Τετάρτη, 23 Οκτωβρίου 2024 16:23

Ιμπεριαλισμός και αντιιμπεριαλισμός σήμερα

 

 

Ashley Smith

 

Ιμπεριαλισμός και αντιιμπεριαλισμός σήμερα

 

 

Σημείωση elaliberta.gr: Το άρθρο έχει γραφτεί πριν από την παραίτηση του Μπάιντεν από την υποψηφιότητα των Δημοκρατικών για την προεδρία και την αντικατάστασή του από Την Κάμαλα Χάρις και πριν από την επέκταση του πολέμου του Ισραήλ στον Λίβανο.

 

 

Οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν το ισχυρότερο κράτος στον κόσμο, διαθέτοντας τη μεγαλύτερη οικονομία, με το δολάριο ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, τον ισχυρότερο στρατό, το μεγαλύτερο δίκτυο συμμαχιών και, επομένως, τη μεγαλύτερη γεωπολιτική δύναμη. Αντιμετωπίζουν όμως ιμπεριαλιστικούς αντιπάλους στην Κίνα και τη Ρωσία και υπο-ιμπεριαλιστικούς σε κάθε περιοχή του πλανήτη.

 

Ο καπιταλισμός παράγει τον ιμπεριαλισμό – τον ανταγωνισμό μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων και των εταιριών τους για τη διαίρεση και την αναδιανομή της παγκόσμιας αγοράς. Αυτός ο ανταγωνισμός δημιουργεί μια δυναμική ιεραρχία κρατών, με τις πιο ισχυρές στην κορυφή, τις μεσαίες ή υπο-ιμπεριαλιστικές δυνάμεις κάτω από αυτές και τα καταπιεσμένα έθνη στον πάτο.

Καμία ιεραρχία δεν είναι μόνιμη. Ο νόμος της ανισόμετρης και συνδυασμένης ανάπτυξης του καπιταλισμού, οι άνοδοι και οι πτώσεις του, ο επιχειρηματικός ανταγωνισμός του, οι διακρατικές συγκρούσεις του και οι εξεγέρσεις των εκμεταλλευόμενων και των καταπιεσμένων αποσταθεροποιούν και αναδιαρθρώνουν το κρατικό σύστημα.

Ως αποτέλεσμα, η ιστορία του ιμπεριαλισμού είχε μια αλληλουχία μορφών. Μια πολυπολικότητα χαρακτήρισε την περίοδο από τα τέλη του 19ου αιώνα έως το 1945. Αυτή παρήγαγε τις μεγάλες αποικιακές αυτοκρατορίες και δύο παγκόσμιους πολέμους. Αντικαταστάθηκε από μια διπολική τάξη από το 1945 έως το 1991, με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σοβιετική Ένωση να αγωνίζονται για την ηγεμονία επί των νέων ανεξάρτητων κρατών που απελευθερώθηκαν από την αποικιοκρατία.

Με την κατάρρευση της σοβιετικής αυτοκρατορίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβλεψαν μια μονοπολική τάξη νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, δεν αντιμετώπισαν αντίπαλη υπερδύναμη και διεξήγαγαν μια σειρά πολέμων για να επιβάλουν τη λεγόμενη βασισμένη σε κανόνες τάξη του παγκόσμιου καπιταλισμού από το 1991 έως τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Η τάξη αυτή έληξε με τη σχετική παρακμή των Ηνωμένων Πολιτειών, την άνοδο της Κίνας και την ανάσταση της Ρωσίας, εγκαινιάζοντας τη σημερινή ασύμμετρη πολυπολική τάξη.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν η κυρίαρχη δύναμη, αλλά είναι πλέον εγκλωβισμένες σε ανταγωνισμό με την Κίνα και τη Ρωσία, πάνω από όλο και πιο δυναμικά υπο-ιμπεριαλιστικά κράτη όπως το Ισραήλ, το Ιράν, η Σαουδική Αραβία, η Ινδία και η Βραζιλία, καθώς και υποτελή έθνη που υφίστανται τόσο πολιτική όσο και οικονομική καταπίεση. Αντιμέτωπη με μια διαφαινόμενη εποχή κρίσης, πολέμων και εξεγέρσεων, η παγκόσμια Αριστερά πρέπει να οικοδομήσει τη διεθνή αλληλεγγύη από τα κάτω μεταξύ των εργαζομένων και των καταπιεσμένων σε έναν αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό και για το σοσιαλισμό σε όλο τον κόσμο.

 

Οι πολλαπλές κρίσεις του παγκόσμιου καπιταλισμού

Ο παγκόσμιος καπιταλισμός έχει δημιουργήσει πολλαπλές διασταυρούμενες κρίσεις που εντείνουν τις συγκρούσεις μεταξύ και εντός των κρατών. Αυτές οι κρίσεις είναι η παγκόσμια οικονομική ύφεση, η όξυνση του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών, της Κίνας και της Ρωσίας, η κλιματική αλλαγή, η άνευ προηγουμένου παγκόσμια μετανάστευση και οι πανδημίες, από τις οποίες ο COVID-19 είναι μόνο το πιο πρόσφατο παράδειγμα[1]. Αυτές οι κρίσεις έχουν υπονομεύσει το πολιτικό κατεστημένο, έχουν προκαλέσει πολιτική πόλωση στις περισσότερες χώρες του κόσμου, ανοίγοντας την πόρτα στη Δεξιά και την Αριστερά, και πυροδοτώντας κύματα εκρηκτικών αλλά παροδικών αγώνων από τα κάτω. Είχαμε να παρακολουθήσουμε μια τέτοια περίοδο κρίσης, συγκρούσεων, πολέμων, πολιτικής αστάθειας και εξεγέρσεων εδώ και δεκαετίες.

Όλα αυτά αποτελούν πρόκληση και ευκαιρία για μια διεθνή Αριστερά και ένα εργατικό κίνημα που εξακολουθούν να υποφέρουν από τις συνέπειες πολλών δεκαετιών ήττας και υποχώρησης. Είναι επίσης ένα άνοιγμα για μια νέα ακροδεξιά που προσφέρει αυταρχικές λύσεις που υπόσχονται να αποκαταστήσουν την κοινωνική τάξη με αποδιοπομπαίους τράγους τους καταπιεσμένους στο εσωτερικό και με το να υποδαυλίζουν αντιδραστικές μορφές εθνικισμού ενάντια στους εχθρούς στο εξωτερικό.

Μόλις ανήλθε στην εξουσία, αυτή η νέα ακροδεξιά[2] απέτυχε να ξεπεράσει οποιαδήποτε από τις κρίσεις και τις ανισότητες του παγκόσμιου καπιταλισμού, αλλά τις επιδείνωσε. Ως αποτέλεσμα, ούτε το κατεστημένο ούτε οι ακροδεξιοί αντίπαλοί του προσφέρουν κάποια διέξοδο από τη δική μας εποχή της καταστροφής.

 

Η ασύμμετρη πολυπολική παγκόσμια τάξη

Εν μέσω αυτών των μεταστατικών κρίσεων, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν βρίσκονται πλέον στην κορυφή μιας μονοπολικής παγκόσμιας τάξης. Έχουν υποστεί σχετική παρακμή ως αποτέλεσμα της μακροχρόνιας νεοφιλελεύθερης άνθησης, των αποτυχημένων πολέμων τους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν και της Μεγάλης Ύφεσης. Αυτές οι εξελίξεις επέτρεψαν την άνοδο της Κίνας ως νέας αυτοκρατορικής δύναμης και την αναβίωση της Ρωσίας ως πυρηνικά εξοπλισμένης πετρελαϊκής δύναμης. Ταυτόχρονα, ένα πλήθος υπο-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων έχουν γίνει πιο διεκδικητικές από ό,τι στο παρελθόν, ελίσσονται ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις και διεκδικούν πλεονέκτημα στην περιοχή τους.

Όλα αυτά δημιούργησαν τη σημερινή ασύμμετρη πολυπολική παγκόσμια τάξη[3]. Οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν το ισχυρότερο κράτος στον κόσμο, διαθέτοντας τη μεγαλύτερη οικονομία, το δολάριο ως το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, με τον ισχυρότερο στρατό, το μεγαλύτερο δίκτυο συμμαχιών και συνεπώς τη μεγαλύτερη γεωπολιτική ισχύ. Αντιμετωπίζουν όμως ιμπεριαλιστικούς αντιπάλους στην Κίνα[4] και τη Ρωσία[5] και υπο-ιμπεριαλιστικούς σε κάθε περιοχή του πλανήτη.

Αυτοί οι ανταγωνισμοί δεν έχουν οδηγήσει σε συνεκτικά γεωπολιτικά και οικονομικά μπλοκ. Η παγκοσμιοποίηση έχει συνδέσει στενά τις περισσότερες οικονομίες του κόσμου μεταξύ τους, αποτρέποντας την επιστροφή σε μπλοκ όπως αυτά που υπήρχαν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

Έτσι, οι δύο μεγαλύτεροι αντίπαλοι, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα, είναι επίσης δύο από τους πιο αλληλοσυνδεδεμένους στον κόσμο. Σκεφτείτε το iPhone της Apple[6], που σχεδιάζεται στην Καλιφόρνια, κατασκευάζεται σε εργοστάσια που είναι ιδιοκτησίας της Ταϊβάν στην Κίνα και εξάγεται σε πωλητές στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε όλο τον κόσμο.

Οι νέες υπο-ιμπεριαλιστικές δυνάμεις δεν είναι πιστές ούτε στην Κίνα ούτε στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά καιροσκοπικά συνάπτουν συμμαχίες με τη μία ή την άλλη δύναμη για την επιδίωξη των δικών τους καπιταλιστικών συμφερόντων. Για παράδειγμα, ενώ η Ινδία συνάπτει συμφωνίες με την Κίνα στη συμμαχία BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική) κατά των Ηνωμένων Πολιτειών, συμμετέχει στη συμμαχία QUAD (Ηνωμένες Πολιτείες, Αυστραλία, Ινδία, Ιαπωνία) της Ουάσινγκτον κατά της Κίνας.

Ωστόσο, η παγκόσμια οικονομική ύφεση, η εντεινόμενη αντιπαλότητα μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας, και κυρίως ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία[7] και οι κυρώσεις των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ κατά της Μόσχας αρχίζουν να διαρρηγνύουν την παγκοσμιοποίηση όπως την ξέραμε. Πράγματι, η παγκοσμιοποίηση έχει φτάσει σε ένα επίπεδο και αρχίζει να παρακμάζει[8].

Για παράδειγμα, μέσω του λεγόμενου Πολέμου των Τσιπ[9], οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα διαχωρίζουν το κορυφαίο τμήμα των οικονομιών τους υψηλής τεχνολογίας. Σε μια άλλη περίπτωση, οι δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας λόγω του ιμπεριαλιστικού πολέμου της στην Ουκρανία την έχουν αποκλείσει από το εμπόριο και τις επενδύσεις των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), αναγκάζοντάς την να στραφεί στις αγορές της Κίνας και του Ιράν.

Ως αποτέλεσμα, βρισκόμαστε σε μια τροχιά προς την αύξηση της οικονομικής διαίρεσης, της γεωπολιτικής αντιπαλότητας, ακόμη και της στρατιωτικής σύγκρουσης μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών, της Κίνας και της Ρωσίας, καθώς και μεταξύ αυτών και των υπο-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Ταυτόχρονα, η βαθιά οικονομική ολοκλήρωση ιδίως των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας, καθώς και το γεγονός ότι καθεμία από αυτές διαθέτει πυρηνικά όπλα, εξουδετερώνει την τάση για ανοιχτό πόλεμο, ο οποίος θα ενείχε τον κίνδυνο της αμοιβαίας καταστροφής και της παγκόσμιας οικονομικής κατάρρευσης.

