Κυριακή, 02 Μαρτίου 2025 12:05

«Το Κίνημα δεν έχει την πολυτέλεια να σταματήσει τώρα»: Σχετικά με τις φοιτητικές διαδηλώσεις στη Σερβία

Κατά τη διάρκεια της γενικής απεργίας στη Σερβία, Βελιγράδι, 24 Ιανουαρίου 2025. Το πανό γράφει: «Μόνο οι φοιτητές σώζουν τους Σέρβους». Πηγή: SergioOren στο Wikimedia Commons.

 

 

Vladimir Unkovski-Korica

 

«Το Κίνημα δεν έχει την πολυτέλεια να σταματήσει τώρα»: Σχετικά με τις φοιτητικές διαδηλώσεις στη Σερβία

 

 

Στις 28 Ιανουαρίου, το συνεχιζόμενο μαζικό κίνημα διαμαρτυρίας στη Σερβία έριξε την κυβέρνηση της χώρας, εγκαινιάζοντας τη μεγαλύτερη αμφισβήτηση της δεκαετούς και πλέον διακυβέρνησης του αυταρχικού προέδρου Αλεξάνταρ Βούτσιτς.

Το βασικό χρονοδιάγραμμα των γεγονότων είναι πλέον γνωστό στους αναγνώστες των δυτικών μέσων ενημέρωσης. Την 1η Νοεμβρίου, κατέρρευσε το στέγαστρο ενός σιδηροδρομικού σταθμού στο Νόβι Σαντ, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 15 άνθρωποι. Με τη χώρα να εξακολουθεί να συγκλονίζεται από την πρώτη μαζική δολοφονία σε σχολείο τον Μάιο του 2023, πολλοί βρέθηκαν σε κατάσταση σοκ και πένθους μετά την τελευταία καταστροφή. Όμως κάτι άλλαξε μετά από ένα επεισόδιο όταν τραμπούκοι του καθεστώτος επιτέθηκαν σε συγκέντρωση φοιτητών και προσωπικού της Σχολής Δραματικών Τεχνών του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου προς τιμήν των θυμάτων της κατάρρευσης του Νόβι Σαντ στις 22 Νοεμβρίου.

 

Προς ένα μαζικό κίνημα

Ο αποκλεισμός της σχολής εξαπλώθηκε και σε άλλα ιδρύματα ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης τις επόμενες ημέρες. Οι φοιτητές διατύπωσαν διάφορα αιτήματα με επίκεντρο τη δημοσίευση όλων των εγγράφων που σχετίζονται με την ανοικοδόμηση του σιδηροδρομικού σταθμού του Νόβι Σαντ, αλλά και την απόσυρση των κατηγοριών κατά των συλληφθέντων διαδηλωτών, τη δίωξη των χαμηλόβαθμων υπαλλήλων που επιτέθηκαν βίαια στους διαδηλωτές και τη μείωση κατά 20% των φοιτητικών διδάκτρων.

Μέσα σε ένα μήνα από την επίθεση της 22ας Νοεμβρίου, το κίνημα δυνάμωσε ακόμη περισσότερο. Τα τρία τέταρτα των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης βρίσκονταν υπό κατάληψη. Επιπλέον, το πνεύμα της εξέγερσης κατέλαβε τους μαθητές της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και τους καθηγητές τους. Ήδη σε διαμάχη με το κράτος, οι εκπαιδευτικοί της βάσης συνέχισαν έκτοτε να αψηφούν τους νόμους περί ελάχιστης υπηρεσίας [προσωπικού ασφαλείας] και τις συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες τους, βγαίνοντας επ’ αόριστον σε πολλές περιπτώσεις.

