Gilbert Achcar
Το έγκλημα του Τζο Μπάιντεν κατά της ανθρωπότητας
Από τότε που ανακοίνωσε την απόφασή του να σταματήσει να διεκδικεί δεύτερη προεδρική θητεία, ο Τζο Μπάιντεν έχει γίνει «lame duck» [«κουτσή πάπια»] – μια έκφραση που αναφέρεται συνήθως στις Ηνωμένες Πολιτείες σε έναν εκλεγμένο αξιωματούχο που έχει φτάσει στους τελευταίους μήνες της θητείας του χωρίς προοπτική παράτασης. Η έκφραση σημαίνει ότι η επιρροή του αξιωματούχου έχει περιοριστεί, καθώς όλοι γνωρίζουν ότι δεν θα παραμείνει για πολύ καιρό στο αξίωμα. Ωστόσο, ένα πρόσωπο που βρίσκεται σε μια τέτοια κατάσταση σε ένα προεδρικό πολιτικό σύστημα στο οποίο ο πρόεδρος εκλέγεται με λαϊκή ψήφο (έμμεσα στην περίπτωση των ΗΠΑ), είναι επίσης, αντιθέτως, πιο ελεύθερος από έναν πρόεδρο που κάνει προεκλογική εκστρατεία για μια επιπλέον θητεία, ο οποίος πρέπει επομένως να διασφαλίσει ότι δεν θα χάσει ψήφους ως αποτέλεσμα των θέσεων ή των μέτρων που μπορεί να λάβει.
Η αλήθεια είναι ότι ο Μπάιντεν έχει δείξει μέχρι στιγμής ότι είναι πιο κοντά στη δεύτερη περίπτωση παρά στην πρώτη όσον αφορά τον γενοκτονικό πόλεμο που συνεχίζει να διεξάγει το Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας. Η συμπεριφορά του Αμερικανού προέδρου απέναντι στην κυβέρνηση του Μπέντζαμιν Νετανιάχου έχει σαφώς υποχωρήσει από την ημι-κριτική προσέγγιση που είχε αρχίσει να υιοθετεί αφού συνειδητοποίησε πόσο κοστίζει εκλογικά η απόλυτη συνενοχή του στη σιωνιστική επίθεση εναντίον του παλαιστινιακού λαού, ιδιαίτερα στους παραδοσιακούς ψηφοφόρους του Δημοκρατικού Κόμματος, καθώς υπάρχει δυσαρέσκεια ακόμη και στο εσωτερικό του ίδιου του κόμματος. Η σημερινή επίθεση στη Γάζα είναι ο πρώτος πόλεμος που διεξάγεται από το κράτος του Ισραήλ με την πλήρη συμμετοχή (και όχι μόνο αμυντική υποστήριξη) των Ηνωμένων Πολιτειών, χωρίς την οποία μια επίθεση τέτοιας καταστροφικής και θανατηφόρας έντασης δεν θα ήταν εξ αρχής δυνατή.
Από τότε που ο Μπάιντεν αντιμετώπισε τις συνέπειες της υποστήριξής του στον σιωνιστικό γενοκτονικό πόλεμο, συμπεριλαμβανομένων των πιέσεων που του ασκήθηκαν από μια πτέρυγα του κόμματός του να κάνει τουλάχιστον μια προσπάθεια να σταματήσει την επίθεση που έφτασε σε φρικτό επίπεδο από τις πρώτες εβδομάδες, είδαμε την κυβέρνησή του να προσαρμόζει τη θέση της και να επιτρέπει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να εκδώσει μια έκκληση για κατάπαυση του πυρός, αφού το είχε αποτρέψει για μήνες (βλ. το άρθρο μου «Πώς ο Μπάιντεν μεταλλάχθηκε σε περιστέρι», 11 Ιουνίου 2024). Είδαμε επίσης την κυβέρνηση Μπάιντεν να καταβάλλει κάποια προσπάθεια για την επίτευξη μιας «κατάπαυσης του πυρός» – στην πραγματικότητα, μια διακοπή του γενοκτονικού πολέμου που το