 

Η Ουάσινγκτον προετοιμάζεται για τον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων

Από την εποχή της διακυβέρνησης Ομπάμα, το αμερικανικό κράτος προσπαθεί να αναπτύξει μια νέα στρατηγική για να αντιμετωπίσει την άνοδο της Κίνας και την επανεμφάνιση της Ρωσίας. Ο Ομπάμα ανακοίνωσε τη λεγόμενη Στροφή προς την Ασία[10] και ο Τραμπ τοποθέτησε ανοιχτά τον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων με το Πεκίνο και τη Μόσχα στο επίκεντρο της δικής του Εθνικής Στρατηγικής Ασφαλείας[11], αλλά κανένας από τους δύο δεν ανέπτυξε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για αυτές τις συγκρούσεις ή άλλες στη νέα ασύμμετρη πολυπολική παγκόσμια τάξη.

Ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα παρέμεινε επικεντρωμένος στη Μέση Ανατολή[12], ολοκληρώνοντας την κατοχή του Ιράκ και του Αφγανιστάν και στη συνέχεια στηρίζοντας την υπάρχουσα τάξη στην περιοχή μετά την Αραβική Άνοιξη και την άνοδο του ISIS. Ο Τραμπ διακήρυξε τη στρατηγική του για τον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων, αλλά στην πράξη ήταν ασυνάρτητη. Περιελάμβανε ένα χαοτικό μείγμα ακροδεξιού εθνικισμού, προστατευτισμού, απειλών για εγκατάλειψη ιστορικών συμμαχιών όπως το ΝΑΤΟ και εμπορικών διμερών συμφωνιών τόσο με καθορισμένους αντιπάλους όσο και με παραδοσιακούς συμμάχους. Τα αλλοπρόσαλλα χρόνια της κακοδιοίκησης του οδήγησαν στην περαιτέρω σχετική παρακμή των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ανέπτυξε την πιο συνεκτική στρατηγική μέχρι σήμερα[13]. Ήλπιζε να προσεταιριστεί τους ταξικούς και κοινωνικούς αγώνες με μικρές μεταρρυθμίσεις, να εφαρμόσει μια νέα βιομηχανική πολιτική για να εξασφαλίσει την ανταγωνιστικότητα των ΗΠΑ στην παραγωγή υψηλής τεχνολογίας και να αποκαταστήσει τις συμμαχίες της Ουάσιγκτον, όπως το ΝΑΤΟ, και να τις επεκτείνει μέσω της δρομολόγησης της λεγόμενης Λίγκας των Δημοκρατιών εναντίον των αυταρχικών αντιπάλων της Ουάσιγκτον.

Στο τέλος, οι κεντρώοι Δημοκρατικοί, οι Ρεπουμπλικάνοι και τα δικαστήρια μπλόκαραν πολλές από τις μεταρρυθμίσεις του που αποσκοπούσαν στην άμβλυνση της κοινωνικής ανισότητας. Κατάφερε όμως να εφαρμόσει τη βιομηχανική του πολιτική μέσω πολλαπλών νομοσχεδίων. Ο Μπάιντεν άρχισε επίσης να αναδιοργανώνει και να διευρύνει τις συμμαχίες των ΗΠΑ μέσω νέων συμφώνων και οικονομικών πρωτοβουλιών. Ο στόχος όλων αυτών είναι να συγκρατηθεί η Κίνα, να αποτραπεί ο ρωσικός επεκτατισμός στην Ανατολική Ευρώπη και να τραβηχτούν όσο το δυνατόν περισσότερες υπο-ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, υποτελή κράτη και καταπιεσμένα έθνη ξανά κάτω από την ηγεμονία των ΗΠΑ και την προτιμώμενη από αυτές διεθνή τάξη.

Ο Μπάιντεν συνέχισε την προσπάθεια των προκατόχων του να απεμπλέξουν τις Ηνωμένες Πολιτείες από τις αποτυχημένες κατοχές τους. Τελικά τερμάτισε την εικοσαετή κατοχή του Αφγανιστάν από την Ουάσινγκτον με άθλιο τρόπο, διαπράττοντας εγκλήματα πολέμου κατά τη διαδικασία και εγκαταλείποντας τη χώρα στους Ταλιμπάν. Στη συνέχεια προσπάθησε να σταθεροποιήσει τη Μέση Ανατολή συνεχίζοντας τις συμφωνίες του Αβραάμ του Τραμπ και τις περαιτέρω προσπάθειες εξομάλυνσης της θέσης του Ισραήλ με τη σύναψη επίσημων σχέσεων μεταξύ των αραβικών καθεστώτων με το Τελ Αβίβ. Φυσικά, αυτό έδωσε το πράσινο φως στον πρωθυπουργό Μπέντζαμιν Νετανιάχου να συνεχίσει την πολιορκία της Γάζας, την επέκταση των εποίκων στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη και την εμβάθυνση του απαρτχάιντ στο εσωτερικό του Ισραήλ, που τώρα έχει λάβει φρικτή έκφραση στον γενοκτονικό πόλεμο του Ισραήλ κατά της Γάζας. Στην Ευρώπη, ο Μπάιντεν δέσμευσε εκ νέου τις Ηνωμένες Πολιτείες στο ΝΑΤΟ, στέλνοντας μήνυμα στη Ρωσία ότι η Ουάσιγκτον, και όχι η Μόσχα, θα παραμείνει ο κυρίαρχος ηγεμόνας στην περιοχή.

Αλλά ο κύριος στόχος της στρατηγικής του Μπάιντεν για τον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων είναι η Κίνα[14]. Στο οικονομικό μέτωπο, η βιομηχανική του πολιτική έχει σχεδιαστεί για να αποκαταστήσει, να προστατεύσει και να επεκτείνει την οικονομική υπεροχή των ΗΠΑ έναντι του Πεκίνου, ιδίως στην υψηλή τεχνολογία. Στοχεύει στην εσωτερική ή σε γειτονικές χώρες παραγωγή υψηλής τεχνολογίας, στην επιβολή υψηλού προστατευτισμού γύρω από τον αμερικανικό σχεδιασμό και τη μηχανική των τσιπ υπολογιστών και στη χρηματοδότηση αμερικανικών εταιρειών και πανεπιστημίων υψηλής τεχνολογίας σε τομείς STEM (επιστήμη, τεχνολογία, μηχανική και μαθηματικά) για να κατοχυρώσει την κυριαρχία τους στην τεχνητή νοημοσύνη (AI) και σε άλλες τεχνολογίες αιχμής, ιδίως λόγω των στρατιωτικών εφαρμογών τους.

Στο γεωπολιτικό μέτωπο, ο Μπάιντεν εδραίωσε τις υπάρχουσες συμμαχίες με την Ιαπωνία και τις επέκτεινε ώστε να συμπεριλάβουν κυρίως τις χώρες που ανταγωνίζονται την Κίνα, συμπεριλαμβανομένου του Βιετνάμ και των Φιλιππίνων. Επανέλαβε επίσης την πολιτική της μίας Κίνας που αναγνωρίζει μόνο το Πεκίνο και την πολιτική της στρατηγικής ασάφειας για την Ταϊβάν[15], η οποία δεσμεύει τις Ηνωμένες Πολιτείες να εξοπλίσουν το νησιωτικό έθνος σαν «σκαντζόχοιρο» για να αποτρέψουν την κινεζική επιθετικότητα, αλλά παραμένει ασαφής σχετικά με το αν θα προστρέξουν στην υπεράσπιση του νησιού σε περίπτωση επίθεσης ή εισβολής.

Στο στρατιωτικό μέτωπο, ο Μπάιντεν αναβάθμισε τις στρατιωτικές συμμαχίες των ΗΠΑ, όπως η QUAD και η Five Eyes (Αυστραλία, Καναδάς, Νέα Ζηλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ηνωμένες Πολιτείες), και δημιούργησε νέες, ιδίως τη συμφωνία μεταξύ Αυστραλίας, Ηνωμένου Βασιλείου και Ηνωμένων Πολιτειών (AUKUS) για την ανάπτυξη πυρηνικών υποβρυχίων στην Αυστραλία. Η Ουάσινγκτον βρίσκεται στη διαδικασία να πυροδοτήσει μια κούρσα εξοπλισμών με την Κίνα και δημιουργίας βάσεων σε ολόκληρη την Ασία και τον Ειρηνικό.

 

Οι ιμπεριαλιστικοί αντίπαλοι της Ουάσινγκτον: Κίνα και Ρωσία.

Η Κίνα και η Ρωσία έχουν εφαρμόσει τη δική τους στρατηγική για την προβολή των αυτοκρατορικών τους φιλοδοξιών. Αυτές οι τρεις δυνάμεις σχηματίζουν αυτό που ο Gilbert Achcar έχει αποκαλέσει «στρατηγική τριάδα» του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού[16].

Υπό την ηγεσία του Σι Τζινπίνγκ, η Κίνα έχει ως στόχο να αποκαταστήσει τη θέση της ως μεγάλη δύναμη στον παγκόσμιο καπιταλισμό[17]. Έχει εφαρμόσει μια οικονομική στρατηγική για να κάνει άλμα στην αλυσίδα αξίας ώστε να ανταγωνιστεί στο υψηλότερο επίπεδο σχεδιασμού, μηχανικής και κατασκευής. Έχει χρηματοδοτήσει τόσο το κρατικό όσο και το ιδιωτικό κεφάλαιο μέσω προγραμμάτων όπως το «Κίνα 2025», το οποίο στοχεύει στην καθιέρωση επιλεγμένων εταιρειών ως εθνικών πρωταθλητών στην υψηλή τεχνολογία.

Αυτό ήταν ιδιαίτερα επιτυχές, με τη Huawei και τη BYD να έχουν καθιερωθεί μεταξύ άλλων ως παγκόσμιοι ανταγωνιστές. Η Κίνα είναι πλέον ηγέτης της βιομηχανίας σε ολόκληρους τομείς όπως η ηλιακή ενέργεια και τα ηλεκτρικά οχήματα, προκαλώντας το αμερικανικό, ευρωπαϊκό και ιαπωνικό κεφάλαιο.

Με τη μαζική οικονομική της επέκταση, η Κίνα προσπάθησε να εξάγει το πλεόνασμα κεφαλαίου και παραγωγικής ικανότητας στο εξωτερικό μέσω της Πρωτοβουλίας Μία Ζώνη και Ένας Δρόμος (BRI / Belt and Road Initiative)[18], ένα τεράστιο σχέδιο για την ανάπτυξη υποδομών σε όλο τον κόσμο, ιδίως στον Παγκόσμιο Νότο, ύψους 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων. Τίποτα από όλα αυτά δεν είναι αλτρουιστικό. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των επενδύσεων έχει σχεδιαστεί για την κατασκευή υποδομών, σιδηροδρόμων, δρόμων και λιμανιών για την εξαγωγή πρώτων υλών στην Κίνα. Στη συνέχεια, η Κίνα εξάγει τα τελικά προϊόντα της πίσω σε αυτές τις χώρες σε ένα κλασικό ιμπεριαλιστικό μοτίβο. Αλλά ο συνδυασμός της επιβράδυνσης της οικονομίας της, των τραπεζικών προβλημάτων και των κρίσεων χρέους σε χώρες στις οποίες είχε δανείσει, οδήγησε την Κίνα να υποχωρήσει από τις πιο μεγάλες φιλοδοξίες της για την BRI.