Πράγματι, οι απεργίες επεκτάθηκαν και σε άλλους τομείς, ανισομερώς, με τους εργαζόμενους στα μέσα ενημέρωσης, τους οδηγούς λεωφορείων, τους δικηγόρους, ακόμη και ομάδες ανθρακωρύχων να εκφράζουν την υποστήριξή τους στα αιτήματα των φοιτητών. Επιπλέον, σε όλη τη χώρα εξαπλώθηκε μια καμπάνια πολιτικής ανυπακοής. Ο αποκλεισμός δρόμων και αυτοκινητοδρόμων έγινε μια αγαπημένη τακτική, καθώς και οι αγρότες προσχώρησαν στο κίνημα.

Στις 22 Δεκεμβρίου, 100.000 άνθρωποι διαδήλωσαν στο Βελιγράδι, η μεγαλύτερη μαζική διαμαρτυρία από την ανατροπή του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς τον Οκτώβριο του 2000. Αν η κυβέρνηση ήλπιζε ότι το κίνημα θα καταλάγιαζε μετά την εορταστική περίοδο, διαψεύστηκε. Η πρωτοβουλία «Σταμάτα, Σερβία!» –μια απάντηση στην κυβερνητική κοινοβουλευτική ομάδα «Η Σερβία δεν πρέπει να σταματήσει!»– είχε πάνω από 231 τοπικές κινητοποιήσεις.

Το κίνημα κορυφώθηκε στις 24 Ιανουαρίου με την αποκαλούμενη «γενική απεργία», μια ημέρα απεργιών και διαδηλώσεων, η οποία συνέπεσε με το ξεχωριστό, αλλά και μαζικό μποϊκοτάζ των αλυσίδων λιανικής πώλησης, όχι μόνο στη Σερβία, αλλά και στο γειτονικό Μαυροβούνιο, την Κροατία, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και τη Βόρεια Μακεδονία, χώρες οι οποίες προέκυψαν ως ανεξάρτητα κράτη από τη Γιουγκοσλαβία τη δεκαετία του 1990.

 

Κυβερνητική κρίση

Λίγες ημέρες αργότερα, κατά τη διάρκεια ενός 24ωρου αποκλεισμού του πιο πολυσύχναστου οδικού κόμβου στο Βελιγράδι, υποστηρικτές του καθεστώτος ξυλοκόπησαν άγρια έναν φοιτητή στο Νόβι Σαντ, αυξάνοντας την ένταση. Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού της Σερβίας Μίλος Βούτσεβιτς παραιτήθηκε την επόμενη κιόλας ημέρα, ενώ ο πρόεδρος Βούτσιτς απευθύνθηκε στο έθνος, ανακοινώνοντας την απονομή χάριτος στους διαδηλωτές και τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης, εν αναμονή πιθανών νέων εκλογών.

Ο Βούτσιτς δήλωσε ότι οι εκκλήσεις για διαφάνεια ικανοποιήθηκαν με τη δημοσίευση χιλιάδων σελίδων εγγράφων, ισχυρισμός που απορρίφθηκε από μελέτη που εκπονήθηκε από τη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου. Αντανακλώντας την πίεση που δέχεται, ο Βούτσιτς απέρριψε τις εκκλήσεις της αντιπολίτευσης για μια μεταβατική κυβέρνηση εμπειρογνωμόνων εν αναμονή νέων εκλογών.

Η παραίτηση της κυβέρνησης και η νευρικότητα του ισχυρού άνδρα του καθεστώτος, αντί να κατευνάσουν τις εντάσεις, φαίνεται ότι ενθάρρυναν το φοιτητικό κίνημα, το οποίο πραγματοποίησε μαζική πορεία ογδόντα χιλιομέτρων από το Βελιγράδι στο Νόβι Σαντ, όπου δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές απέκλεισαν τις τρεις γέφυρες του Δούναβη στις 31 Ιανουαρίου.

Αλλά η κίνηση αυτή έδειξε βαθύτερα επίπεδα υποστήριξης. Οι κάτοικοι των πόλεων και των χωριών κατά μήκος της διαδρομής της πορείας βγήκαν στους δρόμους για να υποδεχτούν τους φοιτητές και οργάνωσαν μαζικές κουζίνες ως ένδειξη υποστήριξης. Οι ενώσεις ταξί δεσμεύτηκαν επίσης να διαθέσουν δεκάδες οχήματα για να βοηθήσουν στη μεταφορά των φοιτητών πίσω στο Βελιγράδι μετά τη διαδήλωση στο Νόβι Σαντ.

