Κυριακή, 20 Αυγούστου 2017 12:05

Η μάχη του Λένιν ενάντια στη σοβιετική γραφειοκρατία για τα δικαιώματα των εθνοτήτων της ΕΣΣΔ

Μοσέ Λεβίν

Η μάχη του Λένιν ενάντια στη σοβιετική γραφειοκρατία για τα δικαιώματαν των εθνοτήτων της ΕΣΣΔ

Το σύνταγμα της ΕΣΣΔ και οι Γεωργιανοί

Στα 1920-1921 οι σχέσεις ανάμεσα στις έξι εθνικές δημοκρατίες (Ουκρανία, Λευκορωσία, Γεωργία. Αζερμπαϊτζάν, Αρμενία και ρωσική Ομοσπονδία - ΡΟΣΣΔ) δεν ήταν καθορισμένες με σαφήνεια, αλλά ρυθμίζονταν από μια σειρά διμερών συμφωνιών μεταξύ της ρωσικής Ομοσπονδίας και καθεμιάς από τις άλλες πέντε Δημοκρατίες. Αυτές οι συμφωνίες θεσμοθετούσαν μια συνεργασία στους τομείς της οικονομίας, της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής. Καθεμιά από τις κυβερνήσεις των Δημοκρατιών είχε μια δομή παράλληλη προς τη δομή της κυβέρνησης της Ρωσίας. Την κεντρική διοίκηση του κράτους πρακτικά ασκούσαν κυρίως οι κεντρικές επιτροπές των κομμάτων κάθε Δημοκρατίας, καθοδηγώντας τις τοπικές κυβερνήσεις, την ίδια στιγμή αυτά τα κόμματα λόγω της εσωτερικής πειθαρχίας του κόμματος, υπάγονταν στην καθοδήγηση της κεντρικής επιτροπής και του πολιτικού Γραφείου που είχαν την έδρα τους στη Μόσχα. Δεύτερος παράγοντας συνοχής που ενίσχυε την ασφάλεια του καθεστώτος ήταν η συγκέντρωση του στρατού, όσο κι αν είχε σιωπηρά επιτραπεί στις Δημοκρατίες να διατηρούν ιδιαίτερες στρατιωτικές μονάδες.

Οι τρεις δημοκρατίες του Καυκάσου, που μας ενδιαφέρουν, έγιναν σοβιετικές μόνο κατά τη διάρκεια του έτους 1920, η Γεωργία μάλιστα μόλις στην αρχή του 1921 μετά την κατάκτησή τους απ’ τον Κόκκινο Στρατό και τη μεγαλύτερη ή μικρότερη συμμετοχή των τοπικών κομουνιστών και του ρώσικου εργατικού πληθυσμού που υπερείχε αριθμητικά στα βιομηχανικά κέντρα, αυτών των χωρών. Πολιτικός καθοδηγητής και στρατιωτικός ηγέτης του καυκασιανού μετώπου στον εμφύλιο πόλεμο ήταν ο Ορτζονικίτζε. Αυτός κατάκτησε στρατιωτικά τις καυκάσιανές Δημοκρατίες για λογαριασμό του σοβιετικού καθεστώτος. Μετά τον πόλεμο παρέμεινε αντιπρόσωπος της Μόσχας στην περιοχή, σαν ηγέτης του γραφείου του κόμματος στον Καύκασο, το Καβμπυρόi. Από το 1921, για λόγους αποτελεσματικότητας ο Λένιν παρακινεί το Καβμπυρό να προχωρήσει στην οικονομική ενοποίηση των τριών Δημοκρατιών, κυρίως σε σχέση με τις επικοινωνίες, το ταχυδρομείο, και το εξωτερικό εμπόριο, μέσα στο πλαίσιο μιας υπερκαυκάσιας Ομοσπονδίας. Η περιφερειακή καθοδήγηση του κόμματος θα ονομαστεί Ζακκραϊκόμii. Ο Ορτζονικίτζε ρίχτηκε με ζήλο σ’ αυτό το καθήκον αναπτύσσοντας όλη την κεκτημένη εμπειρία και ορισμένες μεθόδους που του είχαν διδάξει ο εμφύλιος πόλεμος και οι κατακτήσεις. Εντούτοις, αν και Γεωργιανός, ο ίδιος θα βρεθεί αντιμέτωπος με την κεντρική επιτροπή των κομουνιστών της Γεωργίας που ενώ επικροτούσαν την ενίσχυση των δεσμών με τη Ρωσία και το σοβιετικό σύστημα, φρόντιζαν να προστατευτούν τα χαρακτηριστικά της εθνικής ανεξαρτησίας.

Στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν λαϊκό στήριγμα στον Καύκασο όπου τα εθνικά και εθνικιστικά αισθήματα ήταν τεράστια και είχαν πρόσφατα ενισχυθεί απ’ την εμπειρία της ανεξαρτησίας κάτω από μια κυβέρνηση μενσεβίκων που μόλις είχε δια της βίας αντικατασταθεί, οι Γεωργιανοί κομουνιστές που είχαν μια άξια ηγετική ομάδα, υποστήριζαν με μεγαλύτερη δύναμη από κάθε άλλη εθνική ομάδα του κόμματος, την αρχή της ανεξαρτησίας μέσα στο πλαίσιο του σοβιετικού συστήματος. Εξάλλου, η αντίθεση των Γεωργιανών προς τον Ορτζονικίτζε οξυνόταν απ’ τη συμπεριφορά του σαν κατακτητή και την περιφρόνηση που έδειχνε για τη γνώμη των τοπικών καθοδηγητών. Αυτή η αντίθεση ήταν τόσο σταθερή ώστε ανάγκασε τον Λένιν να παραδεχτεί στα τέλη του 1921 ότι το σχέδιο ήταν ακόμα ανώριμο και ότι θά ‘πρεπε να προετοιμαστεί πρώτα το έδαφος με μια εκστρατεία διαφώτισης του πληθυσμού1. Η σύγκρουση ανάμεσα στον εκπρόσωπο της Κεντρικής Επιτροπής της Μόσχας που υποστηριζόταν σταθερά απ’ τον Στάλιν του οποίου το πολιτικό βάρος μεγάλωνε χάρη στις νέες του αρμοδιότητες ως γκενσέκiii και τους Γεωργιανούς τσεκίστιiv εντεινόταν γιατί κι αυτοί είχαν τη βοήθεια του δημοφιλούς Μαχαράτζε, που μέχρι τότε ήταν μέλος του Ζακκραϊκόμ. Ο Μαχαράτζε ήταν γνωστός για τις διεθνιστικές του απόψεις που τον είχαν παλιότερα οδηγήσει σε σύγκρουση με την πολύτιμη για τον Λένιν αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών. Δεν μπορούσε κανένας να τον κατηγορήσει εύκολα για «εθνικιστική παρέκκλιση», δηλαδή για ένα σφάλμα που από τότε ο Στάλιν κι ο Ορτζονικίτζε απέδιναν διαρκώς στους Γεωργιανούς.

Οι Γεωργιανοί σαμπόταραν όσο μπορούσαν τα μέτρα που έπαιρνε ο Ορτζονικίτζε για να πραγματοποιήσει την οικονομική ενοποίηση των τριών Δημοκρατιών. Εγκατέστησαν στρατιωτικές φρουρές στα σύνορα της Δημοκρατίας της Γεωργίας, άρχισαν να απαιτούν άδειες εισόδου κ.λ.π.2

Ενώ ο Ορτζονικίτζε προετοιμαζόταν να περάσει στην αντεπίθεση, οι Γεωργιανοί, πρώτα στην επαναστατική στρατιωτική επιτροπή τους και κατόπιν στο συνέδριο των σοβιέτ της Δημοκρατίας τους κατέληξαν σε πανηγυρικές αποφάσεις για το απαραβίαστο της εθνικής τους ανεξαρτησίας χωρίς να συγκαλύπτουν καν τον αντι-ομοσπονδιακό χαρακτήρα της. Εντούτοις, το Μάρτη, ο Ορτζανικίτζε αψηφώντας την αντίθεση των Γεωργιανών και υπολογίζοντας στην υποστήριξη των πιο διαλλακτικών ηγετών της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν γνωστοποίησε το σχέδιο συγκρότησης της Ομοσπονδίας, σχέδιο που ενώ υποσχόταν το σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας των Δημοκρατιών ανάγγειλε τη δημιουργία μιας ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Η ένταση ανάμεσα στον Στάλιν και τον Ορτζονικίτζε απ’ τη μια μεριά και τους Γεωργιανούς τσεκίστι απ’ την άλλη, οξύνθηκε ακόμα περισσότερο. Οι αντιπρόσωποι της Μόσχας δήλωναν στους λόγους τους ότι οι εθνικιστικές τάσεις των Γεωργιανών τσεκίστι έπρεπε να «καούν με πυρωμένο σίδερο»3.

Αυτός ο πεισματικός αγώνας, γεμάτος περιπέτειες, εκτυλίχθηκε σ’ όλη τη διάρκεια του 1922, κι οι απόηχοί του έφταναν συχνά στη Μόσχα. Αυτή η υπόθεση, η πιο σοβαρή όχι όμως η μόνη που γεννήθηκε απ’ τη δυσκολία να διευθετηθούν, οι σχέσεις μεταξύ των Δημοκρατιών, και που δημιουργήθηκε τη στιγμή που το σοβιετικό κράτος άρχιζε να προβάλει στη διεθνή σκηνή, παρακίνησε τους ηγέτες να εξομαλύνουν και να ξεκαθαρίσουν ολόκληρο το σύστημα της εθνικής πολιτικής της χώρας. Στις 10 Αυγούστου του 1922 το Πολιτικό Γραφείο ανέθεσε στο Οργκμπυρόv τη συγκρότητη μιας επιτροπής που θα προετοίμαζε, για την προσεχή σύνοδο της κεντρικής επιτροπής, ένα σχέδιο διευθέτησης των σχέσεων της ρώσικης Ομοσπονδίας με τις άλλες Δημοκρατίες. Ο Λένιν ήταν άρρωστος και ο έλεγχός του στις δημόσιες υποθέσεις ελαττωνόταν διαρκώς. Η ηγεσία βιαζόταν ολοφάνερα, και ίσως είχε ήδη σχηματίσει ολοκληρωμένη άποψη για τις αποφάσεις στις οποίες θα κατέληγε, εφόσον η επιτροπή συγκροτήθηκε την επομένη κιόλας της απόφασης του πολιτικού Γραφείου. Η σύνθεσή της έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Περιλάμβανε ως εκπροσώπους της κεντρικής επιτροπής τον Στάλιν, τον Κιουμπίτσεφ, τον Ορτζονικίτζε, τον Ρακόφσκι, τον Σοκόλνικοφ και πιθανώς τον Μολότοφ που προήδρευσε σε μια συνεδρίαση, ενώ απ’ τις Δημοκρατίες ήταν ο Αγκαμάλι-Όγκλι (Αζερμπαϊτζάν), ο Μιάσνικοφ (Αρμενία), ο Μντιβάνι (Γεωργία) ο Πετρόφσκι (Ουκρανία) και ο Τσερβιάκοφ (Λευκορωσία)4.

