Τετάρτη, 18 Ιουνίου 2025 23:58

Το καθεστώς του Ιράν βρίσκεται σε μια δύσκολη θέση που το ίδιο δημιούργησε-του Gilbert Achcar

Μποτιλιαρισμένα οχήματα μπλοκάρουν έναν αυτοκινητόδρομο καθώς μια πυρκαγιά καίει σε κοντινή απόσταση στις αποθήκες πετρελαίου του Σαχράν, βορειοδυτικά της Τεχεράνης, στις 15 Ιουνίου 2025. (ATTA KENARE / AFP)

Το καθεστώς του Ιράν βρίσκεται σε μια δύσκολη θέση που το ίδιο δημιούργησε

17 Ιουνίου 2025

Gilbert Achcar

Μια από τις πιο διάσημες ρήσεις για τις επαναστάσεις αποδίδεται σε έναν από τους σημαντικότερους ηγέτες της Γαλλικής Επανάστασης κατά την πιο ριζοσπαστική της φάση, τον Λουί Αντουάν ντε Σεν Ζυστ (1767-1794): «Αυτοί που αφήνουν την επανάσταση στα μισά του δρόμου, σκάβουν μόνο τους δικούς τους τάφους». Η ρήση αυτή ισχύει και για τις ένοπλες συγκρούσεις, καθώς τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν ότι όσοι εμπλέκονται σε αυτές τις συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις με μισή καρδιά εναντίον εκείνων που έχουν ανακηρύξει ως απόλυτους εχθρούς τους, προκαλώντας έτσι σε αυτούς τους εχθρούς την αποφασιστικότητα να τους συντρίψουν αντιστοίχως, είναι καταδικασμένοι σε ήττα. Αυτό συμβαίνει πράγματι με την «Ισλαμική Δημοκρατία» του Ιράν. Από την ίδρυσή της μετά την ανατροπή του Σάχη, έχει δηλώσει την απόλυτη εχθρότητά της προς αυτό που αποκαλεί «Μεγάλο Σατανά», δηλαδή τις Ηνωμένες Πολιτείες, και «Μικρότερο Σατανά», δηλαδή το κράτος του Ισραήλ.

Ωστόσο, η συμπεριφορά της Τεχεράνης ήταν αρκετά δόλια σε σύγκριση με αυτούς τους ισχυρισμούς. Δέχτηκε ισραηλινή και αμερικανική βοήθεια κατά τη διάρκεια του οκταετούς πολέμου της κατά του Ιράκ, κατόπιν συνεργάστηκε με την αμερικανική εισβολή στη χώρα αυτή, με τους ιρακινούς συμμάχους της να συμμετέχουν στη μεταβατική αρχή που εγκατέστησε ο κατακτητής. Στη συνέχεια είδαμε τις δυνάμεις που ανέπτυξε στη Συρία μετά την επέμβασή της για τη διάσωση του καθεστώτος Άσαντ να δέχονται διαδοχικά πλήγματα από το σιωνιστικό κράτος χωρίς ποτέ να αντιδράσουν. Τέλος, όταν το όριο της ανοχής της ξεπεράστηκε με τον ισραηλινό βομβαρδισμό του προξενείου της στη Δαμασκό πέρυσι, η Τεχεράνη εξαπέλυσε μια περιορισμένη, σχεδόν συμβολική, επίθεση στο Ισραήλ ως αντίποινα.

Η Χαμάς διεξήγαγε την επιχείρηση «Πλημμύρα του Αλ Άκσα» στις 7 Οκτωβρίου 2023, ενώ πόνταρε στην αποφασιστική είσοδο του «Άξονα της Αντίστασης» στη μάχη, πιστεύοντας αφελώς τις βαρύγδουπες δηλώσεις που εξέδωσαν οι ηγέτες του Άξονα στην Τεχεράνη. Τις δηλώσεις αυτές επανέλαβαν η Χεζμπολάχ του Λιβάνου, οι Λαϊκές Δυνάμεις Κινητοποίησης του Ιράκ και το καθεστώς των Χούθι Ανσάρ Αλλάχ στη βόρεια Υεμένη (μόνο το καθεστώς Άσαντ απέφυγε να συμμετάσχει σε αυτόν τον χορό, διατηρώντας την εύνοια του Ισραήλ, καθώς εγγυόταν επί μακρόν την ασφάλεια της σιωνιστικής κατοχής των συριακών Υψιπέδων του Γκολάν).