Αντίθετα, ο Βούτσιτς περιοδεύει στη χώρα, χαιρετώντας ολοένα και μικρότερα πλήθη, με ορισμένα άτομα να αισθάνονται αρκετά ενθαρρυμένοι ώστε να τον αμφισβητούν ανοιχτά. Ο Βούτσιτς ισχυρίζεται ότι το κράτος δέχεται απειλές από το εξωτερικό και από το εσωτερικό του. Υποστηρίζει ότι οποιαδήποτε κυβερνητική αλλαγή θα διαλύσει την επιτυχία του οικονομικού του μοντέλου που καθοδηγείται από τις άμεσες ξένες επενδύσεις. Η Σερβία προσέλκυσε πέρυσι το ποσό ρεκόρ των 5 δισεκατομμυρίων ευρώ σε άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ), καθιστώντας την περιφερειακή ηγετική δύναμη και μια από τις πιο δυναμικές ευρωπαϊκές οικονομίες μετά την πανδημία του Κόβιντ-19.

 

Υποστήριξη από το εξωτερικό

Αλλά γιατί να επιδιώξει κάποιος να ανατρέψει μια τόσο επιτυχημένη κυβέρνηση; Οι Μεγάλες Δυνάμεις έσπευσαν τις τελευταίες εβδομάδες να προσφέρουν την υποστήριξή τους στον Βούτσιτς. Ο Γενικός Διευθυντής Διεύρυνσης της Επιτροπής της ΕΕ, Γκερτ Γιαν Κούπμαν, δήλωσε ότι η ΕΕ «δεν θα δεχθεί ούτε θα υποστηρίξει μια βίαιη αλλαγή εξουσίας στη Σερβία». Παρόμοιες δηλώσεις έγιναν και από τον επικεφαλής των εξωτερικών υποθέσεων της ΕΕ, Κάγια Κάλλας.

Εν τω μεταξύ, ο ειδικός προεδρικός απεσταλμένος του Ντόναλντ Τραμπ για τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις για τη Σερβία και το Κοσσυφοπέδιο μεταξύ 2019 και 2021, Ρίτσαρντ Γκρένελ, επισήμανε ότι οι ΗΠΑ δεν υποστηρίζουν «εκείνους που υπονομεύουν το κράτος δικαίου ή που καταλαμβάνουν με τη βία κυβερνητικά κτίρια», ενώ η Μόσχα κατήγγειλε μια «έγχρωμη επανάσταση» που βρίσκεται σε εξέλιξη και το Πεκίνο υπογράμμισε την ικανότητα του Βελιγραδίου να διατηρήσει την ειρήνη και τη σταθερότητα.

Όλα αυτά αντικατοπτρίζουν τη σχετικά επιτυχημένη ισορροπία του Βούτσιτς στη διεθνή πολιτική. Ενώ φλερτάρει με τις κινεζικές επενδύσεις, καθιστώντας τη Σερβία βασικό εταίρο της Κίνας στην πρωτοβουλία 14+1 για την προώθηση των επιχειρηματικών και επενδυτικών σχέσεων μεταξύ της Κίνας και των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, ο Βούτσιτς υποσχέθηκε επίσης τα κοιτάσματα λιθίου της Σερβίας στη Rio Tinto για τον εφοδιασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα τελευταία χρόνια, υπήρξαν επίσης επενδύσεις από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στην αποβάθρα του Βελιγραδίου, ενώ ο Τζάρεντ Κούσνερ, γαμπρός του Τραμπ, επιδιώκει ένα πρότζεκτ πολυτελούς ξενοδοχείου στο Βελιγράδι στη θέση του πρώην κτιρίου του αρχηγείου του στρατού, το οποίο βομβαρδίστηκε από το ΝΑΤΟ το 1999 και έκτοτε λειτουργεί ως ανεπίσημη υπενθύμιση του βομβαρδισμού.

