Omer Abdullah Khan
Μπαγκλαντές: Η ανυπακοή συνεχίζεται
Παρά την κρατική καταστολή των φοιτητών που διαδηλώνουν και το κλείσιμο όλων των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων σε όλη τη χώρα, την Τετάρτη 17 Ιουλίου, εκατοντάδες φοιτητές συγκεντρώθηκαν στο Πανεπιστήμιο της Ντάκα για να αποτίσουν φόρο τιμής στη δημόσια κηδεία των έξι συμφοιτητών τους που είχαν πέσει την προηγούμενη ημέρα. Τουλάχιστον 105 διαδηλωτές έχουν σκοτωθεί μέχρι στιγμής από τις κρατικές δυνάμεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι παραστρατιωτικές δυνάμεις, και τα βίντεο που κοινοποιούνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης απεικονίζουν μια κατάσταση που μοιάζει με εμφύλιο πόλεμο να διαμορφώνεται στη χώρα. Οι φοιτητές σε όλο το Μπαγκλαντές θρηνούν, αλλά ο θυμός και η θλίψη τους τροφοδοτούν επίσης το ηρωικό κίνημα αντίστασης και ανυπακοής. Καθώς γράφονται αυτές οι γραμμές, οι διαδηλωτές έβαλαν φωτιά στον κρατικό ραδιοτηλεοπτικό σταθμό, λίγα λεπτά μετά την εμφάνιση της αυταρχικής πρωθυπουργού Σεΐχ Χασίνα Ουατζίντ στην κρατική τηλεόραση. Σε ένα άλλο περιστατικό, η αστυνομική δύναμη των Ταγμάτων Εφόδου ανέφερε ότι διέσωσε 60 αστυνομικούς από το καναδικό πανεπιστήμιο μέσω ελικοπτέρου. Τέτοια είναι η έκταση της οργής και η θέληση να καταπολεμηθεί η κτηνώδης δικτατορία της Χασίνα Ουατζίντ. Όπως αναφέρει ο Guardian, η κυβέρνηση έχει πλέον κηρύξει εθνική απαγόρευση κυκλοφορίας και ανακοίνωσε σχέδια για την ανάπτυξη του στρατού για την αντιμετώπιση των σοβαρότερων ταραχών στη χώρα εδώ και μια δεκαετία, μετά την έφοδο φοιτητών διαδηλωτών σε φυλακή και την απελευθέρωση εκατοντάδων κρατουμένων. Επιπλέον, νωρίτερα την Παρασκευή, επιβλήθηκε διακοπή των επικοινωνιών σε ολόκληρη τη χώρα, με την πρόσβαση στο διαδίκτυο μέσω κινητής τηλεφωνίας και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να έχουν μπλοκαριστεί από την κυβέρνηση.
Τις τελευταίες εβδομάδες, οι φοιτητές στο Μπαγκλαντές διαμαρτύρονται για την επαναφορά από το Ανώτατο Δικαστήριο ενός άδικου και πολιτικά υποκινούμενου συστήματος ποσοστώσεων στις κυβερνητικές θέσεις εργασίας. Το νέο κύμα διαμαρτυριών αποτελεί συνέχεια του κινήματος διαμαρτυρίας του 2018 –που είχε ως αποτέλεσμα περισσότερα από 250 θύματα– ενάντια στο ίδιο σύστημα ποσόστωσης. Τότε η Χασίνα αναγκάστηκε να ανακαλέσει το αμφιλεγόμενο σύστημα ποσοστώσεων. Ωστόσο, μετά από έξι χρόνια κατάφερε να το επαναφέρει μέσω της κλασικής κερκόπορτας του καπιταλιστικού κράτους, της ανώτερης δικαστικής εξουσίας. Σύμφωνα με το προαναφερθέν σύστημα ποσοστώσεων, το 56% των θέσεων είναι δεσμευμένες, ενώ οι υπόλοιπες είναι ανοικτές για επιλογή βάσει προσόντων. Από το σύνολο των εδρών, το 30% κατανέμεται στα εγγόνια των βετεράνων που πολέμησαν στον απελευθερωτικό πόλεμο του Μπαγκλαντές το 1971, ενώ το 26% προορίζεται για γυναίκες, άτομα με αναπηρία, εθνικές μειονότητες και άτομα από υποβαθμισμένες περιοχές. Οι φοιτητές ζητούν κυρίως την ανάκληση του 30% των θέσεων που προορίζονται για τα εγγόνια των μαχητών της ελευθερίας, ενώ υποστηρίζουν την περιορισμένη διατήρηση των άλλων κατηγοριών. Η ποσόστωση θεσπίστηκε αρχικά για να τιμηθούν και να υποστηριχθούν οι οικογένειες των βετεράνων που είχαν σκοτωθεί ή τραυματιστεί κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού πολέμου. Ωστόσο, σε αντίθεση με την αρχική πρόθεση, το σύστημα των ποσοστώσεων έχει σταδιακά μετατραπεί σε πολιτικό εργαλείο για την Χασίνα Ουατζίντ και του κόμματός της Αουάμι Λιγκ για να διατηρήσουν τον έλεγχό τους στο κράτος, γεμίζοντας θέσεις-κλειδιά με πιστούς υποστηρικτές, ανταμείβοντας τα τσιράκια τους εις βάρος των ικανών, διαφθείροντας τη νεολαία και σπέρνοντας τους σπόρους της διαίρεσης μεταξύ των εργαζόμενων μαζών.
Στο Μπανγκλαντές, οι κυβερνητικές θέσεις εργασίας πρώτου και δεύτερου βαθμού είναι από τις λίγες αξιοπρεπείς ευκαιρίες απασχόλησης που υπάρχουν για τη νεολαία, ιδίως για τους νέους πτυχιούχους πανεπιστημίων. Άλλοι σημαντικοί τομείς είναι η γεωργία, η βιομηχανία ενδυμάτων και η τεχνολογία της πληροφορίας. Ωστόσο, οι ευκαιρίες απασχόλησης σε αυτούς τους τομείς είναι αρκετά περιορισμένες. Επιπλέον, οι συνθήκες εργασίας είναι φρικτές και οι μισθοί είναι τραγικοί. Οι περισσότεροι εργαζόμενοι είναι κατάφωρα κακοπληρωμένοι και υπερεργάζονται σε βαθμό εξάντλησης. Σύμφωνα με τις επίσημες πηγές, το 41% των νέων στο Μπαγκλαντές είναι άεργοι. Αυτό σημαίνει ότι δεν βρίσκονται ούτε στην εκπαίδευση ούτε στην απασχόληση, ούτε λαμβάνουν κάποια επαγγελματική κατάρτιση. Επιπλέον, έως και το 66% των αποφοίτων πανεπιστημίου υποφέρουν από ανεργία. Αυτά για το οικονομικό θαύμα του Μπαγκλαντές υπό τη διοίκηση της Χασίνα που διαφημίζεται παντού από τους απολογητές του νεοφιλελευθερισμού!
Οι νεότεροι εργαζόμενοι στους χώρους εργασίας αντιμετωπίζουν συχνά κακομεταχείριση από ανώτερους, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει σωματική κακομεταχείριση και σεξουαλική παρενόχληση. Η συντριπτική πλειονότητα αυτών των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα αδυνατεί να εξασφαλίσει αξιοπρεπή διαβίωση για τους ίδιους και τις οικογένειές τους. Το αυξανόμενο ποσοστό ανεργίας μετά την κρίση του COVID –5,1% το 2023, από 4,5% το 2018– έχει επιδεινώσει ακόμη περισσότερο τις συνθήκες. Η πραγματική κατάσταση στην πράξη είναι προφανώς πολύ πιο δυσάρεστη από τα επίσημα στοιχεία για την ανεργία. Το χάσμα μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης εργασίας όχι μόνο συμπιέζει τους μισθούς, αλλά συμβάλλει επίσης σε ένα συνολικό κοινωνικό περιβάλλον υποαπασχόλησης, επισφαλών συνθηκών εργασίας, αβεβαιότητας και ανασφάλειας. Η κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί καθώς η κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού παρατείνεται. Οι σημαντικότεροι οικονομικοί δείκτες για το Μπαγκλαντές των τελευταίων τριμήνων παρουσιάζουν μείωση της οικονομικής ανάπτυξης. Υπό αυτές τις συνθήκες, παρά τις σχετικά μέτριες αμοιβές, η κρατική απασχόληση αποτελεί σημαντικό πόλο έλξης για τους νέους πτυχιούχους λόγω της εργασιακής ασφάλειας και των λίγων πρόσθετων παροχών.