Το αποτέλεσμα ήταν τυπικό: η Τεχεράνη στάθηκε μετέωρη στο μέσον της αντιπαράθεσης, αποφεύγοντας να μπει στη μάχη στο πλευρό της Χαμάς, ενώ επέτρεψε στους συμμάχους της στο Λίβανο και την Υεμένη να παρέμβουν σε περιορισμένη κλίμακα, εκτοξεύοντας πυραύλους από μακριά στην περίπτωση της Υεμένης και συμμετέχοντας σε έναν γεωγραφικά περιορισμένο πόλεμο φθοράς στην περίπτωση του Λιβάνου. Το αποτέλεσμα ήταν ότι το Ισραήλ - το οποίο, το λιγότερο που μπορούμε να πούμε, δεν σταματά ποτέ στα μισά της διαδρομής στην εχθρότητά του προς τους αντιπάλους του - εξαπέλυσε μια καταστροφική επίθεση εναντίον της Χεζμπολάχ μόλις ολοκλήρωσε την επανεισβολή του στη Λωρίδα της Γάζας, σε έναν γενοκτονικό πόλεμο με βαθμό βίας που δεν έχει προηγούμενο στη σύγχρονη ιστορία. Στη συνέχεια, επέφερε οδυνηρά πλήγματα στο καθεστώς των Χούθι, και συνεχίζει να το κάνει, μέχρι που επιτέθηκε στο ίδιο το Ιράν με μια επίθεση μεγάλης κλίμακας.

Η αναποφάσιστη στάση της «Ισλαμικής Δημοκρατίας» ισχύει και για το πυρηνικό της πρόγραμμα. Αντί να αποκτήσει κρυφά το πυρηνικό όπλο, όπως έκανε το Ισραήλ τη δεκαετία του 1960, η Ινδία τη δεκαετία του 1970, το Πακιστάν τη δεκαετία του 1980 και η Βόρεια Κορέα στις αρχές του παρόντος αιώνα, η Τεχεράνη εμπλούτισε δημοσίως ουράνιο πέρα από αυτό που απαιτείται για την ειρηνική πυρηνική ενέργεια, αλλά σταμάτησε στο όριο του 60%, χωρίς να το υπερβεί στο επίπεδο που απαιτείται για ένα στρατιωτικό πρόγραμμα. Αυτή η υποτονική συμπεριφορά κλιμακώθηκε μετά την αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών το 2018 από την πυρηνική συμφωνία που είχε συναφθεί με το Ιράν τρία χρόνια νωρίτερα, απόφαση που έλαβε ο Ντόναλντ Τραμπ κατά την πρώτη του θητεία. Κατά συνέπεια, οι ισραηλινές ανησυχίες για την απόκτηση πυρηνικού όπλου από την Τεχεράνη επιδεινώθηκαν, τη στιγμή που το Ιράν δεν διέθετε, και εξακολουθεί να μην διαθέτει, την αποτρεπτική ικανότητα που συνδέεται με αυτό το όπλο.

Έγινε επομένως βέβαιο ότι το σιωνιστικό κράτος θα χτυπούσε το έδαφος του Ιράν μάλλον νωρίτερα παρά αργότερα σε μια μεγάλη προσπάθεια να καταστρέψει το στρατιωτικό δυναμικό του καθεστώτος, ιδιαίτερα το πυρηνικό του πρόγραμμα, όπως έχω επανειλημμένα τονίσει (βλέπε, για παράδειγμα, «Η αναβληθείσα ισραηλινή επίθεση στο Ιράν», Al-Quds Al-Arabi, 23 Απριλίου 2024[1]). Διότι, στα μάτια του σιωνιστικού κράτους, πρόκειται για μια αποφασιστική μάχη, ενώ η «Ισλαμική Δημοκρατία» χειρίζεται την αντιπαράθεσή της με το Ισραήλ με τον τρόπο των πρώην αραβικών εθνικιστικών καθεστώτων του Ιράκ και της Λιβύης, τα οποία γαύγιζαν από μακριά για να ξεπεράσουν τους Άραβες γείτονές τους, πιστεύοντας ότι είχαν ανοσία στον άμεσο πόλεμο. Ο αποφασιστικός χαρακτήρας της μάχης για το Ισραήλ πηγάζει κυρίως από την έντονη επιθυμία του να διατηρήσει το μονοπώλιο των πυρηνικών όπλων απέναντι στους εχθρούς του, ακόμη και στους Άραβες συμμάχους του. Πιστεύει ότι αν εξουδετερωθεί η πυρηνική του αποτροπή, αυτό θα το εκθέσει σε κίνδυνο και θα θέσει όρια στην ελεύθερη επιθετική συμπεριφορά του στη Μέση Ανατολή, η οποία έφτασε στο αποκορύφωμά της τους τελευταίους μήνες με την επίθεση κατά της Χεζμπολάχ, την καταστροφή των στρατιωτικών δυνατοτήτων της Συρίας και τώρα την επίθεση κατά του Ιράν.