Όλες οι Μεγάλες Δυνάμεις διεκδικούν μια θέση στη Σερβία, αλλά δεν έχουν κανένα λόγο να επισπεύσουν την πτώση του Βούτσιτς. Ωστόσο, δεν έχουν μόνιμους συμμάχους στη χώρα, παρά μόνο συμφέροντα, τα οποία θα επιδιώξουν είτε ο Βούτσιτς παραμείνει στην εξουσία είτε όχι. Δεδομένων των επιπέδων γεωπολιτικής αναταραχής γύρω από τη Μαύρη Θάλασσα, με τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας, τη Γεωργία, τη Συρία, τον Λίβανο, τη Ρουμανία, τη Μολδαβία και τη Βουλγαρία να απειλούν με ευρύτερη αστάθεια, μια άτακτη αλλαγή κυβέρνησης στη Σερβία δεν θα ήταν στη λίστα προτεραιοτήτων κανενός.

 

Αντιπολίτευση στο εσωτερικό

Ωστόσο, ο πληθυσμός της Σερβίας έχει ξεσηκωθεί. Για να το καταλάβουμε αυτό, πρέπει να επισημάνουμε ότι, παρά την ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ της Σερβίας, κοντά στο 4% πέρυσι, το βιοτικό επίπεδο βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα. Η χώρα κατέλαβε την 34η θέση μεταξύ 41 ευρωπαϊκών χωρών σε μια κατάταξη που καταρτίστηκε από το World Population Review τον Απρίλιο του 2024.

Ενώ οι μέσοι μισθοί στη χώρα έχουν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, το κόστος ζωής έχει επίσης αυξηθεί, εν μέσω πληθωρισμού που σχετίζεται με τη ζήτηση, την ενέργεια και τα μονοπώλια. Ο πληθωρισμός των τροφίμων έχει οδηγήσει σε σχεδόν ή υπερδιπλασιασμό της τιμής των βασικών αγαθών από το 2021. Οι περιφερειακές μισθολογικές ανισότητες αυξάνονται και το υψηλό ποσοστό ανεργίας άνω του οκτώ τοις εκατό εξακολουθεί να υφίσταται. Δεν είναι τυχαίο ότι η Σερβία έχασε το επτά τοις εκατό του πληθυσμού της μεταξύ 2011 και 2022, λόγω της μαζικής φυγής στο εξωτερικό.

Αυτά τα στατιστικά στοιχεία από μόνα τους δεν μπορούν να εξηγήσουν γιατί ο λαός της Σερβίας εξεγείρεται. Στην πραγματικότητα, αξίζει να σημειωθεί ότι όλα τα προαναφερθέντα επενδυτικά σχέδια που συνδέονται με την Κίνα, τη Rio Tinto, την ΕΕ, τα ΗΑΕ και τις ΗΠΑ έχουν συναντήσει μαζικές αντιδράσεις με τη μία ή την άλλη μορφή, λόγω των καταστροφικών τους επιπτώσεων στον κοινωνικό ιστό, τις περιβαλλοντικές συνθήκες, την πολεοδομική δυναμική και τις περιφερειακές ισορροπίες.

Χρόνια αυξανόμενης οργής έχουν οδηγήσει σε σημαντικά κύματα διαμαρτυρίας από το 2014, αλλά με ελάχιστη έκφραση αυτής της οργής προς μια πολιτική κατεύθυνση. Δυστυχώς, το τοπίο της πολιτικής αντιπολίτευσης της Σερβίας εξακολουθεί να κυριαρχείται από μια ποικιλία φιλελεύθερων ή συντηρητικών-εθνικιστικών δυνάμεων που προσφέρουν ελάχιστα από την άποψη μιας μετασχηματιστικής ατζέντας. Δεν είναι τυχαίο ότι το κόμμα του Βούτσιτς εξακολουθεί να υπερτερεί σε δημοσκοπήσεις όλων των ομάδων της αντιπολίτευσης ή ότι η ενδεδειγμένη και δοκιμασμένη μέθοδός του για την αντιμετώπιση της λαϊκής αναταραχής είναι η προσφυγή στις κάλπες.