Επικεφαλής της επιτροπής βρισκόταν φυσικά ο Στάλιν, ως Επίτροπος του λαού επί των Εθνοτήτων - θα διατηρήσει αυτή τη θέση για έναν ακόμη χρόνο. Κάνοντας χρήση των αρμοδιοτήτων του ως γκενσέκ μπορούσε να επηρεάζει τη σύνθεση των επιτροπών που συγκροτούσε το πολιτικό Γραφείο. Παρατηρούμε πράγματι ότι οι πολιτικοί του φίλοι επικρατούν μέσα στην επιτροπή που μας απασχολεί εδώ. Ο ίδιος ο Στάλιν συνέταξε με μεγάλη μαεστρία την απόφαση αυτής της επιτροπής που αφορούσε τις αμοιβαίες σχέσεις μεταξύ της ΡΟΣΣΔ και των ανεξάρτητων Δημοκρατιών. Αυτή η απόφαση γνωστή σαν «σχέδιο αυτονόμησης» πρόβλεπε με μεγάλη σαφήνεια τον εγκλεισμό αυτών των «ανεξάρτητων Δημοκρατιών» μέσα στη ρωσική Ομοσπονδία, σαν «αυτόνομες Δημοκρατίες». Το σχέδιο όριζε ακόμη ότι η κυβέρνηση της ρωσικής ομοσπονδίας το V.C.I.K. (Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή [των σοβιέτ]) και το Σοβναρκόμvi θα αποτελούσε πλέον την κοινή κυβέρνηση5.

Το κείμενο του Στάλιν στάλθηκε στις κεντρικές επιτροπές των κομμάτων των Δημοκρατιών για να εκφράσουν τις απόψεις τους. Στο Αζερμπαϊτζάν και την Αρμενία που διοικούνταν από ανθρώπους έμπιστους, αποδέχτηκαν το σχέδιο, αλλού όμως το απέκρουσαν. Η κεντρική Επιτροπή της Λευκορωσίας απάντησε ότι θα προτιμούσε να παραμείνουν οι σχέσεις στη βάση διμερών συμφωνιών, όπως μέχρι τότε. Σύμφωνα με τις πηγές μας η Ουκρανία δεν πήρε θέση στο πρόβλημα, δεν ξέρουμε όμως γιατί6. Η απάντηση των Γεωργιανών ήταν ξεκάθαρη: απόρριψη του σχεδίου. Στη σύνοδο της κεντρικής τους επιτροπής στις 15 Σεπτέμβρη αποφάσισαν: «Η ενοποίηση που προτείνεται πάνω στη βάση των θέσεων του συντρόφου Στάλιν με τη μορφή της αυτονόμησης των ανεξάρτητων Δημοκρατιών πρέπει να θεωρηθεί ανώριμη. Αντίθετα, πρέπει να θεωρείται απαραίτητη, η ενοποίηση των οικονομικών προσπαθειών και της κοινής πολιτικής με την ταυτόχρονη όμως προστασία όλων των χαρακτηριστικών της ανεξαρτησίας»7. Αυτή η απόφαση, που πάρθηκε ομόφωνα εκτός από μια ψήφο, προκάλεσε την άμεση αντίδραση του Ορτζονικίτζε και του Ζακκραϊκόμ, που άμεσα κατέληξε σε μια απόφαση ευνοϊκή για το σχέδιο του Στάλιν, και ακόμα, χρησιμοποιώντας την ανώτερη θέση του στην κομματική ιεραρχία, διέταξε τη Γεωργιανή κεντρική επιτροπή να συμμορφωθεί στις εντολές του Στάλιν και να μη δώσουν δημοσιότητα στις διαφορές τους με τη Μόσχα8. Σύμφωνα με την ίδια πηγή πάντα, δεν ήταν η πρώτη φορά που επιχειρούσαν να φέρουν τους Γεωργιανούς μπροστά σε τετελεσμένα γεγονότα. Παρόμοια ήταν κι η περίπτωση όταν είχαν αποφασίσει να εισβάλουν στη Γεωργία και να τελειώνουν μια και καλή με τη μενσεβίκικη κυβέρνηση χωρίς να προειδοποιήσουν τους εκεί κομουνιστές.

Τώρα πάλι, πριν ακόμα τελειώσει η συζήτηση για τα σχέδια αυτονόμησης, ο Στάλιν φαίνεται ότι τηλεγράφησε στον Μντιβάνι στις 29 Αυγούστου 1922 για να του δηλώσει ότι οι αποφάσεις των ανώτερων κυβερνητικών βαθμίδων της ΡΟΣΣΔ (V.C.I.K., Σοβναρκόμ και S.Τ.Ο - το Συμβούλιο της Εργασίας και Άμυναςvii) είχαν πλέον υποχρεωτική ισχύ για όλες τις Δημοκρατίες. Μια τέτοια πρωτοβουλία δεν μπορούσε παρά να κάνει πιο κατηγορηματικό το νιετ των Γεωργιανών για το σύνολο του σχεδίου.

Μόλις συγκεντρώθηκαν απ’ τη Μόσχα οι αντιδράσεις των Κεντρικών Επιτροπών των Δημοκρατιών συγκλήθηκε για μια ακόμα φορά η επιτροπή στις 24 και 25 Σεπτέμβρη. Η πρόταση του Στάλιν υιοθετήθηκε στο σύνολό της. Υπήρξε μόνο μια αποχή, του εκπροσώπου της Γεωργίας Μντιβάνι. Η συζήτηση κατά παράγραφο δεν προκάλεσε δυσκολίες στον Στάλιν και τον Μολότοφ που ήταν πρόεδροι σε διαδοχικές συνεδριάσεις. Μόνον η δεύτερη παράγραφος, που όριζε ότι η κυβέρνηση της ρωσικής Ομοσπονδίας γίνεται κυβέρνηση του συνόλου των Δημοκρατών, συνάντησε μια μικρή αντίθεση: αποχή του εκπροσώπου της Ουκρανίας Πετρόφσκι και αρνητική ψήφο του Μντιβάνι. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για μια φαινομενική επιτυχία. Τα αληθινά αισθήματα των μελών της επιτροπής εκδηλώθηκαν κατά την εξέταση δευτερευόντων ζητημάτων: Είναι πιθανό να μην επιθυμούσε κανείς να αψηφήσει τους εκπροσώπους του πολιτικού Γραφείου και του Οργκμπυρό πάνω στο επικίνδυνο έδαφος ενός ζητήματος αρχών. Μόλις όμως ο Πετρόφσκι πρότεινε να δοθεί το σχέδιο ακόμα μια φορά για συζήτηση στις όμπκομι τις περιφερειακές επιτροπές του κόμματος στις Δημοκρατίες η τροπολογία του, που έκρυβε ελάχιστα την επιθυμία να αναβληθεί και ενδεχομένως να ανατραπεί η απόφαση, κέρδισε τέσσερις ψήφους στις εννιά. Μέσα σ’ αυτές και η ψήφος ενός άκριτου υποστηριχτή της Μόσχας του Αγκάμαλι-Όγκλι που προστέθηκε στις ψήφους του Μντιβάνι, του Πετρόφσκι και του Τσερβιάκοφ, γεγονός που δείχνει το πραγματικό εύρος της αντίθεσης των Δημοκρατιών προς την αυτονόμηση. Στους έξι, το λιγότερο οι τέσσερις ήταν εναντίον σε διαφορετικό βαθμό. Εφόσον η πρότασή του απορρίφθηκε ο Πετρόφσκι απαίτησε να σημειωθεί στο πρωτόκολλο η υπόμνηση ότι η Ουκρανία δεν είχε ακόμη πάρει θέση πάνω στο σύνολο του σχεδίου. Το παιχνίδι των Ουκρανών γινόταν καθαρό: δεν τολμούσαν ή δεν ήθελαν ακόμη να επιτεθούν κατά μέτωπο στο κείμενο του Στάλιν - ίσως ήθελαν να κάνουν μια βολιδοσκόπηση και να μάθουν πρώτα την άποψη του Λένιν και τους συσχετισμούς μέσα στο πολιτικό Γραφείο και την κεντρική επιτροπή - στις 3 Οκτώβρη όμως, κατά τον Αμερικανό ιστορικό Ρίτσαρντ Πάιπς μερικές μέρες δηλαδή μετά τις συνεδριάσεις της επιτροπής, η κεντρική επιτροπή της Ουκρανίας ψήφισε τη διατήρηση των σχέσεων με τη ΡΟΣΣΔ μέσα στο πλαίσιο των προτάσεων της επιτροπής του Φρούντζε, το πλαίσιο δηλαδή της ανεξαρτησίας, το στάτους κβο.

Εν τω μεταξύ, ο Λένιν, σε ανάρρωση ακόμα, ενδιαφέρθηκε ζωηρά για το πρόβλημα και ζήτησε απ’ τον Στάλιν πληροφορίες για την πορεία των εργασιών της επιτροπής. Τις έλαβε στις 25 του Σεπτέμβρη. Ο Στάλιν του διαβίβασε όλο το φάκελο. Η αντίδραση του Λένιν δεν καθυστέρησε καθόλου. Η επιστολή που απεύθυνε ήδη την επομένη στον Κάμενεφ, αντικαταστάτη του στο Σοβναρκόμ, και όχι κατ’ ευθείαν στον Στάλιν, εφιστούσε την προσοχή του γκενσέκ στη σημασία της υπόθεσης και του ζητούσε να της αφιερώσει βαθιά σκέψη. Ο Λένιν δεν έχει ανησυχήσει απ’ τα συγκεκριμένα γεγονότα, απ’ τις μεθόδους που χρησιμοποιούνταν για την εκτέλεση του σχεδίου που ήδη είχε ξεκινήσει. Η διαφωνία των Γεωργιανών δεν τον ενδιαφέρει ακόμη καθεαυτή, και παρά τις συχνές του συζητήσεις μ’ όλους τους πρωταγωνιστές της υπόθεσης, μένει η εντύπωση ότι συνεχίζει μάλλον να δίνει πίστη στις πληροφορίες που του παρέχει ο Στάλιν κι ο φίλος του Ορτζονικίτζε. Έχουμε συμπληρωματικές αποδείξεις απ’ τον επόμενο μήνα. Στην επιστολή του ο Λένιν μιλά για τον Μντιβάνι σαν κάποιον «που υποπτεύονται ότι είναι ένας νεζαβίσιμετς» δηλαδή ένας εθνικιστής με ταπεινωτική έννοια, δε συμμερίζεται όμως τυπικά ο ίδιος αυτή την κατηγορία, και από μια άλλη πλευρά βρίσκει τον Στάλιν «κάπως πολύ βιαστικό»9. Είναι λοιπόν από λόγους αρχής κι όχι απ’ τα πράγματα που ο Λένιν κατέληξε να απορρίψει το σχέδιο της αυτονόμησης και να προτείνει μια διαφορετική λύση. Πρέπει να φθάσουμε, λέει, σε «μια Ομοσπονδία Δημοκρατιών που να απολαμβάνουν ίσα δικαιώματα» Για να εξασφαλίσει καλύτερα αυτή την ισότητα, διαγράφει από το σχέδιο του Στάλιν την παράγραφο που αναφερόταν στην προσχώρηση των Δημοκρατιών στην ΡΟΣΣΔ και στη θέση της προτείνει μια «τυπική ένωση με τη ΡΟΣΣΔ μέσα σε μια Ένωση των σοβιετικών Δημοκρατιών της Ευρώπης και της Ασίας».