Όπως και άλλες χώρες της Νότιας Ασίας, το Μπανγκλαντές διαθέτει ένα δυναμικό νεολαίας με το 65% του πληθυσμού να είναι κάτω των 35 ετών, συμπεριλαμβανομένων 45 εκατομμυρίων ή 30% ηλικίας 15-24 ετών. Με μόνο το 1,2% του πληθυσμού να είναι απόφοιτοι πανεπιστημίου, η μεγάλη πλειοψηφία είναι ήδη αποκλεισμένη από τον ανταγωνισμό για σχετικά αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας. Αλλά από τους λίγους που συμπεριλαμβάνονται, μόνο το 10% περίπου –κυρίως από τις λίγες αστικές νησίδες σε μια ως επί το πλείστον υπανάπτυκτη χώρα– που απασχολούνται σε πολυεθνικές εταιρείες ή στις αντίστοιχες εγχώριες είναι σε θέση να κερδίζουν κάπως λογικά τα προς το ζην, με την έννοια ότι μπορούν να αντέξουν οικονομικά μια συγκριτικά αξιοπρεπή στέγη, τροφή, ηλεκτρικό ρεύμα και άλλες βασικές ανάγκες. Για τους υπόλοιπους, δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου ευκαιρίες για μια ανοδική κοινωνική κινητικότητα, ούτε ελπίδες για βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Επίσης, κατά την προηγούμενη περίοδο, η υπόσχεση της «ανάπτυξης» και της «προόδου» της χώρας είχε υπερπροβληθεί στη νεολαία της, η οποία τώρα αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι τέτοιες υποσχέσεις δεν θα υλοποιηθούν ποτέ για τη συντριπτική πλειονότητά της. Από αυτή την άποψη, οι τωρινές διαδηλώσεις προκύπτουν κυρίως από τα στρώματα της νεολαίας που ανήκουν στη μεσαία τάξη ή στα ανώτερα στρώματα της εργατικής τάξης, τα οποία βλέπουν το μέλλον τους να βυθίζεται στο σκοτάδι και την απόγνωση.
Μια άλλη σημαντική αιτία για τις διαδηλώσεις ήταν η ασφυκτική δικτατορία που επέβαλε η κυβέρνηση του κόμματος Αουάμι Λιγκ, το οποίο βρίσκεται στην εξουσία από το 2009 και με τον καιρό γίνεται όλο και πιο αυταρχικό. Η Σεΐχ Χασίνα –η 75χρονη κόρη του Σεΐχ Μουτζιμπούρ Ραχμάν, του ιδρυτή και πρώτου προέδρου της χώρας, ο οποίος δολοφονήθηκε σε στρατιωτικό πραξικόπημα το 1975, λίγα χρόνια μετά την ανάληψη των καθηκόντων του– έχει αναδειχθεί ως άλλη μια αυταρχική φιγούρα του νεοφιλελευθερισμού την τελευταία μιάμιση δεκαετία. Η κυβέρνηση επιτίθεται συχνά κατά των διαφωνούντων τόσο εντός όσο και εκτός πανεπιστημιουπόλεων, συλλαμβάνει και προφυλακίζει όσους ασκούν κριτική στις πολιτικές της και ακολουθεί πολιτική καταστολής σε βαθμό που να φυλακίζει εφήβους για υποτιθέμενη δυσφήμιση της πρωθυπουργού στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο διαβόητος νόμος για την ψηφιακή ασφάλεια, που εγκρίθηκε το 2018, επιτρέπει στην αστυνομία να συλλαμβάνει οποιονδήποτε χωρίς ένταλμα. Βάσει αυτού του δρακόντειου νόμου, πολυάριθμοι που δραστηριοποιούνται πολιτικά και ακτιβιστές των δικαιωμάτων έχουν συλληφθεί και δικαστεί απλώς και μόνο επειδή μίλησαν εναντίον του καθεστώτος. Στις τελευταίες γενικές εκλογές, που διεξήχθησαν τον Ιανουάριο αυτού του έτους, η αντιπολίτευση μποϊκοτάρισε την εκλογική διαδικασία αφού περισσότεροι από 20.000 ακτιβιστές της συνελήφθησαν, επιτρέποντας στη Χασίνα να «κερδίσει» τις εκλογές χωρίς ουσιαστικά καμία αντιπολίτευση. Από αυτή την άποψη, η δημοκρατία στη χώρα έχει μετατραπεί σε πρόσοψη ακόμη και με βάση τα αστικά πρότυπα.