Εκεί, η εξουσία του είναι πιο ασφαλής από ό,τι στους δρόμους, όπου το λαϊκό αίσθημα δεν χρειάζεται να εκφραστεί μέσα από τα στενά κανάλια της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Η εξουσία του κυβερνώντος κόμματος πάνω στις θέσεις εργασίας του δημόσιου τομέα, τα μέσα ενημέρωσης, τη δικαιοσύνη, την εκλογική διαδικασία και, εν τέλει, τους μηχανισμούς του κρατικού κατασταλτικού μηχανισμού σημαίνει ότι η σταθερότητα του καθεστώτος εξυπηρετείται καλύτερα από την προσφυγή στις εκλογές παρά από την αμφισβήτηση στη δημόσια σφαίρα.

 

Πώς να συνεχίσουμε;

Το φοιτητικό κίνημα που πρωτοστάτησε στο λαϊκό κίνημα τους τελευταίους μήνες έχει επιδείξει μια αξιοσημείωτη ικανότητα να ξεπερνά τους ελιγμούς του καθεστώτος. Η επιμονή του στα αιτήματά του έχει ήδη ξεπεράσει αρκετές προσπάθειες του καθεστώτος, με καρότο και μαστίγιο, να αμβλύνει τη διάθεση διαμαρτυρίας.

Σύντομα όμως θα έρθει η στιγμή που θα τεθεί το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας. Η χώρα γίνεται όλο και πιο ακυβέρνητη και ο Βούτσιτς έχει δείξει ότι αντιλαμβάνεται ότι η θέση του απειλείται, μιλώντας για το ενδεχόμενο δημοψηφίσματος για τη θέση του ή για νέες εκλογές. Το κίνημα δεν έχει την πολυτέλεια να σταματήσει τώρα. Πρέπει να απαλλαγεί από τον Βούτσιτς και να παλέψει για την εξουσία.

Για να γίνει αυτό, το κίνημα πρέπει να επιμείνει στην ανεξαρτησία του από τις υπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις. Χωρίς ένα εναλλακτικό όραμα για την κοινωνία, ωστόσο, αυτό θα αποδειχθεί δύσκολο. Ήδη, τμήματα του κινήματος έχουν αρχίσει να αποδέχονται το κάλεσμα της αντιπολίτευσης για μια κυβέρνηση εμπειρογνωμόνων εν αναμονή νέων εκλογών. Ωστόσο, ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα άφηνε άθικτα πολλά παγιωμένα συμφέροντα και δεν θα έκανε τίποτα για να αμφισβητήσει τις βαθύτερες ταξικές ανισότητες στη Σερβία, πόσο μάλλον τα βαθιά πλοκάμια των Μεγάλων Δυνάμεων στη σερβική πολιτική.

Όπως έδειξε ο Βίνσεντ Μπέβινς στο βιβλίο του Αν καούμε: Η δεκαετία της μαζικής διαμαρτυρίας και η χαμένη επανάσταση [Vincent Bevins, If We Burn: The Mass Protest Decade and the Missing Revolution], τα μαζικά κινήματα κυριάρχησαν τη δεκαετία 2010-2020, αλλά σπάνια πέτυχαν τα αποτελέσματα που προσδοκούσαν οι διαδηλωτές οπουδήποτε στον κόσμο. Ένας σημαντικός λόγος γι’ αυτό ήταν η αδυναμία της αριστεράς και του στρατηγικού της οράματος μέσα στα ίδια τα κινήματα. Σε αυτό η Σερβία δεν αποτελεί εξαίρεση και η αριστερά της είναι αδύναμη και κατακερματισμένη.