Η ρωσική κυβέρνηση δε θά ‘ναι και κυβέρνηση της Ένωσης. Ο Λένιν πρότεινε τη δημιουργία μιας ομοσπονδιακής εκτελεστικής επιτροπής της Ένωσης των σοβιετικών Δημοκρατιών καθώς κι ένα ομοσπονδιακό Σοβναρκόμ, νέο όργανο που θα έθετε κάτω απ’ την εξουσία του την ιδιαίτερη κυβέρνηση της Ρωσίας. Έτσι γεννήθηκε το σχέδιο που σύντομα θα πάρει το όνομα της Ε.Σ.Σ.Δ. Μετά την επιστολή του προς τον Κάμενεφ που έπρεπε να κοινοποιηθεί επίσης στα άλλα μέλη του πολιτικού Γραφείου, ο Λένιν από το εξοχικό του σπίτι στο Γκόρκι παρακολουθεί πλέον προσεκτικά την εξέλιξη της υπόθεσης. Στις 29 Σεπτέμβρη, δέχεται τον Ορτζονικίτζε και την επομένη συναντά τους Γεωργιανούς τσεκίστι: τον Οκουντζάβα, τον Ντουμπάτζε και τον Μινάτζε που στάλθηκαν εσπευσμένα στη Μόσχα απ’ τους Γεωργιανούς. Είναι πιθανό ότι ο Λένιν διέψευσε τις ελπίδες τους, τουλάχιστον όμως τους άκουσε.

Σ’ όλο αυτό το διάστημα ο Στάλιν φέρεται πραγματικά σαν να βιάζεται. Βέβαιος για την ορθότητα της άποψής του και αποφασισμένος να δημιουργήσει τετελεσμένο γεγονός, χωρίς να περιμένει τη συμβουλή του Λένιν κοινοποιεί τα αποτελέσματα των εργασιών της επιτροπής του, σ’ όλα τα μέλη της κεντρικής επιτροπής, σαν υλικό της προσεχούς τους συνεδρίασης που είχε προγραμματιστεί για τις 6 Οκτώβρη. Η επιστολή του Λένιν που περιείχε ένα σχέδιο ένωσης των σοβιετικών Δημοκρατιών της Ευρώπης και της Ασίας δεν ήταν για τον Στάλιν παρά μια ανώφελη ανάμειξη του «γέρου» σ’ έναν τομέα όπου αυτός ως επίτροπος του Λαού για τις Εθνότητες είχε κερδίσει μεγάλη υπόληψη και εγγυόταν μια απρόσκοπτη πορεία των υποθέσεων που δεν ήταν δυνατόν να θέλουν να την ανατρέπουν διαρκώς οι Γεωργιανοί ταραξίες. Η επέμβαση του Λένιν εξόργισε τον Στάλιν, δεν τον εντυπωσίασε όμως. Σε μια απ’ τις συνεδριάσεις του πολιτικού Γραφείου ενδεχομένως, ο Στάλιν κι ο Κάμενεφ αντάλλαξαν δυο σύντομα σημειώματα για το ζήτημα του υπομνήματος του Λένιν.

Το σημείωμα του Κάμενεφ: «Ο Ίλιτς αρχίζει εκστρατεία για την υπεράσπιση της ανεξαρτησίας».

Η απάντηση του Στάλιν: «Νομίζω ότι πρέπει να δείξουμε επιμονή απέναντι στον Λένιν»10.

Αυτό έκανε τώρα, εγκαταλείποντας τη συνηθισμένη του επιφυλακτικότητα. Κοινοποιώντας το κείμενο του Λένιν στα μέλη του πολιτικού Γραφείου επισυνάπτει στις 27 Σεπτέμβρη μια επιστολή όπου δεν έκρυβε την άποψή του και κατηγορούσε ρητά τον ηγέτη του Σοβναρκόμ για «εθνικό φιλελευθερισμό» που δεν παράλειπε να ενθαρρύνει τις χωριστικές τάσεις. Αναφέρουμε ένα απόσπασμα απ’ αυτή την επιστολή που διαθέτουμε ένα τμήμα της:

«Παράγραφος 2: Η τροποποίηση που έκανε ο Λένιν στην παράγραφο 2 για τη δημιουργία μιας κεντρικής εκτελεστικής Επιτροπής της Ομοσπονδίας δίπλα σ’ αυτή της ΡΟΣΣΔ είναι κατά τη γνώμη μου απαράδεκτη. Η συνύπαρξη στη Μόσχα των δυο εκτελεστικών κεντρικών επιτροπών απ’ τις οποίες η μια θα είναι αναμφίβολα η βουλή των Λόρδων κι η άλλη η βουλή των κοινοτήτων, θα προκαλούσε προστριβές και συγκρούσεις. (...)

Παράγραφος 4. Σχετικά με την παράγραφο 4, κατά τη γνώμη μου, ο σύντροφος Λένιν είναι ‘‘κάπως πολύ βιαστικός’’, όταν ζητά τη συγχώνευση των Επιτροπάτων για τα Οικονομικά, για την τροφοδοσία, για την Εργασία και τη Δημόσια οικονομία με τα ομοσπονδιακά Επιτροπάτα. Αυτή η βιασύνη, χωρίς αμφιβολία, θα χρησιμοποιηθεί απ’ τους ‘‘ανεξάρτητους’’ σε βάρος του εθνικού φιλελευθερισμού του Λένιν.

Παράγραφος 5. Η τροπολογία που προτείνει ο Λένιν στην παράγραφο 5 είναι κατά τη γνώμη μου περιττή»11.

Ο Στάλιν ανταποδίδει στον Λένιν μια, μια τις κατηγορίες καταφεύγοντας στα εύκολα επιχειρήματα και τη δημαγωγία.

Η κατηγορία για υπερβολική βιασύνη, που διατύπωσε ο Λένιν, αρκετά μετριοπαθής σε τελική ανάλυση, στρέφεται τώρα εναντίον του, απ’ τον Στάλιν που μάλιστα προσθέτει μια καταδίκη αρχών με τον «εθνικό φιλελευθερισμό» που του καταλογίζει. Δε σταματά όμως εδώ. Προλαμβάνοντας τις αντεπιθέσεις του Λένιν τον καθιστά υπεύθυνο για εσπευσμένο συγκεντρωτισμό που είναι το ακριβώς αντίθετο του υποτιθέμενου «εθνικού φιλελευθερισμού». Κατά κάποιο τρόπο ολόκληρος ο Στάλιν βρίσκεται μέσα σ’ αυτή την επιστολή. Στον τρόπο που επιχειρηματολογεί βλέπουμε ότι γι’ αυτόν η τακτική μέτραγε πάνω από κάθε άλλη σκέψη. Με την ίδια ευκολία, δε θεώρησε αναγκαίο να υποστηρίξει πάνω από μια μέρα απόψεις που πριν τις υπεράσπιζε σ’ ένα τόσο οξύ τόνο. Μόλις αντιλήφθηκε ότι μειοψηφούσε στην Κεντρική Επιτροπή, υποχώρησε σ’ όλα τα σημεία και τροποποίησε ο ίδιος το σχέδιο της αυτονόμησης σε σχέδιο της Ένωσης, στο πνεύμα των υποδείξεων του Λένιν. Το νέο κείμενο με τις υπογραφές του Στάλιν, του Μολότοφ, του Ορτζονικίτζε και του Μιάσνικοφ, στάλθηκε στα μέλη της κεντρικής Επιτροπής χωρίς να επισημαίνονται οι διαφορές με το προηγούμενο σχέδιο. Οι συντάκτες του τόμου 45 των Απάντων του Λένιν λένε ότι αυτές οι διαφορές «αποσιωπήθηκαν». Η εισαγωγή στο νέο σχέδιο διατεινόταν με απάθεια ότι επρόκειτο απλώς για μια «ελαφρή τροποποιημένη, και πιο ακριβή διατύπωση» απ’ αυτήν του Οργκμπυρό η οποία ήταν «ορθή κατά βάση και πλατιά αποδεκτή»12.

Δε γνωρίζουμε αν ο Λένιν διάβασε την κριτική επιστολή του Στάλιν ή το προοίμιο του σχεδίου που αναδιαμόρφωσε ο γκενσέκ. Ούτε πήρε μέρος στην σύνοδο της κεντρικής επιτροπής που στις 6 Οκτώβρη ενέκρινε τη νέα μορφή του σχεδίου απόφασης. Κατά περίεργο όμως τρόπο, με μια παρόρμηση που δε γνωρίζουμε την άμεση αιτία της διαβίβασε στον Κάμενεφ ένα μικρό σημείωμα που δε δημοσιεύτηκε παρά δεκαπέντε χρόνια αργότερα. Όχι χωρίς κάποιο χιούμορ ο Λένιν αναφωνεί:

«Σύντροφε Κάμενεφ! Κηρύσσω πόλεμο ζωής και θανάτου στο μεγαλορωσικό σωβινισμό. Μόλις απαλλαγώ από το καταραμένο δόντι θα τον φάω με όλα τα υπόλοιπά μου δόντια13.

Πρέπει οπωσδήποτε ένας Ρώσος, ένας Ουκρανός, ένας Γεωργιανός κ.λ.π. να προεδρεύουν διαδοχικά στην Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή της Ένωσης.

Οπωσδήποτε!