Ωστόσο, οι σκηνές βάναυσης κρατικής καταπίεσης που παρατηρούνται στη Ντάκα και σε άλλα αστικά κέντρα, μαζί με τη μεγαλειώδη αντίσταση που προβάλλουν οι φοιτητές του Μπαγκλαντές, δεν είναι κάτι το πρωτόγνωρο στην ιστορία της χώρας. Η ένδοξη ιστορία της εξέγερσης και της αντίστασης των μαζών της Βεγγάλης κατά τους πρόσφατους χρόνους ανάγεται στην ίδια την ίδρυση της χώρας. Παρεμπιπτόντως, ο Απελευθερωτικός Πόλεμος του Μπαγκλαντές εναντίον του πακιστανικού κράτους –που σήμερα χρησιμοποιείται επίσημα ως πρόσχημα για να προσβάλουν τους φοιτητές που διαδηλώνουν χαρακτηρίζοντάς τους πακιστανούς πράκτορες– είχε ξεκινήσει με μια εξέγερση φοιτητών. Τον Νοέμβριο του 1968, τόσο στο Ανατολικό Πακιστάν (το σημερινό Μπαγκλαντές) όσο και στο Δυτικό Πακιστάν, οι φοιτητές, εξοργισμένοι από τη δολοφονία ενός συναδέλφου τους από την αστυνομία, είχαν αρχίσει να διαδηλώνουν κατά της στρατιωτικής δικτατορίας του Αγιούμπ Χαν, λακέ του αμερικανικού ιμπεριαλισμού[1]. Λίγο αργότερα, οι εργάτες και οι αγρότες σε ολόκληρη τη χώρα –αγανακτισμένοι από τις εξαιρετικά εκμεταλλευτικές και κατασταλτικές κρατικές καπιταλιστικές πολιτικές του καθεστώτος που είχαν ως αποτέλεσμα να οξύνονται συνεχώς οι ταξικοί ανταγωνισμοί– προσχώρησαν στο κίνημα μετατρέποντάς το σε λαϊκή εξέγερση που όχι μόνο ανέτρεψε τη δικτατορία του Αγιούμπ, αλλά άρχισε να αμφισβητεί τις ίδιες τις σχέσεις ιδιοκτησίας. Ωστόσο, ελλείψει ενός επαναστατικού κόμματος που να παρουσιάζει ένα ζωντανό πρόγραμμα σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, το κράτος κατάφερε να εκτρέψει το επαναστατικό κίνημα στα κανάλια των εκλογών και του εμφυλίου πολέμου. Το 1970, η αριστερή-εθνικιστική Αουάμι Λιγκ του Σεΐχ Μουτζιμπούρ Ραχμάν σάρωσε στις γενικές εκλογές στο Ανατολικό Πακιστάν, ενώ το ριζοσπαστικό-αριστερό Λαϊκό Κόμμα του Ζουλφικάρ Αλί Μπούτο αναδείχθηκε το μεγαλύτερο σε αριθμό ψήφων κόμμα στο Δυτικό Πακιστάν. Παρ' όλα αυτά, η Αουάμι Λιγκ στερήθηκε το δικαίωμα σχηματισμού κυβέρνησης από την κυβέρνηση στρατιωτικού νόμου του Γιαχία Χαν, και μια βίαιη στρατιωτική επιχείρηση στο Ανατολικό Πακιστάν επιδείνωσε πολύ γρήγορα την κατάσταση. Ο στρατός μαζί με τις ισλαμικές φονταμενταλιστικές πολιτοφυλακές του που αποτελούνταν από «Ραζακάρ» («εθελοντές») –ο χαρακτηρισμός που χρησιμοποιείται τώρα για τους φοιτητές που διαδηλώνουν από τη Χασίνα Ουατζίντ– εξαπέλυσαν ένα όργιο