Ωστόσο, η Κίνα προσπαθεί να μετατρέψει αυτές τις επενδύσεις σε γεωπολιτική επιρροή μέσω οικονομικών σχηματισμών όπως οι BRICS, καθώς και πολιτικών συμφώνων/συμφώνων ασφαλείας όπως ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (που περιλαμβάνει την Κίνα, τη Ρωσία, την Ινδία, το Πακιστάν, το Ιράν και μια σειρά από κράτη της Κεντρικής Ασίας). Έχει επίσης ισχυροποιήσει την επιρροή της στη Μέση Ανατολή ενθαρρύνοντας την εξομάλυνση των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ του συμμάχου της Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας, από την οποία εξαρτάται το μεγαλύτερο μέρος του πετρελαίου της.

Για να υποστηρίξει τη νέα οικονομική της ισχύ με στρατιωτική ισχύ, η Κίνα εκσυγχρονίζει τις ένοπλες δυνάμεις της, ιδίως το ναυτικό της, ειδικά για να αμφισβητήσει τη ναυτική ηγεμονία των ΗΠΑ στον Ειρηνικό. Στο πλαίσιο αυτό, έχει καταλάβει νησιά που διεκδικούν άλλα κράτη, δημιουργώντας ανταγωνισμούς με την Ιαπωνία, το Βιετνάμ, τις Φιλιππίνες και πολλούς άλλους. Έχει στρατιωτικοποιήσει ορισμένα από αυτά, ιδίως στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, για να προβάλλει την ισχύ της, να προστατεύει τους ναυτιλιακούς δρόμους και να διεκδικεί δικαιώματα σε υποθαλάσσια αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Τέλος, το Πεκίνο επιβάλλει ιστορικές διεκδικήσεις σε αυτό που θεωρεί εθνικό του έδαφος στο πλαίσιο ενός σχεδίου εθνικής αναζωογόνησης. Έτσι, επέβαλε την κυριαρχία του στο Χονγκ Κονγκ με ωμή βία[19], διεξήγαγε τον δικό του πόλεμο κατά της τρομοκρατίας και την πολιτιστική γενοκτονία κατά των Ουιγούρων στο Σιντζιάνγκ[20] και κλιμάκωσε τις απειλές για εισβολή στην Ταϊβάν, την οποία θεωρεί αποστάτρια επαρχία.

Εν τω μεταξύ, υπό την εξουσία του Βλαντιμίρ Πούτιν, η ρώσικη άρχουσα τάξη έχει ως στόχο να αποκαταστήσει την αυτοκρατορική της δύναμη, η οποία υπονομεύτηκε τόσο καταστροφικά από την κατάρρευση της Σοβιετικής Αυτοκρατορίας στην Ανατολική Ευρώπη και την καταστροφική εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης θεραπείας σοκ. Παρακολούθησε τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό να καταβροχθίζουν την πρώην σφαίρα επιρροής της μέσω της επέκτασης του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.

Ο Πούτιν ανοικοδόμησε τη Ρωσία ως μια πυρηνικά οπλισμένη πετρελαϊκή δύναμη με στόχο να διεκδικήσει την πρώην αυτοκρατορία της στην Ανατολική Ευρώπη και την Κεντρική Ασία[21], ενώ επέβαλε την τάξη στο εσωτερικό της χώρας ενάντια σε κάθε λαϊκή διαφωνία και ιδιαίτερα ενάντια στις ενίοτε απείθαρχες δημοκρατίες της. Προσπάθησε να εδραιώσει την κυριαρχία της στην πρώην σφαίρα επιρροής της μέσω της συνεργασίας της με την Κίνα στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης.

Αυτό το ιμπεριαλιστικό σχέδιο την οδήγησε σε μια σειρά πολέμων στην Τσετσενία (1996, 1999), τη Γεωργία (2008) και την Ουκρανία (2014, 2022-), καθώς και σε επεμβάσεις στη Συρία και σε διάφορες αφρικανικές χώρες. Η αυτοκρατορική διεκδίκηση της Ρωσίας έχει πυροδοτήσει την αντίσταση των κρατών και των λαών που έχει στοχοποιήσει, αλλά και την ιμπεριαλιστική αντεπίθεση των Ηνωμένων Πολιτειών, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.

 

Ο ρωσικός ιμπεριαλιστικός πόλεμος στην Ουκρανία

Τρία στρατηγικά σημεία ανάφλεξης έχουν κορυφώσει αυτούς τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς – η Ουκρανία, η Γάζα και η Ταϊβάν.

Η Ουκρανία έγινε ο τόπος ενός μεγάλου πολέμου στην Ευρώπη για πρώτη φορά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ρωσία εισέβαλε στη χώρα το 2014 και στη συνέχεια ξανά το 2022 σε μια ξεκάθαρη πράξη ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας[22], επιχειρώντας να καταλάβει ολόκληρη τη χώρα και να επιβάλει ένα ημιαποικιακό καθεστώς σε αυτήν. Ο Πούτιν το δικαιολόγησε αυτό με ψέματα περί αποναζιστικοποίησης (ελάχιστα πιστευτό από ένα από τα πιο αντιδραστικά κράτη στον κόσμο και σύμμαχο της ακροδεξιάς διεθνώς).

Φυσικά, η επιθετικότητά του ήταν εν μέρει απάντηση στην επέκταση των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ[23], αλλά αυτό δεν κάνει τον πόλεμό του λιγότερο ιμπεριαλιστικό στη φύση του. Στόχος του ήταν να χρησιμοποιήσει την κατάκτηση της Ουκρανίας ως σκαλοπάτι για να διεκδικήσει την πρώην σφαίρα επιρροής του στην υπόλοιπη Ανατολική Ευρώπη.

Το ουκρανικό κράτος, ο στρατός και ο λαός ξεσηκώθηκαν ενάντια στην εισβολή σε έναν αγώνα για εθνική αυτοδιάθεση.

Ο Μπάιντεν παρείχε στην Ουκρανία οικονομική και στρατιωτική βοήθεια για τους αυτοκρατορικούς λόγους της Ουάσινγκτον. Δεν είναι σύμμαχος των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων, όπως μαρτυρά η μακρά ιστορία της σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους από τις Φιλιππίνες μέχρι το Βιετνάμ και το Ιράκ[24]. Η Ουάσινγκτον έχει ως στόχο να αποδυναμώσει τη Ρωσία[25], να αποτρέψει την επέμβασή της στη διευρυμένη σφαίρα επιρροής της στην Ανατολική Ευρώπη και να συσπειρώσει τους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ εναντίον, όχι μόνο της Μόσχας, αλλά και της Κίνας, την οποία το ΝΑΤΟ έχει ορίσει ως στρατηγικό επίκεντρο για πρώτη φορά στην ιστορία του.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους στο ΝΑΤΟ επέβαλαν τις αυστηρότερες κυρώσεις στην ιστορία στη Ρωσία και πίεσαν τη Δυτική Ευρώπη να απεξαρτηθεί από τις ρωσικές ενεργειακές προμήθειες και να στηριχθεί στις εξαγωγές φυσικού αερίου των ΗΠΑ. Η Ρωσία, ως αντίδραση, εξαρτήθηκε όλο και περισσότερο από την Κίνα για το εμπόριο και την τεχνολογία, καθώς και από τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν για πυραύλους, μη επανδρωμένα αεροσκάφη και άλλο στρατιωτικό υλικό.

Η Ουάσινγκτον προσπάθησε επίσης να χρησιμοποιήσει την επιθετικότητα της Ρωσίας για να συσπειρώσει τον Παγκόσμιο Νότο κάτω από τη δική της σημαία. Αλλά δεν είχε μεγάλη τύχη με τις κυβερνήσεις αυτών των κρατών, παρά τη λαϊκή ταύτιση των περισσότερων από αυτές τις πρώην αποικιοκρατούμενες χώρες με τον αγώνα της Ουκρανίας για αυτοδιάθεση[26]. Παρ’ όλα αυτά, ο Μπάιντεν χρησιμοποίησε την Ουκρανία για να ενισχύσει τις παγκόσμιες συμμαχίες και την ήπια ισχύ της Ουάσινγκτον, καθώς η τελευταία εμφανιζόταν ως υπερασπιστής της αυτοδιάθεσης και της λεγόμενης τάξης που βασίζεται σε κανόνες έναντι του ρωσικού ιμπεριαλισμού.

 

Ο υποστηριζόμενος από τις ΗΠΑ γενοκτονικός πόλεμος του Ισραήλ στη Γάζα

Ο γενοκτονικός πόλεμος του Ισραήλ στη Γάζα ανέτρεψε τα αυτοκρατορικά σχέδια της Ουάσιγκτον για ολόκληρη τη Μέση Ανατολή και προκάλεσε τη μεγαλύτερη γεωπολιτική της κρίση μετά το Βιετνάμ. Αντιμέτωπη με τον αργό στραγγαλισμό από την πλήρη πολιορκία της Γάζας, η Χαμάς ηγήθηκε μιας απελπισμένης απόδρασης από τη φυλακή στις 7 Οκτωβρίου[27], συνέλαβε ομήρους και σκότωσε μεγάλο αριθμό στρατιωτών και αμάχων.

Η επίθεσή της εξέθεσε τις αδυναμίες των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών και του ελέγχου των συνόρων πέρα από το τείχος του απαρτχάιντ. Σε απάντηση, το Ισραήλ εξαπέλυσε τη μεγαλύτερη στρατιωτική του εισβολή στη Γάζα με δηλωμένο στόχο την ανάκτηση των ομήρων και την καταστροφή της Χαμάς. Δεν πέτυχε τίποτα από τα δύο. Αντ’ αυτού, κατέστρεψε τη Γάζα σε έναν πόλεμο συλλογικής τιμωρίας, εθνοκάθαρσης και γενοκτονίας. Η κυβέρνηση Μπάιντεν το υποστήριξε σε κάθε του βήμα, χρηματοδοτώντας το, παρέχοντάς του πολιτική κάλυψη με βέτο στα Ηνωμένα Έθνη και εξοπλίζοντάς το μέχρι τα δόντια.

Αλλά υπάρχει ένα σχίσμα μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ισραήλ. Ενώ η Ουάσινγκτον υποστηρίζει τον στόχο του Ισραήλ να καταστρέψει την παλαιστινιακή αντίσταση, έχει προσπαθήσει να καλοπιάσει το Ισραήλ να αλλάξει τη στρατηγική του από τους ισοπεδωτικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς στη Γάζα και τη δολοφονία αμάχων, προς τις ειδικές επιχειρήσεις με στόχο τη Χαμάς. Η στρατηγική διαφωνία της κυβέρνησης Μπάιντεν με το Ισραήλ κορυφώθηκε με αφορμή την επίθεση στη Ράφα, με τις ΗΠΑ να διακόπτουν τις αποστολές ορισμένων από τις πιο καταστροφικές βόμβες τους.

Η αμερικανική κυβέρνηση δεν εγκρίνει επίσης τις διευρυνόμενες επιθέσεις του Ισραήλ στην περιοχή, οι οποίες περιλαμβάνουν τους βομβαρδισμούς της Συρίας, του Λιβάνου, του Ιράκ και της Υεμένης. Η Ουάσινγκτον δεν έχει αντιταχθεί ανοιχτά σε αυτές τις επιδρομές, αλλά αντίθετα έχει προσπαθήσει να πιέσει τα καθεστώτα-στόχους να μην αντιδράσουν.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπόρεσαν να συγκρατήσουν τον Νετανιάχου, ο οποίος είναι δέσμιος των φασιστών του κυβερνητικού συνασπισμού του, οι οποίοι καλούν σε γενοκτονία και περιφερειακό πόλεμο, ιδίως εναντίον του Ιράν. Ο Νετανιάχου ακολούθησε το παράδειγμά τους για να διατηρήσει την κυβέρνηση συνασπισμού του, διότι αν πέσει, πιθανότατα θα φυλακιστεί για κατηγορίες διαφθοράς.