Δικός σας Λένιν».14

Χάρη στην αυθεντία του Λένιν, που όλοι έδειχναν να αποδέχονται τις αντιλήψεις του, η Κεντρική επιτροπή υιοθέτησε το σχέδιο στο σύνολό του και εμπιστεύτηκε σε μια νέα επιτροπή τη φροντίδα για μια πιο λεπτομερή εισήγηση προς την επομένη σύνοδο. Ο Μντιβάνι που ήταν παρών δεν έφερε αντίρρηση, ζήτησε όμως να δεχτούν στην Ένωση τη Γεωργία όπως και την Ουρανία και τη Λευκορωσία ως ισότιμο μέλος κι όχι μέσω μιας Ομοσπονδίας της Υπερκαυκασίας όπως συνέχιζαν να υποστηρίζουν ο Ορτζονικίτζε κι ο Στάλιν. Η Κεντρική Επιτροπή παρέκαμψε τη διαφωνία χωρίς να αναρωτηθεί πώς συμβιβαζόταν η Ομοσπονδία της Υπερκαυκασίας με το πλαίσιο του νέου σχεδίου απόφασης. Επρόκειτο στην πραγματικότητα για την επιδίωξη μιας προσωπικής εκδίκησης στην οποία ο Στάλιν κι ο Ορτζονικίτζε είχαν επενδύσει όλο το κύρος τους: Αυτοί οι δυο Γεωργιανοί ήθελαν να δικαιωθούν ενάντια σ’ άλλους Γεωργιανούς, και η σιωπή του Λένιν σ’ αυτό το ιδιαίτερο ζήτημα δεν μπορούσε παρά να τους ενθαρρύνει. Οι Γεωργιανοί διαμαρτυρήθηκαν ακόμα μια φορά στη Μόσχα ενάντια στην Ομοσπονδία της Υπερκαυκασίας, και επέσυραν μια σκληρή απάντηση του Στάλιν που δήλωνε ότι η Κεντρική Επιτροπή είχε απορρίψει ομόφωνα τη διαμαρτυρία τους15. Ένα νέο κύμα πιο βίαιων διαμαρτυριών ξεπήδησε τότε από παράνομες ή και δημόσιες συγκεντρώσεις στις οποίες οι Γεωργιανοί δεν έπαυαν να διακηρύσσουν και να επιβεβαιώνουν την ανεξαρτησία τους.

Ο Ορτζονικίτζε έβαλε μπρος τα μεγάλα μέσα. Εκμεταλλευόμενος, όπως συνήθως την πολιτική κάλυψη της Γραμματείας στη Μόσχα, απομάκρυνε απ’ τη Γεωργία τα μέλη της Κεντρικής επιτροπής αυτής της Δημοκρατίας, με εντολές μέσω της κομματικής οδού, να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους και να τεθούν στη διάθεση της Κεντρικής Επιτροπής στη Μόσχα16. Όταν υπέβαλαν την αναφορά τους οι τρεις απεσταλμένοι αυτής της Δημοκρατίας, αφού επέστρεψαν από την πρωτεύουσα όπου είχαν παρακολουθήσει την πορεία της υπόθεσης εκ μέρους της γεωργιανής κεντρικής επιτροπής, αυτή επικύρωσε με μεγάλη πλειοψηφία την απαίτησή της να συμμετάσχει απ’ ευθείας στην Ένωση. Την ίδια ώρα ο Μαχαράτζε κι ο Τσιντσάντζε έστελναν επείγουσες προσωπικές επιστολές στον Μπουχάριν και τον Κάμενεφ με την ελπίδα να παρακάμψουν έτσι τη δράση του Στάλιν. Δεν άργησαν όμως να απογοητευτούν: Οι δυο νέοι συνομιλητές τους μίλαγαν την ίδια γλώσσα με τη Γραμματεία: απαντούσαν με νέες κατηγορίες για εθνικισμό, και επέμεναν στην τήρηση της πειθαρχίας.

Τους περίμενε όμως μια ακόμα πιο πικρή διάψευση. Μόλις ο Μπουχάριν διαβίβασε τη διαμαρτυρία τους στον Λένιν, αυτός που δεν έβλεπε ακόμη την αντίφαση ανάμεσα στις «ενωσιακές» του αρχές, την απόφασή του να πολεμήσει τον μεγαλορωσικό σωβινισμό, και στην πολιτική που εφαρμοζόταν απέναντι στη Γεωργία, απάντησε μ’ ένα παγερό και οξύ τηλεγράφημα.

«21/10/22 Τμπιλίσι (Τιφλίδα), προς την Κ.Ε. του Κ.Κ.Γ., Τσιντσάντζε και Καβταράντζε (αντίγραφα στο μέλος της Κεντρικής επιτροπής Ορζονικίτζε και στο Γραμματέα του Ζακκραϊκόμ Οραχελασβίλι):

Μένω έκπληκτος απ’ τον άπρεπο τόνο του σημειώματος που στάλθηκε τηλεφωνικά με την υπογραφή του Τσιντσάντζε και άλλων, και που μου το διαβίβασε -ποιος ξέρει γιατί- ο Μπουχάριν και όχι κάποιος απ’ τους γραμματείς της Κεντρικής επιτροπής. Ήμουν πεισμένος ότι όλες οι διχογνωμίες είχαν εξαντληθεί απ’ τις αποφάσεις της Ολομέλειας της Κεντρικής επιτροπής, με την έμμεση δική μου συμμετοχή και την άμεση συμμετοχή του Μντιβάνι. Να γιατί καταδικάζω αποφασιστικά τις λοιδωρίες που απευθύνονται στον Ορτζονικίτζε και επιμένω να μεταφέρετε τη διαφωνία σας σ’ ένα τόνο ήπιο και νόμιμο ώστε να την κρίνει οριστικά η Γραμματεία της Κ.Ε. του ΚΚΡ προς την οποία διαβιβάζω τη δήλωσή σας με άμεση τηλεφωνική επικοινωνία.

Υπογραφή: Λένιν»17.

Ο Λένιν ήταν επομένως τόσο σίγουρος για την αξία των πληροφοριών του πάνω στην υπόθεση, που ανέθετε τη διαμαρτυρία κατά του Ορτζονικίτζε και του Στάλιν στα χέρια... του Στάλιν!

Χάνοντας πια την υπομονή τους, έχοντας απελπιστεί ότι θα βρουν δικαιοσύνη στη Μόσχα, εξαγριωμένοι απ’ τις «εκτοπίσεις» που είχε διατάξει ο Ορτζονικίτζε, οι Γεωργιανοί τσεκίστι εξαναγκάστηκαν σε μια χειρονομία χωρίς προηγούμενο: Στις 22 Οκτώβρη υπέβαλαν ομαδική παραίτηση18. Ο Ορτζονικίτζε, δεν περίμενε παρά αυτή την ευκαιρία. Το Ζακκραϊκόμ διόρισε αμέσως μια νέα κεντρική επιτροπή αποτελούμενη από νέους ανθρώπους, που ήταν αναρμόδιοι και υπάκουαν και αποδέχτηκαν χωρίς να διστάσουν την Ομοσπονδία. Η Γραμματεία της Μόσχας έσπευσε να αποδεχτεί την παραίτηση των παλιών τσεκίστι και τους νέους διορισμούς. Το ζήτημα εντούτοις δεν είχε λήξει ακόμα. Τα μέλη της κεντρικής επιτροπής που παραιτήθηκαν δεν είχαν εγκαταλείψει τον αγώνα. Η αλλαγή του οργάνου δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να υπογραμμίζει την αντιδημοτικότητα του Ορτζονικίτζε μέσα στη γενέθλια χώρα του. Αυτό το γεγονός τον εξόργιζε ιδιαίτερα, όσο τα συγκεκριμένα μέτρα πραγματοποίησης της Ομοσπονδίας προχωρούσαν κατά τη γνώμη του πολύ αργά, καθώς σαμποτάρονταν απ’ τους υποστηριχτές της γεωργιανής ανεξαρτησίας. Τα επεισόδια, οι μηχανορραφίες, οι διαμαρτυρίες πολλαπλασιάζονταν στη Μόσχα.

Κατά τη διάρκεια μιας απ’ αυτές τις αντιπαραθέσεις, ο Ορτζονικίτζε δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα νεύρα του, χτύπησε ένα άλλο μέλος του κόμματος, ομοϊδεάτη του Μντιβάνι. Αυτό έγινε σε μια ανεπίσημη συνεδρίαση στο σπίτι του Ορτζονικίτζε. Ο Ρίκοφ, συνεργάτης του Λένιν και μέλος του πολιτικού Γραφείου ήταν παρών19. Ο «παράφορος Σέργκο» (Ορτζονικίτζε) νόμιζε ότι ήταν άτρωτος. Αυτή τη φορά όμως δεν ήταν δυνατό να αγνοηθούν η διαμαρτυρία εναντίον του και η αίτηση να ανοιχτεί έρευνα που έφτασαν στη Μόσχα με την υπογραφή του Μαχαράτζε και άλλων προσωπικοτήτων20. Αμετάπειστοι στην υπεράσπιση της «ορθής κατά βάση γραμμής του Ζακκραϊκόμ» και μαστιγώνοντας τις «ουσιαστικά εσφαλμένες θέσεις» της γεωργιανής κεντρικής Επιτροπής την οποία χαρακτηρίζουν στο σχόλιό τους με το όνομα «ομάδα του Μντιβάνι», οι επιμελητές, της τελευταίας έκδοσης των Απάντων του Λένιν, απαριθμούν ωστόσο μια εντυπωσιακή σειρά «λαθών που διέπραξε ο Ορτζονικίτζε»: «Δεν έδειξε ευλυγισία και σύνεση στην καθοδήγηση της εθνικής πολιτικής του κόμματος στην Γεωργία, υπέκυψε σε διοικητικές μεθόδους, πήρε πολύ γρήγορα ορισμένα μέτρα, δεν έλαβε πάντα υπ’ όψη του τις απόψεις και τα δικαιώματα της κεντρικής επιτροπής του κομουνιστικού κόμματος της Γεωργίας. Δεν έδειξε καν τον απαραίτητο αυτοέλεγχο στις σχέσεις του με την ομάδα του Μντιβάνι»21.

Ο Λένιν τότε αρχίζει να ανησυχεί. Αυτό που τον τάραξε ξαφνικά θά ‘ταν μια επιστολή του Γεωργιανού Οκουτζάβα, παραιτημένου τσεκίστ, που κατηγορούσε τον Ορτζονικίτζε ότι είχε ξεστομίσει απειλές κατά των κομουνιστών της Γεωργίας22. Όταν το πολιτικό Γραφείο του γνωστοποίησε τα ονόματα των μελών της επιτροπής έρευνας που έστειλε η Γραμματεία στη Γεωργία για να αποκαταστήσουν την ειρήνη μέσα στο κόμμα, και του ζητήθηκε η ψήφος, ο Λένιν όπως διαβάζουμε στο «Ημερολόγιο»* στις 14 Νοέμβρη, προτίμησε ν’ απέχει. Δεν ξέρουμε αν σκόπευε έτσι να εκφράσει μια αμφιβολία για την αμεροληψία της επιτροπής της οποίας τα τρία μέλη - Ντζερτζίνσκι, Λογόφσκι, και Καπσούκας-Μιτσκεβίτσιους - είχαν προταθεί απ’ τον Στάλιν, είναι όμως τουλάχιστο σίγουρο ότι δυσπιστούσε πλέον για τις πρώτες ενημερώσεις και αναζητούσε άλλες πηγές ώστε να σχηματίσει άποψη για τα συμβαίνοντα. Ο Ρίκοφ έφτασε στη Γεωργία είτε σταλμένος απ’ τον Λένιν, είτε γι’ άλλους λόγους. Το βέβαιο είναι ότι θα παρακολουθούσε την υπόθεση κι ο ίδιος και θα ανέφερε στον Λένιν. Αυτός περιμένει με ανυπομονησία που μεγαλώνει καθημερινά την επιστροφή της επιτροπής και του Ρίκοφ. Οι γραμματείς σημειώνουν πιστά μέσα στο «Ημερολόγιο» τις αδιάκοπες ερωτήσεις του για τα δρομολόγια της επιστροφής.