βιασμών και δολοφονιών σε όλο το Ανατολικό Πακιστάν με εκτιμήσεις για τα θύματα να κυμαίνονται μεταξύ 300.000 και 3.000.000. Στον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε, οι φοιτητές της Βεγγάλης, ιδίως εκείνοι του Πανεπιστημίου της Ντάκα, βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την εθνική και ταξική χειραφέτηση. Η μαζική εξέγερση, που οργανώθηκε κυρίως μέσω επαναστατικών λαϊκών πολιτοφυλακών, κατάφερε τελικά να νικήσει τις κρατικές δυνάμεις, με αποτέλεσμα τη δημιουργία του Μπαγκλαντές ως ανεξάρτητης χώρας. Ωστόσο, το σύστημα ταξικής καταπίεσης και εκμετάλλευσης δεν ανατράπηκε και συνέχισε να βασανίζει τις μάζες της Βεγγάλης με ολοένα αυξανόμενη ένταση, οδηγώντας τελικά στο σημερινό σκηνικό.
Το σημερινό κίνημα αποτελεί υπαρξιακή απειλή για το καθεστώς της Χασίνα, το οποίο μπορεί τελικά να αναγκαστεί να προσφέρει κάποιες παραχωρήσεις και μεταρρυθμίσεις στους φοιτητές που διαδηλώνουν. Οι αγωνιζόμενοι φοιτητές, από την άλλη πλευρά, πρέπει να αναγνωρίσουν ότι οι μεταρρυθμίσεις, όσο σημαντικές κι αν είναι, τελικά θα ανατραπούν υπό την επιδεινούμενη κρίση του καπιταλισμού. Οι άρχουσες τάξεις, είτε εκπροσωπούνται από τη Χασίνα Ουατζίντ είτε από οποιονδήποτε άλλον, θα βρίσκουν πάντα τρόπους να αντιμετωπίσουν τις προηγούμενες μεταρρυθμίσεις με πιο άγριες επιθέσεις. Το ίδιο συνέβη και με τη νίκη που κέρδισε το κίνημα των διαδηλώσεων του 2018. Η ιστορία δείχνει επίσης ότι, ενώ οι φοιτητές είναι συχνά οι πρώτοι που ξεσηκώνονται ενάντια στην καταπίεση και την εκμετάλλευση, οι προσπάθειές τους μπορούν να φτάσουν μόνο μέχρι ένα σημείο χωρίς την ενεργό συμμετοχή των εργατικών μαζών στην ταξική πάλη. Τα τελευταία χρόνια, οι εργάτες του Μπαγκλαντές έχουν επίσης αποδείξει τις επαναστατικές τους ικανότητες μέσα από πολυάριθμες απεργίες και κινήματα διαμαρτυρίας για τα φλέγοντα ζητήματα. Από αυτή την άποψη, το σημερινό κίνημα, ταρακουνώντας τη συνείδηση των εργατικών μαζών, μπορεί να διευρύνει το πεδίο δράσης του τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά, γεγονός που αναπόφευκτα θα θέσει το ζήτημα της ηγεσίας στην ημερήσια διάταξη και ενδεχομένως θα οδηγήσει σε νέους πολιτικούς σχηματισμούς. Τα προχωρημένα στρώματα της νεολαίας με επαναστατικές προσδοκίες και προοπτικές θα πρέπει να διαδραματίσουν ζωτικό ρόλο σε αυτές τις πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες.