Βεβαίως, η ελεύθερη επιθετικότητα του Ισραήλ δεν βασίζεται μόνο στη δική του αποτρεπτική δύναμη, αλλά και στην προστασία και τη συνεργασία που απολαμβάνει από τους δυτικούς συμμάχους του, ιδίως τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μεγάλο μέρος των παγκόσμιων μέσων ενημέρωσης εξαπατήθηκε για άλλη μια φορά από την υποτιθέμενη «διαφωνία» μεταξύ των δήθεν «ειρηνικών» προθέσεων του Τραμπ και των επιθετικών προθέσεων του Νετανιάχου. Η αλήθεια είναι ότι οι δύο άνδρες επιδίδονται σε ένα παιχνίδι «καλός μπάτσος, κακός μπάτσος» για την επίτευξη ενός και μόνο στόχου: να αναγκάσουν το Ιράν να συνθηκολογήσει και να διαλύσει πλήρως το πρόγραμμα εμπλουτισμού ουρανίου του. Κατά την άποψη της Ουάσινγκτον, ο στόχος αυτός πρέπει να επιτευχθεί με τον ευκολότερο δυνατό τρόπο, είτε ειρηνικά μέσω της υποταγής της Τεχεράνης στις στρατιωτικές απειλές του Ισραήλ και της Ουάσινγκτον, είτε στρατιωτικά μέσω της συντριβής του Ιράν από αυτούς, όπως εκτυλίσσεται σήμερα μπροστά στα μάτια μας.

Ο Τραμπ είχε δώσει στην «Ισλαμική Δημοκρατία» εξήντα ημέρες για να αποδεχθεί τους όρους του για την παράδοση της χώρας, ενώ ο ίδιος και ο σύμμαχός του Νετανιάχου απειλούσαν με πόλεμο αν δεν συμμορφωνόταν. Με την προθεσμία να εκπνέει και την Τεχεράνη να εξακολουθεί να αρνείται να εγκαταλείψει το πρόγραμμα εμπλουτισμού της, ο Τραμπ έδωσε στο σιωνιστικό κράτος το πράσινο φως για να εξαπολύσει την επίθεσή του την 61η ημέρα, προσποιούμενος μια ψεύτικη ουδετερότητα που εξαπατά μόνο εκείνους που αναλώνονται σε ευσεβείς πόθους. Η φαινομενικά ουδέτερη στάση του Τραμπ απέναντι στην επίθεση (που υποστηρίζεται πλήρως από τις δυνάμεις του, αλλά χωρίς την άμεση εμπλοκή τους μέχρι στιγμής) είχε ως στόχο να πείσει τον κόσμο ότι έκανε ό,τι ήταν δυνατόν για να αποφύγει την εμπλοκή των αμερικανικών στρατευμάτων σε έναν άμεσο πόλεμο με το Ιράν.

Εδώ πρόκειται πράγματι για άλλη μια περίπτωση που η Τεχεράνη στέκεται στα μισά του δρόμου, καθώς έχει επανειλημμένα απειλήσει, με τα λόγια του ίδιου του «Ανώτατου Ηγέτη», ότι θα θεωρήσει οποιαδήποτε ισραηλινή επίθεση εναντίον της ως υποστηριζόμενη από την Ουάσινγκτον και ότι τα αντίποινά της δεν θα χαριστούν στις αμερικανικές δυνάμεις που έχουν αναπτυχθεί στην περιοχή. Ωστόσο, απέφυγε να πραγματοποιήσει αυτή την απειλή, ακόμη και μέσω των περιφερειακών εντολοδόχων της, καθώς γνωρίζει πολύ καλά ότι ο Τραμπ θα χρησιμοποιούσε οποιοδήποτε ιρανικό χτύπημα εναντίον αμερικανικών δυνάμεων ως πρόσχημα για να συμμετάσχει άμεσα στην ισραηλινή πολεμική προσπάθεια, υπό πολιτικές συνθήκες που θα φίμωναν το τμήμα των δικών του κομματικών υποστηρικτών που αντιτίθεται στην εμπλοκή της Αμερικής σε πολέμους άλλων χωρών.

https://gilbert-achcar.net/irans-predicament

https://www.europe-solidaire.org/spip.php?article75367

https://www.alquds.co.uk

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] https://gilbert-achcar.net/postponed-israeli-attack

Προσθήκη σχολίου

Το e la libertà.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια με υβριστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό φασιστικό περιεχόμενο ή σχόλια μη σχετικά με το κείμενο.