...

Ο Ρίκοφ επέστρεψε επιτέλους απ’ τη Γεωργία και έκανε την αναφορά του στον Λένιν στις 9 Δεκέμβρη 192223. Το «Ημερολόγιο» απλώς αναφέρει αυτή τη συνάντηση και δε γνωρίζουμε τι είπε ο Ρίκοφ. Ο Ντζερτζίνσκι επέστρεψε κι αυτός τρεις μέρες αργότερα, κι ο Λένιν γύρισε απ’ το Γκόρκι στη Μόσχα για να συζητήσει μαζί του. Η έρευνα του Ντζερζίνσκι φυσικά είχε γίνει στο πνεύμα των εξηγήσεων που είχαν δοθεί προηγουμένως απ’ τη Γραμματεία. Ο Ορτζονίκιτζε ήταν αθώος κι όλα τα σφάλματα που είχαν γίνει οφείλονταν για μια ακόμα φορά σ’ αυτούς που παρέκκλιναν επικίνδυνα απ’ την κομματική γραμμή. Αυτή όμως τη φορά ήταν σ’ εγρήγορση η προσοχή του Λένιν και προαισθανόταν κάποιο ψέμα κάτω απ’ τις κενολογίες της επίσημης θέσης. Τον εντυπωσίασαν ιδιαίτερα δυο γεγονότα που ο Ντζερτζίνσκι δεν μπορούσε να του αποκρύψει: η επιτροπή είχε πάρει την απόφαση να ανακαλέσει στη Μόσχα τους ηγέτες της παλιάς γεωργιανής κεντρικής επιτροπής - που είχαν όλο το άδικο. Η δεύτερη αποκάλυψη ήταν ότι ο Ορτζονίκιτζε εκνευρισμένος έφτασε να χτυπήσει έναν πολιτικό του αντίπαλο μέλος του κόμματος. Η Φότιεβα** διηγείται και το επιβεβαιώνει ο ίδιος ο Λένιν ότι η εξιστόρηση του Ντζερζίνσκι τον «τάραξε πολύ»24. Η ανάγνωση του «Ημερολογίου» μας δείχνει πόσο απασχόλησε αυτό το επεισόδιο τον Λένιν σ’ όλη τη διάρκεια της αρρώστιας του.

Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί μήπως ήταν λίγο γελοίο Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί μήπως ήταν λίγο γελοίο να δοθεί τέτοια σημασία, σε μια έκφραση οργής ενός ηγέτη του κόμματος αφοσιωμένου στη δυσχερή εκτέλεση της πολιτικής που του είχαν προσδιορίσει μέσα σε μια χώρα η οποία χτες ακόμη ήταν βυθισμένη στην αιματοχυσία και το λιμό. Το Ίδιο θα σκέφτονταν οι συμπολεμιστές και συνεργάτες του Ορτζονίκιτζε στη Γραμματεία. Για τον Λένιν όμως, η εικόνα ενός κομουνιστή κυβερνήτη που συμπεριφέρεται σαν σατράπης σε κατακτημένη χώρα, ήταν ένα δείγμα, ένα ανησυχητικό σύμπτωμα, της ασθένειας που είχε προσβάλλει ολόκληρο το πολιτικό σώμα και των καταστροφών που μπορούσε ακόμη να προκαλέσει. Οι περιπλοκές της γεωργιανής υπόθεσης του παρουσιάστηκαν ξαφνικά κάτω από διαφορετικό φως. Στις 30 Δεκέμβρη έγραψε: «Αν τα πράγματα έφτασαν εκεί, μπορούμε να φανταστούμε σε τι βούρκο έχουμε πέσει». Η συζήτηση με τον Ντζερζίνσκι είχε ολέθριες συνέπειες στην αρρώστια του Λένιν και επιτάχυνε οπωσδήποτε την κρίση. Η νύχτα θά ‘ταν ταραγμένη. Το πρωί της 13 Δεκέμβρη δυο σοβαρές προσβολές υποχρέωσαν τον Λένιν να εγκαταλείψει εντελώς κάθε απασχόληση.

...

Η «διαθήκη» του Λένιν για το εθνικό ζήτημα στην ΕΣΣΔ

Οι σημειώσεις που ο Λένιν άρχιζε να υπαγορεύει στις 23 Δεκέμβρη [«διαθήκη»] είχαν σκοπό, όπως δηλώνει ο ίδιος απ’ την πρώτη γραμμή, να προτείνουν στο προσεχές συνέδριο του κόμματος την ολοκλήρωση «μιας σειράς αλλαγών στο πολιτικό μας σύστημα»25.

...

Στις 30 και 31 Δεκέμβρη ο Λένιν υπαγόρευσε τις σημειώσεις, για το εθνικό ζήτημα και την αυτονόμηση, τα προβλήματα δηλαδή που τον απασχόλησαν σύμφωνα με το σχέδιο εργασίας, μια εβδομάδα μετά την έναρξη των υπαγορεύσεων.

Αυτό το κείμενο είναι από τα σημαντικότερα της «διαθήκης» και αναμφισβήτητα το πιο χαρακτηριστικό εφόσον μας επιτρέπει να υπολογίσουμε το βάθος της κρίσης που πέρναγε ο Λένιν σ’ αυτή τη περίοδο, καθώς και την πνευματική του εντιμότητα, την πολιτική του τόλμη. Είναι μάλιστα λογικό να σκεφτούμε ότι το άγχος που του προκαλούσαν οι δημόσιες υποθέσεις ήταν τέτοιο που επιτάχυνε τις υποτροπές της αρρώστιας του. Οι απόψεις του γύρω απ’ το εθνικό ζήτημα αρχίζουν με μια αυτοκριτική: «Καθώς φαίνεται είμαι υπεύθυνος απέναντι στους εργάτες της Ρωσίας που η παρέμβασή μου δεν ήταν αρκετά αυστηρή και ενεργητική στο περίφημο πρόβλημα της αυτονόμησης που αν δεν κάνω λάθος επίσημα ονομάζεται, το πρόβλημα της Ένωσης των σοσιαλιστικών σοβιετικών Δημοκρατιών»26. Ακολουθεί μια μακρά προσωπική δικαιολόγηση, ιδιαίτερα απ’ τις περιστάσεις της αρρώστιας, και κατόπιν η περιγραφή του αποκαλυπτικού χαρακτήρα της εισήγησης του Ντζερζίνσκι: η βία του Ορτζονικίτζε ήταν λοιπόν σε τέτοιο βαθμό ασυγκράτητη ώστε μπόρεσε να χτυπήσει έναν κομουνιστή επειδή διαφώνησε! «Σε τι βούρκο έχουμε πέσει!» Επειδή γνώριζε τη Ρωσία, τη γραφειοκρατία της, «ελάχιστα επηρεασμένη απ’ το σοβιετικό πνεύμα», επειδή γνώριζε ιδίως το χαρακτήρα «αυτού του αληθινού Ρώσου, αυτού του μεγαλορώσου σωβινιστή, του μοχθηρού και επιθετικού, τυπικού Ρώσου γραφειοκράτη» ο Λένιν μπόρεσε να αντιληφθεί ότι το καθεστώς δεν είχε κάνει ό,τι έπρεπε για να υπερασπίσει τα μικρότερα έθνη από την εισβολή των χωροφυλάκων, των Ρώσων ντζερζίμορντι. Η κριτική όμως πάει μακρύτερα: οι ένοχοι δεν είναι αποκλειστικά αυτόμολοι του παλιού καταπιεστικού μηχανισμού όπως σκεφτόταν στην αρχή. Το ίδιο το σοβιετικό καθεστώς, οι ανώτεροι ηγέτες του κόμματος συμπεριφέρονταν σαν πραγματικοί ιμπεριαλιστές, έστω και σε λεπτομέρειες. Ο Λένιν γνώριζε καλά και δε φοβόταν να το πει ότι αυτή η κατάσταση που έκπληκτος ανακάλυπτε εξουδετέρωνε «όλη την ειλικρίνεια των αρχών τους, όλη την υπεράσπιση της αρχής να αγωνίζονται ενάντια στον ιμπεριαλισμό» που διακήρυττε το κόμμα. Αυτό ήταν πιο σοβαρό καθώς ακριβώς «η μέρα που έρχεται, θά ‘ναι ακριβώς μια μέρα όπου οι καταπιεσμένοι απ’ τον ιμπεριαλισμό λαοί θα ξυπνήσουν οριστικά, και θ’ αρχίσει ένας αποφασιστικός και δύσκολος αγώνας για την απελευθέρωσή τους». Ήταν ανώφελο να προσθέσει ότι η σοσιαλιστική και επαναστατική αξιοπιστία του κόμματος είχε βαθιά κλονιστεί απ’ τις συμπεριφορές που ο Λένιν από τότε δεν έπαψε να στιγματίζει.