Σε όλο τον κόσμο, οι εκμεταλλευόμενες μάζες –ιδιαίτερα η νεολαία που ανήκει στις εργαζόμενες τάξεις, είτε είναι φοιτητές, είτε νέοι εργάτες, είτε άνεργοι– περνούν τις πιο δύσκολες στιγμές των τελευταίων 70 περίπου ετών. Οι περισσότεροι από αυτούς πασχίζουν τώρα απλώς να επιβιώσουν, πόσο μάλλον να ελπίζουν σε ένα ευημερούν μέλλον. Στον κόσμο μετά το 2008, ακόμη και στις ανεπτυγμένες χώρες, η νέα γενιά ζει μια ζωή κάτω από το επίπεδο που απολάμβαναν οι γονείς της. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και απεικονίζει μια βαθιά συστημική κρίση του καπιταλισμού που αντανακλάται στα κινήματα των διαδηλώσεων και των εξεγέρσεων στη μία χώρα μετά την άλλη. Το σημερινό κίνημα στο Μπαγκλαντές, οι συνεχιζόμενες μαζικές διαδηλώσεις στην Κένυα, η παγκόσμια αντίσταση κατά της σιωνιστικής γενοκτονίας των Παλαιστινίων και ο νικηφόρος αγώνας των μαζών στο Τζαμού Κασμίρ που διοικείται από το Πακιστάν, μαζί με πολλές παρόμοιες περιπτώσεις, αντιπροσωπεύουν μια αναδυόμενη επαναστατική διαδικασία σε διεθνή κλίμακα, η οποία μόνο υπό μια επαναστατική ηγεσία μπορεί να επιτύχει τη νίκη στην ανατροπή της απαρχαιωμένης καπιταλιστικής τάξης.
Μετάφραση: elaliberta.gr
Omer Abdullah Khan, “Bangladesh: The defiance continues”, Asian Marxist Review, 20 Ιουλίου 2024, https://www.marxistreview.asia/bangladesh-the-defiance-continues/. Αναδημοσίευση: LINK International Journal of Socialist Renewal, 23 Ιουλίου 2024, https://links.org.au/bangladesh-defiance-continues-plus-statements-south-asian-left.
Σημειώσεις
[1] [Σ.τ.Μ.:] Για την εξέγερση του 1968-69 στο Δυτικό και Ανατολικό Πακιστάν (σημερινό Μπαγκλαντές), βλ.: Jessica Bell, «Η Πακιστανική Επανάσταση του 1968-9: μια λαϊκή εξέγερση των φοιτητών και των εργατών», e la libertà, 14 Ιουλίου 2024, https://www.elaliberta.gr/%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1-%CE%B8%CE%B5%CF%89%CF%81%CE%AF%CE%B1/%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1/9667-%CE%B7-%CF%80%CE%B1%CE%BA%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B5%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-1968-9-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%BB%CE%B1%CF%8A%CE%BA%CE%AE-%CE%B5%CE%BE%CE%AD%CE%B3%CE%B5%CF%81%CF%83%CE%B7-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CF%86%CE%BF%CE%B9%CF%84%CE%B7%CF%84%CF%8E%CE%BD-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B5%CF%81%CE%B3%CE%B1%CF%84%CF%8E%CE%BD. Και: Alex de Jong, «Η ανολοκλήρωτη επανάσταση του Μπαγκλαντές», e la libertà, 14 Ιουλίου 2024, https://www.elaliberta.gr/%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1-%CE%B8%CE%B5%CF%89%CF%81%CE%AF%CE%B1/%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1/9668-%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%BA%CE%BB%CE%AE%CF%81%CF%89%CF%84%CE%B7-%CE%B5%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BC%CF%80%CE%B1%CE%B3%CE%BA%CE%BB%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AD%CF%82.