Έτσι, ο γενοκτονικός πόλεμος του Ισραήλ και η περιφερειακή του επιθετικότητα θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν έναν ευρύτερο πόλεμο. Ήδη, προκάλεσε τους Χούθι στην Υεμένη να οργανώσουν επιθέσεις σε πετρελαϊκά και εμπορικά πλοία, απειλώντας την παγκόσμια οικονομία και οδηγώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες να συγκροτήσουν συνασπισμό για να προστατεύσουν τα πλοία τους και να απειλήσουν τους Χούθι.

Αλλά η πιο οξεία και επικίνδυνη από όλες τις συγκρούσεις που έχει μεθοδεύσει το Ισραήλ είναι με το Ιράν[28]. Βομβάρδισε την πρεσβεία της Τεχεράνης στη Δαμασκό, σκοτώνοντας έναν από τους ηγέτες των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης. Η Ουάσινγκτον επιδόθηκε σε υπερπροσπάθεια για να πιέσει το Ιράν να μην χτυπήσει το Ισραήλ και να προκαλέσει έτσι έναν πόλεμο πλήρους κλίμακας.

Στην περίπτωση αυτή, το Ιράν πραγματοποίησε μια σε μεγάλο βαθμό συμβολική επίθεση κατά του Ισραήλ. Είχε γνωστοποιήσει τα σχέδιά του στις Ηνωμένες Πολιτείες και τις αραβικές χώρες, επιτρέποντας στο Ισραήλ και τους συμμάχους του να καταρρίψουν σχεδόν όλα τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη και τους πυραύλους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες στη συνέχεια στράφηκαν στο Ισραήλ για να περιορίσουν την αντεπίθεσή του. Αλλά το Τελ Αβίβ έστειλε ωστόσο ένα δυσοίωνο μήνυμα με ένα περιορισμένο χτύπημα στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν. Σε απάντηση, η Τεχεράνη θα προχωρήσει με τα σχέδια για την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων και το Ισραήλ θα απαντήσει με στρατιωτικά πλήγματα για να προστατεύσει το περιφερειακό πυρηνικό μονοπώλιο του, απειλώντας με Αρμαγεδδώνα στην περιοχή[29].

Εν μέσω αυτής της σπειροειδούς σύγκρουσης, η βαρβαρότητα του Ισραήλ έχει προκαλέσει μαζικές διαμαρτυρίες σε όλη τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική και παγκοσμίως, εκθέτοντας και απομονώνοντας τόσο το Ισραήλ όσο και τις Ηνωμένες Πολιτείες ως αρχιτέκτονες και δράστες γενοκτονίας. Η Νότια Αφρική προσέφυγε κατά του Ισραήλ στο Διεθνές Δικαστήριο, κατηγορώντας το για γενοκτονία, υπόθεση που το Δικαστήριο έκρινε εύλογη.

Η Κίνα και η Ρωσία εκμεταλλεύτηκαν την κρίση για να τοποθετηθούν ως σύμμαχοι της Παλαιστίνης, παρά τις βαθιές οικονομικές και διπλωματικές σχέσεις τους με το Ισραήλ και την υποστήριξή τους για τη σταθεροποίηση του status quo στην περιοχή. Οι καταπιεστές της Σιντζιάνγκ και της Ουκρανίας δεν έχουν κανένα δικαίωμα να ισχυρίζονται ότι υποστηρίζουν την εθνική αυτοδιάθεση.

Παρ’ όλα αυτά, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν υποστεί μια τεράστια οπισθοχώρηση. Η ήπια ισχύς τους έχει υπονομευθεί ριζικά. Δύσκολα μπορεί κανείς να πιστέψει τους ισχυρισμούς τους ότι υποστηρίζουν «μια τάξη βασισμένη σε κανόνες» ή την «αυτοδιάθεση» ή ακόμη και τη «δημοκρατία».

Τα σχέδια για την εξομάλυνση των σχέσεων του Ισραήλ μέσω των Συμφωνιών του Αβραάμ έχουν προς το παρόν ανακοπεί. Με τους πληθυσμούς τους να βρίσκονται στους δρόμους και να εκφράζουν τουλάχιστον τη συμπάθειά τους προς τους Παλαιστίνιους, κανένα αραβικό καθεστώς δεν θα συνάψει δημοσίως συμφωνία με το Ισραήλ, παρά την αυξανόμενη οικονομική τους διασύνδεση με το κράτος απαρτχάιντ, αν και ορισμένα εξακολουθούν να προωθούν αυτά τα σχέδια πίσω από κλειστές πόρτες.

Κανένα από αυτά τα καθεστώτα ή το Ιράν δεν μπορεί να θεωρηθεί σύμμαχος του παλαιστινιακού αγώνα. Εκτός από τους Χούθι, όλα τους έχουν περιορίσει τις στρατιωτικές αντιδράσεις κατά του Ισραήλ. Κανένα δεν έχει διακόψει τις μεταφορές πετρελαίου προς τις μεγάλες δυνάμεις.

Δεν υπάρχει πραγματικός «άξονας της αντίστασης»[30]. Όλα αυτά τα κράτη παίζουν θέατρο για να συγκρατήσουν τη λαϊκή αλληλεγγύη προς την Παλαιστίνη από το να μετατραπεί σε αντίθεση προς τη δική τους δεσποτική κυριαρχία. Και όταν βρέθηκαν αντιμέτωπα με οποιαδήποτε εγχώρια αντίσταση, όλα, από την Αίγυπτο μέχρι το Ιράν, την κατέστειλαν με ωμή βία. Όλα είναι αντεπαναστατικά καπιταλιστικά καθεστώτα[31].

Ο γενοκτονικός πόλεμος του Ισραήλ έχει, ωστόσο, υπονομεύσει ριζικά την προσπάθεια της Ουάσινγκτον να προσεταιριστεί υπο-ιμπεριαλιστικά κράτη και χώρες στην περιοχή και σε ολόκληρο τον Παγκόσμιο Νότο. Οι μνήμες αυτών των κρατών και των λαών τους από τον δικό τους απελευθερωτικό αγώνα τους οδηγεί να ταυτιστούν με την Παλαιστίνη και να αντιταχθούν τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στο Ισραήλ. Αυτό έχει δημιουργήσει ένα άνευ προηγουμένου παγκόσμιο κύμα λαϊκής διαμαρτυρίας σε αλληλεγγύη με την Παλαιστίνη. Εν τω μεταξύ, η σταθερή υποστήριξη του Ισραήλ από την κυβέρνηση Μπάιντεν έχει προκαλέσει ανένδοτες διαμαρτυρίες τους τελευταίους έξι μήνες, με αποκορύφωμα τη φοιτητική εξέγερση σε πανεπιστήμια σε όλη τη χώρα. Υπονομεύοντας περαιτέρω τους ισχυρισμούς της Ουάσιγκτον ότι αποτελεί πρότυπο δημοκρατίας, και τα δύο πολιτικά κόμματα σε συνεργασία με τις φιλελεύθερες και συντηρητικές πανεπιστημιακές διοικήσεις κατέστειλαν αυτή τη φοιτητική εξέγερση με τη μεγαλύτερη δυνατή βιαιότητα.

Έτσι, το Ισραήλ αναιρεί όλες τις γεωπολιτικές προόδους που έκαναν οι Ηνωμένες Πολιτείες μέσω της στάσης τους γύρω από την Ουκρανία, ρίχνει τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό σε κρίση και θέτει σε κίνδυνο την επανεκλογή του Μπάιντεν[32]. Έχει επίσης δώσει μεγάλο χώρο στους παγκόσμιους και περιφερειακούς αντιπάλους της Ουάσιγκτον να γίνουν όλο και πιο διεκδικητικοί για τα δικά τους συμφέροντα, κλιμακώνοντας τις συγκρούσεις σε όλο τον κόσμο.

 

Η Ταϊβάν: επίκεντρο της αντιπαλότητας ΗΠΑ-Κίνας

Η Ταϊβάν έχει γίνει το επίκεντρο της αντιπαλότητας μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας. Η Κίνα έχει θέσει την επανένωση, δηλαδή την κατάληψη της Ταϊβάν, ως έναν από τους βασικούς ιμπεριαλιστικούς της στόχους[33]. Ενώ ο Μπάιντεν έχει υποσχεθεί ότι θα διατηρήσει την πολιτική της «μίας Κίνας» και τη στρατηγική ασάφεια, έχει επανειλημμένα υποσχεθεί ότι θα υπερασπιστεί την Ταϊβάν σε περίπτωση πολέμου.

Για να προετοιμαστεί για μια τέτοια ανάφλεξη, προσπαθεί να ξεπεράσει τον ιστορικό ανταγωνισμό μεταξύ των περιφερειακών συμμάχων της Ιαπωνίας, των Φιλιππίνων, της Νότιας Κορέας, του Βιετνάμ και άλλων για να τους ενώσει σε διάφορες πολυμερείς και διμερείς συμφωνίες εναντίον της Κίνας. Όλα αυτά εντείνουν τη σύγκρουση για την Ταϊβάν.

Ταυτόχρονα, η οικονομική διασύνδεση των Ηνωμένων Πολιτειών, της Κίνας και της Ταϊβάν αμβλύνει την ολίσθηση προς τον πόλεμο. Μια από τις πολυεθνικές της Ταϊβάν, η Foxconn, κατασκευάζει το iPhone της Apple σε γιγαντιαία εργοστάσια στην Κίνα για εξαγωγή σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών. Η TSMC της Ταϊβάν είναι επίσης ο κατασκευαστής του 90% των πιο προηγμένων μικροτσίπ στον κόσμο, τα οποία χρησιμοποιούνται στα πάντα, από φούρνους τοστιέρας μέχρι στρατιωτικά όπλα υψηλής τεχνολογίας και μαχητικά βομβαρδιστικά όπως το F-35.

Παρά την ενσωμάτωση αυτή, η σύγκρουση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας για την Ταϊβάν εντάθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του Μπάιντεν, με τους εκπροσώπους των ΗΠΑ να την εντείνουν ακόμη περισσότερο με προκλητικές επισκέψεις. Για παράδειγμα, η Νάνσι Πελόζι οργάνωσε ένα διπλωματικό ταξίδι υποσχόμενη την υποστήριξη των ΗΠΑ προς την Ταϊβάν[34], προκαλώντας την Κίνα να απαντήσει με απειλητικές στρατιωτικές ασκήσεις. Από την πλευρά της, η Κίνα έχει επίσης εμπλακεί σε προκλήσεις για να επηρεάσει την πολιτική της Ταϊβάν και να στείλει ένα μήνυμα στην Ουάσινγκτον.

Στην πραγματικότητα, καμία από τις δύο μεγάλες δυνάμεις δεν σέβεται το δικαίωμα της Ταϊβάν στην αυτοδιάθεση. Η Κίνα θέλει να την προσαρτήσει και η Ουάσινγκτον χρησιμοποιεί την Ταϊπέι μόνο ως μέρος της αυτοκρατορικής της επίθεσης εναντίον του Πεκίνου. Αν και ο πόλεμος είναι απίθανος, διότι θα μπορούσε να προκαλέσει πυρηνική ανάφλεξη και να καταστρέψει την παγκόσμια οικονομία διακόπτοντας την παραγωγή και το εμπόριο μικροτσίπ, αγαθών που είναι εξίσου σημαντικά με το πετρέλαιο για τη λειτουργία του παγκόσμιου καπιταλισμού σήμερα, δεδομένης της όξυνσης της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης, δεν μπορεί να αποκλειστεί.