Κατά τον Λένιν, οι ηγέτες του κόμματος δεν είχαν κατανοήσει ούτε τη βασική αρχή που θά ‘πρεπε να τους οδηγεί ώστε να δώσουν με διεθνιστικό πνεύμα μια λύση στο πρόβλημα των εθνοτήτων. Το προλεταριάτο έπρεπε για το δικό του συμφέρον να κερδίσει την εμπιστοσύνη των όμορων Δημοκρατιών. Αυτοί είναι τελείως δύσπιστοι προς το μεγαλύτερο έθνος που τους έχει προκαλέσει τις πιο αιματηρές πληγές και τόσες επανειλημμένες αδικίες. Αν λοιπόν το μεγάλο έθνος αρκείται να διακηρύττει μια απλή τυπική ισότητα, η στάση του αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί αστική. Για να επαναρθώσει τις αδικίες που διαπράχθηκαν σε βάρος των μικρών εθνών, το μεγάλο έθνος των παλιών καταπιεστών είναι υποχρεωμένο να αποδέχεται μια ανισότητα σε βάρος του, να πραγματοποιεί ένα είδος αυτο-διάκρισης για να αντισταθμίζει την ανισότητα που συνεχίζει εκ των πραγμάτων να υπάρχει σε βάρος των μικρών εθνών. Πρέπει να επιμείνει σε φιλοφροσύνη, συμβιβασμούς και μέτρα που σκοπεύουν να ωφελήσουν τους μικρούς λαούς. Δεν ήταν παρόμοια η πολιτική του Στάλιν, του Ορτζονικίτζε και του Ντζερζίνσκι. Ο Λένιν τους καταδικάζει με τόσο αυστηρούς όρους ώστε δε μένει καμιά αμφιβολία για τη βαθιά πολιτική του εχθρότητα προς αυτούς και τους ομοίους-τους. Ο Στάλιν κατηγορείται για τη μοιραία σπουδή του, για την αθέμιτη οργή του κατά του υποτιθέμενου «σοσιαλεθνικισμού». Ο Ντζερζίνσκι κράτησε αυτή την αληθινά ρώσικη στάση που χαρακτηρίζει τους εκρωσισθέντες αλλοεθνείς. Σαν υπεύθυνος μιας επιτροπής ερεύνης, επέδειξε μια ασυγχώρητη μεροληψία, και οι εργασίες της επιτροπής του πρέπει να θεωρηθούν άχρηστες και να επαναληφθούν «ώστε να διορθωθεί αυτός ο τεράστιος αριθμός ανωμαλιών και προκατασκευασμένων κρίσεων που δίχως αμφιβολία περιέχει». Ο Λένιν κατηγορεί ανοιχτά τον Ορτζονικίτζε και τον Στάλιν ότι ενήργησαν σαν αγροίκοι μεγαλορώσοι, ότι παραβίασαν τους κανόνες του προλεταριακού διεθνισμού και βούλιαξαν σε μια στάση ιμπεριαλιστή. Απαιτεί συνεπώς «παραδειγματική ποινή» για τον Ορτζονικίτζε - κατά τον Τρότσκι επρόκειτο για αποκλεισμό από το κόμμα τουλάχιστον προσωρινά - και μια επίσημη κατηγορία του Στάλιν και του Νεζερζίνσκι, σαν πολιτικά υπεθύνων σ’ αυτή την υπόθεση. Την ίδια στιγμή, ανταποδίδει στους κατηγόρους του την κατηγορία της «παρέκκλισης». Αναγνωρίζει ότι όλη η επιχείρηση της αυτονόμησης «ήταν ίσως στην ουσία άδικη και ανώριμη», αποδέχεται τη διατήρηση της Ένωσης έτοιμος όμως αν η εμπειρία δείξει ότι έτσι πρέπει, να υποχωρήσει και να μην αφήσει απ’ την Ένωση παρά μόνο τη συγχώνευση της εξωτερικής πολιτικής και της άμυνας ενώ θά ‘πρεπε «σ’ όλους τους άλλους τομείς να επανασυστήσουν την απόλυτη ανεξαρτησία των παλιών Λαϊκών Επιτροπάτων», δηλαδή ήδη στο προσεχές συνέδριο των Σοβιέτ να επανέλθουν στις σχέσεις που διατηρούνταν προηγουμένως. Είναι λογικό να υποθέσουμε, όπως κάνει ο αμερικανός ιστορικός Παίπς ότι αν ο Λένιν δεν αποσυρόταν οριστικά το Μάρτη «η τελική μορφή της Σοβιετικής Ένωσης θά ‘ταν διαφορετική απ’ αυτή που της έδωσε εκ των υστέρων ο Στάλιν»27.

Μπορούμε να διατυπώσουμε μια αντίστοιχη υπόθεση σχετικά με το σύνολο των δομών του σοβιετικού καθεστώτος. Προς το παρόν ας σημειώσουμε ότι ο Λένιν υπαγόρευε αυτές τις σκέψεις πάνω στην αυτονόμηση τη στιγμή ακριβώς της έναρξης του συνεδρίου των Σοβιέτ που επικύρωσε την αμφισβητούμενη αυτή λύση. Η Φότιεβα πιστοποιεί ότι αυτό δεν ήταν τυχαίο, διότι ο Λένιν «αισθανόταν την ανηχυσία του να μεγαλώνει αν θα δοθεί ορθή λύση στο εθνικό πρόβλημα»28. Η κριτική της πολιτικής του Στάλιν απέναντι στις εθνότητες και η συμπεριφορά-του προς τους Γεωργιανούς εξηγεί καλά τη μεταστροφή του Λένιν και την κατάληξή-του στην ιδέα να καθαιρεθεί ο Στάλιν. Ο Λένιν είχε σχηματίσει την άποψή του, Από εκείνη τη στιγμή, μόνο υπολογισμοί τακτικής, θα τον καθοδηγήσουν στην επιλογή μεθόδων και προθεσμιών για να υπερασπίσει τις καινούριες του ιδέες.

...

Η χαμένη μάχη

Στις 24 του Γενάρη [1923], αφού είχε τελειώσει το άρθρο του για την Εργατική Επιθεώρηση και το είχε στείλει στην Πράβδα, ο Λένιν κάλεσε την Φότιεβα και ζήτησε τους φακέλους της εξεταστικής επιτροπής του Ντζέρζίνσκι, στην Γεωργία. Δεν ήξερε ότι αυτό το ζήτημα θα συζητιόταν άμεσα στο Πολιτικό Γραφείο. Την άλλη μέρα ο Λένιν ρωτάει ξανά αν ο Στόλιν ή ο Ντζέρζίνσκι του έστειλαν τους φακέλους. Εν τω μεταξύ το Πολιτικό Γραφείο με απόφασή του ενέκρινε τα συμπεράσματα της επιτροπής, καταδίκασε άλλη μια φορά τους Γεωργιανούς και απάλλαξε τον Ορτζονικίτζε και τον Στάλιν.

Η επιτροπή υπέβαλε την ιδέα να κληθούν ο Μντιβάνι, ο Μαχαράτζε, ο Τσιντσάντζε κι άλλοι, στη Μόσχα. Η γνώμη αυτή έγινε αποδεκτή, ο Πάιπς μάλιστα υποστηρίζει ότι η εντολή δόθηκε ήδη πριν απ’ τη συνεδρίαση του Γραφείου29.

Η Φότιεβα κατόρθωνε να είναι ενήμερη σ’ ό,τι συνέβαινε στην κορυφή. Βρήκε μάλιστα την ευκαιρία «τυχαία» δήθεν να ενημερώσει τον Λένιν στις 3 Φλεβάρη. Όταν ζήτησε πάλι να της διαβιβασθούν οι φάκελοι, συνάντησε αυτή τη φορά σοβαρή αντίδραση. Ο Ντζέρζίνσκι παραπέμπει τη Φότιεβα στον Στάλιν αλλά ο Στάλιν δε βρίσκεται στη Μόσχα. Τελικά αυτός της αποκαλύπτει ότι δεν μπορεί να της δώσει τους φακέλους πριν το αποφασίσει το Γραφείο. Το αίτημα του Λένιν τον ανησυχεί. Ρωτά τη Φότιεβα για να μάθει αν λέει πολλά στον. Λένιν που σύμφωνα με την επίσημη απόφαση πρέπει να μένει μακριά από οποιαδήποτε πληροφόρηση πάνω στις τρέχουσες υποθέσεις. Η Φότιεβα προφανώς το αρνείται, μεταφέρει όμως όσα ειπώθηκαν στον Λένιν που με ειρωνεία και οργή παρατηρεί: «το εθνικό ζήτημα είναι λοιπόν τρέχουσα υπόθεση;»

Η επιμονή του Λένιν ήταν τόσο μεγάλη ώστε ο Στάλιν δεν μπορούσε να του αρνηθεί το φάκελο χωρίς κάλυψη απ’ το Γραφείο, διότι δεν επρόκειτο βεβαίως για κάποια τρέχουσα υπόθεση. Η Φότιεβα χωρίς να διευκρινίζει τις πηγές της αναφέρει μια ανταλλαγή μηνυμάτων μεταξύ του Κάμενεφ και του Στάλιν κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Γραφείου.

Κάμενεφ: «Εφόσον ο Βλάντιμιρ Ίλιτς επιμένει, πιστεύω ότι θά ‘ταν πολύ χειρότερο να του αρνηθούμε».

Στάλιν: «Δεν ξέρω. Ας κάνει ό,τι νομίζει».

Δεν ήταν αυτή όμως η θέλησή-του, γι’ αυτό και ζήτησε να απαλλαγεί απ’ το καθήκον-του ως υπεύθυνου για την ιατρική παρακολούθηση του Λένιν. Το Γραφείο παρακάμπτει το αίτημα και αποφασίζει να παραδόσει τους φακέλους στον Λένιν χωρίς να αντιλαμβάνεται πραγματικά τι τους χρειαζόταν30.

Ο Λένιν ήθελε απλώς να ελέγξει μόνος-του τα στοιχεία. Γι’ αυτό το σκοπό συγκρότησε μια ανεπίσημη επιτροπή έρευνας, από τον Γκαμπούνοφ, τον αναπληρωτή γραμματέα του στο Σοβναρκόμ και τις γραμματείς του Φότιεβα και Γκλιάσερ.

Τα πρώτα ζητήματα που έπρεπε να μελετήσει αυτή η επιτροπή - άλλα θα ακολουθούσαν καθώς προχωρούσε η μελέτη του φακέλου· ήταν τα ακόλουθα:

«1) Γιατί η παλιά γεωργιανή Κ.Ε. κατηγορήθηκε για παρεκκλίσεις;

2) Τι τους καταλογίζουν σαν παραβίαση της πειθαρχίας;

3) Γιατί το Ζακκραϊκόμ κατηγορήθηκε για πρακτικές καταστολής προς τη γεωργιανή Κ. Ε.;

4) Τα φυσικά μέσα καταπίεσης (η ‘‘βιομηχανική’’).

5) Η γραμμή της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ρ. κατά την απουσία και κατά την παρουσία του Βλάντιμιρ Ιλίτς.

6) Με ποιους ήρθε σ’ επαφή η επιτροπή, - Διερεύνησε τις κατηγορίες μόνο κατά της γεωργιανής Κ.Ε. ή και όσες στρέφονταν κατά του Ζακκραϊκόμ; Μελέτησε την περίπτωση της ‘‘βιομηχανικής’’;

7) Η παρούσα κατάσταση. Η προεκλογική Εκστρατεία, οι μενσεβίκοι, η καταπίεση, η διαμάχη για το εθνικό ζήτημα»31.

Εφοδιασμένοι μ’ αυτές τις υποδείξεις και κάτω απ’ τη διαρκή πίεση του Λένιν οι τρεις γραμματείς άρχισαν να δουλεύουν με την ελπίδα να καταλήξουν σε τρεις βδομάδες. Ο Λένιν πιέζει τη Φότιεβα με συνεχώς ακριβέστερες ερωτήσεις διότι η ανησυχία του αποδεικνύεται συνεχώς πιο αληθινή, και πιο σοβαρή φαίνεται πια η ευθύνη των προσώπων που είχαν αναμιχθεί. Στις 14 του Φλεβάρη, η επιτροπή παίρνει νέες υποδείξεις που μαρτυρούν την πνευματική διαύγεια του Λένιν και την απόφασή-του να μην αφήσει τίποτα στο σκοτάδι:

«Τρία στοιχεία: 1) Δεν επιτρέπεται να χτυπάμε κάποιον. 2) Είναι απαραίτητες οι παραχωρήσεις. 3) Δεν είναι δυνατό να συγκρίνουμε ένα μικρό κράτος μ’ ένα μεγάλο;

Μήπως ο Στάλιν γνώριζε (το επεισόδιο). Γιατί, δεν αντέδρασε;»

Το προσωπικό λάθος έγινε πολιτικό λάθος μεγίστης σοβαρότητος. Διαβάζαμε λίγο πιο κάτω:

«Η ονομασία ‘‘παρεκκλίνοντες’’ για σωβινιστική και μενσεβίκικη παρέκκλιση είναι απόδειξη της ίδιας παρέκκλισης στους βελικοντερζάβνικι».