σιωνιστικό κράτος διεξάγει μονομερώς και χωρίς καμία αξιοσημείωτη «ανταλλαγή πυρών» (παρά τη συνήθη υπερβολή των μέσων ενημέρωσης και τους κομπασμούς στο στρατόπεδο που αντιτίθεται στο Ισραήλ, ακολουθώντας μια κακή συνήθεια που καθιερώθηκε από τα αραβικά εθνικιστικά καθεστώτα τη δεκαετία του 1960). Η κυβέρνηση Μπάιντεν, με τη βοήθεια της Αιγύπτου και του Κατάρ, καταβάλλει επίμονες προσπάθειες για την επίτευξη συμφωνίας για να σταματήσουν οι «μάχες» (ακριβέστερα να σταματήσουν οι δολοφονίες και η γενοκτονία) και να γίνει ανταλλαγή αιχμαλώτων μεταξύ της σιωνιστικής κυβέρνησης και της Χαμάς.
Αυτό συνέβαινε μέχρι που ο Μπάιντεν υπέκυψε στις πιέσεις που δέχθηκε από το κόμμα του, καθώς και από τους υποστηρικτές και τους μεγαλύτερους χρηματοδότες του κόμματός του, οι οποίοι τον προέτρεπαν να ανακοινώσει ότι θα σταματήσει να διεκδικεί δεύτερη προεδρική θητεία. Έκτοτε, δηλαδή από τότε που απαλλάχθηκε από το να πρέπει να λάβει υπόψη του τις πιέσεις που σχετίζονται με τον πόλεμο στη Γάζα, τις οποίες δέχτηκε εκλογικά και κομματικά, η στάση του υποχώρησε στη συμπαιγνία του «περήφανου Ιρλανδοαμερικανού σιωνιστή» με τον «περήφανο Εβραίο σιωνιστή», όπως το έθεσε ο Νετανιάχου κατά την αποχαιρετιστήρια επίσκεψή του στον ετοιμόρροπο πρόεδρο των ΗΠΑ. Η οπισθοδρόμηση της θέσης του Μπάιντεν ήταν εμφανής στον τρόπο με τον οποίο αντέδρασε στην πρόσφατη δολοφονία του Ισμαήλ Χανίγια από το Ισραήλ στην Τεχεράνη.
Σχολιάζοντας τη δολοφονία, ο Αμερικανός πρόεδρος αρκέστηκε να πει ότι «δεν βοηθά» τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ της κυβέρνησης Νετανιάχου και της ηγεσίας της Χαμάς – μια πολύ εύσχημη δήλωση. Η δολοφονία του επικεφαλής του πολιτικού γραφείου του παλαιστινιακού κινήματος είναι στην πραγματικότητα μια σημαντική μαχαιριά στην πλάτη αυτών των προσπαθειών, στις οποίες η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε δώσει προτεραιότητα στην πρόσφατη περιφερειακή διπλωματική της δραστηριότητα. Ο Ισμαήλ Χανίγια ήταν ο κύριος συνομιλητής της κυβέρνησης και ο τελευταίος εκμεταλλεύτηκε τις πιέσεις που του ασκήθηκαν, ώστε να πιέσει με τη σειρά του τον Γιαχιά Σινουάρ, τον ηγέτη της Χαμάς στη Γάζα, προκειμένου να επιτευχθεί η επιθυμητή εκεχειρία.
Η δολοφονία του Χανίγια στην Τεχεράνη είχε ακόμη πιο σοβαρές επιπτώσεις από τις επιπτώσεις της στις διαπραγματεύσεις σχετικά με τον πόλεμο στη Γάζα, καθώς αποτέλεσε μια άκρως επικίνδυνη κλιμάκωση της αντιπαράθεσης μεταξύ του σιωνιστικού κράτους και του ιρανικού καθεστώτος. Θα οδηγήσει αναγκαστικά σε μια απάντηση από την Τεχεράνη που θα μπορούσε να πυροδοτήσει, έστω και ακούσια, ένα σπιράλ που ενδεχομένως να οδηγήσει σε μια μεγάλης κλίμακας περιφερειακή