 

Η ύφεση εντείνει την ενδοϊμπεριαλιστική αντιπαλότητα

Η παγκόσμια ύφεση του καπιταλισμού[35] εντείνει τον ανταγωνισμό μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών, της Κίνας και της Ρωσίας για τα πάντα, από το εμπόριο μέχρι τη γεωπολιτική και αυτά τα στρατηγικά σημεία ανάφλεξης. Η παγκόσμια ύφεση επιδεινώνει επίσης την ανισότητα εντός και μεταξύ των εθνών σε όλο τον κόσμο.

Ως η κυρίαρχη ιμπεριαλιστική δύναμη που ελέγχει το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα (το δολάριο), οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ανακάμψει με μεγαλύτερη επιτυχία από τους αντιπάλους τους από την πανδημική ύφεση[36]. Είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας στον προηγμένο καπιταλιστικό κόσμο. Παρόλα αυτά, ο πληθωρισμός έχει πλήξει την εργατική τάξη και έχει εντείνει τις κοινωνικές και ταξικές διαιρέσεις.

Η Ευρώπη και η Ιαπωνία ακροβατούν μεταξύ ύφεσης και αργής ανάπτυξης, με εμβάθυνση των ταξικών ανισοτήτων. Η Κίνα συνεχίζει να αναπτύσσεται αλλά με πολύ μειωμένο ρυθμό. Η Ρωσία εφάρμοσε μια οικονομία πολέμου[37] για να ξεφύγει από τις χειρότερες επιπτώσεις των κυρώσεων και να διατηρήσει τους ρυθμούς ανάπτυξης, αλλά αυτό δεν είναι βιώσιμο. Και στις δύο χώρες, η ανισότητα αυξάνεται.

Η παγκόσμια ύφεση έχει παρόμοιες επιπτώσεις μεταξύ των υπο-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, πολλές από τις οποίες βασίζονται στις συρρικνωμένες εξαγωγικές αγορές του προηγμένου καπιταλιστικού κόσμου. Και μια σοβαρή κρίση δημόσιου χρέους έχει ξεσπάσει στις καταπιεσμένες και υπερχρεωμένες χώρες του Παγκόσμιου Νότου[38]. Ο συνδυασμός της αργής ανάπτυξης, των αδύναμων εξαγωγικών αγορών, του πληθωρισμού και των αυξημένων επιτοκίων τις έχει καταστήσει ανίκανες να αποπληρώσουν τα δάνειά τους. Ενώ οι ιδιώτες καπιταλιστές δανειστές, καθώς και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο/Παγκόσμια Τράπεζα και οι κρατικές ή ελεγχόμενες τράπεζες της Κίνας έχουν συμφωνήσει σε επιμέρους συμφωνίες με τις υπερχρεωμένες χώρες, εξακολουθούν να θέλουν την αποπληρωμή των δανείων τους και έχουν επιβάλει διάφορους όρους για να εξασφαλίσουν την αποπληρωμή. Όλα αυτά επιδεινώνουν τις ταξικές και κοινωνικές διαιρέσεις, προκαλώντας σε ορισμένες περιπτώσεις την αύξηση της ακραίας φτώχειας, η οποία είχε συρρικνωθεί κατά τη διάρκεια της νεοφιλελεύθερης άνθησης.

 

Πόλωση, εξέγερση και επανάσταση

Το γεγονός ότι το καπιταλιστικό κατεστημένο, είτε σε φιλελεύθερες δημοκρατίες είτε σε απολυταρχίες, δεν είναι σε θέση να ξεπεράσει αυτή την ύφεση, θα οδηγήσει σε όλο και μεγαλύτερη πολιτική πόλωση, παρέχοντας ένα άνοιγμα τόσο στην Αριστερά όσο και στη Δεξιά.

Δεδομένων των αδυναμιών της άκρας αριστεράς και των οργανώσεων της ταξικής και κοινωνικής πάλης, διάφορες μορφές ρεφορμισμού αποτέλεσαν την κύρια έκφραση μιας εναλλακτικής λύσης στην Αριστερά. Όμως, όπως ήταν αναμενόμενο, οι μεταρρυθμιστές στην κυβέρνηση περιορίστηκαν από την καπιταλιστική κρατική γραφειοκρατία και τις υποτονικές και μαστιζόμενες από την κρίση οικονομίες τους, με αποτέλεσμα είτε να αποτύχουν να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους είτε να τις προδώσουν και να υιοθετήσουν παραδοσιακές καπιταλιστικές πολιτικές.

Το χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα[39]. Πρόδωσε την υπόσχεσή του να αντισταθεί στην ΕΕ και τους διεθνείς πιστωτές και συνθηκολόγησε με το πρόγραμμα λιτότητας, με αποτέλεσμα να καταψηφιστεί υπέρ μιας δεξιάς νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης.

Οι αποτυχίες του καπιταλιστικού κατεστημένου, καθώς και των ρεφορμιστών αντιπάλων τους, ανοίγουν την πόρτα παγκοσμίως στην εκλογική ακροδεξιά και στις αναδυόμενες φασιστικές δυνάμεις[40]. Όσο εθνοσωβινιστικό, αυταρχικό και αντιδραστικό και αν είναι, το μεγαλύτερο μέρος αυτής της νέας δεξιάς δεν είναι φασιστικό. Δεν χτίζουν μαζικά κινήματα για να ανατρέψουν την αστική δημοκρατία, να επιβάλουν δικτατορία και να συντρίψουν τους αγώνες των εργαζομένων και των καταπιεσμένων. Αντίθετα, προσπαθούν να κερδίσουν εκλογές στο πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας και να χρησιμοποιήσουν το κράτος για να επιβάλουν εκ νέου την κοινωνική τάξη μέσω πολιτικών νόμου και τάξης εναντίον διαφόρων αποδιοπομπαίων τράγων, ιδίως των μεταναστών που προσπαθούν να ξεφύγουν από τη φτώχεια, τις πολιτικές κρίσεις και την κλιματική αλλαγή.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη, την Ινδία, την Κίνα, τη Ρωσία και άλλα κράτη, η ακροδεξιά έχει ιδιαίτερη εμμονή με την επίθεση κατά των μουσουλμάνων. Σχεδόν χωρίς εξαίρεση, η Δεξιά υπόσχεται να αποκαταστήσει την κοινωνική τάξη με την επιβολή των «οικογενειακών αξιών» κατά των φεμινιστριών, των τρανς ατόμων και των ακτιβιστών LGBTQ.

Η Δεξιά έχει ήδη σημειώσει ιστορικά κέρδη στην Ευρώπη, την Ασία και τη Λατινική Αμερική. Και το 2024, με εκλογές σε 50 χώρες που αφορούν 2 δισεκατομμύρια ανθρώπους[41], τα δεξιά κόμματα είναι σε καλή θέση για να κάνουν περισσότερες προόδους.

Ίσως το πιο σημαντικό από αυτά για την παγκόσμια πολιτική είναι στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου ο Μπάιντεν κατέρχεται με στόχο την εδραίωση των συμμαχιών και των σχεδίων του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στο εξωτερικό και την υποτιθέμενη υπεράσπιση της δημοκρατίας στο εσωτερικό. Ο Τραμπ απειλεί να εγκαταλείψει το σχέδιο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού για την εποπτεία του παγκόσμιου καπιταλισμού, να αποσυρθεί από τις πολυμερείς συμμαχίες του, να επιβάλει περισσότερες οικονομικές εθνικιστικές πολιτικές και να κάνει αποδιοπομπαίους τράγους τους καταπιεσμένους στο εσωτερικό και στο εξωτερικό για να τη γλιτώσει. Με τον τρόπο αυτό, θα επιταχύνει τη σχετική παρακμή της Ουάσιγκτον, θα εντείνει την εγχώρια ανισότητα και θα επιδεινώσει τους ενδοϊμπεριαλιστικούς και διακρατικούς ανταγωνισμούς.

Ούτε ο Τραμπ ούτε η ακροδεξιά προσφέρουν πουθενά στους εκμεταλλευόμενους και καταπιεσμένους λύσεις για τις κρίσεις στη ζωή τους. Ως αποτέλεσμα, οι νίκες τους δεν θα οδηγήσουν σε σταθερά καθεστώτα, ανοίγοντας την πόρτα για την επανεκλογή των καθεστωτικών κομμάτων.

Ο συνδυασμός των κρίσεων και η αποτυχία των κυβερνήσεων κάθε είδους να τις επιλύσουν έχει οδηγήσει τους εργαζόμενους και τους καταπιεσμένους σε κύματα αγώνα από τη Μεγάλη Ύφεση και μετά. Πράγματι, τα τελευταία 15 χρόνια περιλαμβάνουν μερικές από τις μεγαλύτερες εξεγέρσεις από τη δεκαετία του 1960.[42]

Σχεδόν κάθε χώρα στον κόσμο έχει βιώσει κάποια μορφή μαζικού αγώνα από τα κάτω, ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Όλα αυτά εμποδίστηκαν από τις ήττες και τις υποχωρήσεις των τελευταίων δεκαετιών, οι οποίες αποδυνάμωσαν την ταξική και κοινωνική οργάνωση και διέλυσαν την επαναστατική αριστερά[43].

Ως αποτέλεσμα, ακόμη και οι πιο ισχυρές εξεγέρσεις δεν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν επιτυχείς πολιτικές ή κοινωνικές επαναστάσεις. Αυτό άφησε ένα άνοιγμα στην άρχουσα τάξη και τους πολιτικούς εκπροσώπους της να διατηρήσουν την ηγεμονία τους, συχνά με την υποστήριξη της τάδε ή της δείνα ιμπεριαλιστικής ή υπο-ιμπεριαλιστικής δύναμης.

Για παράδειγμα, η Ρωσία, το Ιράν και η Χεζμπολάχ έσωσαν το βάρβαρο καθεστώς του Μπασάρ αλ-Άσαντ από την επανάσταση[44]. Και σε μια άλλη περίπτωση, η στρατηγική των ΗΠΑ για τη διατήρηση του καθεστώτος βοήθησε την άρχουσα τάξη της Αιγύπτου να επιβάλει εκ νέου μια κτηνώδη δικτατορία υπό τον Αμπντέλ Φατάχ ελ Σίσι. Αλλά αυτά τα καθεστώτα δεν έχουν σε καμία περίπτωση σταθεροποιήσει τις κοινωνίες τους. Οι επίμονες κρίσεις και το γκροτέσκο επίπεδο ανισότητας και καταπίεσης συνεχίζουν να υποδαυλίζουν την αντίσταση από τα κάτω σε όλο τον κόσμο.

 

Τρεις παγίδες για τον αντιιμπεριαλισμό

Η νέα ασύμμετρη πολυπολική παγκόσμια τάξη με τους αυξανόμενους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, τις διακρατικές συγκρούσεις και τα κύματα εξεγέρσεων στο εσωτερικό των κοινωνιών έχουν θέσει στη διεθνή αριστερά ερωτήματα που δεν είναι προετοιμασμένη να απαντήσει. Στην κοιλιά του κήτους, τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Αριστερά έχει υιοθετήσει κυρίως τρεις λανθασμένες θέσεις, οι οποίες όλες υπονομεύουν την οικοδόμηση της διεθνούς αλληλεγγύης από τα κάτω ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τον παγκόσμιο καπιταλισμό.