Αυτός ο όρος που στο εξής συμπεριλαμβάνει με τον ίδιο χαρακτηρισμό όσους επικρίνει ο Λένιν, είναι δύσκολο να μεταφραστεί: αναφέρεται στην έννοια του σωβινισμού του εγωκεντρισμού της μεγάλης δύναμης την έννοια του ιμπεριαλισμού. Ο Λένιν είναι αποφασισμένος να εξαφανίσει αυτή την αντίθετη τάση μέσα στο κόμμα. Κατά κάποιο τρόπο, περνά κι ο ίδιος σε άμεση δράση δίνοντας την ακόλουθη εντολή.

«Εντολή του Βλάντιμιρ Ιλίτς: να αναφέρουμε μπροστά στον Ζολτς ότι [ο Β. Ι.] είναι με το μέρος του ασθενέστερου. Να αφήσουμε να καταλάβει κάποιος απ’ τους θιγόμενους ότι βρίσκεται στο πλευρό τους»32.

Ο Λένιν δηλαδή δε θέλει πια να κρατήσει τίποτα κρυφό ούτε να παραστήσει τον ουδέτερο. Προσπαθεί αντιθέτως να ειδοποιήσει τους ενδιαφερομένους. Μόλις το έμαθε ο Ζολτς, θα ενημέρωσε τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου και πιθανώς τον Στάλιν. Οι Γεωργιανοί πάλι απ’ την πλευρά τους θα πληροφορήθηκαν το νέο από κάποιον υποστηρικτή τους. Θα κυκλοφόρησε λοιπόν το νέο, για την ώρα βέβαια σε κάπως περιορισμένο βαθμό, που αρκούσε όμως για να επιτείνει την προσοχή και στις δυο πλευρές. Στοιχεία, ιδιαίτερα επιβαρυντικά προέκυψαν απ’ το φάκελο. Με κατάπληξη η Φότιεβα έμαθε απ’ τον Ζολτς ότι «Από συντρόφους της Γεωργιανής Κ.Ε. του υποβλήθηκαν υλικά σχετικά με κάθε είδους ενοχλήσεις εις βάρος των Γεωργιανών (υποστηρικτών της παλιάς Κ.Ε. του Κ.Κ.Γ.). Αναφορικά με το επεισόδιο - την προσβολή του Ορτζονικίτζε σε βάρος του Καμπανίτζε - η Κεντρική Επιτροπή Ελέγχου είχε στα χέρια της μια δήλωση του θύματος, που όμως εξαφανίστηκε. Στην ερώτησή μου: ‘‘Πώς εξαφανίστηκε;’’ ο σύντροφος Ζολτς απάντησε: ‘‘Έτσι, εξαφανίστηκε’’. Τίποτα όμως δεν αλλάζει, γιατί η Κ.Ε.Ε. διαθέτει μια αντικειμενική αναφορά του Ρίκοφ, που ήταν παρών σ’ αυτά τα γεγονότα»33. (Χωρίς να χαθούμε σε λεπτομέρειες, θα μπορούσαμε να αμφισβητήσουμε την αντικειμενικότητα του Ρίκοφ που στις 9 Δεκέμβρη, στην αναφορά του στον Λένιν, δεν είπε λέξη για το επεισόδιο που ο Λένιν το πληροφορήθηκε μόλις τρεις μέρες αργότερα από τον ίδιο το Ντζερζίνσκι).

Ο Λένιν παροτρύνει την επιτροπή να βιαστεί. Η κατάσταση της υγείας του είναι αβέβαιη και θέλει με κάθε θυσία να είναι έτοιμος να υποβάλλει στο συνέδριο που πλησιάζει ένα υπόμνημα για το εθνικό ζήτημα. Νέα στοιχεία μπορεί να κάνουν απαραίτητη τη διεύρυνση της έρευνας, ίσως ακόμα και την αποστολή κάποιου επί τόπου, πράγμα που θα απαιτήσει πολύ χρόνο. Οποιαδήποτε καθυστέρηση της επιτροπής, λέει στις 14 Φλεβάρη στη Φότιεβα, μπορεί να την οδηγήσει στην αποτυχία και να του προκαλέσει την πιο έντονη δυσαρέσκεια.

Δεν υπάρχουν σημειώσεις στο «Ημερολόγιο» ανάμεσα στις 14 Φεβρουαρίου και τις 5 Μαρτίου. Ούτε οι συντάκτες των Απάντων δεν προσφέρουν καμιά ένδειξη γι’ αυτές τις τρεις βδομάδες. Είναι πιθανό να μην έγραψε τίποτε ο Λένιν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου και εξάλλου οι γραμματείς του είναι ιδιαίτερα απασχολημένοι με την εργασία τους στην «παράνομη επιτροπή»34. Μας είναι ωστόσο γνωστό ένα γεγονός: στις 3 Μαρτίου αυτή η επιτροπή υπέβαλε τα πορίσματά της35. Αυτό όμως το κείμενο δεν έχει γίνει ακόμα γνωστό.

Γιατί δεν το έχει ακόμη δώσει στη δημοσιότητα το Ινστιτούτο Μαρξισμού Λενινισμού; Μήπως «εξαφανίστηκε» όπως η διαμαρτυρία του Καμπανίτζε; Προς το παρόν δεν ξέρουμε τίποτε.

Εν πάση περιπτώσει τα αποτελέσματα των εργασιών της επιτροπής θα ‘διναν στις δυο τελευταίες παραγωγικές μέρες της ζωής του Λένιν τη μορφή μιας συστηματικής μάχης. Θα μεγάλωσαν την πικρία και το θυμό του Λένιν προς τους συνεργάτες του και θα ενίσχυαν την πεποίθησή του ότι η λυπηρή γεωργιανή υπόθεση δεν ήταν παρά μια ένδειξη ενός προβλήματος πολύ βαθύτερου. Οι δυνάμεις όμως του Λένιν εξασθενούσαν και δε θα του επέτρεπαν να ζήσει για πολύ, με τέτοια ηθική και νευρική ένταση. Η αρρώστια επιδεινώθηκε μοιραία, και κάτω απ’ τη συνδυασμένη επίδραση του δράματος που ζούσε και της αυξανόμενης αρτηριοσκλήρωσης ο Λένιν άρχισε να αισθάνεται πολύ άσχημα36.

Αυτός ήταν αναμφίβολα ο λόγος που τον ανάγκασε χωρίς άλλη καθυστέρηση να καταφέρει στους αντιπάλους του τα χτυπήματα που σχεδίασε ακόμα κι αν ήταν κάπως νωρίς για κάτι τέτοιο. Οι πρώτες τρεις επιθέσεις κατευθύνονταν στον ίδιο στόχο: τον Στάλιν. Κρύβοντας απ’ τους γιατρούς τη βαθιά συγκίνηση που τον κυρίευσε όταν πήρε αυτές τις αποφάσεις, όπως αναφέρει η Φότιεβα, τους είπε ότι επρόκειτο απλά για κάποιες υπηρεσιακές Επιστολές. Κάλεσε την Βολοντίτσεβα το μεσημέρι της 5 Μαρτίου και υπαγόρευσε δυο επιστολές.

Η πρώτη, αυστηρά απόρρητη και γραμμένη σ’ ένα τόνο οικειότητας πολύ σπάνιο για τον Λένιν, απευθυνόταν στον Τρότσκι, και το περιεχόμενο της έπρεπε να του διαβιβαστεί αμέσως απ’ το τηλέφωνο:

«Σας παρακαλώ να αναλάβετε οπωσδήποτε την υπεράσπιση της γεωργιανής υπόθεσης στην Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος. Αυτή η υπόθεση βρίσκεται σήμερα κάτω απ’ την ‘‘παρακολούθηση’’ του Στάλιν και του Ντζερζίνσκι και δεν μπορώ να βασιστώ στην αμεροληψία τους. Το αντίθετο μάλιστα. Αν συμφωνείτε να αναλάβετε την υπεράσπιση θα μπορούσα νά ’μαι σίγουρος. Αν για οποιοδήποτε λόγο διαφωνείτε επιστρέψτε μου το φάκελο. Θα το θεωρήσω σημάδι της διαφωνίας σας.

Με τους καλύτερους συντροφικούς μου χαιρετισμούς.

Λένιν.»37

Ο Λένιν δεν μπορούσε να κάνει τίποτε χωρίς ένα σύμμαχο.

Ο Τρότσκι όχι μόνο ήταν ο μόνος πιθανός, αλλά αποτελούσε κι ένα σίγουρο στήριγμα. Με την προστασία του Λένιν όσο ζούσε, ο Τρότσκι ήταν ακόμη ανίκητος στις αρχές τότε του 1923. Η διατύπωση του χαιρετισμού ήταν τόσο θερμή, ώστε ο Στάλιν όταν υποχρεώθηκε να διαβάσει αυτό το γράμμα μπροστά στην Κεντρική Επιτροπή κατά τον Ιούλιο του 1926, τότε που η θέση του δεν απειλείτο σοβαρά, προτίμησε εντούτοις να τον αλλάξει σ’ ένα απλό: «Με τους κομουνιστικούς μου χαιρετισμούς»38. Αυτή η επιστολή σήμαινε για τον Τρότσκι μια μεγάλη νίκη: Σήμαινε την οριστική πραγματοποίηση αυτής της «συμμαχίας ενάντια στη γραφειοκρατία» που του είχε προτείνει ο Λένιν στις αρχές Δεκέμβρη και που τόσο καιρό περίμενε μάταια39. Μπορούσε ακόμα να αισθανθεί ότι είχε αυθεντικά πλέον χρισθεί κληρονόμος, και έτσι ένιωθε βέβαιος για την τελική έκβαση της αθόρυβης συνωμοσίας που στρεφόταν εναντίον του από τότε που αρρώστησε ο Λένιν.

...