Όμως το μαζικό κίνημα στη Σερβία πέτυχε κάποια κέρδη για τα οποία αξίζει να αγωνιστούμε τις επόμενες εβδομάδες, μήνες και χρόνια. Χρησιμοποιώντας μεθόδους βάσης για τη λήψη αποφάσεων στην έξαρση του αγώνα, όπως οι ολομέλειες ή οι γενικές συνελεύσεις, οι φοιτητές παρείχαν τη βάση για τον εκδημοκρατισμό των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στο μέλλον. Οι απεργοί εργαζόμενοι μπορούν επίσης να δουν όλο και περισσότερο την ανάγκη εκδημοκρατισμού των συνδικάτων, αντικατάστασης των συμβιβασμένων στελεχών με πιο μαχητικά στοιχεία, και δημιουργίας μαχητικών δικτύων βάσης που μπορούν να δρουν ανεξάρτητα από τις ηγεσίες τους.

Πέρα από αυτό, η δημοτικότητα του αιτήματος για γενική απεργία και το αγωνιστικό πνεύμα τμημάτων της εργατικής τάξης, που παρατηρήθηκε τελευταία φορά όταν ανατράπηκε το καθεστώς του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, αντιπροσωπεύει ένα άλμα στη λαϊκή συνείδηση. Η προθυμία ανάληψης εργοστασιακής δράσης για πολιτικούς σκοπούς, που συμπληρώνει και ενισχύει τις μαζικές μορφές πολιτικής ανυπακοής, υποδηλώνει ότι διαμορφώνεται μια υποτυπώδης, αλλά πραγματική ταξική συνείδηση.

Καθώς η Σερβία εισέρχεται σε μια μεγαλύτερη περίοδο πολιτικής αστάθειας, η οποία αντανακλά την ευρύτερη διεθνή αβεβαιότητα, η αριστερά στη χώρα έχει μια άνευ προηγουμένου ευκαιρία να ριζώσει βαθύτερα στην εργατική τάξη και να αγωνιστεί για μια πιο δημοκρατική και δίκαιη κοινωνία. Συνδέοντας τα πιο προοδευτικά αιτήματα των προηγούμενων κυμάτων διαμαρτυρίας, για δημοκρατικές ελευθερίες, προστασία του περιβάλλοντος και του κοινού καλού, με την σημερινή συλλογική κραυγή για δικαιοσύνη, η αριστερά μπορεί να δείξει ότι το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο από τη διαφθορά και να οικοδομήσει οργανώσεις και θεσμούς που μπορούν να προσφέρουν πραγματική αλλαγή.

 

 

Μετάφραση: elaliberta.gr

Vladimir Unkovski-Korica, “‘The Movement Cannot Afford to Stop Now’: On the Student Protests in Serbia”, LeftEast, 14 Φεβρουαρίου 2025, https://lefteast.org/the-movement-cannot-afford-to-stop-now-on-the-student-protests-in-serbia/. Αρχική δημοσίευση: Vladimir Unkovski-Korica, “Serbia: will the student revolt spark a revolution?”, Counterfire, 4 Φεβρουαρίου 2025, https://www.counterfire.org/article/serbia-will-the-student-revolt-spark-a-revolution/.

 

Ο Vladimir Unkovski-Korica είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής του LeftEast και του Marks21 στη Σερβία. Είναι ιστορικός και ερευνητής, σήμερα ανώτερος λέκτορας Πολιτικών και Διεθνών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης. Είναι συγγραφέας του βιβλίου The Economic Struggle for Power in Tito’s Yugoslavia: From World War II to Non-Alignment (2016).

 

 

 

 

 

Τελευταία τροποποίηση στις Κυριακή, 02 Μαρτίου 2025 12:22

Προσθήκη σχολίου

Το e la libertà.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια με υβριστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό φασιστικό περιεχόμενο ή σχόλια μη σχετικά με το κείμενο.