Πρώτον, όσοι έχουν προσανατολισμό στο Δημοκρατικό Κόμμα έχουν πέσει στην παγίδα της σοσιαλπατριωτικής υποστήριξης των Ηνωμένων Πολιτειών έναντι των αντιπάλων τους. Υποστήριξαν το κάλεσμα του Μπάιντεν προς τις χώρες να σχηματίσουν μια «ένωση δημοκρατιών» ενάντια στην Κίνα και τη Ρωσία. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές μεταξύ των οπαδών του Μπέρνι Σάντερς, οι οποίοι, όσο επικριτικοί και αν είναι για την τάδε ή την δείνα «λανθασμένη» πολιτική των ΗΠΑ, βλέπουν την Ουάσινγκτον ως δύναμη για το καλό στον κόσμο[45].

Στην πραγματικότητα, όπως αποδεικνύει η υποστήριξη του Μπάιντεν στον γενοκτονικό πόλεμο του Ισραήλ, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένας από τους κύριους εχθρούς της εθνικής απελευθέρωσης και της κοινωνικής επανάστασης σε όλο τον κόσμο. Είναι ο κύριος ηγεμόνας που στοχεύει στην επιβολή ενός άθλιου status quo και επομένως είναι αντίπαλος και όχι σύμμαχος της συλλογικής απελευθέρωσης διεθνώς.

Δεύτερον, άλλα τμήματα της Αριστεράς έκαναν το αντίθετο λάθος, αντιμετωπίζοντας «τον εχθρό του εχθρού μου ως φίλο μου». Η θέση αυτή, η οποία αποκαλείται ποικιλοτρόπως χυδαίος αντιιμπεριαλισμός[46], ψεύτικος αντιιμπεριαλισμός ή καμπισμός, υποστηρίζει τους αυτοκρατορικούς αντιπάλους της Ουάσινγκτον ως τον λεγόμενο άξονα αντίστασης. Ορισμένοι από τους υποστηρικτές της προχωρούν ακόμη παραπέρα, υποστηρίζοντας ότι προφανώς καπιταλιστικά κράτη όπως η Κίνα[47] αντιπροσωπεύουν κάποιο είδος σοσιαλιστικής εναλλακτικής λύσης (ακόμη και όταν, για παράδειγμα, ο Σι Τζινπίνγκ επαινεί τον ακροδεξιό Ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Όρμπαν[48] και προβάλλει την «ολοκληρωμένη στρατηγική εταιρική σχέση παντός καιρού για τη νέα εποχή» της Κίνας και της Ουγγαρίας). Έτσι, υποστηρίζουν ανερχόμενες μεγάλες δυνάμεις, υπο-ιμπεριαλιστικά κράτη και διάφορες δικτατορίες σε υποτελείς χώρες.

Στην πορεία, αγνοούν την ιμπεριαλιστική φύση κρατών όπως η Κίνα και η Ρωσία και την αντεπαναστατική φύση καθεστώτων όπως αυτά στο Ιράν και τη Συρία, ανεξάρτητα από το πόσο καταπιεστικά είναι για τους εργάτες και τους καταπιεσμένους. Και αντιτίθενται στην αλληλεγγύη με τους λαϊκούς αγώνες από τα κάτω μέσα σε αυτά, απορρίπτοντάς τους ως ψεύτικες «έγχρωμες επαναστάσεις» που ενορχηστρώνει ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός.

Παρέχουν επίσης άλλοθι και σε ορισμένες περιπτώσεις υποστηρίζουν ανοιχτά τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη συντριβή της δημοκρατικής εξέγερσης στο Χονγκ Κονγκ από την Κίνα. Στο τέλος, τοποθετούνται στο πλευρό άλλων ιμπεριαλιστικών και καπιταλιστικών κρατών, κάνοντας νοητική γυμναστική για να αρνηθούν τον καπιταλιστικό, εκμεταλλευτικό και καταπιεστικό τους χαρακτήρα.

Τέλος, ορισμένοι στην Αριστερά έχουν υιοθετήσει μια θέση γεωπολιτικού αναγωγισμού. Αναγνωρίζουν τη ληστρική φύση των διαφόρων ιμπεριαλιστικών κρατών και δεν υποστηρίζουν κανένα από αυτά. Αλλά όταν αυτές οι δυνάμεις έρχονται σε σύγκρουση με αφορμή καταπιεσμένα έθνη, αντί να υπερασπιστούν το δικαίωμα αυτών των εθνών στην αυτοδιάθεση, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματός τους να εξασφαλίσουν όπλα για να κερδίσουν την απελευθέρωσή τους, ανάγουν τέτοιες καταστάσεις στον μοναδικό άξονα της ενδοϊμπεριαλιστικής αντιπαλότητας. Στη διαδικασία αυτή αρνούνται τη θέληση των καταπιεσμένων εθνών.

Φυσικά, οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις μπορούν να χειραγωγήσουν τους αγώνες για την εθνική απελευθέρωση σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην αποτελούν τίποτα περισσότερο από πολέμους δι’ αντιπροσώπων. Αλλά οι γεωπολιτικοί αναγωγιστές χρησιμοποιούν αυτή τη δυνατότητα για να αρνηθούν την υποστήριξη στους νόμιμους αγώνες για απελευθέρωση σήμερα.

Αυτή ήταν η θέση πολλών στην Αριστερά σχετικά με τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, αναγάγοντάς τον σε έναν απλό πόλεμο με αντιπροσώπους[49] μεταξύ της Μόσχας και της Ουάσινγκτον. Όμως, όπως δείχνουν οι ουκρανικές δημοσκοπήσεις και η εθνική τους αντίσταση, οι Ουκρανοί αγωνίζονται για τη δική τους απελευθέρωση[50], όχι ως τσιράκι του αμερικανικού ιμπεριαλισμού.

Με βάση τη λανθασμένη εκτίμησή τους για τον πόλεμο, οι γεωπολιτικοί αναγωγιστές αντιτάχθηκαν στο δικαίωμα της Ουκρανίας να εξασφαλίσει όπλα για την απελευθέρωσή της από τον ρωσικό ιμπεριαλισμό και αντιτάχθηκαν στις αποστολές, με ορισμένους να φτάνουν στο σημείο να πανηγυρίζουν για ενέργειες που θα τις εμποδίσουν. Ένας επιτυχής αποκλεισμός αυτών των όπλων θα οδηγούσε σε νίκη του ρωσικού ιμπεριαλισμού, κάτι που θα ήταν καταστροφή για τον ουκρανικό λαό, καταδικάζοντάς τον στη μοίρα εκείνων που σφαγιάστηκαν στη Μπούτσα και τη Μαριούπολη[51].

Καμία από αυτές τις τρεις θέσεις δεν παρέχει στη διεθνή αριστερά έναν οδηγό για να αντιμετωπίσει τα ερωτήματα που θέτει η νέα ασύμμετρη πολυπολική παγκόσμια τάξη.

 

Διεθνιστικός αντιιμπεριαλισμός

Μια πολύ καλύτερη προσέγγιση είναι ο διεθνιστικός αντιιμπεριαλισμός. Οι υποστηρικτές αυτής της θέσης, αντί να παίρνουν το μέρος αυτού ή εκείνου του ιμπεριαλιστικού ή καπιταλιστικού κράτους, αντιτίθενται σε όλους τους ιμπεριαλισμούς καθώς και σε λιγότερο ισχυρά καπιταλιστικά καθεστώτα, ακόμη και αν αντιτίθενται στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις εναντίον τους. Οικοδομούμε αλληλεγγύη με όλους τους λαϊκούς αγώνες για απελευθέρωση, μεταρρύθμιση και επανάσταση σε όλο τον κόσμο και χωρίς εξαίρεση.

Σε περιπτώσεις εθνικής απελευθέρωσης, συμπαραστεκόμαστε ανεπιφύλακτα αλλά κριτικά στους καταπιεσμένους στον αγώνα τους για ελευθερία[52]. Σε αυτούς τους αγώνες, ωστόσο, δεν συγχέουμε την εθνική απελευθέρωση με το σοσιαλισμό, απορρίπτοντας τον πειρασμό να βάψουμε τέτοιες μάχες με κόκκινο πινέλο[53].

Αντίθετα, υιοθετούμε μια ανεξάρτητη προσέγγιση οικοδόμησης αλληλεγγύης με τους εργάτες και τους καταπιεσμένους μέσα σε αυτούς τους αγώνες και καλλιέργειας πολιτικών σχέσεων με τις προοδευτικές και επαναστατικές δυνάμεις τους, ώστε να μετατρέψουμε τους αγώνες για την εθνική απελευθέρωση σε αγώνες για το σοσιαλισμό.

Αυτό μας οδηγεί στο να παίρνουμε διακριτές θέσεις σε σχέση με μεγάλο μέρος της Αριστεράς για τα τρία στρατηγικά σημεία ανάφλεξης της σημερινής ιμπεριαλιστικής τάξης.

Πρώτον, στην περίπτωση της Ουκρανίας, υποστηρίζουμε τον απελευθερωτικό της αγώνα[54] και υπερασπιζόμαστε το δικαίωμά της να εξασφαλίσει όπλα, ακόμη και από τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ, αλλά δεν υποστηρίζουμε τη νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση του Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Είμαστε επίσης αντίθετοι στη χρήση της Ουκρανίας από τον δυτικό ιμπεριαλισμό για να προωθήσει τις δικές του ληστρικές φιλοδοξίες για το άνοιγμα της χώρας και της περιοχής στις τράπεζες και τις εταιρείες του.

Αντίθετα, καλλιεργούμε σχέσεις με την ουκρανική αριστερά και το συνδικαλιστικό κίνημα της χώρας. Θέτουμε τα αιτήματά τους κατά του νεοφιλελευθερισμού, κατά της ανοικοδόμησης που καθοδηγείται από το χρέος και κατά του ανοίγματος της οικονομίας της Ουκρανίας στο πολυεθνικό κεφάλαιο. Υποστηρίζουμε το αίτημά τους για μια λαϊκή ανασυγκρότηση της χώρας με βάση τις επενδύσεις του δημόσιου τομέα, με όλη την εργασία να αμείβεται με βιώσιμους μισθούς και να γίνεται από συνδικαλισμένους εργαζόμενους.

Στην περίπτωση της Παλαιστίνης[55], είμαστε αντίθετοι στην υποστήριξη του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στον γενοκτονικό πόλεμο του Ισραήλ στη Γάζα και υποστηρίζουμε άνευ όρων την παλαιστινιακή αντίσταση. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι υποστηρίζουμε την υπάρχουσα πολιτική ηγεσία της ή τη στρατηγική και την τακτική της. Υιοθετούμε μια κριτική θέση απέναντι στα αστικά και μικροαστικά κόμματά της, είτε πρόκειται για την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) είτε για την ισλαμική φονταμενταλιστική εναλλακτική της Χαμάς.

Η κύρια ηγεσία της PLO, η Φατάχ, εγκατέλειψε τον ένοπλο αγώνα για την ψευδαίσθηση μιας διπλωματικά κατασκευασμένης λύσης δύο κρατών. Τρεις δεκαετίες τέτοιας διπλωματίας απέτυχαν, αφήνοντας τη Δυτική Όχθη κατεχόμενη, τη Γάζα υπό πολιορκία και το Ισραήλ να κυβερνά μέσω καθεστώτος απαρτχάιντ τους Παλαιστίνιους εντός των συνόρων του 1948.