Στις 6 Μαρτίου, καθώς περνά ο καιρός ο Λένιν νιώθει συνεχώς χειρότερα, πράγμα που τον σπρώχνει να μη σταματά πια καθόλου. Την παραμονή, η Φότιεβα κι η Γκλιάσσερ που πηγαινοέρχονταν ανάμεσα στον Λένιν και τον Τρότσκι - ακινητοποιημένος κι αυτός από ένα λουμπάγκο σ’ ένα άλλο διαμέρισμα του Κρεμλίνου - είχαν αναγγείλει σ’ αυτόν ότι ο Κάμενεφ έφευγε για τον Καύκασο κι ότι ο Τρότσκι μπορούσε, αν ήθελε να του εμπιστευθεί κάποια αποστολή40. Δε γνωρίζουμε ποιος ήταν ακριβώς ο σκοπός του ταξιδιού του Κάμενεφ. Ο Τρότσκι, όμως, που είχε λάβει το υπόμνημα της 30ης Δεκεμβρίου και άλλα έγγραφα του Λένιν για τη Γεωργία, πρότεινε να δείξει αυτά τα κείμενα στον Κάμενεφ ώστε να μπορέσει αυτός ν’ αρχίσει να παίρνει επί τόπου ορισμένα μέτρα. Η Φότιεβα έφυγε να υποβάλει την ερώτηση στον Λένιν και επέστρεψε στον Τρότσκι με μια κατηγορηματικά αρνητική απάντηση: «Σε καμιά περίπτωση. Ο Βλαντιμήρ Ίλιτς λέει ότι ο Κάμενεφ θα δείξει το γράμμα στο Στάλιν, που θα κλείσει μια σαθρή συμφωνία για να την προδώσει στη συνέχεια»41. Αυτά έγιναν μάλλον το πρωί. Λίγη ώρα μετά την πρώτη απάντηση η Φότιεβα επέστρεψε στον Τρότσκι με νέες υποδείξεις του Λένιν και ένα αντίγραφο μιας άλλης επιστολής. Ο Λένιν πρότεινε τώρα να αποκαλύψουν τα πάντα στον Κάμενεφ και μάλιστα να τον πληροφορήσουν γι’ αυτό το νέο μήνυμα που απευθυνόταν στους λεγόμενους παρεκκλίνοντες Γεωργιανούς.

Επρόκειτο για λίγα λόγια φορτισμένα με παθιασμένη ζέση.

«(αυστηρώς απόρρητο)

Προς τους συντρόφους Μντιβάνι, Μαχαράτζε κι άλλους:

Αγαπητοί σύντροφοι!

Παρακολουθώ την υπόθεσή σας μ’ όλη μου την καρδιά.

Αηδιασμένος απ’ τη χυδαιότητα του Ορτζονικίτζε και τη συνενοχή του Στάλιν και του Ντζερζίνσκι προετοιμάζω για σας σημειώσεις και μια ομιλία.

Με τιμή Λένιν

6 Μάρτη 1923.»42

Βρισκόμαστε μακριά απ’ την οργισμένη απάντηση που έδινε στους Γεωργιανούς στις 21 Οκτώβρη. Ο Λένιν είχε καταλήξει σε διαμετρικά αντίθετα συμπεράσματα. Δεν τό ‘κρυβε κι αυτό ήταν ένας ακόμα λόγος για να τους υπερασπίζεται.

Ο Τρότσκι έκπληκτος από την αλλαγή της γνώμης του Λένιν σχετικά με τη συμμετοχή του Κάμενεφ στο μυστικό, ζήτησε εξηγήσεις. Η Φότιεβα του είπε αυτό που υπέθετε: «Είναι ίσως επειδή ο Βλάντιμιρ Ίλιτς πάει χειρότερα και βιάζεται να προλάβει ό,τι μπορέσει». Μπορούμε να εμπιστευθούμε τον Τρότσκι που αναφέρει ότι μια απ’ τις γραμματείς του Λένιν, ίσως η Γκλιάσσερ του είπε: «Ο Βλάντιμιρ Ίλιτς ετοιμάζει μια βόμβα κατά του Στάλιν»43.

...

Στις 7 Μαρτίου υπέστη μια ισχυρή κρίση. Η κατάστασή του επιδεινωνόταν επικίνδυνα. Στις 10 Μαρτίου το μισό του σώμα είχε παραλύσει. Ποτέ πια δε θα ήταν σε θέση να μιλήσει.

Έτσι τέλειωσε η πολιτική ζωή του Λένιν. Ήταν τότε μόνο πενήντα τριών ετών και θα πέθαινε έντεκα μήνες αργότερα στις 21 Γενάρη του 1924. Ο σιδερένιος του οργανισμός δε σταμάτησε να δίνει έναν αγώνα χωρίς ελπίδα.

Πηγή: Μοσέ Λεβίν, Η τελευταία μάχη του Λένιν, Παρουσία, Αθήνα 1983, σσ. 55-69, 76-78, 84, 92-95, 98-107.

Επιμέλεια: e la libertà

Διαβάστε επίσης:

Β. Ι. Λένιν, «Σχετικά με το Ζήτημα των Εθνοτήτων ή της «Αυτονόμησης» στην ΕΣΣΔ»

Μίκαελ Λεβί, «Η Οκτωβριανή Επανάσταση και το εθνικό ζήτημα: Λένιν εναντίον Στάλιν»

Σημειώσεις

i Κομματικό γραφείο του Καυκάσου

ii Κομματική επιτροπή της υπερκαυκασιανής ομοσπονδίας (που συγκροτείται από τις δημοκρατίες της Γεωργίας, Αζερμπαϊστάν και Αρμενίας).

1 Το εθνικό ζήτημα και οι σχέσεις μεταξύ της σοβιετικής Ρωσίας και των καυκασιανών Δημοκρατιών αναλύονται λεπτομερειακά απ’ τον Richard Pipes, Ο σχηματισμός της Σοβιετικής Ένωσης, 1964.

iii Γενικός γραμματέας

iv Mέλη της Κεντρικής επιτροπής

2 Φότιεβα, Αναμνήσεις, σ. 54.

3 Στο ίδιο

v Οργανωτικό γραφείο, τα μέλη-του εκλέγονται από την κεντρική επιτροπή.

4 Σύμφωνα με τις σημειώσεις του Ινστιτούτου μαρξισμού-λενινισμού που δημοσιεύονται στα Άπαντα, σ. 556-560.

vi S.Ν.Κ.: Συμβούλιο των επιτρόπων του λαού

5 Άπαντα, τ. 45, σ. 557-558.

6 Άπαντα, τ. 45, σ. 556.

7 Στο ίδιο

8 Pipes, ό.π., σσ. 271, 272.

vii S.Τ.Ο.: Συμβούλιο εργασίας και Άμυνας, μια επιτροπή του Σοβνακόρμ (8.Ν.Κ.), με αρμοδιότητες το σχεδιασμό και το συντονισμό της πολιτικής στο πεδίο της οικονομίας και της Άμυνας.

9 Άπαντα, τ.45, σσ. 211-213.

10 Β.Ι.Λένιν. Βιογραφία, Μόσχα, 1963, σ. 611.

11 Αυτή η επιστολή δημοσιεύεται απ’ τον Τρότσκι στο La Revolution defigurée (De la Revolution, σ.160-161). Το Ινστιτούτο μαρ|ισμού-λενινισμού δεν τη δημοσιεύει αλλά βεβαιώνει την ύπαρξή της και τις κατηγορίες του Στάλιν κατά του «εθνικού φιλελευθερισμού» του Λένιν.

12 Άπαντα, τ. 45, σσ. 559.

13 Ο λόγος που δεν παρευρέθηκε ο Λένιν στην ολομέλεια της Κ.Ε ήταν ότι είχε απόστημα στο δόντι (σ.τ.Μ.)

14 Στο ίδιο.

15 Pipes, ό.π., σσ. 274.

16 Φότιεβα, σελ. 49

17 Άπαντα, τ. 45, σσ. 299-300.

18 Φότιεβα, ό.π., σ. 52. Στην πραγματικότητα παραιτήθηκαν τα εννιά απ τα έντεκα μέλη της Γεωργιανής Κεντρικής Επιτροπής.

19 Στο ίδιο, σ. 75. Το επεισόδιο έγινε σίγουρα κατά τα τέλη του Νοέμβρη.

20 Στο ίδιο, σ. 52.

21 Άπαντα, τ. 45, σ. 595.

22 Pipes, ό.π., σ. 281.

* «Ημερολόγιο» που κρατούσαν οι γραμματείς του Λένιν προκειμένου να ελέγχονται οι καθημερινές πολιτικές του δραστηριότητες από την Κεντρική Επιτροπή και ειδικότερα από τον ίδιο τον Στάλιν, στον οποίο είχε ανατεθεί να παρακολουθεί τη θεραπεία του Λένιν.

23 Pipes, ό.π., σ. 281.

** Η Φότιεβα, η Γκλιάσερ και η Βολοντίτσεβα ήταν οι τρεις γραμματείς τις οποίες άφησε τελικά ο Στάλιν δίπλα στον Λένιν. Και οι τρεις -όπως αποδείχτηκε αργότερα- ήταν άνθρωποι του Στάλιν, στον οποίο έδιναν καθημερινή αναφορά για τις δραστηριότητες του Λένιν, ποιους συναντούσε κτλ. Ο ίδιος ο Λένιν το είχε καταλάβει: «ξέρω ότι Εσείς με εξαπατάτε», είχε πει στην Φότιεβα (Jean-Jacques Marie, Στάλιν, Οδυσσέας, Αθήνα 2003, σσ. 248)

24 Φότιεβα, ό.π., σ. 54 και Άπαντα, τ. 45, σ. 596.

25 Άπαντα, τ. 45, σ. 343.

26 Άπαντα, τ. 45, σ. 356.

27 Pipes, ό.π., σ. 276.

28 Φότιεβα, ό.π., σ. 50.

29 Pipes, ό.π., σ. 282 και Φότιεβα, ό.π., σ. 54.

30 Φότιεβα, ό.π., σσ. 64, 65.

31 Άπαντα, τ. 45, σσ. 606-7. Η «βιομηχανική» είναι ο προπηλακισμός του Καμπανίτζε απ τον Ορτξονικίτζε.

32 Στο ίδιο, σ. 107. Αυτές οι σημειώσεις συντάχθηκαν απτη Φότιεβα. Ο Ζολτς ήταν ένας απτους ηγέτες της Κεντρικής Επιτροπής Ελέγχου.

33 Φότιεβα, σ. 75

34 Η Φότιεβα αναφέρει ωστόσο στις Αναμνήσεις της, τις σημειώσεις που κράτησε στις 10 Γενάρη (σ.70) και τις 16 Φλεβάρη (σ.75). Δεν υπάρχουν όμως στο «Ημερολόγιο».

35 Άπαντα, τ. 45, σ. 714.

36 Βλ. «Ημερολόγιο» στις 5 και 6 Μάρτη, και Τρότσκι, La Revolution defigurée, ό.π., σ. 164.

37 Άπαντα, τ. 54, σ. 329.

38 Τρότσκι, ο.π. σ. 163.

39 Στο ίδιο σ. 165.

40 Άπαντα, τ. 54, σ. 329.

41 Τρότσκι, ό.π., σ. 163-164. Το «Ημερολόγιο» και οι άλλες πηγές που παραπέμπουμε επιτρέπουν να διαπιστωθεί η ακρίβεια της μαρτυρίας του Τρότσκι σαυτά τα σημεία. Λαθεύει μόνο καμιά φορά κατά 24 ώρες στη χρονολόγηση των γεγονότων.

42 Άπαντα, τ. 54, σ. 330.

43 Τρότσκι, ο.π. σ. 164.

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 04 Μαρτίου 2024 12:01

Προσθήκη σχολίου

Το e la libertà.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια με υβριστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό φασιστικό περιεχόμενο ή σχόλια μη σχετικά με το κείμενο.