στρατιωτική αντιπαράθεση. Με άλλα λόγια, δίνοντας το πράσινο φως για την εκτέλεση της δολοφονίας, ο Νετανιάχου διακινδύνευσε να εμπλέξει τις Ηνωμένες Πολιτείες σε έναν πιθανό πόλεμο που θα μπορούσε να είναι χειρότερος από όλους τους πολέμους που έχει διεξάγει η Ουάσινγκτον στη Μέση Ανατολή μέχρι σήμερα. Αντί να επιπλήξει τον «περήφανο εβραίο σιωνιστή» σύμμαχό του, ο Μπάιντεν έδειξε για άλλη μια φορά την «σιδηρά δέσμευσή» του στην υπεράσπιση του Ισραήλ, δίνοντας εντολή στην κυβέρνησή του να σπεύσει να στείλει στρατιωτικές ενισχύσεις στην περιοχή προκειμένου να προστατεύσει το σιωνιστικό κράτος. Όσο για την προσποίηση της κυβέρνησης ότι συνεχίζει τις προσπάθειές της για την επίτευξη συμφωνίας, είναι εντελώς υποκριτική, αφού γνωρίζει πολύ καλά ότι η δολοφονία σκότωσε αυτή την προοπτική και ότι ο στόχος του Νετανιάχου ήταν ακριβώς να τη σκοτώσει. Ο Μπάιντεν ενήργησε σαν να γνώριζε εκ των προτέρων το σχέδιο δολοφονίας και δεν είχε αντίρρηση, αλλά μάλλον το υποστήριξε.
Πράγματι, ο Αμερικανός πρόεδρος αποκάλυψε ότι η «σιδηρά δέσμευσή» του είναι στην πραγματικότητα άνευ όρων, σε σημείο που να παραμένει σε ισχύ ακόμη και όταν η συμπεριφορά του Ισραήλ έρχεται σε αντίθεση με τα συμφέροντα της αμερικανικής κυβέρνησης – τα υλικά συμφέροντά της (το υψηλό κόστος ενός ενδεχόμενου πολέμου, ειδικά από τη στιγμή που η Ουάσιγκτον αντιμετωπίζει ήδη μεγάλες δυσκολίες στη συνέχιση της υποστήριξης της ουκρανικής κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της ρωσικής εισβολής), καθώς και τα πολιτικά της συμφέροντα (την εικόνα των Ηνωμένων Πολιτειών σε ένα μεγάλο μέρος του κόσμου και μεταξύ ενός μεγάλου μέρους της ανθρωπότητας). Ο Τζο Μπάιντεν δυστυχώς δεν θα σταθεί στο εδώλιο του κατηγορουμένου ενώπιον του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου – αυτό είναι σίγουρο. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ωστόσο, ότι το δικαστήριο της ιστορίας, που είναι το δικαιότερο των ποινικών δικαστηρίων, θα συμπεριλάβει το όνομά του σε περίοπτη θέση στον κατάλογο των δραστών εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας.
Μετάφραση: elaliberta.gr
,8 Αυγούστου 2024 , جلبير الأشقر, « جريمة جو بايدن ضد الإنسانية د» ,القدس العربي
Gilbert Achcar, “Joe Biden’s Crime Against Humanity”, جلبير الأشقر / Gilbert Achcar, 8 Αυγούστου 2024, https://gilbert-achcar.net/joe-bidens-crime. Αναδημοσίευση: , Europe Solidaire Sans Frontières, http://www.europe-solidaire.org/spip.php?article71604.
Gilbert Achcar, « Le crime de Joe Biden contre l’humanité », Europe Solidaire Sans Frontières, 8 Αυγούστου 2024, https://www.europe-solidaire.org/spip.php?article71605.
 
  
  
  
  
  
  
 

 
  
  
  
  
  
  
  
  
  
 