Η Χαμάς κάλυψε το κενό στην αντίσταση που άφησε η συνθηκολόγηση της Φατάχ. Ωστόσο, δεν ανέπτυξε μια εναλλακτική στρατηγική, αντίθετα συνέχισε την παλιά στρατηγική της Φατάχ[56] να βασίζεται σε δήθεν φιλικούς Άραβες και Ιρανούς συμμάχους για να βοηθήσουν τον στρατιωτικό της αγώνα εναντίον του Ισραήλ. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστεύουμε ότι αυτή η στρατηγική, η οποία απέτυχε όταν την ακολούθησε η PLO, θα πετύχει σήμερα.

Με την υποστήριξη του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και με τη στήριξη συμμαχιών με τα περισσότερα αραβικά καθεστώτα, το Ισραήλ δεν θα ηττηθεί στρατιωτικά μόνο του. Μόνο μια στρατηγική που συνδυάζει την παλαιστινιακή αντίσταση ενάντια στο Ισραήλ, τον επαναστατικό αγώνα ενάντια σε όλα τα καθεστώτα της περιοχής και τα αντιιμπεριαλιστικά κινήματα σε όλες τις μεγάλες δυνάμεις μπορεί να απελευθερώσει τους Παλαιστίνιους από το ισραηλινό απαρτχάιντ και να εγκαθιδρύσει ένα κοσμικό, δημοκρατικό κράτος από το ποτάμι ως τη θάλασσα με ίσα δικαιώματα για όλους, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος των Παλαιστινίων να επιστρέψουν στα κλεμμένα σπίτια και τη γη τους[57].

Τέλος, στην περίπτωση της Ταϊβάν[58], αντιτιθέμεθα στην απειλή της Κίνας να προσαρτήσει το νησί και υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα της Ταϊβάν στην αυτοδιάθεση, συμπεριλαμβανομένης της ένοπλης αυτοάμυνας, και ταυτόχρονα αντιτιθέμεθα στην προσπάθεια της Ουάσινγκτον να χρησιμοποιήσει σαν όπλο τη χώρα στην αυτοκρατορική της αντιπαλότητα με την Κίνα.

Δεν υποστηρίζουμε κανένα από τα αστικά κόμματα που διεκδικούν την ηγεσία της Ταϊβάν, αλλά αντίθετα οικοδομούμε αλληλεγγύη με την αναδυόμενη αριστερά της χώρας, τις λαϊκές οργανώσεις και τα συνδικάτα. Μόνο αυτές οι λαϊκές δυνάμεις έχουν συμφέρον και τη δύναμη να αμφισβητήσουν τόσο τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις όσο και την καπιταλιστική τάξη της Ταϊβάν και να οικοδομήσουν αλληλεγγύη με τους εργαζόμενους και τους καταπιεσμένους στην Κίνα, την περιοχή και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Έτσι, ο διεθνιστικός αντιιμπεριαλισμός προσφέρει μια στρατηγική για την οικοδόμηση της αλληλεγγύης από τα κάτω μεταξύ των εργαζομένων και των καταπιεσμένων ενάντια σε όλες τις μεγάλες δυνάμεις και όλα τα καπιταλιστικά κράτη του κόσμου. Έχουμε μια τεράστια ευκαιρία και ευθύνη να υποστηρίξουμε αυτή την προσέγγιση ανάμεσα σε μια νέα γενιά ακτιβιστών που είναι ενστικτωδώς αντίθετοι στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και καχύποπτοι απέναντι σε άλλες μεγάλες δυνάμεις και καταπιεστικά κράτη.

Μπορούμε να αποδείξουμε την ανωτερότητα αυτών των ιδεών μόνο στην πράξη, στους ζωντανούς αγώνες – από τους εγχώριους ταξικούς και κοινωνικούς αγώνες, μέχρι αυτούς που γίνονται σε αλληλεγγύη με την Παλαιστίνη, την Ουκρανία και άλλα καταπιεσμένα έθνη. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να βοηθήσουμε στη σφυρηλάτηση μιας νέας διεθνούς αριστεράς που δεσμεύεται να οικοδομήσει την αλληλεγγύη από τα κάτω στον αγώνα ενάντια στον παγκόσμιο καπιταλισμό και για τον διεθνή σοσιαλισμό.

 

 

Μετάφραση: elaliberta.gr

Ashley Smith, “Imperialism and anti-imperialism today”, Tempest, 24 Μαΐου 2024, https://tempestmag.org/2024/05/imperialism-and-anti-imperialism-today/.

 

Σημειώσεις

[1] Ashley Smith, “Five crises of capitalism. The challenges facing the left today”, Tempest, 20 Νοεμβρίου 2021, https://tempestmag.org/2021/11/five-crises-of-capitalism/.

[2] Ashley Smith, “Conservatives, the Far Right, Fascists and How We Defeat Them All”, Truthout, 25 Αυγούστου 2019, https://truthout.org/articles/conservatives-the-far-right-fascists-and-how-we-defeat-them-all/.

[3] Ashley Smith, “The asymmetric world order. Interimperial rivalry
in the twenty-first century”, International Socialist Review, τεύχος 100, άνοιξη 2016, https://isreview.org/issue/100/asymmetric-world-order/index.html.

[4] Ashley Smith, “As US-China Tensions Mount, We Must Resist the Push Toward Interimperialist War”, Truthout, 4 Μαΐου 2023, https://truthout.org/articles/as-us-china-tensions-mount-we-must-resist-the-push-toward-interimperialist-war/.

[5] Hanna Perekhoda, “How to Understand Russia’s Imperialist Attitude Toward Ukraine”, New Politics, τόμος XIX, τεύχος 4, αριθμός 76, χειμώνας 2024, https://newpol.org/issue_post/how-to-understand-russias-imperialist-attitude-toward-ukraine/ [Hanna Perekhoda, «Κατανοώντας την ιμπεριαλιστική στάση της Ρωσίας απέναντι στην Ουκρανία», e la libertà, 21 Φεβρουαρίου 2024, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B5%CF%85%CF%81%CF%8E%CF%80%CE%B7-%CE%B2%CE%B1%CE%BB%CE%BA%CE%AC%CE%BD%CE%B9%CE%B1/9457-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CF%8E%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B9%CE%BC%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE%B1%CE%BB%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CF%83%CF%84%CE%AC%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%81%CF%89%CF%83%CE%AF%CE%B1%CF%82-%CE%B1%CF%80%CE%AD%CE%BD%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%BF%CF%85%CE%BA%CF%81%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CE%B1].

[6] Jenny Chan, Pun Ngai, and Mark Selden, Dying for an iPhone. Apple, Foxconn, and The Lives of China’s Workers, Haymarket Books και Pluto Press, Σικάγο και Λονδίνο 2020.

[7] With Yuliya Yurchenko, “Fighting for Ukrainian Self-Determination”, Spectre, 11 Απριλίου 2022, https://spectrejournal.com/fighting-for-ukrainian-self-determination/.

[8] Michael Roberts, “Crisis, Rivalry, and the Fragmentation of Global Capitalism”, Spectre, 14 Ιουνίου 2023, https://spectrejournal.com/crisis-rivalry-and-the-fragmentation-of-global-capitalism/.

[9] Ashley Smith, “Biden’s Chip War With China Is an Imperial Struggle for High-Tech Supremacy”, Truthout, 28 Φεβρουαρίου 2023, https://truthout.org/articles/bidens-chip-war-with-china-is-an-imperial-struggle-for-high-tech-supremacy/.

[10] Ashley Smith, “US imperialism’s pivot to Asia”, International Socialist Review, τεύχος 88, Μάρτιος 2013, https://isreview.org/issue/88/us-imperialisms-pivot-asia/index.html.

[11] Ashley Smith, “Illiberal hegemony: The Trump administration strategy for US Imperialism”, International Socialist Review, τεύχος 109, καλοκαίρι 2018, https://isreview.org/issue/109/illiberal-hegemony-trump-administration-strategy-us-imperialism/index.html.

[12] Ashley Smith, “Obama’s new imperialist strategy”, International Socialist Review, τεύχος 83, Μάιος 2012, https://isreview.org/issue/83/obamas-new-imperialist-strategy/index.html.

[13] Ashley Smith, “Imperialist Keynesianism. Biden’s program for rehabilitating U.S. capitalism”, Tempest, 18 Μαΐου 2021, https://tempestmag.org/2021/05/imperialist-keynesianism/.

[14] Ashley Smith, “Biden’s National Security Strategy Is a Defense of US Domination, Not Democracy”, Truthout, 17 Οκτωβρίου 2022, https://truthout.org/articles/bidens-national-security-strategy-is-a-defense-of-us-domination-not-democracy/.

[15] Ashley Smith, “As US-China Tensions Mount, We Must Resist the Push Toward Interimperialist War”, Truthout, 4 Μαΐου 2023, https://truthout.org/articles/as-us-china-tensions-mount-we-must-resist-the-push-toward-interimperialist-war/.

[16] Gilbert Achcar, “The Strategic Triad: The United States, Russia, and China”, New Left Review, Ι/228, Μάρτιος/Απρίλιος 1998, https://newleftreview.org/issues/i228/articles/gilbert-achcar-the-strategic-triad-the-united-states-russia-and-china.

[17] Loong Yu Au, “China’s rise as a world power”, International Socialist Review, τεύχος 112, άνοιξη 2019, https://isreview.org/issue/112/chinas-rise-world-power/index.html.

[18] Ho-Fung Hung, “Disintegrating US-China Economic Symbiosis and the New Inter-Imperial Rivalry”, Marxist sociology, 2 Ιουλίου 2020, https://marxistsociology.org/2020/07/disintegrating-us-china-economic-symbiosis-and-the-new-inter-imperial-rivalry/.

[19] Au Loong Yu, “The Death of Hong Kong’s Autonomy: Beyond the Crackdown”, Spectre, 6 Ιουνίου 2020, https://spectrejournal.com/the-death-of-hong-kongs-autonomy-beyond-the-crackdown/.

[20] Rayhan Asat, “Resisting Genocide: The Uyghur Struggle for Justice”, Spectre, 8 Φεβρουαρίου 2023, https://spectrejournal.com/resisting-genocide-the-uyghur-struggle-for-justice/.

[21] Ilya Budraitskis, “Against Putin’s War in Ukraine”, Spectre, 24 Απριλίου 2022, https://spectrejournal.com/against-putins-war-in-ukraine/.

[22] “We reported for months on changes sweeping Russia. Here’s what we found”, The Washington Post, 29 Ιουλίου 2024, https://www.washingtonpost.com/world/2024/05/06/we-reported-months-changes-sweeping-russia-heres-what-we-found/.

[23] Gilbert Achcar, The New Cold War. The United States, Russia, and China from Kosovo to Ukraine, Haymarket Books, 2023.

[24] Sidney Lens, The Forging of the American Empire, Haymarket Books, 2003 [1971].

[25] Ashley Smith, “After Russia’s Invasion of Ukraine”, Against the Current, τεύχος 219, Ιούλιος/Αύγουστος 2022, https://againstthecurrent.org/atc219/after-russias-invasion-of-ukraine/.

[26] Michael Karadjis, “The Global South’s Views on Ukraine Are More Complex Than You May Think”, New Lines Magazine, 17 Αυγούστου 2023, https://newlinesmag.com/argument/the-global-souths-views-on-ukraine-are-more-complex-than-you-may-think/.

