestine Solidarity Action Network, “Between Chinese Surveillance and Israeli Settler Colonialism”, New Politics, τόμος 20, τεύχος 1 (2024): https://newpol.org/issue_post/between-chinese-surveillance-and-israeli-settler-colonialism/.
[58] Maha Ben Ghada, Imen Louati, and Fadhel Kaboub, “A Counter-summit in Marrakech to say stop to the 79 years of neocolonial exploitation and destruction by the WB and the IMF”, Rosa Luxemburg Stiftung/ North Africa Office, Δεκέμβριος 2023, https://rosaluxna.org/publications/a-counter-summit-in-marrakech-to-say-stop-to-the-79-years-of-neocolonial-exploitation-and-destruction-by-the-wb-and-the-imf/.