[27] brian bean, “Breakout from Gaza. Defend the Palestinian right to resist apartheid”, Tempest, 8 Οκτωβρίου 2023, https://tempestmag.org/2023/10/the-breakout-from-gaza/ [Brian Bean, «Απόδραση από τη Γάζα. Υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα των Παλαιστινίων να αντισταθούν στο απαρτχάιντ», e la libertà, 12 Οκτωβρίου 2023, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%BC%CE%AD%CF%83%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%AE-%CE%B2%CF%8C%CF%81%CE%B5%CE%B9%CE%B1-%CE%B1%CF%86%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AE/9212-%CE%B1%CF%80%CF%8C%CE%B4%CF%81%CE%B1%CF%83%CE%B7-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%B7-%CE%B3%CE%AC%CE%B6%CE%B1-%CF%85%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%B1%CF%83%CF%80%CE%B9%CE%B6%CF%8C%CE%BC%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%B5-%CF%84%CE%BF-%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CE%B1%CE%AF%CF%89%CE%BC%CE%B1-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CF%80%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BD%CE%AF%CF%89%CE%BD-%CE%BD%CE%B1-%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B1%CE%B8%CE%BF%CF%8D%CE%BD-%CF%83%CF%84%CE%BF-%CE%B1%CF%80%CE%B1%CF%81%CF%84%CF%87%CE%AC%CE%B9%CE%BD%CF%84-brian-bean].

[28] Michael Karadjis, “The Israel-Iran theater show–a distraction from Gaza genocide”, Tempest, 28 Απριλίου 2024, https://www.tempestmag.org/v01_2020/2024/04/the-israel-iran-theater-show-a-distraction-from-gaza-genocide/ Michael Karadjis, «Το θεατρικό σόου Ισραήλ-Ιράν – ένας αντιπερισπασμός από τη γενοκτονία της Γάζας», e la libertà, 30 Απριλίου 2024, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%BC%CE%AD%CF%83%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%AE-%CE%B2%CF%8C%CF%81%CE%B5%CE%B9%CE%B1-%CE%B1%CF%86%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AE/9564-%CF%84%CE%BF-%CE%B8%CE%B5%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CF%83%CF%8C%CE%BF%CF%85-%CE%B9%CF%83%CF%81%CE%B1%CE%AE%CE%BB-%CE%B9%CF%81%CE%AC%CE%BD-%E2%80%93-%CE%AD%CE%BD%CE%B1%CF%82-%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%80%CE%B1%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%B7-%CE%B3%CE%B5%CE%BD%CE%BF%CE%BA%CF%84%CE%BF%CE%BD%CE%AF%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B3%CE%AC%CE%B6%CE%B1%CF%82].

[29] Joseph Daher, “The Middle East on a Knife-Edge. The US, Israel, Iran, and Palestine”, Spectre, 30 Απριλίου 2024, https://spectrejournal.com/the-middle-east-on-a-knife-edge/ [Joseph Daher, «Η Μέση Ανατολή στην κόψη του ξυραφιού: ΗΠΑ, Ισραήλ, Ιράν και Παλαιστίνη», e la libertà, 30 Απριλίου 2024, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%BC%CE%AD%CF%83%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%AE-%CE%B2%CF%8C%CF%81%CE%B5%CE%B9%CE%B1-%CE%B1%CF%86%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AE/9566-%CE%B7-%CE%BC%CE%AD%CF%83%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%AE-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%BA%CF%8C%CF%88%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BE%CF%85%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%B9%CE%BF%CF%8D-%CE%B7%CF%80%CE%B1,-%CE%B9%CF%83%CF%81%CE%B1%CE%AE%CE%BB,-%CE%B9%CF%81%CE%AC%CE%BD-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%80%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%AF%CE%BD%CE%B7-joseph-daher].

[30] Michael Karadjis, “The Mythology of a Mideast ‘Axis of Resistance’”, Their Anti-imperialism and Ours, 26 Απριλίου 2024, https://theirantiimperialismandours.com/2024/04/26/the-mythology-of-a-mideast-axis-of-resistance/.

[31] Gilbert Achcar, Morbid Symptoms. Relapse in the Arab Uprising, Saqi Books, 2016.

[32] David Smith, “Does Biden’s unwavering support for Israel risk his chance for re-election?”, The Guardian, 29 Οκτωβρίου 2023, https://www.theguardian.com/us-news/2023/oct/29/biden-israel-gaza-conflict-re-election.

[33] Brian Hioe, “Don’t believe China’s convenient historical tales. Taiwan belongs to the Taiwanese”, The Guardian, 18 Αυγούστου 2022, https://www.theguardian.com/commentisfree/2022/aug/18/china-convenient-historical-tales-taiwan.

[34] Brian Hioe and Wen Liu, “Taiwan: Caught Between Rival Superpowers”, Tempest, 12 Αυγούστου 2022, https://tempestmag.org/2022/08/taiwan-caught-between-rival-superpowers/.

[35] David McNally, “How the Left Should Respond to a New Global Slump”, Jacobin, 4 Σεπτεμβρίου 2019, https://jacobin.com/2019/09/david-mcnally-global-slump-crisis-recession.

[36] Michael Roberts, “The Persistence of Global Capitalism’s Long Depression”, Spectre, 6 Απριλίου 2024, https://spectrejournal.com/the-persistence-of-global-capitalisms-long-depression/.

[37] Michael Roberts, “Russia’s war economy”, Michael Roberts blog, 17 Αυγούστου 2023, https://thenextrecession.wordpress.com/2023/08/17/russias-war-economy/.

[38] Éric Toussaint, “Resisting the Debt System”, Spectre, 21 Ιουλίου 2023, https://spectrejournal.com/resisting-the-debt-system/.

[39] Mick Armstrong, “The broad left party question after Syriza”, Marxist Left Review, 12 Ιανουαρίου 2016 https://marxistleftreview.org/articles/the-broad-left-party-question-after-syriza/ και τεύχος 11, καλοκαίρι 2016.

[40] Todd Gordon and Jeffery R. Webber, “The Return of Fascism?”, focaal blog, 29 Ιανουαρίου 2024, https://www.focaalblog.com/2024/01/29/todd-gordon-and-jeffery-r-webber-the-return-of-fascism/.

[41] “2024 is the biggest election year in history”, The Economist, 13 Νοεμβρίου 2023, https://www.economist.com/interactive/the-world-ahead/2023/11/13/2024-is-the-biggest-election-year-in-history.

[42] Isabel Ortiz, Sara Burke, Mohamed Berrada, Hernán Saenz Cortés, World Protests. A Study of Key Protest Issues in the 21st Century, Palgrave Macmillan, 2022. https://link.springer.com/book/10.1007/978-3-030-88513-7#toc.

[43] Colin Barker, Gareth Dale, and Neil Davidson, (επιμ.), Revolutionary Rehearsals in the Neoliberal Age, Haymarket Books, 2021.

[44] Yassin al-Haj Saleh, “Revolution, counterrevolution, and imperialism in Syria”, International Socialist Review, τεύχος 107, χειμώνας 2017–18, https://isreview.org/issue/107/revolution-counterrevolution-and-imperialism-syria/index.html.

[45] Ashley Smith, “Ruling the world for good under Sanders?”, SocialistWorker.org, 28 Σεπτεμβρίου 2017, https://socialistworker.org/2017/09/28/ruling-the-world-for-good-under-sanders.

[46] Howie Hawkins, “Sergey Lavrov and Vulgar Anti-Imperialism”, Against the Current, τεύχος 229, Μάρτιος/Απρίλιος 2024, https://againstthecurrent.org/atc229/sergey-lavrov-and-vulgar-anti-imperialism/.

[47] Eli Friedman, “Why China Is Capitalist. Toward an Antinationalist Anti-Imperialism”, Spectre, 15 Ιουλίου 2020, https://spectrejournal.com/why-china-is-capitalist/.

[48] “China makes Hungary a model for diplomatic ties in Europe”, Financial Times, 10 Μαΐου 2024, https://www.ft.com/content/5b55ef85-b884-449a-8ccc-c9273cc5e9ff.

[49] Ashley Smith, “Solidarity with the Ukrainian resistance!”, Tempest, 3 Ιουνίου 2022, https://tempestmag.org/2022/06/solidarity-with-ukraine-resistance/ [Ashley Smith, «Αλληλεγγύη στην ουκρανική αντίσταση!», e la libertà, 6 Ιουνίου 2022, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B5%CF%85%CF%81%CF%8E%CF%80%CE%B7-%CE%B2%CE%B1%CE%BB%CE%BA%CE%AC%CE%BD%CE%B9%CE%B1/8261-%CE%B1%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BB%CE%B5%CE%B3%CE%B3%CF%8D%CE%B7-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%BF%CF%85%CE%BA%CF%81%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AF%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-ashley-smith].

[50] Ashley Smith, “A Ukrainian Socialist Lays Out the Aims and Struggles of Her Country’s Left”, Truthout, 24 Φεβρουαρίου 2023, https://truthout.org/articles/a-ukrainian-socialist-lays-out-the-aims-and-struggles-of-her-countrys-left/.

[51] Masha Froliak, Yousur Al-Hlou και Haley Willis, “Their Final Moments: Victims of a Russian Atrocity in Bucha”, The New York Times, 21 Δεκεμβρίου 2022, https://www.nytimes.com/interactive/2022/12/21/world/europe/bucha-ukraine-massacre-victims.html. Mstyslav Chernov, 20 Days in Mariupol, 2023. https://20daysinmariupol.com/ [Μστισλάβ Τσερνόφ, 20 Μέρες στη Μαριούπολη, στο Cinobo, https://cinobo.com/20-days-in-mariupol].

[52] Hal Draper, “The ABC of national liberation movements. A political guide” [1969], Tempest, Μαρτίου 2022, https://tempestmag.org/2022/03/the-abc-of-national-liberation-movements/.

[53] V. I. Lenin, “Draft Theses on National and Colonial Questions. For The Second Congress Of The Communist International” [1920], Lenin’s Collected Works, τόμος 31 Progress Publishers, Μόσχα, 1965, σσ. 144-151. Διαθέσιμο στο: Marxists Internet Archive, 2002, https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1920/jun/05.htm [Β. Ι. Λένιν, «Πρωταρχικό Σχέδιο Θέσεων για το Εθνικό και το Αποικιακό Ζήτημα (Για το Δεύτερο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς)», Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 41, Σύγχρονη Εποχή, χχέ., σσ. 161-168].

[54] Ashley Smith, “Solidarity with the Ukrainian resistance!”, ό.π.

[55] Tempest, “Toward a free Palestine”, Tempest, 7 Φεβρουαρίου 2024, https://www.tempestmag.org/2024/02/toward-a-free-palestine/ [Tempest, «Για μια ελεύθερη Παλαιστίνη», e la libertà, 11 Φεβρουαρίου 2024, https://www.elaliberta.gr/%CE%B4%CE%B9%CE%B5%CE%B8%CE%BD%CE%AE/%CE%BC%CE%AD%CF%83%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%AE-%CE%B2%CF%8C%CF%81%CE%B5%CE%B9%CE%B1-%CE%B1%CF%86%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AE/9427-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%B5%CE%BB%CE%B5%CF%8D%CE%B8%CE%B5%CF%81%CE%B7-%CF%80%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%AF%CE%BD%CE%B7].

[56] Joseph Daher, “Palestinian liberation and the MENA revolutions”, Tempest, 5 Ιουλίου 2021, https://tempestmag.org/2021/07/palestinian-liberation-and-the-mena-revolutions/.

[57] Ό.π.

[58] Brian Hioe and Wen Liu, “Taiwan: Caught Between Rival Superpowers”, ό.π.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Τελευταία τροποποίηση στις Πέμπτη, 24 Οκτωβρίου 2024 21:21

Προσθήκη σχολίου

Το e la libertà.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια με υβριστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό φασιστικό περιεχόμενο ή σχόλια μη σχετικά με το κείμενο.